«Είναι γιομάτες οι ελληνικές θάλασσες, από αναρίθμητα ξερονήσια. Ένας μυθικός θεός λες και τα σφεντόνισε από τον Όλυμπο, σε μιαν οργισμένη στιγμή και σπάρθηκαν στην υγρήν επιφάνεια και ρίζωσαν. Ξερές πέτρες φρυγμένες από την αλμύρα κι από τους αγέρες, που μέρα νύχτα τις δέρνουν. Απάνου τους δεν μπορεί ν' ανθίσει η ζωή. Λίγα μαραζωμένα αγριάγκαθα και λίγοι άνθρωποι ξερακιανοί και ρουφηγμένοι κι αυτοί σαν τους βράχους, παλεύουν με τα άγρια στοιχεία της φύσης για να διατηρηθούν... Κάθε φορά που ένα ανελεύθερο κράτος πίεζε τις καρδιές των Ελλήνων, σ' αυτά τα νησιά πετιούνταν οι άνθρωποι που πάλευαν για λίγο δίκιο, για λίγη λευτεριά... Κάθε φορά που η μαυρίλα πλάκωνε τον ουρανό, εκεί στα ξεμοναχιασμένα νησιά, πετιούνταν αρπαγμένοι από τις εστίες τους, οι πρόμαχοι της λευτεριάς. Μα το πνεύμα της λευτεριάς που το 'περναν μαζί τους, εκεί στα νησιά, έβρισκε κι αυτό καταφύγιο, μέχρις ότου καινούριες μέρες θα έρχονταν, που θα εξορμούσε και πάλι απ' αυτά τα νησιά, που στα δίσεκτα χρόνια είχαν γίνει θεματοφύλακές του, για να φέρει και πάλι στις καρδιές των ανθρώπων
τη χαρά και την ελπίδα...».
τη χαρά και την ελπίδα...».
Πριν τον πόλεμο η γεωγραφία του αρχιπελάγους ήταν αλλιώτικη. Τα νησιά απομονωμένα και αποκομμένα από τα διοικητικά κέντρα, οι κάτοικοι αποκομμένοι από τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτοί οι τόποι επελέγησαν ως τόποι εξορίας. Με το ιδιώνυμο, που ψηφίστηκε στις 25 Ιουλίου 1929, θεσπίστηκε η ποινή της δικαστικής εκτόπισης και όλο και περισσότερα νησιά άρχισαν να χρησιμοποιούνται ως τόποι εξορίας. Ο αριθμός των πολιτικών εξορίστων αυξήθηκε πολύ την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά. Υπολογίζεται ότι οι εξόριστοι αυτή την περίοδο ξεπέρασαν τις 5.000. Πολύ μεγαλύτερος αριθμός πολιτικών εξορίστων υπήρξε την περίοδο του εμφυλίου, οπότε και δημιουργούνται νέα και μεγαλύτερα στρατόπεδα εξορίας. Το μέτρο του εκτοπισμού παρέμεινε σε ισχύ κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων της μετεμφυλιακής περιόδου. Μέχρι το 1967 είχε αρχίσει να αδρανοποιείται, όμως την περίοδο της χούντας χρησιμοποιήθηκε ξανά σε μεγάλο βαθμό. Καταργήθηκε οριστικά μετά την πτώση της δικτατορίας το 1974.
Εκτιμάται ότι μεταξύ 1928 και 1971, χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 29 νησιά του Αιγαίου ως τόποι εξορίας και φυλακής. Πρόκειται για τα νησιά: Άγιος Ευστράτιος, Αίγινα, Αλόννησος,Αμοργό, Ανάφη, Αντικύθηρα, Αντίπαρος, Γαύδος, Γυάρος, Θήρα, Ικαρία, Ίος, Κίμωλος, Κύθηρα, Λέρος, Λήμνος, Μακρόνησος, Μήλος, Νάξος,Πάρος, Σαμοθράκη, Σέριφος, Σίκινος, Σίφνος, Σκύρος, Τρίκερι, Φολέγανδρος, Φούρνοι, Χίος. Επίσης, για μικρότερο χρονικό διάστημα έχουν φιλοξενήσει μικρό αριθμό εξορίστων τα νησιάΆνδρος, Τήνος, Σύρος, Κύθνος, Μύκονος και Σκιάθος. Όσον αφορά στα νησιά του Αιγαίου κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας επαναλειτούργησαν τα στρατόπεδα της Γυάρου, και ιδρύθηκαν στρατόπεδα στο Παρθένι και το Λακκί της Λέρου, ενώ μεμονωμένες εκτοπίσεις έγιναν, σε διάφορα νησιά και στην Κρήτη.Επίσης πολλούς πολτικούς κρατούμενους τους πήγαν σε διάσπαρτα ορεινά χωριά της Ηπειρωτικής Ελλάδας, στο Καρπενήσι, στην Ευρυτανία, στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα, όπου τους είχαν σε αυστηρό κατ΄ οίκον περιορισμό. Για παράδειγμα ο Μίκης Θεοδωράκης εξορίστηκε το 1968 από τη χούντα των συνταγματαρχών στο χωριό Ζάτουνα στην Ορεινή Αρκαδία μαζί με τη σύζυγό του Μυρτώ Θεοδωράκη και τα παιδία τους Γιώργο και Μαργαρίτα. Εκεί έμεινε μέχρι τον Οκτώβριο του 1969. Από τα νησιά που, κατά περιόδους, για 45 χρόνια ‘’φιλοξένησαν’’ πολιτικούς κρατούμενους, μόνο η Μακρόνησος και η Γυάρος ήταν ακατοίκητα. Ήταν αυτά που δέχτηκαν τους περισσότερους κρατούμενους, όπου εφαρμόστηκαν οι σκληρότερες μέθοδοι ‘’εθνικής αναμορφώσεως’’, μηδέ και των μαζικών εκτελέσεων εξαιρουμένων.
Από τη Μακρόνησο, που άρχισε να λειτουργεί ως τόπος εξορίας το 1947, υπολογίζεται ότι ‘’πέρασαν’’ πάνω από 27.000 στρατιώτες και 30.000 πολίτες που έχριζαν ‘’εθνικής αναμορφώσεως’’. Κι όλα αυτά μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’50. Από τη Γυάρο, που κατά διαστήματα ‘’φιλοξενούσε’’ πολιτικούς κρατούμενους από το 1947 μέχρι το 1974, ‘’πέρασαν’’ περίπου 22.000 εξόριστοι, ενώ η λήξη του Εμφυλίου βρήκε το ξερονήσι με περίπου 10.000 ‘’κατοίκους’’. Μόνο την πενταετία 1947-1952 εκτοπίστηκαν εκεί πάνω από 14.500 στρατιώτες. Ανάμεσα στα υπόλοιπα 27 νησιά, που είχαν και ντόπιους κατοίκους, ξεχωρίζουν ο Άη Στράτης, η Ικαρία και η Ανάφη που δέχτηκαν μεγάλο αριθμό κρατουμένων, αλλά και για τις άθλιες συνθήκες ζωής και τα πολλά θύματα- νεκρούς μεταξύ των εξόριστων, καθώς επίσης και το μικρονήσι του Τρικερίου, όπου κυριολεκτικά στοιβάχτηκαν εκατοντάδες γυναίκες κάθε ηλικίας. Από την Ικαρία, που χρησιμοποιήθηκε ως τόπος εξορίας το διάστημα 1947-1949, ‘’πέρασαν’’ συνολικά περίπου 7.300 άτομα, ενώ στην Ανάφη, που φιλοξενούσε ‘’αντιφρονούντες’’ από το 1923 μέχρι το 1974, πολλές φορές οι κρατούμενοι ήταν περισσότεροι από τους κατοίκους του νησιού. Στον μακρύ κατάλογο των νησιών- φυλακών περιλαμβάνονται πολλά που ούτε μπορούμε να το φανταστούμε σήμερα ότι κάποτε, όχι στο πολύ μακρινό παρελθόν, λειτουργούσαν ως χώροι απομόνωσης των ‘’εχθρών’’ του καθεστώτος. Να τα αναφέρουμε: Αίγινα, Αλόννησος, Αμοργός, Σαντορίνη, Κίμωλος, Κύθηρα, Λέρος, Λήμνος, Μήλος, Νάξος, Πάρος, Σαμοθράκη, Σέριφος, Σίφνος, Σίκινος, Σίφνος, Φολέγανδρος, Χίος. Επίσης, η Αντίπαρος και τα μικρονήσια της Γαύδου στο Λυβικό Πέλαγος, των Αντικυθήρων και των Φούρνων. Κατά μικρά χρονικά διαστήματα δέχθηκαν πολιτικούς εξόριστους ακόμη και η Σκιάθος, η Σύρος, η Μύκονος, η Άνδρος , η Κύθνος και η Τήνος.
H ζωή στην εξορία
Στους τόπους εξορίας όπως και στη φυλακή οι εξόριστοι φρόντιζαν και οργάνωναν ομαδικά τη ζωή τους. Eίχαν να αντιμετωπίσουν την πείνα, τις αρρώστειες, την απομόνωση, την αποθάρρυνση, τις απαγορεύσεις, τη νοσταλγία και το φόβο για την τύχη της οικογένειας που έμεινε πίσω. Έπρεπε με κάθε τρόπο να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες. H επιβίωση στην εξορία προϋποθέτει ένα συνεχή και σκληρό αγώνα και με τα στοιχεία της φύσης. O αγώνας των εξορίστων είναι συνεχής και με κάθε μέσον, απεργίες πείνας, συγκεντρώσεις, υπογραφές για να αυξηθεί το επίδομα τροφής, για να σταματήσει η λογοκρισία, για να επιτραπεί το επισκεπτήριο, για να σταματήσει η βία, οι απειλές και οι ψυχολογικές πιέσεις. H οργάνωση της ζωής γινόταν… «επ’ αόριστον». H μόρφωση σε σχολικούς κύκλους, οι διαλέξεις, η λειτουργία βιβλιοθήκης, η αυτομόρφωση, η ψυχαγωγία υπήρχαν στα πλαίσια της πειθαρχημένης διαβίωσης. H στάση αυτή της κυρίαρχης τάξης απέναντι στους αντιπάλους της και ειδικότερα στο κομμουνιστικό κίνημα, έγιναν προσπάθειες να στιγματιστεί σε διεθνείς οργανισμούς και με κινητοποιήσεις συμπαράστασης. Mέσα στη δίνη του ψυχρού πολέμου ,οι δυνατότητες καταγγελίας της πολιτικής των εκτοπίσεων ήταν μικρές.
Στους τόπους εξορίας όπως και στη φυλακή οι εξόριστοι φρόντιζαν και οργάνωναν ομαδικά τη ζωή τους. Eίχαν να αντιμετωπίσουν την πείνα, τις αρρώστειες, την απομόνωση, την αποθάρρυνση, τις απαγορεύσεις, τη νοσταλγία και το φόβο για την τύχη της οικογένειας που έμεινε πίσω. Έπρεπε με κάθε τρόπο να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες. H επιβίωση στην εξορία προϋποθέτει ένα συνεχή και σκληρό αγώνα και με τα στοιχεία της φύσης. O αγώνας των εξορίστων είναι συνεχής και με κάθε μέσον, απεργίες πείνας, συγκεντρώσεις, υπογραφές για να αυξηθεί το επίδομα τροφής, για να σταματήσει η λογοκρισία, για να επιτραπεί το επισκεπτήριο, για να σταματήσει η βία, οι απειλές και οι ψυχολογικές πιέσεις. H οργάνωση της ζωής γινόταν… «επ’ αόριστον». H μόρφωση σε σχολικούς κύκλους, οι διαλέξεις, η λειτουργία βιβλιοθήκης, η αυτομόρφωση, η ψυχαγωγία υπήρχαν στα πλαίσια της πειθαρχημένης διαβίωσης. H στάση αυτή της κυρίαρχης τάξης απέναντι στους αντιπάλους της και ειδικότερα στο κομμουνιστικό κίνημα, έγιναν προσπάθειες να στιγματιστεί σε διεθνείς οργανισμούς και με κινητοποιήσεις συμπαράστασης. Mέσα στη δίνη του ψυχρού πολέμου ,οι δυνατότητες καταγγελίας της πολιτικής των εκτοπίσεων ήταν μικρές.