Η Σκανδιναβία είναι μια μάλλον μικρή και αραιοκατοικημένη περιοχή στο βόρειο περιθώριο της Ευρώπης. Επί αιώνες, και μέχρι σχετικά πρόσφατα, τις σκανδιναβικές χώρες μάστιζαν η φτώχεια κι η μαζική μετανάστευση στο εξωτερικό. Ωστόσο, από τα μέσα του 20ού αιώνα, η Σκανδιναβία αποτελεί αντικείμενο παγκόσμιου θαυμασμού. Το διεθνές ενδιαφέρον επικεντρώνεται κυρίως στο περίφημο "σκανδιναβικό μοντέλο", όπως αυτό εκφράζεται στα πεδία της πολιτικής, της οικονομίας, της κοινωνικής πρόνοιας και των διεθνών σχέσεων. Το σκανδιναβικό μοντέλο είναι σήμερα συνώνυμο της οικονομικής αποτελεσματικότητας, της πολιτικής συναίνεσης και της κοινωνικής αλληλεγγύης, υπό την εγγύηση και στενή καθοδήγηση του κράτους. Η επιτυχία του μοντέλου οδήγησε και τις πέντε σκανδιναβικές χώρες -Σουηδία, Δανία, Φινλανδία, Νορβηγία, Ισλανδία- στην επίτευξη ενός πολύ υψηλού βιοτικού επιπέδου, σε συνθήκες κοινωνικής ειρήνης. Παρά την επιτυχία του, το σκανδιναβικό μοντέλο υφίσταται στις μέρες μας τις πιέσεις της παγκοσμιοποίησης, της δημογραφικής γήρανσης και της μετανάστευσης. Αρκετοί θεωρούν ότι είναι μοιραίο να παρακμάσει. Για πολλούς, όμως, η ευελιξία που έχει επιδείξει έως τώρα αποτελεί εχέγγυο για το μέλλον - κι αυτό, χάρη στον μοναδικό σκανδιναβικό συνδυασμό ιδεαλισμού και πρακτικού πνεύματος.
Να γιατί οι Σκανδιναβοί ευηµερούν
Πριν από 30 χρόνια ήταν η Μάργκαρετ Θάτσερ που είχε µετατρέψει τη Μ. Βρετανία σε παγκόσµιο οικονοµικό κέντρο µε κεντρικό σύνθηµα «Σκεφτείτε το αδιανόητο». Σήµερα, τη σκυτάλη έχουν πάρει οι σκανδιναβικές χώρες. Έχοντας καταφέρει να επανεφεύρουν ένα νέο πολιτικό µοντέλο, µπορούν να αποτελέσουν πρότυπο για πολλές χειµαζόµενες οικονοµίες, τόσο δεξιάς όσο και αριστερής κατεύθυνσης.
Οι µικρές χώρες αποτελούν συχνά πρότυπο κυβερνητικών µετασχηµατισµών. Κάποτε ήταν η Σιγκαπούρη. Πλέον οι Βόρειες Χώρες είναι πιο πιθανό να παίξουν αυτόν το ρόλο. Αυτό συµβαίνει εν µέρει επειδή οι τέσσερις χώρες της Σκανδιναβικής χερσονήσου – Σουηδία, ∆ανία, Νορβηγία και Φινλανδία- τα πάνε µάλλον αρκετά καλά. Τόσο καλά που αν µας δινόταν η ευκαιρία να ξαναγεννηθούµε κάπου αλλού στον κόσµο, το πιθανότερο είναι ότι θα θέλαµε να ξαναγεννηθούµε ως «Βίκινγκς». Εδώ και πολλά από τα τελευταία χρόνια οι Βόρειοι βρίσκονται στις κορυφαίες θέσεις κάθε λίστας που έχει να κάνει µε την ανταγωνιστικότητα της οικονοµίας αλλά και µε την ευηµερία των πολιτών. Έχοντας καταφέρει να αποφύγουν τόσο την οικονοµική σκλήρωση των Νοτιοευρωπαίων όσο και τις µεγάλες ανισότητες των Αµερικανών, έχουν µετατρέψει τα κράτη τους από συνώνυµο των καν - το - µόνος -σου (Do It Yourself) επίπλων, της Πίπης Φακιδοµύτης και των ABBA σε πολιτιστικά καταφύγια και κοινωνικούς και οικονοµικούς παραδείσους.
Σε ένα βαθµό, ήταν θέµα χρονικής συγκυρίας: τη δεκαετία του '90 οι Βόρειοι κατάφεραν έξυπνα να αντιµετωπίσουν αποτελεσµατικά την κρίση χρέους τους. Ο δεύτερος λόγος όµως που φέρνει το σκανδιναβικό µοντέλο στο επίκεντρο, είναι πιο ενδιαφέρον. Οι πολιτικοί του κόσµου – ειδικά εκείνοι της καταχρεωµένης ∆ύσης- προσφέρουν ένα παράδειγµα για το πώς δεν πρέπει να γίνονται οι µεταρρυθµίσεις στον δηµόσιο τοµέα, αναδεικνύοντας το νέο µοντέλο των πάλαι ποτέ πρωταθλητών του «Τρίτου ∆ρόµου» ανάπτυξης, σε πολύ πιο αξιοζήλευτο. Η Σουηδία µείωσε τις κρατικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ από 63% το 1993 στο 49% σήµερα. Σύντοµα το κράτος της θα είναι µικρότερο από αυτό της Βρετανίας. Έχει επίσης περικόψει τον οριακό φορολογικό συντελεστή κατά 27 ποσοστιαίες µονάδες από το 1983, σε 57%, µειώνοντας παράλληλα τους φόρους στα ακίνητα, τις εισφορές, την υγεία και την κληρονοµιά. Παράλληλα, µείωσε τον εταιρικό φορολογικό συντελεστή από το 26,3% στο 22%. Επίσης, η Σουηδία µείωσε το δηµόσιο χρέος της από 70% του ΑΕΠ το 1993 στο 37% το 2010 ενώ την ίδια περίοδο µετέτρεψε το κατά 11% έλλειµµα του προϋπολογισµού σε πλεόνασµα 0,3%.
Το γεγονός αυτό επέτρεψε σε µια χώρα µε µια µικρή, ανοικτή οικονοµία να ανακάµψει πολύ γρήγορα από την οικονοµική καταιγίδα των ετών 2007- 2008. Παράλληλα η Σουηδία τοποθέτησε το συνταξιοδοτικό της πρόγραµµα σε µια πιο στέρεα βάση, αντικαθιστώντας τις προκαθορισµένες παροχές µε ένα σύστηµα προκαθορισµένων εισφορών προσαρµόζοντάς το αυτόµατα στην επιµήκυνση του προσδόκιµου ζωής. Τόλµησε επίσης να εισαγάγει ένα καθολικό σύστηµα «κουπονιών παιδείας» («voucher schools»): Το κράτος παρέχει στο µαθητή ένα κουπόνι ισοδύναµης αξίας µε τις κατά κεφαλήν κρατικές δαπάνες στη δηµόσια εκπαίδευση και ο µαθητής µπορεί να το χρησιµοποιήσει είτε για το δηµόσιο σχολείο της γειτονιάς του είτε για ένα άλλο δηµόσιο ή ιδιωτικό σχολείο άλλης περιοχής.
Πριν από 30 χρόνια ήταν η Μάργκαρετ Θάτσερ που είχε µετατρέψει τη Μ. Βρετανία σε παγκόσµιο οικονοµικό κέντρο µε κεντρικό σύνθηµα «Σκεφτείτε το αδιανόητο». Σήµερα, τη σκυτάλη έχουν πάρει οι σκανδιναβικές χώρες. Έχοντας καταφέρει να επανεφεύρουν ένα νέο πολιτικό µοντέλο, µπορούν να αποτελέσουν πρότυπο για πολλές χειµαζόµενες οικονοµίες, τόσο δεξιάς όσο και αριστερής κατεύθυνσης.
Οι µικρές χώρες αποτελούν συχνά πρότυπο κυβερνητικών µετασχηµατισµών. Κάποτε ήταν η Σιγκαπούρη. Πλέον οι Βόρειες Χώρες είναι πιο πιθανό να παίξουν αυτόν το ρόλο. Αυτό συµβαίνει εν µέρει επειδή οι τέσσερις χώρες της Σκανδιναβικής χερσονήσου – Σουηδία, ∆ανία, Νορβηγία και Φινλανδία- τα πάνε µάλλον αρκετά καλά. Τόσο καλά που αν µας δινόταν η ευκαιρία να ξαναγεννηθούµε κάπου αλλού στον κόσµο, το πιθανότερο είναι ότι θα θέλαµε να ξαναγεννηθούµε ως «Βίκινγκς». Εδώ και πολλά από τα τελευταία χρόνια οι Βόρειοι βρίσκονται στις κορυφαίες θέσεις κάθε λίστας που έχει να κάνει µε την ανταγωνιστικότητα της οικονοµίας αλλά και µε την ευηµερία των πολιτών. Έχοντας καταφέρει να αποφύγουν τόσο την οικονοµική σκλήρωση των Νοτιοευρωπαίων όσο και τις µεγάλες ανισότητες των Αµερικανών, έχουν µετατρέψει τα κράτη τους από συνώνυµο των καν - το - µόνος -σου (Do It Yourself) επίπλων, της Πίπης Φακιδοµύτης και των ABBA σε πολιτιστικά καταφύγια και κοινωνικούς και οικονοµικούς παραδείσους.
Σε ένα βαθµό, ήταν θέµα χρονικής συγκυρίας: τη δεκαετία του '90 οι Βόρειοι κατάφεραν έξυπνα να αντιµετωπίσουν αποτελεσµατικά την κρίση χρέους τους. Ο δεύτερος λόγος όµως που φέρνει το σκανδιναβικό µοντέλο στο επίκεντρο, είναι πιο ενδιαφέρον. Οι πολιτικοί του κόσµου – ειδικά εκείνοι της καταχρεωµένης ∆ύσης- προσφέρουν ένα παράδειγµα για το πώς δεν πρέπει να γίνονται οι µεταρρυθµίσεις στον δηµόσιο τοµέα, αναδεικνύοντας το νέο µοντέλο των πάλαι ποτέ πρωταθλητών του «Τρίτου ∆ρόµου» ανάπτυξης, σε πολύ πιο αξιοζήλευτο. Η Σουηδία µείωσε τις κρατικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ από 63% το 1993 στο 49% σήµερα. Σύντοµα το κράτος της θα είναι µικρότερο από αυτό της Βρετανίας. Έχει επίσης περικόψει τον οριακό φορολογικό συντελεστή κατά 27 ποσοστιαίες µονάδες από το 1983, σε 57%, µειώνοντας παράλληλα τους φόρους στα ακίνητα, τις εισφορές, την υγεία και την κληρονοµιά. Παράλληλα, µείωσε τον εταιρικό φορολογικό συντελεστή από το 26,3% στο 22%. Επίσης, η Σουηδία µείωσε το δηµόσιο χρέος της από 70% του ΑΕΠ το 1993 στο 37% το 2010 ενώ την ίδια περίοδο µετέτρεψε το κατά 11% έλλειµµα του προϋπολογισµού σε πλεόνασµα 0,3%.
Το γεγονός αυτό επέτρεψε σε µια χώρα µε µια µικρή, ανοικτή οικονοµία να ανακάµψει πολύ γρήγορα από την οικονοµική καταιγίδα των ετών 2007- 2008. Παράλληλα η Σουηδία τοποθέτησε το συνταξιοδοτικό της πρόγραµµα σε µια πιο στέρεα βάση, αντικαθιστώντας τις προκαθορισµένες παροχές µε ένα σύστηµα προκαθορισµένων εισφορών προσαρµόζοντάς το αυτόµατα στην επιµήκυνση του προσδόκιµου ζωής. Τόλµησε επίσης να εισαγάγει ένα καθολικό σύστηµα «κουπονιών παιδείας» («voucher schools»): Το κράτος παρέχει στο µαθητή ένα κουπόνι ισοδύναµης αξίας µε τις κατά κεφαλήν κρατικές δαπάνες στη δηµόσια εκπαίδευση και ο µαθητής µπορεί να το χρησιµοποιήσει είτε για το δηµόσιο σχολείο της γειτονιάς του είτε για ένα άλλο δηµόσιο ή ιδιωτικό σχολείο άλλης περιοχής.
Από την παρακµή στην άνθηση
Τα πράγµατα ωστόσο δεν ήταν πάντα ρόδινα για τις Σκανδιναβικές χώρες: οι δύο δεκαετίες µετά το 1970 ήταν δεκαετίες παρακµής: το 1993 η Σουηδία, 4η πλουσιότερη χώρα στον κόσµο το 1970, έπεσε στην 14η θέση ενώ ο µέσος Σουηδός έγινε φτωχότερος από τον µέσο Βρετανό ή τον µέσο Ιταλό. Η ανάκαµψη ήρθε µετά το 1990: µεταξύ 1993 και 2010 το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά µέσο όρο 2,7% ετησίως και η παραγωγικότητα κατά 2,1% ετησίως, σε σύγκριση µε το 1,9% και 1% αντίστοιχα που κατέγραψαν οι 15 κυριότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για το µεγαλύτερο µέρος του 20ού αιώνα, η Σουηδία περηφανευόταν ότι προσέφερε αυτό που ο Marquis Childs ονόµασε το 1936 στο οµότιτλο βιβλίο του, µια «Μέση Οδό» ανάµεσα στον καπιταλισµό και το σοσιαλισµό. Εταιρείες – κολοσσοί όπως η Volvo και η Ericsson παρήγαγαν πλούτο, ενώ φωτισµένοι γραφειοκράτες δηµιούργησαν το Folkhemmet ή «Σπίτι του Λαού». Με το πέρασµα των δεκαετιών η µέση οδός άρχισε να κλίνει προς τα αριστερά. Η κυβέρνηση συνέχισε να αυξάνεται: το ποσοστό του ΑΕΠ για τις δηµόσιες δαπάνες σχεδόν διπλασιάστηκε µεταξύ 1960 - 1980 και κορυφώθηκε στο 67% το 1993. Οι φόροι συνέχισαν να αυξάνονται. Οι Σοσιαλδηµοκράτες (που κυβέρνησαν τη Σουηδία για 44 συνεχή χρόνια από το 1932 ως το 1976 και για 21 από τα 24 χρόνια µεταξύ 1982 - 2006), συνέχισαν να συµπιέζουν τις επιχειρήσεις. «Η εποχή του νεο-καπιταλισµού πλησιάζει στο τέλος της», δήλωνε ο Ούλοφ Πάλµε, ηγέτης του κόµµατος, το 1974. Αυτό δεν σηµαίνει ότι οι Σκανδιναβοί απαρνούνται το παλιό µοντέλο τους. Κάθε άλλο.
Τα πράγµατα ωστόσο δεν ήταν πάντα ρόδινα για τις Σκανδιναβικές χώρες: οι δύο δεκαετίες µετά το 1970 ήταν δεκαετίες παρακµής: το 1993 η Σουηδία, 4η πλουσιότερη χώρα στον κόσµο το 1970, έπεσε στην 14η θέση ενώ ο µέσος Σουηδός έγινε φτωχότερος από τον µέσο Βρετανό ή τον µέσο Ιταλό. Η ανάκαµψη ήρθε µετά το 1990: µεταξύ 1993 και 2010 το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά µέσο όρο 2,7% ετησίως και η παραγωγικότητα κατά 2,1% ετησίως, σε σύγκριση µε το 1,9% και 1% αντίστοιχα που κατέγραψαν οι 15 κυριότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για το µεγαλύτερο µέρος του 20ού αιώνα, η Σουηδία περηφανευόταν ότι προσέφερε αυτό που ο Marquis Childs ονόµασε το 1936 στο οµότιτλο βιβλίο του, µια «Μέση Οδό» ανάµεσα στον καπιταλισµό και το σοσιαλισµό. Εταιρείες – κολοσσοί όπως η Volvo και η Ericsson παρήγαγαν πλούτο, ενώ φωτισµένοι γραφειοκράτες δηµιούργησαν το Folkhemmet ή «Σπίτι του Λαού». Με το πέρασµα των δεκαετιών η µέση οδός άρχισε να κλίνει προς τα αριστερά. Η κυβέρνηση συνέχισε να αυξάνεται: το ποσοστό του ΑΕΠ για τις δηµόσιες δαπάνες σχεδόν διπλασιάστηκε µεταξύ 1960 - 1980 και κορυφώθηκε στο 67% το 1993. Οι φόροι συνέχισαν να αυξάνονται. Οι Σοσιαλδηµοκράτες (που κυβέρνησαν τη Σουηδία για 44 συνεχή χρόνια από το 1932 ως το 1976 και για 21 από τα 24 χρόνια µεταξύ 1982 - 2006), συνέχισαν να συµπιέζουν τις επιχειρήσεις. «Η εποχή του νεο-καπιταλισµού πλησιάζει στο τέλος της», δήλωνε ο Ούλοφ Πάλµε, ηγέτης του κόµµατος, το 1974. Αυτό δεν σηµαίνει ότι οι Σκανδιναβοί απαρνούνται το παλιό µοντέλο τους. Κάθε άλλο.
Συνεχίζουν να υπερηφανεύονται για τη γενναιοδωρία του κράτους πρόνοιας που διαθέτουν. Περίπου το 30% του εργατικού δυναμικού τους δουλεύει στο δημόσιο τομέα, το διπλάσιο του μέσου όρου του Οργανισμού Οικονομικής Ανάπτυξης και Συνεργασίας, ενώ εξακολουθούν να πιστεύουν στον συνδυασμό της ελεύθερης οικονομίας με τις δημόσιες επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο. Βάση του νέου σκανδιναβικού μοντέλου είναι το άτομο και όχι το κράτος. Και οι τέσσερις σκανδιναβικές χώρες αξιολογούνται με «ΑΑΑ» με τα επίπεδα χρέους τους να είναι σημαντικά πιο κάτω από το μέσο όρο της Ευρωζώνης. Αντί να επεκτείνει το κράτος στην αγορά, οι Σκανδιναβικές χώρες επεκτείνουν την αγορά στο κράτος. Για ποιο λόγο; Η προφανής απάντηση είναι επειδή το μέγεθος του κράτους έχει αγγίξει τα όριά του. «Το κράτος πρόνοιας είναι άψογο στις περισσότερες περιπτώσεις», λέει ο Δανός ιστορικός Γκούναρ Βίμπι Μόγκενσεν. «Το μοναδικό μας πρόβλημα είναι ότι δεν μπορούμε να το χρηματοδοτούμε». Οι οικονομικές καταιγίδες που συντάραξαν στις Σκανδιναβικές χώρες στις αρχές της δεκαετίας το 1990 αποτέλεσαν μια πρόγευση του τι μπορούσε να συμβεί αν οι οικονομίες δεν κατάφερναν να σηκώσουν γρήγορα κεφάλι. Υπάρχουν όμως δύο λιγότερο προφανείς λόγοι. Το παλιό σκανδιναβικό μοντέλο εξαρτιόταν από την ικανότητα ενός στόλου μεγάλων επιχειρήσεων να παράξουν αρκετά χρήματα ώστε να στηρίξουν το κράτος. Ωστόσο αυτές οι εταιρείες εκτοπίστηκαν από τον διεθνή ανταγωνισμό. Επίσης, το παλιό μοντέλο εξαρτιόταν από την προθυμία των κατοίκων να δεχτούν τις άνωθεν κατευθύνσεις, όμως ο σκανδιναβικός πληθυσμός γίνεται όλο και περισσότερο απαιτητικός.
Μικρές αλλά δυνατές
Οι Σκανδιναβικές χώρες έχουν συνολικό πληθυσμό μόλις 26 εκατομμυρίων κατοίκων. Από αυτές μόνο η Φινλανδία είναι μέλος και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Η Σουηδία είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά έξω από το ευρώ, με ένα ελεύθερα κυμαινόμενο νόμισμα. Το ίδιο και η Δανία, το δικό της νόμισμα ωστόσο είναι σε σύνδεση με το ευρώ, ενώ η Νορβηγία έχει παραμείνει εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο αυτές οι χώρες στην άκρη της Ευρώπης έχουν πολλούς λόγους για να αποτελέσουν αντικείμενο παρατήρησης. Ο πρώτος είναι ότι έφτασαν πρώτες στο μέλλον. Έχουν βρεθεί ήδη αντιμέτωπες με προβλήματα με τα οποία άλλες χώρες θα πρέπει να ασχοληθούν εν ευθέτω χρόνω, όπως το τι πρέπει να κάνουν όταν το μέγεθος του κράτους φτάσει στα όριά του και πώς θα οργανώσουν την κοινωνία, όταν το σύνολο σχεδόν των γυναικών εργάζεται. Και οι Σκανδιναβοί σκέφτονται εξαιρετικά καινοτόμες λύσεις που οι «ορθόδοξα» σκεπτόμενες αριστερές και δεξιές φωνές απορρίπτουν. Ο δεύτερος λόγος για να ασχοληθεί κανείς είναι ότι το νέο Σκανδιναβικό μοντέλο αποδεικνύεται εντυπωσιακά επιτυχημένο. Οι Σκανδιναβοί κυριαρχούν στους δείκτες της ανταγωνιστικότητας και της ευημερίας. Όσον αφορά στις δημόσιες υπηρεσίες τους, οι Σκανδιναβοί αποδεικνύονται αντίστοιχα πραγματιστές. Από τη στιγμή που αυτές λειτουργούν, λίγο τους απασχολεί ποιος τις παρέχει. Ο Μίλτον Φρίντμαν θα ένιωθε περισσότερο σαν στο σπίτι του στην Στοκχόλμη παρά στην Ουάσινγκτον. Όλοι οι Δυτικοί πολιτικοί διατείνονται ότι προωθούν την διαφάνεια και την τεχνολογία. Οι Σκανδιναβοί ωστόσο το κάνουν με μεγαλύτερη δικαιοσύνη από τον καθένα. Οι επιδόσεις των σχολείων και των νοσοκομείων αξιολογούνται. Οι κυβερνήσεις υποχρεούνται να λειτουργούν με κάθε διαφάνεια. Η Σουηδία δίνει στον καθένα δυνατότητα πρόσβασης σε επίσημα αρχεία. Ο πολιτικός που θα επιλέξει την κρατική λιμουζίνα από το ποδήλατό του επικρίνεται με δριμύτητα.
Οι Σκανδιναβικές χώρες έχουν συνολικό πληθυσμό μόλις 26 εκατομμυρίων κατοίκων. Από αυτές μόνο η Φινλανδία είναι μέλος και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Η Σουηδία είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά έξω από το ευρώ, με ένα ελεύθερα κυμαινόμενο νόμισμα. Το ίδιο και η Δανία, το δικό της νόμισμα ωστόσο είναι σε σύνδεση με το ευρώ, ενώ η Νορβηγία έχει παραμείνει εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο αυτές οι χώρες στην άκρη της Ευρώπης έχουν πολλούς λόγους για να αποτελέσουν αντικείμενο παρατήρησης. Ο πρώτος είναι ότι έφτασαν πρώτες στο μέλλον. Έχουν βρεθεί ήδη αντιμέτωπες με προβλήματα με τα οποία άλλες χώρες θα πρέπει να ασχοληθούν εν ευθέτω χρόνω, όπως το τι πρέπει να κάνουν όταν το μέγεθος του κράτους φτάσει στα όριά του και πώς θα οργανώσουν την κοινωνία, όταν το σύνολο σχεδόν των γυναικών εργάζεται. Και οι Σκανδιναβοί σκέφτονται εξαιρετικά καινοτόμες λύσεις που οι «ορθόδοξα» σκεπτόμενες αριστερές και δεξιές φωνές απορρίπτουν. Ο δεύτερος λόγος για να ασχοληθεί κανείς είναι ότι το νέο Σκανδιναβικό μοντέλο αποδεικνύεται εντυπωσιακά επιτυχημένο. Οι Σκανδιναβοί κυριαρχούν στους δείκτες της ανταγωνιστικότητας και της ευημερίας. Όσον αφορά στις δημόσιες υπηρεσίες τους, οι Σκανδιναβοί αποδεικνύονται αντίστοιχα πραγματιστές. Από τη στιγμή που αυτές λειτουργούν, λίγο τους απασχολεί ποιος τις παρέχει. Ο Μίλτον Φρίντμαν θα ένιωθε περισσότερο σαν στο σπίτι του στην Στοκχόλμη παρά στην Ουάσινγκτον. Όλοι οι Δυτικοί πολιτικοί διατείνονται ότι προωθούν την διαφάνεια και την τεχνολογία. Οι Σκανδιναβοί ωστόσο το κάνουν με μεγαλύτερη δικαιοσύνη από τον καθένα. Οι επιδόσεις των σχολείων και των νοσοκομείων αξιολογούνται. Οι κυβερνήσεις υποχρεούνται να λειτουργούν με κάθε διαφάνεια. Η Σουηδία δίνει στον καθένα δυνατότητα πρόσβασης σε επίσημα αρχεία. Ο πολιτικός που θα επιλέξει την κρατική λιμουζίνα από το ποδήλατό του επικρίνεται με δριμύτητα.
Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση δεν είναι εξαγγελία αλλά πράξη: οι πολίτες μπορούν να πληρώσουν τους φόρους τους με ένα απλό μήνυμα στο κινητό. Και στους δύο τομείς τα πάνε εξαιρετικά καλά, το ίδιο και στην ενασχόλησή τους με τις ψηφιακές υπηρεσίες. Οι Σκανδιναβοί είναι ιδιαίτερα πρόθυμοι στο να δοκιμάζουν νέα προϊόντα και υπηρεσίες. Τη δεκαετία του 1980 άλλωστε ήταν οι πρώτοι που έβαλαν στη ζωή τους την κινητή τηλεφωνία , ενώ ήταν πρωτοπόροι σε υπηρεσίες e-διακυβέρνησης και συναλλαγές μέσω ψηφιακού χρήματος. Ακόμη και οι οδηγοί ταξί ή οι υπάλληλοι στην καφετέρια πληρώνονται με κάρτα. Οι Σκανδιναβικές χώρες δείχνουν επίσης εντυπωσιακή δεινότητα ως προς την αξιοποίηση των ταλέντων του συνολικού πληθυσμού τους, με την πιθανή εξαίρεση των μεταναστών τους. Έχουν υψηλότερα ποσοστά στον κόσμο της κοινωνικής κινητικότητας: συγκρίνοντας την κοινωνική κινητικότητα των οχτώ πιο προηγμένων χωρών, τρεις ερευνητές από το London School of Economics, οι Τζο Μπλάντεν, Πολ Γκρεγκ και Στίβεν Μακίν, κατέταξαν τις τέσσερις σκανδιναβικές χώρες στις τέσσερις πρώτες θέσεις με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία να έρχονται τελευταίες. Οι Σκανδιναβικές χώρες έχουν επίσης εξαιρετικά υψηλά ποσοστά συμμετοχής των γυναικών στο εργατικό δυναμικό: στη Δανία το ποσοστό των γυναικών που εργάζονται (72%) είναι σχεδόν ίδιο με εκείνο των ανδρών (79%).
Τα μειονεκτήματα
Φυσικά, το σκανδιναβικό μοντέλο δεν είναι τέλειο. Οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι ακόμη αρκετά υψηλές και η υψηλή φορολογία εξακολουθεί να ενθαρρύνει τους επιχειρηματίες να μετακινούνται στο εξωτερικό: το Λονδίνο είναι γεμάτο από ιδιοφυείς νεαρούς Σουηδούς. Πάρα πολλοί άνθρωποι -κυρίως μετανάστες- εκμεταλλεύονται τα οφέλη χωρίς να προσφέρουν κάτι ουσιαστικό. Οι πιέσεις που έχουν αναγκάσει τις κυβερνήσεις να μειώσουν τις δαπάνες, θα φέρουν αναγκαστικά περισσότερες αλλαγές. Η αυξανόμενη πολυμορφία στις σκανδιναβικές κοινωνίες δημιουργεί κοινωνικές εντάσεις. Πιο έντονες στη Νορβηγία, όπου το 2011 ο Άντερς Μπρέιβικ σκότωσε 77ανθρώπους σε μια επίθεση με ρατσιστικά κίνητρα, αλλά και σε ένα πιο κοσμικό επίπεδο κάθε μέρα. Η Σουηδία είναι η χώρα που δυσκολεύεται περισσότερο να ενσωματώσει τον μεγάλο αριθμό προσφύγων στον πληθυσμό της.
Φτάνοντας στο σκανδιναβικό μοντέλο
Αν και το σκανδιναβικό μοντέλο εξακολουθεί να είναι ένα έργο σε εξέλιξη, όλο και περισσότερες χώρες είναι απαραίτητο να στραφούν προς αυτό. Οι τρεις δυνάμεις που ανάγκασαν τις σκανδιναβικές χώρες να αναδιοργανωθούν -περιορισμένοι πόροι, ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση και την αυξανόμενη ποικιλομορφία- επιταχύνονται. Οι σκανδιναβικές χώρες θα πρέπει να συνεχίσουν να αναβαθμίζουν το μοντέλο τους, αλλά θα πρέπει επίσης να αγωνίζονται ώστε να διατηρήσουν όλα όσα τις κάνουν ξεχωριστές. Οι Λαντ Πρίτσετ και Μάικλ Γούλκοκ, της Παγκόσμιας Τράπεζας, επινόησαν τον όρο «Φτάνοντας στην Δανία» («Getting to Denmark») για να περιγράψουν τον επιτυχή εκσυγχρονισμό. Το βασικό μάθημα που μπορούν να μας διδάξουν οι Σκανδιναβοί δεν είναι ιδεολογικό αλλά πρακτικό. Οι Βόρειες Χώρες είναι δημοφιλείς όχι επειδή είναι εύπορες αλλά επειδή το σύστημά τους λειτουργεί. Ο Σουηδός πληρώνει τους φόρους του με πολύ μεγαλύτερη προθυμία από τον Καλιφορνέζο καθώς βλέπει ότι αυτοί μεταφράζονται σε αξιοπρεπή σχολεία και δωρεάν σύστημα υγείας. Οι Σκανδιναβικές χώρες έχουν προωθήσει εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις και οι συνέπειες είναι εμφανείς. Οι ενέσεις στους μηχανισμούς της αγοράς μπορούν να αποτρέψουν τα μελλοντικά προβλήματα. Η επιτυχία τους βασίζεται στο γεγονός ότι βασίζονται στη μακρά παράδοση της χρηστής διακυβέρνησης, η οποία δίνει έμφαση όχι μόνο στην ειλικρίνεια και τη διαφάνεια αλλά επίσης και στη συναίνεση και τον συμβιβασμό. Ταυτόχρονα όμως πρέπει να είναι κανείς πρόθυμος να ξεριζώσει τη διαφθορά και τα κατεστημένα συμφέροντα. Και πρέπει να είναι έτοιμος να εγκαταλείψει φθαρμένες απόψεις τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά αλλά και να συλλέξει τις καλύτερες ιδέες στο πολιτικό στερέωμα. Τα επόμενα χρόνια ο κόσμος θα σπουδάζει το σκανδιναβικό μοντέλο. Ωστόσο φαίνεται πως το δύσκολο δεν είναι να «φτάσει» κανείς «στη Δανία», αλλά να παραμείνει εκεί.
Τα μειονεκτήματα
Φυσικά, το σκανδιναβικό μοντέλο δεν είναι τέλειο. Οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι ακόμη αρκετά υψηλές και η υψηλή φορολογία εξακολουθεί να ενθαρρύνει τους επιχειρηματίες να μετακινούνται στο εξωτερικό: το Λονδίνο είναι γεμάτο από ιδιοφυείς νεαρούς Σουηδούς. Πάρα πολλοί άνθρωποι -κυρίως μετανάστες- εκμεταλλεύονται τα οφέλη χωρίς να προσφέρουν κάτι ουσιαστικό. Οι πιέσεις που έχουν αναγκάσει τις κυβερνήσεις να μειώσουν τις δαπάνες, θα φέρουν αναγκαστικά περισσότερες αλλαγές. Η αυξανόμενη πολυμορφία στις σκανδιναβικές κοινωνίες δημιουργεί κοινωνικές εντάσεις. Πιο έντονες στη Νορβηγία, όπου το 2011 ο Άντερς Μπρέιβικ σκότωσε 77ανθρώπους σε μια επίθεση με ρατσιστικά κίνητρα, αλλά και σε ένα πιο κοσμικό επίπεδο κάθε μέρα. Η Σουηδία είναι η χώρα που δυσκολεύεται περισσότερο να ενσωματώσει τον μεγάλο αριθμό προσφύγων στον πληθυσμό της.
Φτάνοντας στο σκανδιναβικό μοντέλο
Αν και το σκανδιναβικό μοντέλο εξακολουθεί να είναι ένα έργο σε εξέλιξη, όλο και περισσότερες χώρες είναι απαραίτητο να στραφούν προς αυτό. Οι τρεις δυνάμεις που ανάγκασαν τις σκανδιναβικές χώρες να αναδιοργανωθούν -περιορισμένοι πόροι, ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση και την αυξανόμενη ποικιλομορφία- επιταχύνονται. Οι σκανδιναβικές χώρες θα πρέπει να συνεχίσουν να αναβαθμίζουν το μοντέλο τους, αλλά θα πρέπει επίσης να αγωνίζονται ώστε να διατηρήσουν όλα όσα τις κάνουν ξεχωριστές. Οι Λαντ Πρίτσετ και Μάικλ Γούλκοκ, της Παγκόσμιας Τράπεζας, επινόησαν τον όρο «Φτάνοντας στην Δανία» («Getting to Denmark») για να περιγράψουν τον επιτυχή εκσυγχρονισμό. Το βασικό μάθημα που μπορούν να μας διδάξουν οι Σκανδιναβοί δεν είναι ιδεολογικό αλλά πρακτικό. Οι Βόρειες Χώρες είναι δημοφιλείς όχι επειδή είναι εύπορες αλλά επειδή το σύστημά τους λειτουργεί. Ο Σουηδός πληρώνει τους φόρους του με πολύ μεγαλύτερη προθυμία από τον Καλιφορνέζο καθώς βλέπει ότι αυτοί μεταφράζονται σε αξιοπρεπή σχολεία και δωρεάν σύστημα υγείας. Οι Σκανδιναβικές χώρες έχουν προωθήσει εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις και οι συνέπειες είναι εμφανείς. Οι ενέσεις στους μηχανισμούς της αγοράς μπορούν να αποτρέψουν τα μελλοντικά προβλήματα. Η επιτυχία τους βασίζεται στο γεγονός ότι βασίζονται στη μακρά παράδοση της χρηστής διακυβέρνησης, η οποία δίνει έμφαση όχι μόνο στην ειλικρίνεια και τη διαφάνεια αλλά επίσης και στη συναίνεση και τον συμβιβασμό. Ταυτόχρονα όμως πρέπει να είναι κανείς πρόθυμος να ξεριζώσει τη διαφθορά και τα κατεστημένα συμφέροντα. Και πρέπει να είναι έτοιμος να εγκαταλείψει φθαρμένες απόψεις τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά αλλά και να συλλέξει τις καλύτερες ιδέες στο πολιτικό στερέωμα. Τα επόμενα χρόνια ο κόσμος θα σπουδάζει το σκανδιναβικό μοντέλο. Ωστόσο φαίνεται πως το δύσκολο δεν είναι να «φτάσει» κανείς «στη Δανία», αλλά να παραμείνει εκεί.