Το παραμύθι του Κάρολ έχει μεταφραστεί σε παραπάνω από 100 γλώσσες, ενώ από τη χρονιά έκδοσής του, το 1865, δεν έχει εξαντληθεί ποτέ αφού ποτέ δεν σταμάτησε να εκδίδεται. Οι διασκευές της Αλίκης σε όλες τις μορφές της Τέχνης είναι αμέτρητες, όπως αμέτρητα είναι τα έργα που έχουν εμπνευστεί από αυτήν. Αυτούσιο, το μυθιστόρημα έχει μεταφερθεί τουλάχιστον 27 φορές στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, ενώ δέκα διαφορετικές όπερες στηρίχθηκαν πάνω του. Στοιχεία της Αλίκης θα βρούμε σε κάθε είδους ταινίες: από τον «Μάγο του Οζ» όπου οι ομοιότητες είναι πασιφανείς ως το «Μatrix» ή το «Resident Εvil» . Ακόμη και ο Γούντι Αλεν έχει δώσει τη δική του εκδοχή στην «Αλίκη» με το «Αlice» (1991) όπου τον ρόλο του τίτλου κρατούσε η τότε σύζυγός του Μία Φάροου. Πολλοί θεωρούν ότι στις σελίδες του Λιούις Κάρολ βρίσκεται το σπέρμα του σουρεαλισμού. Διόλου τυχαία, δώδεκα ζωγραφιές του βαρόνου του σουρεαλισμού Σαλβαντόρ Νταλί είναι εμπνευσμένες από την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων». Το στίγμα της «Αλίκης» θα το βρούμε επίσης στον χώρο της λογοτεχνίας, της τηλεόρασης αλλά και της μουσικής. Ενδεικτικά παραδείγματα σε έναν τεράστιο κατάλογο είναι το «Lucy in the sky with diamonds» των Βeatles, όπου η Αλίκη έγινε Λούσι και η «Λολίτα» του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ την οποία πολλοί θεωρούν αδελφή ψυχή της ηρωίδας του Κάρολ. Ενα ολόκληρο επεισόδιο της σειράς επιστημονικής φαντασίας «Star Τrek» ήταν αφιερωμένο στο παραμύθι του Κάρολ, ενώ σε αυτό βρίσκονται οι ρίζες της τεράστιας επιτυχίας του «Lost». Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο τίτλος «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων» έχει βαφτίσει και νόσο. Το «Σύνδρομο της Αλίκης των Θαυμάτων» αναφέρεται σε μια πάθηση που σχετίζεται με μια λανθασμένη αντίληψη της όρασης εξαιτίας της οποίας κάποιος βλέπει τα αντικείμενα μεγαλύτερα ή μικρότερα από το φυσικό μέγεθός τους...
Ολα ξεκίνησαν ένα απόγευμα του Ιουλίου του 1862 στην Οξφόρδη. Ο Λιούις Κάρολ, ταξίδευε με το καράβι στον Τάμεση με προορισμό το Γκόντσοου. Τρία ανήλικα κορίτσια, οι αδελφές Λίντελ, βρίσκονταν στο πλευρό του και μία από αυτές, η Αλις, τον πίεζε να τους πει μια ιστορία. Ο Κάρολ επέλεξε την ιστορία ενός κοριτσιού εγκλωβισμένου σε μια μαγική χώρα όπου τα πάντα μπορούν να συμβούν και συμβαίνουν. Ονόμασε την ηρωίδα Αλις επειδή η Αλις ήταν η αγαπημένη ακροάτριά του.
Η Αλίκη των παιδικών μας χρόνων
Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων, ένα από τα πλέον αγαπημένα παραμύθια μικρών και μεγάλων σ' όλο τον κόσμο, γράφτηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από τον Άγγλο Λιούις Κάρολ, κατά κόσμον Τσαρλς Λούντβιντζ Ντόντγκσον. Στο κλασσικό αυτό βιβλίο, ο συγγραφέας σατιρίσει και καυτηριάσει τον τρόπο ζωής της εποχής του, ενώ μεταφέρει και την αγωνία των παιδιών για τον κόσμο που τους φτιάχνουν οι μεγάλοι. Η Αλίκη, εκπρόσωπος της παιδικής αφέλειας και ανησυχίας, κουβαλά όλα τα ερωτήματα, τις αγωνίες και τα μυστήρια της εποχής της, ταξιδεύοντας σε μια χώρα της φαντασίας της, γεμάτη απορίες, αγωνία και περιέργεια. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μία αυτοσχέδια ιστορία, που έπλασε ο Ντόντγκσον το 1862, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με πλοίο στον Τάμεση. Συνταξίδευε με τρία αδερφάκια, τη 13χρονη Λορίνα Σαρλότ Λίντελ, τη 10χρονη Άλις (Αλίκη) Πλέζανς Λίντελ και την 8χρονη Εντίθ Μέρι Λίντελ, που έδειχναν να πλήττουν. Θέλοντας, λοιπόν, να διασκεδάσει την ανία τους, προθυμοποιήθηκε να τους πει μία ιστορία. Κεντρικό πρόσωπο ήταν ένα κοριτσάκι, ονόματι Αλίκη, που βαριόταν κι έψαχνε για μια περιπέτεια. Ονειροπολώντας, ταξίδεψε σ' έναν τόπο, όπου κουνέλια έτρεχαν πιεσμένα από το χρόνο, αόρατοι γάτοι έκαναν μαγικά, μπισκότα και μανιτάρια άλλαζαν τις διαστάσεις του ανθρώπου και η Ντάμα Κούπα της τράπουλας έκοβε τα κεφάλια των υπηκόων της.
Τα κορίτσια ξετρελάθηκαν από την υπόθεση και η μικρή Άλις ζήτησε από τον Ντόγκσον να της γράψει την ιστορία. Της έδωσε το χειρόγραφο το Φεβρουάριο του 1863, με τίτλο Οι περιπέτειες της Αλίκης κάτω από τη Γη. Αυτό το πρωτότυπο καταστράφηκε, πιθανότατα, από τον ίδιο τον Ντόγκσον, όταν ετοίμασε ένα πιο επιμελημένο αντίγραφο και το χάρισε στην Άλις ως χριστουγεννιάτικο δώρο, στις 26 Νοεμβρίου 1864. Ένα αντίγραφο του βιβλίου έδωσε και στον φίλο και μέντορά του Τζορτζ ΜακΝτόναλντ, ο οποίος τον συμβούλευσε να το εκδώσει, όπως κι έκανε, αφού προηγουμένως το εμπλούτισε με μερικές ακόμα περιπέτειες. Η πρώτη έκδοση του βιβλίου κυκλοφόρησε στις 26 Νοεμβρίου του 1865, με τίτλο Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων και εικονογράφηση του Τζον Τένιελ. Ο ίδιος ο Ντόγκσον υπέγραψε με το ψευδώνυμο Λιούις Κάρολ. Αρχικώς τυπώθηκαν 2.000 αντίγραφα, τα οποία όμως δεν βγήκαν ποτέ στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, καθώς ο Τένιελ έκρινε ότι η ποιότητα της εκτύπωσης ήταν κακή. Η νέα έκδοση κυκλοφόρησε σε λιγότερο από τέσσερις μήνες και εξαντλήθηκε σχεδόν αμέσως. Μέχρι σήμερα έχουν γίνει περισσότερες από 100 επανεκδόσεις, ενώ η ιστορία έχει μεταφερθεί αμέτρητες φορές στο θέατρο και τον κινηματογράφο ως ταινία κινουμένων σχεδίων.
Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων, ένα από τα πλέον αγαπημένα παραμύθια μικρών και μεγάλων σ' όλο τον κόσμο, γράφτηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από τον Άγγλο Λιούις Κάρολ, κατά κόσμον Τσαρλς Λούντβιντζ Ντόντγκσον. Στο κλασσικό αυτό βιβλίο, ο συγγραφέας σατιρίσει και καυτηριάσει τον τρόπο ζωής της εποχής του, ενώ μεταφέρει και την αγωνία των παιδιών για τον κόσμο που τους φτιάχνουν οι μεγάλοι. Η Αλίκη, εκπρόσωπος της παιδικής αφέλειας και ανησυχίας, κουβαλά όλα τα ερωτήματα, τις αγωνίες και τα μυστήρια της εποχής της, ταξιδεύοντας σε μια χώρα της φαντασίας της, γεμάτη απορίες, αγωνία και περιέργεια. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μία αυτοσχέδια ιστορία, που έπλασε ο Ντόντγκσον το 1862, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με πλοίο στον Τάμεση. Συνταξίδευε με τρία αδερφάκια, τη 13χρονη Λορίνα Σαρλότ Λίντελ, τη 10χρονη Άλις (Αλίκη) Πλέζανς Λίντελ και την 8χρονη Εντίθ Μέρι Λίντελ, που έδειχναν να πλήττουν. Θέλοντας, λοιπόν, να διασκεδάσει την ανία τους, προθυμοποιήθηκε να τους πει μία ιστορία. Κεντρικό πρόσωπο ήταν ένα κοριτσάκι, ονόματι Αλίκη, που βαριόταν κι έψαχνε για μια περιπέτεια. Ονειροπολώντας, ταξίδεψε σ' έναν τόπο, όπου κουνέλια έτρεχαν πιεσμένα από το χρόνο, αόρατοι γάτοι έκαναν μαγικά, μπισκότα και μανιτάρια άλλαζαν τις διαστάσεις του ανθρώπου και η Ντάμα Κούπα της τράπουλας έκοβε τα κεφάλια των υπηκόων της.
Τα κορίτσια ξετρελάθηκαν από την υπόθεση και η μικρή Άλις ζήτησε από τον Ντόγκσον να της γράψει την ιστορία. Της έδωσε το χειρόγραφο το Φεβρουάριο του 1863, με τίτλο Οι περιπέτειες της Αλίκης κάτω από τη Γη. Αυτό το πρωτότυπο καταστράφηκε, πιθανότατα, από τον ίδιο τον Ντόγκσον, όταν ετοίμασε ένα πιο επιμελημένο αντίγραφο και το χάρισε στην Άλις ως χριστουγεννιάτικο δώρο, στις 26 Νοεμβρίου 1864. Ένα αντίγραφο του βιβλίου έδωσε και στον φίλο και μέντορά του Τζορτζ ΜακΝτόναλντ, ο οποίος τον συμβούλευσε να το εκδώσει, όπως κι έκανε, αφού προηγουμένως το εμπλούτισε με μερικές ακόμα περιπέτειες. Η πρώτη έκδοση του βιβλίου κυκλοφόρησε στις 26 Νοεμβρίου του 1865, με τίτλο Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων και εικονογράφηση του Τζον Τένιελ. Ο ίδιος ο Ντόγκσον υπέγραψε με το ψευδώνυμο Λιούις Κάρολ. Αρχικώς τυπώθηκαν 2.000 αντίγραφα, τα οποία όμως δεν βγήκαν ποτέ στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, καθώς ο Τένιελ έκρινε ότι η ποιότητα της εκτύπωσης ήταν κακή. Η νέα έκδοση κυκλοφόρησε σε λιγότερο από τέσσερις μήνες και εξαντλήθηκε σχεδόν αμέσως. Μέχρι σήμερα έχουν γίνει περισσότερες από 100 επανεκδόσεις, ενώ η ιστορία έχει μεταφερθεί αμέτρητες φορές στο θέατρο και τον κινηματογράφο ως ταινία κινουμένων σχεδίων.
Ο Ντόντσον, που ήταν κωφός από το ένα αφτί, τραυλός και υπήρξε λέκτωρ των Μαθηματικών στο Christ Church της Οξφόρδης, στον ελεύθερο χρόνο του δεν έγραφε μόνον παραμύθια. Λέγεται ότι όταν η βασίλισσα Βικτόρια διάβασε την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων» ενθουσιάστηκε τόσο πολύ που του ζήτησε να της αφιερώσει το επόμενο βιβλίο του. Φανταστείτε την έκπληξη της βασίλισσας όταν είδε ότι το επόμενο βιβλίο του ήταν μια μελέτη του στην... άλγεβρα.
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ
Αλίκη
Παγιδευμένη μέσα στη στενόμυαλη αριστοκρατία του βικτωριανού Λονδίνου, η 19χρονη Αλίκη επιστρέφει στη Χώρα των Θαυμάτων, τον τόπο που επισκέφθηκε ως παιδί,από τον οποίο δεν θυμάται πια τίποτε και μαζί όλους τους παλιούς φίλους της αγωνίζεται για να δοθεί τέλος στην τυραννία της Κόκκινης Βασίλισσας.
Τρελο-καπελάς
Με την καρδιά στο μανίκι και παρουσιαστικό προσαρμοσμένο απολύτως στις διαθέσεις του,ο Τρελο-καπελάς αδημονούσε επί χρόνια να ξαναδεί την Αλίκη.Ατρόμητος αλλά και απρόβλεπτος,είναι έτοιμος να πέσει στη φωτιά για την προστασία της,αν και δεν αισθάνεται πολύ καλά καθ΄ ότι έχει προσβληθεί από τη νόσο των καπελάδων.
Ιρασμπεθ η Κόκκινη Βασίλισσα
Η τυραννική μονάρχης της Χώρας των Θαυμάτων συνδυάζει στοιχεία από τη ντάμα Κούπα και την Κόκκινη Βασίλισσα των δύο έργων του Λιούις Κάρολ.Με το τεράστιο κεφάλι της,τον ευέξαπτο χαρακτήρα της και την ευκολία της να καταδικάζει τους πάντες σε αποκεφαλισμό,κυβερνά τους υπηκόους της μέσα από τον φόβο.
Τσιριμπίμ και Τσιριμπόμ
Δύο ολοστρόγγυλοι δίδυμοι αδελφοί που συνεχώς διαφωνούν μεταξύ τους,ενώ η ακατάπαυστη πολυλογία τους δεν βγάζει νόημα για κανέναν.Αθώοι σαν μικρά παιδιά, αξιαγάπητοι και χαριτωμένοι,δεν μπορούν να προσφέρουν ιδιαίτερη βοήθεια στην Αλίκη αλλά την κερδίζουν με τον ρυθμικό λόγο και τις αινιγματικές ατάκες τους.
Μιράνα η Λευκή Βασίλισσα
Η μικρότερη αδελφή της Κόκκινης Βασίλισσας μπορεί να παρουσιάζεται ανάλαφρη και γλυκιά,κατά βάθος όμως έχει σκοτεινό χαρακτήρα και ενδεχομένως να είναι έτοιμη για όλα.Αν και θα πάρει την Αλίκη υπό την προστασία της,δεν είναι βέβαιο ότι οι προθέσεις της είναι τόσο αλτρουιστικές όσο δείχνουν.
Ιλοσοβιτς Στέιν ο Βαλές Κούπα
Ο επικεφαλής στον στρατό της Κόκκινης Βασίλισσας.Πανύψηλος,με σημαδεμένο πρόσωπο και μια υφασμάτινη καρδιά να κρύβει το αριστερό του μάτι, εκτελεί κάθε διαταγή της Κόκκινης Βασίλισσας.Είναι ο μόνος που μπορεί να την ηρεμήσει και να αντιμετωπίσει τις συναισθηματικές εξάρσεις της.
Αλίκη
Παγιδευμένη μέσα στη στενόμυαλη αριστοκρατία του βικτωριανού Λονδίνου, η 19χρονη Αλίκη επιστρέφει στη Χώρα των Θαυμάτων, τον τόπο που επισκέφθηκε ως παιδί,από τον οποίο δεν θυμάται πια τίποτε και μαζί όλους τους παλιούς φίλους της αγωνίζεται για να δοθεί τέλος στην τυραννία της Κόκκινης Βασίλισσας.
Τρελο-καπελάς
Με την καρδιά στο μανίκι και παρουσιαστικό προσαρμοσμένο απολύτως στις διαθέσεις του,ο Τρελο-καπελάς αδημονούσε επί χρόνια να ξαναδεί την Αλίκη.Ατρόμητος αλλά και απρόβλεπτος,είναι έτοιμος να πέσει στη φωτιά για την προστασία της,αν και δεν αισθάνεται πολύ καλά καθ΄ ότι έχει προσβληθεί από τη νόσο των καπελάδων.
Ιρασμπεθ η Κόκκινη Βασίλισσα
Η τυραννική μονάρχης της Χώρας των Θαυμάτων συνδυάζει στοιχεία από τη ντάμα Κούπα και την Κόκκινη Βασίλισσα των δύο έργων του Λιούις Κάρολ.Με το τεράστιο κεφάλι της,τον ευέξαπτο χαρακτήρα της και την ευκολία της να καταδικάζει τους πάντες σε αποκεφαλισμό,κυβερνά τους υπηκόους της μέσα από τον φόβο.
Τσιριμπίμ και Τσιριμπόμ
Δύο ολοστρόγγυλοι δίδυμοι αδελφοί που συνεχώς διαφωνούν μεταξύ τους,ενώ η ακατάπαυστη πολυλογία τους δεν βγάζει νόημα για κανέναν.Αθώοι σαν μικρά παιδιά, αξιαγάπητοι και χαριτωμένοι,δεν μπορούν να προσφέρουν ιδιαίτερη βοήθεια στην Αλίκη αλλά την κερδίζουν με τον ρυθμικό λόγο και τις αινιγματικές ατάκες τους.
Μιράνα η Λευκή Βασίλισσα
Η μικρότερη αδελφή της Κόκκινης Βασίλισσας μπορεί να παρουσιάζεται ανάλαφρη και γλυκιά,κατά βάθος όμως έχει σκοτεινό χαρακτήρα και ενδεχομένως να είναι έτοιμη για όλα.Αν και θα πάρει την Αλίκη υπό την προστασία της,δεν είναι βέβαιο ότι οι προθέσεις της είναι τόσο αλτρουιστικές όσο δείχνουν.
Ιλοσοβιτς Στέιν ο Βαλές Κούπα
Ο επικεφαλής στον στρατό της Κόκκινης Βασίλισσας.Πανύψηλος,με σημαδεμένο πρόσωπο και μια υφασμάτινη καρδιά να κρύβει το αριστερό του μάτι, εκτελεί κάθε διαταγή της Κόκκινης Βασίλισσας.Είναι ο μόνος που μπορεί να την ηρεμήσει και να αντιμετωπίσει τις συναισθηματικές εξάρσεις της.
Η «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων» είναι ένα παραμύθι που επέβαλε το παιδί ως κεντρικό ήρωα. Το παιδί έχει για πρώτη φορά πραγματική δύναμη και για πρώτη φορά αμφισβητεί τους κανόνες των μεγαλυτέρων. Ενώ θεωρείται αριστούργημα της παιδικής λογοτεχνίας, επιδέχεται πολλαπλών ερμηνειών και είναι γεμάτο συμβολισμούς και αλληγορίες που γίνονται αντιληπτοί από σαφώς μεγαλύτερα άτομα. Πολλοί βλέπουν μια σκληρή κριτική των της αγγλοσαξονικής νοοτροπίας της εποχής, καθώς η Αλίκη, μπαίνοντας στη Χώρα των Θαυμάτων διαπιστώνει ότι οι καθιερωμένες αντιλήψεις της ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές γίνονται στόχοι χλευασμού.
Συμβολισμοί
Μεταξύ των πολυάριθμων γρίφων που περιγράφονται στο έργο, το πρόβλημα της ταυτότητας αποτελεί για την Αλίκη ένα από τα κεντρικά ερωτήματα. Μετά την πτώση της στη λαγότρυπα, κινείται σε ένα κόσμο όπου καθιερωμένες αντιλήψεις της καθημερινότητας ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές χλευάζονται. Είναι στοιχεία που συναντάμε στον Καμύ ή τον Σαρτρ. Ωστόσο εδώ δεν έχουμε ένα σύστημα απόλυτης ελευθερίας όπως υποστήριζε ο Σαρτρ, στο οποίο ο άνθρωπος είναι απόλυτα ελεύθερος να καθορίσει την προσωπικότητά του. Δεν έχουμε ένα ον που μπορεί να είναι οτιδήποτε, να αλλάζει, να εξελίσσεται, να καθορίζεται από τις επιλογές και τις πράξεις του. Όχι. Δεν έχουμε ένα όν που το πέταξαν στην ύπαρξη, χωρίς προηγούμενες δεσμεύσεις. Εδώ έχουμε την Αλίκη, που προσπαθεί να βρει την ταυτότητά της – εξού και οι αυξομειώσεις στο μέγεθός της ανα περίσταση- σε ένα κόσμο που ανατρέπει ότι προηγουμένως θεωρούσε δεδομένο. Που προσπαθεί να αυτοκαθοριστεί βάσει των άλλων. Η κόλασή της είναι οι άλλοι, με τα βλέμματά τους, την κοινωνική κριτική που ασκούν στους αδέσμευτούς χαρακτήρες, περιθωριοποιώντας τους. Η Αλίκη βρίσκεται σε μια θαυματουργή φυλακή, ένα κλειστό σύστημα που για να την αποδεχθεί, της επιφυλάσσει μια συγκεκριμένη θέση και έναν συγκεκριμένο ρόλο. Πρέπει να προσαρμοστεί στον κόσμο, άλλοτε μεγαλώνοντας και άλλοτε μικραίνοντας, παίζοντας το παιχνίδι με τους κανόνες του. Τους κανόνες της χώρας που επισκέπτεται. Της χώρας της ενηλικίωσης. Και εδώ είναι το παράξενο στο έργο του Λούις Κάρολ.
Εδώ βρίσκεται ο ανορθόδοξος συμβολισμός του. Ο κόσμος των θαυμάτων, των απίστευτων καταστάσεων, όπου μπορείς να περιμένεις τα πάντα, είναι ο απαίσιος κόσμος της ενηλικίωσης. Είναι ο κόσμος που για ένα παιδί, είναι παράλογος και η μετάβαση σε αυτόν από την παιδικότητα, οδυνηρή. Η Αλίκη, εκπρόσωπος της παιδικής αφέλειας και ανησυχίας, κουβαλά όλα τα ερωτήματα, τις αγωνίες και τα μυστήρια της εποχής της, ταξιδεύοντας στη χώρα της φαντασίας της, γεμάτη απορίες και περιέργεια. Αλλά τι θέλει να μας πει αυτό το μικρό κορίτσι; Είναι απλό. Η Αλίκη είμαστε εμείς. Και ο τρόπος που φέρεται να την τραβάει η πραγματικότητα του κόσμου των θαυμάτων είναι η ζωή μας. Η ύπαρξή μας καθορίζεται από τα βλέμματα των άλλων. Αυτό που είμαστε, είναι ο τρόπος που μας βλέπουν οι άλλοι. Ο τρόπος που οι άλλοι θέλουν από μας να αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις. Όχι δεν είμαστε ελεύθεροι να γίνουμε αυτό που θέλουμε. Η Αλίκη με τη βουτιά στη φωλιά του λαγού, κάνει μια βουτιά στο ασυνείδητο. Κατά τη πτώση της συναντά βιβλία, γεύσεις, μυρωδιές που πιθανόν είχε γνωρίσει. Και με αυτά τα όπλα προσγειώνεται σε έναν κόσμο που στο όνειρό της συμβολίζει τον παράλογο κόσμο των μεγάλων. Εκείνων των συμβιβασμένων, που κατασκεύασαν μια παράλογη κοινωνική πραγματικότητα από την οποία δεν μπορούν να ξεφύγουν. Μια κοινωνική πραγματικότητα που θεωρούν φυσιολογική, και κάθε τι ξένο σε αυτή το περιθωριοποιούν.
Μεταξύ των πολυάριθμων γρίφων που περιγράφονται στο έργο, το πρόβλημα της ταυτότητας αποτελεί για την Αλίκη ένα από τα κεντρικά ερωτήματα. Μετά την πτώση της στη λαγότρυπα, κινείται σε ένα κόσμο όπου καθιερωμένες αντιλήψεις της καθημερινότητας ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές χλευάζονται. Είναι στοιχεία που συναντάμε στον Καμύ ή τον Σαρτρ. Ωστόσο εδώ δεν έχουμε ένα σύστημα απόλυτης ελευθερίας όπως υποστήριζε ο Σαρτρ, στο οποίο ο άνθρωπος είναι απόλυτα ελεύθερος να καθορίσει την προσωπικότητά του. Δεν έχουμε ένα ον που μπορεί να είναι οτιδήποτε, να αλλάζει, να εξελίσσεται, να καθορίζεται από τις επιλογές και τις πράξεις του. Όχι. Δεν έχουμε ένα όν που το πέταξαν στην ύπαρξη, χωρίς προηγούμενες δεσμεύσεις. Εδώ έχουμε την Αλίκη, που προσπαθεί να βρει την ταυτότητά της – εξού και οι αυξομειώσεις στο μέγεθός της ανα περίσταση- σε ένα κόσμο που ανατρέπει ότι προηγουμένως θεωρούσε δεδομένο. Που προσπαθεί να αυτοκαθοριστεί βάσει των άλλων. Η κόλασή της είναι οι άλλοι, με τα βλέμματά τους, την κοινωνική κριτική που ασκούν στους αδέσμευτούς χαρακτήρες, περιθωριοποιώντας τους. Η Αλίκη βρίσκεται σε μια θαυματουργή φυλακή, ένα κλειστό σύστημα που για να την αποδεχθεί, της επιφυλάσσει μια συγκεκριμένη θέση και έναν συγκεκριμένο ρόλο. Πρέπει να προσαρμοστεί στον κόσμο, άλλοτε μεγαλώνοντας και άλλοτε μικραίνοντας, παίζοντας το παιχνίδι με τους κανόνες του. Τους κανόνες της χώρας που επισκέπτεται. Της χώρας της ενηλικίωσης. Και εδώ είναι το παράξενο στο έργο του Λούις Κάρολ.
Εδώ βρίσκεται ο ανορθόδοξος συμβολισμός του. Ο κόσμος των θαυμάτων, των απίστευτων καταστάσεων, όπου μπορείς να περιμένεις τα πάντα, είναι ο απαίσιος κόσμος της ενηλικίωσης. Είναι ο κόσμος που για ένα παιδί, είναι παράλογος και η μετάβαση σε αυτόν από την παιδικότητα, οδυνηρή. Η Αλίκη, εκπρόσωπος της παιδικής αφέλειας και ανησυχίας, κουβαλά όλα τα ερωτήματα, τις αγωνίες και τα μυστήρια της εποχής της, ταξιδεύοντας στη χώρα της φαντασίας της, γεμάτη απορίες και περιέργεια. Αλλά τι θέλει να μας πει αυτό το μικρό κορίτσι; Είναι απλό. Η Αλίκη είμαστε εμείς. Και ο τρόπος που φέρεται να την τραβάει η πραγματικότητα του κόσμου των θαυμάτων είναι η ζωή μας. Η ύπαρξή μας καθορίζεται από τα βλέμματα των άλλων. Αυτό που είμαστε, είναι ο τρόπος που μας βλέπουν οι άλλοι. Ο τρόπος που οι άλλοι θέλουν από μας να αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις. Όχι δεν είμαστε ελεύθεροι να γίνουμε αυτό που θέλουμε. Η Αλίκη με τη βουτιά στη φωλιά του λαγού, κάνει μια βουτιά στο ασυνείδητο. Κατά τη πτώση της συναντά βιβλία, γεύσεις, μυρωδιές που πιθανόν είχε γνωρίσει. Και με αυτά τα όπλα προσγειώνεται σε έναν κόσμο που στο όνειρό της συμβολίζει τον παράλογο κόσμο των μεγάλων. Εκείνων των συμβιβασμένων, που κατασκεύασαν μια παράλογη κοινωνική πραγματικότητα από την οποία δεν μπορούν να ξεφύγουν. Μια κοινωνική πραγματικότητα που θεωρούν φυσιολογική, και κάθε τι ξένο σε αυτή το περιθωριοποιούν.
Το έργο αυτό που αποτελεί μια δριμεία κριτική στην έλλειψη ανεκτικότητας απέναντι στο διαφορετικό, το ονειρικό, το παιδικό και αιθεροβάμον, είναι μια δριμεία κριτική απέναντι σε κλειστά συστήματα που καθορίζουν τους ρόλους των ανθρώπων. Είναι εν τέλει μια κριτική στο ίδιο το κοινωνικό ον, που αναπαράγει έναν λάθος κόσμο που ο ίδιος έφτιαξε μα δεν μπορεί να καταλάβει πως μπορεί να τον αλλάξει. Δεν μπορεί να υποτάξει τον ρόλο του ζώου μέσα του, να επιβάλλει τη λογική, να φτάσει στον «υπεράνθρωπο». Όχι αυτόν τον σκληρό υπεράνθρωπο του Νίτσε. Τον άλλον. Εκείνον που θα μπορέσει να σχηματίσει τις ιδανικές κοινωνίες του αύριο. Ο Κάρολ είναι μαθηματικός, είναι υπέρμαχος τις λογικής. Ίσως το έργο του, ο κόσμος των θαυμάτων είναι μια έμμεση κριτική στον κόσμο των δεισιδαιμονιών και των προλήψεων της βικτοριανής κοινωνίας. Μια κριτική στην έμφαση που δίνουμε στο μεταφυσικό και στην περιθωριοποίηση που επιφυλάσσουμε απέναντι σε αυτούς που επιστρατεύουν τη λογική τους για να ερμηνεύσουν τον κόσμο.
Το έργο του Κάρολ λογοκρίθηκε στην επαρχία Χουνάν της Κίνας το 1931, διότι τα ανθρωπόμορφα ζώα του θαυμαστού κόσμου συμπεριφέρονται με τον ίδιο βαθμό περιπλοκότητας όπως τα ανθρώπινα όντα. Και αυτό ο Χο Τσιεν, ο διοικητής της επαρχίας δεν μπορούσε να το δεχτεί. Πως είναι δυνατόν τα ζώα να μιλούν και να σκέφτονται όπως οι άνθρωποι; Φαίνεται πως ο στρατηγός δεν είχε διαβάσει τους μύθους του Αισώπου. Και ευτυχώς δεν πρόλαβε να πέσει στα χέρια του η Φάρμα των Ζώων του Όργουελ. Σε κάποιες πάλι σχολικές βιβλιοθήκες της Αμερικής, οι αυξομειώσεις του μεγέθους της Αλίκης, που οφείλεται σε ύποπτα κέικ και ποτά, σε μανιτάρια, προκάλεσε οργή. Είναι αναφορές σε παραισθησιογόνες ουσίες και μπορεί να διαφθείρουν τη νεολαία. Τα ίδια έπαθε και ο Χάξλευ με τις θύρες ενόρασης. Μόνο που αυτός ήταν πιο προκλητικός. Εκθείαζε τη χρήση της μεσκαλίνης ανοιχτά. Ωστόσο πρέπει να αναφέρουμε πώς όσο συντηρητική και αν ήταν η Βικτωριανή Αγγλία, η χρήση του οπίου την εποχή του Κάρολ, ήταν επιτρεπτή και ευρέως διαδεδομένη. Άλλωστε ήταν μια φθηνά εισαγόμενη ουσία, που ερχόταν από τις καταπιεζόμενες αποικίες της, και είχε ευεργετικότατα αποτελέσματα. Αποκοίμιζε και αποπροσανατόλιζε τον ναρκωμένο λαό. Γιατί λοιπόν να μην το επιτρέψει;
Το έργο του Κάρολ λογοκρίθηκε στην επαρχία Χουνάν της Κίνας το 1931, διότι τα ανθρωπόμορφα ζώα του θαυμαστού κόσμου συμπεριφέρονται με τον ίδιο βαθμό περιπλοκότητας όπως τα ανθρώπινα όντα. Και αυτό ο Χο Τσιεν, ο διοικητής της επαρχίας δεν μπορούσε να το δεχτεί. Πως είναι δυνατόν τα ζώα να μιλούν και να σκέφτονται όπως οι άνθρωποι; Φαίνεται πως ο στρατηγός δεν είχε διαβάσει τους μύθους του Αισώπου. Και ευτυχώς δεν πρόλαβε να πέσει στα χέρια του η Φάρμα των Ζώων του Όργουελ. Σε κάποιες πάλι σχολικές βιβλιοθήκες της Αμερικής, οι αυξομειώσεις του μεγέθους της Αλίκης, που οφείλεται σε ύποπτα κέικ και ποτά, σε μανιτάρια, προκάλεσε οργή. Είναι αναφορές σε παραισθησιογόνες ουσίες και μπορεί να διαφθείρουν τη νεολαία. Τα ίδια έπαθε και ο Χάξλευ με τις θύρες ενόρασης. Μόνο που αυτός ήταν πιο προκλητικός. Εκθείαζε τη χρήση της μεσκαλίνης ανοιχτά. Ωστόσο πρέπει να αναφέρουμε πώς όσο συντηρητική και αν ήταν η Βικτωριανή Αγγλία, η χρήση του οπίου την εποχή του Κάρολ, ήταν επιτρεπτή και ευρέως διαδεδομένη. Άλλωστε ήταν μια φθηνά εισαγόμενη ουσία, που ερχόταν από τις καταπιεζόμενες αποικίες της, και είχε ευεργετικότατα αποτελέσματα. Αποκοίμιζε και αποπροσανατόλιζε τον ναρκωμένο λαό. Γιατί λοιπόν να μην το επιτρέψει;