Πριν 21 χρόνια σαν σήμερα έσβησε για πάντα το χαμόγελο της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Μετά από μάχη που έδωσε με τον καρκίνο και ενώ βρισκόταν δύο μήνες στο νοσοκομείο των Αθηνών «έφυγε» 23 Ιουλίου 1996. Η είδηση του θανάτου της σκόρπισε θλίψη και ακολούθησε διήμερο λαϊκό προσκύνημα της σορού της στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών.
Ο Μ. Καραγάτσης, θέλοντας να την πάρει υπό την προστασία του και να την στηρίξει, της είπε: «Μη διαβάζεις ποτέ κριτικές. Είσαι ένα πλάσμα με ειδική αύρα. Θα πρέπει να κάνεις παραχωρήσεις ή, αν δεν τις κάνεις, θα μας έχεις εναντίον σου». Έκτοτε, η Αλίκη, κρατώντας τη συμβουλή του σπουδαίου λογοτέχνη, δεν ξαναδιάβασε αρνητική κρητική. Τουλάχιστον, έτσι ισχυριζόταν.
Η «εθνική σταρ της Ελλάδος» γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1934 στο Μαρούσι. Τρεις μέρες αργότερα αρρώστησε με πνευμονία και αμέσως οι γονείς της φώναξαν ιερέα να τη βαφτίσει. Το όνομα που της έδωσαν: Αλίκη - Σταματίνα. Τα παιδικά της χρόνια ήταν ιδιαίτερα δύσκολα και φτωχικά. Στην κατοχή ο πατέρας της δολοφονήθηκε και η μητέρας της ανέλαβε μόνη της να μεγαλώσει τα τρία παιδιά, την Αλίκη, τον Αντώνη και τον Τάκη. Από μικρή η Αλίκη λάτρευε τη Μαίρη Πίκφορντ και την Γκρέτα Γκάρμπο. Το πλούσιο υποκριτικό της ταλέντο διαφάνηκε από τα παιδικά της ακόμα χρόνια, πρωταγωνιστώντας στις περισσότερες σχολικές θεατρικές παραστάσεις. Το 1952 έδωσε εξετάσεις στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, κρυφά από την οικογένειά της, καθώς το επάγγελμα του ηθοποιού εθεωρείτο ντροπή την εποχή εκείνη. Το 1953, όντας στο δεύτερο έτος της σχολής, της ανατέθηκε ο μικρός ρόλος της Λουιζόν στον «Κατά φαντασίαν ασθενή» του Μολιέρου, ενώ τον ίδιο χρόνο πήρε και το ρόλο της Ολυμπίας στις «Φουσκοθαλασσιές» του Δημήτρη Μπόγρη. Το καλοκαίρι του 1954, πριν ακόμα τελειώσει τη δραματική σχολή κι ενώ επέστρεφε από τις διακοπές της, την κάλεσε ο σπουδαίος ηθοποιός και σκηνοθέτης Νίκος Χατζίσκος για να αντικαταστήσει την Άννα Συνοδινού, που αποχώρησε από το θίασο, στο ρόλο της Ιουλιέτας. Για να παίξει στο έργο χρειάστηκε να πάρει ειδική άδεια από τη σχολή της, έχοντας στη διάθεσή της μόνο τρία μερόνυχτα για να προετοιμαστεί και να μάθει το ρόλο. Η Ιουλιέτα της μπορεί να μην ήταν υπόδειγμα σεξπηρικής ερμηνείας, κοινό και κριτικοί, όμως, χειροκρότησαν την προσπάθειά της. Ακολουθεί η πρώτη εμφάνισή της στον κινηματογράφο το 1954 με την ταινία «Το Ποντικάκι», η συνεργασία της με το θίασο Κοτοπούλη, το θίασο της Κατερίνας και τέλος με το θίασο του Κώστας Μουσούρη, ο οποίος την έχρισε πρωταγωνίστρια. Το 1961 η Αλίκη Βουγιουκλάκη συγκροτεί τον δικό της θίασο, ανεβάζοντας τα έργα «Καίσαρ και Κλεοπάτρα», «Χτυποκάρδια στο θρανίο» κ.α. Στο μεταξύ, γνωρίζεται με το Φιλοποίμενα Φίνο, συνεργάζεται με την εταιρεία του, τη «Φίνος Φιλμ», και μαζί κάνουν πολλές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου. Ξεχωρίζουν: «Η Αλίκη στο Ναυτικό», «Η Λίζα και η άλλη», «Η κόρη μου η Σοσιαλίστρια», «Η Μαρία της Σιωπής», «Ο αγαπητικός της Βοσκοπούλας», «Το κορίτσι με τα παραμύθια», «Διακοπές στην Αίγινα», «Έρωτας στους αμμόλοφους», «Αστέρω», «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο», «Μανταλένα», «Η Υπολοχαγός Νατάσσα», «Η ψεύτρα» κ.α. Οι ρόλοι της, κατά κανόνα της χαριτωμένης σκανδαλιάρας κοπέλας, είχαν μεγάλη απήχηση στο κοινό και εξασφάλισαν στην ηθοποιό σπάνια δημοτικότητα. Με τον ρόλο της στη «Μανταλένα» κέρδισε το βραβείο του Α’ Γυναικείου Ρόλου, το 1960, στο Φεστιβάλ Ταινιών Θεσσαλονίκης, ενώ η ίδια ταινία εκπροσώπησε την Ελλάδα στο διεθνές κινηματογραφικό φεστιβάλ των Καννών, όπου άφησε πάρα πολύ καλές εντυπώσεις. Η «Υπολοχαγός Νατάσσα» θεωρείται η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, ενώ και οι δύο επόμενες εισπρακτικές κινηματογραφικές επιτυχίες ανήκουν στη Βουγιουκλάκη. Η συνάντησή της το 1959 στα κινηματογραφικά πλατό της ταινίας «Αστέρω» με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ αποτέλεσε απαρχή της ιστορίας του διασημότερου ζευγαριού στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου και του θεάτρου. Στις 18 Ιανουαρίου 1965 ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου και απέκτησαν ένα παιδί, τον Γιάννη. Ωστόσο, ο θυελλώδης γάμος τους δεν κράτησε πολύ… Διαλύθηκε, έπειτα από δικαστικές μάχες, στις 4 Ιουλίου του 1979. Εκτός από τις δεκάδες ταινίες που γύρισαν μαζί, από το 1964 έως το 1974 συνεργάσθηκαν σε θίασο που συνέστησαν οι δυο τους. Μία από τις πολλές θεατρικές επιτυχίες τους ήταν στο έργο του Μπέρναρ Σο «Ωραία μου κυρία». Μετά την παρακμή του ελληνικού κινηματογράφου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη επικέντρωσε τη δραστηριότητά της στο θέατρο, ενώ ασχολήθηκε και με την τηλεόραση. Μεγάλες θεατρικές επιτυχίες ήταν το «Καμπαρέ», «Εβίτα», «Ωραία μου κυρία», «Πέπσι», «Λυσιστράτη». Η θεατρική της παρουσία έκλεισε το 1996 με το έργο «Η Μελωδία της Ευτυχίας» των Ρότζερς και Χάμερσταϊν, στο ρόλο της Μαρίας. Λίγο αργότερα, οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο καλπάζουσας μορφής. Ο θάνατός της, μόλις τρεις μέρες μετά τα γενέθλιά της, στις 23 Ιουλίου 1996, βύθισε στο πένθος ολόκληρο τον ελληνισμό.
| |
| |
Το 1954, η εταιρεία παραγωγής ταινιών Ανζερβός, μετά από πρόταση του Πέλου Κατσέλη, της ανέθεσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Το ποντικάκι», σε σενάριο και σκηνοθεσία του Νίκου Τσιφόρου. Έπαιζε μια χαριτωμένη ανήλικη κλέφτρα, την οποία ένας αστυνόμος προσπαθούσε να επαναφέρει στον σωστό δρόμο. Ήταν τόσο κακοφωτισμένη η ταινία, που όταν είδε τον εαυτό της στο πανί, αποφάσισε ότι δεν ήθελε να ξαναπαίξει στον κινηματογράφο.
Ο Φίνος δεν μπόρεσε ν' αντισταθεί τελικά στο φαινόμενο Βουγιουκλάκη κι έτσι της πρόσφερε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην «Αστέρω» του Παύλου Νιρβάνα με σκηνοθέτη τον Ντίνο Δημόπουλο. Αλλά η Αλίκη ήταν πια μια σταρ ολκής. Δέχτηκε τον ρόλο, ωστόσο απαίτησε ποσοστά από τις εισπράξεις, κάτι που δεν είχε ξαναγίνει στον ελληνικό κινηματογράφο. Συγκεκριμένα, αφού ζήτησε για αμοιβή το εξωφρενικό για την εποχή ποσό των εκατό χιλιάδων δραχμών, το οποίο ο Φίνος αρνήθηκε να της δώσει, συμφώνησαν ότι για κάθε εκατομμύριο εισπράξεων −που θα ξεπερνούσαν τα επτά, το κόστος παραγωγής−, εκείνη θα έπαιρνε είκοσι χιλιάδες παραπάνω από την αρχική της αμοιβή.
Όλη η Ελλάδα μιλούσε για το ειδύλλιο του διαδόχου και της Αλίκης, όπως και η υπόλοιπη Ευρώπη. Το θέμα έφτασε σε διεθνή περιοδικά, όπως το γαλλικό «Paris Match» και το ιταλικό «Oggi», για το οποίο η Αλίκη πόζαρε μπροστά στο Ερέχθειο. Το τελευταίο άφηνε να εννοηθεί ότι η επόμενη βασίλισσα της Ελλάδας θα ήταν μια κοινή θνητή. Μέχρι και σήμερα το ρομάντζο αυτό δεν έχει φωτιστεί πλήρως. Το ότι συναντιόντουσαν κρυφά με τη συνδρομή φίλων του Κωνσταντίνου σε διάφορες επαύλεις, παρακάμπτοντας τη στενή παρακολούθηση της Φρειδερίκης, που ήταν εξοργισμένη με όλα όσα της μετέφεραν, μάλλον είναι αλήθεια. Μάλιστα, εξαιτίας των δημοσιευμάτων, λένε ότι χάλασε το προξενιό του Κωνσταντίνου με την πριγκίπισσα Ντεζιρέ της Σουηδίας.
Το καλοκαίρι του 1960 ο διάδοχος έλαβε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης, κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο στους ιστιοπλοϊκούς αγώνες. Η Αλίκη ήταν εκεί, απολαμβάνοντας μαζί του ρωμαϊκές βόλτες και συχνάζοντας στα αριστοκρατικά στέκια της ιταλικής πρωτεύουσας, πάντα υπό τη στενή παρακολούθηση της ελληνικής πρεσβείας που κατέγραφε όλες τις κινήσεις τους σε αναφορές, οι οποίες φυσικά κατέληγαν στο παλάτι.
Όταν την ρώτησε η δημοσιογράφος Νατάσσα Μπακογιαννοπούλου αν θα ήθελε να πάει στο Χόλιγουντ, εκείνη απάντησε «Στο Χόλιγουντ; Χα! Δεν πάω, που να με παρακαλάνε. Δεν μ' ενδιαφέρουν ούτε τα λεφτά ούτε η δόξα, όπως νομίζουν. Προτιμώ την Ελλαδίτσα, την αγαπώ την Ελλαδίτσα», ενώ στην ερώτηση «Με ποιους σημερινούς διάσημους σκηνοθέτες θα ήθελες να συνεργαστείς;», είπε «Με τον Φελίνι και τον Αντονιόνι. Θέλω έναν μεγάλο σκηνοθέτη για να με βοηθήσει να βγάλω αυτό που έχω μέσα μου. Μεγάλο σαν τον Ρενέ Κλεμάν, ας πούμε. Όχι! Σβήσε τον Κλεμάν. Σαν τον Ρενέ Κλερ, τον Χίτσκοκ, τον Ουάιλερ. Γράψε ότι μου άρεσαν το "Χιροσίμα, αγάπη μου", η "Καμπίρια" και η "Νύχτα"».
Ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ ακολουθούσε το μοντέλο του παραδοσιακού άντρα που θέλει τη γυναίκα στη θέση της νοικοκυράς. Πώς ήταν δυνατό η Βουγιουκλάκη να είναι νοικοκυρά; Ήταν σίγουρα δυνατό στις φωτογραφίες που έβγαζαν στο παλατάκι τους για τα μάτια του κόσμου, πότε με φόντο το σαλόνι και πότε με την κουζίνα πάνω από κατσαρόλες. Κι όταν τα φώτα των φωτογράφων έσβηναν, ακολουθούσαν ομηρικοί καβγάδες που συχνά κατέληγαν σε ξυλοδαρμούς. «Δεν μπόρεσε ποτέ του να ξεχάσει πως είναι Πειραιώτης, όχι με την ουσιαστική αλλά με τη γραφική έννοια» θα έλεγε μετά από χρόνια στη φίλη της Μαλβίνα Κάραλη.
Η τελευταία κινηματογραφική της απόπειρα ήταν η «Μαρία της σιωπής», για την οποία ο Φίνος έφερε Ελληνοαμερικανό σκηνοθέτη. Σύντομα, όμως, απηύδησε και αποχώρησε, για να κληθεί να σώσει την κατάσταση ο Γιάννης Δαλιανίδης, ο οποίος ήταν ο μόνος που μπορούσε να την τιθασεύσει.