Περισσότερο ένα σπαγγέτι γουέστερν ντυμένο με τα χρώματα του Β’ Παγκοσμίου και μια ευφάνταστη αλληγορία (οι Αμερικάνοι σώζουν το ευρωπαϊκό σινεμά από τη ναζιστική προπαγάνδα!) παρά μια ακόμα ιστορικά ακριβής πολεμική περιπέτεια, οι «Άδωξοι Μπάσταρδη» βρίσκουν τον Tarantino σε μεγάλη φόρμα. Καλοστημμένες σκηνές με απολαυστικούς διαλόγους που εκφέρονται από «πολύχρωμους» χαρακτήρες παρουσιάζουν με αρκετό χιούμορ μια εναλλακτική εκδοχή της έκβασης του πολέμου, φανερώνοντας την αστείρευτη αγάπη του δημιουργού τους για την τέχνη και την ιστορία του σινεμά και την απέχθειά του προς κάθε τι φασιστικά φιμωτικό. Οι σινεφιλικές αναφορές είναι φυσικά και εδώ παρούσες, εκλεπτυσμένες και εξειδικευμένες όμως (όπως για παράδειγμα αυτές στη Leni Riefenstahl και τον G.W. Pabst), κρυμμένες σχεδόν σε κάθε καρέ της ταινίας, χωρίς να μονοπωλούν το ενδιαφέρον του θεατή από τη δράση και τη δραματουργία.
Η κινηματογραφική ταινία Άδωξοι μπάσταρδη, είναι αμερικανική πολεμική ταινία παραγωγής 2009 σε σκηνοθεσία και σενάριο του Κουέντιν Ταραντίνο με τους Μπραντ Πιτ, Μελανί Λοράν, Κρίστοφ Βαλτς, Ιλάι Ροθ και Νταϊάν Κρούγκερ. Η ταινία αφηγείται την πλασματική ιστορία δύο συνωμοσιών με σκοπό την κατάρρευση της Ναζιστικής Γερμανίας, η πρώτη συνωμοσία σχεδιάζεται από μια νεαρή Γαλλίδα Εβραία κοπέλα και η δεύτερη από μια ομάδα Εβραίων Συμμάχων της οποίας ηγείται ο Υπολοχαγός Άλντο Ρέιν. Η υλοποίηση της ταινίας ξεκίνησε το 1998 όταν έγραψε το σενάριο. Ο Ταραντίνο έβλεπε το σενάριο ως το απόλυτο αριστούργημά του και έτσι ένιωθε ότι έπρεπε να αποτελεί ότι καλύτερο είχε γράψει ποτέ. Περίεγραψε την ταινία ως μια ομάδα αντρών σε αποστολή που όπως και στις υπόλοιπες ταινίες του δεν χάνουν την αίσθηση του χιούμορ .Δυσκολεύτηκε, όμως, πολύ με το φινάλε και προτίμησε να μην αρχίσει ακόμα γυρίσματα. Έτσι σκηνοθέτησε τα δύο μέρη του Kill Bill, το Death Proof και μετά επέστρεψε στο Άδωξοι Μπάσταρδη. Η παραγωγή ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2008 και τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στη Γερμανία και τη Γαλλία με τον προϋπολογισμό να φτάνει τα 70.000.000 δολάρια. Ο σκηνοθέτης αρχικά ήθελε τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο στο ρόλο του Χανς Λάντα, πριν τελικά αποφασίσει ότι ο ρόλος χρειαζόταν έναν μεγαλύτερο σε ηλικία ηθοποιό. Έτσι ο ρόλος κατέληξε στον Κρίστοφ Βαλτς. Ο Μπραντ Πιτ και ο Ταραντίνο ήθελαν να συνεργαστούν πολύ καιρό αλλά περίμεναν το κατάλληλο πρότζεκτ. Καθώς ήταν στη μέση του γραψίματος του σεναρίου, ο Ταραντίνο ένιωσε ότι ο Πιτ θα ήταν ο κατάλληλος να ερμηνεύσει τον Άλντο Ρέιν και έτσι τηλέφωνησε στον ατζέντη του Πιτ να ρωτήσει αν ήταν διαθέσιμος. Για το ρόλο του Ντόνι Ντόνοβιτζ, ο Ταραντίνο ζήτησε τον Άνταμ Σάντλερ αλλά ο Σάντλερ αναγκάστηκε να αρνηθεί λόγω άλλων επαγγελματικών υποχρεώσεων . Ο ρόλος κατέληξε στον Ιλάι Ροθ. Ο Ροθ σκηνοθέτησε κιόλας την ταινία που προβλήθηκε μέσα στην ταινία "Stolz der Nation". Για το ρόλο της Μπρίτζετ φον Χάμερσμαρκ ο Ταραντίνο συζήτησε με τη Ναστάζια Κίνσκι αλλά δεν κατέληξαν σε κάποια συμφωνία και ο ρόλος δόθηκε στη Νταϊάν Κρούγκερ.
Η ταινία Inglourious Basterds είναι remake της ταινίας του 1978 Inglorious Bastards του Έντζο Καστελάρι, ο οποίος κάνει κι ένα cameo στην ταινία. Βέβαια από τη στιγμή που το remake αναλαμβάνει ο Κουέντιν Ταραντίνο, είναι βέβαιο πως όχι μόνο δε θα μοιάζει και πολύ με το αρχικό φιλμ, αλλά μάλλον δε θα μοιάζει με τίποτα απ’ ό,τι έχουμε δει μέχρι σήμερα, ιδίως όσον αφορά στον πόλεμο και την κινηματογραφική του αποτύπωση. Σχολιάζει ο Καστελάρι «Είναι μια τελείως διαφορετική ταινία. Είναι κάτι ολότελα φτιαγμένο από τον Ταραντίνο. Δεν πρόκειται για remake. Απλά είναι κάτι που του ενέπνευσα.» Πρόκειται για ένα παραμύθι τόσο ιδιότυπο όσο και ο εμπνευστής του… Μια φορά λοιπόν κι έναν καιρό… έρχεται η εναρκτήρια σκηνή στη Γαλλία… Οι σκηνές που ακολουθούν ανά κεφάλαιο είναι η καθεμιά ξεχωριστή, με το δικό της ύφος και ατμόσφαιρα, πάντα στα πλαίσια της εικονογραφίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
• Η ιδέα για την ταινία γεννήθηκε σχεδόν μια δεκαετία πριν, με τον ίδιο το σκηνοθέτη να μη ξέρει εάν θέλει να την κάνει τηλεοπτική σειρά ή μυθιστόρημα. Κατά τη διάρκεια των χρόνων, πολλά στοιχεία άλλαξαν μέσα από την αλληλεπίδραση φίλων και γνωστών του που απολάμβαναν τον Ταραντίνο να παίζει ο ίδιος σκηνές από το σενάριό του, με τον τίτλο να παραμένει πάντοτε σταθερός.
• Για τους ρόλους, ο Ταραντίνο ήθελε να βρει ηθοποιούς των αντίστοιχων εθνικοτήτων για να επιτύχει το μεγαλύτερο δυνατό ρεαλισμό. Ο Μπραντ Πιτ γοήτευσε το σκηνοθέτη από τη πρώτη τους συνάντηση στη Γαλλία. Αντίστοιχα λειτούργησε και η χημεία με τους υπόλοιπους ηθοποιούς.
• Τα γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν στις 9 Οκτωβρίου του 2008 και αυτά έλαβαν χώρα σε Γερμανία και Γαλλία.
• Στην ταινία πήραν μέρος περίπου 160 κασκαντέρ (στην τελευταία σκηνή του απόλυτου μακελειού).
• Η ταινία που προβάλλεται (αποσπασματικά)… εντός της ταινίας με τον υποτιθέμενο τίτλο «Η Τιμή του Έθνους» είναι σκηνοθετημένη από τον Ιλάι Ροθ και τον αδελφό του Γκάμπριελ.
• Η αξία της ταινίας σύμφωνα με το σκηνοθέτη αλλά και τους λοιπούς συντελεστές, είναι πως είναι ρομαντική, καθώς πρεσβεύει πως ο κινηματογράφος σώζει τον κόσμο, όχι όμως μεταφορικά, αλλά κυριολεκτικά αφού στον κινηματογράφο πέφτουν οι τίτλοι τέλους, που δίνουν την Ταραντινική ανάγνωση της Ιστορίας. Άλλωστε είναι γνωστή η λατρεία του Ταραντίνο για τον κινηματογράφο και το πάθος του για τις ταινίες και γι’ αυτό άλλωστε και μέσα στις ταινίες του μπορεί κανείς να αποκρυπτογραφήσει πολλές αναφορές (ιδίως σε επίπεδο ονομάτων).
• Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο φετινό Φεστιβάλ Κανών με τον Κρίστοφ Βαλτς να κερδίζει το Βραβείο Καλύτερης Ανδρικής Ερμηνείας.
• Η ιδέα για την ταινία γεννήθηκε σχεδόν μια δεκαετία πριν, με τον ίδιο το σκηνοθέτη να μη ξέρει εάν θέλει να την κάνει τηλεοπτική σειρά ή μυθιστόρημα. Κατά τη διάρκεια των χρόνων, πολλά στοιχεία άλλαξαν μέσα από την αλληλεπίδραση φίλων και γνωστών του που απολάμβαναν τον Ταραντίνο να παίζει ο ίδιος σκηνές από το σενάριό του, με τον τίτλο να παραμένει πάντοτε σταθερός.
• Για τους ρόλους, ο Ταραντίνο ήθελε να βρει ηθοποιούς των αντίστοιχων εθνικοτήτων για να επιτύχει το μεγαλύτερο δυνατό ρεαλισμό. Ο Μπραντ Πιτ γοήτευσε το σκηνοθέτη από τη πρώτη τους συνάντηση στη Γαλλία. Αντίστοιχα λειτούργησε και η χημεία με τους υπόλοιπους ηθοποιούς.
• Τα γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν στις 9 Οκτωβρίου του 2008 και αυτά έλαβαν χώρα σε Γερμανία και Γαλλία.
• Στην ταινία πήραν μέρος περίπου 160 κασκαντέρ (στην τελευταία σκηνή του απόλυτου μακελειού).
• Η ταινία που προβάλλεται (αποσπασματικά)… εντός της ταινίας με τον υποτιθέμενο τίτλο «Η Τιμή του Έθνους» είναι σκηνοθετημένη από τον Ιλάι Ροθ και τον αδελφό του Γκάμπριελ.
• Η αξία της ταινίας σύμφωνα με το σκηνοθέτη αλλά και τους λοιπούς συντελεστές, είναι πως είναι ρομαντική, καθώς πρεσβεύει πως ο κινηματογράφος σώζει τον κόσμο, όχι όμως μεταφορικά, αλλά κυριολεκτικά αφού στον κινηματογράφο πέφτουν οι τίτλοι τέλους, που δίνουν την Ταραντινική ανάγνωση της Ιστορίας. Άλλωστε είναι γνωστή η λατρεία του Ταραντίνο για τον κινηματογράφο και το πάθος του για τις ταινίες και γι’ αυτό άλλωστε και μέσα στις ταινίες του μπορεί κανείς να αποκρυπτογραφήσει πολλές αναφορές (ιδίως σε επίπεδο ονομάτων).
• Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο φετινό Φεστιβάλ Κανών με τον Κρίστοφ Βαλτς να κερδίζει το Βραβείο Καλύτερης Ανδρικής Ερμηνείας.
| |
Ο Κουέντιν Ταραντίνο αντλεί το σκελετό της ιστορίας του από το ιταλικό σπαγκέτι γουέστερν «Σαμποτέρ χωρίς δόξα» (1978) του Ενζο Καστελάρι, που ο αμερικανικός τίτλος του μεταφράστηκε σε «Inglorious Bastards» -ο Ταραντίνο χρησιμοποιεί έναν λανθασμένο ορθογραφικά τίτλο προαναγγέλλοντας έτσι τις διάφορες ανατροπές στην ταινία. Εμπνευση γι' αυτήν, εκτός από το σπαγκέτι γουέστερν, είναι τα μπι-μούβις καθώς και οι διάφορες πολεμικές περιπέτειες- ήδη από τους τίτλους της ταινίας η μουσική υπόκρουση που ακούγεται είναι από το «Αλαμο» και το «Ρίο Μπράβο», ενώ ο βασικός ήρωάς του, ο αρχηγός των «μπάσταρδων» (με τον Μπραντ Πιτ να δημιουργεί έναν απολαυστικό, γκροτέσκο χαρακτήρα) ονομάζεται Αλντο Ρέιν, αναφορά στον Αλντο Ρέι, πρωταγωνιστή της πολεμικής ταινίας «Γυμνοί μπροστά στο θάνατο» του Ραούλ Γουόλς. Η ιστορία εκτυλίσσεται στην περίοδο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι Αμερικανοί αποφασίζουν να δημιουργήσουν μια ομάδα σκληρών Αμερικανοεβραίων στρατιωτών για να διεισδύσουν στη Γαλλία και να αρχίσουν μια επιχείρηση τρόμου ενάντια στους ναζί. Η επιχείρησή μοιάζει με τις επιδρομές των Απάτσι στα γουέστερν, με τους Αμερικανούς μισθοφόρους να σκοτώνουν τους ναζί, άλλοτε γδέρνοντας τα κεφάλια τους κι άλλοτε να τα λιώνουν χτυπώντας τα με ρακέτα του κρίκετ, ενώ σε κάποια στιγμή ο σκληροτράχηλος αξιωματικός τους Αλντο Ρέινς χαράσσει με μαχαίρι τη σβάστικα στο μέτωπο ενός ναζί, διακηρύσσοντας χιουμοριστικά πως «Αυτό πιστεύω είναι το αριστούργημά μου!» Η ταινία χωρίζεται σε κεφάλαια με κυριότερη ιστορία εκείνη της Σοσάνα (Μελανί Λοράν), μιας νεαρής Γαλλοεβραίας που τα Ες Ες εξοντώνουν την οικογένειά της, η οποία παίρνει μέρος στο σχέδιο εμπρησμού ενός κινηματογράφου του Παρισιού, όπου οι ναζί ετοιμάζονται να διοργανώσουν γερμανική βραδιά για να σκοτώσουν τον Φίρερ μαζί με όλο το επιτελείο του, που θα είναι οι καλεσμένοι της ειδικής πρεμιέρας. Παράλληλα μ' αυτούς ένα παρόμοιο σχέδιο ετοιμάζουν οι Βρετανοί στέλνοντας στο Παρίσι τους δικούς τους πράκτορες.
| |
Οπως είχε δείξει στις καλύτερες ταινίες του, «Reservoir Dogs», «Pulp Fiction» και «Τζάκι Μπράουν», ο Ταραντίνο έχει και έμπνευση και σίγουρα ξέρει πολύ καλά τον κινηματογράφο, ιδιαίτερα τον κινηματογράφο των genre, δηλαδή των υποβαθμισμένων κάποτε κινηματογραφικών ειδών (γουέστερν, φιλμ νουάρ, περιπέτειες και γενικά μπι-μούβις). Σε τέτοιες ακριβώς στιγμές είναι που πετυχαίνει η ταινία: στους έξυπνους, διανθισμένους με άφθονο χιούμορ διαλόγους, σε απολαυστικές σκηνές, όπως εκείνη με τον Γερμανό συνταγματάρχη της Γκεστάπο Λάντα (ένας εξαιρετικός Κριστόφ Βαλτζ, που κέρδισε και το βραβείο ερμηνείας στις Κάνες και το Όσκαρ Β' Ανδρικού ρόλου) να φτάνει με τους στρατιώτες του σ' ένα γαλλικό αγρόκτημα και να συνομιλεί με τον αγρότη, προσπαθώντας να ανακαλύψει το κρησφύγετο μιας οικογένειας Εβραίων, καθώς και στις διάφορες αναφορές σε άλλες ταινίες - από την κλασική κωμωδία «Να ζει κανείς ή να μη ζει» του Λούμπιτς μέχρι το «Και οι 12 ήσαν καθάρματα» του Ολντριτς. Στα έξυπνα ευρήματά του κι ένα με τους Βρετανούς που επιλέγουν για κατάσκοπο στο Παρίσι έναν κριτικό κινηματογράφου, με γνώσεις του γερμανικού εξπρεσιονισμού αλλά και του κινηματογράφου του Γ' Ράιχ, γνώσεις που κάποια στιγμή του χρησιμεύουν. Στα συν της ταινίας και η διαφορετική, κινηματογραφική «ανάγνωση» της Ιστορίας, με τον Χίτλερ, τον Γκέμπελς, τον Γκέρινγκ και όλο το φασιστικό επιτελείο τους να γίνονται κομμάτια στο εντυπωσιακό φινάλε της ταινίας. Υπάρχουν όμως και άλλες, αρκετές στιγμές όπου η ταινία γίνεται φλύαρη, ενώ η μανία του σκηνοθέτη να εντυπωσιάσει σώνει και καλά μετατρέπεται σε επιδειξιμανία, με αρκετές σκηνές να μοιάζουν με ωραία, εντυπωσιακά πυροτεχνήματα τα οποία σκάνε στον αέρα και μετά εξαφανίζονται.
Ο Ταραντίνο έπνιξε με τα χέρια του, μέχρι λιποθυμίας, την πρωταγωνίστρια στην ταινία «Άδωξοι μπάσταρδη». Η ηθοποιός γύρισε αδιαμαρτύρητα τη σκηνή, αν και ρίσκαρε τη ζωή της ...
Όσοι έχουν παρακολουθήσει την ταινία θα θυμούνται τη σκηνή όπου ο Κρίστοφ Βάλτσς στραγγάλιζε την Νταϊάν Κρούγκερ. Υπήρξε μια από τις πιο δυνατές στιγμές της ταινίας. Αυτό που αποκαλύφθηκε αρκετό καιρό μετά την προβολή της ταινίας είναι ότι ο πνιγμός της ηθοποιού έδειχνε ρεαλιστικός, γιατί έχασε στην πραγματικότητα τις αισθήσεις της για κάποια δευτερόλεπτα. Όχι όμως από τα χέρια του συμπρωταγωνιστή της! Όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο Ταραντίνο σε συνέντευξη του στην Cracked η σκηνή του στραγγαλισμού ήθελε να είναι εντελώς ρεαλιστική. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ο Βάλτς «προσπαθούσε να πνίξει» την Κρούγκερ όσο πιο πειστικά μπορούσε αλλά πάντα κάτι έλειπε. «Πιο σφιχτά…Όχι όχι έτσι…Πιο χαλαρά τώρα» έλεγε συνεχώς ο σκηνοθέτης. Μέχρι που πήρε την κατάσταση στα χέρια του. Της είπε: Θα σε πνίξω εγώ. Θα σου σφίξω το λαιμό μέχρι να δω την έκφραση της ασφυξίας στο πρόσωπο σου και μετά θα φωνάξω ΣΤΟΠ. Η Κρούγκερ αρκέστηκε σε ένα καταφατικό νεύμα και ο Ταραντίνο έκατσε επάνω της και την έσφιξε σε σημείο που έχασε τις αισθήσεις της. Ευτυχώς για εκείνη η σκηνή ολοκληρώθηκε με την πρώτη λήψη. Τα χέρια που φαίνονται στην ταινία είναι του Κουέντιν Ταραντίνο, που κινηματογραφικά, έχει καταθέσει μια δική του άποψη για τη βία....
Όσοι έχουν παρακολουθήσει την ταινία θα θυμούνται τη σκηνή όπου ο Κρίστοφ Βάλτσς στραγγάλιζε την Νταϊάν Κρούγκερ. Υπήρξε μια από τις πιο δυνατές στιγμές της ταινίας. Αυτό που αποκαλύφθηκε αρκετό καιρό μετά την προβολή της ταινίας είναι ότι ο πνιγμός της ηθοποιού έδειχνε ρεαλιστικός, γιατί έχασε στην πραγματικότητα τις αισθήσεις της για κάποια δευτερόλεπτα. Όχι όμως από τα χέρια του συμπρωταγωνιστή της! Όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο Ταραντίνο σε συνέντευξη του στην Cracked η σκηνή του στραγγαλισμού ήθελε να είναι εντελώς ρεαλιστική. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ο Βάλτς «προσπαθούσε να πνίξει» την Κρούγκερ όσο πιο πειστικά μπορούσε αλλά πάντα κάτι έλειπε. «Πιο σφιχτά…Όχι όχι έτσι…Πιο χαλαρά τώρα» έλεγε συνεχώς ο σκηνοθέτης. Μέχρι που πήρε την κατάσταση στα χέρια του. Της είπε: Θα σε πνίξω εγώ. Θα σου σφίξω το λαιμό μέχρι να δω την έκφραση της ασφυξίας στο πρόσωπο σου και μετά θα φωνάξω ΣΤΟΠ. Η Κρούγκερ αρκέστηκε σε ένα καταφατικό νεύμα και ο Ταραντίνο έκατσε επάνω της και την έσφιξε σε σημείο που έχασε τις αισθήσεις της. Ευτυχώς για εκείνη η σκηνή ολοκληρώθηκε με την πρώτη λήψη. Τα χέρια που φαίνονται στην ταινία είναι του Κουέντιν Ταραντίνο, που κινηματογραφικά, έχει καταθέσει μια δική του άποψη για τη βία....