Το πρώτο γνωστό μαντείο της αρχαιότητας, που ήταν αφιερωμένο στον θεό του Κάτω Κόσμου βρίσκεται σε έναν λοφίσκο στο χωριό Μεσόποταμος και ανακαλύφτηκε τη δεκαετία του ’60. Ήταν χτισμένο κοντά στο σημείο που ενώνεται το ποτάμι Πυριφλεγέθων, ο Αχέροντας και ο Κωκυτός, που συμβόλιζαν τη θλίψη, τους στεναγμούς και τη στεναχώρια του θανάτου....
Το ιερό πυρπολήθηκε και καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 167 π.Χ.Τον 18ο αιώνα μ. Χ. στον χώρο του μαντείου χτίστηκε η εκκλησία του Άγιου Ιωάννη του Προδρόμου...
Είναι γνωστό ως το νεκρομαντείο του Αχέροντα ή το νεκρομαντείο της Εφύρας από την ομώνυμη μυκηναϊκή αποικία η οποία βρίσκεται σε κοντινή απόσταση. Σύμφωνα με τον Όμηρο, από αυτό το σημείο κατέβηκε ο Οδυσσέας στον Κάτω Κόσμο για να συναντήσει τον Τειρεσία και να πάρει χρησμό για τον γυρισμό του στην Ιθάκη. «ἄραξ’ ἐκεῖ τὸ πλοῖο σου στοῦ Ὠκεανοῦ τὴν ἄκρη, καὶ στοῦ Ἅδη κίνησε νὰ πᾶς τ’ ἀραχνιασμένο σπίτι, Ἐκεῖ ὁ Πυριφλεγέθοντας στοῦ Ἀχέροντα τὸ ρέμα κυλιέται μὲ τὸν Κωκυτὸ ποὺ πέφτει ἀπὸ τὴ Στύγα, κι ὁ βράχος ποὺ βαρύβροντα τὰ δυὸ ποτάμια σμίγουν»,έτσι περιέγραφε στην Οδύσσεια ο Όμηρος την είσοδο για τον Άδη. Το νεκρομαντείο θεωρούταν το σημαντικότερο ιερό που είχε χτιστεί προς τιμήν του Άδη και εκεί βρισκόταν η είσοδος για το βασίλειο του Κάτω Κόσμου..Στην αρχαία Ελλάδα ο Άδης ήταν ο θεός του θανάτου και αδερφός του Δία. Συμμετείχε στον πόλεμο εναντίον του Κρόνου και των Τιτάνων και αφού τους νίκησε, ανέλαβε τη βασιλεία του Κάτω Κόσμου. Στο πλευρό του είχε την Περσεφόνη, την κόρη της θεάς Δήμητρας, την οποία απήγαγε από τις πεδιάδες της Σικελίας. Ο Ερμής αναλάμβανε τη μεταφορά των ψυχών στις όχθες του ποταμού, απ’ όπου τις παραλάμβανε ο Χάροντας και τις μετέφερε με τη βάρκα του μέσα από την Αχερουσία λίμνη στον Κάτω Κόσμο. Η Αχερουσία λίμνη σύμφωνα με τη μυθολογία ήταν η «χώρα του Άδη». Ο Άδης αναφερόταν και ως Άιδης, Αιδωνεύς, Εύβουλος, Ευρύπυλος, Κλυμενος, Αγησίλαος, Κρατερός. και ήταν αόρατος χάρη στο κράνος που φορούσε. Η Αχερουσία λίμνη αποστραγγίστηκε το 1960 Για τη μεταφορά των ψυχών ο Χάροντας έπαιρνε ως αντίτιμο έναν οβολό, τον οποίο τοποθετούσαν οι συγγενείς κάτω από το στόμα των νεκρών. Όσοι δεν είχαν χρήματα παρέμεναν για πάντα στην όχθη του ποταμού. Ο Κέρβερος, ο τρικέφαλος σκύλος ήταν ο φύλακας της πύλης του Κάτω Κόσμου. Ο Άδης απαγόρευε αυστηρά την είσοδο των ζωντανών και την έξοδο των νεκρών από το βασίλειο των νεκρών....
Υπόγεια κρύπτη. Το νεκρομαντείο αποτελείται από συνεχείς διαδρόμους, υπόγειες αίθουσες και μια κρύπτη που είναι λαξευμένη στο βράχο. Τα παλαιότερα ευρήματα χρονολογούνται από τα μυκηναϊκά χρόνια. Το νεκρομαντείο ανασκάφηκε τα έτη 1958-1964 και 1976-1977. Σύμφωνα με έρευνες η υπόγεια αίθουσα κατασκευάστηκε με τόξα ώστε να δημιουργεί ψυχοακουστικά φαινόμενα, καθώς επικρατεί η απόλυτη ησυχία...
Η λειτουργία του Νεκρομαντείου του Αχέροντα
Στο Νεκρομαντείο Αχέροντα για να έχει ο επισκέπτης επαφή με τις ψυχές των νεκρών, έπρεπε να τελέσει προσφορές και να τη βγάλει από τη λήθη δίνοντάς της να πιει αίμα. Πέραν αυτού έπρεπε να υποβληθεί σε πολυήμερη δοκιμασία ψυχικού και σωματικού καθαρμού. Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά του Ομήρου σύμφωνα με την οποία η μάνα του Οδυσσέα δεν τον αναγνώρισε παρά μόνο όταν ήπιε από το αίμα της προσφοράς. Οι ψυχές θεωρούνταν άυλες σαν σκιές. Τα "είδωλα" των ψυχών τα ανέβαζαν οι ιερείς με σιδερένιους μοχλούς , με γρανάζια και καστανιέτες από την υπόγεια αίθουσα. Στο τέλος οι πιστοί αποχωρούσαν από άλλη έξοδο ώστε να μην έρθουν σε επαφή με τους επόμενους επισκέπτες εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη μυστικότητα. Η οποιαδήποτε μαρτυρία του χρησμού αποτελούσε βλασφημία και οδηγούσε ακόμα και σε θάνατο. Η όλη διαδικασία είχε ως εξής: Μόλις ο επισκέπτης διέσχιζε την είσοδο του νεκρομαντείου βρισκόταν στην υπαίθρια αυλή.. Οι ιερείς τον υποδέχονταν και τον οδηγούσαν στα δωμάτια υποδοχής που βρισκόταν δίπλα. Εκεί υπήρχαν και άλλα δωμάτια τα οποία ήταν βοηθητικοί χώροι ή χώροι προσωπικού . Το πρώτο πράγμα που έκαναν οι ιερείς του νεκρομαντείου ήταν να πάρουν πληροφορίες για το λόγο της επίσκεψης, την οικονομική και την κοινωνική κατάσταση του επισκέπτη και στη συνέχεια τον οδηγούσαν στο νότιο τμήμα της αυλής όπου βρισκόταν τα δωμάτια παραμονής και προδιαίτησης . Εκεί παρέμειναν οι επισκέπτες για να προετοιμαστούν για τη δοκιμασία που θα ακολουθούσαν. Μετά την προετοιμασία τους, ο ιερέας τούς οδηγούσε μέσα από τις δύο πύλες & στα υπνοδωμάτια . Εδώ οι επισκέπτες υποβάλλονταν σε ειδική δίαιτα με κουκιά, χοιρινό λίπος και όστρακα, ουσίες που προκαλούσαν αναστάτωση στον οργανισμό τους. Όταν έκρινε ο ιερέας ότι κάποιος ήταν έτοιμος, τον οδηγούσε στον ανατολικό διάδρομο μέσα από την τρίτη πύλη . Πριν από αυτό όμως επισκεπτόταν το λουτρό όπου έριχνε μια αναθηματική πέτρα δεξιά του για να εξορκίσει το κακό και έπλενε τα χέρια του στο λουτήρα (ένα πιθάρι με νερό). Μετά το πλύσιμο των χεριών ο επισκέπτης οδηγούνταν στο τελευταίο βόρειο δωμάτιο παραμονής για άγνωστο χρονικό διάστημα όπου η δίαιτα ήταν αυστηρότερη και με τις συνεχείς προσευχές αλλά και τις διηγήσεις του ιερέα μέσα στο σκοτάδι, οι αισθήσεις άρχισαν να υπολειτουργούν οδηγώντας τον σε μια κατάσταση παραισθήσεων. Τελικά με οδηγό τον ιερέα, ο επισκέπτης έβγαινε στον ανατολικό διάδρομο όπου θυσίαζε ένα ζώο (συνήθως πρόβατο) και κατευθύνονταν στην πύλη του νότιου διαδρόμου. Ο νότιος διάδρομος ήταν δαιδαλώδης σαν λαβύρινθος με τρεις τοξωτές πύλες (Πύλες του Άδη) που είχαν σιδερένιες πόρτες με καρφιά ώστε να ενισχύει την αίσθηση του κάτω κόσμου. Εδώ πρόσφεραν στους θεούς άλευρα (άλφιτα) μέσα σε πήλινες λεκάνες που τις έσπαζαν επιτόπου. Η τελευταία πύλη ήταν η είσοδος του ιερού επίσης σιδερόφρακτη και οδηγούσε στην κεντρική αίθουσα του ιερού , μιά αίθουσα μεγέθους 15 Χ 4,25 μ. δεξιά και αριστερά της οποίας υπήρχαν από τρία δωμάτια τα οποία ήταν αποθηκευτικοί χώροι για δημητριακά και προσφορές των επισκεπτών. Εδώ στην κεντρική αίθουσα γινόταν οι «χοές» δηλ. προσφορές σε υγρή μορφή, όπως γάλα, μέλι, κρασί και αίμα θυσιασμένων ζώων, που χύνονταν στο πλακόστρωτο δάπεδο για να εξευμενίσουν τους θεούς του κάτω κόσμου. Μετά από αυτό, σ’ αυτό το χώρο εμφανιζόταν και οι «σκιές» των νεκρών και μιλούσαν στον επισκέπτη. Στο τέλος ο επισκέπτης οδηγούνταν στην έξοδο του ανατολικού διαδρόμου για να μη συναντηθεί με τους άλλους που ακόμα προετοιμαζόταν. Δεν έπρεπε να πει σε κανέναν τι είδε και τι έζησε γιατί θεωρούνταν βλασφημία.
Στο Νεκρομαντείο Αχέροντα για να έχει ο επισκέπτης επαφή με τις ψυχές των νεκρών, έπρεπε να τελέσει προσφορές και να τη βγάλει από τη λήθη δίνοντάς της να πιει αίμα. Πέραν αυτού έπρεπε να υποβληθεί σε πολυήμερη δοκιμασία ψυχικού και σωματικού καθαρμού. Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά του Ομήρου σύμφωνα με την οποία η μάνα του Οδυσσέα δεν τον αναγνώρισε παρά μόνο όταν ήπιε από το αίμα της προσφοράς. Οι ψυχές θεωρούνταν άυλες σαν σκιές. Τα "είδωλα" των ψυχών τα ανέβαζαν οι ιερείς με σιδερένιους μοχλούς , με γρανάζια και καστανιέτες από την υπόγεια αίθουσα. Στο τέλος οι πιστοί αποχωρούσαν από άλλη έξοδο ώστε να μην έρθουν σε επαφή με τους επόμενους επισκέπτες εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη μυστικότητα. Η οποιαδήποτε μαρτυρία του χρησμού αποτελούσε βλασφημία και οδηγούσε ακόμα και σε θάνατο. Η όλη διαδικασία είχε ως εξής: Μόλις ο επισκέπτης διέσχιζε την είσοδο του νεκρομαντείου βρισκόταν στην υπαίθρια αυλή.. Οι ιερείς τον υποδέχονταν και τον οδηγούσαν στα δωμάτια υποδοχής που βρισκόταν δίπλα. Εκεί υπήρχαν και άλλα δωμάτια τα οποία ήταν βοηθητικοί χώροι ή χώροι προσωπικού . Το πρώτο πράγμα που έκαναν οι ιερείς του νεκρομαντείου ήταν να πάρουν πληροφορίες για το λόγο της επίσκεψης, την οικονομική και την κοινωνική κατάσταση του επισκέπτη και στη συνέχεια τον οδηγούσαν στο νότιο τμήμα της αυλής όπου βρισκόταν τα δωμάτια παραμονής και προδιαίτησης . Εκεί παρέμειναν οι επισκέπτες για να προετοιμαστούν για τη δοκιμασία που θα ακολουθούσαν. Μετά την προετοιμασία τους, ο ιερέας τούς οδηγούσε μέσα από τις δύο πύλες & στα υπνοδωμάτια . Εδώ οι επισκέπτες υποβάλλονταν σε ειδική δίαιτα με κουκιά, χοιρινό λίπος και όστρακα, ουσίες που προκαλούσαν αναστάτωση στον οργανισμό τους. Όταν έκρινε ο ιερέας ότι κάποιος ήταν έτοιμος, τον οδηγούσε στον ανατολικό διάδρομο μέσα από την τρίτη πύλη . Πριν από αυτό όμως επισκεπτόταν το λουτρό όπου έριχνε μια αναθηματική πέτρα δεξιά του για να εξορκίσει το κακό και έπλενε τα χέρια του στο λουτήρα (ένα πιθάρι με νερό). Μετά το πλύσιμο των χεριών ο επισκέπτης οδηγούνταν στο τελευταίο βόρειο δωμάτιο παραμονής για άγνωστο χρονικό διάστημα όπου η δίαιτα ήταν αυστηρότερη και με τις συνεχείς προσευχές αλλά και τις διηγήσεις του ιερέα μέσα στο σκοτάδι, οι αισθήσεις άρχισαν να υπολειτουργούν οδηγώντας τον σε μια κατάσταση παραισθήσεων. Τελικά με οδηγό τον ιερέα, ο επισκέπτης έβγαινε στον ανατολικό διάδρομο όπου θυσίαζε ένα ζώο (συνήθως πρόβατο) και κατευθύνονταν στην πύλη του νότιου διαδρόμου. Ο νότιος διάδρομος ήταν δαιδαλώδης σαν λαβύρινθος με τρεις τοξωτές πύλες (Πύλες του Άδη) που είχαν σιδερένιες πόρτες με καρφιά ώστε να ενισχύει την αίσθηση του κάτω κόσμου. Εδώ πρόσφεραν στους θεούς άλευρα (άλφιτα) μέσα σε πήλινες λεκάνες που τις έσπαζαν επιτόπου. Η τελευταία πύλη ήταν η είσοδος του ιερού επίσης σιδερόφρακτη και οδηγούσε στην κεντρική αίθουσα του ιερού , μιά αίθουσα μεγέθους 15 Χ 4,25 μ. δεξιά και αριστερά της οποίας υπήρχαν από τρία δωμάτια τα οποία ήταν αποθηκευτικοί χώροι για δημητριακά και προσφορές των επισκεπτών. Εδώ στην κεντρική αίθουσα γινόταν οι «χοές» δηλ. προσφορές σε υγρή μορφή, όπως γάλα, μέλι, κρασί και αίμα θυσιασμένων ζώων, που χύνονταν στο πλακόστρωτο δάπεδο για να εξευμενίσουν τους θεούς του κάτω κόσμου. Μετά από αυτό, σ’ αυτό το χώρο εμφανιζόταν και οι «σκιές» των νεκρών και μιλούσαν στον επισκέπτη. Στο τέλος ο επισκέπτης οδηγούνταν στην έξοδο του ανατολικού διαδρόμου για να μη συναντηθεί με τους άλλους που ακόμα προετοιμαζόταν. Δεν έπρεπε να πει σε κανέναν τι είδε και τι έζησε γιατί θεωρούνταν βλασφημία.
Αρχιτεκτονική
Από αρχιτεκτονικής άποψης το Νεκρομαντείο ταυτίζεται με μεγαλοπρεπές ταφικό μνημείο ή μαυσωλείο της Ανατολής του 5ου αι. Αποτελείται από πολυγωνική τοιχοδομία, σιδερόφρακτες πύλες, εσωτερική διαίρεση με διαδρόμους, κατασκευή που εξυπηρετεί τη λατρεία και τις τελετουργίες των υποχθόνιων θεών. Το κυρίως ιερό χωρίζεται με δύο παράλληλους τοίχους σε μία κεντρική αίθουσα και δύο μικρές πλαϊνές. Κάτω από την κεντρική αίθουσα βρίσκεται μία άλλη υπόγεια αίθουσα λαξευμένη στο βράχο η οροφή της οποίας στηρίζεται σε δεκαπέντε πώρινα(από πωρόλιθο) τόξα, αποκαλούμενη Ιερά Κρύπτη.
Ακουστική του χώρου
Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η ακουστική του χώρου της υπόγειας αίθουσας. Επ' αυτού εκπονήθηκε μια μελέτη από τους επιστημονικούς συνεργάτες του Εργαστηρίου Ακουστικής του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Αριστοτελείου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Παναγιώτη Καραμπατζάκη και Βασίλη Ζαφρανά,η οποία διήρκεσε 12 έτη και παρουσιάστηκε σε συνέδριο στην Ιταλία. Σύμφωνα με αυτήν,στην υπόγεια αίθουσα βασιλεύει απόλυτη ησυχία και ταυτόχρονα ο χρόνος αντήχησης του χώρου είναι εξαιρετικά χαμηλός. Οι κ.κ. Καραμπατζάκης και Ζοφρανάς χρειάστηκαν αλλεπάλληλες μετρήσεις και διαφορετικά και εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα, για να επιβεβαιώσουν αυτό το φαινόμενο. Η παρατήρηση των τόξων, σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές του χρόνου αντήχησης και του θορύβου βάθους, οδήγησαν τους δύο ερευνητές στο συμπέρασμα ότι ο χώρος ήταν συνειδητά κατασκευασμένος, ώστε να δημιουργεί στον επισκέπτη του έντονα ψυχοακουστικά φαινόμενα. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι ακουστικές τιμές, πλησιάζουν την ακουστικότητα που υπάρχει στους ανηχοϊκούς θαλάμους (σύγχρονα εργαστήρια ακουστικής).
Από αρχιτεκτονικής άποψης το Νεκρομαντείο ταυτίζεται με μεγαλοπρεπές ταφικό μνημείο ή μαυσωλείο της Ανατολής του 5ου αι. Αποτελείται από πολυγωνική τοιχοδομία, σιδερόφρακτες πύλες, εσωτερική διαίρεση με διαδρόμους, κατασκευή που εξυπηρετεί τη λατρεία και τις τελετουργίες των υποχθόνιων θεών. Το κυρίως ιερό χωρίζεται με δύο παράλληλους τοίχους σε μία κεντρική αίθουσα και δύο μικρές πλαϊνές. Κάτω από την κεντρική αίθουσα βρίσκεται μία άλλη υπόγεια αίθουσα λαξευμένη στο βράχο η οροφή της οποίας στηρίζεται σε δεκαπέντε πώρινα(από πωρόλιθο) τόξα, αποκαλούμενη Ιερά Κρύπτη.
Ακουστική του χώρου
Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η ακουστική του χώρου της υπόγειας αίθουσας. Επ' αυτού εκπονήθηκε μια μελέτη από τους επιστημονικούς συνεργάτες του Εργαστηρίου Ακουστικής του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Αριστοτελείου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Παναγιώτη Καραμπατζάκη και Βασίλη Ζαφρανά,η οποία διήρκεσε 12 έτη και παρουσιάστηκε σε συνέδριο στην Ιταλία. Σύμφωνα με αυτήν,στην υπόγεια αίθουσα βασιλεύει απόλυτη ησυχία και ταυτόχρονα ο χρόνος αντήχησης του χώρου είναι εξαιρετικά χαμηλός. Οι κ.κ. Καραμπατζάκης και Ζοφρανάς χρειάστηκαν αλλεπάλληλες μετρήσεις και διαφορετικά και εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα, για να επιβεβαιώσουν αυτό το φαινόμενο. Η παρατήρηση των τόξων, σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές του χρόνου αντήχησης και του θορύβου βάθους, οδήγησαν τους δύο ερευνητές στο συμπέρασμα ότι ο χώρος ήταν συνειδητά κατασκευασμένος, ώστε να δημιουργεί στον επισκέπτη του έντονα ψυχοακουστικά φαινόμενα. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι ακουστικές τιμές, πλησιάζουν την ακουστικότητα που υπάρχει στους ανηχοϊκούς θαλάμους (σύγχρονα εργαστήρια ακουστικής).
Ο Άδης αναφερόταν και ως Άιδης, Αιδωνεύς, Εύβουλος, Ευρύπυλος, Κλυμενος, Αγησίλαος, Κρατερός. και ήταν αόρατος χάρη στο κράνος που φορούσε. Η Αχερουσία λίμνη αποστραγγίστηκε το 1960...
Αχερουσία λίμνη
Η Αχερουσία λίμνη δεν υπάρχει πια. Αποστραγγίστηκε τη δεκαετία του 1960 από τη Βρετανική εταιρεία Boots Ltd. Η Αχερουσία είναι κατά τη μυθολογία η «χώρα του Άδη» (η σημερινή πεδιάδα του τ. Δήμου Φαναρίου). Πιάνει από το χωριό Χόικα μέχρι τη θάλασσα και από τη Χόικα μέχρι την Παραμυθιά (τα Ηλύσια πεδία – Λειμών των ασφοδέλων). Διασχίζεται από τον Αχέροντα ποταμό και τους παραποτάμους του Πυριφλεγέθοντα και Κωκυτό.Ο Άδης είναι ο θεός και αρχηγός του «κάτω κόσμου» που εξουσίαζε τους νεκρούς. Ο Άδης ταυτίζονταν με τον Πλούτωνα και μόνο μια φορά ανέβηκε στον πάνω κόσμο, για να αρπάξει την Περσεφόνη. Εδώ στη λίμνη Αχερουσία, στον Αχέροντα ποταμό πίστευαν ότι υπάρχει μια από τις εισόδους για τον Άδη (Πύλες του Άδη). Ο Χάρων (γιος του Ερέβους και της Νύκτας) ήταν ο βαρκάρης που κουβαλούσε τις ψυχές των νεκρών στον Άδη και έπαιρνε τον οβολό που έβαζαν στα χείλη του νεκρού οι συγγενείς. Στο βάραθρο της Στύγας στεκόταν ο φύλακας Κέρβερος που ήταν τρικέφαλος σκύλος με ουρά λιονταριού που κατέληγε σε φίδι και τα μαλλιά του και το σώμα του ήταν γεμάτα φίδια (στα νομίσματα της Ελέας της Θεσπρωτίας βλέπουμε παραστάσεις του Κέρβερου). Οι ψυχές παρουσιάζονταν στο δικαστήριο του Άδη (Άδης, Μίνωας, Ραδάμανθυς και Αιακός) που έκρινε τις πράξεις του νεκρού στη ζωή. Στην Οδύσσεια του Ομήρου, περιγράφεται η κάθοδος του Οδυσσέα στον κάτω κόσμο. Κατά τη μυθολογία, στον Άδη κατέβηκαν και οι: Ορφέας, βασιλιάς της Θράκης για να φέρει πίσω τη γυναίκα του Ευρυδίκη, ο Ηρακλής, ο Θησέας, κ.α. Ο Λουκιανός, σατιρικός συγγραφέας, στους «νεκρικούς διαλόγους» που έγραψε, περιγράφει παραστατικά τα της εισόδου των νεκρών στον Άδη. Χάρων: «Απόδος ω τρισκατάρατε τα πορθμεία» Νεκρός: «Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος…
Η Αχερουσία λίμνη δεν υπάρχει πια. Αποστραγγίστηκε τη δεκαετία του 1960 από τη Βρετανική εταιρεία Boots Ltd. Η Αχερουσία είναι κατά τη μυθολογία η «χώρα του Άδη» (η σημερινή πεδιάδα του τ. Δήμου Φαναρίου). Πιάνει από το χωριό Χόικα μέχρι τη θάλασσα και από τη Χόικα μέχρι την Παραμυθιά (τα Ηλύσια πεδία – Λειμών των ασφοδέλων). Διασχίζεται από τον Αχέροντα ποταμό και τους παραποτάμους του Πυριφλεγέθοντα και Κωκυτό.Ο Άδης είναι ο θεός και αρχηγός του «κάτω κόσμου» που εξουσίαζε τους νεκρούς. Ο Άδης ταυτίζονταν με τον Πλούτωνα και μόνο μια φορά ανέβηκε στον πάνω κόσμο, για να αρπάξει την Περσεφόνη. Εδώ στη λίμνη Αχερουσία, στον Αχέροντα ποταμό πίστευαν ότι υπάρχει μια από τις εισόδους για τον Άδη (Πύλες του Άδη). Ο Χάρων (γιος του Ερέβους και της Νύκτας) ήταν ο βαρκάρης που κουβαλούσε τις ψυχές των νεκρών στον Άδη και έπαιρνε τον οβολό που έβαζαν στα χείλη του νεκρού οι συγγενείς. Στο βάραθρο της Στύγας στεκόταν ο φύλακας Κέρβερος που ήταν τρικέφαλος σκύλος με ουρά λιονταριού που κατέληγε σε φίδι και τα μαλλιά του και το σώμα του ήταν γεμάτα φίδια (στα νομίσματα της Ελέας της Θεσπρωτίας βλέπουμε παραστάσεις του Κέρβερου). Οι ψυχές παρουσιάζονταν στο δικαστήριο του Άδη (Άδης, Μίνωας, Ραδάμανθυς και Αιακός) που έκρινε τις πράξεις του νεκρού στη ζωή. Στην Οδύσσεια του Ομήρου, περιγράφεται η κάθοδος του Οδυσσέα στον κάτω κόσμο. Κατά τη μυθολογία, στον Άδη κατέβηκαν και οι: Ορφέας, βασιλιάς της Θράκης για να φέρει πίσω τη γυναίκα του Ευρυδίκη, ο Ηρακλής, ο Θησέας, κ.α. Ο Λουκιανός, σατιρικός συγγραφέας, στους «νεκρικούς διαλόγους» που έγραψε, περιγράφει παραστατικά τα της εισόδου των νεκρών στον Άδη. Χάρων: «Απόδος ω τρισκατάρατε τα πορθμεία» Νεκρός: «Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος…
«Πύλες του Άδη»
Ο όρος «Πύλες του Άδη» είναι μυθολογικός και αρχαιολογικός, και αφορά σαφώς τις τρεις σιδερόφρακτες πύλες του Αρχαίου Νεκρομαντείου του Αχέροντα, που βρίσκεται στο λόφο Ξυλόκαστρο στο χωριό Μεσοπόταμος του τ. Δήμου Φαναρίου Πρέβεζας .Όμως, το έτος 1992, και 1994 o τοπικός ερευνητής Χαράλαμπος Γκούβας ισχυρίζεται ότι χρησιμοποίησε τον ίδιο όρο «Πύλες του Άδη» για να δώσει έμφαση στο μεγαλείο των «Στενών του Αχέροντα» (Χαράδρα) μεταξύ Σερζιανών και Γλυκής. Έτσι ο όρος διαδόθηκε ευρέως σε χρήση και σε λίγα χρόνια επεκτάθηκε η χρήση του σε διαφημιστικά έντυπα, σε πινακίδες και σε επίσημα έγγραφα Δήμων και Νομαρχίας. Ειδικότερα στην πρώτη δημοσίευση,οι επονομαζόμενες «Πύλες του Άδη» (συμβατικά ονομαζόμενες Πύλες Γ’ και Πύλες Β’) απεκλήθησαν τα στενά περάσματα του ποταμού, τα σχηματισμένα από κάθετες πλάκες βράχων, ύψους τουλάχιστον 100-200 μέτρων και πλωτού πλάτους μόλις 2 μέτρων. Τα στενά αυτά, εικάζεται, ότι οι αρχαίοι φοβούνταν ή αδυνατούσαν να περάσουν και προκαλούσαν δέος. Μέχρι το έτος 1992 ουδεμία δημοσίευση υπήρχε διεθνώς, γιά την Χαράδρα του Αχέροντα. Η Αρχαία Ελληνική γραμματεία πουθενά δεν κάνει λόγο για τη Χαράδρα του Αχέροντα. Είναι προφανές ότι ουδέποτε είχε διασχισθεί από ανθρώπους. Η πρώτη πλήρης διάσχιση έγινε το καλοκαίρι του 1994.. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Ελληνικές και ξένες εγκυκλοπαίδειες, μέχρι τότε, έγραφαν ότι "ο ποταμός Αχέρων ρέει μέσα σε χαράδρα, εξαφανίζεται και ρέει υπογείως, και επανεμφανίζεται και ρέει μέχρι τη θάλασσα" . O τέως Δήμος Λούρου, σήμερα Δήμος Πρέβεζας, οργανώνει κάθε χρόνο εκδηλώσεις με πολυάριθμους επισκέπτες σε αυτό το σημείο. Το συνολικό μήκος του τμήματος αυτού του Αχέροντα (Χαράδρα) είναι περίπου 10 χλμ και απαιτούνται 7-8 ώρες για τη διάσχισή του το καλοκαίρι. Πέραν της ένυδρης διάσχισης, από το έτος 2000 είναι εφικτή πλέον και η πεζοπορία κατά μήκος της Χαράδρας από το πλακόστρωτο μονοπάτι της εταιρείας ΕΤΑΝΑΜ ΑΕ. Κάθε καλοκαίρι υπολογίζεται ότι τουλάχιστον 200 άτομα διασχίζουν τη χαράδρα του Αχέροντα και τουλάχιστον 100.000 περπατούν στα νερά του κοντά στις πηγές.
Ο όρος «Πύλες του Άδη» είναι μυθολογικός και αρχαιολογικός, και αφορά σαφώς τις τρεις σιδερόφρακτες πύλες του Αρχαίου Νεκρομαντείου του Αχέροντα, που βρίσκεται στο λόφο Ξυλόκαστρο στο χωριό Μεσοπόταμος του τ. Δήμου Φαναρίου Πρέβεζας .Όμως, το έτος 1992, και 1994 o τοπικός ερευνητής Χαράλαμπος Γκούβας ισχυρίζεται ότι χρησιμοποίησε τον ίδιο όρο «Πύλες του Άδη» για να δώσει έμφαση στο μεγαλείο των «Στενών του Αχέροντα» (Χαράδρα) μεταξύ Σερζιανών και Γλυκής. Έτσι ο όρος διαδόθηκε ευρέως σε χρήση και σε λίγα χρόνια επεκτάθηκε η χρήση του σε διαφημιστικά έντυπα, σε πινακίδες και σε επίσημα έγγραφα Δήμων και Νομαρχίας. Ειδικότερα στην πρώτη δημοσίευση,οι επονομαζόμενες «Πύλες του Άδη» (συμβατικά ονομαζόμενες Πύλες Γ’ και Πύλες Β’) απεκλήθησαν τα στενά περάσματα του ποταμού, τα σχηματισμένα από κάθετες πλάκες βράχων, ύψους τουλάχιστον 100-200 μέτρων και πλωτού πλάτους μόλις 2 μέτρων. Τα στενά αυτά, εικάζεται, ότι οι αρχαίοι φοβούνταν ή αδυνατούσαν να περάσουν και προκαλούσαν δέος. Μέχρι το έτος 1992 ουδεμία δημοσίευση υπήρχε διεθνώς, γιά την Χαράδρα του Αχέροντα. Η Αρχαία Ελληνική γραμματεία πουθενά δεν κάνει λόγο για τη Χαράδρα του Αχέροντα. Είναι προφανές ότι ουδέποτε είχε διασχισθεί από ανθρώπους. Η πρώτη πλήρης διάσχιση έγινε το καλοκαίρι του 1994.. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Ελληνικές και ξένες εγκυκλοπαίδειες, μέχρι τότε, έγραφαν ότι "ο ποταμός Αχέρων ρέει μέσα σε χαράδρα, εξαφανίζεται και ρέει υπογείως, και επανεμφανίζεται και ρέει μέχρι τη θάλασσα" . O τέως Δήμος Λούρου, σήμερα Δήμος Πρέβεζας, οργανώνει κάθε χρόνο εκδηλώσεις με πολυάριθμους επισκέπτες σε αυτό το σημείο. Το συνολικό μήκος του τμήματος αυτού του Αχέροντα (Χαράδρα) είναι περίπου 10 χλμ και απαιτούνται 7-8 ώρες για τη διάσχισή του το καλοκαίρι. Πέραν της ένυδρης διάσχισης, από το έτος 2000 είναι εφικτή πλέον και η πεζοπορία κατά μήκος της Χαράδρας από το πλακόστρωτο μονοπάτι της εταιρείας ΕΤΑΝΑΜ ΑΕ. Κάθε καλοκαίρι υπολογίζεται ότι τουλάχιστον 200 άτομα διασχίζουν τη χαράδρα του Αχέροντα και τουλάχιστον 100.000 περπατούν στα νερά του κοντά στις πηγές.