Αν η κινηματογραφική επιτυχία του J. Boorman έκανε γνωστή στο ευρύ κοινό το μυστικιστικό και Τεκτονικό χαρακτήρα της έννοιας του Γκράαλ, ήταν ‘Η τελευταία σταυροφορία‘ του S. Spielberg η οποία δεν ανανέωσε απλά το ενδιαφέρον του κόσμου για το Δισκοπότηρο παρά τόνισε και την υλική του μορφή μεταπλάθοντας το έτσι ως κάτι που μπορεί να προσεγγίσει ο κάθε εξερευνητής. Εύλογα λοιπόν, ο Indiana Jones συμπεραίνει πως από την οικονομική δυνατότητα του Ιησού μα και από την ίδια την διδασκαλία Του, το κύπελλο το οποίο πρέπει να είχε χρησιμοποιήσει στον Μυστικό Δείπνο δεν θα μπορούσε να ήταν φτιαγμένο από πολύτιμες πέτρες και χρυσό παρά από ξύλο, μικρό και ταπεινό όπως άρμοζε στην περίπτωση. Ο όρος Γκράαλ εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Ευρώπη του 1190, έτος θανάτου του συγγραφέα Κρετιέν ντε Τρουά, ο οποίος άφησε ημιτελές το τελευταίο ιπποτικό του μυθιστόρημα Πάρσιφαλ. Η λέξη προέρχεται πιθανώς από την αρχαία γαλλική λέξη γκραάλ που σημαίνει «πλατύ και ευρύχωρο πιάτο ή δίσκος». Σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση, το Ιερό Δισκοπότηρο χρησιμοποιήθηκε από τον Ιησού κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου. Άλλοι υποστηρίζουν ότι σε αυτό συγκεντρώθηκε το αίμα και ο ιδρώτας του Ιησού, την ώρα που τον κατέβαζε ο Ιωσήφ από το Σταυρό. Κάποιοι άλλοι το ταυτίζουν με την Ιερά Σινδώνη και αρκετοί το βλέπουν ως σύμβολο με μαγικές δυνάμεις.
Ο θρυλικός βασιλιάς Αρθούρος και ο σερ Γκάλαχαντ
Μετά τη Σταύρωση, ο Ιωσήφ αποκαθήλωσε τον Θεάνθρωπο από στον σταυρό. Με το δισκοπότηρο μάζεψε το αίμα από την πληγή που είχε προκαλέσει με τη λόγχη ο Ρωμαίος εκατόνταρχος Λογγίνος στο σώμα του Χριστού για να διαπιστώσει τον θάνατό του. Λίγο αργότερα ο Ιωσήφ συνελήφθη και φυλακίστηκε σε έναν λαξευτό τάφο προκειμένου να πεθάνει από την πείνα και τη δίψα. Όμως, σύμφωνα με την εκκλησία, επιβίωσε για πολλά χρόνια χάρη στη μαγική δύναμη του Δισκοπότηρου, το οποίο κάθε πρωί με θαυματουργό τρόπο, του παρείχε τροφή και νερό. Ο θρύλος του Αγίου Δισκοπότηρου εξάπτει ακόμη και σήμερα τη φαντασία Όταν αποφυλακίστηκε, ο μύθος θέλει τον Ιωσήφ να ταξιδεύει στη Βρετανία, προκειμένου να διαδώσει τον λόγο του Θεανθρώπου. Εγκαταστάθηκε στο Γκλαστόνμπερι και ίδρυσε μοναστήρι. Το Δισκοπότηρο μεταφέρθηκε για λόγους ασφαλείας στο Κορμπένικ, σε ένα μαγικό κάστρο. Εκεί φυλάσσονταν για αιώνες από τους «Βασιλείς του Δισκοπότηρου», τους απογόνους της κόρης του Ιωσήφ της Άννας και του συζύγου της Μπρονς. Με τον καιρό η τοποθεσία του κάστρου λησμονήθηκε. Στην Αυλή ωστόσο του θρυλικού βασιλιά Αρθούρου υπήρχε η προφητεία ότι το Δισκοπότηρο θα το ανακάλυπτε ένας απόγονος του Ιωσήφ, ο οποίος με αυτό τον τρόπο θα κέρδιζε μια θέση μεταξύ των ιπποτών της Στρογγυλής Τραπέζης. Τελικά ο σερ Γκάλαχαντ, γιος του ιππότη Λάνσελοτ, ανακάλυψε το κάστρο και εισήλθε στο παρεκκλήσι του. Εκεί, σύμφωνα με τον μύθο πάντα, αντίκρισε το Δισκοπότηρο. Αμέσως άγγελοι κατέβασαν ένθρονο τον Ιωσήφ και μια ασημένια Αγία Τράπεζα. Ο Ιωσήφ πήρε το Δισκοπότηρο και τέλεσε τη Θεία Λειτουργία. Αφού κοινώνησε τον Γκάλαχαντ του αποκάλυψε ότι τον είχε στείλει ο Χριστός να του αποκαλύψει το μυστικό του Αγίου Δισκοπότηρου και να τον πάρει μαζί του στους ουρανούς, όπως και έγινε. Ο θρυλικός βασιλιάς Αρθούρος εμπλέκεται στην αναζήτηση του Αγίου Δισκοπότηρου Στο συγκεκριμένο μύθο το Άγιο Δισκοπότηρο εμπεριέχει μαγικές ιδιότητες τις οποίες συναντούμε σε «σκεύη» παλαιότερων παραδόσεων, όπως το κέρας της Αμάλθειας στην ελληνική μυθολογία ή το Καλντρόν στην κελτική. Τα Καλντρον (χύτρες) χρησιμοποιούντο για τελετουργικούς σκοπούς ήδη από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Σύμφωνα με τον θρύλο σε ένα τέτοιο ανακάτευε η Κέριντβεν, θεά της Έμπνευσης το μαγικό υγρό που χάριζε σοφία και γνώση. Πως προήλθε ο μύθος του δισκοπότηρου; Η πλειοψηφία των Βρετανών ιστορικών και μελετητών πιστεύει ότι το Δισκοπότηρο απλά εκχριστιάνισε παλαιότερους κελτικούς μύθους. Αυτό ήταν φυσικό, καθώς στη Βρετανία οι παγανιστικές παραδόσεις ήταν τόσο ισχυρές που ο χριστιανισμός αναγκάστηκε να συμβαδίσει μαζί τους και να τις αφομοιώσει για αιώνες....
Μετά τη Σταύρωση, ο Ιωσήφ αποκαθήλωσε τον Θεάνθρωπο από στον σταυρό. Με το δισκοπότηρο μάζεψε το αίμα από την πληγή που είχε προκαλέσει με τη λόγχη ο Ρωμαίος εκατόνταρχος Λογγίνος στο σώμα του Χριστού για να διαπιστώσει τον θάνατό του. Λίγο αργότερα ο Ιωσήφ συνελήφθη και φυλακίστηκε σε έναν λαξευτό τάφο προκειμένου να πεθάνει από την πείνα και τη δίψα. Όμως, σύμφωνα με την εκκλησία, επιβίωσε για πολλά χρόνια χάρη στη μαγική δύναμη του Δισκοπότηρου, το οποίο κάθε πρωί με θαυματουργό τρόπο, του παρείχε τροφή και νερό. Ο θρύλος του Αγίου Δισκοπότηρου εξάπτει ακόμη και σήμερα τη φαντασία Όταν αποφυλακίστηκε, ο μύθος θέλει τον Ιωσήφ να ταξιδεύει στη Βρετανία, προκειμένου να διαδώσει τον λόγο του Θεανθρώπου. Εγκαταστάθηκε στο Γκλαστόνμπερι και ίδρυσε μοναστήρι. Το Δισκοπότηρο μεταφέρθηκε για λόγους ασφαλείας στο Κορμπένικ, σε ένα μαγικό κάστρο. Εκεί φυλάσσονταν για αιώνες από τους «Βασιλείς του Δισκοπότηρου», τους απογόνους της κόρης του Ιωσήφ της Άννας και του συζύγου της Μπρονς. Με τον καιρό η τοποθεσία του κάστρου λησμονήθηκε. Στην Αυλή ωστόσο του θρυλικού βασιλιά Αρθούρου υπήρχε η προφητεία ότι το Δισκοπότηρο θα το ανακάλυπτε ένας απόγονος του Ιωσήφ, ο οποίος με αυτό τον τρόπο θα κέρδιζε μια θέση μεταξύ των ιπποτών της Στρογγυλής Τραπέζης. Τελικά ο σερ Γκάλαχαντ, γιος του ιππότη Λάνσελοτ, ανακάλυψε το κάστρο και εισήλθε στο παρεκκλήσι του. Εκεί, σύμφωνα με τον μύθο πάντα, αντίκρισε το Δισκοπότηρο. Αμέσως άγγελοι κατέβασαν ένθρονο τον Ιωσήφ και μια ασημένια Αγία Τράπεζα. Ο Ιωσήφ πήρε το Δισκοπότηρο και τέλεσε τη Θεία Λειτουργία. Αφού κοινώνησε τον Γκάλαχαντ του αποκάλυψε ότι τον είχε στείλει ο Χριστός να του αποκαλύψει το μυστικό του Αγίου Δισκοπότηρου και να τον πάρει μαζί του στους ουρανούς, όπως και έγινε. Ο θρυλικός βασιλιάς Αρθούρος εμπλέκεται στην αναζήτηση του Αγίου Δισκοπότηρου Στο συγκεκριμένο μύθο το Άγιο Δισκοπότηρο εμπεριέχει μαγικές ιδιότητες τις οποίες συναντούμε σε «σκεύη» παλαιότερων παραδόσεων, όπως το κέρας της Αμάλθειας στην ελληνική μυθολογία ή το Καλντρόν στην κελτική. Τα Καλντρον (χύτρες) χρησιμοποιούντο για τελετουργικούς σκοπούς ήδη από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Σύμφωνα με τον θρύλο σε ένα τέτοιο ανακάτευε η Κέριντβεν, θεά της Έμπνευσης το μαγικό υγρό που χάριζε σοφία και γνώση. Πως προήλθε ο μύθος του δισκοπότηρου; Η πλειοψηφία των Βρετανών ιστορικών και μελετητών πιστεύει ότι το Δισκοπότηρο απλά εκχριστιάνισε παλαιότερους κελτικούς μύθους. Αυτό ήταν φυσικό, καθώς στη Βρετανία οι παγανιστικές παραδόσεις ήταν τόσο ισχυρές που ο χριστιανισμός αναγκάστηκε να συμβαδίσει μαζί τους και να τις αφομοιώσει για αιώνες....
Ο χαμένος θησαυρός των Ιπποτών του Ναού
Αγαπημένος σύντροφος κάθε μελετητή που ασχολείται με την αρχαιολογική συνωμοσιολογία είναι αναμφισβήτητα οι Ναίτες ιππότες και η Χριστιανική αίρεση των Καθαρών οι οποίοι κέρδισαν αυτό τον ρόλο εξαιτίας της παράξενης ιστορίας τους αλλά και ακόμη περισσότερο χάρις στους θρύλους με τους οποίους έχουν μπολιαστεί από αναρίθμητες κατευθύνσεις. Ήταν το 1118 όπου στο απελευθερωμένο βασίλειο της Ιερουσαλήμ εννέα Γάλλοι ιππότες ιδρύουν και εγκαθιστούν στα ερείπια του Ναού του Σολομώντα ένα ιπποτικό Τάγμα με μοναστική και στρατιωτική ιδιότητα. Αν και αρχικά οι Ναίτες ακολουθούσαν πιστά τον όρκο της πενίας, σύντομα το Τάγμα χάρις στις δωρεές των προσκυνητών απέκτησε τεράστια περιουσία σε σημείο να κατέχει γη, λιμάνια, στόλους και στρατό τριών τουλάχιστον χιλιάδων ανδρών. Η οικονομική αυτή ευημερία όμως, έδωσε στους ιππότες του Ναού την δυνατότητα να δανείζουν χρήματα σε ευγενείς και βασιλείς όπως ήταν ο Φίλιππος IV βασιλιάς της Γαλλίας ο οποίος – και με την συνεργασία του Πάπα Κλημέντιου V – έχοντας τεράστιες ανάγκες χρημάτων, κατηγόρησε τους ιππότες για αίρεση ξεκινώντας έτσι το 1312 έναν αγώνα για την σύλληψη τους. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, όλα σχεδόν τα μέλη του Τάγματος θα συναντήσουν φρικτά βασανιστήρια και φυλάκιση, ενώ μερικοί θα μπορέσουν να επιβιώσουν έχοντας ενταχθεί σε αντίστοιχα ιπποτικά Τάγματα ή έχοντας απλώς διαφύγει με τρόπους και σε τόπους άγνωστους από την ιστορία. Κλασσικό παράδειγμα αυτής της φυγής αποτελεί η εξαφάνιση του μεγαλύτερου μέρους του στόλου ο οποίος μετέφερε ανθρώπους και υλικό στις ακτές τις Σκοτίας για να συμμετέχει στον απελευθερωτικό αγώνα που διεξαγόταν τα χρόνια εκείνα απέναντι στον Αγγλικό ζυγό. Το μυστήριο των Ναϊτών όμως έγκειται στο γεγονός της διπλής τους ιεραρχικής διάταξης η οποία περιελάμβανε μια εσωτερική ομάδα που θρύλοι και το κατηγορητήριο της Ιεράς Εξέτασης θέλουν να σχετίζεται με έξω-Εκκλησιαστικές διδασκαλίες και λατρείες ενός παράξενου ειδωλίου που καλούνταν Μπαφομέτ Σύμφωνα λοιπόν με το έγγραφο Rubant (1308), ο εσωτερικός κύκλος των μυημένων του Τάγματος ήταν κάτοχος μιας ιδιαίτερης γνώσης γεγονός που κάνει τον συντάκτη του εγγράφου να αναφέρει ότι “οι Ναίτες ήταν αναμφισβήτητα πιο εξελιγμένοι από εμάς εξαιτίας της Μυστικής Γνώσης που είχαν ανακαλύψει μέσα σε βιβλία. Είχαν ανακαλύψει μια απόλυτη καθολική γνώση.” Είναι δυνατόν να υποθέσουμε πως η γνώση αυτή προσωποποιούνταν στην μορφή του Μπαφομέτ; Και αν ναι, θα μπορούσε αυτή η συμβολική αναπαράσταση να αποτελεί το πολύτιμο Γκράαλ;
Αγαπημένος σύντροφος κάθε μελετητή που ασχολείται με την αρχαιολογική συνωμοσιολογία είναι αναμφισβήτητα οι Ναίτες ιππότες και η Χριστιανική αίρεση των Καθαρών οι οποίοι κέρδισαν αυτό τον ρόλο εξαιτίας της παράξενης ιστορίας τους αλλά και ακόμη περισσότερο χάρις στους θρύλους με τους οποίους έχουν μπολιαστεί από αναρίθμητες κατευθύνσεις. Ήταν το 1118 όπου στο απελευθερωμένο βασίλειο της Ιερουσαλήμ εννέα Γάλλοι ιππότες ιδρύουν και εγκαθιστούν στα ερείπια του Ναού του Σολομώντα ένα ιπποτικό Τάγμα με μοναστική και στρατιωτική ιδιότητα. Αν και αρχικά οι Ναίτες ακολουθούσαν πιστά τον όρκο της πενίας, σύντομα το Τάγμα χάρις στις δωρεές των προσκυνητών απέκτησε τεράστια περιουσία σε σημείο να κατέχει γη, λιμάνια, στόλους και στρατό τριών τουλάχιστον χιλιάδων ανδρών. Η οικονομική αυτή ευημερία όμως, έδωσε στους ιππότες του Ναού την δυνατότητα να δανείζουν χρήματα σε ευγενείς και βασιλείς όπως ήταν ο Φίλιππος IV βασιλιάς της Γαλλίας ο οποίος – και με την συνεργασία του Πάπα Κλημέντιου V – έχοντας τεράστιες ανάγκες χρημάτων, κατηγόρησε τους ιππότες για αίρεση ξεκινώντας έτσι το 1312 έναν αγώνα για την σύλληψη τους. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, όλα σχεδόν τα μέλη του Τάγματος θα συναντήσουν φρικτά βασανιστήρια και φυλάκιση, ενώ μερικοί θα μπορέσουν να επιβιώσουν έχοντας ενταχθεί σε αντίστοιχα ιπποτικά Τάγματα ή έχοντας απλώς διαφύγει με τρόπους και σε τόπους άγνωστους από την ιστορία. Κλασσικό παράδειγμα αυτής της φυγής αποτελεί η εξαφάνιση του μεγαλύτερου μέρους του στόλου ο οποίος μετέφερε ανθρώπους και υλικό στις ακτές τις Σκοτίας για να συμμετέχει στον απελευθερωτικό αγώνα που διεξαγόταν τα χρόνια εκείνα απέναντι στον Αγγλικό ζυγό. Το μυστήριο των Ναϊτών όμως έγκειται στο γεγονός της διπλής τους ιεραρχικής διάταξης η οποία περιελάμβανε μια εσωτερική ομάδα που θρύλοι και το κατηγορητήριο της Ιεράς Εξέτασης θέλουν να σχετίζεται με έξω-Εκκλησιαστικές διδασκαλίες και λατρείες ενός παράξενου ειδωλίου που καλούνταν Μπαφομέτ Σύμφωνα λοιπόν με το έγγραφο Rubant (1308), ο εσωτερικός κύκλος των μυημένων του Τάγματος ήταν κάτοχος μιας ιδιαίτερης γνώσης γεγονός που κάνει τον συντάκτη του εγγράφου να αναφέρει ότι “οι Ναίτες ήταν αναμφισβήτητα πιο εξελιγμένοι από εμάς εξαιτίας της Μυστικής Γνώσης που είχαν ανακαλύψει μέσα σε βιβλία. Είχαν ανακαλύψει μια απόλυτη καθολική γνώση.” Είναι δυνατόν να υποθέσουμε πως η γνώση αυτή προσωποποιούνταν στην μορφή του Μπαφομέτ; Και αν ναι, θα μπορούσε αυτή η συμβολική αναπαράσταση να αποτελεί το πολύτιμο Γκράαλ;
Σύμφωνα με τον F. Wheeler, είναι άστοχο να πραγματοποιείται η οποιαδήποτε συσχέτιση μεταξύ των Ιπποτών του Ναού και αυτών της Αναζήτησης αφού ο μελετητής δεν μπορεί παρά να οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Παρόλα αυτά όμως, τουλάχιστον τρία σημεία των παραδοσιακών κειμένων φαίνεται να ενισχύουν ένα πιθανό δεσμό μεταξύ των Ναϊτών και του Ιερού Δισκοπότηρου. Το βασικότερο στοιχείο βρίσκεται όπως ίσως θα περίμενε κανείς στο έργο του Wolfram von Eschenbach όπου ο τίτλος που φέρουν οι ιππότες-φύλακες του Γκράαλ είναι Templeisen δηλαδή Ναΐτες, τονίζοντας έτσι μια ξεκάθαρη σχέση μεταξύ των δυο ομάδων. Η ονομασία αυτή θα δικαιολογούνταν μονάχα αν στο Κάστρο του Γκράαλ υπήρχε κάποιος Ναός ο οποίος θα είχε και τους αντίστοιχους προστάτες του, όμως πουθενά στο κείμενο δεν γίνεται γνωστή η ύπαρξη ενός τέτοιου ιερού. Παρόμοια, στο ‘Perlesvax’ μαθαίνουμε πως οι φύλακες του Δισκοπότηρου – οι οποίοι διακρίνονταν σε ασκητές και στρατιωτικούς – είχαν ενδύματα από λευκό ύφασμα που το στόλιζε ένας κόκκινος σταυρός, ρούχα ακριβώς όμοια με αυτά των Ναϊτών. Πέρα όμως από την ενδυμασία και το όνομα, το Γκράαλ σε κείμενα όπως το ‘Grand-Saint-Graal’ και το ‘Perslevaus’, παρουσιάζεται όχι σαν δισκοπότηρο μα ως βιβλίο, ένα κείμενο γραμμένο από τον ίδιο τον Ιησού γεμάτο με ιερές γνώσης που εύκολα μπορούν να προκαλέσουν την δημιουργική φαντασία ενός μελετητή για την πιθανή συσχέτιση της μυστηριώδης σοφίας που είχαν ανακαλύψει στην Ιερουσαλήμ οι Ναΐτες. Παραδόξως όμως – ή αν προτιμάτε, παρόμοια – με την αντίληψη του Γκράαλ ως βιβλίου, φαίνεται να συμφωνεί και ο θρύλος του χαμένου άγνωστου θησαυρού των Καθαρών. Ο χαρακτηρισμός του Καθαρού αν και δεν ήταν αποκλειστικός τίτλος μιας και μονάχα αίρεσης – τον όρο τον συναντάμε από τον 3ο αιώνα όπου σχισματικοί όπως οι Δονατιστές, Μελιτιανοί κ.α. χαρακτήριζαν τους εαυτούς τους καθαρούς από τις διαστρεβλωμένες αξιώσεις της επίσημης Εκκλησίας – επικρατεί συνήθως ως βασικός τίτλος συγκεκριμένων θρησκευτικών ομάδων (όπως οι Βογομίλοι, Αλβίγιοι κ.α.) που εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν με γοργό και μυστικό τρόπο στην νοτιοδυτική Ευρώπη του 11ου αιώνα.
Οι Καθαροί, επηρεασμένοι από τις ανατολικές διδασκαλίες των Γνωστικών και Μανιχαίων, μετέδωσαν την πίστη σε μια κοσμική διπολική κατάσταση ύπαρξης που συνοδεύονταν με αυστηρή ασκητική ζωή για την υπέρβαση της ύλης η οποία θεωρούνταν ως κάτι κακό. Στην ιεραρχία τους διακρίνονταν στους ‘Πιστούς’ και στους ‘Τέλειους’ και ήταν αυτοί οι δεύτεροι οι οποίοι προσωποποιούσαν απόλυτα τις αρχές της διδασκαλίας των Καθαρών. Η διαρκής κριτική όμως ενάντια της Εκκλησίας σχετικά με την διαφθορά και την ηθική χαλαρότητα της ζωής των μελών της, προκάλεσε την οργή του Πάπα Ιννοκέντιο ΙΙΙ ο οποίος οργάνωσε με την συμπαράσταση των βαρόνων της νότιας Γαλλίας σταυροφορία εναντίον τους. Το αποτέλεσμα της αιματοχυσίας που ακολούθησε ήταν η σφαγή ακόμα και Ρωμαιοκαθολικών, ενώ αρκετοί από τους Καθαρούς μπόρεσαν να διασκορπιστούν σε Ιταλία και Ισπανία. Με μια δεύτερη σταυροφορία όμως, κατά την οποία οι μέθοδοι της Ιεράς Εξέτασης εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά, κάθε αιρετική εστία καταπνίγηκε με κορυφαία μάχη την πολιορκία στο κάστρο Μονσεγκύρ το 1244. Σύμφωνα όμως με αναφορές της Ιεράς Εξέτασης, το τελευταίο βράδυ πριν την πτώση του κάστρου, τέσσερις Τέλειοι διέφυγαν από μια δύσβατη πλευρά του βουνού πάνω στο οποίο ήταν χτισμένο το προπύργιο, μεταφέροντας μαζί τους ένα Ιερό Θησαυρό. Το περιεχόμενο του πολύτιμου αυτού φορτίου δεν μπόρεσε ποτέ να γίνει γνωστό, όμως η παράδοση θέλει να περιλαμβάνει το ίδιο το Ιερό Δισκοπότηρο.Οι Καθαροί, επηρεασμένοι από τις ανατολικές διδασκαλίες των Γνωστικών και Μανιχαίων, μετέδωσαν την πίστη σε μια κοσμική διπολική κατάσταση ύπαρξης που συνοδεύονταν με αυστηρή ασκητική ζωή για την υπέρβαση της ύλης η οποία θεωρούνταν ως κάτι κακό. Στην ιεραρχία τους διακρίνονταν στους ‘Πιστούς’ και στους ‘Τέλειους’ και ήταν αυτοί οι δεύτεροι οι οποίοι προσωποποιούσαν απόλυτα τις αρχές της διδασκαλίας των Καθαρών. Η διαρκής κριτική όμως ενάντια της Εκκλησίας σχετικά με την διαφθορά και την ηθική χαλαρότητα της ζωής των μελών της, προκάλεσε την οργή του Πάπα Ιννοκέντιο ΙΙΙ ο οποίος οργάνωσε με την συμπαράσταση των βαρόνων της νότιας Γαλλίας σταυροφορία εναντίον τους. Το αποτέλεσμα της αιματοχυσίας που ακολούθησε ήταν η σφαγή ακόμα και Ρωμαιοκαθολικών, ενώ αρκετοί από τους Καθαρούς μπόρεσαν να διασκορπιστούν σε Ιταλία και Ισπανία. Με μια δεύτερη σταυροφορία όμως, κατά την οποία οι μέθοδοι της Ιεράς Εξέτασης εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά, κάθε αιρετική εστία καταπνίγηκε με κορυφαία μάχη την πολιορκία στο κάστρο Μονσεγκύρ το 1244. Σύμφωνα όμως με αναφορές της Ιεράς Εξέτασης, το τελευταίο βράδυ πριν την πτώση του κάστρου, τέσσερις Τέλειοι διέφυγαν από μια δύσβατη πλευρά του βουνού πάνω στο οποίο ήταν χτισμένο το προπύργιο, μεταφέροντας μαζί τους ένα Ιερό Θησαυρό. Το περιεχόμενο του πολύτιμου αυτού φορτίου δεν μπόρεσε ποτέ να γίνει γνωστό, όμως η παράδοση θέλει να περιλαμβάνει το ίδιο το Ιερό Δισκοπότηρο.
Με τον θάνατο του Rahn όμως σφραγίστηκε το μυστικό για την πιθανή ανακάλυψη του. Ίσως πραγματικά λοιπόν να είχε βρει το πολύτιμο κειμήλιο στις σπηλιές του Σαμπαρτέθ, στην άλλη πλευρά των Πυρηναίων όπου εικάζετε πως κατέφυγαν οι εναπομείναντες Τέλειοι για να κρύψουν το υψηλό μυστικό τους. Ίσως πάλι το Δισκοπότηρο να είχε μεταφερθεί στο κάστρο Wewelsburg των SS, όπου πραγματικά βρέθηκε κάποιο σκεύος με το πέρας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Όπως και να έχει όμως, η πραγματικότητα σχετικά με τις αποστολές του Rahn θα συνεχίσει να παραμένει αίνιγμα αφήνοντας έτσι τους απανταχού ερευνητές να αναγνωρίζουν στην λέξη Μονσεγκύρ το όνομα του κάστρου του Γκράαλ έτσι όπως το αναφέρει ο Wolfram von Eschenbach ως Munsalvaesche ή Montsalvat όπως αποκαλείται από τον R. Wanger. Πέρα όμως από τα ονόματα και τους παραλληλισμούς. ο μύθος του χαμένου θησαυρού ήταν αυτός που πραγματικά προκαλούσε από πάντα το ενδιαφέρον όσο και την φαντασία του κοινού. Ο θησαυρός αυτός που η άγνοια μας για την ποιότητα του μας βοηθά να τον ντύσουμε με τα πιο πλούσια και ιερά ενδύματα, δεν σταματά κανέναν από το να τον θεωρεί όχι σαν ένδειξη μα σαν απόδειξη για την ύπαρξη και την μεταφορά του ιερού σκεύους. Ο θησαυρός αυτός όμως, θα παρέμενε χαμένος αν στα τέλη του 19ου αιώνα, κάποιος φτωχός κληρικός δεν έκανε μια παράξενη ανακάλυψη στην μέχρι τότε άγνωστη εκκλησία του Ρεν λε Σατώ (Rennes le Chateau).
Η απάτη για το Βασιλικό αίμα στο Ρεν λε Σατώ.
Το μικρό αυτό Γαλλικό χωριό αποτελεί σήμερα κέντρο παγκόσμιου ενδιαφέροντος προκαλώντας την επίσκεψη από κάθε φύσης ερευνητή, ξεκινώντας από τον χώρο του εσωτερισμού και της συνωμοσιολογίας, μέχρι και τους νέο-παγανιστές και λάτρεις των Α.Τ.Ι.Α. Το ενδιαφέρον αυτό του κοινού οφείλεται στο μυστήριο που περιβάλει την τοποθεσία ενώ επικεντρώνεται στην ανακάλυψη που έκανε το 1885 ο κληρικός του χωριού Μ. Σονιέρ όταν ξεκίνησε να αναστυλώσει την μικρή εκκλησία της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής. Αν και είναι άγνωστη η ακριβής φύση του ή των ευρημάτων του Σονιέρ στην παλιά εκκλησία (χτισμένη τον 10ο αιώνα), οι περισσότεροι ερευνητές συμφωνούν πως η ανακάλυψη πρέπει να αφορούσε κάποιο θησαυρό που πιθανόν να προήλθε από τους κυνηγημένους Καθαρούς. Θησαυροί φυσικά έχουν ανακαλυφτεί αναρίθμητες φορές στην ιστορία της παρά-αρχαιολογίας όμως στην περίπτωση του Σονιέρ το μυστήριο περιπλέκεται αφού ο κληρικός αναζητώντας απαντήσεις για το εύρημα του, έφτασε μέχρι το Παρίσι όπου και διέμεινε για κάποιο διάστημα δημιουργώντας δεσμό με την αοιδό Έμμα Καλβ – ιέρεια εσωτερικών κύκλων – ενώ ο ίδιος έγινε αργότερα μέλος της Ερμητικής Αδελφότητας του Φωτός . Το αποτέλεσμα αυτού του ασυνήθιστου ταξιδιού πάντως, ήταν για τον νεαρό κληρικό να επιστρέψει στο χωριό με την συντροφιά τεραστίων χρηματικών ποσόν τα οποία και επένδυσε σε συλλογές, επενδύσεις και αναστηλώσεις κτιρίων στο χωριό. Όλα αυτά φυσικά είναι περίεργα για ένα κληρικό με μηνιαίο εισόδημα 75 φράγκα, όταν τα έξοδα του ανά μήνα έφταναν ορισμένες φορές και τα 160 χιλιάδες!
Η απάτη για το Βασιλικό αίμα στο Ρεν λε Σατώ.
Το μικρό αυτό Γαλλικό χωριό αποτελεί σήμερα κέντρο παγκόσμιου ενδιαφέροντος προκαλώντας την επίσκεψη από κάθε φύσης ερευνητή, ξεκινώντας από τον χώρο του εσωτερισμού και της συνωμοσιολογίας, μέχρι και τους νέο-παγανιστές και λάτρεις των Α.Τ.Ι.Α. Το ενδιαφέρον αυτό του κοινού οφείλεται στο μυστήριο που περιβάλει την τοποθεσία ενώ επικεντρώνεται στην ανακάλυψη που έκανε το 1885 ο κληρικός του χωριού Μ. Σονιέρ όταν ξεκίνησε να αναστυλώσει την μικρή εκκλησία της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής. Αν και είναι άγνωστη η ακριβής φύση του ή των ευρημάτων του Σονιέρ στην παλιά εκκλησία (χτισμένη τον 10ο αιώνα), οι περισσότεροι ερευνητές συμφωνούν πως η ανακάλυψη πρέπει να αφορούσε κάποιο θησαυρό που πιθανόν να προήλθε από τους κυνηγημένους Καθαρούς. Θησαυροί φυσικά έχουν ανακαλυφτεί αναρίθμητες φορές στην ιστορία της παρά-αρχαιολογίας όμως στην περίπτωση του Σονιέρ το μυστήριο περιπλέκεται αφού ο κληρικός αναζητώντας απαντήσεις για το εύρημα του, έφτασε μέχρι το Παρίσι όπου και διέμεινε για κάποιο διάστημα δημιουργώντας δεσμό με την αοιδό Έμμα Καλβ – ιέρεια εσωτερικών κύκλων – ενώ ο ίδιος έγινε αργότερα μέλος της Ερμητικής Αδελφότητας του Φωτός . Το αποτέλεσμα αυτού του ασυνήθιστου ταξιδιού πάντως, ήταν για τον νεαρό κληρικό να επιστρέψει στο χωριό με την συντροφιά τεραστίων χρηματικών ποσόν τα οποία και επένδυσε σε συλλογές, επενδύσεις και αναστηλώσεις κτιρίων στο χωριό. Όλα αυτά φυσικά είναι περίεργα για ένα κληρικό με μηνιαίο εισόδημα 75 φράγκα, όταν τα έξοδα του ανά μήνα έφταναν ορισμένες φορές και τα 160 χιλιάδες!
Ασυνήθιστη όμως είναι και ίδια η εκκλησία του Σονιέρ στην οποία έχοντας πλέον την οικονομική άνεση, πραγματοποίησε μια σειρά από προσθήκες με διάκοσμους που προκαλούν την περιέργεια όπως ίσως και τον φόβο. Κλασσικό παράδειγμα αυτής της παράδοξης συμβολικής προσθήκης συναντούμε στην είσοδο του ναού όπου στέκεται το άγαλμα ενός μαύρου δαίμονα να στηρίζει στην πλάτη του μια κρήνη με αγιασμό καθώς από πάνω στέκουν τέσσερις μορφές αγγέλων.. Παρόμοια, και πιο βαθιά στον χώρο, μπορούμε να αντικρίσουμε πάνω στον Τράπεζα της εκκλησίας την αναπαράσταση της Μαγδαληνής η οποία με θλιμμένο όσο και λατρευτικό ύφος ατενίζει μέσα σε μια σπηλιά την μορφή ενός ξύλινου σταυρού που στηρίζεται δίπλα σε ένα ανθρώπινο κρανίο. Ποιο όμως ήταν το εύρημα εκείνο που πρόσφερε στον ιερέα τον ξαφνικό αυτό πλούτο; Ένας θησαυρός που σχετίζεται με τα μυστικά των Καθαρών ή μήπως η απόκρυφη σοφία των Ναϊτών; Η απάντηση που δόθηκε στα παραπάνω ερωτήματα από μελέτες σαν το ‘Holy blood, holy Grail’ ήταν μάλλον ριζοσπαστική και σαφώς κέντρισε το ενδιαφέρον όλου του Αγγλόφωνου κόσμου. Σύμφωνα λοιπόν με την κυριαρχούσα θεωρεία την οποίο πλέον σήμερα πολλοί ερευνητές υπερασπίζονται, το μυστικό εύρημα του Σονιέρ δεν ήταν άλλο παρά περγαμηνές που κατέγραφαν την γενεαλογία του Χριστού από την στιγμή που μαζί με την Μαρία την Μαγδαληνή βρήκαν καταφύγιο στην Ευρώπη για να φέρουν στον κόσμο τα παιδιά τους, απόγονος των οποίων θα αποτελέσει η βασιλική Μεροβιγγιανή δυναστεία οι οποίοι όπως και οι ίδιοι ισχυρίζονταν, κυβερνούσαν την Γαλλία με το δικαίωμα του βασιλικού τους αίματος. Ο θησαυρός λοιπόν του Σονιέρ ήταν το περίφημο Γκράαλ το οποίο αναγνωριζόταν στο πρόσωπο της Μαγδαληνής η οποία κυοφορούσε και ως έτσι μετέφερε στην κυριολεξία το αίμα του Χριστού. Φύλακες της ιερής αυτής γενεαλογίας παρουσιάστηκαν να είναι μια μυστηριώδης οργάνωση με τον τίτλο Ναός της Σιών (Priory of Sion), μια υπόγεια κινούμενη ομάδα με τεράστια δύναμη και γνώση η οποία όμως αν και παρουσιάστηκε ευρέως το 1981 με την έκδοση του βιβλίου ‘Holy blood, holy Grail’, εμφανίστηκε για πρώτη φορά πολλά χρόνια νωρίτερα σαν το δημιούργημα μιας μικρής Γαλλικής σέκτας. Από το 1877 μέχρι και το τέλος τουλάχιστον του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η Γαλλική κυβέρνηση φαίνεται πως βρισκόταν κάτω από την επίδραση Τεκτονικών στοών, γεγονός που προκάλεσε την έχθρα ορισμένων. Έτσι, όταν την δεκαετία του 1930 στην Ευρώπη άνθιζε επικίνδυνα το αντί-σημιτικό συναίσθημα, διάφορες ομάδες όπως η Alpha Galates συνδύασαν μια αντί-Μασονική και αντί-σημιτική στάση μιλώντας συχνά στα κείμενα τους για μια εθνική Γαλλική ανανέωση. Αρχηγός της ομάδας από τα τέλη του 30 έγινε ο νεαρός Pierre Plantard ο οποίος στα μέσα της δεκαετίας του 50 αυτοαποκαλούνταν ως απόγονος των Μεροβίγγιων για να σχηματίσει τελικά το 1956 μια δική του ομάδα με τίτλο Priory of Sion. Την ίδια ακριβώς χρονιά ήταν που οι παράξενες ιστορίες σχετικά με την εκκλησία στο Ρεν λε Σατώ έκαναν την εμφάνιση τους στο περιοδικό ‘La depeche de Midi’, ενώ η επιτυχία του βιβλίου ‘Treasures of the world’ του R. Charroux το 1962, έδωσε την έμπνευση στον Plantard να παρουσιάσει σε άρθρα περιοδικών μια ιστορία με κρυμμένα αρχεία του Ναού του τα οποία σχετίζονταν με την Βασιλική γενεαλογία αλλά και με τους Ναίτες ιππότες.
Παράλληλα, και για να μπορέσουν να στηρίξει με ιστορικά στοιχεία τα λεγόμενα τους, η ομάδα του Plantard τοποθέτησε ψεύτικα κείμενα σε βιβλία από τις βιβλιοθήκες της Γαλλίας, γραπτά που να επιβεβαιώνουν την άμεση συνέχεια της οργάνωσης με προηγούμενες εσωτερικές ομάδες. Όσον αφορά την συνέχεια της Μεροβίγγιας γενεαλογίας, σύμφωνα πάντα με τα ντοκουμέντα που παρουσίασε ο Ναός της Σιών , βασίζεται στον γάμο της Giselle de Razes με τον Μεροβίγγιο βασιλιά Dagobert ΙΙ τον 17ο αιώνα. Στην πραγματικότητα όμως η Giselle δεν υπήρξε ποτέ αφού αποτέλεσε μια ακόμη από τις φανταστικές φιγούρες που η ομάδα του Plantard μπόλιασε στα αρχεία των βιβλιοθηκών. Σήμερα ο Ναός της Σιών μοιάζει να μην έχει χάσει την ζωντανή του λειτουργία όμως κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος πια για το αν τα αυτό-συστηνόμενα μέλη είναι πραγματικά συνεχιστές της παράδοσης του Plantard και όχι υποκριτές ενός ρόλου που διαφημίστηκε τόσο πολύ μέσα από το αμαγαλματικό ένδυμα χαμένων θησαυρών, απόκρυφων μυστικών και παραδόσεων που ξεπερνούν τα όρια της γνωστής ιστορίας. Φυσικά το αίνιγμα της εκκλησίας του Σονιέρ δεν χάνεται λόγο της απάτης ορισμένων ευφάνταστων εσωτερικών κοινωνικό-πολιτικών ομάδων, αλλά σίγουρα λιγοστεύει το μυστήριο που κάποιοι θέλησαν να συνδέσουν τον ξαφνικό πλούτο του κληρικού και τον θρύλο της Μαγδαληνής με το Ιερό Δισκοπότηρο. Δεν είναι όμως μόνο η εκκλησία του Γαλλικού αυτού χωριού υποψήφια για την ιδιοκτησία του Γκράαλ αφού μια σειρά από οικογένειες και μοναστήρια διεκδικούν την προστασία αυτού του αρχαίου κειμηλίου. Ανάμεσα στις πιο σημαντικές υποψηφιότητες αποτελεί και το μικρό παρεκκλήσι του Ροσλιν (Rosslyn) που στέκει κοντά στο Εδιμβούργο της Σκοτίας. Χτισμένο από τον Γουίλιαμ Σαιντ Κλαίρ τον 15ο αιώνα, αποτελεί ένα αληθινό στολίδι γοτθικής αρχιτεκτονικής αφού τα περίτεχνα διακοσμητικά του μαρτυρούν όχι μόνο μια υψηλή τεχνική όσο και μια βαθιά γνώση του εσωτερισμού. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που ο θεμελιωτής του ναού δέχτηκε από τον βασιλιά Τσέιμς ΙΙ το 1441 και για εφόρου ζωής (όπως και κληρονομικό δικαίωμα που ακολουθεί όλη την γενιά των Σαιντ Κλαιρ μέχρι και σήμερα) τον τίτλο του Παντοτινού Ηγεμόνα και Προστάτη των Τεκτόνων. Η μαρτυρία της πέτρας τούτης λοιπόν είναι που επιβεβαιώνει και την πιθανή σχέση ανάμεσα στον Τεκτονισμό και τους Ιππότες του Ναού αφού ήταν η οικογένεια των Σαιντ Κλαιρ που έδωσε καταφύγιο στους διωκόμενους ιππότες αποκτώντας έτσι και τον τίτλο του Ναϊτη Ιππότη μα και σημαντικό μέρος του θησαυρού που λέγεται πως έφεραν μαζί τους. Σύμφωνα λοιπόν πάντα με τον θρύλο, στις υπόγειες στοές του ναού, ανάμεσα στα υπόλοιπα κρυμμένα αντικείμενα των Ναϊτών, βρίσκεται και το Ιερό Δισκοπότηρο. Κρυμμένο στον ίδιο ναό μα σε διαφορετικό σημείο του, θέλει να βρίσκεται το ιερό κειμήλιο και ο T. Ravenscroft όταν το 1962 δημοσίευσε το αποτέλεσμα της μελέτης του ορίζοντας την κρύπτη του Γκράαλ ως μια από τις περίτεχνες κολόνες του ναού (Η Στήλη του Μαθητή Τέκτονα). Αν και μεταλλικοί ανιχνευτές έχουν επιβεβαιώσει την παρουσία ενός μικρού μεταλλικού αντικειμένου μέσα στην στήλη, η άρνηση των ιδιοκτητών για περαιτέρω μελέτη έχουν μάλλον παγώσει τις έρευνες.