Η δεκαετία του 1920 φαντάζει σε εμάς σήμερα πολύ μακρινή. Και είναι μακρινή, αφού έχει περάσει σχεδόν ένας αιώνας.
Ο όρος "Χαμένη Γενιά" αποδίδεται στον βραβευμένο με Πούλιτζερ, Έρνεστ Χέμινγουεϊ .
Σε όλους τους τομείς, ο μεσοπόλεμος υπήρξε μια μεταβατική περίοδος. Ανθίζει μια νέα αστική τάξη, αποτελούμενη από τη λεγόμενη "Χαμένη Γενιά", τους ανθρώπους που ενηλικιώθηκαν στη σκιά του Μεγάλου Πολέμου. Σε μια εποχή παχέων αγελάδων, όπως απέδειξε το κραχ του 1929, η Jazz μουσική γνώρισε άνθηση, σαν μουσικό χαλί σε μεγαλειώδη πάρτι - μέσα κοινωνικοποίησης της πρώτης γενιάς γιάπηδων (ο όρος βέβαια δεν εμφανίζεται μέχρι τη δεκαετία του 1980). Φανταστείτε τα όλα αυτά σε συνδυασμό και με την ποτοαπαγόρευση στις ΗΠΑ και συνεπώς το λαθρεμπόριο αλκοόλ.
Αναπόσπαστο κομμάτι της κουλτούρας του 1920 ήταν οι flappers, ένας νέος τύπος νεαρής δυτικής γυναίκας, ο οποίος γεννάται τον καιρό του φιλελευθερισμού. Οι flappers φορούσαν κοντές φούστες, είχαν τα μαλλιά τους καρέ και άκουγαν jazz. Αποστασιοποιούνται από τα μέχρι τότε πρότυπα γυναίκας, αφού αρχίζουν να χειραφετούνται καπνίζοντας, κάνοντας σεξ και οδηγώντας. Η Joan Crawford και η Olive Thomas είναι από τις γυναίκες που έγιναν διάσημες προωθώντας αυτό τον τρόπο ζωής.
Η Χαμένη Γενιά δημιούργησε μια από τις σπουδαιότερες λογοτεχνικές σχολές στην ιστορία της Τέχνης. Σπουδαίοι καλλιτέχνες γράφουν για μια ταραγμένη περίοδο. Μια περίοδο, όπου οι κοινωνικές δυνάμεις προσπαθούν να αποκατασταθούν μεταπολεμικά και όπου μια νέα γενιά ξεπροβάλλει αλλάζοντας τα τεκταινόμενα. Συγγραφείς όπως ο Χέμινγουεϊ, ο Φιτζέραλντ, ο Γουίλιαμ Φόκνερ, ποιητές όπως ο Φορντ Μάντοξ Φορντ και ο Έζρα Πάουντ αποτελούν ένα κύμα "μοντέρνας" κλασικής λογοτεχνίας
Το θρυλικό Cotton Club, ήταν ένα από τα μαγαζιά με τις καλύτερες μουσικές σκηνές όπου εμφανιζόταν σε σταθερή βάση η big band του Duke Ellington ξεσηκώνοντας όλους τους θαμώνες σε ρυθμικό swing χορό. Καθισμένος στους αναπαυτικούς καναπέδες από όπου περνούσε όλη η αφρόκρεμα της πόλης από αστέρες του σινεμά μέχρι πολιτικούς και επιχειρηματίες, θα έπινες ένα κοκτέιλ Gin Rickey με τζιν, λάιμ και σόδα, ένα από τα αγαπημένα του συγγραφέα Scott Fitzgerald που εμπνεύστηκε από την περίοδο της ποτοαπαγόρευσης για να γράψει το The Great Gatsby. Άλλωστε το Cotton Club βρισκόταν στην καρδιά του Harlem που ήταν από μόνη της μια hot spot γειτονιά με πολλά τζαζ μπαρ.
Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ: Εμβληματικός εκπρόσωπος της λεγόμενης «χαμένης γενιάς» του 1920 –γενιάς που ανδρώθηκε στα χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, γνώρισε τη μεθυστική ευμάρεια της δεκαετίας του ’20 αλλά και την οικονομική κατάρρευση που προξένησε το Μεγάλο Κραχ– ο Φιτζέραλντ αποτύπωσε σχεδόν σε όλα τα έργα του τις διαδοχικές απογοητεύσεις που επιφυλάσσει ο κοινωνικός περίγυρος σε οποιονδήποτε φιλόδοξο άνδρα ταπεινής καταγωγής θελήσει να ξεφύγει από τα όρια της τάξης του και να εισέλθει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στο «κλαμπ» των πλουσίων. Και μάλιστα ο συγγραφέας απαθανάτισε τη χειρότερη εκδοχή του, δηλαδή όχι τον εύπορο νέο της ανερχόμενης μεσαίας τάξης, αλλά τον χαρισματικό δανδή που καταλήγει διασκεδαστής των ευπόρων, γραφική φιγούρα στους κοσμικούς κύκλους, προσθέτοντας ίσως μια αύρα «εξωτισμού» στην πληκτική καθημερινότητά τους όταν μεταμφιέζεται σε μοντέρνο καλλιτέχνη
Αντιπροσωπευτικότερο έργο της εποχής είναι Ο "Υπέροχος Γκάτσμπυ" του Φ.Σ. Φιτζέραλντ. Ένα αριστούργημα που στο πρόσωπο του bon-viveur οικοδεσπότη δεκάδων πάρτι, Γκάτσμπυ απεικονίζει την αμερικανική κοινωνία προ του κραχ, μέχρι τις τελευταίες λεπτομέρειές της: άτομα με ψυχικές αναταραχές, ανεκπλήρωτα πάθη και ανησυχίες, ενταγμένα σε ανομοιογενή σύνολα, υλικός κορεσμός· και ανάμεσα σε όλα αυτά η Jazz.