Τόρβαλντ: "Παραμελείς το ιερότερο χρέος σου, το χρέος απέναντι στον άντρα σου και τα παιδιά σου.”
Νόρα: “Έχω κι άλλο χρέος, ιερότερο. Το χρέος απέναντι στον εαυτό μου.”
Το Κουκλόσπιτο (Νόρα) του Χένρικ Ίψεν, παρουσιάζεται στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σκευα με την Αμαλία Μουτούση στον εμβληματικό ρόλο της Νόρας.Η αντίδραση που προκάλεσε το “Κουκλόσπιτο” στην πουριτανική κοινωνία της εποχής εκείνης ήταν αφάνταστη. Ο Ίψεν κατηγορήθηκε επειδή αμφισβητούσε το ηθικό και νομικό κύρος της ιερότερης κοινωνικής καθιέρωσης: του γάμου. Ακόμα και στη Γαλλία, η αντίδραση δεν ήταν μικρότερη. Ο Μπερναρντίνι αναφέρει πως μια ηθοποιός θέλησε να παίξει το ρόλο της Νόρας μονάχα με τον όρο ν' αλλάξει ο συγγραφέας την τελευταία σκηνή του έργου του! Η πράξη της Νόρας να εγκαταλείψει άντρα και παιδιά χωρίς λόγο (!) ήταν τόσο ακατονόμαστη, που η αγαθή ηθοποιός φοβήθηκε πως η δυσαρέσκεια του κοινού για την ηρωίδα θα ειχε αντίκτυπο στην καλλιτεχνική της αξία και καταβολή. Ένα κοινό σαν το γαλλικό που έβλεπε συχνά πάνω στο θέατρο γυναίκες και μητέρες να εγκαταλείπουν τον άντρα τους και τα παιδιά τους για το χατίρι του εραστή τους, δεν μπορούσε την εποχή εκείνη να δικαιολογήσει την Νόρα που έκανε ό,τι έκανε από μια ανώτερη συναίσθηση της ηθικής ευθύνης και της αποστολής της σαν γυναίκας και μητέρας. Κι όμως η πολεμική που έγινε στο συγγραφέα και ο ανελέητος κατατρεγμός της ηρωίδας του είχαν ένα αγαθότατο αποτέλεσμα. Από τη μια έδωσε λαβή σε μια προσεκτικότερη και γονιμότερη συζήτηση για το γάμο και τη θέση γενικά της γυναίκας μέσα στην κοινωνία, συζήτηση που έθεσε τελικά τη Νορβηγία και τις Σκανδιναβικές χώρες επί κεφαλής της αναμορφωτικής πρωτοπορίας της Ευρώπης κι από την άλλη συνετέλεσε στην καταπληκτική διάδοση του έργου αυτού, που γνώρισε μεγάλη επιτυχία και επέβαλε οριστικά τον Ίψεν στη συνείδηση του καιρού του σαν Ευρωπαίο πια κι όχι σαν Νορβηγό ποιητή.
Για δέκα χρόνια η Νόρα ζούσε ευτυχισμένη, αφού αυτό που ζούσε συνέπιπτε με αυτό που θεωρούσε ότι είναι καλό να ζει. Αγαπούσε τον άνδρα της και η ζωή τους, μαζί με τα τρία αγόρια που απέκτησαν, ήταν καλή, παρότι τα χρήματα δεν τους περίσσευαν. Μια περιπέτεια με την υγεία του Τόρβαλντ της έδωσε την ευκαιρία να πάρει μια πρωτοβουλία (κρυφά από τους δύο ανθρώπους που καθόρισαν την ύπαρξή της, τον πατέρα και τον σύζυγό της) γεγονός που τη γέμισε αυτοπεποίθηση. Όχι μόνο μπόρεσε να δανειστεί τα αναγκαία χρήματα για τη διαμονή τους στην Ιταλία για έναν χρόνο αλλά και να πληρώνει τις δόσεις με προσωπική εργασία (αντιγράφοντας, π.χ., ιατρικά έγγραφα και κάνοντας μεγάλη οικονομία στα έξοδα του σπιτιού), χωρίς να πάρει είδηση ο άνδρας της, που απεχθανόταν τα χρέη. Μικρό το κακό που του έλεγε ψέματα (ότι ο πατέρας της είχε δώσει τα αναγκαία χρήματα), αφού ό,τι έκανε εξιδανικευόταν στο όνομα της αγάπης για τον άνδρα της. Κι εκείνος θα έδινε τη ζωή του για χάρη της – έτσι πίστευε η Νόρα, για να διαψευστεί απόλυτα μέσα σε λίγες ώρες. Να τι σημαίνει σπουδαίο έργο: γραμμένο το 1879, η Νόρα ή το Κουκλόσπιτο του Χένρικ Ίμπσεν όχι μόνο μιλάει αυθεντικά για την εποχή του αλλά εξίσου καίρια και για τη δική μας εποχή. Γιατί, αν, εκ πρώτης όψεως, αφορά το δράμα των γυναικών χωρίς δικαιώματα, απολύτως εξαρτημένων από την πατρική και συζυγική εξουσία, την ίδια στιγμή μιλάει για την υποταγή, το αντίθετο της ελευθερίας, ως ελεύθερη επιλογή! Και για το πώς ο άνθρωπος, καθώς υποτάσσεται στους νόμους, χάνει την ικανότητά του να διακρίνει αν η υποκειμενική βούλησή του προκύπτει ελεύθερα ή υπακούει σε έξωθεν καθορισμένες αναγκαιότητες. Κυρίως, όμως θίγει το πρόβλημα του ζευγαριού, αν μπορεί, και με ποιο τρόπο να υπάρξει συμβίωση με περιεχόμενο ανθρώπινο και υψηλό. Κάτω από τη φυσική κλίση της για τον άντρα της η Νόρα, δίχως να το έχει συλλογιστεί ποτέ, πίστευε τον γάμο μια κοινωνία ψυχών. Κάτω από τους παιδιάστικους τρόπους της, μέσα στην αρχική της μακαριότητα, η κούκλα αυτή έκρυβε μια περίεργη προσδοκία. Ανήκε στα ρομαντικά εκείνα πλάσματα που όχι μόνον θέλουν τον κόσμο ωραίο, αλλά και που δεν μπορούν να τον ανεχθούν διαφορετικά. Παρά να προσαρμοστούν, να συνθηκολογήσουν, να λερωθούν, προτιμούν ν΄ αυτοκτονήσουν, πραγματικά ή συμβολικά, δηλαδή να καταστρέψουν τη ζωή τους. Η στενοκέφαλη κοινωνία του τέλους του 19ου αιώνα δεν κατάλαβε πως το "ξεπόρτισμα" της Νόρας, στο τέλος του έργου, δεν είναι λιποταξία ή ελαφρομυαλιά, μήτε ανήθικη ανταρσία. Είναι αιματηρή συνέπεια σ' ένα ιδανικό ζωτικής σημασίας.. Πιο οντολογικά έχει ως κέντρο τον άνθρωπο, που μπορεί να ξεφύγει από τον τρόπο που τον έχουν μάθει να σκέφτεται και να ζει. Αυτό το πέταγμα, είναι το σημαντικό. H στιγμή που διαβαίνει ένα όριο και περνάει απέναντι. Ένα είδος μετατόπισης της σκέψης που αναγκάζει κάποιον να πάει κάπου αλλού. Και εκεί είναι ακριβώς η ιδιοφυία του Ιψεν, γιατί αυτό το αλλού ποτέ δεν ξέρεις ποιο θάναι. Είναι ανοιχτό. Στο σκοτάδι ή στο φως, πέρα πάντως από αυτό που ξέρεις. Το πέρασμα αυτό θα μπορούσε νάναι το πέρασμα στην ενηλικίωση. Γιατί όταν κλείσει την πόρτα πίσω της, η Νόρα θα είναι πια μόνη της και καταλαβαίνει ότι έτσι μόνη πρέπει να αντιμετωπίσει τον κόσμο. Σαν να ξαναγεννιέται. Κι αυτό ακριβώς κάνει το έργο διαχρονικό. Το ότι το περίβλημα μπορεί να σπάσει από τη μεγάλη πίεση, οδηγώντας όχι στην καταστροφή, αλλά στην αναγέννηση.
Το Κουκλόσπιτο είναι ένα έργο ντοκουμέντο της παγκόσμιας δραματουργίας, καθώς η «Νόρα» ήταν πρόσωπο υπαρκτό που ανήκε στον στενό κύκλο γνωριμιών του συγγραφέα. Βασίστηκε στη ζωή της Λάουρα Κίλερ, Δανής φίλης του Ίψεν και κατοπινής συγγραφέως, που όντως πλαστογράφησε υπογραφή για να σώσει τον σύζυγό της Βίκτορ, πράγμα που εκείνος όχι μόνον δεν αναγνώρισε, αλλά επιπλέον την έκλεισε και σε ψυχιατρική κλινική. Έτσι το έργο, προσφέρεται ως μια ρεαλιστική περιγραφή της κοινωνίας του 19ου αιώνα. Εκατόν σαράντα χρόνια σχεδόν μετά την πρώτη του παρουσίαση στη σκηνή (το 1879 στην Κοπεγχάγη), μπορεί να μην προκαλεί το σκάνδαλο που σημειώθηκε τότε, διατηρεί όμως αναλλοίωτη τη δύναμή του, κυρίως χάρη στην πρωταγωνίστριά του, μια γυναίκα που εξεγείρεται ενάντια στην ανδροκρατούμενη κοινωνία, εγκαταλείποντας σύζυγο και παιδιά προκειμένου να ανακαλύψει τον εαυτό της. Όπως έγραφε ένας κριτικός, "αυτή η πόρτα" που κλείνει πίσω της η Νόρα φεύγοντας "αντήχησε στα πέρατα του κόσμου".
Ο Ίμπσεν, ευαίσθητος και ανοιχτός στους βαθείς προβληματισμούς των φωτισμένων της εποχής του, είναι πολύ πιθανό να είχε διαβάσει το επαναστατικό για την εποχή του δοκίμιο The subjection of women (Για την υποτέλεια των γυναικών, μτφρ. Φώτης Τερζάκης, εκδ. Νόηση, 2013), που ο σπουδαίος φιλελεύθερος στοχαστής, και πολιτικός, Τζον Στιούαρτ Μιλ εξέδωσε το 1869. «Όλες οι γυναίκες ανατρέφονται από την πιο τρυφερή τους ηλικία με την πεποίθηση ότι το ιδεώδες του χαρακτήρα τους είναι ακριβώς αντίθετο από εκείνο των ανδρών· όχι αυτόνομη βούληση και άσκηση αυτοελέγχου, αλλά υποταγή και παράδοση στον έλεγχο των άλλων. Όλοι οι ηθικοί κανόνες τούς λένε πως είναι καθήκον των γυναικών, και όλη η τρέχουσα αισθηματολογία ότι είναι στη φύση τους, να ζουν για τους άλλους [...]» γράφει. Επιπλέον, ο τρόπος που οι γυναίκες αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους έχει διαμορφωθεί από τους άνδρες και η πραγματική φύση τους αγνοείται, ακριβώς επειδή ορισμένες πτυχές της είναι καταπιεσμένες και άλλες αφύσικα τονισμένες. Μέσα στους αιώνες οι άνδρες πέτυχαν, δε, το εξής «σατανικό»: να παρουσιάζουν τον μειλίχιο χαρακτήρα των γυναικών, την υποτακτικότητά τους, την παράδοση κάθε προσωπικής βούλησής τους στη διάθεση των ανδρών, ως ουσιώδες και αναπόσπαστο κομμάτι της σεξουαλικής γοητείας τους. H Nόρα στην αποκαλυπτική Γ' Πράξη δεν θα καταλάβει μόνο το ψέμα στο οποίο στήριξε τη ζωή της αλλά και το ψέμα του ανθρώπου που πίστευε οδηγό και στήριγμά της. Και τότε θα αποφασίσει την πιο τολμηρή πράξη στην ιστορία του θεάτρου, θα αποποιηθεί το κοινωνικό φύλο της για να βρει τον αληθινό εαυτό της. Σοφά ο Ίμπσεν αφήνει το τέλος ανοιχτό: δεν έχει σημασία αν θα τα καταφέρει η Νόρα. Κλείνοντας την πόρτα πίσω της, η κούκλα εξελίσσεται σε μια αληθινή γυναίκα.
Ο Γιώργος Σκεύας μετέφρασε και υπέγραψε τη δραματουργική επεξεργασία και τη μετάφραση σε μία γλώσσα ποιητικού μεν πλούτου, σύγχρονη δε και άμεση στην εκφορά της. Σεβάστηκε το σπουδαίο κείμενο, το άφησε να μιλήσει, με πραγματικά όμορφο και συνάμα λειτουργικό τρόπο. Δεν υπάρχει στιγμή, λέξη ή ματιά που περισσεύει. Οι σιωπές μαγικές ρέουν τις κατάλληλες στιγμές, εντείνοντας την αγωνία, ενώ ζωγραφίζουν τις ψυχικές διακυμάνσεις τόσο επιτακτικά και ζωντανά, σε σημείο να ενώνονται οι ανάσες με τα βλέμματα και η δύναμη του καλού θεάτρου να πλημμυρίζει τις αισθήσεις μας. Η παράσταση κλασσικότροπη, βασίστηκε στην ενδελεχή εργασία πάνω στο ψυχισμό των χαρακτήρων, μέσα από επίμονη ανάγνωση και στις εξαιρετικές ερμηνείες των ηθοποιών. Η ώριμη, μεστή παρουσία της Αμαλίας Μουτούση σκιαγραφεί την ολοκληρωμένη και απόλυτα αφοσιωμένη πορεία της ηθοποιού, μέσα από τα μάτια της ηρωίδας της, που διαγράφει μία οδυνηρή και λυτρωτική πορεία αφύπνισης και συνειδητότητας προς τον νέο της εαυτό. Βυθισμένη στο ρόλο της από την αρχή μέχρι το τέλος είναι η Νόρα που θα ήθελε ο Ίψεν, σε μια καθηλωτική ερμηνεία, που θα θυμόμαστε για καιρό. Υπέροχος δίπλα της - σε μία αξιοθαύμαστη σκηνική μεταξύ τους χημεία - ο Άρης Λεμπεσόπουλος, προχωράει με άψογο βηματισμό από την χειριστική, «πατρική» πλευρά του Τόρβαλντ στην άκαμπτη στάση που του υπαγορεύει η στείρα, υποκριτική ηθική, μέχρι την ανημπόρια του αρσενικού που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς την θηλυκή παρουσία. Η αλληλουχία των διαρκών ψυχικών του μεταπτώσεων, επιτυγχάνεται με εξαιρετικά κοντρολαρισμένα ερμηνευτικά μέσα και σωστή δόση στυλιζαρίσματος, με αποκορύφωμα την εξαίσιας απόδοσης παραληρηματική του έκρηξη, όταν αντιλαμβάνεται ότι απειλείται η υπόληψη του, που βασίζεται στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Η Μαρία Ζορμπά μας εντυπωσιάζει στο ρόλο της Κριστίνα, που έρχεται σαν από μηχανής θεός για να βοηθήσει την Νόρα να πετάξει προς την ενηλικίωση της. Συγκρατημένη, στέρεη και συγκινητική ερμηνεία από την καλή ηθοποιό. Σωστός και καλά μελετημένος ο ρόλος του Νικόλα Παπαγιάννη σαν γιατρός Ρανκ. Υποτονική, σε χαμηλούς τόνους, η ερμηνεία του Γιώργου Συμεωνίδη, δεν καταφέρνει να μας μεταδώσει την απελπισία τον κυνισμό και το πνιγηρό αδιέξοδο του Κρόγκσταντ. Το αφαιρετικό σκηνικό, χωρίς περιττά στοιχεία, λειτουργεί συνεπικουρώντας στην εξέλιξη του δράματος. Η μουσική ακολουθεί τον ίδιο στόχο. Υπέροχα τα κοστούμια, σε κλασσικές φόρμες, θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν οιαδήποτε εποχή, όπως ακριβώς προστάζει η διαχρονικότητα και η σύγχρονη ματιά του κειμένου.
Μετάφραση - Δραμ. επεξεργασία - Σκηνοθεσία: Γιώργος Σκεύας
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Μουσική – Σύνθεση ήχων: Σήμη Τσιλαλή
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
ηθοποιοί:: Αμαλία Μουτούση - Νόρα
Άρης Λεμπεσόπουλος - Τόρβαλντ Χέλμερ
Μαρία Ζορμπά - Κριστίνα Λίντε
Γιώργος Συμεωνίδης - Νιλς Κρόγκσταντ
Νικόλας Παπαγιάννης - Γιατρός Ρανκ
Θέατρο Οδού Κυκλάδων Λευτέρης Βογιατζής
Κυκλάδων 11 & Κεφαλληνίας, Κυψέλη | τηλ. 210 8217877
Τιμές εισιτηρίων 16 ευρώ κανονικό & 12 μειωμένο (Φοιτητικό, Ανέργων ΑμεΑ & Άνω των 65).
Κυρ. 7 μ.μ. Βραδ.: Τετ. 8 μ.μ., Πέμ., Παρ. 8.30 μ.μ., Σάβ. 9 μ.μ.
Για δέκα χρόνια η Νόρα ζούσε ευτυχισμένη, αφού αυτό που ζούσε συνέπιπτε με αυτό που θεωρούσε ότι είναι καλό να ζει. Αγαπούσε τον άνδρα της και η ζωή τους, μαζί με τα τρία αγόρια που απέκτησαν, ήταν καλή, παρότι τα χρήματα δεν τους περίσσευαν. Μια περιπέτεια με την υγεία του Τόρβαλντ της έδωσε την ευκαιρία να πάρει μια πρωτοβουλία (κρυφά από τους δύο ανθρώπους που καθόρισαν την ύπαρξή της, τον πατέρα και τον σύζυγό της) γεγονός που τη γέμισε αυτοπεποίθηση. Όχι μόνο μπόρεσε να δανειστεί τα αναγκαία χρήματα για τη διαμονή τους στην Ιταλία για έναν χρόνο αλλά και να πληρώνει τις δόσεις με προσωπική εργασία (αντιγράφοντας, π.χ., ιατρικά έγγραφα και κάνοντας μεγάλη οικονομία στα έξοδα του σπιτιού), χωρίς να πάρει είδηση ο άνδρας της, που απεχθανόταν τα χρέη. Μικρό το κακό που του έλεγε ψέματα (ότι ο πατέρας της είχε δώσει τα αναγκαία χρήματα), αφού ό,τι έκανε εξιδανικευόταν στο όνομα της αγάπης για τον άνδρα της. Κι εκείνος θα έδινε τη ζωή του για χάρη της – έτσι πίστευε η Νόρα, για να διαψευστεί απόλυτα μέσα σε λίγες ώρες. Να τι σημαίνει σπουδαίο έργο: γραμμένο το 1879, η Νόρα ή το Κουκλόσπιτο του Χένρικ Ίμπσεν όχι μόνο μιλάει αυθεντικά για την εποχή του αλλά εξίσου καίρια και για τη δική μας εποχή. Γιατί, αν, εκ πρώτης όψεως, αφορά το δράμα των γυναικών χωρίς δικαιώματα, απολύτως εξαρτημένων από την πατρική και συζυγική εξουσία, την ίδια στιγμή μιλάει για την υποταγή, το αντίθετο της ελευθερίας, ως ελεύθερη επιλογή! Και για το πώς ο άνθρωπος, καθώς υποτάσσεται στους νόμους, χάνει την ικανότητά του να διακρίνει αν η υποκειμενική βούλησή του προκύπτει ελεύθερα ή υπακούει σε έξωθεν καθορισμένες αναγκαιότητες. Κυρίως, όμως θίγει το πρόβλημα του ζευγαριού, αν μπορεί, και με ποιο τρόπο να υπάρξει συμβίωση με περιεχόμενο ανθρώπινο και υψηλό. Κάτω από τη φυσική κλίση της για τον άντρα της η Νόρα, δίχως να το έχει συλλογιστεί ποτέ, πίστευε τον γάμο μια κοινωνία ψυχών. Κάτω από τους παιδιάστικους τρόπους της, μέσα στην αρχική της μακαριότητα, η κούκλα αυτή έκρυβε μια περίεργη προσδοκία. Ανήκε στα ρομαντικά εκείνα πλάσματα που όχι μόνον θέλουν τον κόσμο ωραίο, αλλά και που δεν μπορούν να τον ανεχθούν διαφορετικά. Παρά να προσαρμοστούν, να συνθηκολογήσουν, να λερωθούν, προτιμούν ν΄ αυτοκτονήσουν, πραγματικά ή συμβολικά, δηλαδή να καταστρέψουν τη ζωή τους. Η στενοκέφαλη κοινωνία του τέλους του 19ου αιώνα δεν κατάλαβε πως το "ξεπόρτισμα" της Νόρας, στο τέλος του έργου, δεν είναι λιποταξία ή ελαφρομυαλιά, μήτε ανήθικη ανταρσία. Είναι αιματηρή συνέπεια σ' ένα ιδανικό ζωτικής σημασίας.. Πιο οντολογικά έχει ως κέντρο τον άνθρωπο, που μπορεί να ξεφύγει από τον τρόπο που τον έχουν μάθει να σκέφτεται και να ζει. Αυτό το πέταγμα, είναι το σημαντικό. H στιγμή που διαβαίνει ένα όριο και περνάει απέναντι. Ένα είδος μετατόπισης της σκέψης που αναγκάζει κάποιον να πάει κάπου αλλού. Και εκεί είναι ακριβώς η ιδιοφυία του Ιψεν, γιατί αυτό το αλλού ποτέ δεν ξέρεις ποιο θάναι. Είναι ανοιχτό. Στο σκοτάδι ή στο φως, πέρα πάντως από αυτό που ξέρεις. Το πέρασμα αυτό θα μπορούσε νάναι το πέρασμα στην ενηλικίωση. Γιατί όταν κλείσει την πόρτα πίσω της, η Νόρα θα είναι πια μόνη της και καταλαβαίνει ότι έτσι μόνη πρέπει να αντιμετωπίσει τον κόσμο. Σαν να ξαναγεννιέται. Κι αυτό ακριβώς κάνει το έργο διαχρονικό. Το ότι το περίβλημα μπορεί να σπάσει από τη μεγάλη πίεση, οδηγώντας όχι στην καταστροφή, αλλά στην αναγέννηση.
Το Κουκλόσπιτο είναι ένα έργο ντοκουμέντο της παγκόσμιας δραματουργίας, καθώς η «Νόρα» ήταν πρόσωπο υπαρκτό που ανήκε στον στενό κύκλο γνωριμιών του συγγραφέα. Βασίστηκε στη ζωή της Λάουρα Κίλερ, Δανής φίλης του Ίψεν και κατοπινής συγγραφέως, που όντως πλαστογράφησε υπογραφή για να σώσει τον σύζυγό της Βίκτορ, πράγμα που εκείνος όχι μόνον δεν αναγνώρισε, αλλά επιπλέον την έκλεισε και σε ψυχιατρική κλινική. Έτσι το έργο, προσφέρεται ως μια ρεαλιστική περιγραφή της κοινωνίας του 19ου αιώνα. Εκατόν σαράντα χρόνια σχεδόν μετά την πρώτη του παρουσίαση στη σκηνή (το 1879 στην Κοπεγχάγη), μπορεί να μην προκαλεί το σκάνδαλο που σημειώθηκε τότε, διατηρεί όμως αναλλοίωτη τη δύναμή του, κυρίως χάρη στην πρωταγωνίστριά του, μια γυναίκα που εξεγείρεται ενάντια στην ανδροκρατούμενη κοινωνία, εγκαταλείποντας σύζυγο και παιδιά προκειμένου να ανακαλύψει τον εαυτό της. Όπως έγραφε ένας κριτικός, "αυτή η πόρτα" που κλείνει πίσω της η Νόρα φεύγοντας "αντήχησε στα πέρατα του κόσμου".
Ο Ίμπσεν, ευαίσθητος και ανοιχτός στους βαθείς προβληματισμούς των φωτισμένων της εποχής του, είναι πολύ πιθανό να είχε διαβάσει το επαναστατικό για την εποχή του δοκίμιο The subjection of women (Για την υποτέλεια των γυναικών, μτφρ. Φώτης Τερζάκης, εκδ. Νόηση, 2013), που ο σπουδαίος φιλελεύθερος στοχαστής, και πολιτικός, Τζον Στιούαρτ Μιλ εξέδωσε το 1869. «Όλες οι γυναίκες ανατρέφονται από την πιο τρυφερή τους ηλικία με την πεποίθηση ότι το ιδεώδες του χαρακτήρα τους είναι ακριβώς αντίθετο από εκείνο των ανδρών· όχι αυτόνομη βούληση και άσκηση αυτοελέγχου, αλλά υποταγή και παράδοση στον έλεγχο των άλλων. Όλοι οι ηθικοί κανόνες τούς λένε πως είναι καθήκον των γυναικών, και όλη η τρέχουσα αισθηματολογία ότι είναι στη φύση τους, να ζουν για τους άλλους [...]» γράφει. Επιπλέον, ο τρόπος που οι γυναίκες αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους έχει διαμορφωθεί από τους άνδρες και η πραγματική φύση τους αγνοείται, ακριβώς επειδή ορισμένες πτυχές της είναι καταπιεσμένες και άλλες αφύσικα τονισμένες. Μέσα στους αιώνες οι άνδρες πέτυχαν, δε, το εξής «σατανικό»: να παρουσιάζουν τον μειλίχιο χαρακτήρα των γυναικών, την υποτακτικότητά τους, την παράδοση κάθε προσωπικής βούλησής τους στη διάθεση των ανδρών, ως ουσιώδες και αναπόσπαστο κομμάτι της σεξουαλικής γοητείας τους. H Nόρα στην αποκαλυπτική Γ' Πράξη δεν θα καταλάβει μόνο το ψέμα στο οποίο στήριξε τη ζωή της αλλά και το ψέμα του ανθρώπου που πίστευε οδηγό και στήριγμά της. Και τότε θα αποφασίσει την πιο τολμηρή πράξη στην ιστορία του θεάτρου, θα αποποιηθεί το κοινωνικό φύλο της για να βρει τον αληθινό εαυτό της. Σοφά ο Ίμπσεν αφήνει το τέλος ανοιχτό: δεν έχει σημασία αν θα τα καταφέρει η Νόρα. Κλείνοντας την πόρτα πίσω της, η κούκλα εξελίσσεται σε μια αληθινή γυναίκα.
Ο Γιώργος Σκεύας μετέφρασε και υπέγραψε τη δραματουργική επεξεργασία και τη μετάφραση σε μία γλώσσα ποιητικού μεν πλούτου, σύγχρονη δε και άμεση στην εκφορά της. Σεβάστηκε το σπουδαίο κείμενο, το άφησε να μιλήσει, με πραγματικά όμορφο και συνάμα λειτουργικό τρόπο. Δεν υπάρχει στιγμή, λέξη ή ματιά που περισσεύει. Οι σιωπές μαγικές ρέουν τις κατάλληλες στιγμές, εντείνοντας την αγωνία, ενώ ζωγραφίζουν τις ψυχικές διακυμάνσεις τόσο επιτακτικά και ζωντανά, σε σημείο να ενώνονται οι ανάσες με τα βλέμματα και η δύναμη του καλού θεάτρου να πλημμυρίζει τις αισθήσεις μας. Η παράσταση κλασσικότροπη, βασίστηκε στην ενδελεχή εργασία πάνω στο ψυχισμό των χαρακτήρων, μέσα από επίμονη ανάγνωση και στις εξαιρετικές ερμηνείες των ηθοποιών. Η ώριμη, μεστή παρουσία της Αμαλίας Μουτούση σκιαγραφεί την ολοκληρωμένη και απόλυτα αφοσιωμένη πορεία της ηθοποιού, μέσα από τα μάτια της ηρωίδας της, που διαγράφει μία οδυνηρή και λυτρωτική πορεία αφύπνισης και συνειδητότητας προς τον νέο της εαυτό. Βυθισμένη στο ρόλο της από την αρχή μέχρι το τέλος είναι η Νόρα που θα ήθελε ο Ίψεν, σε μια καθηλωτική ερμηνεία, που θα θυμόμαστε για καιρό. Υπέροχος δίπλα της - σε μία αξιοθαύμαστη σκηνική μεταξύ τους χημεία - ο Άρης Λεμπεσόπουλος, προχωράει με άψογο βηματισμό από την χειριστική, «πατρική» πλευρά του Τόρβαλντ στην άκαμπτη στάση που του υπαγορεύει η στείρα, υποκριτική ηθική, μέχρι την ανημπόρια του αρσενικού που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς την θηλυκή παρουσία. Η αλληλουχία των διαρκών ψυχικών του μεταπτώσεων, επιτυγχάνεται με εξαιρετικά κοντρολαρισμένα ερμηνευτικά μέσα και σωστή δόση στυλιζαρίσματος, με αποκορύφωμα την εξαίσιας απόδοσης παραληρηματική του έκρηξη, όταν αντιλαμβάνεται ότι απειλείται η υπόληψη του, που βασίζεται στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Η Μαρία Ζορμπά μας εντυπωσιάζει στο ρόλο της Κριστίνα, που έρχεται σαν από μηχανής θεός για να βοηθήσει την Νόρα να πετάξει προς την ενηλικίωση της. Συγκρατημένη, στέρεη και συγκινητική ερμηνεία από την καλή ηθοποιό. Σωστός και καλά μελετημένος ο ρόλος του Νικόλα Παπαγιάννη σαν γιατρός Ρανκ. Υποτονική, σε χαμηλούς τόνους, η ερμηνεία του Γιώργου Συμεωνίδη, δεν καταφέρνει να μας μεταδώσει την απελπισία τον κυνισμό και το πνιγηρό αδιέξοδο του Κρόγκσταντ. Το αφαιρετικό σκηνικό, χωρίς περιττά στοιχεία, λειτουργεί συνεπικουρώντας στην εξέλιξη του δράματος. Η μουσική ακολουθεί τον ίδιο στόχο. Υπέροχα τα κοστούμια, σε κλασσικές φόρμες, θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν οιαδήποτε εποχή, όπως ακριβώς προστάζει η διαχρονικότητα και η σύγχρονη ματιά του κειμένου.
Μετάφραση - Δραμ. επεξεργασία - Σκηνοθεσία: Γιώργος Σκεύας
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Μουσική – Σύνθεση ήχων: Σήμη Τσιλαλή
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
ηθοποιοί:: Αμαλία Μουτούση - Νόρα
Άρης Λεμπεσόπουλος - Τόρβαλντ Χέλμερ
Μαρία Ζορμπά - Κριστίνα Λίντε
Γιώργος Συμεωνίδης - Νιλς Κρόγκσταντ
Νικόλας Παπαγιάννης - Γιατρός Ρανκ
Θέατρο Οδού Κυκλάδων Λευτέρης Βογιατζής
Κυκλάδων 11 & Κεφαλληνίας, Κυψέλη | τηλ. 210 8217877
Τιμές εισιτηρίων 16 ευρώ κανονικό & 12 μειωμένο (Φοιτητικό, Ανέργων ΑμεΑ & Άνω των 65).
Κυρ. 7 μ.μ. Βραδ.: Τετ. 8 μ.μ., Πέμ., Παρ. 8.30 μ.μ., Σάβ. 9 μ.μ.