Ο Τρίτος Αραβοϊσραηλινός Πόλεμος ξέσπασε στις 5 Ιουνίου 1967 και περατώθηκε σε μόλις έξι ημέρες. Οι επιχειρήσεις ξεκίνησαν με πρωτοβουλία των Ισραηλινών, που με αιφνιδιαστική αεροπορική προσβολή, πέτυχαν τη μαζική καταστροφή των αιγυπτιακών πολεμικών αεροσκαφών. Ταυτόχρονα, επιτέθηκαν με χερσαίες δυνάμεις, αρχικά εναντίον της Αιγύπτου και στη συνέχεια εναντίον της Ιορδανίας και της Συρίας. Η ασυγκράτητη ορμή των τεθωρακισμένων σχηματισμών του κατέστησαν τάχιστα το Ισραήλ κυρίαρχο του θεάτρου επιχειρήσεων, που κατανίκησε πλήρως τις Ένοπλες Δυνάμεις και των τριών αντιπάλων του. Με το τέλος των επιχειρήσεων, η Αίγυπτος είχε απολέσει τη χερσόνησο του Σινά και τη Λωρίδα της Γάζας, η Ιορδανία τη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ και η Συρία τα υψώματα του Γκολάν, ενώ το Ισραήλ είχε τριπλασιάσει την έκτασή του.
Με τον περιγραφικό αυτό όρο εννοούμε τον πόλεμο που ξέσπασε στις 5 Ιουνίου1967 μεταξύ Ισραήλ και των γειτονικών του αραβικών χωρών (Αιγύπτου, Συρίας και Ιορδανίας). Το Ισραήλ, 19 χρόνια μετά την ίδρυσή του, πάλευε ακόμα για την ύπαρξή του, ενώ οι Άραβες επιδίωκαν την εξαφάνισή του. Οι εχθροπραξίες περατώθηκαν πέντε μέρες αργότερα, στις 10 Ιουνίου, με θρίαμβο των Ισραηλινών, που τριπλασίασαν τα εδάφη τους, κατακτώντας το Σινά, τη Λωρίδα της Γάζας, τη Δυτική Όχθη, την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τα Υψίπεδα του Γκολάν. Στις αρχές του 1967, έπειτα από μια περίοδο σχετικής ηρεμίας, που ακολούθησε τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1956, οι αψιμαχίες ξανάρχισαν στα σύνορα του Ισραήλ και των γειτονικών του αραβικών κρατών. Παλαιστίνιοι μαχητές πραγματοποιούσαν επιθέσεις στο έδαφος του Ισραήλ, ενώ ο αιγύπτιος ηγέτης Νάσερ ζήτησε την απόσυρση των δυνάμεων του ΟΗΕ από το Σινά στις 18 Μαΐου και μετέφερε στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή. Έπειτα από 11 χρόνια, Ισραηλινοί και Αιγυπτιακοί ήρθαν και πάλι πρόσωπο με πρόσωπο.
Το κλίμα βάρυνε από την απόφαση του αιγύπτιου προέδρου Νάσερ να επιβάλει ναυτικό αποκλεισμό για τα ισραηλινά πλοία στις 22 Μαΐου. Οκτώ μέρες αργότερα, Αίγυπτος και Ιορδανία υπέγραψαν σύμφωνο αμυντικής συνεργασίας, που θορύβησε τους Ισραηλινούς, καθώς οι αραβικές δυνάμεις βρίσκονταν σε απόσταση 17 χιλιομέτρων από τη Μεσόγειο. Αυτό σήμαινε ότι μια καλά οργανωμένη επίθεση κατά του Ισραήλ θα μπορούσε να αποκόψει τη χώρα στα δύο. Στις 4 Ιουνίου στη συμμαχία Αιγύπτου, Ιορδανίας και Συρίας προστέθηκε και το Ιράκ. ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση κατάλαβαν πλέον ότι ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος και συνέστησαν αυτοσυγκράτηση.
Τα εδάφη του Ισραήλ μετά τον πόλεμο
Αυτό δεν εμπόδισε το Ισραήλ να χτυπήσει πρώτο τον πιο ισχυρό κρίκο της συμμαχίας, την Αίγυπτο. Στις 7:45 το πρωί της 5ης Ιουνίου 1967, όλα τα διαθέσιμα αεροπορία του Ισραήλ (197 τον αριθμό) «σηκώθηκαν» και επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά σε 19 αιγυπτιακά αεροδρόμια, καταστρέφοντας μέσα σε τρεις ώρες σχεδόν όλη την αεροπορία της Αιγύπτου, που αριθμούσε 400 αεροπλάνα. Οι Ισραηλινοί, με απώλειες μόνο 19 αεροσκαφών, σημείωσαν ένα απροσδόκητο θρίαμβο, που δεν μπορούσε να φανταστεί ούτε και ο πιο αισιόδοξος στρατιωτικός τους. Παράλληλα, με συνεχείς αεροπορικές επιδρομές την ίδια μέρα προκάλεσαν ανεπανόρθωτες καταστροφές στις αεροπορίες των λοιπών συμμάχων των Αιγυπτίων. Η απόλυτη υπεροχή του Ισραήλ στον αέρα υπήρξε καθοριστικός παράγοντας στην εύκολη και γρήγορη επικράτησή του.
Τα εδάφη του Ισραήλ μετά τον πόλεμο
Αυτό δεν εμπόδισε το Ισραήλ να χτυπήσει πρώτο τον πιο ισχυρό κρίκο της συμμαχίας, την Αίγυπτο. Στις 7:45 το πρωί της 5ης Ιουνίου 1967, όλα τα διαθέσιμα αεροπορία του Ισραήλ (197 τον αριθμό) «σηκώθηκαν» και επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά σε 19 αιγυπτιακά αεροδρόμια, καταστρέφοντας μέσα σε τρεις ώρες σχεδόν όλη την αεροπορία της Αιγύπτου, που αριθμούσε 400 αεροπλάνα. Οι Ισραηλινοί, με απώλειες μόνο 19 αεροσκαφών, σημείωσαν ένα απροσδόκητο θρίαμβο, που δεν μπορούσε να φανταστεί ούτε και ο πιο αισιόδοξος στρατιωτικός τους. Παράλληλα, με συνεχείς αεροπορικές επιδρομές την ίδια μέρα προκάλεσαν ανεπανόρθωτες καταστροφές στις αεροπορίες των λοιπών συμμάχων των Αιγυπτίων. Η απόλυτη υπεροχή του Ισραήλ στον αέρα υπήρξε καθοριστικός παράγοντας στην εύκολη και γρήγορη επικράτησή του.
Την ίδια ώρα, οι ισραηλινές χερσαίες δυνάμεις εξαπέλυαν επίθεση εναντίον των αιγυπτιακών στο Σινά και τη Λωρίδα της Γάζας. Με ένα ευφυές στρατήγημα, τα τεθωρακισμένα του στρατηγού Αριέλ Σαρόν βρέθηκαν πίσω από τις αιγυπτιακές δυνάμεις, κυκλώνοντάς τις. Από εκείνη τη στιγμή, στο νου των αιγύπτιων ιθυνόντων ήταν το πώς οι δυνάμεις τους θα υποχωρήσουν με ασφάλεια από το αραιοκατοικημένο Σινά για να προστατεύσουν το Κάιρο. Μέσα σε 11 χρόνια οι ισραηλινοί καταλάμβαναν για δεύτερη φορά τη Χερσόνησο του Σινά. Στο Δυτικό Μέτωπο, ο διστακτικός βασιλιάς της Ιορδανίας Χουσεΐν πείστηκε από τον Νάσερ ότι η «νίκη ήταν με το μέρος τους». Ενεπλάκη στον πόλεμο, αλλά η αντίδραση των Ισραηλινών ήταν ακαριαία. Στις 7 Ιουνίου είχαν υπό την κατοχή τους τη Δυτική Όχθη, ενώ εισήλθαν θριαμβευτικά στην Ανατολική Ιερουσαλήμ (Παλιά Πόλη), μετά από 1900 χρόνια. Η πιο εντυπωσιακή επιχείρηση έγινε στα Υψίπεδα του Γκολάν στη Συρία. Μέσα σε 24 ώρες οι Ισραηλινοί αντίκρισαν τις πεδιάδες της Δαμασκού. Ο «Πόλεμος των Έξι Ημερών» κράτησε στην πραγματικότητα 132 ώρες και 30 λεπτά, λιγότερο κι από έξι ημέρες. Απο πλευράς Ισραηλινών ενεπλάκησαν στις επιχειρήσεις 264.000 άνδρες, συμπεριλαμβανομένων και των εφέδρων. Η Αίγυπτος παρέταξε 150.000 άνδρες, η Ιορδανία 55.000 και η Συρία 75.000 άνδρες. Οι απώλειες για τους Ισραηλινούς ανήλθαν σε 679 νεκρούς και 2.563, ενώ οι Άραβες είχαν κατά προσέγγιση 21.000 νεκρούς και 45.000 τραυματίες.
Το Ισραήλ ένοιωθε, πλέον, καλά στα πόδια του και είχε τα αναγκαία εδάφη για να διαπραγματευθεί την απόκτηση ειρήνης και ασφάλειας με τους άραβες γείτονές του. Μεγάλος ηττημένος του πολέμου υπήρξε ο αιγύπτιος πρόεδρος Νάσερ, που είδε τις φιλοδοξίες του να ηγηθεί του αραβικού κόσμου, να καταρρέουν. Στον «Πόλεμο των Έξι Ημερών» έλαβαν μέρος στρατιωτικοί, που πρωταγωνίστησαν στις κατοπινές πολιτικές εξελίξεις της Μέσης Ανατολής. Αρχηγός του γενικού επιτελείου του Ισραήλ ήταν ο Γιτζάκ Ραμπίν, μετέπειτα πρωθυπουργός, που δολοφονήθηκε από ακροδεξιό το 1995. Της επίθεσης των Ισραηλινών στο Σινά, ηγήθηκε ο Αριέλ Σαρόν, τέως πρωθυπουργός και αυτός. Των συριακών δυνάμεων ηγήθηκε ο Χαφέζ Ελ Ασαντ, πρόεδρος της Συρίας ως το θάνατό του το 2000. Ο πόλεμος των «έξι ημερών» όπως έμεινε στην ιστορία αυτή η διένεξη, είχε ιδιαίτερη σημασία, όχι μόνο για τους άμεσα εμπλεκόμενους, Άραβες και Ισραηλινούς, αλλά και για τις Μεγάλες Δυνάμεις εκείνης της περιόδου. Σοβιετική Ένωση και Μεγάλη Βρετανία είχαν ως κοινό στόχο την διασφάλιση, για διαφορετικούς λόγους η κάθε μια, της ομαλής λειτουργίας της Διώρυγας του Σουέζ. Για τους Σοβιετικούς το Σουέζ ήταν ένας από τους κυριότερους διαύλους ανεφοδιασμού των στρατευμάτων του Βορείου Βιετνάμ, ενώ εξασφάλιζε σύνδεση του στόλου που διέθεταν τότε στον Ινδικό ωκεανό με την Μεσόγειο θάλασσα. Για τους Βρετανούς η αξία της Διώρυγας σχετιζόταν με την απρόσκοπτη ροή πετρελαίου και την διασφάλιση των εμπορικών δρόμων προς την Ινδία και την Άπω Ανατολή. Τέλος η Γαλλία βρήκε την ευκαιρία να αποκτήσει ερείσματα και στους δυο αντιπάλους, προμηθεύοντας τους με σύγχρονα οπλικά συστήματα. Ουσιαστικά η περιοχή είχε γίνει ένα απέραντο «testing ground» για όλα τα οπλικά συστήματα της περιόδου. Οι δυο υπερδυνάμεις είχαν την ευκαιρία να δοκιμάσουν τα νέα τους όπλα σε πραγματικές συνθήκες. Οι Σοβιετικοί εξέλιξαν τα αντιαεροπορικά συστήματα τους, ενώ οι Δυτικοί κυρίως τα νέα αεροσκάφη τους. Μάλιστα τα «γεράκια» σε Πεντάγωνο και Κρεμλίνο είχαν επικοινωνήσει, πριν την έναρξη του πολέμου, και είχαν αποφασίσει να μην παρέμβουν…
Για τους Παλαιστίνιους η ταπεινωτική ήττα των αραβικών στρατευμάτων ήταν ένα ακόμη σοκ. Αποστερημένοι από την κάλυψη των άλλων αραβικών κρατών, άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι ο αγώνας τους έπρεπε να στηριχτεί στις δικές τους δυνάμεις. Άλλωστε, μετά το τέλος του πολέμου το σύνολο των παλαιστινιακών εδαφών βρισκόταν υπό ισραηλινή κατοχή. Η οργάνωση Φατάχ απέκτησε τον πλήρη έλεγχο της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και αργά αλλά σταθερά απομακρύνθηκε από τους πρώην πάτρωνές της Αιγύπτιους, Σύρους και Ιορδανούς. Μάλιστα η Αίγυπτος θα έρθει σε συμφωνία κατάπαυσης πυρός με το Ισραήλ τον Αύγουστο του 1970, ενώ τον Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου η Ιορδανία θα εκδιώξει δια της βίας από το έδαφος της την παλαιστινιακή αντίσταση, που θα βρει καταφύγιο στον Λίβανο. Σταδιακά οι Παλαιστίνιοι θα ριζοσπαστικοποιήσουν τις ενέργειες τους κατευθύνοντας τη δράση τους προς την πολιτική τρομοκρατία και, αργότερα, προς το ριζοσπαστικό Ισλάμ. Αμέσως μετά τον «πόλεμο των έξι ημερών» οργανώσεις, όπως η «Ομάδα Αμπού Νιντάλ» ή ο «Μαύρος Σεπτέμβρης», θα χρησιμοποιήσουν μια νέα μέθοδο για να κάνουν γνωστά τα αιτήματα των Παλαιστινίων. Εγκαινιάζουν την «χρυσή εποχή» των αεροπειρατειών. Στην Αθήνα στα 1968 δυο νεαροί αγωνιστές του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης επιτίθενται με όπλα και χειροβομβίδες κατά της πτήσης 253 της ισραηλινής εταιρείας El Al, σκοτώνοντας έναν ισραηλινό επιβάτη. Ακόμη πιο τραγική κατάληξη είχε η έκρηξη βόμβας σε αεροπλάνο της Swissair στις 21 Φεβρουαρίου 1970 που σκότωσε 47 άτομα. Η γνωστότερη πάντως τρομοκρατική ενέργεια Παλαιστίνιων σχετίζεται με την δολοφονία 12 Ισραηλινών αθλητών κατά την διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων του Μονάχου, από μαχητές της ομάδας «Μαύρος Σεπτέμβρης». Τέλος στην άμμο του Σινά θάφτηκε ολοκληρωτικά το όραμα του Nasser για τη δημιουργία ενός μεγάλου κοσμικού αραβικού κράτους υπό την ηγεσία του. Ταπεινωμένος θα αφήσει την τελευταία πνοή του στις 28 Σεπτεμβρίου 1970 προδομένος από την καρδιά του.