Στην άγρια φύση του αγγλικού βορρά, σε ένα τοπίο ομιχλώδες, μελαγχολικό αλλά ταυτόχρονα απειλητικό, γεννιέται ο καταραμένος έρωτας της Κάθριν και του Χίθκλιφ. Ένας έρωτας που θα φέρει τη δυστυχία στους δυο ήρωες και στα κοντινά τους πρόσωπα.
Τα "Ανεμοδαρμένα ύψη" είναι η θυελλώδης, παθιασμένη ιστορία ενός παράφορου και σχεδόν δαιμονικού έρωτα ανάμεσα στην Κάθριν Έρνσο και τον Χίθκλιφ, ένα αδέσποτο παιδί που υιοθέτησε ο πατέρας της Κάθριν. Μετά τον θάνατο του κυρίου Έρνσο, ο Χίθκλιφ προπηλακίζεται και εξευτελίζεται από τον αδελφό της Κάθριν, τον Χίντλεϊ, και πιστεύοντας από μια παρεξηγημένη φράση της ότι η αγάπη του για αυτήν δεν βρίσκει ανταπόκριση, εγκαταλείπει τα Ανεμοδαρμένα Ύψη και επιστρέφει μετά από χρόνια ως πλούσιος και εκλεπτυσμένος κύριος. Βάζει αμέσως σε εφαρμογή ένα σχέδιο αβυσσαλέου μίσους με σκοπό να εκδικηθεί για τα δεινά που είχε υποστεί στο παρελθόν. Η πλοκή της ιστορίας είναι πολυεπίπεδη και χαρακτηρίζεται από αμείλικτη βιαιότητα, όμως ο επιτυχημένος χειρισμός αυτής της πολύπλοκης δομής, οι παραστατικές περιγραφές του ερημικού τοπίου των χερσότοπων του Γιόρκσερ και το ποιητικό μεγαλείο της Έμιλι Μπροντέ συνδυάζονται με μοναδικό τρόπο, ώστε το μυθιστόρημα να αποτελεί αριστούργημα της αγγλικής λογοτεχνίας.
Ποιός θα ήταν ο λόγος της δημιουργίας μου αν περιοριζόμουν απόλυτα στον εαυτό μου; Οι μεγάλες μου δυστυχίες σ'αυτό τον κόσμο ήταν οι δυστυχίες του Χήθκλιφ και τις παρακολούθησα όλες, τις έζησα όλες, από την αρχή. Η μεγάλη μου σκέψη στη ζωή είναι αυτός. Αν όλα χάνονταν και αυτός έμενε, θα συνέχιζα να υπάρχω.Κι αν όλα έμεναν και αυτός χανόταν, το σύμπαν θα ήταν για μένα τόπος ξένος και φοβερός. Δε θα΄χα θέση εκεί. Η αγάπη μου για τον Λίντον είναι σαν το φύλλωμα του δάσους. Ο χρόνος θα την αλλάξει, το ξέρω καλά, όπως ο χειμώνας αλλάζει τα δέντρα. Η αγάπη μου για τον Χήθκλιφ είναι σαν τα αιώνια βράχια αποκάτω: λίγη ευχαρίστηση μου δίνει αλλά αναγκαία. Νέλλυ, ΕΙΜΑΙ ο Χήθκλιφ. Είναι πάντα, πάντα στο νού μου. Δε μου δίνει χαρά, όπως δε μου δίνει χαρά ο εαυτός μου, αλλά είναι μέσα μου, σαν τον ίδιο τον εαυτό μου.
( Κάθριν - απόσπασμα από το βιβλίο)
( Κάθριν - απόσπασμα από το βιβλίο)
Οι τρείς αδερφές Μπροντέ
Τα Ανεμοδαρμένα ύψη εκδόθηκαν το 1847. Η καινοτόμος δομή του προβλημάτισε κάπως τους κριτικούς. Παρά το γεγονός ότι έλαβε ανάμεικτες κριτικές όταν πρωτοκυκλοφόρησε και συχνά κατηγορήθηκε για απεικόνιση ανήθικου πάθους, στη συνέχεια αναδείχτηκε σε ένα από τα κλασικά έργα της αγγλικής λογοτεχνίας. Η Έμιλι Μπροντέ γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου του 1818 στο Γιορκσάιρ της Μ. Βρετανίας και ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά της Μαρίας Μπράνγουελ και του κληρικού Πάτρικ Μπροντέ. Η Έμιλι έχασε τη μητέρα της το 1821 από καρκίνο, και δύο αδελφές της από φυματίωση. Ο μοναδικός αδελφός της Έμιλι, ο Μπράνγουελ Μπροντέ, ήταν το μαύρο πρόβατο της οικογένειας και κατέληξε αλκοολικός και οπιομανής, ενώ οι αδελφές της Αν και Σαρλότ ανέπτυξαν συγγραφικό έργο . Κατά τα πρώτα χρόνια τους τα κορίτσια εκπαιδεύτηκαν στο σπίτι από τον πατέρα τους. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον άρχισαν να γράφουν ποιήματα , ημερολόγια και ιστορίες. Ένα πολύ μικρό μέρος από αυτό το έργο σώζεται σήμερα. Σε ηλικία δεκαεπτά ετών η Έμιλι φοίτησε στο σχολείο θηλέων στο Ρόου Χεντ, όπου η αδελφή της Σαρλότ ήταν δασκάλα. Τον Σεπτέμβριο του 1838 η Έμιλι εργάστηκε ως δασκάλα στο σχολείο του Λόου Χιλ στο Χάλιφαξ. Όμως η υγεία της κλονίστηκε και λίγους μήνες αργότερα επέστρεψε στο σπίτι της. Το 1842 η Έμιλι συνόδευσε τη Σαρλότ στις Βρυξέλλες, με σκοπό να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, ώστε να ανοίξουν το δικό τους σχολείο. Ωστόσο ο θάνατος ενός συγγενικού προσώπου τις έκανε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Η Σαρλότ, η Έμιλι και η Αν αποφάσισαν να εκδώσουν το 1846 τα ποιήματά τους σε έναν τόμο, υιοθετώντας τα ανδρικά ψευδώνυμα Κάρερ, Έλις και Άκτον Μπελ. Σε αυτήν τη συλλογή η Έμιλι συμμετείχε με 21 ποιήματα. ΤαΑνεμοδαρμένα Ύψη, το πρώτο και μοναδικό μυθιστόρημα της Έμιλι Μπροντέ, εκδόθηκε το 1847 από τον εκδοτικό οίκο T.C. Newby με το ψευδώνυμο Έλις Μπελ, ακριβώς τρεις μήνες μετά την έκδοση του μυθιστορήματος Τζέιν Έιρ της αδελφής της Σαρλότ. Η υγεία της Έμιλι, όπως και των αδελφών της, ήταν εύθραυστη εξαιτίας των ανθυγιεινών συνθηκών στην περιοχή όπου κατοικούσαν. Τον Σεπτέμβριο του 1848, στην κηδεία του αδελφού της, η Έμιλι αρρώστησε. Αν και η κατάστασή της επιδεινώθηκε, αρνήθηκε κάθε ιατρική βοήθεια και θεραπεία. Πέθανε από φυματίωση στις 19 Δεκεμβρίου, σε ηλικία 30 ετών. Μετά τον θάνατο της αδελφής της, η Σαρλότ Μπροντέ επιμελήθηκε μια δεύτερη έκδοση του μυθιστορήματοςΑνεμοδαρμένα Ύψη, η οποία αποτελεί το κείμενο που γνωρίζουμε σήμερα. Η αρχική έκδοση είχε αρκετά λάθη, γιατί ο εκδοτικός οίκος δεν είχε λάβει υπόψη του τις τυπογραφικές διορθώσεις που είχε στείλει η συγγραφέας. Από το περιεχόμενο μιας επιστολής που στάλθηκε από τον εκδοτικό οίκο διαφαίνεται ότι η Έμιλι Μπροντέ είχε ξεκινήσει ένα δεύτερο μυθιστόρημα, το χειρόγραφο του οποίου όμως δεν βρέθηκε ποτέ.
Τα Ανεμοδαρμένα ύψη εκδόθηκαν το 1847. Η καινοτόμος δομή του προβλημάτισε κάπως τους κριτικούς. Παρά το γεγονός ότι έλαβε ανάμεικτες κριτικές όταν πρωτοκυκλοφόρησε και συχνά κατηγορήθηκε για απεικόνιση ανήθικου πάθους, στη συνέχεια αναδείχτηκε σε ένα από τα κλασικά έργα της αγγλικής λογοτεχνίας. Η Έμιλι Μπροντέ γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου του 1818 στο Γιορκσάιρ της Μ. Βρετανίας και ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά της Μαρίας Μπράνγουελ και του κληρικού Πάτρικ Μπροντέ. Η Έμιλι έχασε τη μητέρα της το 1821 από καρκίνο, και δύο αδελφές της από φυματίωση. Ο μοναδικός αδελφός της Έμιλι, ο Μπράνγουελ Μπροντέ, ήταν το μαύρο πρόβατο της οικογένειας και κατέληξε αλκοολικός και οπιομανής, ενώ οι αδελφές της Αν και Σαρλότ ανέπτυξαν συγγραφικό έργο . Κατά τα πρώτα χρόνια τους τα κορίτσια εκπαιδεύτηκαν στο σπίτι από τον πατέρα τους. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον άρχισαν να γράφουν ποιήματα , ημερολόγια και ιστορίες. Ένα πολύ μικρό μέρος από αυτό το έργο σώζεται σήμερα. Σε ηλικία δεκαεπτά ετών η Έμιλι φοίτησε στο σχολείο θηλέων στο Ρόου Χεντ, όπου η αδελφή της Σαρλότ ήταν δασκάλα. Τον Σεπτέμβριο του 1838 η Έμιλι εργάστηκε ως δασκάλα στο σχολείο του Λόου Χιλ στο Χάλιφαξ. Όμως η υγεία της κλονίστηκε και λίγους μήνες αργότερα επέστρεψε στο σπίτι της. Το 1842 η Έμιλι συνόδευσε τη Σαρλότ στις Βρυξέλλες, με σκοπό να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, ώστε να ανοίξουν το δικό τους σχολείο. Ωστόσο ο θάνατος ενός συγγενικού προσώπου τις έκανε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Η Σαρλότ, η Έμιλι και η Αν αποφάσισαν να εκδώσουν το 1846 τα ποιήματά τους σε έναν τόμο, υιοθετώντας τα ανδρικά ψευδώνυμα Κάρερ, Έλις και Άκτον Μπελ. Σε αυτήν τη συλλογή η Έμιλι συμμετείχε με 21 ποιήματα. ΤαΑνεμοδαρμένα Ύψη, το πρώτο και μοναδικό μυθιστόρημα της Έμιλι Μπροντέ, εκδόθηκε το 1847 από τον εκδοτικό οίκο T.C. Newby με το ψευδώνυμο Έλις Μπελ, ακριβώς τρεις μήνες μετά την έκδοση του μυθιστορήματος Τζέιν Έιρ της αδελφής της Σαρλότ. Η υγεία της Έμιλι, όπως και των αδελφών της, ήταν εύθραυστη εξαιτίας των ανθυγιεινών συνθηκών στην περιοχή όπου κατοικούσαν. Τον Σεπτέμβριο του 1848, στην κηδεία του αδελφού της, η Έμιλι αρρώστησε. Αν και η κατάστασή της επιδεινώθηκε, αρνήθηκε κάθε ιατρική βοήθεια και θεραπεία. Πέθανε από φυματίωση στις 19 Δεκεμβρίου, σε ηλικία 30 ετών. Μετά τον θάνατο της αδελφής της, η Σαρλότ Μπροντέ επιμελήθηκε μια δεύτερη έκδοση του μυθιστορήματοςΑνεμοδαρμένα Ύψη, η οποία αποτελεί το κείμενο που γνωρίζουμε σήμερα. Η αρχική έκδοση είχε αρκετά λάθη, γιατί ο εκδοτικός οίκος δεν είχε λάβει υπόψη του τις τυπογραφικές διορθώσεις που είχε στείλει η συγγραφέας. Από το περιεχόμενο μιας επιστολής που στάλθηκε από τον εκδοτικό οίκο διαφαίνεται ότι η Έμιλι Μπροντέ είχε ξεκινήσει ένα δεύτερο μυθιστόρημα, το χειρόγραφο του οποίου όμως δεν βρέθηκε ποτέ.
Η Έμιλυ Μπροντέ, μέσα από το μοναδικό αυτό κλασσικό βιβλίο, σε ταξιδεύει σ' ένα κόσμο διαφορετικό, ίσως ξεθωριασμένο για την εποχή μας, αλλά τόσο μαγικά δοσμένο, που δεν αργεί να σε κάνει κομμάτι του. Διαβάζοντάς το σου δημιουργεί την εξής απορία: Γιατί ένας συγγραφέας να διαλέξει να δημιουργήσει δύο τόσο μοναδικά εξωφρενικούς χαρακτήρες που με μια πρώτη ματιά σού δίνουν την αίσθηση ότι δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν και κανέναν τρόπο να σε ταξιδέψουν; Αυτή όμως είναι και η μαγεία που χαρακτηρίζει αυτό το βιβλίο...Δυο άνθρωποι που σκορπίζουν μονο δυστυχία, που γεννάνε μόνο άσχημες καταστάσεις αλλά ταυτόχρονα δυό τόσο ανθρώπινοι χαρακτήρες και απτοί, που το μόνο που τους εξιλεώνει είναι η αγάπη τους. Το πιο όμορφο είναι ότι ούτε η κακία του ούτε ο εγωισμός της μπόρεσαν να τους κρατήσουν χώρια, ούτε η ζωή, ούτε ο θάνατος.. Ο Χίθκλιφ είναι ένας απο τους ίσως πιο απωθητικούς χαρακτήρες της κλασσικής λογοτεχνίας, το μόνο που σώζει την ψυχή του είναι η αξεπέραστη αγάπη του για την Κάθι. Ίσως ακόμα περισσότερο όταν εκείνη δεν είναι εκεί. Η σκληρότητα της κακίας του γίνεται σκόνη μπροστά στον έρωτά του για τον μοναδικό άνθρωπο που κατάφερε ποτέ να τον αγγίξει... σε κείνη χρωστάει την καταστροφή και ταυτόχρονα τη ζωή του...
Υπάρχουν δύο εξαιρετικά μοναδικές φράσεις που οι δυό τους χρησιμοποιούν για να περιγράψουν τον έρωτά τους. Εκείνη λέει: "Αν τα πάντα εξαφανιζόντουσαν και αυτός παρέμενε, θα μπορούσα να συνεχίσω να υπάρχω. Και αν όλα τα υπόλοιπα υπήρχαν και αυτός χανόταν, τότε το σύμπαν θα ήταν ξένο για μένα". Εκείνος λέει: "Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τη ζωή μου! Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς την ψυχή μου!"
Υπάρχουν δύο εξαιρετικά μοναδικές φράσεις που οι δυό τους χρησιμοποιούν για να περιγράψουν τον έρωτά τους. Εκείνη λέει: "Αν τα πάντα εξαφανιζόντουσαν και αυτός παρέμενε, θα μπορούσα να συνεχίσω να υπάρχω. Και αν όλα τα υπόλοιπα υπήρχαν και αυτός χανόταν, τότε το σύμπαν θα ήταν ξένο για μένα". Εκείνος λέει: "Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τη ζωή μου! Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς την ψυχή μου!"
Είναι κατανοητό γιατί τα Ανεμοδαρμένα Ύψη κατατάσσονται στα ρομαντικά μυθιστορήματα. Η Κάθριν και ο Χίθκλιφ φαίνονται σαν άλλος Ρωμαίος και Ιουλιέτα που χωρίστηκαν τραγικά από την κοινωνία. Όταν όμως κανείς διαβάσει το κείμενο, εύκολα καταλαβαίνει πως η ερωτική τους ιστορίας κάθε άλλο παρά ρομαντική είναι. Δεν πρόκειται για μια ιστορία αγάπης, αλλά αμοιβαίας εξάρτησης και καταστροφής, μιας και οι δύο χαρακτήρες αποκαλύπτονται σαν δύο εγωιστικά πλάσματα που ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους. Πέρα όμως από αυτό, η ερωτική αυτή ιστορία δεν αποτελεί το επίκεντρο του μυθιστορήματος, αλλά το πλαίσιο μέσα στο οποίο η συγγραφέας ασκεί την κριτική της. Χρησιμοποιώντας το ρομαντικό στοιχείο ως κάλυψη, η Μπροντέ αποκαλύπτει στον αναγνώστη τα βαθύτατα ελαττώματα του ταξικού συστήματος της Βικτωριανής εποχής, την υποκρισία του θεσμού του γάμου, ο οποίος παρουσιάζεται ως μια στυγνή συναλλαγή διατήρησης ή αύξησης της περιουσίας μιας οικογένειας, καθώς και το ρατσισμό προς οτιδήποτε διαφορετικό.
Οι πρώτες κριτικές
Οι αρχικές κριτικές για τα Ανεμοδαρμένα Ύψη ήταν ανάμεικτες. Ενώ οι περισσότεροι κριτικοί αναγνώρισαν τη δύναμη και τη φαντασία του μυθιστορήματος, πολλοί βρήκαν την ιστορία αντιπαθητική και ασαφή. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1847, σε μία εποχή όπου το υπόβαθρο του συγγραφέα θεωρείτο ότι είχε σημαντικό αντίκτυπο στην ίδια την ιστορία, γεγονός που προκάλεσε την περιέργεια σε πολλούς κριτικούς σχετικά με την πατρότητα του έργου/ Ο Χένρι Τσόρλεϊ του περιοδικού Athenaeum είπε ότι ήταν μία "δυσάρεστη ιστορία" και ότι οι Μπελ (οι αδελφές Μπροντέ δηλαδή) "φαίνεtαι να θίγουν επώδυνα και εξαιρετικά ζητήματα". Η Έμιλι Μπροντέ έσωσε αποσπάσματα από πέντε κριτικές της έκδοσης του 1847, από τις οποίες αναγνωρίστηκαν οι τέσσερις ως δημοσιεύσεις του Ιανουαρίου του 1848 στα έντυπα Atlas, Douglas Jerrold's Weekly Newspaper, Examiner και Britannia. Η πέμπτη κριτική δεν έχει ούτε ημερομηνία ούτε πηγή. Η άποψη του Atlas ήταν ότι η ιστορία είναι "παράξενη και άτεχνη", αλλά σχολίασε ότι κάθε κεφάλαιο φαίνεται να περιέχει ένα "είδος άγριας δύναμης". Συνοψίζοντας το μυθιστόρημα έγραψε ότι "Δεν γνωρίζουμε κανένα έργο σε όλο το φάσμα της μυθοπλαστικής λογοτεχνίας που να παρουσιάζει τόσο συγκλονιστικές εικόνες των χειρότερων μορφών ανθρωπιάς. Δεν υπάρχει σε ολόκληρο το δράμα ούτε ένας χαρακτήρας που να μην είναι εντελώς απεχθής ή περιφρονητικός ... Ακόμα και οι γυναικείοι χαρακτήρες προκαλούν κάτι από απέχθεια ή αρκετή περιφρόνηση. Όλοι τους είναι όμορφοι και αξιαγάπητοι στην παιδική τους ηλικία αλλά καταλήγουν κακοί". Η κριτική του Graham's Lady Magazine ήταν ωμή: "Είναι μυστήριο πώς ένας άνθρωπος θα μπορούσε να επιχειρήσει να γράψει ένα τέτοιο βιβλίο, όπως το συγκεκριμένο, χωρίς ν' αυτοκτονήσει πριν το τελειώσει. Είναι ένας συνδυασμός χυδαίας ανηθικότητας και αφύσικης φρίκης". Η κριτική του Douglas Jerrold's Weekly Newspaper ήταν πιο θετική, αν και σοκαρισμένη από τις ωμές απεικονίσεις του μυθιστορήματος: "Στα Ανεμοδαρμένα Ύψη ο αναγνώστης σοκάρεται, αηδιάζει, σχεδόν αρρωσταίνει από τις λεπτομέρειες της σκληρότητας, της απανθρωπιάς και του πιο διαβολικού μίσους και εκδίκησης, ενώ σε άλλες στιγμές εμφανίζονται ισχυρές μαρτυρίες για την υπέρτατη δύναμη της αγάπης -ακόμα και στους δαίμονες με ανθρώπινη μορφή. Οι γυναίκες στο βιβλίο είναι παράξενης διαβολικής-αγγελικής φύσης, δελεαστικές και τρομερές, και οι άντρες είναι απερίγραπτοι απ' το ίδιο το βιβλίο". Ωστόσο η κριτική τόνισε επίσης τη "μεγάλη δύναμη" του μυθιστορήματος και τις προκλητικές του ιδιότητες. Είπε ότι ήταν ένα "περίεργο είδος βιβλίου που εμπλέκει την κανονική κριτική, η οποία είναι αδύνατο να το αφήσει στην άκρη και να μην πει τίποτα γι' αυτό". Παρόλο που το Examiner συμφώνησε ότι το βιβλίο είναι περίεργο, το είδε ως "άγριο, μπερδεμένο, ασυνάρτητο και απίθανο". Η άποψη του Britannia καθρεφτίζεται σε σχόλια για τους δυσάρεστους χαρακτήρες, υποστηρίζοντας ότι θα ήταν πολύ καλύτερο ρομάντζο "αν οι χαρακτήρες δεν ήταν τόσο βίαιοι και καταστροφικοί όπως ο Χίθκλιφ". Η αγνώστων στοιχείων κριτική ήταν λιγότερο αρνητική, θεωρώντας το βιβλίο ως "ένα έργο μεγάλων δυνατοτήτων" και επισημαίνοντας ότι "δεν εμφανίζονται κάθε μέρα τόσο καλά μυθιστορήματα".
Οι πρώτες κριτικές
Οι αρχικές κριτικές για τα Ανεμοδαρμένα Ύψη ήταν ανάμεικτες. Ενώ οι περισσότεροι κριτικοί αναγνώρισαν τη δύναμη και τη φαντασία του μυθιστορήματος, πολλοί βρήκαν την ιστορία αντιπαθητική και ασαφή. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1847, σε μία εποχή όπου το υπόβαθρο του συγγραφέα θεωρείτο ότι είχε σημαντικό αντίκτυπο στην ίδια την ιστορία, γεγονός που προκάλεσε την περιέργεια σε πολλούς κριτικούς σχετικά με την πατρότητα του έργου/ Ο Χένρι Τσόρλεϊ του περιοδικού Athenaeum είπε ότι ήταν μία "δυσάρεστη ιστορία" και ότι οι Μπελ (οι αδελφές Μπροντέ δηλαδή) "φαίνεtαι να θίγουν επώδυνα και εξαιρετικά ζητήματα". Η Έμιλι Μπροντέ έσωσε αποσπάσματα από πέντε κριτικές της έκδοσης του 1847, από τις οποίες αναγνωρίστηκαν οι τέσσερις ως δημοσιεύσεις του Ιανουαρίου του 1848 στα έντυπα Atlas, Douglas Jerrold's Weekly Newspaper, Examiner και Britannia. Η πέμπτη κριτική δεν έχει ούτε ημερομηνία ούτε πηγή. Η άποψη του Atlas ήταν ότι η ιστορία είναι "παράξενη και άτεχνη", αλλά σχολίασε ότι κάθε κεφάλαιο φαίνεται να περιέχει ένα "είδος άγριας δύναμης". Συνοψίζοντας το μυθιστόρημα έγραψε ότι "Δεν γνωρίζουμε κανένα έργο σε όλο το φάσμα της μυθοπλαστικής λογοτεχνίας που να παρουσιάζει τόσο συγκλονιστικές εικόνες των χειρότερων μορφών ανθρωπιάς. Δεν υπάρχει σε ολόκληρο το δράμα ούτε ένας χαρακτήρας που να μην είναι εντελώς απεχθής ή περιφρονητικός ... Ακόμα και οι γυναικείοι χαρακτήρες προκαλούν κάτι από απέχθεια ή αρκετή περιφρόνηση. Όλοι τους είναι όμορφοι και αξιαγάπητοι στην παιδική τους ηλικία αλλά καταλήγουν κακοί". Η κριτική του Graham's Lady Magazine ήταν ωμή: "Είναι μυστήριο πώς ένας άνθρωπος θα μπορούσε να επιχειρήσει να γράψει ένα τέτοιο βιβλίο, όπως το συγκεκριμένο, χωρίς ν' αυτοκτονήσει πριν το τελειώσει. Είναι ένας συνδυασμός χυδαίας ανηθικότητας και αφύσικης φρίκης". Η κριτική του Douglas Jerrold's Weekly Newspaper ήταν πιο θετική, αν και σοκαρισμένη από τις ωμές απεικονίσεις του μυθιστορήματος: "Στα Ανεμοδαρμένα Ύψη ο αναγνώστης σοκάρεται, αηδιάζει, σχεδόν αρρωσταίνει από τις λεπτομέρειες της σκληρότητας, της απανθρωπιάς και του πιο διαβολικού μίσους και εκδίκησης, ενώ σε άλλες στιγμές εμφανίζονται ισχυρές μαρτυρίες για την υπέρτατη δύναμη της αγάπης -ακόμα και στους δαίμονες με ανθρώπινη μορφή. Οι γυναίκες στο βιβλίο είναι παράξενης διαβολικής-αγγελικής φύσης, δελεαστικές και τρομερές, και οι άντρες είναι απερίγραπτοι απ' το ίδιο το βιβλίο". Ωστόσο η κριτική τόνισε επίσης τη "μεγάλη δύναμη" του μυθιστορήματος και τις προκλητικές του ιδιότητες. Είπε ότι ήταν ένα "περίεργο είδος βιβλίου που εμπλέκει την κανονική κριτική, η οποία είναι αδύνατο να το αφήσει στην άκρη και να μην πει τίποτα γι' αυτό". Παρόλο που το Examiner συμφώνησε ότι το βιβλίο είναι περίεργο, το είδε ως "άγριο, μπερδεμένο, ασυνάρτητο και απίθανο". Η άποψη του Britannia καθρεφτίζεται σε σχόλια για τους δυσάρεστους χαρακτήρες, υποστηρίζοντας ότι θα ήταν πολύ καλύτερο ρομάντζο "αν οι χαρακτήρες δεν ήταν τόσο βίαιοι και καταστροφικοί όπως ο Χίθκλιφ". Η αγνώστων στοιχείων κριτική ήταν λιγότερο αρνητική, θεωρώντας το βιβλίο ως "ένα έργο μεγάλων δυνατοτήτων" και επισημαίνοντας ότι "δεν εμφανίζονται κάθε μέρα τόσο καλά μυθιστορήματα".
- Τα Ανεμοδαρμένα Υψη στον κινηματογάφο
- 1920: Η παλαιότερη κινηματογραφική εκδοχή του έργου γυρίστηκε στην Αγγλία, σε σκηνοθεσία του Άλμπερτ Βίκτορ Μπραμπλ. Είναι άγνωστο αν εξακολουθούν να υπάρχουν κάποιες κόπιες.
- 1939: Ο Πύργος των Καταιγίδων (ή Ανεμοδαρμένα Ύψη), με πρωταγωνιστές την Μερλ Όμπερον στο ρόλο της Κάθριν Έρνσο Λίντον και τον Λόρενς Ολίβιε ως Χίθκλιφ. Η ταινία γυρίστηκε ασπρόμαυρη με σκηνοθέτη τον Γουίλιαμ Γουάιλερ και ήταν υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας.
- 1954: Ισπανόφωνη κινηματογραφική μεταφορά με τίτλο "Άβυσσοι του Πάθους" (Abismos de Pasión) σκηνοθεσίας του Λουίς Μπουνιουέλ. Ίσως είναι η μόνη ταινία που ακολουθώντας το πνεύμα του μυθιστορήματος της Μπροντέ αντανακλά τις αυθεντικές προσωπικότητες των χαρακτήρων, χωρίς καμία προσπάθεια να τους ωραιοποιήσει και χωρίς να υποκύψει στους κανόνες του Χόλιγουντ. Η ιστορία διαδραματίζεται στο καθολικό Μεξικό, με τον Χίθκλιφ να ονομάζεται Αλεχάντρο και την Κάθριν να ονομάζεται Καταλίνα. Στην εκδοχή αυτή υποτίθεται ότι ο Χίθκλιφ/Αλεχάντρο έχει γίνει πλούσιος κάνοντας συμφωνία με τον Σατανά. Οι New York Times αξιολόγησαν την επανέκδοση της ταινίας ως "ένα σχεδόν μαγικό παράδειγμα για το πώς ένας μεγαλοφυής καλλιτέχνης μπορεί να πάρει ένα κλασικό έργο κάποιου άλλου και να το διαμορφώσει ώστε να ταιριάζει με το ταμπεραμέντο του χωρίς πραγματικά να το βεβηλώσει" επισημαίνοντας επιπλέον ότι παρόλο που η ταινία είναι ισπανική και καθολική, εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά πιστή στο πνεύμα της Μπροντέ.
- 1970: Κινηματογραφική ταινία Ανεμοδαρμένα Ύψη με τον Τίμοθι Ντάλτον ως Χίθκλιφ και την Άννα Κάλντερ-Μάρσαλ ως Κάθριν.. Η ταινία δεν καλύπτει ολόκληρη την ιστορία και τονίζει ότι ο Χίθκλιφ μπορεί να είναι ετεροθαλής αδελφός της Κάθριν. Αυτή είναι η πρώτη έγχρωμη κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος και κέρδισε την αποδοχή με το πέρασμα του χρόνου αν και αρχικά δεν είχε γίνει ιδιαίτερα αποδεκτή. Ο δε χαρακτήρας του Χίντλεϊ απεικονίζεται πολύ πιο συμπαθητικός και η ιστορία του είναι διαφοροποιημένη.
- 1992: Προβάλλεται η ταινία Ανεμοδαρμένα Ύψη με τη Ζιλιέτ Μπινός σε δύο ρόλους, της Κάθριν Έρνσο και της κόρης της, και τον Ρέιφ Φάινς ως Χίθκλιφ. Η ταινία ενσωματώνει και τη συχνά παραλειπόμενη ιστορία της δεύτερης γενιάς των παιδιών της Κάθριν, του Χίντλεϊ και του Χίθκλιφ.
- 2011: Κινηματογραφική ταινία Ανεμοδαρμένα Ύψη σε σκηνοθεσία της Αντρέα Άρνολντ, με την Κάγια Σκοντελάριο ως Κάθριν και τον Τζέιμς Χόουσον ως Χίθκλιφ