Ήταν ο λαμπερός συνεχιστής της δυναστείας και το μέλλον του έμοιαζε εξασφαλισμένο ήδη από τα γεννοφάσκια του. Οι γυναίκες τον έβρισκαν ακαταμάχητο και συνωστίζονταν κυριολεκτικά έξω από την εξώπορτά του, τα περιοδικά τον χαρακτήριζαν το πιο σέξι αρσενικό του πλανήτη και το κοινό έμοιαζε μαγεμένο από τη σαγήνη που ασκούσε. Έτσι πορεύτηκε μέχρι τις 16 Ιουλίου 1999, ως ο μεγάλος αγαπημένος των ΗΠΑ, όταν το μονοκινητήριο που πιλοτάριζε συνετρίβη στα ανοιχτά της Μασαχουσέτης. Ο θάνατος ήταν ακαριαίος για τον 39χρονο Τζον Κένεντι Τζούνιορ και τη σύζυγό του Καρολάιν Μπεσέτ, το λαμπερότερο ζευγάρι που είχε δει ποτέ η Αμερική. Αλλά και το τραγικότερο, μιας και ο Τζον-Τζον, όπως τον αποκαλούσαν τα Μέσα, πρωταγωνιστούσε τώρα σε άλλη μια τραγωδία των Κένεντι, επιβεβαιώνοντας ενδεχομένως αυτό που είχε πει ο θείος του Τέντι μετά το δικό του δυστύχημα του 1969 που του στοίχισε κάθε προεδρική φιλοδοξία: «Κάποια τρομερή κατάρα υπάρχει πάνω από την οικογένειά μας»!
Γεννήθηκε δεκαεπτά μέρες μετά την εκλογή του πατέρα του στο ύπατο αξίωμα της Αμερικής και έκανε τα πρώτα του βήματα στο Οβάλ Γραφείο.Η πρώτη του παιδική ανάμνηση ήταν η σκυλίτσα που είχε δωρίσει στην προεδρική οικογένεια ο ίδιος ο Νικίτα Χρουστσόφ.Τα τρίτα του γενέθλια τα γιόρτασε σε μια σημαδιακή ημερομηνία για την Αμερική (25 Νοεμβρίου 1963), τη μέρα της κηδείας του συνονόματου πατέρα του JFK.Όλα έμοιαζαν ρόδινα ή ιστορικά για τον νεαρό Κένεντι που έσπευσαν κάποιοι να χαρακτηρίσουν «πρίγκιπα των ΗΠΑ», υπαινισσόμενοι πως η χώρα δεν θα μπορούσε να του αντισταθεί, όπως ακριβώς και στον πατέρα του. Αυτός πέρασε τη σύντομη ζωή του προσπαθώντας να καταλάβει την εμμονή του κόσμου αλλά και του Τύπου με τους ανθρώπους που για κείνον ήταν απλώς πατέρας, μητέρα και θείοι. Αλλά και την τρέλα όλων με τη δική του ζωή, καθώς οι παπαράτσι τον ακολουθούσαν σε κάθε του βήμα για να δουν αν θα ακολουθούσε τελικά τα χνάρια του μπαμπά.Δεν ήταν άλλωστε παρά ο λαμπερός συνεχιστής της δυναστείας και το μέλλον του έμοιαζε εξασφαλισμένο ήδη από τα γεννοφάσκια του. Οι γυναίκες τον έβρισκαν ακαταμάχητο και συνωστίζονταν κυριολεκτικά έξω από την εξώπορτά του, τα περιοδικά τον χαρακτήριζαν το πιο σέξι αρσενικό του πλανήτη και το κοινό έμοιαζε μαγεμένο από τη σαγήνη που ασκούσε.Πόσο μάλλον που η μητέρα του και οι περιπέτειές της με τον έλληνα κροίσο Αριστοτέλη Ωνάση θα του έφερναν κι άλλη αχρείαστη δημοσιότητα, κάνοντας τους Κένεντι το κινούμενο σκάνδαλο μιας χώρας.Ο Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι ο Νεότερος δεν έπαψε ποτέ να θεωρείται ο αδιαμφισβήτητος δικαιούχος μιας κληρονομιάς με πολλαπλά πολιτικά και κοινωνικά συμφραζόμενα, αν και εκείνος πάσχιζε απλώς να ισορροπήσει ανάμεσα στα δικά του «θέλω» και σε όσα περίμεναν οι άλλοι από εκείνον.«Θυμάμαι τα βράδια που πήγαινα στο Οβάλ Γραφείο, καθόμουν στα πόδια του πατέρα μου κι εκείνος μου έδινε κρυφά τσίχλες. Η μητέρα μου δεν μας επέτρεπε να μασάμε τσίχλες», ανακαλούσε ο μικρός και το αμερικανικό κοινό τρελαινόταν με τον «εθνικό υιό», ένα καχεκτικό παιδί που θα μεγάλωνε για να γίνει πλεϊμπόι και καρδιοκατακτητής από τους λίγους. Βάζοντας ενδεχομένως το καπέλο ακόμα και στον πατέρα Κένεντι: ο μεγάλος είχε τη Μέριλιν και εκείνος τη Μαντόνα! Έτσι πορεύτηκε μέχρι τις 16 Ιουλίου 1999, ως ο μεγάλος αγαπημένος των ΗΠΑ, όταν το μονοκινητήριο που πιλοτάριζε συνετρίβη στα ανοιχτά της Μασαχουσέτης. Ο θάνατος ήταν ακαριαίος για τον 39χρονο Τζον Κένεντι Τζούνιορ και τη σύζυγό του Καρολάιν Μπεσέτ, το λαμπερότερο ζευγάρι που είχε δει ποτέ η Αμερική. Αλλά και το τραγικότερο, μιας και ο Τζον-Τζον, όπως τον αποκαλούσαν τα Μέσα, πρωταγωνιστούσε τώρα σε άλλη μια τραγωδία των Κένεντι, επιβεβαιώνοντας ενδεχομένως αυτό που είχε πει ο θείος του Τέντι μετά το δικό του δυστύχημα του 1969 που του στοίχισε κάθε προεδρική φιλοδοξία: «Κάποια τρομερή κατάρα υπάρχει πάνω από την οικογένειά μας»!
Ο Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι ο Νεότερος γεννιέται στις 25 Νοεμβρίου 1960 στην Ουάσιγκτον ως το δεύτερο παιδί του προέδρου Κένεντι και της συζύγου του Τζάκι αλλά και το πρώτο που γεννήθηκε ποτέ από εν ενεργεία αμερικανό πρόεδρο. Το προηγούμενο βράδυ, 24 Νοεμβρίου και Ημέρα των Ευχαριστιών, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ έφτασε στο σπίτι του, στην Τζόρτζταουν της Ουάσιγκτον, για να δειπνήσει με την έγκυο σύζυγό του και την τρίχρονη κόρη τους, Καρολάιν.Την επομένη ήταν να επιστρέψει στο Παλμ Μπιτς καθώς είχε πολλά να κανονίσει ενόψει της ορκωμοσίας του. Μόλις απογειώθηκε το αεροπλάνο του, η σύζυγος μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο για να δώσει ζωή στον Τζον Τζούνιορ, ένα ασθενικό και φιλάσθενο μωρό που πέρασε μία εβδομάδα στη θερμοκοιτίδα πριν εμφανιστεί μπροστά στους δημοσιογράφους.Ο Τζον ήταν το πρώτο παιδί που μεγάλωσε ουσιαστικά μέσα στον Λευκό Οίκο, αν και παραδεχόταν ότι από τον πατέρα του θυμόταν ελάχιστα πράγματα. Θυμόταν όμως το περιστατικό που θα του χάριζε το διπλό του όνομα, μια δημοσιογραφική παρανόηση που θα συντηρούσαν δαιμονίως οι Κένεντι. Ένας δημοσιογράφος νόμισε πως άκουσε τον πατέρα Τζον να καλεί τον γιο του φωνάζοντας το όνομά του δύο φορές και κάπως έτσι ο τζούνιορ βαφτίστηκε από τον Τύπο «Τζον-Τζον».Το όνομα θα τον ακολουθούσε πιστά σε όλη του τη ζωή, καθώς αργότερα θα αποδεικνυόταν απόλυτα ταιριαστό για τον μεγάλο γυναικοκατακτητή που είχε αδυναμία στις ξανθιές «Μπάρμπι», όπως ακριβώς και ο πατέρας του. Ήδη από την εφηβεία του ήταν ένας γοητευτικός νεαρός που απαθανατιζόταν σε μυριάδες φωτογραφίες όντας το βαρύ όνομα της κοσμικής νεοϋορκέζικης ζωής. Ο πραγματικός Τζον πίσω από τον μύθο των Κένεντι ήταν βέβαια άλλη ιστορία. Οδηγούσε ποδήλατο σε μια εποχή που η οικολογική συνείδηση δεν υπήρχε καν και συνήθιζε να κυκλοφορεί με γαλλικό μπερέ όταν οι συμφοιτητές του ζούσαν στον γιάπικο πυρετό των ’80s.Υπήρχε ωστόσο μια φωτογραφία του που σφράγισε την εικόνα του: ήταν στις 25 Νοεμβρίου 1963 όταν ο τρίχρονος Τζον, την ημέρα των τρίτων γενεθλίων του, έκανε ένα βήμα μπροστά από την οικογένειά του και καθώς περνούσε από μπροστά του το στολισμένο με την αστερόεσσα φέρετρο, απέδωσε έναν ύστατο στρατιωτικό χαιρετισμό στον πατέρα του.Ο «γιος της Αμερικής» είχε μόλις γεννηθεί, προκαλώντας ρίγη συγκίνησης και θαυμασμού σε ένα ολόκληρο έθνος…
Η Τζάκι, ο Ωνάσης και ο γάμος του με την Μπεσέτ
Έναν χρόνο μετά τον θάνατο του συζύγου της, η Τζάκι αποφάσισε να εγκατασταθεί στη Νέα Υόρκη, σε ένα πολυτελές διαμέρισμα της 5ης Λεωφόρου. Για τον Τζον και την αδερφή του Καρολάιν η καθημερινή παρουσία αντρών στο σπίτι δεν ήταν κάτι αξιοπερίεργο, καθώς η μητέρα τους περιτριγυριζόταν διαρκώς από μνηστήρες, από πολιτικούς και μεγαλοδικηγόρους μέχρι βασιλιάδες και… τον γιο του Τσόρτσιλ.Ο Τζον δεν ήταν καλός μαθητής, καθώς έπασχε από δυσλεξία και σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής (τα οποία διαγνώστηκαν όταν ήταν πια ενήλικος). Ήταν όμως ένα κοινωνικότατο παιδί με εξαιρετικές αθλητικές επιδόσεις, κάτι που τον έκανε δημοφιλή στους συμμαθητές του. Αυτό που λάτρευε ο νεαρός Τζον ήταν να ακούει ιστορίες με τον πατέρα του και ειδικά εκείνον τον λόγο του στο Δυτικό Βερολίνο τον Ιούνιο του 1963 («Είμαι ένας Βερολινέζος») δεν χόρταινε να τον παίζει στο κασετόφωνο. Όταν σκοτώθηκε και ο θείος Μπόμπι το 1968, ο οποίος λειτουργούσε εδώ και καιρό ως πατέρας του, ο Ωνάσης αποφάσισε να διεκδικήσει την Τζάκι εξομολογούμενος σε έναν φίλο του: «Είναι πια ελεύθερη από τους Κένεντι. Ο τελευταίος κρίκος έσπασε». Τζάκι και Αριστοτέλης έγιναν τελικά ζευγάρι. Ο έλληνας κροίσος ήθελε μεν την «πιο διάσημη γυναίκα στον κόσμο» στο πλευρό του, ενδιαφέρθηκε όμως και για τον γιο της, καθώς και εκείνος έβλεπε στο πρόσωπο του Τζον-Τζον έναν μελλοντικό πρόεδρο των ΗΠΑ.
Η Τζάκι, ο Ωνάσης και ο γάμος του με την Μπεσέτ
Έναν χρόνο μετά τον θάνατο του συζύγου της, η Τζάκι αποφάσισε να εγκατασταθεί στη Νέα Υόρκη, σε ένα πολυτελές διαμέρισμα της 5ης Λεωφόρου. Για τον Τζον και την αδερφή του Καρολάιν η καθημερινή παρουσία αντρών στο σπίτι δεν ήταν κάτι αξιοπερίεργο, καθώς η μητέρα τους περιτριγυριζόταν διαρκώς από μνηστήρες, από πολιτικούς και μεγαλοδικηγόρους μέχρι βασιλιάδες και… τον γιο του Τσόρτσιλ.Ο Τζον δεν ήταν καλός μαθητής, καθώς έπασχε από δυσλεξία και σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής (τα οποία διαγνώστηκαν όταν ήταν πια ενήλικος). Ήταν όμως ένα κοινωνικότατο παιδί με εξαιρετικές αθλητικές επιδόσεις, κάτι που τον έκανε δημοφιλή στους συμμαθητές του. Αυτό που λάτρευε ο νεαρός Τζον ήταν να ακούει ιστορίες με τον πατέρα του και ειδικά εκείνον τον λόγο του στο Δυτικό Βερολίνο τον Ιούνιο του 1963 («Είμαι ένας Βερολινέζος») δεν χόρταινε να τον παίζει στο κασετόφωνο. Όταν σκοτώθηκε και ο θείος Μπόμπι το 1968, ο οποίος λειτουργούσε εδώ και καιρό ως πατέρας του, ο Ωνάσης αποφάσισε να διεκδικήσει την Τζάκι εξομολογούμενος σε έναν φίλο του: «Είναι πια ελεύθερη από τους Κένεντι. Ο τελευταίος κρίκος έσπασε». Τζάκι και Αριστοτέλης έγιναν τελικά ζευγάρι. Ο έλληνας κροίσος ήθελε μεν την «πιο διάσημη γυναίκα στον κόσμο» στο πλευρό του, ενδιαφέρθηκε όμως και για τον γιο της, καθώς και εκείνος έβλεπε στο πρόσωπο του Τζον-Τζον έναν μελλοντικό πρόεδρο των ΗΠΑ.
| |
| |
Για να μη βαριούνται στον Σκορπιό, ο Ωνάσης αγόρασε στην Καρολάιν μια βάρκα και ένα πόνι. Ο Τζον πήρε δώρο το δικό του πόνι, ένα τζουκ μποξ, ένα μίνι τζιπ αλλά και ένα κόκκινο ταχύπλοο σκάφος με το όνομά του γραμμένο με μεγάλα γράμματα στην πλώρη! Όταν ήθελε μάλιστα να δει το κουνέλι του, το ζώο θα έμπαινε στην επόμενη πτήση της Ολυμπιακής Αεροπορίας από τη Νέα Υόρκη και θα το είχε μαζί του στο κόκπιτ ο ίδιος ο πιλότος. Όπως λέγεται, ο Τζον χάρηκε πιθανότατα με τον γάμο τους, καθώς τον πατριό του τον συμπαθούσε. Ήταν ο «filaracos» του, όπως έλεγε χαρακτηριστικά, αφού και τη μητέρα του την έβλεπε ευτυχισμένη στο πλευρό του, στις αρχές τουλάχιστον του έγγαμου βίου τους. Αργότερα βέβαια ο Ωνάσης θα επέστρεφε στην Κάλλας και η Τζάκι θα έβρισκε χαρά στο να ξοδεύει τα εκατομμύρια του κροίσου. Κι όταν θα χώριζαν στα τέλη του 1972, ο Ωνάσης είπε πως έχασε έναν αμερικανό πρόεδρο από τα χέρια του. Ο Τζον μεγάλωσε πάντως μέσα στα πλούτη και τη φήμη και ήδη από την εφηβεία του ονειρευόταν να γίνει ηθοποιός. Από πολύ νωρίς άλλωστε οι κοσμικογράφοι είχαν εντοπίσει στον νεαρό Τζον τον επόμενο χολιγουντιανό αστέρα, καθώς οι φαρμακόγλωσσες δεν τον θεωρούσαν ικανό για τον πολιτικό στίβο. Ο ίδιος απέρριψε εξάλλου την ιδέα να σπουδάσει στο Χάρβαρντ, το ακαδημαϊκό ίδρυμα απ’ όπου περνούσαν παραδοσιακά οι Κένεντι, θέλοντας ενδεχομένως να δείξει πως αυτός ήταν διαφορετικός. Και ήταν, μιας και για την πολιτική με τη στενή έννοια του όρου δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ. Ο Τζον σπούδασε ιστορία στο Μπράουν, άλλο ένα κορυφαίο πανεπιστήμιο των ΗΠΑ, και ταξίδεψε πολύ για να υποστηρίξει φιλανθρωπικές δράσεις μπας και αλλάξει η ζωή των λιγότερο προνομιούχων. Ακόμα και θέσεις ευθύνης ανέλαβε σε προγράμματα και πρωτοβουλίες ενίσχυσης της νεανικής ή μαύρης επιχειρηματικότητας. Πριν ξεκινήσει τις νομικές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης το 1989, πρόλαβε να εξασκήσει για λίγο το κρυφό του πάθος, την υποκριτική, συμμετέχοντας σε θεατρικές παραστάσεις του πανεπιστημίου με αξιοσημείωτη επιτυχία. Ούτε η καριέρα του ως δικηγόρου θα ήταν ωστόσο ιδιαίτερα επιτυχημένη. Πέρασε μάλιστα τις εξετάσεις για την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος με την τρίτη, δίνοντας για άλλη μια φορά αφορμή στους πικρόχολους να σχολιάσουν πως ο Τζον δεν ήταν σαν τους άλλους Κένεντι. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που συνειδητοποιούσε ουσιαστικά ότι η καριέρα και η ζωή του θα βρίσκονταν διαρκώς κάτω από το μικροσκόπιο της χαιρεκακίας του Τύπου…
Ο εκδότης του «George», ο μεγαλύτερος καρδιοκατακτητής των ΗΠΑ
Τη δικηγορία πιθανότατα δεν την αγάπησε ποτέ, καθώς το δικό του πάθος ήταν άλλο: η δημοσιογραφία. Την οποία άσκησε μόνο μετά τον θάνατο της μητέρας του το 1994, καθώς η Τζάκι θα είχε πιθανότατα και γι’ αυτό αντιρρήσεις. Αφού λειτούργησε για λίγο και ως βοηθός εισαγγελέα στη Νέα Υόρκη, παίρνοντας πίσω το αίμα του, μιας και κέρδισε όλες τις υποθέσεις που ανέλαβε για την πολιτεία, εγκατέλειψε οριστικά το 1993 τα νομικά για να καταβυθιστεί στον κόσμο των εκδόσεων.Το περιοδικό «George», ένα μείγμα πολιτικής και κοσμοπολιτισμού, κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 1995 και ήταν όσο πιο κοντά έφτασε ποτέ ο τζούνιορ στον πολιτικό στίβο. Όταν ο πρόεδρος Κλίντον του πρότεινε μάλιστα μια πολιτική θέση στο υπουργείο Δικαιοσύνης (από το οποίο είχε περάσει ως εκπαιδευόμενος το 1987), ο Τζον αρνήθηκε ευγενικά. Δεν την ήθελε την πολιτική, πάει και τέλειωσε! Το εγχείρημα του «George» στηριζόταν στην ιδέα μιας πιο φρέσκιας ματιάς πάνω στα πολιτικά πράγματα. Έγινε μάλιστα ανάρπαστο ήδη από τα πρώτα του τεύχη, καθώς κόμιζε μια νέα αισθητική στον περιοδικό Τύπο ως υβρίδιο πολιτικής και lifestyle. Με σλόγκαν «Not Just Politics As Usual», το περιοδικό έζησε τη δική του δόξα στις ΗΠΑ, ακολουθώντας το χαλαρό μοτίβο του ιδρυτή του, ο οποίος έβλεπε τον εαυτό του ως ενεργό πολίτη με χιούμορ και διάθεση για λύσεις. Ο Τζον ήταν υπέρμαχος της άμεσης -και ηλεκτρονικής- δημοκρατίας, θέλοντας να μπορούν να αποφασίζουν οι πολίτες σε πραγματικό χρόνο για τα ζητήματα που τους αφορούν μέσω διαδικτυακών ψηφοφοριών.Τώρα όμως ήταν και ο «πιο σέξι άντρας του κόσμου», όπως τον ονόμασε το περιοδικό «People» το 1988, και ζούσε μια δεύτερη σκανδαλοθηρική ζωή στις σελίδες των ταμπλόιντ. Αυτή την εποχή φέρεται να αμφιταλαντεύτηκε για το αν πρέπει να μπει στην πολιτική, καθώς εκφώνησε έναν λόγο του σε συνέδριο των Δημοκρατικών και όλοι τον χαιρέτισαν ως γιο του πατέρα του. Ο Τζον-Τζον μετατρέπεται ξαφνικά σε JFK Τζούνιορ! Εκείνος όμως έχει άλλα σχέδια, τα οποία περιλαμβάνουν εκδόσεις και γυναίκες. Πολλές γυναίκες. Όταν δεν εμφανίζεται δίπλα στη Μαντόνα, κατηφορίζει την 5η Λεωφόρο με την ανερχόμενη τότε ηθοποιό Σάρα Τζέσικα Πάρκερ ή συνοδεύει το εκρηκτικό τοπ μόντελ Άσλεϊ Ρίτσαρντσον! Όλοι παραδέχονταν πως στην ερωτική του ζωή έμοιαζε αν μη τι άλλο πολύ στον πατέρα του. Περιζήτητος και πραγματικά ασταμάτητος, κυκλοφορούσε συνεχώς με νέο μοντέλο ή σταρλετίτσα στο πλευρό του, όταν δεν χώριζε και τα ξανάφτιαχνε με την Ντάριλ Χάνα, προγονή ενός δισεκατομμυριούχου εξάλλου και παλιά γνώριμη του Τζον από τις κοινές οικογενειακές διακοπές τους στην Καραϊβική. Η Τζάκι τη σιχαινόταν βέβαια, όπως και τη Μαντόνα, η οποία στα μάτια της θύμιζε επικινδύνως πολύ την πέτρα του σκανδάλου του δικού της γάμου, Μέριλιν Μονρόε. Όπως μας είπε μάλιστα ο κολλητός του, Μπίλι Νούναν, «Ο Τζον κοιμάται με κάθε γκόμενα στον πλανήτη». Του άρεσε μάλιστα να υπερηφανεύεται για τις κατακτήσεις του, τηλεφωνώντας συχνά στον Μπίλι: «Για τσέκαρε το εξώφυλλο του ‘‘People’’ [ή κάποιου άλλου περιοδικού]. Τη ‘‘χτύπησα’’ χθες βράδυ. Απλά σκέφτηκα ότι θα ήθελες να το ξέρεις». Ο Τζον-Τζον βγήκε και με πάμπολλες διάσημες, από τη Σάρον Στόουν και την Τζούλια Ρόμπερτς μέχρι την Μπρουκ Σιλντς και τη Μέλανι Γκρίφιθ, αν και τον πραγματικό έρωτα θα τον γνώριζε την άνοιξη του 1993, όταν είδε για πρώτη φορά μια εργαζόμενη στον οίκο Calvin Klein την ώρα που έκανε τζόκινγκ στο Σέντραλ Παρκ. Ο JFK ο Νεότερος ζήτησε από την Καρολάιν Μπεσέτ να τον βοηθήσει να διαλέξει κοστούμι για τον γάμο του ξαδέλφου του, Τέντι. Έφυγε από το κατάστημα με τρία κοστούμια, έξι πουκάμισα, κάμποσες γραβάτες και το τηλέφωνό της φυσικά. Στην πρώτη αιφνιδιαστική πρόταση γάμου του Τζον, εκείνη μάλιστα έκανε πίσω, καθώς ήξερε ότι τα Μέσα δεν θα τους άφηναν ποτέ ήσυχους. Ο γάμος έλαβε τελικά χώρα τον Σεπτέμβριο του 1996, καθώς ο Τζον είχε κρατήσει πάντα στη μνήμη του την ατάκα του θείου του Μπόμπι, που τον μεγάλωσε για ένα διάστημα (και ως εραστής της μητέρας του) και του έλεγε διαρκώς πως «ένας Κένεντι δεν τα παρατάει ποτέ».Ο οικογενειάρχης πια Τζον ζούσε με τη σύζυγό του σε ένα μοδάτο διαμέρισμα της Νέας Υόρκης, κάνοντας όλο τον γυναικείο πληθυσμό των ΗΠΑ να σκάει από τη ζήλια του. Οι γείτονές του τον έβλεπαν με το ποδηλατάκι ή τα πατίνια του να βολτάρει αμέριμνος, καθώς ήταν πάντα περιβαλλοντικά ευαίσθητος.
Τη δικηγορία πιθανότατα δεν την αγάπησε ποτέ, καθώς το δικό του πάθος ήταν άλλο: η δημοσιογραφία. Την οποία άσκησε μόνο μετά τον θάνατο της μητέρας του το 1994, καθώς η Τζάκι θα είχε πιθανότατα και γι’ αυτό αντιρρήσεις. Αφού λειτούργησε για λίγο και ως βοηθός εισαγγελέα στη Νέα Υόρκη, παίρνοντας πίσω το αίμα του, μιας και κέρδισε όλες τις υποθέσεις που ανέλαβε για την πολιτεία, εγκατέλειψε οριστικά το 1993 τα νομικά για να καταβυθιστεί στον κόσμο των εκδόσεων.Το περιοδικό «George», ένα μείγμα πολιτικής και κοσμοπολιτισμού, κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 1995 και ήταν όσο πιο κοντά έφτασε ποτέ ο τζούνιορ στον πολιτικό στίβο. Όταν ο πρόεδρος Κλίντον του πρότεινε μάλιστα μια πολιτική θέση στο υπουργείο Δικαιοσύνης (από το οποίο είχε περάσει ως εκπαιδευόμενος το 1987), ο Τζον αρνήθηκε ευγενικά. Δεν την ήθελε την πολιτική, πάει και τέλειωσε! Το εγχείρημα του «George» στηριζόταν στην ιδέα μιας πιο φρέσκιας ματιάς πάνω στα πολιτικά πράγματα. Έγινε μάλιστα ανάρπαστο ήδη από τα πρώτα του τεύχη, καθώς κόμιζε μια νέα αισθητική στον περιοδικό Τύπο ως υβρίδιο πολιτικής και lifestyle. Με σλόγκαν «Not Just Politics As Usual», το περιοδικό έζησε τη δική του δόξα στις ΗΠΑ, ακολουθώντας το χαλαρό μοτίβο του ιδρυτή του, ο οποίος έβλεπε τον εαυτό του ως ενεργό πολίτη με χιούμορ και διάθεση για λύσεις. Ο Τζον ήταν υπέρμαχος της άμεσης -και ηλεκτρονικής- δημοκρατίας, θέλοντας να μπορούν να αποφασίζουν οι πολίτες σε πραγματικό χρόνο για τα ζητήματα που τους αφορούν μέσω διαδικτυακών ψηφοφοριών.Τώρα όμως ήταν και ο «πιο σέξι άντρας του κόσμου», όπως τον ονόμασε το περιοδικό «People» το 1988, και ζούσε μια δεύτερη σκανδαλοθηρική ζωή στις σελίδες των ταμπλόιντ. Αυτή την εποχή φέρεται να αμφιταλαντεύτηκε για το αν πρέπει να μπει στην πολιτική, καθώς εκφώνησε έναν λόγο του σε συνέδριο των Δημοκρατικών και όλοι τον χαιρέτισαν ως γιο του πατέρα του. Ο Τζον-Τζον μετατρέπεται ξαφνικά σε JFK Τζούνιορ! Εκείνος όμως έχει άλλα σχέδια, τα οποία περιλαμβάνουν εκδόσεις και γυναίκες. Πολλές γυναίκες. Όταν δεν εμφανίζεται δίπλα στη Μαντόνα, κατηφορίζει την 5η Λεωφόρο με την ανερχόμενη τότε ηθοποιό Σάρα Τζέσικα Πάρκερ ή συνοδεύει το εκρηκτικό τοπ μόντελ Άσλεϊ Ρίτσαρντσον! Όλοι παραδέχονταν πως στην ερωτική του ζωή έμοιαζε αν μη τι άλλο πολύ στον πατέρα του. Περιζήτητος και πραγματικά ασταμάτητος, κυκλοφορούσε συνεχώς με νέο μοντέλο ή σταρλετίτσα στο πλευρό του, όταν δεν χώριζε και τα ξανάφτιαχνε με την Ντάριλ Χάνα, προγονή ενός δισεκατομμυριούχου εξάλλου και παλιά γνώριμη του Τζον από τις κοινές οικογενειακές διακοπές τους στην Καραϊβική. Η Τζάκι τη σιχαινόταν βέβαια, όπως και τη Μαντόνα, η οποία στα μάτια της θύμιζε επικινδύνως πολύ την πέτρα του σκανδάλου του δικού της γάμου, Μέριλιν Μονρόε. Όπως μας είπε μάλιστα ο κολλητός του, Μπίλι Νούναν, «Ο Τζον κοιμάται με κάθε γκόμενα στον πλανήτη». Του άρεσε μάλιστα να υπερηφανεύεται για τις κατακτήσεις του, τηλεφωνώντας συχνά στον Μπίλι: «Για τσέκαρε το εξώφυλλο του ‘‘People’’ [ή κάποιου άλλου περιοδικού]. Τη ‘‘χτύπησα’’ χθες βράδυ. Απλά σκέφτηκα ότι θα ήθελες να το ξέρεις». Ο Τζον-Τζον βγήκε και με πάμπολλες διάσημες, από τη Σάρον Στόουν και την Τζούλια Ρόμπερτς μέχρι την Μπρουκ Σιλντς και τη Μέλανι Γκρίφιθ, αν και τον πραγματικό έρωτα θα τον γνώριζε την άνοιξη του 1993, όταν είδε για πρώτη φορά μια εργαζόμενη στον οίκο Calvin Klein την ώρα που έκανε τζόκινγκ στο Σέντραλ Παρκ. Ο JFK ο Νεότερος ζήτησε από την Καρολάιν Μπεσέτ να τον βοηθήσει να διαλέξει κοστούμι για τον γάμο του ξαδέλφου του, Τέντι. Έφυγε από το κατάστημα με τρία κοστούμια, έξι πουκάμισα, κάμποσες γραβάτες και το τηλέφωνό της φυσικά. Στην πρώτη αιφνιδιαστική πρόταση γάμου του Τζον, εκείνη μάλιστα έκανε πίσω, καθώς ήξερε ότι τα Μέσα δεν θα τους άφηναν ποτέ ήσυχους. Ο γάμος έλαβε τελικά χώρα τον Σεπτέμβριο του 1996, καθώς ο Τζον είχε κρατήσει πάντα στη μνήμη του την ατάκα του θείου του Μπόμπι, που τον μεγάλωσε για ένα διάστημα (και ως εραστής της μητέρας του) και του έλεγε διαρκώς πως «ένας Κένεντι δεν τα παρατάει ποτέ».Ο οικογενειάρχης πια Τζον ζούσε με τη σύζυγό του σε ένα μοδάτο διαμέρισμα της Νέας Υόρκης, κάνοντας όλο τον γυναικείο πληθυσμό των ΗΠΑ να σκάει από τη ζήλια του. Οι γείτονές του τον έβλεπαν με το ποδηλατάκι ή τα πατίνια του να βολτάρει αμέριμνος, καθώς ήταν πάντα περιβαλλοντικά ευαίσθητος.
Οι τελευταίες ώρες του πρίγκιπα της Αμερικής και το τραγικό του τέλος
Η ξαδέλφη του Ρόρι θα παντρευόταν την επόμενη ημέρα και ετοιμαζόταν για το ταξίδι στο νησί Μάρθας Βίνεγιαρντ όπου θα γινόταν ο γάμος. Θα έκανε ένα διάλειμμα στα μίτινγκ για το περιοδικό του George, για το μέλλον του οποίου μόλις είχε ακούσει από τον εκδότη του ένα καλό νέο, μετά από εβδομάδες δυσοίωνων προβλέψεων και κακών μαντάτων... Το πιο σημαντικό; Μόλις είχε βγάλει το γύψο από τον αστράγαλό του που τον είχε σπάσει σε ατύχημα με αλεξίπτωτο και ήταν έτοιμος να κάνει την πρώτη σόλο πτήση του. Είχε αποφασίσει να ταξιδέψει μόνος, χωρίς συγκυβερνήτη. Η πτήση, το να πετάξει το μικρό του αεροσκάφος, ήταν η καλύτερη απόδραση για έναν άνθρωπο που ήταν τόσο αναγνωρίσιμος που δεν μπορούσε να πάει πουθενά στον πλανήτη χωρίς να γίνει αντιληπτός και να τον κυνηγήσουν οι παπαράτσι. Ο ουρανός ήταν η ελευθερία του, η απομόνωσή του, το καταφύγιό του, το μόνο μέρος όπου μπορούσε να γλιτώσει από τους φωτογραφικούς φακούς. Ο Τζον Τζον πήρε το μεσημεριανό του μαζί με τους συντάκτες του περιοδικού του, έκανε διάλειμμα να πάει γυμναστήριο, επέστρεψε στο γραφείο του για να συναντήσει την αδελφή του Λορέν Μπεσέτ και στη συνέχεια έφυγε για το αεροδρόμιο Εσεξ Κάντρι στο Νιου Τζέρσεϊ. Η σύζυγός του, Κάρολιν, είχε εν τω μεταξύ επιλέξει το φόρεμά της για το γάμο. Είχε αγοράσει ένα μαύρο μακρύ φόρεμα Yves Saint Laurent από μεταξωτό κρεπ σε μπουτίκ της 5ης Λεωφόρου λέγοντας στις υπαλλήλους ότι ανυπομονούσε για την πτήση το βράδυ. Η Κάρολιν έφθασε στο αεροδρόμιο λίγα λεπτά μετά τον Τζον Τζον και την αδελφή της. Ολοι είχαν βρει κίνηση στο δρόμο και είχαν αργήσει και έτσι το μεγαλύτερο μέρος της πτήσης θα γινόταν νύχτα. Το σχέδιό ήταν να φθάσουν στο Λόρεν στο νησί Μάρθας Βίνεγιαρντ και μετά σε ένα οικογενειακό συγκρότημα στο Γιάνις Πορτ, για να πάνε στο γάμο. Ο Κένεντι είχε καλέσει στη 1 το μεσημέρι στο αεροδρόμιο για να ζητήσει να του ετοιμάσουν ένα αεροσκάφος. Οι περισσότεροι από τους μηχανικούς του αεροδρομίου είχαν επιστρέψει στα σπίτια της τη στιγμή που ο Τζον Τζον έφθανε στο αεροδρόμιο. Αλλά ο πιλότος του οποίου συνήθως έπαιρνε το αεροσκάφος ο Κένεντι, ο Κάιλι Μπέιλι, ήταν ακόμη εκεί. Ο Μπέιλι ήταν να πετάξει και εκείνος για το Μάρθας Βίνεγιαρντ αλλά άλλαξαν τα πλάνα του όταν είδε τον καιρό. Εκανε πίσω, σε αντίθεση με τον Κένεντι, παρά το γεγονός ότι είχε πολύ περισσότερες ώρες πτήσης από τον Τζον Τζον. Ηταν μια πολύ άσχημη νύχτα. Οι συνθήκες στο Μάρθας Βίνεγιαρντ περιγράφονταν ως «καθαρές, με ορατότητα στα οκτώ μίλια, αλλά ακανόνιστες»: Λίγα λεπτά νωρίτερα αναφερόταν υγρασία και θολούρα και η ορατότητα ήταν στα έξι μίλια. Ο Τζον Τζον είχε μόλις πάρει πιστοποιητικό πιλότου που του επέτρεπε να πετά μεν μόνος χρησιμοποιώντας όργανα, αλλά του απαγόρευε να πετάει με ορατότητα λιγότερη από τα πέντε μίλια. Ο Τζον Τζον δεν είχε κανονική άδεια πιλότου. Οπως όλοι οι Κένεντι έζησαν τη ζωή τους στην κόψη του ξυραφιού, έτσι και ο Τζον Τζον εκείνο το βράδυ έκανε ακριβώς το ίδιο: Θα πετούσε στην κόψη του ξυραφιού. Ο φίλος του Τζον Μπάρλοου τον είχε προειδοποιήσει: «Ξέρεις αρκετά για να είσαι επικίνδυνος. Εχεις αυτοπεποίθηση όταν πετάς, κάτι το οποίο θα μπορούσε να σου γυρίσει μπούμερανγκ». Εκείνη την Παρασκευή, ωστόσο, ο Κένεντι, δεν ήταν πρόθυμος να πετάξει. Και δεν ήταν η πρώτη φορά που του συνέβαινε. Ο εξεταστής του Τζον Μακόλγκαν, θυμάται μια φορά στη Φλόριντα όταν ένα κρύο ρεύμα αέρα μετακινούνταν προς τη θάλασσα. «Δεν πετάω με αυτές τις συνθήκες», τού είχε πει ο Τζον Τζον. Δύο μήνες νωρίτερα είχε χαλάσει τα σχέδιά του να πετάξει για τη Νέα Αγγλία εξαιτίας ενός ηλεκτρικού προβλήματος στο αεροπλάνο. Αυτή τη φορά ανησυχούσε για το αεροδρόμιο στο Μάρθας Βίνεγιαρντ.«Πραγματικά δεν είμαι ένας έμπειρος πιλότος» είχε πει μέρες πριν το μοιραίο ταξίδι στον συγγραφέα Ντέιβιντ Χέιμαν. Οι γυναίκες, ειδικά η Λορέν, λέγεται ότι αντιστέκονταν στις αμφιβολίες του. Έπρεπε να πάνε στο νησί. Ο καιρός στη Μασαχουσέτη έμοιαζε να βελτιώνεται. Ηταν μια πτήση που εκατοντάδες Νεοϋορκέζοι έκαναν κάθε Παρασκευή, εγκαταλείποντας για ένα διήμερο τη μητρόπολη του κόσμου. Ο Κένεντι έλεγξε τα φτερά, τα όργανα μέτρησης και τον υπόλοιπο εξοπλισμό και μετά έβαλε μπρος τον κινητήρα για να σιγουρευτεί ότι δούλευε σωστά. Ενώ το σκοτάδι βάθαινε, ο Κένεντι κάλεσε τον πύργο ελέγχου του αεροδρομίου, έδωσε τον αριθμό του αεροσκάφους του και πήρε άδεια για απογείωση. Στις 20:38 το Πέιπερ Σαρατόγκα που πιλόταρε ο κληρονόμος των Κάμελοτ επιτάχυνε στο διάδρομο και απογειώθηκε στο σκοτάδι. «Τον είδα να επιταχύνει και να απογειώνεται», είπε ο Μπέιλι. «Είπα στην οικογένεία μου ''δεν το πιστεύω ότι πετάει με τέτοιο καιρό''». «Εκανε ένα ηλίθιο λάθος», λέει ο Αντριου Φέργκιουσον πρόεδρος της αεροπορικής λέσχης του Εσεξ. «Σαν να είσαι με αυτοκίνητο και να περνάς με κόκκινο. Και όταν ένας Κένεντι περνά το φανάρι με κόκκινο, ένα τεράστιο φορτηγό βγαίνει και πέφτει πάνω του», λέει στηρίζοντας τα περί κατάρας και κακής μοίρας των Κένεντι. Τα φώτα της ακτογραμμής του Τζέρσεϊ εξαφανίστηκαν πίσω από το αεροπλάνο. Ο συνδυασμός της ζέστης και της υγρασίας ήταν τέτοιος που έκανε τον ορίζοντα θολό.
Η ξαδέλφη του Ρόρι θα παντρευόταν την επόμενη ημέρα και ετοιμαζόταν για το ταξίδι στο νησί Μάρθας Βίνεγιαρντ όπου θα γινόταν ο γάμος. Θα έκανε ένα διάλειμμα στα μίτινγκ για το περιοδικό του George, για το μέλλον του οποίου μόλις είχε ακούσει από τον εκδότη του ένα καλό νέο, μετά από εβδομάδες δυσοίωνων προβλέψεων και κακών μαντάτων... Το πιο σημαντικό; Μόλις είχε βγάλει το γύψο από τον αστράγαλό του που τον είχε σπάσει σε ατύχημα με αλεξίπτωτο και ήταν έτοιμος να κάνει την πρώτη σόλο πτήση του. Είχε αποφασίσει να ταξιδέψει μόνος, χωρίς συγκυβερνήτη. Η πτήση, το να πετάξει το μικρό του αεροσκάφος, ήταν η καλύτερη απόδραση για έναν άνθρωπο που ήταν τόσο αναγνωρίσιμος που δεν μπορούσε να πάει πουθενά στον πλανήτη χωρίς να γίνει αντιληπτός και να τον κυνηγήσουν οι παπαράτσι. Ο ουρανός ήταν η ελευθερία του, η απομόνωσή του, το καταφύγιό του, το μόνο μέρος όπου μπορούσε να γλιτώσει από τους φωτογραφικούς φακούς. Ο Τζον Τζον πήρε το μεσημεριανό του μαζί με τους συντάκτες του περιοδικού του, έκανε διάλειμμα να πάει γυμναστήριο, επέστρεψε στο γραφείο του για να συναντήσει την αδελφή του Λορέν Μπεσέτ και στη συνέχεια έφυγε για το αεροδρόμιο Εσεξ Κάντρι στο Νιου Τζέρσεϊ. Η σύζυγός του, Κάρολιν, είχε εν τω μεταξύ επιλέξει το φόρεμά της για το γάμο. Είχε αγοράσει ένα μαύρο μακρύ φόρεμα Yves Saint Laurent από μεταξωτό κρεπ σε μπουτίκ της 5ης Λεωφόρου λέγοντας στις υπαλλήλους ότι ανυπομονούσε για την πτήση το βράδυ. Η Κάρολιν έφθασε στο αεροδρόμιο λίγα λεπτά μετά τον Τζον Τζον και την αδελφή της. Ολοι είχαν βρει κίνηση στο δρόμο και είχαν αργήσει και έτσι το μεγαλύτερο μέρος της πτήσης θα γινόταν νύχτα. Το σχέδιό ήταν να φθάσουν στο Λόρεν στο νησί Μάρθας Βίνεγιαρντ και μετά σε ένα οικογενειακό συγκρότημα στο Γιάνις Πορτ, για να πάνε στο γάμο. Ο Κένεντι είχε καλέσει στη 1 το μεσημέρι στο αεροδρόμιο για να ζητήσει να του ετοιμάσουν ένα αεροσκάφος. Οι περισσότεροι από τους μηχανικούς του αεροδρομίου είχαν επιστρέψει στα σπίτια της τη στιγμή που ο Τζον Τζον έφθανε στο αεροδρόμιο. Αλλά ο πιλότος του οποίου συνήθως έπαιρνε το αεροσκάφος ο Κένεντι, ο Κάιλι Μπέιλι, ήταν ακόμη εκεί. Ο Μπέιλι ήταν να πετάξει και εκείνος για το Μάρθας Βίνεγιαρντ αλλά άλλαξαν τα πλάνα του όταν είδε τον καιρό. Εκανε πίσω, σε αντίθεση με τον Κένεντι, παρά το γεγονός ότι είχε πολύ περισσότερες ώρες πτήσης από τον Τζον Τζον. Ηταν μια πολύ άσχημη νύχτα. Οι συνθήκες στο Μάρθας Βίνεγιαρντ περιγράφονταν ως «καθαρές, με ορατότητα στα οκτώ μίλια, αλλά ακανόνιστες»: Λίγα λεπτά νωρίτερα αναφερόταν υγρασία και θολούρα και η ορατότητα ήταν στα έξι μίλια. Ο Τζον Τζον είχε μόλις πάρει πιστοποιητικό πιλότου που του επέτρεπε να πετά μεν μόνος χρησιμοποιώντας όργανα, αλλά του απαγόρευε να πετάει με ορατότητα λιγότερη από τα πέντε μίλια. Ο Τζον Τζον δεν είχε κανονική άδεια πιλότου. Οπως όλοι οι Κένεντι έζησαν τη ζωή τους στην κόψη του ξυραφιού, έτσι και ο Τζον Τζον εκείνο το βράδυ έκανε ακριβώς το ίδιο: Θα πετούσε στην κόψη του ξυραφιού. Ο φίλος του Τζον Μπάρλοου τον είχε προειδοποιήσει: «Ξέρεις αρκετά για να είσαι επικίνδυνος. Εχεις αυτοπεποίθηση όταν πετάς, κάτι το οποίο θα μπορούσε να σου γυρίσει μπούμερανγκ». Εκείνη την Παρασκευή, ωστόσο, ο Κένεντι, δεν ήταν πρόθυμος να πετάξει. Και δεν ήταν η πρώτη φορά που του συνέβαινε. Ο εξεταστής του Τζον Μακόλγκαν, θυμάται μια φορά στη Φλόριντα όταν ένα κρύο ρεύμα αέρα μετακινούνταν προς τη θάλασσα. «Δεν πετάω με αυτές τις συνθήκες», τού είχε πει ο Τζον Τζον. Δύο μήνες νωρίτερα είχε χαλάσει τα σχέδιά του να πετάξει για τη Νέα Αγγλία εξαιτίας ενός ηλεκτρικού προβλήματος στο αεροπλάνο. Αυτή τη φορά ανησυχούσε για το αεροδρόμιο στο Μάρθας Βίνεγιαρντ.«Πραγματικά δεν είμαι ένας έμπειρος πιλότος» είχε πει μέρες πριν το μοιραίο ταξίδι στον συγγραφέα Ντέιβιντ Χέιμαν. Οι γυναίκες, ειδικά η Λορέν, λέγεται ότι αντιστέκονταν στις αμφιβολίες του. Έπρεπε να πάνε στο νησί. Ο καιρός στη Μασαχουσέτη έμοιαζε να βελτιώνεται. Ηταν μια πτήση που εκατοντάδες Νεοϋορκέζοι έκαναν κάθε Παρασκευή, εγκαταλείποντας για ένα διήμερο τη μητρόπολη του κόσμου. Ο Κένεντι έλεγξε τα φτερά, τα όργανα μέτρησης και τον υπόλοιπο εξοπλισμό και μετά έβαλε μπρος τον κινητήρα για να σιγουρευτεί ότι δούλευε σωστά. Ενώ το σκοτάδι βάθαινε, ο Κένεντι κάλεσε τον πύργο ελέγχου του αεροδρομίου, έδωσε τον αριθμό του αεροσκάφους του και πήρε άδεια για απογείωση. Στις 20:38 το Πέιπερ Σαρατόγκα που πιλόταρε ο κληρονόμος των Κάμελοτ επιτάχυνε στο διάδρομο και απογειώθηκε στο σκοτάδι. «Τον είδα να επιταχύνει και να απογειώνεται», είπε ο Μπέιλι. «Είπα στην οικογένεία μου ''δεν το πιστεύω ότι πετάει με τέτοιο καιρό''». «Εκανε ένα ηλίθιο λάθος», λέει ο Αντριου Φέργκιουσον πρόεδρος της αεροπορικής λέσχης του Εσεξ. «Σαν να είσαι με αυτοκίνητο και να περνάς με κόκκινο. Και όταν ένας Κένεντι περνά το φανάρι με κόκκινο, ένα τεράστιο φορτηγό βγαίνει και πέφτει πάνω του», λέει στηρίζοντας τα περί κατάρας και κακής μοίρας των Κένεντι. Τα φώτα της ακτογραμμής του Τζέρσεϊ εξαφανίστηκαν πίσω από το αεροπλάνο. Ο συνδυασμός της ζέστης και της υγρασίας ήταν τέτοιος που έκανε τον ορίζοντα θολό.
«Ο Κένεντι δεν έβλεπε τίποτα», εικάζει ο Μπέιλι. Ο ορίζοντας γινόταν όλο και πιο θολός, η θάλασσα δημιουργούσε περισσότερη υγρασία. Μέσα σε μια ώρα τα φώτα του Μάρθας Βίνεγιαρντ κανονικά θα έπρεπε να αχνοφαίνονται. Το νησί απείχε μόλις 15 λεπτά. Ομως ο Τζον Τζον δεν έβλεπε τίποτα. Στη συνέχεια, το μυαλό του Κένεντι άρχισε να κάνει παιχνίδια. Ο πίνακας οργάνων και το κεφάλι του, τού έλεγαν να κάνει διαφορετικά πράγματα. Ο εφιάλτης γινόταν πραγματικότητα. Ο Κένεντι έχασε τον προσανατολισμό του, δεν ήξερε πού ακριβώς βρισκόταν και στη συνέχεια έχασε τον έλεγχο του αεροπλάνου. Στο ξερό κείμενο για το δυστύχημα, αυτό περιγράφηκε ως «δυστύχημα προσανατολισμού». Ο Κένεντι φαίνεται να έπαθε ξαφνικά αυτό που οι πιλότοι αποκαλούν βέρτιγκο: Λογική, ένστικτο και πραγματικότητα γίνονται ένα κουβάρι και ενώ τα όργανα λένε στον πιλότο τι πρέπει να κάνει, εκείνος κάνει αυτό που στο μυαλό του φαίνεται ως σωστό. Σε τέτοιες περιπτώσεις συχνά μπερδεύουν τον ουρανό με τη θάλασσα. Και τότε, το ένστικτο του Κένεντι, άρχισε να τον γελά. Ενας έμπειρος πιλότος θα άκουγε τα όργανα του αεροπλάνου του, αλλά ο Τζον Τζον δεν ήταν έμπειρος. Στις 21:34 ο Κένεντι πετούσε στα 5.800 πόδια και άρχισε να κατεβαίνει με ταχύτητα 700 πόδια το λεπτό, στα 2.300 πόδια. Στις 21:39 έστριψε το αεροσκάφος προς τα δεξιά και ανέβηκε στα 2.600 πόδια και στις 21:40 έστριψε προς τα αριστερά. Για να σώσει το αεροσκάφος και τον εαυτό του ένας πιλότος, σε μια τέτοια κατάσταση, πρέπει να αγνοήσει τις φωνές μέσα στο κεφάλι του. Διαφορετικά, μολονότι οι βελόνες στα όργανα δείχνουν στον πιλότο ότι πλησιάζει στο σημείο μηδέν, ο πιλότος θα συνεχίζει την πορεία που πιστεύει εκείνος ως σωστή και η οποία δυστυχώς δεν είναι άλλη από το σημείο που η μαύρη νύχτα συναντά τη μαύρη θάλασσα. Ο Κένεντι δεν έκανε κλήση εκτάκτου ανάγκης. Ο Μπιρνς πιστεύει πως ο Κένεντι ίσως γύρισε ανάποδα το αεροσκάφος του και προσπάθησε να το επαναφέρει, επιταχύνοντας έτσι την συντριβή του. Στις 21:34 στάλθηκε το τελευταίο σήμα στα ραντάρ, από το αεροσκάφος του Κένεντι. Βρισκόταν μόλις 16 μίλια μακριά από το αεροδρόμιο και εκείνη τη στιγμή πετούσε σε ύψος 1.100 ποδιών. Αλλά πετούσε μακριά από το Μάρθας Βίνεγιαρντ. Δεν είχε κατεύθυνση προς το νησί. Το αεροπλάνο έκανε βουτιά με τη μύτη, με ταχύτητα 4.700 ποδιών το λεπτό, ακολουθώντας ένα σπιράλ θανάτου που το οδήγησε στα βάθη του ωκεανού. Το σπιράλ θανάτου σημαίνει ότι το αεροσκάφος στριφογυρνούσε γύρω από τον εαυτό του καθώς έπεφτε. Το τελευταίο πράγμα που θα μπορούσε να δει ο Τζον Τζον, αν είδε κάτι, θα ήταν η επιφάνεια του ωκεανού να έρχεται προς το μέρος του με τρομακτική ταχύτητα. Ο Τζον Τζον, η γυναίκα του και η αδελφή της σκοτώθηκαν ακαριαία τη στιγμή που το αεροσκάφος τους συνετρίβη στον Ατλαντικό. Ολοι τους είχαν πολλαπλά τραύματα. Και οι τρεις ήταν δεμένοι στα καθίσματά τους. Μέρες μετά το δυστύχημα, τα σώματα του γιου και κληρονόμου του Τζον Κένεντι, της συζύγου του και της αδελφής της ανασύρθηκαν από τα συντρίμμια του αεροσκάφους από τον σκοτεινό ωκεανό. Την επόμενη ημέρα, η τέφρα του κληρονόμου των Κάμελοτ επέστρεψε εκεί από όπου ήρθε, σκορπίστηκε στον γκρίζο, αμόλυντο Ατλαντικό, όπως ήταν η επιθυμία του.