Ένα απο τα αριστουργήματα του 20ου αιώνα, κορυφαίο δείγμα πολιτικού ρεαλισμού
και ένα διαχρονικό σχόλιο για τη διάψευση του αμερικανικού ονείρου.
και ένα διαχρονικό σχόλιο για τη διάψευση του αμερικανικού ονείρου.
Το 1948 ο μεγάλος Αμερικανός συγγραφέας γράφει το έργο The death of a salesman (Ο θάνατος του εμποράκου), το οποίο ανεβαίνει στο Μπρόντγουεϊ σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν με πρωταγωνιστή τον Λι Κομπ και κερδίζει βραβείο Tony, Pulitzer και το Βραβείο Κριτικών (το 1986 γίνεται τηλεταινία με πρωταγωνιστή τον Ντάστιν Χόφμαν και την παρακολουθούν 25 εκατομμύρια θεατές). Πηγή έμπνευσης του έργου στάθηκε για τον Μίλλερ, ο πατέρας του που ήταν εμποράκος. Πουλούσε γυναικεία ρούχα στη Νέα Υόρκη. Στη μεγάλη οικονομική ύφεση στην Αμερική το 1929, καταστράφηκε. Από εκείνη την ημέρα έπαψε να κοιτάει το γιο του στα μάτια. Και έτσι, ντροπιασμένος, πέθανε. «Δεν έγραψε τον Θάνατο του εμποράκου. Τον συνειδητοποίησε», είχε σημειώσει στην αυτοβιογραφία του ο Ελία Καζάν. «Βρισκόταν μέσα του, φυλαγμένο, περιμένοντας μέχρι να φανερωθεί». Ο ίδιος ο Μίλλερ θα έγραφε για το έργο του: "Η τρομοκρατία σήμερα δεν άλλαξε και πολύ. Το έργο μου είναι επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε. Ο Εμποράκος είναι η τραγωδία ενός ανθρώπου που πίστεψε πως μόνο εκείνος δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει τα κριτήρια που έθεσαν, για όλη την ανθρωπότητα, κάποιοι φρεσκοξυρισμένοι, άκαμπτοι κύριοι που παροικούν σήμερα την κορυφή των τηλεοπτικών επιχειρήσεων και των διαφημιστικών γραφείων."
Ο "Θάνατος του Εμποράκου", στηρίζεται στον εμβληματικό χαρακτήρα του Γουίλι Λόμαν, ο οποίος δεν έχει την επιτυχία που περιμένει από αυτόν ο κοινωνικός του περίγυρος, καθώς απολύεται κι αρχίζει να στοιχειώνεται από αναμνήσεις του παρελθόντος. Μέσα από τις στιγμές της ζωής του, η καπιταλιστική κοινωνία και το λεγόμενο Αμερικάνικο όνειρο γίνονται φύλο και φτερό από την πένα του Μίλερ. Έργο-κόλαφος για την υλιστική κοινωνία ο «Θάνατος του Εμποράκου» είναι ένα έργο που καταφέρεται και στηλιτεύει τη βάναυση λειτουργία ενός καπιταλιστικού συστήματος που δεν έχει ηθικές αναστολές. Συνάμα θεωρείται κορυφαίο δείγμα του πολιτικού ρεαλισμού του Άρθουρ Μίλλερ αλλά και ένα διαχρονικό σχόλιο για τη διάψευση του αμερικανικού ονείρου και τη συνυπευθυνότητα όσων το συντηρούν χωρίς να αντιλαμβάνονται ή προσποιούμενοι ότι δεν αντιλαμβάνονται τις στρεβλώσεις του. Η απόφασή του να Γουίλι να αυτοκτονήσει, έτσι ώστε η οικογένειά του να καρπωθεί τα χρήματα της ασφάλειας, δίχασε τους κριτικούς οι οποίοι διαφωνούσαν αν η πράξη αυτή του κεντρικού ήρωα ήταν μια πράξη δειλίας ή μια αυτοθυσία στο βωμό του Αμερικάνικου Ονείρου, το οποίο αποδεικνύεται ένα ψέμα, διαφωνώντας ουσιαστικά με την πραγματική φύση της τραγωδίας και τη σύγκριση σε τραγικότητα του "ανθρωπάκου" Λόμαν με αρχέτυπα του αρχαίου δράματος. Ο Μίλερ απάντησε στις κριτικές αυτές ότι ήθελε να υπογραμμίσει πως η τραγικότητα ενός ήρωα έγκειται στο κατά πόσο είναι πρόθυμος να θυσιαστεί για να προστατέψει την προσωπική του αξιοπρέπεια, κάτι που έκανε ο Λόμαν.
Το έργο πραγματεύεται την ιστορία μιας μεσοαστικής οικογένειας, όπου ο πατέρας Γουίλι εργάζεται ακατάπαυστα για να συντηρήσει την οικογένεια του, η μητέρα Λίντα -πρότυπο συζύγου και μάνας- λειτουργεί πάντα ως εξισορροποιητικός παράγοντας στις εντάσεις που αναπόφευκτα δημιουργούνται μέσα σε ένα σπίτι, κι οι δύο γιοι, ο Μπίφ και ο Χάππυ, -όπως όλοι οι νέοι- προβληματίζονται και αγωνιούν για το μέλλον τους. Η αγωνία του πατέρα για το μέλλον των παιδιών του θα τον φέρει σε σύγκρουση και με τους δύο, κυρίως με τον Μπίφ και θα δημιουργηθούν σκηνές έντονες, αλλά και γεμάτες τρυφερότητα και ανθρωπιά. Η ζωή του Μπιφ έχει γονατίσει τον πατέρα. Πρώτον, γιατί αντιβαίνει στο αξιολογικό του σύστημα, στην ιδεολογία του, στο «Αμερικανικό Ονειρο». Ο Μπιφ έχει τα προσόντα και την ελκυστικότητα που κάνουν μια αστραφτερή προσωπικότητα. Ήταν ο αθλητής star του κολεγίου. Αποτελεί για τον πατέρα του το αρχέτυπο του νεαρού που είναι εξαρχής προορισμένος για την επιτυχία. Και δεύτερον, ο Γουίλλυ ξέρει τι ανέκοψε αυτήν την προδιαγεγραμμένη πορεία, από την αριστεία στην επιτυχία. Όταν παρουσιάστηκε μια πρώτη ρωγμή στο προφίλ του Μπιφ (έμεινε στα μαθηματικά, προφανώς γιατί αφιερώθηκε ολοσχερώς στον δρόμο των υπέρτερων φυσικών του προσόντων) και χρειάστηκε η στήριξη και βοήθεια του επιτυχημένου πατέρα για να ξεπεραστεί το πρόβλημα, ο Μπιφ ανακάλυψε μια βαθύτερη ρωγμή στην εικόνα του πατέρα: μια εξωσυζυγική σχέση του που καλλιεργούσε στα ταξίδια του ως πωλητής και τότε για τον Μπιφ έσπασε κάτι μέσα του και ποτέ δεν ξανακόλλησε. Ο πατέρας το ξέρει αλλά δεν το καταλαβαίνει. «Είναι κάτι που γίνεται», ένα ξέδωμα από το business stress, του λέει τότε- δεν έχει σημασία. Και δεν καταλαβαίνει γιατί δεν το ξεπέρασε. Και γιατί του το χρωστάει ακόμη. Αυτό το βάρος της ευθύνης για τη διπλή αποτυχία του πρωτότοκου γιου του αλλά και του ίδιου του αμερικάνικου ονείρου στην περίπτωση του γιου του, τον έχει γονατίσει, αν και δεν το χρεώνει ο ίδιος στον εαυτό του. Όταν μάλιστα βλέπει τον Μπέρναρντ, γιο του γείτονα Τσάρλι, να επιτυγχάνει με περισσότερη μεθοδικότητα και λιγότερα προσόντα, μια ανομολόγητη έννοια τον κατατρώει. Μήπως έχει υπερεκτιμήσει τις ικανότητες του γιου του; Το αρνείται. Ο Μπιφ έχει μια λαμπρή εμφάνιση και προσωπικότητα που σε κερδίζει. Αλλά φτάνει αυτό; Η μονομέρεια του πωλητή επανεμφανίζεται ως τραγικό σφάλμα. Αυτή είναι η τραγωδία του Γουίλι Λόμαν. Πέρασαν τα χρόνια του και τώρα που το όνειρο πρέπει να ζήσει στα παιδιά του έχει αυτό το μαρτύριο. Γερασμένος και κλονισμένος στην ιδεολογία φέρνει την καταστροφή, όπως ακριβώς προβλέπει το μοντέλο του Ονείρου στην αρνητική όψη του.
Ο Μπιφ επισκέπτεται το σπίτι του μετά από πολύ καιρό και τα πράγματα οδηγούνται με αδήριτη αναγκαιότητα στην τελική κρίση. Ο Γουίλι προσπαθεί να κάνει μια τελική πράξη επανακατάφασης του εαυτού του. Πέρασε η μπογιά του ως πωλητού, όντως. Αλλά τον εργοδότη του τον ξέρει από μικρό παιδί, ήταν φίλος με τον πατέρα του. Του ζητά να του δώσει μόνιμη θέση στα κεντρικά γραφεία της εταιρείας. Αλλά η ιδεολογία του Αμερικανικού ονείρου δεν βασίζεται σε πράξεις φιλανθρωπίας για τον ανίκανο ή αδύναμο να προσφέρει. Ο Γουίλι απολύεται: ήδη τον κρατούσαν σαν πωλητή από συμπόνια. Όταν όλα καταρρέουν, στην κορύφωση της αντιπαράθεσης με τον Μπιφ, η παλιά ενοχή βγαίνει στην επιφάνεια και θεραπεύεται: ο Γουίλι καταλαβαίνει ότι ο γιος του δεν τον μισεί ως αιτία της αποτυχίας του μέχρι τότε, τον αγαπάει, ακόμη και τον θαυμάζει. Αυτό βγάζει το βάρος από πάνω τους. Αλλά τι μπορεί να κάνει ο πατέρας Λόμαν τώρα; Έχει σαν καλός πωλητής και οπαδός του ρεαλιστικού ονείρου ένα τελευταίο χαρτί, μια στρατηγική εξόδου. Μια καλή ασφάλεια για τη ζωή του θα δώσει μια γερή βάση στον Μπιφ για ένα καινούριο ξεκίνημα τώρα που οι ενοχές καθάρθηκαν. Ο θάνατος του Γουίλι είναι η ζωή του Μπιφ. Και συνειδητά, χαρούμενα, εκστατικά σχεδόν, ο Γουίλι κάνει αυτό που σχεδίαζε αρκετό καιρό, προβαίνει στην έσχατη και ακραία κατάφαση του ονείρου του. Ο άχρηστος δίνει τον τόπο του στον υποσχόμενο, ο πατέρας στον πρωτότοκο γιο του. Το Αμερικανικό Όνειρο παραμένει το κυρίαρχο ιδεώδες της πραγματικότητας.
Η σκηνοθεσία του Σταμάτη Φασουλή ακολούθησε τον λόγο, με μια εύρυθμη, διεισδυτική και συχνά υψηλών συγκινήσεων, ματιά στην ιστορία των Λόμαν προς την απατηλή λάμψη του Αμερικάνικου Ονείρου. Η κυκλική σχέση παρόντος και παρελθόντος, μέσα από την πυρετώδη, παραληρηματική πορεία ψευδαίσθησης του πρωταγωνιστή, μας μεταγγίζει εύστοχα και καίρια την συναισθηματική φόρτιση και τέλος την τραγική του κατάληξη Κέντρο και ψυχή της παράστασης είναι ο Πέτρος Φιλιππίδης. Σαν Γουίλι είναι συγκινητικός, μια αληθινή τραγική φιγούρα. Γερασμένος, πεσμένος, με κομμένα τα φτερά του, αλλά πιστός στο ιδεώδες του, πιστός μέχρι θανάτου. Οι χειρονομίες, το τρέμουλο, οι ματιές του, οι διακυμάνσεις της φωνής του, μας μεταδίδουν το σεβασμό του προς το σπουδαίο κείμενο, αλλά κάποιες στιγμές το δέος του για τον εμβληματικό χαρακτήρα που υποδύεται, δημιουργεί στιγμές αμηχανίας και αστάθειας στο παίξιμο του. Ο Αλέξανδρος Λογοθέτης ερμηνεύει τον Μπιφ συγκροτημένα και συγκρατημένα. Χρειαζόταν, παρ'ολα αυτά, περισσότερο πάθος και ανεπιτήδευτη έως ακούσια προβολή για να φανεί καθαρότερα και πιο ισορροπημένα ότι η ημι-ηθελημένη αποτυχία των άσκοπων περιπλανήσεών του (ο αντίπολος των ταξιδιών ενός πωλητή) οφείλεται στην παραίτησή του από τις ικανότητές του, περισσότερο από το πιθανό έλλειμμά τους, παρά την υπερεκτίμησή τους εκ μέρους του πατέρα του. Ο Χάρης Τζωρτζάκης έδειξε ωραία έναν τετράγωνο χαρακτήρα με στρογγυλή ταυτότητα, σίγουρο για τον εαυτό του και με πλήρη συνείδηση των πραγμάτων, τον γιο που έμεινε σπίτι και έχει μπει στο δρόμο της επιτυχίας, ενώ σηκώνει ταυτόχρονα και το ψυχολογικό βάρος του πατέρα από την αποτυχία του Μπιφ, χωρίς να δυσανασχετεί. Ο νεαρός ηθοποιός μπήκε εύστοχα στο πετσί του ρόλου, τον προσέγγισε με φυσικότητα και ακρίβεια.
Η Λίντα Λόμαν, είναι μια προσγειωμένη γυναίκα που προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες, ψυχολογικές και οικονομικές, σε ένα ασταθές πια σπιτικό. Η πάντα εξαιρετική Πέγκυ Σταθακοπούλου, σήκωσε τον δύσκολο ρόλο της Αμερικανίδας νοικοκυράς, συζύγου και μάνας που πρέπει να ενισχύει τους άντρες στην υλοποίηση του ονείρου τους και να στηρίζει τις αδυναμίες και αποτυχίες τους, χωριστά για τον καθένα στη διαφορετικότητά του και κοινά για τους τρεις, ενώ ταυτόχρονα πασχίζει να κρατήσει την ενότητα της οικογένειας. Η ηθοποιός δεν χρειάστηκε να κάνει τίποτε άλλο από το να επιδείξει για μια ακόμη φορά το σπουδαίο ταλέντο της, που την οδηγεί σε απογειωτικές δραματικές ερμηνείες, κάθε φορά. Ο Γιάννης Τσορτέκης, υποδυόμενος το φάντασμα/ανάμνηση του Μπεν κινήθηκε στη σωστή κατεύθυνση μιας στυλιζαρισμένης ερμηνείας.
Ο Θύμιος Κούκιος ως Χάουαρντ Βάγκνερ, αφεντικό του Γουίλλυ, χρειαζόταν λίγο περισσότερη υποκειμενική θέρμη που θα τόνιζε καλύτερα την αντικειμενική ψυχρότητα στην αδυσώπητη εφαρμογή του Αμερικάνικου ιδεώδους. Σωστοί στους ρόλους τους οι : Γιάννης Στόλλας στο ρόλο του Τσάρλυ και Δημήτρης Κίτσος στο ρόλο του Μπέρναρντ. Η μετάφραση βατή και άμεση, θα μπορούσε, πάντως, να αποδίδει καιριότερα τον αμερικανικό τρόπο έκφρασης και το ιδιότυπο ύφος του Μίλλερ, Τα σκηνικά του Γιώργου Γαβαλά βοηθούν στη ροή της ιστορίας, αν και κουράζουν με τη συνεχή μετακίνηση τους, πάνω στη σκηνή. Λειτουργικός ο ρόλος των φωτισμών, ταιριαστά τα κοστούμια της παράστασης.
Μετάφραση - Σκηνοθεσία: Σταμάτης Φασουλής
Σκηνικά: Γιώργος Γαβαλάς
Κοστούμια: Ντένη Βαχλιώτη
Μουσική: Nalyssa Green
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Παίζουν: Πέτρος Φιλιππίδης, Πέγκυ Σταθακοπούλου, Αλέξανδρος Λογοθέτης, Γιάννης Στόλλας,
Θύμιος Κούκιος, Εύα Βάρσου, Νεκταρία Γιαννουδάκη, Γιώργος Δεπάστας, Βάσια Χρήστου,
Δημήτρης Κίτσος, Γιάννης Τσορτέκης , Χάρης Τζωρτζάκης
Εθνικό Θέατρο-Κεντρική Σκηνή, Αγίου Κωνσταντίνου 22-24, Αθήνα. τηλ. 210 5288170-171, 210 7234567
Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 20:30, Κυριακή 17:30 μ.μ.
Τιμές εισιτηρίων: 20€, 15€, 10€ (φοιτητικό), κάθε Πέμπτη ενιαία τιμή 13€.
Ο "Θάνατος του Εμποράκου", στηρίζεται στον εμβληματικό χαρακτήρα του Γουίλι Λόμαν, ο οποίος δεν έχει την επιτυχία που περιμένει από αυτόν ο κοινωνικός του περίγυρος, καθώς απολύεται κι αρχίζει να στοιχειώνεται από αναμνήσεις του παρελθόντος. Μέσα από τις στιγμές της ζωής του, η καπιταλιστική κοινωνία και το λεγόμενο Αμερικάνικο όνειρο γίνονται φύλο και φτερό από την πένα του Μίλερ. Έργο-κόλαφος για την υλιστική κοινωνία ο «Θάνατος του Εμποράκου» είναι ένα έργο που καταφέρεται και στηλιτεύει τη βάναυση λειτουργία ενός καπιταλιστικού συστήματος που δεν έχει ηθικές αναστολές. Συνάμα θεωρείται κορυφαίο δείγμα του πολιτικού ρεαλισμού του Άρθουρ Μίλλερ αλλά και ένα διαχρονικό σχόλιο για τη διάψευση του αμερικανικού ονείρου και τη συνυπευθυνότητα όσων το συντηρούν χωρίς να αντιλαμβάνονται ή προσποιούμενοι ότι δεν αντιλαμβάνονται τις στρεβλώσεις του. Η απόφασή του να Γουίλι να αυτοκτονήσει, έτσι ώστε η οικογένειά του να καρπωθεί τα χρήματα της ασφάλειας, δίχασε τους κριτικούς οι οποίοι διαφωνούσαν αν η πράξη αυτή του κεντρικού ήρωα ήταν μια πράξη δειλίας ή μια αυτοθυσία στο βωμό του Αμερικάνικου Ονείρου, το οποίο αποδεικνύεται ένα ψέμα, διαφωνώντας ουσιαστικά με την πραγματική φύση της τραγωδίας και τη σύγκριση σε τραγικότητα του "ανθρωπάκου" Λόμαν με αρχέτυπα του αρχαίου δράματος. Ο Μίλερ απάντησε στις κριτικές αυτές ότι ήθελε να υπογραμμίσει πως η τραγικότητα ενός ήρωα έγκειται στο κατά πόσο είναι πρόθυμος να θυσιαστεί για να προστατέψει την προσωπική του αξιοπρέπεια, κάτι που έκανε ο Λόμαν.
Το έργο πραγματεύεται την ιστορία μιας μεσοαστικής οικογένειας, όπου ο πατέρας Γουίλι εργάζεται ακατάπαυστα για να συντηρήσει την οικογένεια του, η μητέρα Λίντα -πρότυπο συζύγου και μάνας- λειτουργεί πάντα ως εξισορροποιητικός παράγοντας στις εντάσεις που αναπόφευκτα δημιουργούνται μέσα σε ένα σπίτι, κι οι δύο γιοι, ο Μπίφ και ο Χάππυ, -όπως όλοι οι νέοι- προβληματίζονται και αγωνιούν για το μέλλον τους. Η αγωνία του πατέρα για το μέλλον των παιδιών του θα τον φέρει σε σύγκρουση και με τους δύο, κυρίως με τον Μπίφ και θα δημιουργηθούν σκηνές έντονες, αλλά και γεμάτες τρυφερότητα και ανθρωπιά. Η ζωή του Μπιφ έχει γονατίσει τον πατέρα. Πρώτον, γιατί αντιβαίνει στο αξιολογικό του σύστημα, στην ιδεολογία του, στο «Αμερικανικό Ονειρο». Ο Μπιφ έχει τα προσόντα και την ελκυστικότητα που κάνουν μια αστραφτερή προσωπικότητα. Ήταν ο αθλητής star του κολεγίου. Αποτελεί για τον πατέρα του το αρχέτυπο του νεαρού που είναι εξαρχής προορισμένος για την επιτυχία. Και δεύτερον, ο Γουίλλυ ξέρει τι ανέκοψε αυτήν την προδιαγεγραμμένη πορεία, από την αριστεία στην επιτυχία. Όταν παρουσιάστηκε μια πρώτη ρωγμή στο προφίλ του Μπιφ (έμεινε στα μαθηματικά, προφανώς γιατί αφιερώθηκε ολοσχερώς στον δρόμο των υπέρτερων φυσικών του προσόντων) και χρειάστηκε η στήριξη και βοήθεια του επιτυχημένου πατέρα για να ξεπεραστεί το πρόβλημα, ο Μπιφ ανακάλυψε μια βαθύτερη ρωγμή στην εικόνα του πατέρα: μια εξωσυζυγική σχέση του που καλλιεργούσε στα ταξίδια του ως πωλητής και τότε για τον Μπιφ έσπασε κάτι μέσα του και ποτέ δεν ξανακόλλησε. Ο πατέρας το ξέρει αλλά δεν το καταλαβαίνει. «Είναι κάτι που γίνεται», ένα ξέδωμα από το business stress, του λέει τότε- δεν έχει σημασία. Και δεν καταλαβαίνει γιατί δεν το ξεπέρασε. Και γιατί του το χρωστάει ακόμη. Αυτό το βάρος της ευθύνης για τη διπλή αποτυχία του πρωτότοκου γιου του αλλά και του ίδιου του αμερικάνικου ονείρου στην περίπτωση του γιου του, τον έχει γονατίσει, αν και δεν το χρεώνει ο ίδιος στον εαυτό του. Όταν μάλιστα βλέπει τον Μπέρναρντ, γιο του γείτονα Τσάρλι, να επιτυγχάνει με περισσότερη μεθοδικότητα και λιγότερα προσόντα, μια ανομολόγητη έννοια τον κατατρώει. Μήπως έχει υπερεκτιμήσει τις ικανότητες του γιου του; Το αρνείται. Ο Μπιφ έχει μια λαμπρή εμφάνιση και προσωπικότητα που σε κερδίζει. Αλλά φτάνει αυτό; Η μονομέρεια του πωλητή επανεμφανίζεται ως τραγικό σφάλμα. Αυτή είναι η τραγωδία του Γουίλι Λόμαν. Πέρασαν τα χρόνια του και τώρα που το όνειρο πρέπει να ζήσει στα παιδιά του έχει αυτό το μαρτύριο. Γερασμένος και κλονισμένος στην ιδεολογία φέρνει την καταστροφή, όπως ακριβώς προβλέπει το μοντέλο του Ονείρου στην αρνητική όψη του.
Ο Μπιφ επισκέπτεται το σπίτι του μετά από πολύ καιρό και τα πράγματα οδηγούνται με αδήριτη αναγκαιότητα στην τελική κρίση. Ο Γουίλι προσπαθεί να κάνει μια τελική πράξη επανακατάφασης του εαυτού του. Πέρασε η μπογιά του ως πωλητού, όντως. Αλλά τον εργοδότη του τον ξέρει από μικρό παιδί, ήταν φίλος με τον πατέρα του. Του ζητά να του δώσει μόνιμη θέση στα κεντρικά γραφεία της εταιρείας. Αλλά η ιδεολογία του Αμερικανικού ονείρου δεν βασίζεται σε πράξεις φιλανθρωπίας για τον ανίκανο ή αδύναμο να προσφέρει. Ο Γουίλι απολύεται: ήδη τον κρατούσαν σαν πωλητή από συμπόνια. Όταν όλα καταρρέουν, στην κορύφωση της αντιπαράθεσης με τον Μπιφ, η παλιά ενοχή βγαίνει στην επιφάνεια και θεραπεύεται: ο Γουίλι καταλαβαίνει ότι ο γιος του δεν τον μισεί ως αιτία της αποτυχίας του μέχρι τότε, τον αγαπάει, ακόμη και τον θαυμάζει. Αυτό βγάζει το βάρος από πάνω τους. Αλλά τι μπορεί να κάνει ο πατέρας Λόμαν τώρα; Έχει σαν καλός πωλητής και οπαδός του ρεαλιστικού ονείρου ένα τελευταίο χαρτί, μια στρατηγική εξόδου. Μια καλή ασφάλεια για τη ζωή του θα δώσει μια γερή βάση στον Μπιφ για ένα καινούριο ξεκίνημα τώρα που οι ενοχές καθάρθηκαν. Ο θάνατος του Γουίλι είναι η ζωή του Μπιφ. Και συνειδητά, χαρούμενα, εκστατικά σχεδόν, ο Γουίλι κάνει αυτό που σχεδίαζε αρκετό καιρό, προβαίνει στην έσχατη και ακραία κατάφαση του ονείρου του. Ο άχρηστος δίνει τον τόπο του στον υποσχόμενο, ο πατέρας στον πρωτότοκο γιο του. Το Αμερικανικό Όνειρο παραμένει το κυρίαρχο ιδεώδες της πραγματικότητας.
Η σκηνοθεσία του Σταμάτη Φασουλή ακολούθησε τον λόγο, με μια εύρυθμη, διεισδυτική και συχνά υψηλών συγκινήσεων, ματιά στην ιστορία των Λόμαν προς την απατηλή λάμψη του Αμερικάνικου Ονείρου. Η κυκλική σχέση παρόντος και παρελθόντος, μέσα από την πυρετώδη, παραληρηματική πορεία ψευδαίσθησης του πρωταγωνιστή, μας μεταγγίζει εύστοχα και καίρια την συναισθηματική φόρτιση και τέλος την τραγική του κατάληξη Κέντρο και ψυχή της παράστασης είναι ο Πέτρος Φιλιππίδης. Σαν Γουίλι είναι συγκινητικός, μια αληθινή τραγική φιγούρα. Γερασμένος, πεσμένος, με κομμένα τα φτερά του, αλλά πιστός στο ιδεώδες του, πιστός μέχρι θανάτου. Οι χειρονομίες, το τρέμουλο, οι ματιές του, οι διακυμάνσεις της φωνής του, μας μεταδίδουν το σεβασμό του προς το σπουδαίο κείμενο, αλλά κάποιες στιγμές το δέος του για τον εμβληματικό χαρακτήρα που υποδύεται, δημιουργεί στιγμές αμηχανίας και αστάθειας στο παίξιμο του. Ο Αλέξανδρος Λογοθέτης ερμηνεύει τον Μπιφ συγκροτημένα και συγκρατημένα. Χρειαζόταν, παρ'ολα αυτά, περισσότερο πάθος και ανεπιτήδευτη έως ακούσια προβολή για να φανεί καθαρότερα και πιο ισορροπημένα ότι η ημι-ηθελημένη αποτυχία των άσκοπων περιπλανήσεών του (ο αντίπολος των ταξιδιών ενός πωλητή) οφείλεται στην παραίτησή του από τις ικανότητές του, περισσότερο από το πιθανό έλλειμμά τους, παρά την υπερεκτίμησή τους εκ μέρους του πατέρα του. Ο Χάρης Τζωρτζάκης έδειξε ωραία έναν τετράγωνο χαρακτήρα με στρογγυλή ταυτότητα, σίγουρο για τον εαυτό του και με πλήρη συνείδηση των πραγμάτων, τον γιο που έμεινε σπίτι και έχει μπει στο δρόμο της επιτυχίας, ενώ σηκώνει ταυτόχρονα και το ψυχολογικό βάρος του πατέρα από την αποτυχία του Μπιφ, χωρίς να δυσανασχετεί. Ο νεαρός ηθοποιός μπήκε εύστοχα στο πετσί του ρόλου, τον προσέγγισε με φυσικότητα και ακρίβεια.
Η Λίντα Λόμαν, είναι μια προσγειωμένη γυναίκα που προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες, ψυχολογικές και οικονομικές, σε ένα ασταθές πια σπιτικό. Η πάντα εξαιρετική Πέγκυ Σταθακοπούλου, σήκωσε τον δύσκολο ρόλο της Αμερικανίδας νοικοκυράς, συζύγου και μάνας που πρέπει να ενισχύει τους άντρες στην υλοποίηση του ονείρου τους και να στηρίζει τις αδυναμίες και αποτυχίες τους, χωριστά για τον καθένα στη διαφορετικότητά του και κοινά για τους τρεις, ενώ ταυτόχρονα πασχίζει να κρατήσει την ενότητα της οικογένειας. Η ηθοποιός δεν χρειάστηκε να κάνει τίποτε άλλο από το να επιδείξει για μια ακόμη φορά το σπουδαίο ταλέντο της, που την οδηγεί σε απογειωτικές δραματικές ερμηνείες, κάθε φορά. Ο Γιάννης Τσορτέκης, υποδυόμενος το φάντασμα/ανάμνηση του Μπεν κινήθηκε στη σωστή κατεύθυνση μιας στυλιζαρισμένης ερμηνείας.
Ο Θύμιος Κούκιος ως Χάουαρντ Βάγκνερ, αφεντικό του Γουίλλυ, χρειαζόταν λίγο περισσότερη υποκειμενική θέρμη που θα τόνιζε καλύτερα την αντικειμενική ψυχρότητα στην αδυσώπητη εφαρμογή του Αμερικάνικου ιδεώδους. Σωστοί στους ρόλους τους οι : Γιάννης Στόλλας στο ρόλο του Τσάρλυ και Δημήτρης Κίτσος στο ρόλο του Μπέρναρντ. Η μετάφραση βατή και άμεση, θα μπορούσε, πάντως, να αποδίδει καιριότερα τον αμερικανικό τρόπο έκφρασης και το ιδιότυπο ύφος του Μίλλερ, Τα σκηνικά του Γιώργου Γαβαλά βοηθούν στη ροή της ιστορίας, αν και κουράζουν με τη συνεχή μετακίνηση τους, πάνω στη σκηνή. Λειτουργικός ο ρόλος των φωτισμών, ταιριαστά τα κοστούμια της παράστασης.
Μετάφραση - Σκηνοθεσία: Σταμάτης Φασουλής
Σκηνικά: Γιώργος Γαβαλάς
Κοστούμια: Ντένη Βαχλιώτη
Μουσική: Nalyssa Green
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Παίζουν: Πέτρος Φιλιππίδης, Πέγκυ Σταθακοπούλου, Αλέξανδρος Λογοθέτης, Γιάννης Στόλλας,
Θύμιος Κούκιος, Εύα Βάρσου, Νεκταρία Γιαννουδάκη, Γιώργος Δεπάστας, Βάσια Χρήστου,
Δημήτρης Κίτσος, Γιάννης Τσορτέκης , Χάρης Τζωρτζάκης
Εθνικό Θέατρο-Κεντρική Σκηνή, Αγίου Κωνσταντίνου 22-24, Αθήνα. τηλ. 210 5288170-171, 210 7234567
Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 20:30, Κυριακή 17:30 μ.μ.
Τιμές εισιτηρίων: 20€, 15€, 10€ (φοιτητικό), κάθε Πέμπτη ενιαία τιμή 13€.