Η Χεζμπολάχ (ή Κόμμα του Θεού), κίνημα που δημιουργήθηκε στη δεκαετία του ‘80, έγινε επισήμως κόμμα το 1985, σε μια περίοδο έντονης πολιτικής κρίσης, που καθοριζόταν από τον λιβανέζικο εμφύλιο πόλεμο και την κατάληψη του Λιβάνου από το Ισραήλ, το 1982, και μετά την εγκαθίδρυση της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, το 1979, σε περιφερειακό επίπεδο. Πρόκειται για ένα σιιτικό ισλαμικό φονταμενταλιστικό πολιτικό κίνημα που βρίσκει την ιδεολογική του πηγή άμεσα στον χομεϊνισμό και στη θεωρία του της «Βιλαγιάτ αλ-Φακίχ» (Θεωρία του ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη). Σύμφωνα με τη θεωρία αυτήν, οι θρησκευτικοί ηγέτες θα έπρεπε να κατέχουν την απόλυτη πολιτική εξουσία.
Η Χεζμπολάχ ρίζωσε στις λιβανέζικες περιοχές με συμπαγή σιιτικό πληθυσμό: στην Νταχιέ, στην «περιφέρεια» της Βηρυτού, στο νότο της χώρας ή ακόμα και στην περιοχή της Μπεκάα στα ανατολικά. Σε αυτές τις περιοχές είναι εκεί όπου η Χεζμπολάχ θεμελίωσε τη νομιμότητά της κάνοντας την ένοπλη αντίσταση κατά του Ισραήλ, επίκεντρο του σχεδίου της. Σιγά-σιγά, η Χεζμπολάχ έγινε ένας βασικός παράγοντας διασπώντας τη λιβανική και περιφερειακή σκηνή. Μερικοί, όπως η Σαουδική Αραβία και άλλες μοναρχίες του Κόλπου, την κατηγορούν ότι είναι τρομοκρατική οργάνωση. Άλλοι, αντίθετα, ιδιαίτερα η Συρία και το Ιράν, υποστηρίζουν ότι η Χεζμπολάχ είναι ουσιαστική για την αντίσταση κατά του κράτους του Ισραήλ. Το ίδιο πιστεύουν και πολλοί πανεπιστημιακοί καθώς και ορισμένα «αριστερά» ρεύματα στη Γαλλία και στην περιοχή του Λεβάντε.
Η πολιτική άνοδος της Χεζμπολάχ συμβαδίζει με τις στρατιωτικές της δυνατότητες, που τις απέκτησε στον λιβανικό εμφύλιο πόλεμο. Σύμφωνα με ένα άρθρο του 2015 της εφημερίδας Figaro, το Κόμμα του Θεού είναι σε θέση να εκτοξεύει 1.000 με 1.500 ρουκέτες ημερησίως εναντίον του Ισραήλ. Εξάλλου διαθέτει και μια κοινοβουλευτική δύναμη από τουλάχιστον 10 βουλευτές από τις πρώτες βουλευτικές εκλογές το 1992. Η Χεζμπολάχ επιβεβαίωσε εξάλλου την απήχησή της, κερδίζοντας πολλές δημοτικές εκλογές και ελέγχοντας πλέον τη μεγάλη πλειοψηφία των περιοχών με σιιτικό πληθυσμό στη χώρα.Η Χεζμπολάχ βασίζεται, τέλος, σε ένα ισχυρό δίκτυο από κοινωνικούς συνδέσμους και θεσμούς, εκπαιδευτικούς, φιλανθρωπικούς, καθώς και σε ένα πλατύ πολιτιστικό μηχανισμό, με υπηρεσίες στην ίδια τη βάση του κινήματος. Το δίκτυο αυτό κατά πολύ χρηματοδοτείται από το Ιράν, πράγμα που γίνεται ήδη από τις αρχές του κινήματος, διαδίδοντας ταυτόχρονα και την πολιτική του ιδεολογία. Η στήριξη της Τεχεράνης, σύμφωνα με διάφορες πηγές, πρέπει να είναι μεταξύ 100 και 400 εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως.Η Χεζμπολάχ παίρνει τα χρήματα αυτά απευθείας από τον ανώτατο ηγέτη της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, ο οποίος και έχει τον αποκλειστικό έλεγχο της κατανομής τους.
Στην αρχή η Χεζμπολάχ ρίζωσε στα πιο φτωχά σιιτικά κοινωνικά στρώματα του πληθυσμού. Αργότερα επεξέτεινε την κυριαρχία της και σε άλλες κοινωνικές τάξεις. Οι σιιτικές μεσαίες τάξεις και η σιιτική αστική τάξη του Λιβάνου και της διασποράς έχουν, πράγματι, αυξανόμενη επιρροή -ιδιαίτερα στη Βηρυτό- μέσα στο ισλαμικό κίνημα.Στα νότια περίχωρα της Βηρυτού, πολλά μέλη από τις πιο πλούσιες σιιτικές οικογένειες και οι περισσότεροι έμποροι έχουν ενταχθεί στην οργάνωση αυτήν, ενώ οι δραστηριότητες και οι θεσμοί του κόμματος (ιδιαίτερα αυτοί που συνδέονται με τον τουρισμό και την ψυχαγωγία) ικανοποιούν τις ανάγκες και προσφέρουν υπηρεσίες στους σιίτες των μεσαίων τάξεων.Ορισμένες εύπορες τάξεις, ισχυρές από τα διαθέσιμα κεφάλαιά τους ιδιαίτερα χάρη στα ιρανικά δίκτυα, αναπτύχθηκαν με αυτό τον τρόπο επενδύοντας ιδιαίτερα στα ακίνητα και στο εμπόριο, ευνοώντας την εγκαθίδρυση ενός σιιτικού στρώματος της αστικής τάξης -στο Λίβανο και στη διασπορά- που συνδέεται με το Κόμμα του Θεού.Από τον Ιούλιο του 2005 ως το Νοέμβριο του 2006, ο υπουργός της Χεζμπολάχ, Μουχαμάντ Φνεΐς, υπουργός τότε ενέργειας και νερού, προώθησε επίσης την ιδιωτικοποίηση του ηλεκτρισμού στο Λίβανο (EdL), υποστηρίζοντας ότι οι ιδιωτικές εταιρείες μπορούν να τροφοδοτούν το δίκτυο της κρατικής Ηλεκτρικής Εταιρείας του Λιβάνου.
Η Χεζμπολάχ επικρότησε την πράξη αυτή, με μια ανακοίνωση που μπορεί να την δει κανείς στην ιστοσελίδα Consultative Center for Studies and Documentation, που είναι το think tank του κόμματος. Και μάλιστα έκρινε ότι είναι ένα από τα θετικά των συμφωνιών του Παρισιού ΙΙΙ, με τα οποία μπορούν να ανακάμψουν τα δημόσια οικονομικά του Λιβάνου. Ωστόσο, η ιδιωτικοποίηση δεν βελτίωσε αναγκαστικά την κατάσταση των πιο φτωχών νοικοκυριών και των μισθωτών. Αντίθετα. Από τότε που η Χεζμπολάχ συμμετέχει στις διαδοχικές λιβανικές κυβερνήσεις, μετά το 2005, κανένας πρόσθετος πόρος δεν δόθηκε για την εκπαίδευση, την υγεία ή τους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας. Στις πολεοδομικές της πολιτικές, η Χεζμπολάχ προώθησε πολιτικές που ενθαρρύνουν τη συσσώρευση κεφαλαίου σε βάρος των πιο περιθωριακών κατοίκων. Επίσης η Χεζμπολάχ ενίσχυσε τις πελατειακές της σχέσεις στις αγροτικές περιοχές, όπως η κοιλάδα Μπεκάα, και μάλιστα επικρίθηκε για τις στενές της σχέσεις με επιχειρηματίες που ενεπλάκησαν σε υποθέσεις διαφθοράς, με το ίδιο το κόμμα να έχει κατηγορηθεί για αυτό.
Η ικανότητα δράσης του σιιτικού ισλαμικού λιβανέζικου κινήματος δεν σταμάτησε να αυξάνει στην περιοχή. Ήδη μετά την εισβολή στο Ιράκ των αμερικανικών και βρετανικών στρατευμάτων, το 2003, η Χεζμπολάχ έστειλε στρατιωτικούς της συμβούλους να δουλέψουν μαζί με φονταμενταλιστικές πολιτοφυλακές που συνδέονται με σιιτικές πολιτικές ισλαμικές ομάδες, κάτω από την καθοδήγηση των Ιρανών Φρουρών της επανάστασης.Πέραν της πάλης της εναντίον διαφόρων στρατευμάτων (σουνιτικών φονταμενταλιστικών, άλλων ιρακινών αντιπολιτευτικών δυνάμεων, και αμερικανικών και βρετανικών κατοχικών δυνάμεων) επιτέθηκε επίσης και εναντίον πολιτών (Σουνιτών) στο Ιράκ και συμμετείχε και στον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ 2005 και 2008 στο Ιράκ. Η πιο μαζική επέμβαση της Χεζμπολάχ ήταν, ωστόσο, η επέμβαση στη Συρία μετά τα τέλη του 2011 - αρχές του 2012, δίπλα στις στρατιωτικές δυνάμεις του καθεστώτος Άσαντ, για να καταπνίξουν το λαϊκό κίνημα.Οι μαχητές της Χεζμπολάχ στη Συρία υπολογίζεται ότι είναι μεταξύ 7.000 και 9.000 όπου συμπεριλαμβάνονται και μαχητές επίλεκτων δυνάμεων και ειδικοί σε τεχνολογίες, αλλά και έφεδροι. Η Χεζμπολάχ έχει επίσης εκπαιδεύσει πολιτοφυλακές που μάχονται υπέρ του συριακού καθεστώτος, ιδιαίτερα τις «λαϊκές επιτροπές» (Λιτζάν α-Σα’μπ’ιγια) ή και άλλες που συνδέονται πιο άμεσα με τη Χεζμπολάχ, όπως η Κουάτ α-Ρίδα, η οποία κατά πλειοψηφία αποτελείται από Σύριους σιιτικού θρησκεύματος, αλλά όχι αποκλειστικά. Μερικές μάλιστα πολιτοφυλακές έχουν υιοθετήσει το όνομα Χεζμπολλάχ φι Σουρίγια (Χεζμπολάχ της Συρίας) καθώς και την ιδεολογία των θρησκευτικών ηγετών. Πάντα με την υποστήριξη της Τεχεράνης, η αποστολή εξοπλισμού και ειδικών επέτρεψε την εκπαίδευση κάπου 10.000 με 20.000 πολιτοφυλακών υπέρ του Άσαντ στη Συρία.
Έως σήμερα, η Χεζμπολάχ συνεχίζει να προσφέρει κρίσιμη στήριξη στο στρατό του συριακού καθεστώτος και στις φιλικές του πολιτοφυλακές, δίπλα στις ιρανικές δυνάμεις και στην ρώσικη αεροπορία, σε όλο το συριακό έδαφος. Σύμφωνα με εκτιμήσεις (το Κόμμα δεν δημοσιεύσει επίσημους αριθμούς), κάπου 2.000 με 2.500 στρατιώτες της Χεζμπολάχ σκοτώθηκαν στη Συρία (και 7.000 είναι οι τραυματίες) από το 2011. Αυτές οι αναμείξεις της Χεζμπολάχ συνδέονται στενά με τα συμφέροντα του Ιράν, που σταθεροποιεί και επεκτείνει την περιφερειακή του επιρροή. Επίσης, εξηγεί και γιατί η στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Χεζμπολάχ και Ισραήλ -παρά τον πόλεμο του 2006, όταν το Ισραήλ εισέβαλε στο Λίβανο- δεν είναι η μόνη προτεραιότητα του λιβανέζικου κόμματος. Το τελευταίο επικεντρώνεται κυρίως στην ενίσχυση των συμφερόντων της Τεχεράνης, έως και μέσα στο Λίβανο, καθώς και στις επεμβάσεις του στη Συρία και το Ιράκ. Ορισμένοι από τους μαχητές και τους στρατιωτικούς ειδικούς της Χεζμπολάχ βρέθηκαν επίσης στην Υεμένη, υποστηρίζοντας τις δυνάμεις Χούθι, που υποστηρίζονται από το Ιράν. Ο στρατιωτικός μηχανισμός ασφάλειας της Χεζμπολάχ παραμένει έτσι κεντρικό στοιχείο για την ανάπτυξη του κόμματος και την πολιτική του εμβέλεια και για να αντιμετωπίσει κάθε απειλή που θα έπληττε τα συμφέροντά του. Με αυτό ως δεδομένο, για την ώρα προσπαθεί να κρατηθεί από ένα status quo στην πολιτική διακυβέρνηση του Λιβάνου, ούτως ώστε να εξασφαλίσει μια σχετική σταθερότητα, κρατώντας ταυτόχρονα μια ορισμένη κυριαρχία και έναν πολιτικό έλεγχο. Αλλά, σε μια περιοχή που έχει δει συνεχώς λαϊκές εξεγέρσεις μετά το 2011 και έντονες και γρήγορες πολιτικές αλλαγές, θα είναι όλο και πιο δύσκολο για την ηγεσία της Χεζμπολάχ να συνεχίσει να διακηρύσσει την στήριξή της στους «καταπιεσμένους όλου του κόσμου», συνεχίζοντας ταυτόχρονα να υπερασπίζεται τον λιβανέζικο νεοφιλελευθερισμό και τα αυταρχικά καθεστώτα, όπως στη Συρία και στο Ιράν.Οι κάτοικοι στις φτωχές συνοικίες σιιτών στην Χάι Σέλομ, στη Βηρυτό έχουν διαδηλώσει την διάθεσή τους, ότι «αρκετά», απέναντι σε μια Χεζμπολάχ που έχει σταματήσει να υπερασπίζεται τις καθημερινές κοινωνικές διεκδικήσεις και που περισσότερο ενδιαφέρεται να στείλει στρατιώτες στη Συρία. Ελλείψει πολιτικής εναλλακτικής προοπτικής, η λαϊκή βάση του Κόμματος του Θεού παραμένει για την ώρα πάντα διαθέσιμη να το υποστηρίξει, παρά τις αυξανόμενες εσωτερικές κριτικές. Αλλά τι θα γίνει όταν εμφανιστεί ένα δημοκρατικό πολιτικό κίνημα, κοινωνικό και δια-θρησκευτικό, που να απαντάει στα συμφέροντά της;