«Θα νικήσουμε» τραγουδούσε ο Βίκτορ Χάρα για τα βάσανα του λαού στη Χιλή και τους αγώνες του για δικαιοσύνη, ισότητα και αξιοπρέπεια. «Θα νικήσουμε» τραγουδούσε και όταν οι βασανιστές του Πινοσέτ του έσπασαν τα δάχτυλα. Λίγες μέρες αργότερα τον δολοφόνησαν με 44 σφαίρες.Με τη μουσική του ο Βίκτορ Χάρα ενσάρκωσε τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές που συνέβαιναν στην χώρα. Έγινε παγκόσμιο σύμβολο του αγώνα κατά της δικτατορίας και του ιμπεριαλισμού. Η στράτευση του με την Αριστερά και η υποστήριξη του στον σοσιαλιστή πρόεδρο της χώρας Σαλβαντόρ Αλιέντε προδιέγραψε το τέλος του.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια μικρή πόλη έξω από το Σαντιάγκο. Παιδί φτωχής οικογένειας, αναγκάστηκε από μικρός να δουλέψει στα χωράφια για να στηρίξει την οικογένειά του. Θύμα ενδοοικογενειακής βίας, βρήκε καταφύγιο στη μουσική. Ο θάνατος της μητέρας του στα 15 προκάλεσε μεγάλες αλλαγές στη ζωή του, χωρίς όμως ποτέ να εγκαταλείπει την τέχνη του. Η παρηγοριά του ήταν η κιθάρα του. Επηρεάστηκε από το παραδοσιακό τραγούδι και ενσωμάτωσε σε αυτό πολιτικά στοιχεία ενώ παράλληλα ασχολήθηκε και με το θέατρο. «Δεν τραγουδώ επειδή μου αρέσει να τραγουδώ ή επειδή έχω καλή φωνή. Τραγουδώ επειδή η κιθάρα μου έχει αισθήματα και λογική…» Ο Βίκτορ Χάρα ήταν μία από τις ηγετικές προσωπικότητες του «Nueva Cancion», του πολιτικού μουσικού ρεύματος που περιελάμβανε τους πιο ριζοσπαστικούς Χιλιανούς μουσικούς. Οι δικτατορίες που αυξάνονταν στη Λατινική Αμερική αποτέλεσαν το κεντρικό άξονα στα τραγούδια τους. Ο τραγουδοποιός στήριξε αυτή τη μουσική μεταρρύθμιση. Ύμνησε την εργατική τάξη, μέσα από τη μουσική του ανέδειξε τις κοινωνικές αδικίες και εξέφρασε τις πολιτικές του απόψεις. Το ρεύμα του «Nέου Xιλιανού Tραγουδιού» ήλθε στο προσκήνιο, όταν η χώρα βρέθηκε στο επίκεντρο της μεγάλης πολιτικής κρίσης την δεκαετία του ’60. Η κρίση κορυφώθηκε τα πρώτα χρόνια του ’70 με την άνοδο στην εξουσία του Σαλβαδόρ Αλιέντε, του πρώτου μαρξιστή σοσιαλιστή σε χώρα της Νοτίου Αμερικής και την ανατροπή του από τον στρατηγό Πινοσέτ.
Το τραγούδι του Χάρα «Venceremos» έγινε ο ύμνος του κόμματος του Αλιέντε «Λαϊκή Ενότητα» και τραγουδήθηκε από χιλιάδες αριστερούς στην χώρα. Από το 1970 που εξελέγη ο Αλιέντε, ο τραγουδιστής έγινε ένας από τους βασικούς «πολιτιστικούς πρεσβευτές» της Χιλής στο εξωτερικό, με περιοδείες στην Ευρώπη και την Λατινική Αμερική. Η μουσική του ταυτίστηκε με τις κοινωνικοπολιτικές αλλαγές της χώρας. Ο στρατευμένος καλλιτέχνης έγινε ο τραγουδοποιός των ημερών που θα ακολουθούσαν. «Δεν τραγουδώ επειδή μου αρέσει να τραγουδώ ή επειδή έχω καλή φωνή. Τραγουδώ επειδή η κιθάρα μου έχει αισθήματα και λογική…», είχε γράψει λίγο πριν το τέλος του. Τρία χρόνια μετά τη νίκη του Αλιέντε εκδηλώθηκε το πραξικόπημα του Πινοσέτ με τη βοήθεια της CIA, προκειμένου να αποτραπεί κάθε ενδεχόμενο επανεκλογής του σοσιαλιστή προέδρου. Την ημέρα της επίθεσης στο προεδρικό μέγαρο, ο Βίκτορ Χάρα βρισκόταν στο Πολυτεχνείο του Σαντιάγκο, σε μία έκθεση για τον φασισμό. Η Τζόαν Χάρα, πληροφορήθηκε μετά την επίθεση, πως ο σύζυγός της είχε συλληφθεί από τους πραξικοπηματίες. Κρατήθηκε σε μυστικές φυλακές χωρίς νερό και τροφή για πέντε ημέρες και βασανίστηκε. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο στάδιο της Χιλής, που είχε μετατραπεί σε χώρο φυλάκισης και βασανιστηρίων των πολιτικών κρατουμένων.
«Εφεραν τον Βίκτορ και τον διέταξαν να βάλει τα χέρια του στο τραπέζι. Στα χέρια του αξιωματικού εμφανίστηκε ένα τσεκούρι. Με ένα κοφτό χτύπημα έκοψε τα δάχτυλα του αριστερού χεριού και με το επόμενο χτύπημα έκοψε τα δάχτυλα του δεξιού χεριού. Ακούσαμε τα δάχτυλα να πέφτουν στο ξύλινο πάτωμα. Το σώμα του Βίκτορ σωριάστηκε με όλο του το βάρος. 6.000 κρατούμενοι ούρλιαξαν ταυτόχρονα», μαρτυρία του χιλιανού συγγραφέα Miguel Cabezas. Έσταζε αίμα και τραγουδούσε «Venceremos» Σύμφωνα με μαρτυρίες ο αξιωματικός τον πλησίασε, του πέταξε μια κιθάρα και του φώναξε «Τραγούδα τώρα για την πουτάνα τη μάνα σου», ενώ συνέχισε να τον χτυπά. Ο Χάρα ύψωσε τα χέρια του που έσταζαν αίμα και απάντησε με όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει τραγουδώντας το «Venceremos». ‘Ολοι τον μιμήθηκαν κι αυτό έκανε τους στρατιωτικούς να αφηνιάσουν.» Στις 16 Σεπτέμβρη, μετά από βασανιστήρια, ηλεκτροπληξία και με τους καρπούς του και τα οστά των χεριών του σπασμένα, πυροβολήθηκε με 44 σφαίρες. Το σώμα του βρέθηκε πεταμένο σ’ ένα δρόμο του Σαντιάγο. Στις τσέπες του, σ’ ένα κομμάτι χαρτί, ένα μισοτελειωμένο ποίημα: «Η σιωπή και οι κραυγές θα είναι το τέλος του τραγουδιού μου…».
Η γυναίκα του αναγνώρισε το πτώμα του στις 18 Σεπτεμβρίου ανάμεσα σε εκατοντάδες σορούς. Η χήρα του, Τζόαν, πραγματοποίησε δημόσια κηδεία στην οποία έδωσαν το «παρών» περισσότεροι από 12.000 πολίτες. Το 2009 πραγματοποιήθηκε εκταφή του πτώματός του για να επιβεβαιωθεί το γεγονός ότι δέχθηκε περισσότερες από σαράντα σφαίρες. Δικαιοσύνη για το βασανισμό και τη δολοφονία του αποδόθηκε για πρώτη φορά το 2018. Oκτώ απόστρατοι καταδικάστηκαν σε 15ετή φυλάκιση και ακόμη ένας, για συγκάλυψη του φόνου, σε 5ετή φυλάκιση. Στο πλαίσιο των προσπαθειών της οικογένειας αποκαλύφθηκε και ένας απόστρατος χουντικός, κρυμμένος στη Φλόριντα των ΗΠΑ, o Πέδρο Μπαριέντος, ο οποίος εμπλέκεται στο βασανισμό και στη εκτέλεση του Χάρα. Ο Μπαριέντος καταδικάστηκε να πληρώσει 28 εκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση στους οικείους του Χάρα....
Kείμενο του Βίκτορ Χάρα- «ο θάνατός σου θα γεννήσει/ πλήθος ζωές/ που θα πάρουν το δικό σου δρόμο/ τραγουδώντας»… Victor Jara. Presente!
Το πολιτικό τραγούδι
Το τραγούδι γεννιέται με τον άνθρωπο και με την ανάγκη του να εκφράσει μια εσωτερική υποκειμενικότητα για να την καταστήσει παγκόσμια με μια πράξη επικοινωνίας και συμμετοχής.Γι’ αυτό, το τραγούδι δείχνει την ουσία του ανθρώπου και σαν τελικό σκοπό φανερώνει την εσωτερική σχέση ανάμεσα στα προβλήματα της ανθρώπινης ύπαρξης και το περιβάλλον μέσα στο οποίο η ύπαρξη αυτή εξελίσσεται.Έτσι, για παράδειγμα, οι μουσικές εκδηλώσεις του πρωτόγονου ανθρώπου είναι συνδεμένες με τη μαζική - θρησκευτική του αντίληψη, ή με τη μυθολογία της κοινότητάς του. Αυτό αποδείχνει πως το τραγούδι γεννιέται σαν αναγκαιότητα κι όχι σαν απλή ψυχαγωγία κι ότι έχει το δικό του ουσιαστικό στόχο: Να καταδείξει τις συγκρούσεις του ανθρώπου που ζει Λεύτερος πάνω στη γη.Στις ζώνες των Άνδεων οι Ίνκας χρησιμοποιούσαν τους ήχους των «quenas» για να συγκεντρώσουν και να ημερέψουν τα κοπάδια τους.Στις πεδιάδες της Βενεζουέλας οι ιθαγενείς τραγουδούσαν, καθώς θέριζαν το καλαμπόκι, ρυθμούς που ταίριαζαν με τη δουλειά τους κι έδιναν στο κορμί τους και το σώμα τους την κίνηση του σταχιού.Στη Χιλή, υπήρχαν σκοποί που οι αγρότες τραγουδούσαν για να έρθει στη γη τους ευφορία.Ο πρωτόγονος άνθρωπος τραγουδάει για να αποκτήσει δύναμη ενάντια στο κακό και ν’ αντιμετωπίσει όποιον κίνδυνο τον απειλεί — κι αυτό το στοιχείο το συναντάμε ακόμα και σήμερα στη λαϊκή μουσική παράδοση. Τραγουδάει νια να πετύχει μια καλή συγκομιδή, για να ’χει δύναμη στη δουλειά του, για πλούσιο κυνήγι, για να φέρει βροχή, για να ξορκίσει τα στοιχεία της φύσης. Στη σημερινή πραγματικότητα, το τραγούδι έχει αποκτήσει δυναμικά ένα χαρακτήρα διαμαρτυρίας. Μέσα από το τραγούδι οι λαοί που καταπιέζονται από ξένες δυνάμεις ξεσηκώνονται, αγωνίζονται, καταγγέλλουν τους υπεύθυνους της καταπίεσής τους.Εδώ το τραγούδι έχει ένα στόχο σημαντικό: Να εξαλείψει το καρκίνωμα της παρουσίας του επιδρομέα. Το τραγούδι αυτού του είδους μιλάει συνήθως για τη γη, που ανήκει στο λαό και για την αναγκαιότητα να ξανακερδηθεί αυτό που έχει αρπαχτεί από το λαό και του ανήκει. Μιλάει για ελευθερία και γι’ αυτούς που σ’ ολόκληρο τον κόσμο παλεύουν για να την κερδίσουν.Στους δραστήριους αγώνες των πιο συνειδητοποιημένων που καθοδηγούν το λαό με στόχο την απελευθέρωσή του, βοηθάει και το τραγούδι, σαν μια ακόμα έκφραση αγώνα των μαζών.Ανάμεσα στα πιο δημοφιλή θέματα του πολιτικού τραγουδιού βρίσκεται ο λαός της Κούβας που είναι το άστρο οδηγός της ζωντανής επανάστασης στη Λατινική Αμερική και πρωταγωνιστής είναι ο άνθρωπος που βγήκε με τ’ όπλο στο βουνό για να υπερασπίσει την αξιοπρέπεια του. Χιλιάδες φωνές σ’ όλο τον κόσμο έχουν υψωθεί για να τραγουδήσουν τη ζωή και το θάνατο του Τσε Γκεβάρα, που δολοφονήθηκε από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό στα δάση της Βολιβίας.Τραγουδούν για τον χωρικό που το αίμα και τα δάκρυά του ποτίζουν μια γη που δεν είναι δική του, αλλά του ανήκει.Τραγουδούν για τον εργάτη που πεθαίνει μέσα στη φάμπρικα μέρα με τη μέρα, πιασμένος μέσα στην παγίδα του καπιταλισμού.Το τραγούδι διαμαρτυρίας εξυμνεί τον αγώνα του ηρωικού βιετναμέζικου λαού και τη σίγουρη νίκη του.Σε μια κοινωνία απάνθρωπη, το τραγούδι αυτό εξυμνεί την αγάπη, το μοναδικό καταφύγιο του ανθρώπου. Το τραγούδι διαμαρτυρίας είναι ένα γεγονός, μια πραγματικότητα, μια ανάγκη του ανθρώπου στις μέρες μας. Μέσα από διωγμούς και λογοκρισίες πετάει πάνω από σύνορα και φτιάχνει την κοινή γλώσσα της νεολαίας όλου του κόσμου.Ενάντια στο τραγούδι διαμαρτυρίας, η αστική κοινωνία αντιπαραθέτει τα δικά της μέσα ενημέρωσης που διαβρώνουν και αλλοτριώνουν το πνεύμα του λαού. Εφημερίδες και περιοδικά, ραδιόφωνο και τηλεόραση, στα χέρια των ίδιων ανθρώπων, δηλητηριάζουν καθημερινά τη συνείδηση των μαζών με ψεύτικες αξίες, ψεύτικα είδωλα για να σβήσουν κάθε λαχτάρα για λευτεριά και αλλαγή. Απ’ την άλλη μεριά η δημοσιότητα και η προπαγάνδα των ψευτολαϊκών τραγουδιστών σπρώχνουν το λαό στη φυγή από την πραγματικότητα και τον οδηγούν δρώντας σαν ναρκωτικά, μακριά από το φυσικό του ένστικτο της αντίστασης στη δυστυχία. Μέσα από τα μέσα ενημέρωσης που κατέχει η αστική τάξη υποδείχνει στις μάζες μια ψεύτικη εικόνα ζωής και αλλοιωμένα ιδανικά, βασισμένα στο μοντέλο του αμερικάνικου τρόπου ζωής, στον κομφορμισμό και τον αντικομμουνισμό και στη μετριότητα της αδιαφορίας. Μ’ αυτό τον τρόπο θέλει να δημιουργήσει έναν τύπο ανθρώπου που ν’ αντιδρά σαν αυτόματο στις απαιτήσεις του δικτατορικού μηχανισμού που τον κυβερνά, έχοντας χάσει κάθε δυνατότητα προσωπικής έκφρασης και δημιουργικής πρωτοβουλίας. Σε μια τέτοια κατάσταση ο άνθρωπος μένει απομονωμένος και ανίκανος να επικοινωνήσει με τους άλλους.Το τραγούδι διαμαρτυρίας σπάει αυτό το φαύλο κύκλο και ματαιώνει τις αλλοτριωτικές προσπάθειες του καπιταλισμού παίζοντας έτσι ένα σπουδαιότατο ρόλο στους κοινωνικούς αγώνες.
Βίκτορ Χάρα / Χιλή, 1968
Το πολιτικό τραγούδι
Το τραγούδι γεννιέται με τον άνθρωπο και με την ανάγκη του να εκφράσει μια εσωτερική υποκειμενικότητα για να την καταστήσει παγκόσμια με μια πράξη επικοινωνίας και συμμετοχής.Γι’ αυτό, το τραγούδι δείχνει την ουσία του ανθρώπου και σαν τελικό σκοπό φανερώνει την εσωτερική σχέση ανάμεσα στα προβλήματα της ανθρώπινης ύπαρξης και το περιβάλλον μέσα στο οποίο η ύπαρξη αυτή εξελίσσεται.Έτσι, για παράδειγμα, οι μουσικές εκδηλώσεις του πρωτόγονου ανθρώπου είναι συνδεμένες με τη μαζική - θρησκευτική του αντίληψη, ή με τη μυθολογία της κοινότητάς του. Αυτό αποδείχνει πως το τραγούδι γεννιέται σαν αναγκαιότητα κι όχι σαν απλή ψυχαγωγία κι ότι έχει το δικό του ουσιαστικό στόχο: Να καταδείξει τις συγκρούσεις του ανθρώπου που ζει Λεύτερος πάνω στη γη.Στις ζώνες των Άνδεων οι Ίνκας χρησιμοποιούσαν τους ήχους των «quenas» για να συγκεντρώσουν και να ημερέψουν τα κοπάδια τους.Στις πεδιάδες της Βενεζουέλας οι ιθαγενείς τραγουδούσαν, καθώς θέριζαν το καλαμπόκι, ρυθμούς που ταίριαζαν με τη δουλειά τους κι έδιναν στο κορμί τους και το σώμα τους την κίνηση του σταχιού.Στη Χιλή, υπήρχαν σκοποί που οι αγρότες τραγουδούσαν για να έρθει στη γη τους ευφορία.Ο πρωτόγονος άνθρωπος τραγουδάει για να αποκτήσει δύναμη ενάντια στο κακό και ν’ αντιμετωπίσει όποιον κίνδυνο τον απειλεί — κι αυτό το στοιχείο το συναντάμε ακόμα και σήμερα στη λαϊκή μουσική παράδοση. Τραγουδάει νια να πετύχει μια καλή συγκομιδή, για να ’χει δύναμη στη δουλειά του, για πλούσιο κυνήγι, για να φέρει βροχή, για να ξορκίσει τα στοιχεία της φύσης. Στη σημερινή πραγματικότητα, το τραγούδι έχει αποκτήσει δυναμικά ένα χαρακτήρα διαμαρτυρίας. Μέσα από το τραγούδι οι λαοί που καταπιέζονται από ξένες δυνάμεις ξεσηκώνονται, αγωνίζονται, καταγγέλλουν τους υπεύθυνους της καταπίεσής τους.Εδώ το τραγούδι έχει ένα στόχο σημαντικό: Να εξαλείψει το καρκίνωμα της παρουσίας του επιδρομέα. Το τραγούδι αυτού του είδους μιλάει συνήθως για τη γη, που ανήκει στο λαό και για την αναγκαιότητα να ξανακερδηθεί αυτό που έχει αρπαχτεί από το λαό και του ανήκει. Μιλάει για ελευθερία και γι’ αυτούς που σ’ ολόκληρο τον κόσμο παλεύουν για να την κερδίσουν.Στους δραστήριους αγώνες των πιο συνειδητοποιημένων που καθοδηγούν το λαό με στόχο την απελευθέρωσή του, βοηθάει και το τραγούδι, σαν μια ακόμα έκφραση αγώνα των μαζών.Ανάμεσα στα πιο δημοφιλή θέματα του πολιτικού τραγουδιού βρίσκεται ο λαός της Κούβας που είναι το άστρο οδηγός της ζωντανής επανάστασης στη Λατινική Αμερική και πρωταγωνιστής είναι ο άνθρωπος που βγήκε με τ’ όπλο στο βουνό για να υπερασπίσει την αξιοπρέπεια του. Χιλιάδες φωνές σ’ όλο τον κόσμο έχουν υψωθεί για να τραγουδήσουν τη ζωή και το θάνατο του Τσε Γκεβάρα, που δολοφονήθηκε από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό στα δάση της Βολιβίας.Τραγουδούν για τον χωρικό που το αίμα και τα δάκρυά του ποτίζουν μια γη που δεν είναι δική του, αλλά του ανήκει.Τραγουδούν για τον εργάτη που πεθαίνει μέσα στη φάμπρικα μέρα με τη μέρα, πιασμένος μέσα στην παγίδα του καπιταλισμού.Το τραγούδι διαμαρτυρίας εξυμνεί τον αγώνα του ηρωικού βιετναμέζικου λαού και τη σίγουρη νίκη του.Σε μια κοινωνία απάνθρωπη, το τραγούδι αυτό εξυμνεί την αγάπη, το μοναδικό καταφύγιο του ανθρώπου. Το τραγούδι διαμαρτυρίας είναι ένα γεγονός, μια πραγματικότητα, μια ανάγκη του ανθρώπου στις μέρες μας. Μέσα από διωγμούς και λογοκρισίες πετάει πάνω από σύνορα και φτιάχνει την κοινή γλώσσα της νεολαίας όλου του κόσμου.Ενάντια στο τραγούδι διαμαρτυρίας, η αστική κοινωνία αντιπαραθέτει τα δικά της μέσα ενημέρωσης που διαβρώνουν και αλλοτριώνουν το πνεύμα του λαού. Εφημερίδες και περιοδικά, ραδιόφωνο και τηλεόραση, στα χέρια των ίδιων ανθρώπων, δηλητηριάζουν καθημερινά τη συνείδηση των μαζών με ψεύτικες αξίες, ψεύτικα είδωλα για να σβήσουν κάθε λαχτάρα για λευτεριά και αλλαγή. Απ’ την άλλη μεριά η δημοσιότητα και η προπαγάνδα των ψευτολαϊκών τραγουδιστών σπρώχνουν το λαό στη φυγή από την πραγματικότητα και τον οδηγούν δρώντας σαν ναρκωτικά, μακριά από το φυσικό του ένστικτο της αντίστασης στη δυστυχία. Μέσα από τα μέσα ενημέρωσης που κατέχει η αστική τάξη υποδείχνει στις μάζες μια ψεύτικη εικόνα ζωής και αλλοιωμένα ιδανικά, βασισμένα στο μοντέλο του αμερικάνικου τρόπου ζωής, στον κομφορμισμό και τον αντικομμουνισμό και στη μετριότητα της αδιαφορίας. Μ’ αυτό τον τρόπο θέλει να δημιουργήσει έναν τύπο ανθρώπου που ν’ αντιδρά σαν αυτόματο στις απαιτήσεις του δικτατορικού μηχανισμού που τον κυβερνά, έχοντας χάσει κάθε δυνατότητα προσωπικής έκφρασης και δημιουργικής πρωτοβουλίας. Σε μια τέτοια κατάσταση ο άνθρωπος μένει απομονωμένος και ανίκανος να επικοινωνήσει με τους άλλους.Το τραγούδι διαμαρτυρίας σπάει αυτό το φαύλο κύκλο και ματαιώνει τις αλλοτριωτικές προσπάθειες του καπιταλισμού παίζοντας έτσι ένα σπουδαιότατο ρόλο στους κοινωνικούς αγώνες.
Βίκτορ Χάρα / Χιλή, 1968