Το αριστούργημα του Χέρμαν Μέλβιλ δεν είναι απλώς η ιστορία του καπετάνιου Αχαάβ που γυρνάει στις θάλασσες για να σκοτώσει τη λευκή φάλαινα. Είναι το μεγάλο έπος της αμερικανικής λογοτεχνίας που στην καρδιά του περιέχει την αναμέτρηση του ανθρώπου με οτιδήποτε τον υπερβαίνει ή τον ξεπερνά.
Η ιστορία: Ο Ισμάηλ είναι ένας μοναχικός δάσκαλος, διευθυντής σε σχολείο, ο οποίος είχε βαρεθεί τη μονοτονία της καθημερινής ζωής. Το ονειρό του ήταν να φύγει από το Μανχάταν και να ταξιδεύσει ως ναυτικός σε φαλαινοθηρικό για να γνωρίσει εμπειρίες και καινούργιους ανθρώπους. Κάποια στιγμή το πήρε απόφαση και ξεκίνησε να ζήσει την περιπέτεια. Στη διαδρομή αυτή γνώρισε τον Κουίκιγκ. Ο Κουίκιγκ ήταν φαινομενικά ένας άγριος Ινδιάνος αλλά στην πραγματικότητα ήταν ένας καλός γιγαντόσωμος άνθρωπος. Έτσι ο δάσκαλος και ο Ινδιάνος έγιναν φίλοι. Και οι δυό μαζί ταξίδεψαν με το φαλαινοθηρικό Πίκονον. Στο πλοίο αυτό καπετάνιος ήταν ο Αχάμπ, ένας άντρας με μίσος για την λευκή φάλαινα γιατί εξαιτίας της είχε χάσει το ένα του πόδι. Αυτό όμως του θόλωνε το μυαλό και πολλές φορές έβαζε σε κίνδυνο το πλήρωμά του. Έτσι αγνόησε τις απειλητικές προειδοποιήσεις ενός μάντη ότι αν σκότωνε την λευκή φάλαινα θα πέθαναν όλοι. Τέλος, σε μια σκληρή αναμέτρηση με την άγρια φάλαινα το πλοίο άρχισε να βυθίζεται. Μοναδικός επιζών ήταν ο δάσκαλος Ισμαήλ που τον διέσωσε ένα άλλο πλοίο που μάζευε ορφανούς ανθρώπους!
Το πελώριο ταξίδι που πραγματοποιεί ο καπετάνιος Αχαάβ από το Μανχάταν έως τις ταραγμένες ιαπωνικές θάλασσες, εκφράζει το θαύμα της δύναμης του ανθρώπου, αυτού που γεννήθηκε για να μάχεται μέχρι τέλους οτιδήποτε τον υπερβαίνει και τον ξεπερνά. Η εμμονή με τη νίκη, για την ακρίβεια με τη νίκη του υπερβατικού, βρίσκεται στον πυρήνα του συγκλονιστικότερου βιβλίου της αμερικανικής λογοτεχνίας, Μόμπι-Ντικ ή η Φάλαινα του Χέρμαν Μέλβιλ . Εν προκειμένω, δεν μιλάμε για την απλή εξιστόρηση του ταξιδιού του καπετάνιου Αχαάβ και την άνιση μάχη του με το θηρίο αλλά για ένα αδιαφιλονίκητο εγχείρημα στην πορεία της αυτογνωσίας: προκειμένου ο αναγνώστης να αντιληφθεί τι είναι αυτό που τον βασανίζει και τον ξεπερνά, τι σημαίνει υπάρχον και υπέρτατο είναι, ποιοι είναι οι βαθύτεροι σκοποί της ομορφιάς, της γαλήνης και της οδύνης αρκεί να ξεφυλλίσει τις σελίδες του. Θα ανακαλύψει πως η εσωτερική ματιά, βαθιά ριζωμένη στη σαλεμένη ψυχή του Αχαάβ –αφού, οτιδήποτε ξεπερνά τα ανθρώπινα, συνορεύει αναγκαστικά με την τρέλα–, πασχίζει να χωρέσει μέσα της έναν παράδοξο κόσμο που τρέφεται από το ανοίκειο (τη φάλαινα ή οποιαδήποτε μορφή μπορεί να πάρει αυτό). Όποιο όραμα ή εφιάλτης έχει κατά καιρούς θρέψει τη σκέψη του αναγνώστη, σίγουρα υπάρχει σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό στις μυρωδιές, στις θεωρητικές ενατενίσεις και στις περιγραφές του Μόμπι-Ντικ – από τους λεπτομερείς ορισμούς των πλασμάτων της φύσης έως τη σπαραξικάρδια βοή της οδύνης.
Το βιβλίο κυκλοφόρησε πρώτα στην Αγγλία στις 18 Οκτωβρίου 1851 με τον τίτλο "Η Φάλαινα" και ένα μήνα αργότερα (14 Νοεμβρίου 1851) στις ΗΠΑ, με τον τίτλο "Μόμπι Ντικ ή Η Φάλαινα".
Αισθάνεσαι δέος όχι μόνο για το κυνήγι αλλά για όλο το πλήθος των πληροφοριών, λογοτεχνικών επιρροών και ιστορικών/ανθρωπολογικών στοιχείων που χειρίζεται με τόση επιδεξιότητα ο συγγραφέας, ο οποίος μετατρέπει το έργο στο σημαντικότερο στον σύγχρονο κανόνα, καθώς κι έναν επαρκή λόγο για να οριστεί και να επαναπροσδιοριστεί ο όρος Μεγάλο ή Σπουδαίο Αμερικανικό Μυθιστόρημα ). Απαντες έχουν έκτοτε να αναμετρηθούν αν όχι με την άσπρη φάλαινα, σίγουρα με τη λευκή σελίδα που τους υποδείκνυε το ατελεύτητο λογοτεχνικό μέγεθος του Μέλβιλ. Ορθώς ο κριτικός λογοτεχνίας και θεωρητικός Λόρενς Μπιούελ, στο πρόσφατο ανατρεπτικό του πόνημα με τη λευκή φάλαινα στο εξώφυλλο και με τον τίτλο Το όνειρο του Μεγάλου Αμερικανικού Μυθιστορήματος, γράφει πως «Ο Μόμπι-Ντικ δεν χρειάζεται πλέον καμία ανάλυση, καμία προάσπιση ή αναφορά», καθώς είναι το αυτεξούσιο μυθιστόρημα, το μέτρο όλων των αμερικανικών αφηγήσεων – και όχι μόνο. Ίσως αυτό να αιτιολογείται και με τον τρόπο που ο Μόμπι-Ντικ διαπέρασε το θεωρητικό, λογοτεχνικό και φιλοσοφικό corpus σε κάθε περίοδο και τάση: από τον Ντ.Χ. Λόρενς, ο οποίος ήταν και ο πρώτος που τόνισε τη σπουδαιότητα του υποτιμημένου μέχρι τότε αριστουργήματος του Μέλβιλ, έως τους Ντελέζ-Γκουαταρί, που επέλεξαν τη μορφή του Αχαάβ για να ξεκινήσουν το Τι είναι η φιλοσοφία; τους αλλά και τον δικό μας Ανδρέα Εμπειρίκο, που μνημόνευσε πολλαπλά τη σκιά της τεράστιας φάλαινας στους λιτούς, απέριττους στίχους του. Χιλιάδες, επίσης, τα διδακτορικά και οι παραπομπές στον συμβολισμό του Μόμπι-Ντικ: εύλογα αντιλαμβάνεται κανείς γιατί το δίδυμο Μπάαντερ-Μάινχοφ επικαλέστηκε το συγκεκριμένο έργο του Μέλβιλ για να μιλήσει για την ανοίκεια αναμέτρησή με τον δικό τους Λεβιάθαν.
Ο «Μόμπι Ντικ» δεν είναι μόνο μια συναρπαστική ναυτική περιπέτεια, αλλά ένα φιλοσοφικό δοκίμιο για τη φύση του καλού και του κακού, για τον άνθρωπο και τη μοίρα του. Συν τοις άλλοις, είναι ένα εγκυκλοπαιδικό μυθιστόρημα, που δίνει στον αναγνώστη πληθώρα πληροφοριών για τη ζωή στη θάλασσα και τη φαλαινοθηρία.
Η πηγή έμπνευσης ήταν το πλοίο «Έσσεξ» που είχε βυθιστεί το 1820 από μια φάλαινα φυσητήρα και τον καπετάνιο του Τζορτζ Πόλαρντ Τζούνιορ, που λένε ότι ενέπνευσε τη μορφή του Αχαάβ. Ο Ισμαήλ, ο αφηγητής του Μόμπι-Ντικ, μένει εν τέλει ζωντανός για να αφηγηθεί τις περιπέτειες αυτού του σαλεμένου καπετάνιου με το φιλντισένιο πόδι, που δεν πτοείται ούτε από τις ατυχίες και τις φουρτούνες, ούτε όταν τα μέλη του πληρώματός του κείτονται νεκρά, ούτε όταν ο υποπλοίαρχος Στάρμπακ τον προειδοποιεί πως τα βαρέλια στο αμπάρι παρουσιάζουν διαρροή. Όλα τα σημάδια δείχνουν ότι ο Αχαάβ πρέπει να εγκαταλείψει τον αγώνα του και τα διαλυμένα φαλαινοθηρικά που βρίσκει στο διάβα του τον προειδοποιούν για το τι παθαίνει ακριβώς όποιος τα βάζει μέχρι τέλους με το τέρας. Τα μέλη του πληρώματος πεθαίνουν το ένα μετά το άλλο (άκρως συγκινητική η σκηνή του θανάτου του φίλου του Ισμαήλ, Κουίκουεγκ, και με το φέρετρό του να κατασκευάζεται από ξύλα φερμένα από τα αρχέγονα άλση των νησιών Λακαντέι), όταν όλα δείχνουν πως το «μαύρο νεκροσέντονο τύλιξε πάλι το Πίκουοντ και κάθε ψυχή πάνω στα καταστρώματά του». Αλλά ο καπετάνιος, απτόητος, ένας τρελός που δεν έχει πια επαφή με το σύμπαν, κρυώνει το καμάκι του στο αίμα των νεκρών του πληρώματος και συνεχίζει: «Όπως το αβασίλευτο πολικό αστέρι σε όλη τη διάρκεια της αρκτικής νύχτας, για έξι ολόκληρους μήνες διατηρεί το διαπεραστικό και σταθερό του φως που αποτελεί το κέντρο της, το ίδιο ακριβώς σταθερά ακτινοβολούσε και ο σκοπός που είχε βάλει ο Αχαάβ στο μόνιμο σκοτάδι της ψυχής του μελαγχολικού πληρώματος». Το μόνο που μετράει είναι η «ταντάλεια», όπως την περιγράφει ο Μέλβιλ, παρουσία του εχθρού και η μνημειώδης μάχη μαζί του που μετατρέπει το μυθιστόρημα σε ένα ανυπέρβλητο έπος γραμμένο πάνω στα ταραγμένα κύματα.
Ο αληθινός «Μόμπι Ντικ»
Στην ιστορία των θαλασσών ελάχιστοι ναυτικοί υπήρξαν πιο άτυχοι από τον Τζορτζ Πόλαρντ. Ο Πόλαρντ ήταν κυβερνήτης του φαλαινοθηρικού «Εσεξ», που το 1820 δέχθηκε επίθεση και βυθίστηκε από οργισμένη φάλαινα στον Ειρηνικό, προσφέροντας την έμπνευση στον Χέρμαν Μέλβιλ για το μυθιστόρημά του «Μόμπι Ντικ». Αντίθετα, όμως, από τον καπετάνιο Αχαμπ και τον Ισμαήλ, η ιστορία του Πόλαρντ δεν τελειώνει εδώ. Μετά τη βύθιση του «Εσεξ», ο φαλαινοθήρας από το Ναντάκετ της Μασαχουσέτης μαζί με το πλήρωμά του επέπλευσαν σε σχεδία για τρεις μήνες στον Ειρηνικό, αντιμετωπίζοντας τον θάνατο και την τρέλα και καταφεύγοντας στον κανιβαλισμό για να επιβιώσουν (ο Πόλαρντ έφαγε τον εξάδελφό του). Παρά τις περιπέτειές του αυτές, ο Πόλαρντ επέζησε και εξασφάλισε μάλιστα τη διοίκηση νέου φαλαινοθηρικού πλοίου, του «Δύο Αδέλφια». Η τύχη του αρνήθηκε, όμως, να αλλάξει και ο Πόλαρντ ναυάγησε για μία ακόμη φορά με το νέο σκάφος. Επιστημονική ομάδα της ομοσπονδιακής υπηρεσίας ωκεανογραφικών μελετών των ΗΠΑ (ΝΟΑΑ) ανακοίνωσε χθες ότι εντόπισε και εξερεύνησε το ναυάγιο του «Δύο Αδέλφια». Το φαλαινοθηρικό βρέθηκε στον Υφαλο της Γαλλικής Φρεγάτας, επικίνδυνη για τη ναυσιπλοΐα ατόλη 600 ναυτικά μίλια ΒΔ της Χαβάης. Τα ευρήματα από το ναυάγιο περιλαμβάνουν αιχμές από καμάκια και τρεις άθικτες άγκυρες.
Είναι η πρώτη φορά που εντοπίζεται ναυάγιο φαλαινοθηρικού του Ναντάκετ, της αρμάδας τέτοιων σκαφών που όργωναν τις θάλασσες τον 19ο αιώνα, όταν το μικρό νησί της Μασαχουσέτης είχε αναδειχθεί σε διεθνή πρωτεύουσα της φαλαινοθηρίας. «Τα ευρήματα από φαλαινοθηρικά είναι ελάχιστα, καθώς τα περισσότερα βυθίστηκαν στην ανοιχτή θάλασσα και συνήθως σε κλιματικά αντίξοες περιοχές», λέει ο Μπεν Σάιμονς, πρόεδρος της ιστορικής λέσχης του Ναντάκετ. Το «Δύο Αδέλφια», που ταξίδευε με προορισμό τη θάλασσα της Ιαπωνίας, μετά την εξάντληση των αποθεμάτων φαλαινών στον Ατλαντικό και σε τμήματα του Νοτίου Ειρηνικού, βυθίστηκε στις 11 Φεβρουαρίου 1823 ανοικτά της Γαλλικής Φρεγάτας. Οι ύφαλοι αυτοί, που δεν είχαν χαρτογραφηθεί επαρκώς την εποχή εκείνη, ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνοι, ενώ τη νύχτα της βύθισης του «Δύο Αδέλφια» ο Πόλαρντ δεν μπορούσε να βασιστεί στα άστρα, λόγω της έντονης νέφωσης. Το ναυάγιο εντοπίσθηκε χάρη στα μεγάλα σκουριασμένα καζάνια, όπου το πλήρωμα έβραζε το λίπος της φάλαινας για να φτιάξει λάδι. Η φαλαινοθηρία ήταν αποτρόπαιη, τόσο για τις φάλαινες, που αλιεύθηκαν μέχρι εξαφάνισης, όσο και για τα κακοπληρωμένα πληρώματα των φαλαινοθηρικών. Μετά το ναυάγιο του «Δύο Αδέλφια», ο Πόλαρντ επέστρεψε στο Ναντάκετ, όπου γνώρισε τον πρώην φαλαινοθήρα και τότε τελωνειακό Μέλβιλ το 1860. Ο Μέλβιλ δεν γνώρισε συγγραφική φήμη παρά λίγα χρόνια πριν από τον θάνατό του το 1891, ενώ έγινε φίλος με τον Πόλαρντ, που πέθανε το 1870 στο αγαπημένο του Ναντάκετ.
Στην ιστορία των θαλασσών ελάχιστοι ναυτικοί υπήρξαν πιο άτυχοι από τον Τζορτζ Πόλαρντ. Ο Πόλαρντ ήταν κυβερνήτης του φαλαινοθηρικού «Εσεξ», που το 1820 δέχθηκε επίθεση και βυθίστηκε από οργισμένη φάλαινα στον Ειρηνικό, προσφέροντας την έμπνευση στον Χέρμαν Μέλβιλ για το μυθιστόρημά του «Μόμπι Ντικ». Αντίθετα, όμως, από τον καπετάνιο Αχαμπ και τον Ισμαήλ, η ιστορία του Πόλαρντ δεν τελειώνει εδώ. Μετά τη βύθιση του «Εσεξ», ο φαλαινοθήρας από το Ναντάκετ της Μασαχουσέτης μαζί με το πλήρωμά του επέπλευσαν σε σχεδία για τρεις μήνες στον Ειρηνικό, αντιμετωπίζοντας τον θάνατο και την τρέλα και καταφεύγοντας στον κανιβαλισμό για να επιβιώσουν (ο Πόλαρντ έφαγε τον εξάδελφό του). Παρά τις περιπέτειές του αυτές, ο Πόλαρντ επέζησε και εξασφάλισε μάλιστα τη διοίκηση νέου φαλαινοθηρικού πλοίου, του «Δύο Αδέλφια». Η τύχη του αρνήθηκε, όμως, να αλλάξει και ο Πόλαρντ ναυάγησε για μία ακόμη φορά με το νέο σκάφος. Επιστημονική ομάδα της ομοσπονδιακής υπηρεσίας ωκεανογραφικών μελετών των ΗΠΑ (ΝΟΑΑ) ανακοίνωσε χθες ότι εντόπισε και εξερεύνησε το ναυάγιο του «Δύο Αδέλφια». Το φαλαινοθηρικό βρέθηκε στον Υφαλο της Γαλλικής Φρεγάτας, επικίνδυνη για τη ναυσιπλοΐα ατόλη 600 ναυτικά μίλια ΒΔ της Χαβάης. Τα ευρήματα από το ναυάγιο περιλαμβάνουν αιχμές από καμάκια και τρεις άθικτες άγκυρες.
Είναι η πρώτη φορά που εντοπίζεται ναυάγιο φαλαινοθηρικού του Ναντάκετ, της αρμάδας τέτοιων σκαφών που όργωναν τις θάλασσες τον 19ο αιώνα, όταν το μικρό νησί της Μασαχουσέτης είχε αναδειχθεί σε διεθνή πρωτεύουσα της φαλαινοθηρίας. «Τα ευρήματα από φαλαινοθηρικά είναι ελάχιστα, καθώς τα περισσότερα βυθίστηκαν στην ανοιχτή θάλασσα και συνήθως σε κλιματικά αντίξοες περιοχές», λέει ο Μπεν Σάιμονς, πρόεδρος της ιστορικής λέσχης του Ναντάκετ. Το «Δύο Αδέλφια», που ταξίδευε με προορισμό τη θάλασσα της Ιαπωνίας, μετά την εξάντληση των αποθεμάτων φαλαινών στον Ατλαντικό και σε τμήματα του Νοτίου Ειρηνικού, βυθίστηκε στις 11 Φεβρουαρίου 1823 ανοικτά της Γαλλικής Φρεγάτας. Οι ύφαλοι αυτοί, που δεν είχαν χαρτογραφηθεί επαρκώς την εποχή εκείνη, ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνοι, ενώ τη νύχτα της βύθισης του «Δύο Αδέλφια» ο Πόλαρντ δεν μπορούσε να βασιστεί στα άστρα, λόγω της έντονης νέφωσης. Το ναυάγιο εντοπίσθηκε χάρη στα μεγάλα σκουριασμένα καζάνια, όπου το πλήρωμα έβραζε το λίπος της φάλαινας για να φτιάξει λάδι. Η φαλαινοθηρία ήταν αποτρόπαιη, τόσο για τις φάλαινες, που αλιεύθηκαν μέχρι εξαφάνισης, όσο και για τα κακοπληρωμένα πληρώματα των φαλαινοθηρικών. Μετά το ναυάγιο του «Δύο Αδέλφια», ο Πόλαρντ επέστρεψε στο Ναντάκετ, όπου γνώρισε τον πρώην φαλαινοθήρα και τότε τελωνειακό Μέλβιλ το 1860. Ο Μέλβιλ δεν γνώρισε συγγραφική φήμη παρά λίγα χρόνια πριν από τον θάνατό του το 1891, ενώ έγινε φίλος με τον Πόλαρντ, που πέθανε το 1870 στο αγαπημένο του Ναντάκετ.