Ζούμε πια κοντά σε ανθρώπους που έχουν έρθει από ξένες χώρες για να γλιτώσουν από τον πόλεμο
και τα δεινά του και έργα σαν το Ruined μας βοηθούν να κατανοήσουμε πόσο δύσκολη είναι η κατάστασή τους.
και τα δεινά του και έργα σαν το Ruined μας βοηθούν να κατανοήσουμε πόσο δύσκολη είναι η κατάστασή τους.
Το βραβευμένο με Πούλιτζερ θεατρικό έργο της Λυν Νότατζ Ruined παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών σε σκηνοθεσία Γιούλας Μπούνταλη και Ντένις Ρηντ. Σ' ένα μπαρ στη βασανισμένη από εμφύλιο πόλεμο Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό δέκα γυναίκες που είχαν υποστεί ομαδικό βιασμό και βασανιστήρια από στρατιώτες των αντιμαχόμενών φατριών προσφέρουν συντροφιά, χορό, τραγούδι και άλλες υπηρεσίες στους πελάτες (κυρίως στρατιώτες του κυβερνητικού στρατού, αντάρτες και μεταλλωρύχους). Τόσο η Μάμα Ναντί, η ιδιοκτήτρια, όσο και οι γυναίκες που είναι στη δούλεψή της, είναι ruined, «χαλασμένες», γι' αυτό και είναι ανεπιθύμητες στην οικογένεια και στον τόπο καταγωγής τους. «Χαλασμένη» είναι κι η χώρα. Οι εμφύλιες συγκρούσεις έχουν στόχο τον έλεγχο του (παράνομου) εμπορίου του κολτανίου, ( η εξόρυξη του κολτανίου μοιάζει μ' αυτή του χρυσού).ενός ανθεκτικού στη θερμότητα ορυκτού μεταλλεύματος που χρησιμοποιείται στα κινητά τηλέφωνα, τους φορητούς υπολογιστές και σε άλλα ηλεκτρονικά είδη. Το κολτάνιο καταλήγει από τα ορυχεία σε ειδικά ανταλλακτήρια, απ' όπου το αγοράζουν ξένοι έμποροι για να το διαθέσουν σε τρεις εταιρείες: την αμερικανική Cabot, τη γερμανική HC Starc και την κινέζικη Nigncxia, που έχουν την τεχνογνωσία να μετατρέπουν το κολτάνιο στην απαραίτητη για τις ηλεκτρονικές συσκευές σκόνη τανταλίου. Η σκόνη αυτή στη συνέχεια πωλείται στη Nokia, τη Motorola, στην Compaq, στη Sony κ.α.
Στο Κονγκό ο βιασμός των γυναικών χρησιμοποιείται ως «όπλο» εκφοβισμού και ο βιασμός του περιβάλλοντος, από την αναζήτηση του πολύτιμου μετάλλου, έχει οδηγήσει στην ερήμωση του τόπου. Γι' αυτήν τη βαρβαρότητα, για την οποία η πολιτισμένη Δύση κλείνει τα μάτια θέλησε να μιλήσει η Λυν Νότατζ στο Ruined που πρωτοπαρουσιάστηκε το 2007 στο Σικάγο και βραβεύτηκε το 2009 με το βραβείο Πούλιτζερ για θεατρικό έργο. Αφροαμερικανίδα, η ίδια έχει κάθε λόγο να ενδιαφέρεται για τις γυναίκες της Αφρικής ή γι' αυτούς που ζουν σε δυτικά κράτη, αλλά έχουν αφρικανικές ρίζες και υφίστανται ακόμη και σήμερα φυλετικές διακρίσεις. Μέσα από το χιούμορ, συνδυάζοντας τη φόρμα του θεάτρου - ντοκουμέντο με συνοδεία ζωντανής μουσικής, αλλά και πρωτότυπων βιντεοπροβολών, η παράσταση μιλά για όλους αυτούς, που - είτε για λίγο, είτε για πολύ - ενσωματώνονται στην κοινωνία μας, χωρίς οι υπόλοιποι να γνωρίζουμε τα οδυνηρά τους βιώματα. Το έργο, γράφτηκε μετά την επίσκεψη της συγγραφέα στην Ουγκάντα,όπου είχε την ευκαιρία να μιλήσει με γυναίκες από το Κογκό, που είχαν καταφύγει εκεί. Η συγγραφέας δηλώνει ότι θα προτιμούσε να μην προσδιορίζονται και να μην αξιολογούνται τα έργα της με κριτήρια φυλής και φύλου.«Μέχρι σήμερα, οι ιστορίες μας δεν έχουν ακουστεί. Η φυλετική ταυτότητα παραμένει πάντα ταμπού στο αμερικανικό θέατρο. Υπάρχει απροθυμία να αντιμετωπιστεί με απροκάλυπτο και ειλικρινή τρόπο το ζήτημα των φυλετικών διακρίσεων στη σκηνή» δήλωσε τον περασμένο Φεβρουάριο σε μια συνέντευξή της στην «Guardian», τονίζοντας ότι «ο ρυθμός των αλλαγών που έφερε η πρόοδος που έχει σημειωθεί παραμένει πολύ αργός για πολλούς από μας».
Αμερικανικής, αφρικανικής και ελληνικής καταγωγής, οι ηθοποιοί της παράστασης αφηγούνται τις ιστορίες ανθρώπων που αγωνίζονται να ζήσουν σε συνθήκες απίστευτης αγριότητας. Ο θίασος αποτελείται από πέντε Αφροαμερικανούς, μία κοπέλα από την Ουγκάντα και τρεις Έλληνες (τη Γιούλα Μπούνταλη, τον Ερρίκο Μηλιάρη και τον Μιχάλη Γεωργίου). Ο Σαμουήλ Ακίνολα, Έλληνας με αφρικανικές ρίζες, παίζει ζωντανά επί σκηνής κρουστά και έξι παιδιά από δραματικές σχολές κάνουν ένα χορευτικό στο διάλειμμα.
Επειδή το τελικό οκ για την παράσταση δόθηκε από το Φεστιβάλ Αθηνών τον Μάιο, δεν υπήρχε χρόνος για να δουλευτεί στα ελληνικά, από τη στιγμή που οι περισσότεροι ηθοποιοί του θιάσου είναι από τις ΗΠΑ. Έτσι, η παράσταση έγινε στα αγγλικά, με ελληνικούς υπέρτιτλοιυς. Η σκηνοθεσία από το Dennis Hilton-Reid και τη Γιούλα Μπούνταλη αξιοποίησε τις κινηματογραφικές φόρμες και κανόνες σαν ένα φιλμ που διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια των θεατών, που βρέθηκαν σχεδόν μέσα στη σκηνή, σε μία προσπάθεια άμεσης αλληλεπίδρασης με το κοινό. Η μουσική του The Boy ενισχύει την κινηματογραφική γραφή του έργου, ατμοσφαιρική και υπαινικτική, χωρίς να εμποδίζει την ροή και τη σκέψη. Πολύ ταιριαστή η σκηνογραφία από την Αλίκη Κούβακα . Ο σχεδιασμός των φωτισμών από τη Χριστίνα Θανάσουλα ,εξαιρετικός, «χρωματίζει» καίρια τους χαρακτήρες του έργου. Όλος ο θίασος ήταν δεμένος και εναρμονισμένος στα μηνύματα και την αλήθεια του έργου. Στις ερμηνείες ξεχωρίζει η Γιούλα Μπούνταλη στο κεντρικό ρόλο και η ηθοποιός που υποδύεται την Σαλίμα. Οι βίντεο-προβολές του Σύλλα Τζουμέρκα είναι καίριες και περνάνε το μήνυμα του αποπροσανατολισμού των ΜΜΕ από τις αγριότητες και τον εξευτελισμό των ανθρώπων.
"Τι θα έκανες εσύ, αν ήσουν μία απ' αυτές τις γυναίκες; ένα ερώτημα που σκέφτεται κάθε γυναίκα, όταν ακούει την Σαλίμα να διηγείται πως μια μέρα σαν όλες τις άλλες, όταν μάζευε γλυκές ντομάτες από το περιβολάκι της, με την κόρη της ακουμπισμένη στη ρίζα ενός δέντρου παραπέρα, στρατιώτες αποφάσισαν να αλλάξουν τη ζωή της. Να την μεταχειριστούν σαν ανθρώπινο κουρέλι, που θα εξυπηρετούσε τις σωματικές τους ανάγκες. Και ίσως αυτός ο βιασμός να μπορούσε να ξεπεραστεί αν δεν ακολουθούσε η άδικη και σκληρή ντροπή που νοιώθουν αυτές οι γυναίκες, όταν έχουν να αντιμετωπίσουν τον εξευτελισμό και την διαπόμπευση από τους δικούς τους και το χωριό τους.Αντί να βρουν ζεστασιά και συμπαράσταση, μετατρέπονται ακούσια σε κατηγορούμενες, γι αυτό που τους συνέβη. Η πληγή μεγαλώνει και αιμορραγεί, ο δρόμος φαίνεται αδιέξοδος, η επιλογή είναι οδυνηρή: ένα μπαρ στη μέση του πουθενά, η πορνεία προτιμότερη από την ντροπή.Ένα στρώμα, λίγη τροφή αρκεί για να ανέχονται όλους αυτούς τους άντρες. Καλύτερα μέσα παρά έξω στη ζούγκλα του πολέμου, όπου η ανθρώπινη ζωή δεν αξίζει και ο τωρινός φίλος γίνεται μέσα σε μία στιγμή θανάσιμος εχθρός.
Τα συγκλονιστικά μηνύματα, περνούν ατόφια και ορμητικά στη πλατεία μαστιγώνοντας μας με την ωμότητα και την αλήθεια τους.Είναι άραγε το κόστος της αγάπης μεγαλύτερο από την αξία της; Πόσο μετράει η ανθρώπινη ζωή; Η αμορφωσιά και η άγνοια μπορούν να μετατρέψουν τους ανθρώπους σε άβουλα και επικίνδυνα όντα; Πόσο πόνο και φρίκη μπορούν να αντέξουν οι άνθρωποι; Αντέχουμε να ακούσουμε την αλήθεια, όχι σαν ψίθυρο, αλλά σαν κραυγή, που θα μας τρυπήσει τα τύμπανα και θα μας μαλακώσει τις καρδιές; Θέλουμε να κάνουμε κάτι ελάχιστο,ανθρώπινο, μα τόσο πολύτιμο;
Ταυτότητα παράστασης
Σκηνοθεσία: Dennis Hilton - Reid, Γιούλα Μπούνταλη,
μετάφραση στα ελληνικά: Γιούλα Μπούνταλη - Γιάννης Βογιατζής,
σχεδιασμών φωτισμών: Χριστίνα Θανάσουλα,
σκηνογραφία: Αλίκη Κούβακα,
κοστούμια: Μάρλι Αλειφέρη,
κίνηση: Ευγενία Δελιαλή,
μουσική: The Boy,
video: Σύλλας Τζουμέρκας, μακιγιάζ: Εύη Ζαφειροπούλου.
Παίζουν: Caitlin Tyson, Darius Journigan, Kevis Hillocks, Khiry Walker,
Kemiyondo Coutinho, Niara Sena, Ερρίκος Μηλιάρης, Μιχάλης Γεωργίου, Γιούλα Μπούνταλη.
Στο Κονγκό ο βιασμός των γυναικών χρησιμοποιείται ως «όπλο» εκφοβισμού και ο βιασμός του περιβάλλοντος, από την αναζήτηση του πολύτιμου μετάλλου, έχει οδηγήσει στην ερήμωση του τόπου. Γι' αυτήν τη βαρβαρότητα, για την οποία η πολιτισμένη Δύση κλείνει τα μάτια θέλησε να μιλήσει η Λυν Νότατζ στο Ruined που πρωτοπαρουσιάστηκε το 2007 στο Σικάγο και βραβεύτηκε το 2009 με το βραβείο Πούλιτζερ για θεατρικό έργο. Αφροαμερικανίδα, η ίδια έχει κάθε λόγο να ενδιαφέρεται για τις γυναίκες της Αφρικής ή γι' αυτούς που ζουν σε δυτικά κράτη, αλλά έχουν αφρικανικές ρίζες και υφίστανται ακόμη και σήμερα φυλετικές διακρίσεις. Μέσα από το χιούμορ, συνδυάζοντας τη φόρμα του θεάτρου - ντοκουμέντο με συνοδεία ζωντανής μουσικής, αλλά και πρωτότυπων βιντεοπροβολών, η παράσταση μιλά για όλους αυτούς, που - είτε για λίγο, είτε για πολύ - ενσωματώνονται στην κοινωνία μας, χωρίς οι υπόλοιποι να γνωρίζουμε τα οδυνηρά τους βιώματα. Το έργο, γράφτηκε μετά την επίσκεψη της συγγραφέα στην Ουγκάντα,όπου είχε την ευκαιρία να μιλήσει με γυναίκες από το Κογκό, που είχαν καταφύγει εκεί. Η συγγραφέας δηλώνει ότι θα προτιμούσε να μην προσδιορίζονται και να μην αξιολογούνται τα έργα της με κριτήρια φυλής και φύλου.«Μέχρι σήμερα, οι ιστορίες μας δεν έχουν ακουστεί. Η φυλετική ταυτότητα παραμένει πάντα ταμπού στο αμερικανικό θέατρο. Υπάρχει απροθυμία να αντιμετωπιστεί με απροκάλυπτο και ειλικρινή τρόπο το ζήτημα των φυλετικών διακρίσεων στη σκηνή» δήλωσε τον περασμένο Φεβρουάριο σε μια συνέντευξή της στην «Guardian», τονίζοντας ότι «ο ρυθμός των αλλαγών που έφερε η πρόοδος που έχει σημειωθεί παραμένει πολύ αργός για πολλούς από μας».
Αμερικανικής, αφρικανικής και ελληνικής καταγωγής, οι ηθοποιοί της παράστασης αφηγούνται τις ιστορίες ανθρώπων που αγωνίζονται να ζήσουν σε συνθήκες απίστευτης αγριότητας. Ο θίασος αποτελείται από πέντε Αφροαμερικανούς, μία κοπέλα από την Ουγκάντα και τρεις Έλληνες (τη Γιούλα Μπούνταλη, τον Ερρίκο Μηλιάρη και τον Μιχάλη Γεωργίου). Ο Σαμουήλ Ακίνολα, Έλληνας με αφρικανικές ρίζες, παίζει ζωντανά επί σκηνής κρουστά και έξι παιδιά από δραματικές σχολές κάνουν ένα χορευτικό στο διάλειμμα.
Επειδή το τελικό οκ για την παράσταση δόθηκε από το Φεστιβάλ Αθηνών τον Μάιο, δεν υπήρχε χρόνος για να δουλευτεί στα ελληνικά, από τη στιγμή που οι περισσότεροι ηθοποιοί του θιάσου είναι από τις ΗΠΑ. Έτσι, η παράσταση έγινε στα αγγλικά, με ελληνικούς υπέρτιτλοιυς. Η σκηνοθεσία από το Dennis Hilton-Reid και τη Γιούλα Μπούνταλη αξιοποίησε τις κινηματογραφικές φόρμες και κανόνες σαν ένα φιλμ που διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια των θεατών, που βρέθηκαν σχεδόν μέσα στη σκηνή, σε μία προσπάθεια άμεσης αλληλεπίδρασης με το κοινό. Η μουσική του The Boy ενισχύει την κινηματογραφική γραφή του έργου, ατμοσφαιρική και υπαινικτική, χωρίς να εμποδίζει την ροή και τη σκέψη. Πολύ ταιριαστή η σκηνογραφία από την Αλίκη Κούβακα . Ο σχεδιασμός των φωτισμών από τη Χριστίνα Θανάσουλα ,εξαιρετικός, «χρωματίζει» καίρια τους χαρακτήρες του έργου. Όλος ο θίασος ήταν δεμένος και εναρμονισμένος στα μηνύματα και την αλήθεια του έργου. Στις ερμηνείες ξεχωρίζει η Γιούλα Μπούνταλη στο κεντρικό ρόλο και η ηθοποιός που υποδύεται την Σαλίμα. Οι βίντεο-προβολές του Σύλλα Τζουμέρκα είναι καίριες και περνάνε το μήνυμα του αποπροσανατολισμού των ΜΜΕ από τις αγριότητες και τον εξευτελισμό των ανθρώπων.
"Τι θα έκανες εσύ, αν ήσουν μία απ' αυτές τις γυναίκες; ένα ερώτημα που σκέφτεται κάθε γυναίκα, όταν ακούει την Σαλίμα να διηγείται πως μια μέρα σαν όλες τις άλλες, όταν μάζευε γλυκές ντομάτες από το περιβολάκι της, με την κόρη της ακουμπισμένη στη ρίζα ενός δέντρου παραπέρα, στρατιώτες αποφάσισαν να αλλάξουν τη ζωή της. Να την μεταχειριστούν σαν ανθρώπινο κουρέλι, που θα εξυπηρετούσε τις σωματικές τους ανάγκες. Και ίσως αυτός ο βιασμός να μπορούσε να ξεπεραστεί αν δεν ακολουθούσε η άδικη και σκληρή ντροπή που νοιώθουν αυτές οι γυναίκες, όταν έχουν να αντιμετωπίσουν τον εξευτελισμό και την διαπόμπευση από τους δικούς τους και το χωριό τους.Αντί να βρουν ζεστασιά και συμπαράσταση, μετατρέπονται ακούσια σε κατηγορούμενες, γι αυτό που τους συνέβη. Η πληγή μεγαλώνει και αιμορραγεί, ο δρόμος φαίνεται αδιέξοδος, η επιλογή είναι οδυνηρή: ένα μπαρ στη μέση του πουθενά, η πορνεία προτιμότερη από την ντροπή.Ένα στρώμα, λίγη τροφή αρκεί για να ανέχονται όλους αυτούς τους άντρες. Καλύτερα μέσα παρά έξω στη ζούγκλα του πολέμου, όπου η ανθρώπινη ζωή δεν αξίζει και ο τωρινός φίλος γίνεται μέσα σε μία στιγμή θανάσιμος εχθρός.
Τα συγκλονιστικά μηνύματα, περνούν ατόφια και ορμητικά στη πλατεία μαστιγώνοντας μας με την ωμότητα και την αλήθεια τους.Είναι άραγε το κόστος της αγάπης μεγαλύτερο από την αξία της; Πόσο μετράει η ανθρώπινη ζωή; Η αμορφωσιά και η άγνοια μπορούν να μετατρέψουν τους ανθρώπους σε άβουλα και επικίνδυνα όντα; Πόσο πόνο και φρίκη μπορούν να αντέξουν οι άνθρωποι; Αντέχουμε να ακούσουμε την αλήθεια, όχι σαν ψίθυρο, αλλά σαν κραυγή, που θα μας τρυπήσει τα τύμπανα και θα μας μαλακώσει τις καρδιές; Θέλουμε να κάνουμε κάτι ελάχιστο,ανθρώπινο, μα τόσο πολύτιμο;
Ταυτότητα παράστασης
Σκηνοθεσία: Dennis Hilton - Reid, Γιούλα Μπούνταλη,
μετάφραση στα ελληνικά: Γιούλα Μπούνταλη - Γιάννης Βογιατζής,
σχεδιασμών φωτισμών: Χριστίνα Θανάσουλα,
σκηνογραφία: Αλίκη Κούβακα,
κοστούμια: Μάρλι Αλειφέρη,
κίνηση: Ευγενία Δελιαλή,
μουσική: The Boy,
video: Σύλλας Τζουμέρκας, μακιγιάζ: Εύη Ζαφειροπούλου.
Παίζουν: Caitlin Tyson, Darius Journigan, Kevis Hillocks, Khiry Walker,
Kemiyondo Coutinho, Niara Sena, Ερρίκος Μηλιάρης, Μιχάλης Γεωργίου, Γιούλα Μπούνταλη.