Τα βιβλία που ο κόσμος αποκαλεί ανήθικα είναι τα βιβλία που δείχνουν στον κόσμο τη δική του αισχρότητα.
Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ είναι το μοναδικό δημοσιευμένο μυθιστόρημα του Όσκαρ Ουάιλντ, το οποίο κυκλοφόρησε στο μηνιαίο περιοδικό Lippincott's Monthly Magazine στις 20 Ιουνίου 1890, για το τεύχος Ιουλίου του ίδιου έτους. Οι εκδότες του περιοδικού, φοβούμενοι την ανηθικότητα του μυθιστορήματος, λογόκριναν το έργο και αφαίρεσαν περί τις 500 λέξεις πριν την δημοσίευση, χωρίς να ενημερώσουν τον Ουάιλντ. Ακόμα κι έτσι όμως, το έργο κατάφερε να εξοργίσει το βρετανικό κοινό, οδηγώντας μέχρι και σε κραυγές για δίωξη του συγγραφέα για προσβολή της Βικτωριανής ηθικής. Η άμεση απάντηση του Ουάιλντ σε αυτό ήταν μια σειρά από επιθετικές επιστολές-απαντήσεις στον Τύπο της εποχής. Εν συνεχεία ο Ουάιλντ αναθεώρησε την ιστορία για να την εκδώσει σε βιβλίο, προχωρώντας σε σημαντικές αλλαγές, διαγράφοντας αμφιλεγόμενα αποσπάσματα και προσθέτοντας καινούργια κεφάλαια καθώς και μια εισαγωγή ποτισμένη με αφορισμούς και σαρκασμό, η οποία έχει γίνει έκτοτε διάσημη ως αυτόνομο κείμενο. Η τροποποιημένη έκδοση του βιβλίου κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ward Lock & Co τον Απρίλιο του 1891. Μερικοί μελετητές όμως θεωρούν ανώτερο το αρχικό μυθιστόρημα που είχε δημοσιευτεί στο Lippincott's
Στο Λονδίνο, η εφημερίδα «Daily Chlonicle», χαρακτήρισε την ιστορία «ακάθαρτη», «δηλητηριώδη»και «γεμάτη από τις αποπνικτικές οσμές της ηθικής και πνευματικής σήψης». Η «St. James Gazette», την έκρινε ως «βρώμικη» και «αηδιαστική» ενώ πρότεινε να διωχθεί ο συγγραφέας. Υπάρχει ένα μόνο πράγμα χειρότερο από το να μιλάνε για σένα κι αυτό είναι να μη μιλάνε για σένα. Πιο δυσοίωνη ήταν μια σύντομη αναφορά στον «Scots Observer», σύμφωνα με την οποία, παρόλο που «ο Ντόριαν Γκρέι» ήταν ένα έργο υψηλής λογοτεχνικής ποιότητας, διαπραγματευόταν «θέματα που άπτονται μόνο στο Τμήμα Εγκληματικών Ερευνών ή σε μια ακρόαση κεκλεισμένων των θυρών», καθώς και ότι θα ήταν ενδιαφέρον κυρίως για τους «εκτός νόμου ευγενείς και διαστρεμμένα αγόρια που μεταφέρουν τηλεγραφήματα» - ένας υπαινιγμός για το πρόσφατο τότε σκάνδαλο της Cleveland Street για έναν ανδρικό οίκο ανοχής στο Λονδίνο. Σε πέντε χρόνια από τότε, στις 25 Μαΐου του 1895, ο Ουάιλντ βρέθηκε αντιμέτωπος με την καταδίκη για «διάπραξη άσεμνων πράξεων με ορισμένους άνδρες». Ο σάλος που προκλήθηκε δεν προκαλεί έκπληξη: Κανένα έργο της κυρίαρχης αγγλόφωνης μυθιστοριογραφίας δεν είχε έρθει τόσο κοντά στο να εκφράσει ανοιχτά την ομοφυλοφιλική επιθυμία. Οι πρώτες σελίδες, λίγες αμφιβολίες αφήνουν ότι ο Basil Hallward, ο ζωγράφος του πορτραίτου του Ντόριαν Γκρέι, είναι ερωτευμένος με το «θέμα» του. Μόλις ο Ντόριαν ανακαλύπτει τις θεϊκές του δυνάμεις, προχωρά σε διάφορες ειδεχθείς πράξεις, συμπεριλαμβανομένης και της δολοφονίας. Όμως για τις βικτοριανές ευαισθησίες η πιο ανείπωτα έκνομη πράξη του θα ήταν ότι διέφθειρε νέους άνδρες. Στις δίκες εναντίον του Όσκαρ Ουάιλντ το 1895, οι αντίπαλοι δικηγόροι διάβασαν φωναχτά αποσπάσματα από τον «Ντόριαν Γκρέι», αποκαλώντας το «σοδομιτικό βιβλίο». Ο Ουάιλντ φυλακίστηκε, όχι γιατί αγαπούσε ερωτικά νέους άνδρες αλλά επειδή έδειξε αυτή του την επιθυμία, και ο «Ντόριαν Γκρέι» έγινε το κυρίαρχο έκθεμα της «ξεδιαντροπιάς» του για την κοινωνία της εποχής. Ο Όσκαρ Ουάιλντ πέθανε στις 30 Νοεμβρίου του 1900, σε ένα υποβαθμισμένο ξενοδοχείου στο Παρίσι, σε ηλικία 46 ετών. Σχεδόν μέσα σε μια νύχτα, ένας θρύλος γεννήθηκε: Ουάιλντ ο μάρτυρας της ομοφυλοφιλίας, Ουάιλντ ο ηθικός επαναστάτης. Ένα εκκολαπτόμενο κίνημα δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων τον «αγκάλιασε» ως ήρωα που περιφρονήθηκε. Είναι λυπηρό να το σκέφτεται κανείς, αλλά η μεγαλοφυΐα διαρκεί περισσότερο από την ομορφιά. Όταν ο Graig Rodwell, το 1967, άνοιξε ένα γκέι και λεσβιακό βιβλιοπωλείο στη Νέα Υόρκη, το ονόμασε «The Oscar Wilde Memorial Bookshop» και μετά τις ταραχές στο Stonewall το 1969 ο Rodwell χρησιμοποίησε τη λίστα διευθύνσεων του βιβλιοπωλείου για να βοηθήσει να οργανωθεί η πρώτη παρέλαση υπερηφάνειας. «Για τον κόσμο φαίνομαι, από δική μου πρόθεση, ένας ερασιτέχνης καλλιτέχνης και απλώς ένα δανδής- δεν είναι σοφό να δείχνει κανείς την καρδιά του στον κόσμο»,έγραψε κάποτε ο Ουάιλντ. Ο αισθητισμός του Ουάιλντ, η φανατική του λατρεία για την ομορφιά, ήταν ίσως το πιο βαθύ και πιο μόνιμο από τα πάθη του. Ίσως μονάχα η απειλή της δίωξης να τον εμπόδισε από το να εκφράσει ελεύθερα τη δική του σεξουαλικότητα στο έργο του. Το άσχημο τέλος του «Ντόριαν Γκρέι» -που μαχαιρώνει σε παροξυσμό το πορτραίτο του- δείχνει έναν άντρα που χάνει τη μάχη με τη δημόσια εικόνα του.
Πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο Ντόριαν Γκρέυ (Dorian Gray), ένας νεαρός του οποίου το πορτραίτο ζωγραφίζει ο Μπάζιλ Χόλγουορντ (Basil Hallward). Ο Μπάζιλ γοητεύεται από την ομορφιά του νέου και σύντομα ξελογιάζεται μαζί του, θεωρώντας τον Ντόριαν υπεύθυνο για μια νέα κατεύθυνση στην τέχνη του. Τότε όμως, ο Ντόριαν συναντά τον Λόρδο Χένρυ Γουότον (Lord Henry Wotton), φίλο του ζωγράφου, και σαγηνεύεται από την φανταχτερή προσωπικότητά του και την κοσμοθεωρία του. Πιστός στις ιδέες του περί νέου ηδονισμού, ο Λόρδος Χένρυ θεωρεί ότι το μόνο πράγμα στην ζωή άξιο αναζήτησης είναι η Ομορφιά και η ολοκλήρωση των αισθήσεων. Συνειδητοποιώντας ότι μια μέρα η ομορφιά του θα χαθεί, ο Ντόριαν εκφράζει, περιπαικτικά, την επιθυμία του να πουλήσει την ψυχή του με αντάλλαγμα το πορτραίτο που φιλοτέχνησε ο Μπάζιλ να γεράσει αντί εκείνου. Η ευχή του Ντόριαν εκπληρώνεται, και καθώς ο νεαρός βυθίζεται όλο και περισσότερο σε μία έκλυτη ζωή ακολασίας στο κυνήγι των αισθήσεων, το πορτραίτο εξυπηρετεί ως μία διαρκής υπενθύμιση του αντίκτυπου που έχει κάθε πράξη στην ψυχή, με το κάθε αμάρτημα να παρουσιάζεται είτε ως παραμόρφωση της σιλουέτας του είτε ως σημάδι γήρανσης. Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ θεωρείται ότι ανήκει στην κλασσική Γοτθική λογοτεχνία με έντονο Φαουστικό θέμα. Σε ένα γράμμα του, ο Ουάιλντ παραδέχτηκε ότι οι πρωταγωνιστές είναι εκδοχές του εαυτού του: «ο Μπάζιλ Χόλγουορντ είναι το τι νομίζω πως είμαι· ο Λόρδος Χένρυ αυτό που νομίζει ο κόσμος για μένα· ο Ντόριαν αυτό που θα ήθελα να ήμουν - κάποτε, ίσως»
"Το Πορτρέτο Του Ντόριαν Γκρέι", , είναι ένα ανορθόδοξο δράμα εποχής μέσα από το οποίο παρουσιάζονται με προκλητικό τρόπο τα ανθρώπινα πάθη, οι αδυναμίες και οι εμμονές που οδηγούν σε συμπεριφορές ακραίες, ίσως και παραβατικές, σε πράξεις και αποφάσεις που όχι μόνο επηρεάζουν και καταστρέφουν τις ζωές των άλλων, αλλά και τις δικές μας, διαλύοντας αργά αλλά σταδιακά κάθε τι καλό, κάθε τι που μπορεί να σώσει και να σωθεί. Περισσότερο από κάθε τι άλλο, μέσα από την ιστορία αυτή, βάλλεται η ανθρώπινη ηθική και οι αξίες. Πόσο αθώος μπορεί να μείνει ο άνθρωπος μπροστά στο δέλεαρ της αιώνιας ομορφιάς και νιότης; Πόσο έτοιμος μπορεί να είναι να δεχτεί την αθανασία; Πόσο μπορεί να ζήσει χωρίς ψυχή αφού την έχει θυσιάσει στον βωμό της ακολασίας και της ασυδοσίας; Πολλά τα ερωτήματα, πολλές οι απαντήσεις, περισσότεροι όλων όμως οι προβληματισμοί. Ο Ντόριαν αποτελεί αρχικά το αψεγάδιαστο δείγμα του νέου ανθρώπου με προοπτικές τόσο μεγάλες που είναι ικανές να φέρουν ολόκληρο τον κόσμο στα πόδια του. Δεν έχει μόνο ένα όμορφο και γοητευτικό παρουσιαστικό αλλά και μια καθαρή ψυχή. Μια ψυχή όμως που επιλέγει να θυσιάσει, ορμώμενος από φαιδρά συναισθήματα και ανίερες σκέψεις, από έναν παρορμητισμό που ναι μεν χαρακτηρίζει την νιότη, αλλά που μπορεί την ίδια στιγμή να την παρασύρει και να την ρουφήξει η άβυσσος. Πουλάει την ψυχή του στο διάολο χωρίς να αναλογίζεται ότι η επιλογή του αυτή θα φέρει μαζί της δυσβάσταχτες συνέπειες. Γι’ αυτόν, άλλωστε, σύμφωνα με τα όσα τον δασκαλέψανε, δεν έχει σημασία τίποτα άλλο παρά το φαίνεσθαι, η εικόνα, ακόμα κι αν είναι απλά η αντανάκλαση ενός εικονικού καθρέπτη. Με την ομορφιά του κι έναν τίτλο ευγενείας μπορεί να έχει όλο τον κόσμο δικό του, όργανό του, κλεισμένο στην παλάμη του, να τον ελέγχει και να χειραγωγεί ανθρώπους κατά πως εκείνον τον ικανοποιεί.
Όμως ο Ντόριαν παρασύρεται όλο και πιο βαθιά στα σκοτεινά άδυτα της ακολασίας. Το φαίνεσθαι στον κύκλο του είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που πίστευε, και η αλήθεια που κρύβεται κάτω από το αριστοκρατικό, εκλεπτυσμένο και ευγενικό προσωπείο του, πολύ πιο αδυσώπητη και διεφθαρμένη. Και όσο το πρόσωπό του δεν αλλοιώνεται, τόσο αλλοιώνεται η ψυχή του και παραδίδεται όλο και πιο πολύ στα σκοτάδια της ανυπαρξίας. Και τα σημάδια της εσωτερικής αυτής αλλοίωσης μπορεί να μην φαίνονται πάνω στο πρόσωπο και το σώμα του, αλλά μεταφέρονται στο πορτρέτο του εκείνο που αποτελεί αντανάκλαση του παλιού του εαυτού που άξιζε να αγαπηθεί, στο πορτρέτο εκείνο που του έδωσε έναυσμα να πουληθεί με όφελος την αιώνια νιότη, πριν να γίνει αυτός αυτός που έμελλε να γίνει. Πόσο βάρος, όμως, μπορεί να αντέξει η ψυχή ενός ανθρώπου; Πόσο μπορεί να αντέξει ο ίδιος ο άνθρωπος συνειδητοποιώντας το δράμα και την φθορά που εκείνος την καταδίκασε; Πόση τραγικότητα μπορείς να συγχωρήσεις στον εαυτό σου όταν καλείσαι να πληρώσεις για τις αμαρτίες σου που πολλές φορές στοίχισαν σε άλλους;