Τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, το Ιράν παρουσίασε ταινίες από σκηνοθέτες auteurs, οι οποίοι υιοθέτησαν νεορεαλιστικά μοντέλα στα σενάριά τους και στην κινηματογράφηση, για να αφηγηθούν ιστορίες που μας θυμίζουν αντίστοιχα τον ιταλικό νεορεαλισμό στην Ευρώπη, αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στοιχεία της παράδοσης και ο τρόπος που αυτά έχουν περάσει στην καθημερινότητα, η σημερινή δύσκολη ακόμη θέση της γυναίκας στο Ιράν, είναι κάποια από τα βασικά θέματα που επανέρχονται σ’ αυτές τις ταινίες.
Ένας χωρισμός
Οι Ιρανοί είναι οι κληρονόμοι ενός από τους παλαιότερους και λαμπρότερους πολιτισμούς στον κόσμο. Με την πάροδο των χρόνων, η παράδοση της ποίησης, της λογοτεχνίας, της μουσικής και των εικαστικών τεχνών έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην κοινωνία τους. Μια ιδιαίτερα σημαντική παράδοση στη δημιουργική εξιστόρηση -προφορική και οπτική- έχει, ασφαλώς, συνεισφέρει στην ανάπτυξη του ιρανικού κινηματογράφου, ο οποίος, τα τελευταία χρόνια έχει θεωρηθεί ως ένας από τους πιο επιτυχημένους εθνικούς κινηματογράφους στον κόσμο. Ο κινηματογράφος του Ιράν ξεκίνησε πριν από 60 χρόνια - μια μικρή περίοδος σε σύγκριση με άλλους εθνικούς κινηματογράφους, αλλά χαρακτηριζόμενη από μεγάλη ποικιλία και επιτυχία. Αν και άγνωστος στη Δύση μέχρι πρόσφατα, ο ιρανικός κινηματογράφος εξελίχθηκε σε μια ζωντανή και δημοφιλή καλλιτεχνική έκφραση, στηρίζοντας μια βιομηχανία η οποία παράγει 60-70 ταινίες μεγάλου μήκους ετησίως. Η πλειοψηφία αυτών των παραγωγών αρχικά σκόπευε στις ανάγκες της τοπικής αγοράς, αλλά στις αρχές της δεκαετίας του '70 εμφανίστηκε μια νέα γενιά σκηνοθετών, όπως οι ΠάρΒιτς Σιγιάντ Κιμιάι-Ι, Νταριούς Μεχρτζουΐ και Αμίρ Ναντερί, οι οποίοι ξέφυγαν από τα εθνικά όρια και εντυπωσίασαν τους κινηματογραφόφιλους παγκοσμίως. Η επιτυχία τους επιβεβαιώθηκε από δεκάδες βραβεία τα οποία κέρδισαν οι σκηνοθέτες σε γνωστά φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο. Η καταπληκτική τους δουλειά συνεχίζεται με την ίδια ενέργεια και καινοτόμο διάθεση και ενισχύθηκε με την παρουσία μιας καινούργιας γενιάς από εξίσου ταλαντούχους σκηνοθέτες οι οποίοι προστέθηκαν στους άλλους. Είναι, κυρίως, λόγω της συμβολής τους που ο ιρανικός κινηματογράφος εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο φιλόδοξα κινήματα παγκοσμίως. Αν τα έργα του '70 έθεσαν προοπτική στο σχεδιάγραμμα ενός κινηματογράφου που καθρέφτιζε τις εθνικές φιλοδοξίες της εποχής, ό,τι ακολούθησε μετά την ισλαμική ιρανική επανάσταση ήταν σταθερά συνδεδεμένο με κοινωνικά και εθνικά θέματα. Όπως έχει αναφέρει και ο Μοσέν Μαχμαλμπάφ, η πλήρης απουσία του σεξ και της βίας από τον ιρανικό κινηματογράφο έστρεψε τους κινηματογραφιστές προς την εικαστική ποίηση και την έρευνα. Ο καλλιτεχνικός εκλεπτυσμός σχηματίζει μία σταθερή και ιδιαίτερα πλούσια σύνθεση, μέσω της οποίας ερευνάται η ποιότητα και το περιεχόμενο της σύγχρονης ζωής στο Ιράν.
Γκολσιφτέ Φαραχανί
Μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, με το θεοκρατικό καθεστώς του Χομεινί, λογοκρίνει τους σκηνοθέτες , προωθεί ταινίες προπαγάνδας, κλείνει αίθουσες προβολής και καταστρέφει σημαντικά φιλμ, που δεν είδαν ποτέ το φως της δημοσιότητας. Στις μέρες μας, το καθεστώς, υπό την ηγεσία του 6ου προέδρου Μαχμούτ Αχμαντινετζάντ, επανέφερε αυτή την αντίληψη, φυλακίζοντας μια σειρά αντιφρονούντων δημιουργών, ανάμεσα τους και ο πολυβραβευμένος σκηνοθέτης Τζαφάρ Παναχί και ο Μοχσέν Μαχμαλμπάφ. Όμως και το σημερινό καθεστώς, του «εκσυγχρονιστή» 7ου προέδρου Χασάν Ρουχανί ,δείχνει να μην μπορεί να επιβληθεί στους ισχυρούς και βαθιά συντηρητικούς κύκλους της χώρας. 6 χρόνια φυλάκιση και 223 μαστιγώματα, επιφύλασσε απόφαση δικαστηρίου τον Οκτώβριο του 2015, για τον σκηνοθέτη Κειγάν Καρίμι, ο οποίος έκανε ταινία , τα πολιτικά γκράφιτι στους τοίχους της Τεχεράνης. Αρκετοί σκηνοθέτες, για να δημιουργήσουν ελεύθερα, αυτοεξορίζονται, όπως έπραξε ο Άμπας Κιαροστάμι, η Σιρίν Νεσάτ, η Μαρζάν Σατραπί. Αυτή η μάχη του παραδοσιακού με το καινούριο, χαρακτηριστικό γνώρισμα των αντιθέσεων της ίδιας της κοινωνίας της χώρας, αποτέλεσε το κίνητρο για να βγουν στην επιφάνεια εξαιρετικές ταινίες, που συγκαταλέγονται στο λεγόμενο « Νέο Ιρανικό Ρεύμα».
«Τι απέγινε η Έλι» 2009 του Ασγκάρ Φαραντί
Ο συντηρητισμός και η υποκρισία της αστικής τάξης του Ιράν στην ταινία του Ασγκάρ Φαραντί. Υπόδειγμα κοινωνικού δράματος που συνδυάζει εσωτερική ένταση, αγωνία και εξαιρετική ψυχολογική ανάλυση χαρακτήρων. Με βάση μια ιστορία που μοιάζει να βγήκε από την κλασική «Περιπέτεια» του Μικελάντζελο Αντονιόνι και με την Ελί να χρησιμεύει ως καταλύτης για την αποκάλυψη των πραγματικών αισθημάτων των διάφορων προσώπων, ο Φαραντί βρίσκει την ευκαιρία να μας μιλήσει, άλλοτε με χιούμορ κι άλλοτε με δραματική ένταση, για τις αδυναμίες, την υποκρισία, τη στενοκεφαλιά και τον συντηρητισμό της σύγχρονης κοινωνίας του Ιράν. Υστερα από ένα πρώτο, διανθισμένο με χιούμορ, μέρος, η ταινία μετατρέπεται σταδιακά σε τραγωδία, με τον σκηνοθέτη να χρησιμοποιεί την εξαφάνιση της γυναίκας (που, όπως υποβάλλεται, ίσως να πνίγηκε), για να σχολιάσει όχι μόνο τις σχέσεις ανάμεσα στα υπόλοιπα πρόσωπα αλλά και την κατάσταση της γυναίκας στο σύγχρονο Ιράν. Πρόκειται για μια ταινία χαμηλών τόνων, πολύ πιο σύνθετη και πλούσια σε ιδέες από την αρχικά φαινομενική της απλότητα. Ταινία με επίκεντρο τις ανθρώπινες σχέσεις, όπου οι χώροι και η ατμόσφαιρα παίζουν σημαντικό ρόλο, με ωραίες, δοσμένες με ευαισθησία ερμηνείες, και η οποία δίκαια κέρδισε την Αργυρή Αρκτο καλύτερης σκηνοθεσίας στο φετινό Φεστιβάλ Βερολίνου.
Ο συντηρητισμός και η υποκρισία της αστικής τάξης του Ιράν στην ταινία του Ασγκάρ Φαραντί. Υπόδειγμα κοινωνικού δράματος που συνδυάζει εσωτερική ένταση, αγωνία και εξαιρετική ψυχολογική ανάλυση χαρακτήρων. Με βάση μια ιστορία που μοιάζει να βγήκε από την κλασική «Περιπέτεια» του Μικελάντζελο Αντονιόνι και με την Ελί να χρησιμεύει ως καταλύτης για την αποκάλυψη των πραγματικών αισθημάτων των διάφορων προσώπων, ο Φαραντί βρίσκει την ευκαιρία να μας μιλήσει, άλλοτε με χιούμορ κι άλλοτε με δραματική ένταση, για τις αδυναμίες, την υποκρισία, τη στενοκεφαλιά και τον συντηρητισμό της σύγχρονης κοινωνίας του Ιράν. Υστερα από ένα πρώτο, διανθισμένο με χιούμορ, μέρος, η ταινία μετατρέπεται σταδιακά σε τραγωδία, με τον σκηνοθέτη να χρησιμοποιεί την εξαφάνιση της γυναίκας (που, όπως υποβάλλεται, ίσως να πνίγηκε), για να σχολιάσει όχι μόνο τις σχέσεις ανάμεσα στα υπόλοιπα πρόσωπα αλλά και την κατάσταση της γυναίκας στο σύγχρονο Ιράν. Πρόκειται για μια ταινία χαμηλών τόνων, πολύ πιο σύνθετη και πλούσια σε ιδέες από την αρχικά φαινομενική της απλότητα. Ταινία με επίκεντρο τις ανθρώπινες σχέσεις, όπου οι χώροι και η ατμόσφαιρα παίζουν σημαντικό ρόλο, με ωραίες, δοσμένες με ευαισθησία ερμηνείες, και η οποία δίκαια κέρδισε την Αργυρή Αρκτο καλύτερης σκηνοθεσίας στο φετινό Φεστιβάλ Βερολίνου.
Αν και η πρώτη κινηματογραφική αίθουσα άνοιξε στην Τεχεράνη το 1904, το ιρανικό (βωβό ) σινεμά γεννήθηκε μόλις το 1930 και ύστερα από μερικά χρόνια βρέθηκε να μετρά 30 ταινίες ετησίως –μέχρι και 65 στα τέλη των ’60s–, κυρίως λαϊκά μελοδράματα και θρίλερ. Το 1973 ιδρύθηκε το Διεθνές Φεστιβάλ της Τεχεράνης, αλλά η ισλαμική επανάσταση άλλαξε με μια κίνηση το σκηνικό έπειτα από έξι χρόνια. Υπό καθεστώς αυστηρής λογοκρισίας, οι σκηνοθέτες αναγκάστηκαν να εφεύρουν διαφορετικούς τρόπους έκφρασης, με τη θεματολογία τους να περιορίζεται σε λαογραφικά θέματα, ντοκιμαντερίστικη αισθητική και ανήλικους –μακριά από πολιτικά και ηθικά διλήμματα– ήρωες. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και ύστερα οι ταινίες τους άρχισαν να διασχίζουν δειλά τα σύνορα και η νατουραλιστική, ναΐφ οπτική τους να εντυπωσιάζει με τη διαφορετικότητά της. Αυτός ο οποίος μεταμόρφωσε την απλοϊκή, αθώα εθνική κινηματογραφική ματιά σε ένα δυναμικό (νεο )νεορεαλιστικό κίνημα ήταν ο Αμπάς Κιαροστάμι, που πρώτα με το «Πού Είναι το Σπίτι του Φίλου μου;» στο Λοκάρνο το 1987, το Βραβείο Ροσελίνι στις Κάνες με το «Και η Ζωή Συνεχίζεται…» το 1992 και τον Χρυσό Φοίνικα για την εμβληματική «Γεύση του Κερασιού» το 1997 μεταμόρφωσε το ιρανικό σινεμά στο αδιαμφισβήτητο must των απανταχού φεστιβάλ κι αιθουσών τέχνης.
Απόλυτα ρεαλιστής και διακριτικά μεταμοντέρνος, έμεινε μακριά από τα καυτά κοινωνικά προβλήματα της χώρας του, έθιξε όμως με τρόπο άμεσο διαχρονικές ανθρώπινες ανησυχίες κι ερωτήματα. Μαζί του αναδείχτηκε και μια σειρά από κατά κύριο λόγο νεαρούς δημιουργούς, όπως ο Μοχσέν Μαχμαλμπάφ («Salaam Cinema», «Κανταχάρ» ) και η κόρη του Σαμίρα, η οποία με το «Μήλο» έγινε στα 18 της η νεαρότερη σκηνοθέτις που διαγωνίστηκε ποτέ στις Κάνες, ο κουρδικής καταγωγής Μπαχμάν Γκομπαντί («Μεθυσμένα Άλογα» ), ο Ματζίντ Ματζιντί με τα υποψήφια για Όσκαρ «Παιδιά του Παραδείσου» και την αριστουργηματική «Βροχή» και, τέλος, ο Τζαφάρ Παναχί, ο οποίος ξεκίνησε με το παιδικό «Λευκό Μπαλόνι» και τη Χρυσή Κάμερα στις Κάνες κι έφτασε να κερδίσει με τον παράλληλων ιστοριών «Κύκλο» το Χρυσό Λιοντάρι στη Βενετία το 2000. Ο «Κύκλος» ήταν η πρώτη ταινία του ιρανικού νέου κύματος, η οποία έθιγε ευθέως κοινωνικά θέματα και δεν είναι τυχαίο ότι ύστερα από μερικά χρόνια, το 2009, ο δημιουργός του συνελήφθη από τις αρχές και φυλακίστηκε. ακόμη και σήμερα βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό. Παράλληλα, τα φιλμ που αγνοούν τη λογοκρισία, όπως το «Ποιος Φοβάται τους Γάτους της Περσίας;» του Γκομπαντί, άρχισαν να πληθαίνουν, ενώ το «επίσημο» εθνικό σινεμά επέστρεψε θριαμβευτικά στη διεθνή σκηνή. Η Μπερλινάλε αναδεικνύει τον νεαρό Ράφι Πιτς («Είναι Χειμώνας», «Ο Κυνηγός» ) και βρίσκει τον επόμενο… Κιαροστάμι. Μακριά από το φολκλόρ και τις παιδικές ιστορίες, τα μοντέρνα δράματα του Ασγκάρ Φαραντί («Τι Απέγινε η Έλι», «Ένας Χωρισμός» ) ανανεώνουν τη θεματική αλλά και την εικόνα του ιρανικού κινηματογράφου, προσγειώνοντάς τον δυναμικά στον 21ο αιώνα.
Απόλυτα ρεαλιστής και διακριτικά μεταμοντέρνος, έμεινε μακριά από τα καυτά κοινωνικά προβλήματα της χώρας του, έθιξε όμως με τρόπο άμεσο διαχρονικές ανθρώπινες ανησυχίες κι ερωτήματα. Μαζί του αναδείχτηκε και μια σειρά από κατά κύριο λόγο νεαρούς δημιουργούς, όπως ο Μοχσέν Μαχμαλμπάφ («Salaam Cinema», «Κανταχάρ» ) και η κόρη του Σαμίρα, η οποία με το «Μήλο» έγινε στα 18 της η νεαρότερη σκηνοθέτις που διαγωνίστηκε ποτέ στις Κάνες, ο κουρδικής καταγωγής Μπαχμάν Γκομπαντί («Μεθυσμένα Άλογα» ), ο Ματζίντ Ματζιντί με τα υποψήφια για Όσκαρ «Παιδιά του Παραδείσου» και την αριστουργηματική «Βροχή» και, τέλος, ο Τζαφάρ Παναχί, ο οποίος ξεκίνησε με το παιδικό «Λευκό Μπαλόνι» και τη Χρυσή Κάμερα στις Κάνες κι έφτασε να κερδίσει με τον παράλληλων ιστοριών «Κύκλο» το Χρυσό Λιοντάρι στη Βενετία το 2000. Ο «Κύκλος» ήταν η πρώτη ταινία του ιρανικού νέου κύματος, η οποία έθιγε ευθέως κοινωνικά θέματα και δεν είναι τυχαίο ότι ύστερα από μερικά χρόνια, το 2009, ο δημιουργός του συνελήφθη από τις αρχές και φυλακίστηκε. ακόμη και σήμερα βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό. Παράλληλα, τα φιλμ που αγνοούν τη λογοκρισία, όπως το «Ποιος Φοβάται τους Γάτους της Περσίας;» του Γκομπαντί, άρχισαν να πληθαίνουν, ενώ το «επίσημο» εθνικό σινεμά επέστρεψε θριαμβευτικά στη διεθνή σκηνή. Η Μπερλινάλε αναδεικνύει τον νεαρό Ράφι Πιτς («Είναι Χειμώνας», «Ο Κυνηγός» ) και βρίσκει τον επόμενο… Κιαροστάμι. Μακριά από το φολκλόρ και τις παιδικές ιστορίες, τα μοντέρνα δράματα του Ασγκάρ Φαραντί («Τι Απέγινε η Έλι», «Ένας Χωρισμός» ) ανανεώνουν τη θεματική αλλά και την εικόνα του ιρανικού κινηματογράφου, προσγειώνοντάς τον δυναμικά στον 21ο αιώνα.
Αναπτυσσόμενος σε συνθήκες θερμοκηπίου, το Ιρανικό σινεμά, με τα χρόνια, διαμόρφωσε κάποια χαρακτηριστικά, που είχαν τη βάση τους ακριβώς στην ηλικία των θεατών που απευθυνόταν, δηλαδή στα παιδιά. Εμμονή στην αφήγηση απλών και κατανοητών ιστοριών, σκηνοθετική λιτότητα (χωρίς καμία απολύτως επιτήδευση) και έντονο το στοιχείο του συναισθήματος: οι ταινίες από το Ιράν χαρακτηρίζονται από έναν έντονο ανθρωπισμό, από μια πολύ ισχυρή πίστη στον άνθρωπο. Αυτός ο ανθρωποκεντρισμός αποτέλεσε και το στοιχείο που καταρχήν γοήτευσε το δυτικό κοινό: καταναλώνοντας ταινίες που στην πλειοψηφία τους καταγράφουν μέσα από ένα κυνικό ή ειρωνικό βλέμμα την κατάπτωση του ανθρώπου (θυμηθείτε το Seven, Fight Club το Hannibal) ο δυτικός θεατής βρήκε στις ιρανικές ταινίες την χαμένη εικόνα του ανθρώπου -ανακάλυψε πάλι το συναίσθημα και την αθωότητα.
Η Γεύση του Κερασιού / Ta' Me Guilas
Ιρανική ταινία, σκηνοθεσία Αμπάς Κιαροστάμι - Ένας μεσήλικας, που για άγνωστους λόγους θέλει να αυτοκτονήσει, αναζητά κάποιον για να τον θάψει διακριτικά. Αγγλικοί υπότιτλοι
Ιρανική ταινία, σκηνοθεσία Αμπάς Κιαροστάμι - Ένας μεσήλικας, που για άγνωστους λόγους θέλει να αυτοκτονήσει, αναζητά κάποιον για να τον θάψει διακριτικά. Αγγλικοί υπότιτλοι
Ασγκάρ Φαραντί & Μπερενίζ Μπεζό στις Κάννες
Είτε πρόκειται για τους στενού δρόμους της Τεχεράνης (Κύκλος, Τα παιδιά του παραδείσου), είτε για τα βουνά ή την ύπαιθρο (Μεθυσμένα Άλογα) ο χώρος που ζουν τα πρόσωπα δεν είναι απλώς το φόντο της δραματικής πλοκής. Έχει την θέση ενός χαρακτήρα στην δραματική πλοκή, επεμβαίνει στην αφήγηση, καθορίζει την ψυχολογία των προσώπων, συνδιαλέγεται μαζί τους. Αυτές οι ταινίες, πέρα από τις ιστορίες που αφηγούνται μ' ένα τρόπο γοητευτικό (σχεδόν σαν παραμύθι), αφηγούνται και την σχέση των ανθρώπων με το περιβάλλον στο οποίο ζουν.Θα πρέπει να γυρίσουμε 50 χρόνια πίσω, στα χρόνια του Ιταλικού νεορεαλισμού και στην ταινία Κλέφτη Ποδηλάτων, για να βρούμε αυτή την αίσθηση για τον χώρο. Και είναι αυτός ο διάλογος που αναπτύσσεται, ανάμεσα στον άνθρωπο και στον χώρο, που κάνει το ιρανικό σινεμά μοναδικό στην ιστορία του κινηματογράφου.
Κινηματογραφική Αναδρομή
Πρώτα Δειλά Βήματα…Κινηματογραφώντας Βασιλιάδες(1920)
Ενώ στη Γαλλία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες, ο πρώιμος κινηματογράφος του 1900 στόχευε εξαρχής στη διασκέδαση του κοινού, στο Ιράν αντιπροσώπευε στιγμές και εικόνες της ζωής των Βασιλιάδων και της άρχουσας τάξης. Ήταν φυσική εξέλιξη, απ’ το γεγονός, πως οι πρώτοι κινηματογραφιστές ( πχ. Εμπραχίμ Ακασμπάσι) εργάζονταν μέσα στα βασιλικά ανάκτορα. Η πρώτη κινηματογραφική αίθουσα στο Ιράν δημιουργήθηκε στη Τεχεράνη το 1904, την ίδια στιγμή που στις Η.Π.Α ξεπερνούσαν ήδη τους 4 χιλιάδες κινηματογράφους. Μέχρι το 1930 η ανάπτυξη της 7ης τέχνης ήταν υποτυπώδης, ακολουθώντας το ίδιο μοτίβο και την ίδια θεματολογία.
Ο Εμπνευστής Οχανιάν και ο Συνεχιστής Σεπάντα (1930-1950)
Οι πρώτες βωβές ταινίες μεγάλου μήκους (Άμπι και Ράμπι, Χάντζι Άγκα) έγιναν το 1930 και 1932 από έναν πολυτάλαντο Ιρανό δημιουργό, με σπουδές κινηματογράφου στη Μόσχα, τον Οβάνες Οχανιάν. Η πρώτη ταινία έκοψε χιλιάδες εισιτήρια, αλλά η δεύτερη αποδείχθηκε παταγώδης εισπρακτική αποτυχία. Τα έργα αυτά -κωμωδίες χαρακτήρων-, αντανάκλαση της καθημερινότητας των Ιρανών, το ευρύ κοινό ήταν αδύνατο τότε, να αντιληφθεί αυτό το καινούργιο που γεννιέται, με αποτέλεσμα κι επόμενες ταινίες του Οχανιάν να έχουν την ίδια τύχη. Πρόλαβε και δημιούργησε τη πρώτη σχολή κινηματογράφου της χώρας, η οποία έδινε μεγαλύτερη έμφαση στην υποκριτική παρά στο τεχνικό κομμάτι. Άλλοι σημαντικοί σκηνοθέτες της εποχής ήταν ο Εμπραχίμ Μοράτι ( «Τα αδέλφια εκδικούνται» του 1932) και βέβαια η πρώτη μη βωβή ταινία των Αρτεσί Ιρανί και Αμπτολχοσείν Σεπάντα «The Lor Girl» του 1932. Το έργο αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία, γιατί για πρώτη φορά χρησιμοποιείται γυναίκα ηθοποιός σε πρωταγωνιστικό ρόλο όπως επίσης και τα έμμεσα πολιτικά μηνύματα για την εξουσία του μονάρχη Σάχη. Πρόκειται για τη παρακολούθηση της ζωής ενός μικρού κοριτσιού, που την απαγάγουν. Η ενηλικίωση της, ο μεγάλος της έρωτας και η απόφαση της να δραπετεύσει στη πιο προκλητική ταινία της εποχής. Σημαντική η συνεισφορά του Αμπτολχοσείν Σεπάντα, στη ραγδαία άνθηση του ιρανικού σινεμά( παρά το γεγονός πως τα γυρίσματα γίνονταν στην Ινδία) όπως και μερικών ακόμα κινηματογραφιστών του Εσμαίλ Κουσάν και του Φαροκί Γκαφαρί, που από τα μέσα της δεκαετίας του 30 μέχρι και τις αρχές του 50, οι ταινίες τους είχαν το στοιχείο του ανθρωπισμού, του πειραματισμού, της αφαίρεσης των θρησκευτικών διακρίσεων, αλλά και το πιο σημαντικό, της αναγνώρισης του ρόλου της γυναίκας σε μια χώρα τεράστιων διακρίσεων ανάμεσα στα δύο φύλα. Απαγορευόταν στις γυναίκες να πηγαίνουν σινεμά, το καθεστώς επέτρεψε στα μέσα της δεκαετίας του 30 να δημιουργηθεί στη Τεχεράνη κινηματογράφος μόνο για γυναίκες. Στη σημαντική φιλμογραφία της εποχής συγκαταλέγονται ερωτικές ιστορίες όπως το « Σιρίν και Φαρχάτ», ένα δράμα του 1937 τα « Μαύρα Μάτια» για έναν καταδικασμένο έρωτα, αλλά και μια ιστορία εφάμιλλη του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» με τίτλο « Λάιλι και Ματζουν». Μεγάλη εισπρακτική επιτυχία σημείωσε η βιογραφία ενός διάσημου ιρανού ποιητή ( Φερντόσι). Οι ταινίες αυτές σκηνοθετήθηκαν είτε από τον ίδιο τον Αμπτολχοσείν Σεπάντα ή από τους βοηθούς του. Η πλοκή των έργων συνήθως στηριζόταν σε τοπικούς μύθους, παραδόσεις και πραγματικά γεγονότα.
Μεταπολεμική Περίοδος, Ανάπτυξη και Πειραματισμός (1947- 1979)
Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος περιόρισε αισθητά τις τοπικές παραγωγές, αλλά αύξησε την εισαγωγή ταινιών από το εξωτερικό, κυρίως από Χόλιγουντ παραδόξως και από Ε.Σ.Σ.Δ. Από το 1947 άρχισε να δραστηριοποιείται η τοπική βιομηχανία, φτάνοντας μέσα σε λίγα χρόνια τις 30 ταινίες κάθε έτος. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε ένα νεοφερμένο πρόσωπο στον Εσμαίλ Κουσάν, με σπουδές στη Γερμανία, ο οποίος επιστρέφοντας στο Ιράν και ιδρύει εταιρεία παραγωγής. Τα πρώτα του έργα δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα. Το φιλμ « Πολυτάραχη ζωή» του 1948 που έθιγε το θεσμό του προικοσύμφωνου, και του γάμου χωρίς αγάπη, αναγνωρίστηκε η αξία του μεταγενέστερα, τότε αντιμετωπίστηκε απαξιωτικά από το κοινό. Ο Κουσάν συνέχισε να γυρίζει ταινίες, εστιασμένες πια στον έντονο μελοδραματισμό. Πλέον μια μερίδα του κόσμου, έχοντας να επιλέξει μια αμερικάνικη παραγωγή και ένα τοπικό μελόδραμα όπως αυτά του Κουσάν επέλεγε προφανώς το πρώτο. Τα δεδομένα δεν αλλάζουν αλλά η εμφάνιση των σκηνοθετών Φαροκί Γκαφαρί και του Εμπραχίμ Γκολεστάν δημιουργεί μια νέα κατάσταση. Τα έργα του πρώτου ( Νότια της Πόλης, Ουμπέρτο Δ’, Η νύχτα του καμπούρη) φέρνουν την αύρα από τον κοινωνικό ιταλικό νεορεαλισμό, με τις ανθρώπινες ιστορίες της καθημερινότητας, της φτώχειας της εργατιάς και του ανθρώπινου πόνου, δοσμένες ενίοτε με χιούμορ, δημιουργούν αίσθηση, και ξαφνικά παρατηρείται μαζική προσέλευση ιρανών στις αίθουσες. Από τότε το ιρανικό σινεμά βρήκε τη φυσιογνωμία του και η μετέπειτα πορεία του είναι συνυφασμένη είτε το δει κανείς θετικά είτε αρνητικά με έντονα νεορεαλιστικά στοιχεία. Η δεκαετία του 60 ήταν άκρως παραγωγική για την ιρανική κινηματογραφική βιομηχανία ξεπερνώντας τα 70 φιλμ το χρόνο.
Πρώτα Δειλά Βήματα…Κινηματογραφώντας Βασιλιάδες(1920)
Ενώ στη Γαλλία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες, ο πρώιμος κινηματογράφος του 1900 στόχευε εξαρχής στη διασκέδαση του κοινού, στο Ιράν αντιπροσώπευε στιγμές και εικόνες της ζωής των Βασιλιάδων και της άρχουσας τάξης. Ήταν φυσική εξέλιξη, απ’ το γεγονός, πως οι πρώτοι κινηματογραφιστές ( πχ. Εμπραχίμ Ακασμπάσι) εργάζονταν μέσα στα βασιλικά ανάκτορα. Η πρώτη κινηματογραφική αίθουσα στο Ιράν δημιουργήθηκε στη Τεχεράνη το 1904, την ίδια στιγμή που στις Η.Π.Α ξεπερνούσαν ήδη τους 4 χιλιάδες κινηματογράφους. Μέχρι το 1930 η ανάπτυξη της 7ης τέχνης ήταν υποτυπώδης, ακολουθώντας το ίδιο μοτίβο και την ίδια θεματολογία.
Ο Εμπνευστής Οχανιάν και ο Συνεχιστής Σεπάντα (1930-1950)
Οι πρώτες βωβές ταινίες μεγάλου μήκους (Άμπι και Ράμπι, Χάντζι Άγκα) έγιναν το 1930 και 1932 από έναν πολυτάλαντο Ιρανό δημιουργό, με σπουδές κινηματογράφου στη Μόσχα, τον Οβάνες Οχανιάν. Η πρώτη ταινία έκοψε χιλιάδες εισιτήρια, αλλά η δεύτερη αποδείχθηκε παταγώδης εισπρακτική αποτυχία. Τα έργα αυτά -κωμωδίες χαρακτήρων-, αντανάκλαση της καθημερινότητας των Ιρανών, το ευρύ κοινό ήταν αδύνατο τότε, να αντιληφθεί αυτό το καινούργιο που γεννιέται, με αποτέλεσμα κι επόμενες ταινίες του Οχανιάν να έχουν την ίδια τύχη. Πρόλαβε και δημιούργησε τη πρώτη σχολή κινηματογράφου της χώρας, η οποία έδινε μεγαλύτερη έμφαση στην υποκριτική παρά στο τεχνικό κομμάτι. Άλλοι σημαντικοί σκηνοθέτες της εποχής ήταν ο Εμπραχίμ Μοράτι ( «Τα αδέλφια εκδικούνται» του 1932) και βέβαια η πρώτη μη βωβή ταινία των Αρτεσί Ιρανί και Αμπτολχοσείν Σεπάντα «The Lor Girl» του 1932. Το έργο αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία, γιατί για πρώτη φορά χρησιμοποιείται γυναίκα ηθοποιός σε πρωταγωνιστικό ρόλο όπως επίσης και τα έμμεσα πολιτικά μηνύματα για την εξουσία του μονάρχη Σάχη. Πρόκειται για τη παρακολούθηση της ζωής ενός μικρού κοριτσιού, που την απαγάγουν. Η ενηλικίωση της, ο μεγάλος της έρωτας και η απόφαση της να δραπετεύσει στη πιο προκλητική ταινία της εποχής. Σημαντική η συνεισφορά του Αμπτολχοσείν Σεπάντα, στη ραγδαία άνθηση του ιρανικού σινεμά( παρά το γεγονός πως τα γυρίσματα γίνονταν στην Ινδία) όπως και μερικών ακόμα κινηματογραφιστών του Εσμαίλ Κουσάν και του Φαροκί Γκαφαρί, που από τα μέσα της δεκαετίας του 30 μέχρι και τις αρχές του 50, οι ταινίες τους είχαν το στοιχείο του ανθρωπισμού, του πειραματισμού, της αφαίρεσης των θρησκευτικών διακρίσεων, αλλά και το πιο σημαντικό, της αναγνώρισης του ρόλου της γυναίκας σε μια χώρα τεράστιων διακρίσεων ανάμεσα στα δύο φύλα. Απαγορευόταν στις γυναίκες να πηγαίνουν σινεμά, το καθεστώς επέτρεψε στα μέσα της δεκαετίας του 30 να δημιουργηθεί στη Τεχεράνη κινηματογράφος μόνο για γυναίκες. Στη σημαντική φιλμογραφία της εποχής συγκαταλέγονται ερωτικές ιστορίες όπως το « Σιρίν και Φαρχάτ», ένα δράμα του 1937 τα « Μαύρα Μάτια» για έναν καταδικασμένο έρωτα, αλλά και μια ιστορία εφάμιλλη του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» με τίτλο « Λάιλι και Ματζουν». Μεγάλη εισπρακτική επιτυχία σημείωσε η βιογραφία ενός διάσημου ιρανού ποιητή ( Φερντόσι). Οι ταινίες αυτές σκηνοθετήθηκαν είτε από τον ίδιο τον Αμπτολχοσείν Σεπάντα ή από τους βοηθούς του. Η πλοκή των έργων συνήθως στηριζόταν σε τοπικούς μύθους, παραδόσεις και πραγματικά γεγονότα.
Μεταπολεμική Περίοδος, Ανάπτυξη και Πειραματισμός (1947- 1979)
Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος περιόρισε αισθητά τις τοπικές παραγωγές, αλλά αύξησε την εισαγωγή ταινιών από το εξωτερικό, κυρίως από Χόλιγουντ παραδόξως και από Ε.Σ.Σ.Δ. Από το 1947 άρχισε να δραστηριοποιείται η τοπική βιομηχανία, φτάνοντας μέσα σε λίγα χρόνια τις 30 ταινίες κάθε έτος. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε ένα νεοφερμένο πρόσωπο στον Εσμαίλ Κουσάν, με σπουδές στη Γερμανία, ο οποίος επιστρέφοντας στο Ιράν και ιδρύει εταιρεία παραγωγής. Τα πρώτα του έργα δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα. Το φιλμ « Πολυτάραχη ζωή» του 1948 που έθιγε το θεσμό του προικοσύμφωνου, και του γάμου χωρίς αγάπη, αναγνωρίστηκε η αξία του μεταγενέστερα, τότε αντιμετωπίστηκε απαξιωτικά από το κοινό. Ο Κουσάν συνέχισε να γυρίζει ταινίες, εστιασμένες πια στον έντονο μελοδραματισμό. Πλέον μια μερίδα του κόσμου, έχοντας να επιλέξει μια αμερικάνικη παραγωγή και ένα τοπικό μελόδραμα όπως αυτά του Κουσάν επέλεγε προφανώς το πρώτο. Τα δεδομένα δεν αλλάζουν αλλά η εμφάνιση των σκηνοθετών Φαροκί Γκαφαρί και του Εμπραχίμ Γκολεστάν δημιουργεί μια νέα κατάσταση. Τα έργα του πρώτου ( Νότια της Πόλης, Ουμπέρτο Δ’, Η νύχτα του καμπούρη) φέρνουν την αύρα από τον κοινωνικό ιταλικό νεορεαλισμό, με τις ανθρώπινες ιστορίες της καθημερινότητας, της φτώχειας της εργατιάς και του ανθρώπινου πόνου, δοσμένες ενίοτε με χιούμορ, δημιουργούν αίσθηση, και ξαφνικά παρατηρείται μαζική προσέλευση ιρανών στις αίθουσες. Από τότε το ιρανικό σινεμά βρήκε τη φυσιογνωμία του και η μετέπειτα πορεία του είναι συνυφασμένη είτε το δει κανείς θετικά είτε αρνητικά με έντονα νεορεαλιστικά στοιχεία. Η δεκαετία του 60 ήταν άκρως παραγωγική για την ιρανική κινηματογραφική βιομηχανία ξεπερνώντας τα 70 φιλμ το χρόνο.
Ένας χωρισμός 2011 του Ασγκάρ Φαραντί
Αριστουργηματικός, μοναδικής δεξιότητας συνδυασμός δράματος χαρακτήρων και κοινωνικής τοιχογραφίας. Χωρίς ίχνος καλλιτεχνικού φολκλόρ ή φωτογενούς μιζέριας, ο δημιουργός του "Τι Απέγινε η Έλι" περιγράφει με διεισδυτική ακρίβεια όλο το σύγχρονο κοινωνικό ιστό του Ιράν, αποτυπώνοντας τις διαπλεκόμενες σχέσεις του, τονίζοντας τις εγγενείς αντιφάσεις του και φέρνοντας στην επιφάνεια τις (πολιτικές από τη μία και ψυχολογικές από την άλλη) δυνάμεις που τον καθορίζουν. Όσκαρ και Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, Χρυσή Άρκτος καλύτερης ταινίας και Αργυρές αντρικής και γυναικείας ερμηνείας στο Φεστιβάλ Βερολίνου.
Αριστουργηματικός, μοναδικής δεξιότητας συνδυασμός δράματος χαρακτήρων και κοινωνικής τοιχογραφίας. Χωρίς ίχνος καλλιτεχνικού φολκλόρ ή φωτογενούς μιζέριας, ο δημιουργός του "Τι Απέγινε η Έλι" περιγράφει με διεισδυτική ακρίβεια όλο το σύγχρονο κοινωνικό ιστό του Ιράν, αποτυπώνοντας τις διαπλεκόμενες σχέσεις του, τονίζοντας τις εγγενείς αντιφάσεις του και φέρνοντας στην επιφάνεια τις (πολιτικές από τη μία και ψυχολογικές από την άλλη) δυνάμεις που τον καθορίζουν. Όσκαρ και Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, Χρυσή Άρκτος καλύτερης ταινίας και Αργυρές αντρικής και γυναικείας ερμηνείας στο Φεστιβάλ Βερολίνου.
Το Νέο Ιρανικό Ρεύμα από το 1968 Μέχρι Σήμερα
Η διαρκής ανάπτυξη του πολιτισμού στο Ιράν, δημιούργησε πληθώρα οργανισμών και ουσιαστικών υποδομών, όπου η τέχνη ξεπερνούσε τον ερασιτεχνικό τρόπο έκφρασης του παρελθόντος. Η δημιουργία σχολής καλών τεχνών και κινηματογράφου στο Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης έφερε κοντά τους καλλιτέχνες, που άρχισαν να προσεγγίζουν πιο ουσιαστικά διάφορα φαινόμενα, συμπεριφορές και τοπικές αντιλήψεις. Δηλαδή τη σύγκρουση της νεωτερικότητας με τη παράδοση. Η σεξουαλική απελευθέρωση, η βία, ο μεταβαλλόμενος ρόλος των γυναικών και η χειραφέτηση τους, ήταν το κίνητρο πρωτοεμφανιζόμενων σκηνοθετών που κατάφεραν να αποτυπώσουν αυτές τις αλλαγές να κάνουν αίσθηση και να βγάλουν το σινεμά του Ιράν από την απομόνωση. Προμετωπίδα ο σκηνοθέτης Νταριους Μεχρζουί « σύμβολο» του «Νέου Κύματος» στη χώρα του, ιδίως μέσα από την ταινία «Η αγελάδα» (1969) κι ο κωμικός παράλληλα και σκηνοθέτης Παρβίς Σειάντ(Dead End). Ο Άμπας Κιαροστάμι, ο Αλί Χαταμί, ο Μπαχράμ Μπειζαί, ο Αμιρ Ναντερί και άλλοι δέκα περίπου δημιουργοί, ξεπηδούν, επεκτείνουν τον προβληματισμό και καθιερώνουν το λεγόμενο «Ιρανικό Ρεύμα», μια από τις σημαντικότερες « τάσεις» του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Χαρακτηριστικά « Ιρανικού Ρεύματος»
Μερικά από τα χαρακτηριστικά του είναι όμοια με στοιχεία του παραδοσιακού ιρανικού σινεμά.
1.Κοινά στοιχεία με το παρελθόν
Α. Σενάρια εμπνευσμένα από αληθινές τοπικές ιστορίες
Β. Η επιλογή μη επαγγελματιών ηθοποιών και η ελευθερία του αυτοσχεδιασμού.
Γ. Έμφαση στον ανθρωπισμό, και στις κοινωνικές αξίες.
2. Διαφορές με το παρελθόν
Α. Η καθιέρωση μιας αλληγορικής και ποιητικής γλώσσας, για να αποφεύγεται ο σκόπελος της λογοκρισίας και να δίνεται και μια μικρή μη ρεαλιστική απεικόνιση.
Β. Λιγότερη χρήση διαλόγων και επικέντρωση στους χαρακτήρες, στις χειρονομίες, στα εσωτερικά τους χαρακτηριστικά, και στην αποξένωση τους από το κοινωνικό περιβάλλον.
Γ. Βελτίωση των τεχνικών χαρακτηριστικών κατά την κινηματογράφηση, υψηλότερη αισθητική στη φωτογραφία, στα κάδρα και στο μοντάζ.
Σύγχρονες σημαντικές ταινίες που αξίζει να δείτε
A Separation 2011, About Elly 2009, The Past 2013 (Farhadi)
No one Knows about Persian Cats (Ghobadi)
The Green Fire (Aslani) 2008
Shirin 2008, Five 2003, Ten 2002(Kiarostami)
Persepolis (Satrapi) 2007
Offside 2007, The Circle 2000(Panahi)
A Few Kilos of Dates for a Funeral 2006 (Salur)
At Five in the Afternoon 2002 (Makhmalbaf)
The Day I Became a Woman 2000 (Meshkini)
Children of Heaven, 1997 The Color of Paradise 1999 (Majid Majidi)
Under the Skin of the City 2005 (Rakhshan Bani-Etemad)
Η διαρκής ανάπτυξη του πολιτισμού στο Ιράν, δημιούργησε πληθώρα οργανισμών και ουσιαστικών υποδομών, όπου η τέχνη ξεπερνούσε τον ερασιτεχνικό τρόπο έκφρασης του παρελθόντος. Η δημιουργία σχολής καλών τεχνών και κινηματογράφου στο Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης έφερε κοντά τους καλλιτέχνες, που άρχισαν να προσεγγίζουν πιο ουσιαστικά διάφορα φαινόμενα, συμπεριφορές και τοπικές αντιλήψεις. Δηλαδή τη σύγκρουση της νεωτερικότητας με τη παράδοση. Η σεξουαλική απελευθέρωση, η βία, ο μεταβαλλόμενος ρόλος των γυναικών και η χειραφέτηση τους, ήταν το κίνητρο πρωτοεμφανιζόμενων σκηνοθετών που κατάφεραν να αποτυπώσουν αυτές τις αλλαγές να κάνουν αίσθηση και να βγάλουν το σινεμά του Ιράν από την απομόνωση. Προμετωπίδα ο σκηνοθέτης Νταριους Μεχρζουί « σύμβολο» του «Νέου Κύματος» στη χώρα του, ιδίως μέσα από την ταινία «Η αγελάδα» (1969) κι ο κωμικός παράλληλα και σκηνοθέτης Παρβίς Σειάντ(Dead End). Ο Άμπας Κιαροστάμι, ο Αλί Χαταμί, ο Μπαχράμ Μπειζαί, ο Αμιρ Ναντερί και άλλοι δέκα περίπου δημιουργοί, ξεπηδούν, επεκτείνουν τον προβληματισμό και καθιερώνουν το λεγόμενο «Ιρανικό Ρεύμα», μια από τις σημαντικότερες « τάσεις» του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Χαρακτηριστικά « Ιρανικού Ρεύματος»
Μερικά από τα χαρακτηριστικά του είναι όμοια με στοιχεία του παραδοσιακού ιρανικού σινεμά.
1.Κοινά στοιχεία με το παρελθόν
Α. Σενάρια εμπνευσμένα από αληθινές τοπικές ιστορίες
Β. Η επιλογή μη επαγγελματιών ηθοποιών και η ελευθερία του αυτοσχεδιασμού.
Γ. Έμφαση στον ανθρωπισμό, και στις κοινωνικές αξίες.
2. Διαφορές με το παρελθόν
Α. Η καθιέρωση μιας αλληγορικής και ποιητικής γλώσσας, για να αποφεύγεται ο σκόπελος της λογοκρισίας και να δίνεται και μια μικρή μη ρεαλιστική απεικόνιση.
Β. Λιγότερη χρήση διαλόγων και επικέντρωση στους χαρακτήρες, στις χειρονομίες, στα εσωτερικά τους χαρακτηριστικά, και στην αποξένωση τους από το κοινωνικό περιβάλλον.
Γ. Βελτίωση των τεχνικών χαρακτηριστικών κατά την κινηματογράφηση, υψηλότερη αισθητική στη φωτογραφία, στα κάδρα και στο μοντάζ.
Σύγχρονες σημαντικές ταινίες που αξίζει να δείτε
A Separation 2011, About Elly 2009, The Past 2013 (Farhadi)
No one Knows about Persian Cats (Ghobadi)
The Green Fire (Aslani) 2008
Shirin 2008, Five 2003, Ten 2002(Kiarostami)
Persepolis (Satrapi) 2007
Offside 2007, The Circle 2000(Panahi)
A Few Kilos of Dates for a Funeral 2006 (Salur)
At Five in the Afternoon 2002 (Makhmalbaf)
The Day I Became a Woman 2000 (Meshkini)
Children of Heaven, 1997 The Color of Paradise 1999 (Majid Majidi)
Under the Skin of the City 2005 (Rakhshan Bani-Etemad)
Το Παρελθόν, 2013 του Ασγκάρ Φαραντί
O Φαραντί επιστρέφει μετά το θρίαμβο του «Ενας Χωρισμός», με την πρώτη του ταινία σε γαλλικό έδαφος .Αριστοτεχνικά δομημένο οικογενειακό θρίλερ, στημένο πάνω στην αδυναμία προσέγγισης της ανθρώπινης αλήθειας. Θυμίζει έντονα το «Ένας Χωρισμός» του ίδιου σκηνοθέτη, προεκτείνει όμως την προβληματική του με μια αλά «Ρασομόν» δραματική πλοκή που συγκλονίζει. Βραβείο ερμηνείας στις Κάνες για μιαν αγνώριστη Μπερενίς Μπεζό («The Artist»). Είναι μαγικός ο τρόπος με τον οποίο ο Φαραντί μπορεί, με μικρές, σοφές λεπτομέρειες, να βουτήξει μέσα στην ψυχοσύνθεση των ηρώων του, είτε πρόκειται για μια γυναίκα που παλεύει να ευτυχήσει, είτε για μια έφηβη που νιώθει ότι δεν ανήκει πουθενά, είτε για έναν άντρα πνιγμένο στις ενοχές, είτε για μια μετανάστρια που απλώς θέλει να κρατήσει τη δουλειά της. Γιατί ο Φαραντί γνωρίζει καλά, ότι στη ζωή τα πράγματα δεν είναι άσπρο μαύρο.
O Φαραντί επιστρέφει μετά το θρίαμβο του «Ενας Χωρισμός», με την πρώτη του ταινία σε γαλλικό έδαφος .Αριστοτεχνικά δομημένο οικογενειακό θρίλερ, στημένο πάνω στην αδυναμία προσέγγισης της ανθρώπινης αλήθειας. Θυμίζει έντονα το «Ένας Χωρισμός» του ίδιου σκηνοθέτη, προεκτείνει όμως την προβληματική του με μια αλά «Ρασομόν» δραματική πλοκή που συγκλονίζει. Βραβείο ερμηνείας στις Κάνες για μιαν αγνώριστη Μπερενίς Μπεζό («The Artist»). Είναι μαγικός ο τρόπος με τον οποίο ο Φαραντί μπορεί, με μικρές, σοφές λεπτομέρειες, να βουτήξει μέσα στην ψυχοσύνθεση των ηρώων του, είτε πρόκειται για μια γυναίκα που παλεύει να ευτυχήσει, είτε για μια έφηβη που νιώθει ότι δεν ανήκει πουθενά, είτε για έναν άντρα πνιγμένο στις ενοχές, είτε για μια μετανάστρια που απλώς θέλει να κρατήσει τη δουλειά της. Γιατί ο Φαραντί γνωρίζει καλά, ότι στη ζωή τα πράγματα δεν είναι άσπρο μαύρο.
Περσέπολις , 2007 της Μαργιάν Σατραπί
Όποιοι ισχυρίζονται ότι το κινούμενο σχέδιο δεν μπορεί να είναι ένα συναρπαστικό μέσο για ενήλικους και παιδιά ταυτόχρονα, θα χάσουν κάθε επιχείρημα μπροστά στο "Περσέπολις". Όπως η σειρά των τεσσάρων τόμων κόμικ στο οποίο βασίζεται, αυτός ο αυτοβιογραφικός άθλος είναι απόλυτα προσβάσιμος και συγχρόνως υψηλή μορφή τέχνης. Η καθόλου ναρκισσιστική αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο της "ατίθασης" Μαρζάν Σατραπί, που ήταν 8 ετών όταν η Ισλαμική επανάσταση άλλαξε την Τεχεράνη στην οποία γεννήθηκε, αναδίδει έναν έντονο λυρισμό, που εκρήγνυται με στιγμές ανείπωτης γλύκας και απέραντης μελαγχολίας. Γενναιόδωρο, ανθρώπινο, αστείο και συγκινητικό, το "Περσέπολις" αποτελεί μια κινηματογραφική απόλαυση σε όλα τα επίπεδα. ΥΠΟΘΕΣΗ: Η εννιάχρονη Μάρτζι μεγαλώνει σε μια προοδευτική οικογένεια στην Τεχεράνη του '78, την περίοδο της ανατροπής του Σάχη και του θρησκευτικού φανατισμού της ισλαμικής επανάστασης. Με το ξέσπασμα του πολέμου Ιράν-Ιράκ, οι γονείς της την στέλνουν για σπουδές στη Βιέννη. Θα επιστρέψει στην πατρίδα της ύστερα από χρόνια, για να καταλήξει τελικά στο Παρίσι το 1994. Μέσα από την απλότητα των σκίτσων και τις φωνές των Κατρίν Ντενέβ, Ντανιέλ Νταριέ, Κιάρα Μαστρογιάνι, η ταινία κέρδισε το Βραβείο της επιτροπής στο Φεστιβάλ Κανών.
Όποιοι ισχυρίζονται ότι το κινούμενο σχέδιο δεν μπορεί να είναι ένα συναρπαστικό μέσο για ενήλικους και παιδιά ταυτόχρονα, θα χάσουν κάθε επιχείρημα μπροστά στο "Περσέπολις". Όπως η σειρά των τεσσάρων τόμων κόμικ στο οποίο βασίζεται, αυτός ο αυτοβιογραφικός άθλος είναι απόλυτα προσβάσιμος και συγχρόνως υψηλή μορφή τέχνης. Η καθόλου ναρκισσιστική αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο της "ατίθασης" Μαρζάν Σατραπί, που ήταν 8 ετών όταν η Ισλαμική επανάσταση άλλαξε την Τεχεράνη στην οποία γεννήθηκε, αναδίδει έναν έντονο λυρισμό, που εκρήγνυται με στιγμές ανείπωτης γλύκας και απέραντης μελαγχολίας. Γενναιόδωρο, ανθρώπινο, αστείο και συγκινητικό, το "Περσέπολις" αποτελεί μια κινηματογραφική απόλαυση σε όλα τα επίπεδα. ΥΠΟΘΕΣΗ: Η εννιάχρονη Μάρτζι μεγαλώνει σε μια προοδευτική οικογένεια στην Τεχεράνη του '78, την περίοδο της ανατροπής του Σάχη και του θρησκευτικού φανατισμού της ισλαμικής επανάστασης. Με το ξέσπασμα του πολέμου Ιράν-Ιράκ, οι γονείς της την στέλνουν για σπουδές στη Βιέννη. Θα επιστρέψει στην πατρίδα της ύστερα από χρόνια, για να καταλήξει τελικά στο Παρίσι το 1994. Μέσα από την απλότητα των σκίτσων και τις φωνές των Κατρίν Ντενέβ, Ντανιέλ Νταριέ, Κιάρα Μαστρογιάνι, η ταινία κέρδισε το Βραβείο της επιτροπής στο Φεστιβάλ Κανών.
Ο ΚΥΚΛΟΣ DAYEREH
Ιρανική ταινία, σκηνοθεσία Τζαφάρ Παναχί
Ο Κύκλος του πολυβραβευμένου Τζαφάρ Παναχί, αποτελεί μια συγκλονιστική μαρτυρία, για την ζωή των γυναικών στο Ιράν. Αυτή η ταινία, βραβευμένη με το Χρυσό Λιοντάρι στο Φεστιβάλ Βενετίας το 2000 και απαγορευμένη στο Ιράν, περιγράφει τις παράλληλες πορείες τριών γυναικών, στην αστυνομοκρατούμενη και ισλαμοκρατούμενη Τεχεράνη.
Ιρανική ταινία, σκηνοθεσία Τζαφάρ Παναχί
Ο Κύκλος του πολυβραβευμένου Τζαφάρ Παναχί, αποτελεί μια συγκλονιστική μαρτυρία, για την ζωή των γυναικών στο Ιράν. Αυτή η ταινία, βραβευμένη με το Χρυσό Λιοντάρι στο Φεστιβάλ Βενετίας το 2000 και απαγορευμένη στο Ιράν, περιγράφει τις παράλληλες πορείες τριών γυναικών, στην αστυνομοκρατούμενη και ισλαμοκρατούμενη Τεχεράνη.