Το πιο γνωστό δείγμα της ιερογλυφικής μινωικής γραφής είναι ο μοναδικός στο είδος του δίσκος, που βρέθηκε σε ένα μικρό δωμάτιο του ανακτόρου της Φαιστού. Χρονολογείται στις αρχές των νεοανακτορικών χρόνων και διατηρείται ακέραιος. Στις δύο πλευρές του έχουν αποτυπωθεί σύμβολα σε μία σειρά, που ακολουθεί σπειροειδή διάταξη, ξεκινώντας από την περιφέρεια και καταλήγοντας στο κέντρο. Διακρίνονται 45 σύμβολα που επαναλαμβάνονται και ομαδοποιούνται σχηματίζοντας λέξεις, οι οποίες χωρίζονται με κάθετες εγχάρακτες γραμμές. Η αποτύπωσή τους έγινε με σφραγίδες, όταν ο πηλός ήταν ακόμη νωπός και για το λόγο αυτό ο δίσκος θεωρείται το παλαιότερο γνωστό δείγμα τυπογραφίας. Μέχρι σήμερα έχουν προταθεί διάφορες αποκρυπτογραφήσεις του κειμένου, καμμία όμως δεν είναι απόλυτα πειστική. Η επικρατέστερη άποψη της σύγχρονης έρευνας είναι, ότι ίσως αποδίδει κάποιο θρησκευτικό κείμενο ή ύμνο. Αξιοσημείωτο είναι, ότι ορισμένα σύμβολα της ίδιας γραφής σώζονται και σε ένα πέλεκυ από το Αρκαλοχώρι.
Τα ιδεογράμματα και συλλαβογράμματα στις δύο πλευρές του δίσκου της Φαιστού δεν έχουν χαραχθεί με γραφίδα στην πήλινη επιφάνεια αλλά τυπώθηκαν με κινητά στοιχεία πάνω στο φρέσκο πηλό. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν χυτές ή ξύλινες σφραγίδες. Πρόκειται λοιπόν για το αρχαιότερο έντυπο στον κόσμο, για το αρχαιότερο ως ώρας τυπογραφικό δείγμα που έχει ανεβρεθεί. Αυτό όμως το μυστηριώδες έντυπο κρατά εδώ και εκατό περίπου χρόνια επτασφράγιστο το μυστικό του όσον αφορά το δημιουργό του, τη χρήση του και το περιεχόμενό του. Οι κοπιαστικές προσπάθειες πολλών ειδημόνων, αλλά και φιλόδοξων ερασιτεχνών του είδους, που ζήλεψαν τη δόξα του Μίκαελ Βέντρις ο οποίος κατόρθωσε το 1952 να αποκρυπτογραφήσει τη γραμμική γραφή Β, δεν έχουν φέρει έως ώρας κάποιο ικανοποιητικό και επιστημονικά αποδεκτό αποτέλεσμα. Υποτιθέμενες αναγνώσεις του δίσκου της Φαιστού έχουν προταθεί πολλές και με το χρόνο προβάλλονται όλο και περισσότερες. Χρήζουν όμως όλες αποδείξεως. Οι πρώτες επιγραφές με τη λεγόμενη Γραμμική γραφή ανακαλύφτηκαν από τον Άρθουρ Έβανς (Arthur Evans) το 1900 στην Κνωσό της Κρήτης. Ονόμασε τη γραφή έτσι επειδή τα σύμβολά της αποτελούνται από γραμμές χαραγμένες πάνω σε μια επιφάνεια (από γραμμικά σχήματα) και όχι από σφήνες όπως στη σφηνοειδή γραφή ή από εικόνες όπως στην αιγυπτιακή γραφή. Είδε ότι οι επιγραφές έφεραν δύο διαφορετικές γραφές, τη «Γραμμική γραφή κλάσεως Β», όπως την ονόμασε, που χρονολογείται μεταξύ των ετών 1250 έως 1450 π.Χ. και τη «Γραμμική γραφή κλάσεως Α» που χρονολογείται μεταξύ των ετών 1450 έως 1750 π.Χ.
Η Γραμμική Α αποτελείται όπως και η Γραμμική Β από συλλαβογράμματα, δηλαδή χαρακτήρες με συγκεκριμένη συλλαβική φωνητική αξία και ιδεογράμματα (ή λογογράμματα), δηλαδή χαρακτήρες που αντιπροσωπεύουν αντικείμενα. Αρκετά συλλαβογράμματα και ιδεογράμματα είναι κοινά και έτσι εικάζεται ότι από τη Γραμμική Α προήλθε η Γραμμική Β. Ο Έβανς πίστευε ότι οι γραφές αυτές δεν είναι ελληνικές και τις ονόμασε «μινωικές». Έπρεπε να περάσουν πάνω από πενήντα χρόνια για να αποκρυπτογραφήσει τελικά ο Άγγλος Μίκαελ Βέντρις το 1952 τη Γραμμική Β και να αποδείξει ότι πρόκειται για ελληνική γραφή. Η Γραμμική Α, που φέρει και ο δίσκος της Φαιστού, δεν κατέστη δυνατόν να αποκρυπτογραφηθεί μέχρι σήμερα. Αν αποδειχτεί ότι η Γραμμική Α είναι ελληνική τότε αποδεικνύεται και ότι οι Έλληνες ήταν αυτόχθονες και όχι ετερόχθονες σύμφωνα με την ισχύουσα σήμερα θεωρία για την ινδοευρωπαϊκή τους προέλευση.
Η αποκρυπτογράφηση του Δίσκου της Φαιστού
Σε μία προσευχή προς μία μάνα μεταφράζονται τα σύμβολα του δίσκου της Φαιστού, τα οποία οι ειδικοί προσπαθούν να διαβάσουν εδώ και έναν αιώνα, σύμφωνα με την τελευταία προσπάθεια αποκρυπτογράφησης του αρχαίου αντικειμένου.
Ως το πρώτο (μινωικό) CD-ROM περιγράφει τον δίσκο της Φαιστού ένας ειδικός, λόγω του τρόπου που είναι τοποθετημένες πάνω του οι διάφορες εικονογραφικές ενδείξεις. Ισχυρίζεται ότι ο δίσκος κρύβει μία προσευχή προς τη μητέρα, η οποία καταγράφεται με τη χρήση μίας αρχαίας γλώσσας, που αποτελείται από σύμβολα. Πρόκειται για τον Δρ Gareth Owens, του ΤΕΙ της Κρήτης, ο οποίος πιστεύει ότι ο δίσκος είναι αφιερωμένος σε κάποια μάνα, σύμφωνα με δημοσίευμα της Daily Mail. Σε ομιλία του στο ΤΕΙ, ο Δρ Owens ισχυρίστηκε ότι "η πιο σταθερή λέξη και αξία [στον δίσκο] είναι η 'μητέρα' και συγκεκριμένα, η μάνα – θεά της μινωικής εποχής". Κατά τα λεγόμενα του Δρ Owens, ο τρόπος ομαδοποίησης των συμβόλων του δίσκου, σε τρία μέρη της μίας όψης του, σχηματίζουν τη φράση "μεγάλη και σημαντική κυρία" (ή "σπουδαία γυναίκα"). Επιπλέον, στην άλλη όψη του δίσκου, ο καθηγητής εντόπισε και αναγνώρισε τη λέξη ΑΚΚΑ, η οποία, όπως λέει ο ίδιος, σημαίνει "έγκυος μητέρα". Επομένως, πιστεύει ότι η μία πλευρά του δίσκου της Φαιστού είναι αφιερωμένη σε μία έγκυο γυναίκα, και η άλλη σε μία γυναίκα που γεννά.Όπως εξήγησε, δούλεψε για έξι χρόνια, μαζί με τον συνάδελφό του στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, John Coleman, για να σπάσει τον κώδικα, και τώρα ισχυρίζεται ότι μπορεί να διαβάσει το 90% της μιας πλευράς.
Περισσότερα για τον Δίσκο της Φαιστού
Ο δίσκος της Φαιστού είναι ένα αρχαιολογικό εύρημα από την Μινωική πόλη της Φαιστού, στη νότια Κρήτη, και χρονολογείται, πιθανώς, στον 17ο αιώνα π.Χ.. Αποτελεί ένα από τα γνωστότερα μυστήρια της αρχαιολογίας, αφού ο σκοπός της κατασκευής του και το νόημα των όσων αναγράφονται σε αυτόν παραμένουν άγνωστα. Ανακαλύφθηκε σε υπόγειο του Μινωικού παλατιού της Φαιστού, κοντά στην Αγία Τριάδα, στη νότια Κρήτη. Συγκεκριμένα, ήταν στις 3 Ιουλίου 1908, όταν ο Ιταλός αρχαιολόγος Luigi Pernier ανάκτησε αυτόν τον εντυπωσιακά άθικτο "δίσκο". Ο δίσκος είναι φτιαγμένος από πηλό. Η μέση διάμετρός του είναι 15 εκατοστά και το μέσο πάχος του 1 εκατοστό. Στις δύο όψεις του βρίσκονται 45 διαφορετικά σύμβολα, πολλά από τα οποία αναπαριστούν εύκολα αναγνωρίσιμα αντικείμενα, όπως ανθρώπινες μορφές, ψάρια, πουλιά, έντομα, φυτά κ.α. Συνολικά, στις δύο όψεις του, υπάρχουν 241 σύμβολα -122 στην 1η πλευρά και 119 στη 2η - τοποθετημένα σπειροειδώς. Τα σύμβολα είναι χωρισμένα σε ομάδες, με τη χρήση μικρών γραμμών που κατευθύνονται προς το κέντρο του δίσκου. Ο δίσκος έχει κεντρίσει τη φαντασία πολλών αρχαιολόγων, επαγγελματιών και μη, και έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες αποκρυπτογράφησής του. Στο πέρασμα των χρόνων, έχουν προταθεί πάρα πολλές ερμηνείες του κειμένου του, όπως ότι πρόκειται για τη διήγηση μίας ιστορίας, για ένα γεωμετρικό θεώρημα, ή για ημερολόγιο. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν είναι η πρώτη φορά που κάποιος υποστηρίζει ότι πρόκειται για προσευχή. Παρόλα αυτά η επιστημονική κοινότητα δεν έχει αποδεχθεί καμία από τις αποκρυπτογραφήσεις και ο δίσκος παραμένει ένα άλυτο μυστήριο.
Σε μία προσευχή προς μία μάνα μεταφράζονται τα σύμβολα του δίσκου της Φαιστού, τα οποία οι ειδικοί προσπαθούν να διαβάσουν εδώ και έναν αιώνα, σύμφωνα με την τελευταία προσπάθεια αποκρυπτογράφησης του αρχαίου αντικειμένου.
Ως το πρώτο (μινωικό) CD-ROM περιγράφει τον δίσκο της Φαιστού ένας ειδικός, λόγω του τρόπου που είναι τοποθετημένες πάνω του οι διάφορες εικονογραφικές ενδείξεις. Ισχυρίζεται ότι ο δίσκος κρύβει μία προσευχή προς τη μητέρα, η οποία καταγράφεται με τη χρήση μίας αρχαίας γλώσσας, που αποτελείται από σύμβολα. Πρόκειται για τον Δρ Gareth Owens, του ΤΕΙ της Κρήτης, ο οποίος πιστεύει ότι ο δίσκος είναι αφιερωμένος σε κάποια μάνα, σύμφωνα με δημοσίευμα της Daily Mail. Σε ομιλία του στο ΤΕΙ, ο Δρ Owens ισχυρίστηκε ότι "η πιο σταθερή λέξη και αξία [στον δίσκο] είναι η 'μητέρα' και συγκεκριμένα, η μάνα – θεά της μινωικής εποχής". Κατά τα λεγόμενα του Δρ Owens, ο τρόπος ομαδοποίησης των συμβόλων του δίσκου, σε τρία μέρη της μίας όψης του, σχηματίζουν τη φράση "μεγάλη και σημαντική κυρία" (ή "σπουδαία γυναίκα"). Επιπλέον, στην άλλη όψη του δίσκου, ο καθηγητής εντόπισε και αναγνώρισε τη λέξη ΑΚΚΑ, η οποία, όπως λέει ο ίδιος, σημαίνει "έγκυος μητέρα". Επομένως, πιστεύει ότι η μία πλευρά του δίσκου της Φαιστού είναι αφιερωμένη σε μία έγκυο γυναίκα, και η άλλη σε μία γυναίκα που γεννά.Όπως εξήγησε, δούλεψε για έξι χρόνια, μαζί με τον συνάδελφό του στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, John Coleman, για να σπάσει τον κώδικα, και τώρα ισχυρίζεται ότι μπορεί να διαβάσει το 90% της μιας πλευράς.
Περισσότερα για τον Δίσκο της Φαιστού
Ο δίσκος της Φαιστού είναι ένα αρχαιολογικό εύρημα από την Μινωική πόλη της Φαιστού, στη νότια Κρήτη, και χρονολογείται, πιθανώς, στον 17ο αιώνα π.Χ.. Αποτελεί ένα από τα γνωστότερα μυστήρια της αρχαιολογίας, αφού ο σκοπός της κατασκευής του και το νόημα των όσων αναγράφονται σε αυτόν παραμένουν άγνωστα. Ανακαλύφθηκε σε υπόγειο του Μινωικού παλατιού της Φαιστού, κοντά στην Αγία Τριάδα, στη νότια Κρήτη. Συγκεκριμένα, ήταν στις 3 Ιουλίου 1908, όταν ο Ιταλός αρχαιολόγος Luigi Pernier ανάκτησε αυτόν τον εντυπωσιακά άθικτο "δίσκο". Ο δίσκος είναι φτιαγμένος από πηλό. Η μέση διάμετρός του είναι 15 εκατοστά και το μέσο πάχος του 1 εκατοστό. Στις δύο όψεις του βρίσκονται 45 διαφορετικά σύμβολα, πολλά από τα οποία αναπαριστούν εύκολα αναγνωρίσιμα αντικείμενα, όπως ανθρώπινες μορφές, ψάρια, πουλιά, έντομα, φυτά κ.α. Συνολικά, στις δύο όψεις του, υπάρχουν 241 σύμβολα -122 στην 1η πλευρά και 119 στη 2η - τοποθετημένα σπειροειδώς. Τα σύμβολα είναι χωρισμένα σε ομάδες, με τη χρήση μικρών γραμμών που κατευθύνονται προς το κέντρο του δίσκου. Ο δίσκος έχει κεντρίσει τη φαντασία πολλών αρχαιολόγων, επαγγελματιών και μη, και έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες αποκρυπτογράφησής του. Στο πέρασμα των χρόνων, έχουν προταθεί πάρα πολλές ερμηνείες του κειμένου του, όπως ότι πρόκειται για τη διήγηση μίας ιστορίας, για ένα γεωμετρικό θεώρημα, ή για ημερολόγιο. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν είναι η πρώτη φορά που κάποιος υποστηρίζει ότι πρόκειται για προσευχή. Παρόλα αυτά η επιστημονική κοινότητα δεν έχει αποδεχθεί καμία από τις αποκρυπτογραφήσεις και ο δίσκος παραμένει ένα άλυτο μυστήριο.