Τοπίο που θυμίζει άλλον πλανήτη: ένα απέραντο οροπέδιο γεμάτο φαράγγια και αβυσσαλέα χάσματα, σπαρμένο με κούφιους παράξενους βράχους. Είναι αμέτρητοι, φαλλόσχημοι, κωδωνόσχημοι ή πυραμιδοειδείς και στέκουν επί αιώνες ακλόνητοι. Είναι ο παράδεισος του γεωλόγου, του τυμβωρύχου ή κάποιου που θα ήθελε να κρυφτεί... Η περιοχή της Κεντρικής Ανατολίας μεταξύ των πόλεων Ακσαράι, Νίγδη, Νεβσεχίρ και Καισάρεια ονομάζεται εδώ και 4.000 χρόνια Καππαδοκία. Ο Ελληνισμός υπάρχει εδώ, από τα χρόνια του Μεγαλέξανδρου και ξεριζώθηκε πριν από μόλις 85 χρόνια, με τις ανταλλαγές πληθυσμών που επέβαλε η συνθήκη της Λοζάνης. Μα υπάρχει ακόμη η μνήμη του κρυμμένη σε τούτα τα αλλόκοτα βράχια, καθώς όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, σ’ όποιο λαγούμι κι αν μπεις, μια αγιογραφία, μια επιγραφή, ένας σταυρός σκαλισμένος στο πέτρωμα φανερώνουν τους αιώνες που ετούτος ο τόπος αποτελούσε μια από τις πολλές ελληνικές πατρίδες.Υπάρχει και κάτι άλλο που κάνει αυτή την περιοχή μοναδική στον κόσμο: η Καππαδοκία με την ύπαρξή της, μας διδάσκει την απόλυτη προσαρμοστικότητα του προβιομηχανικού ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον. Χωρίς αυθάδεια και έπαρση οι παλιοί κάτοικοι της περιοχής μεταμόρφωσαν αυτό το γεωλογικό θαύμα σε σπίτια, εκκλησίες, κελιά και υποστατικά. Το αλλόκοτο και το ανοίκειο που βρήκαν, σκάβοντάς το σιγά σιγά με τη σμίλη τους, το κατέστησαν ιδανικό καταφύγιο.
Η προέλευση της ονομασίας «Καππαδοκία», που μαρτυρείται για πρώτη φορά από τον Ηρόδοτο, αποδίδεται από τους αρχαίους συγγραφείς είτε σε έναν ομώνυμο Πέρση, στον οποίο εκχωρήθηκε η περιοχή αυτή ως ανταμοιβή επειδή έσωσε τον Πέρση βασιλιά από ένα λιοντάρι, είτε στον Ασσύριο ήρωα Καππάδοκο, το γιο του Νινύου, ή, τέλος, στον ποταμό Καππάδοκο. Σύμφωνα με τους νεότερους ερευνητές αποτελεί τη μεταφορά στην ελληνική γλώσσα του πιθανότατα μη περσικού τοπωνυμίου “Katpatuka”, που σημαίνει «η χώρα των ωραίων αλόγων», και το οποίο με τη σειρά του συνιστά πιθανόν επιβίωση της χεττιτικής ονομασίας “Kizzuwatna”. Οι αρχαίες πηγές μνημονεύουν την περιοχή και ως «Ασσυρία», «Λευκοσυρία», «Λευκοσυριακή», οι δε κάτοικοί της εκτός από «Καππαδόκες» καλούνταν και «Σύριοι», «Ασσύριοι» και «Λευκοσύροι», εθνικά που συνδέονται με την ασσυριακή κυριαρχία στην περιοχή αυτή, αφού «Σύριους» αποκαλούσαν οι Έλληνες τους Ασσύριους. Αντίθετα, η ονομασία «Συρία» δεν χρησιμοποιούνταν ποτέ για την περιοχή αυτή αλλά μόνο για την παλαιστινιακή Συρία. Ειδικά όσον αφορά την ονομασία «Λευκοσύροι», οι αρχαίοι συγγραφείς απέδιδαν το πρώτο συνθετικό της στο χρώμα της επιδερμίδας του λαού αυτού, που ήταν ανοιχτότερο από εκείνο των κατοίκων της νότιας Συρίας. Την ερμηνεία αυτή δέχεται μόνο μια μερίδα των νεότερων μελετητών, ενώ άλλοι τη θεωρούν ως λαϊκή ετυμολογία των αρχαίων Ελλήνων που μετέγραψαν στην ελληνική το θέμα “Lukki-” ή “Lyko” μερικών μικρασιατικών ονομάτων ως «Λευκο-». Τέλος, η αρμενική ονομασία “Gamirk” της Καππαδοκίας συνδέεται με επιδρομές των Κιμμερίων στη χώρα αυτή. Η Καππαδοκία έφτασε στη μέγιστη έκτασή της την περίοδο μεταξύ 5ου και 1ου αι. π.Χ. περίπου. Τον 1ο αι. π.Χ. παραδίδεται για πρώτη φορά η ονομασία «Πόντος» για το βόρειο τμήμα της, η οποία επικράτησε στους μεταγενέστερους χρόνους με αποτέλεσμα το βόρειο σύνορο της Καππαδοκίας να μετατοπιστεί πολύ νοτιότερα, στις οροσειρές εκατέρωθεν του άνω Άλυος.6 Έκτοτε τα σύνορα της Καππαδοκίας ταυτίστηκαν με εκείνα του βασιλείου της Μεγάλης Καππαδοκίας. Η έκταση της περιοχής αυτής υπολογίζεται περίπου στα 80.000 τ.χλμ.7
Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΥΠΟΓΕΙΑ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ ΜΕ 20 ΟΡΟΦΟΥΣ!
1963. Ένας κάτοικος της Μαλακοπής στην Καππαδοκία, κατεδαφίζει τοίχο του σπιτιού του και ανακαλύπτει έκπληκτος ένα μυστηριώδες δωμάτιο. Αυτό το δωμάτιο οδηγούσε σε ένα άλλο και έτσι κατά τύχη ανακαλύφθηκε μια τεράστια πόλη 20 ορόφων κάτω από την Γη, την μεγαλύτερη του κόσμου από την εποχή των Χετταίων γύρω στο 1400 π.Χ. Οι μεγαλύτεροι αρχαιολόγοι της εποχής σπεύδουν στην Μαλακοπή και αρχίζουν να μελετούν τη συναρπαστική υπόγεια πόλη. Ήταν διατεθειμένοι να φθάσουν σε σαράντα μέτρα βάθος, αν και υπήρχαν εικασίες ότι το κατώτερο επίπεδο είναι στα 85 μέτρα βάθος!. Σήμερα 50 χρόνια μετά έχουν ανακαλυφθεί 20 υπόγειοι όροφοι, ωστόσο μόνο τα οκτώ επίπεδα μπορεί κανείς να επισκεφθεί. Στους άλλους ορόφους δεν επιτρέπεται η είσοδος, μπαίνουν μόνο αρχαιολόγοι και ανθρωπολόγοι, που μελετούν το Derinkuyu, όπως το ονομάζουν οι Τούρκοι. Η πόλη είχε χρησιμοποιηθεί ως καταφύγιο από χιλιάδες ανθρώπους που ζούσαν στις σπηλιές για να προστατευθούν από τις συχνές επιδρομές που δέχθηκε η Καππαδοκία, κατά το παρελθόν. Οι εχθροί προσπάθησαν να σκοτώσουν όσους ζούσαν στην επιφάνεια δηλητηριάζοντας τα πηγάδια τους. Δεν γνώριζαν όμως ότι κάτω από την γη υπήρχε χώρος για χιλιάδες άτομα. Μάλιστα οι κάτοικοι είχαν προβλέψει την φραγή της εισόδου σε τρία στρατηγικά σημαντικά σημεία με την κίνηση κυκλικών πέτρινων θυρών. Είχαν ύψος 1,5 μέτρο, πλάτος περίπου 50 εκατοστά και βάρος μέχρι 500 κιλά. Πολλές παγίδες είχαν σχεδιαστεί για να παραπλανήσουν, να απομονώσουν και να φυλακίσουν τους εισβολείς οι οποίοι, εάν εγκλωβίζονταν μέσα ήταν καταδικασμένοι σε αργό και μαρτυρικό θάνατο. Η Μαλακοπή έχει μια σήραγγα περίπου 8 χιλιόμετρα σε μήκος, που οδηγεί σε μια άλλη υπόγεια πόλη της Καππαδοκίας, το Kaymakli. Ο Έλληνας ιστορικός Ξενοφών αναφέρθηκε στο έργο του «Κύρου Ανάβασις» και εξήγησε ότι οι άνθρωποι που ζούσαν στην Ανατολία, είχαν σκάψει τα σπίτια τους κάτω από τη γη και ζούσαν σε αρκετά μεγάλα καταλύματα με όλη την οικογένεια, τα κατοικίδια ζώα τους και με αποθηκευμένα τρόφιμα. Μέχρι τώρα στα έγκατα της γης έχουν εντοπιστεί στάβλοι, τραπεζαρίες, μια εκκλησία 200 μ2, κουζίνες, πρέσες για κρασί και λάδι, αποθήκες, χώροι σίτισης, ένα σχολείο και πολυάριθμες αίθουσες. Η υπόγεια πόλη χρησιμοποιήθηκε για να κρυφτούν και οι πρώτοι Χριστιανοί, που κατόρθωναν να ξεφύγουν από τη δίωξη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πως όμως αναπτύχθηκε η μεγαλύτερη υπόγεια πόλη της γης;. επειδή ευνοήθηκε από την ύπαρξη ενός υπόγειου ποταμού!. Είχε πηγάδια νερού και έναν αυτοσχέδιο ανεμιστήρα με 52 φρεάτια εξαερισμού που καταπλήσσουν τους σύγχρονους μηχανικούς. Ειδικά η κάθετη,κυλινδρική στήλη εξαερισμού 55 μέτρων, είναι εντυπωσιακή. Η Μαλακοπή ήταν στα βυζαντινά χρόνια απόρθητο κάστρο και βρίσκεται 75 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Καισαρείας. Για την παραγωγή του ονόματος Μαλακοπή υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Σύμφωνα με μία από αυτές παράγεται από το Μάλα και Κόπος, που σημαίνει πάρα πολύ κούραση, γιατί λόγω του άνυδρου της περιοχής, οι κάτοικοι αναγκάζονταν με πολύ κόπο να βγάζουν το νερό από τα πηγάδια βάθους 80 μέτρων. Η Μαλακοπή ήταν κόμβος και το κέντρο της αγοράς στην περιοχή, γι’ αυτό πολλοί από τα γειτονικά μέρη έσπευδαν εκεί να πουλήσουν ή να αγοράσουν προϊόντα. Πολλοί κάτοικοι της Μαλακοπής μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών εγκαταστάθηκαν στο συνοικισμό της Τούμπας στη Θεσσαλονίκη και ονόμασαν τον καινούριο τόπο τους Νέα Μαλακοπή. Άλλες οικογένειες πήγαν στα Γιαννιτσά, την Αθήνα, τον Πειραιά, τη Δράμα και την Καβάλα. Οι υπόγειες πόλεις στη Καππαδοκία είναι τουλάχιστον 200 και έχουν κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα, η υπόγεια πόλη της Μαλακοπής όμως ήταν αρκετά μεγάλη για να προστατεύσει έως και 50 χιλιάδες ανθρώπους μαζί με το ζωικό τους κεφάλαιο.
1963. Ένας κάτοικος της Μαλακοπής στην Καππαδοκία, κατεδαφίζει τοίχο του σπιτιού του και ανακαλύπτει έκπληκτος ένα μυστηριώδες δωμάτιο. Αυτό το δωμάτιο οδηγούσε σε ένα άλλο και έτσι κατά τύχη ανακαλύφθηκε μια τεράστια πόλη 20 ορόφων κάτω από την Γη, την μεγαλύτερη του κόσμου από την εποχή των Χετταίων γύρω στο 1400 π.Χ. Οι μεγαλύτεροι αρχαιολόγοι της εποχής σπεύδουν στην Μαλακοπή και αρχίζουν να μελετούν τη συναρπαστική υπόγεια πόλη. Ήταν διατεθειμένοι να φθάσουν σε σαράντα μέτρα βάθος, αν και υπήρχαν εικασίες ότι το κατώτερο επίπεδο είναι στα 85 μέτρα βάθος!. Σήμερα 50 χρόνια μετά έχουν ανακαλυφθεί 20 υπόγειοι όροφοι, ωστόσο μόνο τα οκτώ επίπεδα μπορεί κανείς να επισκεφθεί. Στους άλλους ορόφους δεν επιτρέπεται η είσοδος, μπαίνουν μόνο αρχαιολόγοι και ανθρωπολόγοι, που μελετούν το Derinkuyu, όπως το ονομάζουν οι Τούρκοι. Η πόλη είχε χρησιμοποιηθεί ως καταφύγιο από χιλιάδες ανθρώπους που ζούσαν στις σπηλιές για να προστατευθούν από τις συχνές επιδρομές που δέχθηκε η Καππαδοκία, κατά το παρελθόν. Οι εχθροί προσπάθησαν να σκοτώσουν όσους ζούσαν στην επιφάνεια δηλητηριάζοντας τα πηγάδια τους. Δεν γνώριζαν όμως ότι κάτω από την γη υπήρχε χώρος για χιλιάδες άτομα. Μάλιστα οι κάτοικοι είχαν προβλέψει την φραγή της εισόδου σε τρία στρατηγικά σημαντικά σημεία με την κίνηση κυκλικών πέτρινων θυρών. Είχαν ύψος 1,5 μέτρο, πλάτος περίπου 50 εκατοστά και βάρος μέχρι 500 κιλά. Πολλές παγίδες είχαν σχεδιαστεί για να παραπλανήσουν, να απομονώσουν και να φυλακίσουν τους εισβολείς οι οποίοι, εάν εγκλωβίζονταν μέσα ήταν καταδικασμένοι σε αργό και μαρτυρικό θάνατο. Η Μαλακοπή έχει μια σήραγγα περίπου 8 χιλιόμετρα σε μήκος, που οδηγεί σε μια άλλη υπόγεια πόλη της Καππαδοκίας, το Kaymakli. Ο Έλληνας ιστορικός Ξενοφών αναφέρθηκε στο έργο του «Κύρου Ανάβασις» και εξήγησε ότι οι άνθρωποι που ζούσαν στην Ανατολία, είχαν σκάψει τα σπίτια τους κάτω από τη γη και ζούσαν σε αρκετά μεγάλα καταλύματα με όλη την οικογένεια, τα κατοικίδια ζώα τους και με αποθηκευμένα τρόφιμα. Μέχρι τώρα στα έγκατα της γης έχουν εντοπιστεί στάβλοι, τραπεζαρίες, μια εκκλησία 200 μ2, κουζίνες, πρέσες για κρασί και λάδι, αποθήκες, χώροι σίτισης, ένα σχολείο και πολυάριθμες αίθουσες. Η υπόγεια πόλη χρησιμοποιήθηκε για να κρυφτούν και οι πρώτοι Χριστιανοί, που κατόρθωναν να ξεφύγουν από τη δίωξη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πως όμως αναπτύχθηκε η μεγαλύτερη υπόγεια πόλη της γης;. επειδή ευνοήθηκε από την ύπαρξη ενός υπόγειου ποταμού!. Είχε πηγάδια νερού και έναν αυτοσχέδιο ανεμιστήρα με 52 φρεάτια εξαερισμού που καταπλήσσουν τους σύγχρονους μηχανικούς. Ειδικά η κάθετη,κυλινδρική στήλη εξαερισμού 55 μέτρων, είναι εντυπωσιακή. Η Μαλακοπή ήταν στα βυζαντινά χρόνια απόρθητο κάστρο και βρίσκεται 75 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Καισαρείας. Για την παραγωγή του ονόματος Μαλακοπή υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Σύμφωνα με μία από αυτές παράγεται από το Μάλα και Κόπος, που σημαίνει πάρα πολύ κούραση, γιατί λόγω του άνυδρου της περιοχής, οι κάτοικοι αναγκάζονταν με πολύ κόπο να βγάζουν το νερό από τα πηγάδια βάθους 80 μέτρων. Η Μαλακοπή ήταν κόμβος και το κέντρο της αγοράς στην περιοχή, γι’ αυτό πολλοί από τα γειτονικά μέρη έσπευδαν εκεί να πουλήσουν ή να αγοράσουν προϊόντα. Πολλοί κάτοικοι της Μαλακοπής μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών εγκαταστάθηκαν στο συνοικισμό της Τούμπας στη Θεσσαλονίκη και ονόμασαν τον καινούριο τόπο τους Νέα Μαλακοπή. Άλλες οικογένειες πήγαν στα Γιαννιτσά, την Αθήνα, τον Πειραιά, τη Δράμα και την Καβάλα. Οι υπόγειες πόλεις στη Καππαδοκία είναι τουλάχιστον 200 και έχουν κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα, η υπόγεια πόλη της Μαλακοπής όμως ήταν αρκετά μεγάλη για να προστατεύσει έως και 50 χιλιάδες ανθρώπους μαζί με το ζωικό τους κεφάλαιο.
Οι υπόσκαφες βυζαντινές εκκλησίες
Το Γκιόρεμε (Κόραμα) βρίσκεται 10 χλμ. ανατολικά του Νεβσεχίρ (Νύσσα). Σε μικρή απόσταση από τον σημερινό οικισμό απλώνεται το ομώνυμο υπαίθριο μουσείο που αποτελεί μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Εδώ βρίσκονται οι περισσότερες και σημαντικότερες υπόσκαφες βυζαντινές εκκλησίες της Καππαδοκίας. Κτίστηκαν μεταξύ 7ου και 13ου αι. και σε αρκετές σώζεται μεγάλο μέρος του αγιογραφικού τους διάκοσμου. Ξεχωρίζουν η εκκλησία του Ελμαλί με τους τέσσερις κίονες και τις νωπογραφίες από ερυθρή ώχρα, μια τεχνική που απαντάται και στα μικρότερα παρεκκλήσια της Αγίας Βαρβάρας και του Αγίου Βασιλείου.
Ο ναός του Αγίου Ονουφρίου (Γιλανλί) στις νωπογραφίες του οποίου διακρίνονται οι ερημίτες άγιοι της Ορθοδοξίας και η περίφημη Μαύρη ή Σκοτεινή εκκλησιά (Καρανλίκ), που ονομάστηκε έτσι εξαιτίας του ελάχιστου φωτισμού της από έναν πολύ μικρό φεγγίτη.
Βυζαντινές τοιχογραφίες
Παρά τις διαβρώσεις από τις διάφορες καιρικές συνθήκες και τους βανδαλισμούς, πολλές από τις τοιχογραφίες αποτελούν ακόμη ένα από τα λαμπρότερα, πολύχρωμα αξιοθέατα της περιοχής. Η μαύρη ή σκοτεινή εκκλησιά (Karanlik Kilise), αποτελεί ένα από καλύτερα παραδείγματα: πολύχρωμοι άγγελοι στολίζουν τους πυλώνες και τις θολωτές οροφές, μαζί με σκηνές όπως η γέννηση του Ιησού. Η έλλειψη του φωτός στην εκκλησία, έχει συντηρήσει τις αναπαραστάσεις αυτές, οι οποίες εξακολουθούν να φαίνονται φρέσκες και ζωηρές μετά από μια χιλιετία.
Οι καμινάδες των νεραϊδών
Ένα ιδιαίτερα θαυμαστό δημιούργημα της φύσης που βρίσκεται στην Καππαδοκία, είναι οι Καμινάδες των Νεραϊδών (στα τουρκικά Peribacalarύ), που βρίσκονται ανάμεσα στις πόλεις Ουργκιούπ, Ουτσχισάρ και Αβανος, σε απόσταση 3 χιλιομέτρων από το Goreme. Πρόκειται για περίτεχνους κωνικούς πυργοειδείς βράχους, ύψους μέχρι και 40 μέτρων, που θυμίζουν καμινάδες με ένα «καπέλο» από βασάλτη στην κορυφή τους. Σχηματίστηκαν από τη διάβρωση των ηφαιστειογενών πετρωμάτων της περιοχής, από τη βροχή και τα φυσικά φαινόμενα στη διάρκεια των αιώνων κατά την 4η Γεωλογική Περίοδο και είναι απροστάτευτες καθώς η φθορά τους από τα φυσικά φαινόμενα συνεχίζεται.
Τόπος μαρτύρων και Αγίων
«Η γη που τρέφει όμορφα άλογα», μια φράση η οποία στα αρχαία περσικά αποδίδεται με τον όρο «κατ-πατούκια» ονομάτισε την Καππαδοκία η οποία πριν γίνει ελληνιστική, ρωμαϊκή, βυζαντινή και τέλος τουρκική, ήταν μια επαρχία ξακουστή για την ιπποτροφία της, στην επικράτεια των Χετταίων και των Μήδων. Τον 1ο αι. μ.Χ. ο εξελληνισμός της περιοχής υπήρξε πλήρης δεδομένου ότι και οι εβραϊκές κοινότητες που ιδρύθηκαν εδώ ήταν ελληνόφωνες, γεγονός που επηρέασε καταλυτικά την αρχική εξάπλωση του Χριστιανισμού. Στη μεγαλύτερη πόλη της περιοχής, την Καισάρεια, ιδρύθηκε η πρώτη μητρόπολη της νέας θρησκείας στη Μικρά Ασία. Κι εδώ διέπρεψαν με τον βίο και την πολιτεία τους άνδρες που πέρασαν στην ιστορία ως «Μεγάλοι Καππαδόκες Αγιοι», όπως οι ιεράρχες Λεόντιος και Ευσέβιος, ο Μέγας Βασίλειος και οι κορυφαίοι μυστικοί θεολόγοι της Ορθοδοξίας, Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και Γρηγόριος ο Νύσσης. Σε όλο το βυζαντινό θέμα τότε, ιδρύθηκαν φιλανθρωπικά και ευαγή ιδρύματα, βιβλιοθήκες και μοναστήρια. Ταυτόχρονα οι αυτοκράτορες, εκτιμώντας την γεωστρατηγική θέση της περιοχής στην αντιμετώπιση πρώτα των Περσών και μετά των Αράβων, την κατέστησαν κέντρο στρατιωτικής εκπαίδευσης, έκτισαν κάστρα και μοίρασαν κτήματα στους περίφημους Ακρίτες του βυζαντινού ελληνισμού. Μετά την ήττα του Ρωμανού Διογένη στο Μαντζικέρτ της Αρμενίας, τον 11ο αι. διείσδυσαν στην περιοχή οι Σελτζούκοι Τούρκοι, αλλά δεν παρέμειναν πολύ. Προτιμούσαν τις εύφορες πεδιάδες του Ικονίου για να ιδρύσουν το κράτος τους, το οποίο ενίοτε συμμαχούσε με τους Βυζαντινούς. Μόνο μετά τη συνθήκη της Λοζάνης αλλοιώθηκε οριστικά η πληθυσμιακή σύσταση της περιοχής, η οποία ανέκαθεν υπήρξε πολυφυλετική. Μέχρι το 1924 η Καππαδοκία, εκτός από Τουρκομάνους επήλυδες, φιλοξενούσε πάρα πολλούς Ελληνες. Ακολουθούσαν οι Κούρδοι, οι Αρμένιοι, οι Εβραίοι και χριστιανοί Σύροι.
Το Γκιόρεμε (Κόραμα) βρίσκεται 10 χλμ. ανατολικά του Νεβσεχίρ (Νύσσα). Σε μικρή απόσταση από τον σημερινό οικισμό απλώνεται το ομώνυμο υπαίθριο μουσείο που αποτελεί μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Εδώ βρίσκονται οι περισσότερες και σημαντικότερες υπόσκαφες βυζαντινές εκκλησίες της Καππαδοκίας. Κτίστηκαν μεταξύ 7ου και 13ου αι. και σε αρκετές σώζεται μεγάλο μέρος του αγιογραφικού τους διάκοσμου. Ξεχωρίζουν η εκκλησία του Ελμαλί με τους τέσσερις κίονες και τις νωπογραφίες από ερυθρή ώχρα, μια τεχνική που απαντάται και στα μικρότερα παρεκκλήσια της Αγίας Βαρβάρας και του Αγίου Βασιλείου.
Ο ναός του Αγίου Ονουφρίου (Γιλανλί) στις νωπογραφίες του οποίου διακρίνονται οι ερημίτες άγιοι της Ορθοδοξίας και η περίφημη Μαύρη ή Σκοτεινή εκκλησιά (Καρανλίκ), που ονομάστηκε έτσι εξαιτίας του ελάχιστου φωτισμού της από έναν πολύ μικρό φεγγίτη.
Βυζαντινές τοιχογραφίες
Παρά τις διαβρώσεις από τις διάφορες καιρικές συνθήκες και τους βανδαλισμούς, πολλές από τις τοιχογραφίες αποτελούν ακόμη ένα από τα λαμπρότερα, πολύχρωμα αξιοθέατα της περιοχής. Η μαύρη ή σκοτεινή εκκλησιά (Karanlik Kilise), αποτελεί ένα από καλύτερα παραδείγματα: πολύχρωμοι άγγελοι στολίζουν τους πυλώνες και τις θολωτές οροφές, μαζί με σκηνές όπως η γέννηση του Ιησού. Η έλλειψη του φωτός στην εκκλησία, έχει συντηρήσει τις αναπαραστάσεις αυτές, οι οποίες εξακολουθούν να φαίνονται φρέσκες και ζωηρές μετά από μια χιλιετία.
Οι καμινάδες των νεραϊδών
Ένα ιδιαίτερα θαυμαστό δημιούργημα της φύσης που βρίσκεται στην Καππαδοκία, είναι οι Καμινάδες των Νεραϊδών (στα τουρκικά Peribacalarύ), που βρίσκονται ανάμεσα στις πόλεις Ουργκιούπ, Ουτσχισάρ και Αβανος, σε απόσταση 3 χιλιομέτρων από το Goreme. Πρόκειται για περίτεχνους κωνικούς πυργοειδείς βράχους, ύψους μέχρι και 40 μέτρων, που θυμίζουν καμινάδες με ένα «καπέλο» από βασάλτη στην κορυφή τους. Σχηματίστηκαν από τη διάβρωση των ηφαιστειογενών πετρωμάτων της περιοχής, από τη βροχή και τα φυσικά φαινόμενα στη διάρκεια των αιώνων κατά την 4η Γεωλογική Περίοδο και είναι απροστάτευτες καθώς η φθορά τους από τα φυσικά φαινόμενα συνεχίζεται.
Τόπος μαρτύρων και Αγίων
«Η γη που τρέφει όμορφα άλογα», μια φράση η οποία στα αρχαία περσικά αποδίδεται με τον όρο «κατ-πατούκια» ονομάτισε την Καππαδοκία η οποία πριν γίνει ελληνιστική, ρωμαϊκή, βυζαντινή και τέλος τουρκική, ήταν μια επαρχία ξακουστή για την ιπποτροφία της, στην επικράτεια των Χετταίων και των Μήδων. Τον 1ο αι. μ.Χ. ο εξελληνισμός της περιοχής υπήρξε πλήρης δεδομένου ότι και οι εβραϊκές κοινότητες που ιδρύθηκαν εδώ ήταν ελληνόφωνες, γεγονός που επηρέασε καταλυτικά την αρχική εξάπλωση του Χριστιανισμού. Στη μεγαλύτερη πόλη της περιοχής, την Καισάρεια, ιδρύθηκε η πρώτη μητρόπολη της νέας θρησκείας στη Μικρά Ασία. Κι εδώ διέπρεψαν με τον βίο και την πολιτεία τους άνδρες που πέρασαν στην ιστορία ως «Μεγάλοι Καππαδόκες Αγιοι», όπως οι ιεράρχες Λεόντιος και Ευσέβιος, ο Μέγας Βασίλειος και οι κορυφαίοι μυστικοί θεολόγοι της Ορθοδοξίας, Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός και Γρηγόριος ο Νύσσης. Σε όλο το βυζαντινό θέμα τότε, ιδρύθηκαν φιλανθρωπικά και ευαγή ιδρύματα, βιβλιοθήκες και μοναστήρια. Ταυτόχρονα οι αυτοκράτορες, εκτιμώντας την γεωστρατηγική θέση της περιοχής στην αντιμετώπιση πρώτα των Περσών και μετά των Αράβων, την κατέστησαν κέντρο στρατιωτικής εκπαίδευσης, έκτισαν κάστρα και μοίρασαν κτήματα στους περίφημους Ακρίτες του βυζαντινού ελληνισμού. Μετά την ήττα του Ρωμανού Διογένη στο Μαντζικέρτ της Αρμενίας, τον 11ο αι. διείσδυσαν στην περιοχή οι Σελτζούκοι Τούρκοι, αλλά δεν παρέμειναν πολύ. Προτιμούσαν τις εύφορες πεδιάδες του Ικονίου για να ιδρύσουν το κράτος τους, το οποίο ενίοτε συμμαχούσε με τους Βυζαντινούς. Μόνο μετά τη συνθήκη της Λοζάνης αλλοιώθηκε οριστικά η πληθυσμιακή σύσταση της περιοχής, η οποία ανέκαθεν υπήρξε πολυφυλετική. Μέχρι το 1924 η Καππαδοκία, εκτός από Τουρκομάνους επήλυδες, φιλοξενούσε πάρα πολλούς Ελληνες. Ακολουθούσαν οι Κούρδοι, οι Αρμένιοι, οι Εβραίοι και χριστιανοί Σύροι.
Οταν η φύση κάνει γλυπτική
Η γεωλογική διαμόρφωση της Καππαδοκίας αποδίδεται στην έντονη ηφαιστειακή δραστηριότητα που εκδηλώθηκε στην περιοχή πριν από 50 εκατομμύρια χρόνια. Οπως οι συνομήλικές τους Αλπεις, έτσι και η οροσειρά του Ταύρου και του Αργαίου κάποτε ήταν ενεργά ηφαίστεια που έβγαζαν ατέλειωτους τόνους λάβας και μάγματος.
Οι ηφαιστειολόγοι έχουν εντοπίσει τους μεγαλύτερους σβησμένους πια κρατήρες σε κορυφές που σήμερα ονομάζονται Ερκίς, Ντεβελί, Μελεντίζ και Κετσιμποϊντουράν. Ο υψηλός βαθμός διάβρωσης που έδωσε σ’ αυτήν τη στέρφα γη το σημερινό σχήμα της, έχει να κάνει με τους ισχυρότατους ανέμους, τις βροχοπτώσεις και τη δράση ποταμών και χειμάρρων. Αλλος ένας λόγος είναι η βαρυχειμωνιά και η μεγάλη διακύμανση της θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύχτας που προκαλούσε απότομες συστολές και διαστολές στα πετρώματα. Τα ρέματα του Νεβσεχίρ και της Ντάσμα που πέφτουν στον ποταμό Κιζιρμάκ ευθύνονται για την όψη των φημισμένων καππαδοκικών κοιλάδων. Ειδικότερα η περιοχή μεταξύ Νύσσας και Προκοπίου όπου οι αποθέσεις ηφαιστειακής στάχτης φτάνουν σε βάθος εκατοντάδων μέτρων, έγινε το καταλληλότερο πεδίο για να μεταφερθούν με τη ροή των υδάτων σκληρότερα βράχια από μεταγενέστερες αποκολλήσεις, τα οποία σήμερα τα βλέπουμε σαν καπέλα πάνω σε σχηματισμούς μαλακότερων υλικών. Σήμερα αυτοί οι σχηματισμοί ονομάζονται καμινάδες και το συνηθέστερο πέτρωμα που τις επιστεγάζει είναι ο βασάλτης. Αλλη μια έκπληξη που κρύβει η διάτρητη καππαδοκική γη, βρίσκεται σε δυο σημεία 20 χλμ. και 29 χλμ. νότια του Νεβσεχίρ. Πρόκειται για δύο λαβυρινθώδη συμπλέγματα από σπηλιές, στοές και πολυεπίπεδες γαλαρίες, εξ ολοκλήρου υπόγειες στο Καϊμακλί και στο Ντερινκουγιού (Μαλακοπή). Θα πρέπει να λειτούργησαν από την εποχή που οι χριστιανοί κρύβονταν στις κατακόμβες. Ωστόσο τα ευρήματα είναι μεταγενέστερα. Ανάγονται στις εποχές που ο Ηράκλειος πολεμούσε τους Πέρσες και ο Νικηφόρος Φωκάς τους Αραβες. Στην ακμή της η υπόγεια πολιτεία στο Καϊμακλί απλωνόταν σε έκταση 2,5 τετρ. χλμ., διέθετε πάνω από 8 πατώματα έως και 50 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης και εκτιμάται ότι φιλοξενούσε πάνω από 10.000 ανθρώπους.
Η γεωλογική διαμόρφωση της Καππαδοκίας αποδίδεται στην έντονη ηφαιστειακή δραστηριότητα που εκδηλώθηκε στην περιοχή πριν από 50 εκατομμύρια χρόνια. Οπως οι συνομήλικές τους Αλπεις, έτσι και η οροσειρά του Ταύρου και του Αργαίου κάποτε ήταν ενεργά ηφαίστεια που έβγαζαν ατέλειωτους τόνους λάβας και μάγματος.
Οι ηφαιστειολόγοι έχουν εντοπίσει τους μεγαλύτερους σβησμένους πια κρατήρες σε κορυφές που σήμερα ονομάζονται Ερκίς, Ντεβελί, Μελεντίζ και Κετσιμποϊντουράν. Ο υψηλός βαθμός διάβρωσης που έδωσε σ’ αυτήν τη στέρφα γη το σημερινό σχήμα της, έχει να κάνει με τους ισχυρότατους ανέμους, τις βροχοπτώσεις και τη δράση ποταμών και χειμάρρων. Αλλος ένας λόγος είναι η βαρυχειμωνιά και η μεγάλη διακύμανση της θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύχτας που προκαλούσε απότομες συστολές και διαστολές στα πετρώματα. Τα ρέματα του Νεβσεχίρ και της Ντάσμα που πέφτουν στον ποταμό Κιζιρμάκ ευθύνονται για την όψη των φημισμένων καππαδοκικών κοιλάδων. Ειδικότερα η περιοχή μεταξύ Νύσσας και Προκοπίου όπου οι αποθέσεις ηφαιστειακής στάχτης φτάνουν σε βάθος εκατοντάδων μέτρων, έγινε το καταλληλότερο πεδίο για να μεταφερθούν με τη ροή των υδάτων σκληρότερα βράχια από μεταγενέστερες αποκολλήσεις, τα οποία σήμερα τα βλέπουμε σαν καπέλα πάνω σε σχηματισμούς μαλακότερων υλικών. Σήμερα αυτοί οι σχηματισμοί ονομάζονται καμινάδες και το συνηθέστερο πέτρωμα που τις επιστεγάζει είναι ο βασάλτης. Αλλη μια έκπληξη που κρύβει η διάτρητη καππαδοκική γη, βρίσκεται σε δυο σημεία 20 χλμ. και 29 χλμ. νότια του Νεβσεχίρ. Πρόκειται για δύο λαβυρινθώδη συμπλέγματα από σπηλιές, στοές και πολυεπίπεδες γαλαρίες, εξ ολοκλήρου υπόγειες στο Καϊμακλί και στο Ντερινκουγιού (Μαλακοπή). Θα πρέπει να λειτούργησαν από την εποχή που οι χριστιανοί κρύβονταν στις κατακόμβες. Ωστόσο τα ευρήματα είναι μεταγενέστερα. Ανάγονται στις εποχές που ο Ηράκλειος πολεμούσε τους Πέρσες και ο Νικηφόρος Φωκάς τους Αραβες. Στην ακμή της η υπόγεια πολιτεία στο Καϊμακλί απλωνόταν σε έκταση 2,5 τετρ. χλμ., διέθετε πάνω από 8 πατώματα έως και 50 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης και εκτιμάται ότι φιλοξενούσε πάνω από 10.000 ανθρώπους.