Μια κοινωνία σε κοινωνική αποσύνθεση,που αιωρείται μεταξύ λάσπης, ακριβών αρωμάτων,
ιδρωμένης σάρκας και φίνων κρασιών, στροβιλίζεται στην ερωτική δίνη της ιδιάζουσας ποιητικής γραφής
του Αλφρέ ντε Μυσέ, ισορροπώντας ανάμεσα στην ευαισθησία, τον σαρκασμό
την αθωότητα και την ελευθεριότητα του δυνάστη έρωτα .
ιδρωμένης σάρκας και φίνων κρασιών, στροβιλίζεται στην ερωτική δίνη της ιδιάζουσας ποιητικής γραφής
του Αλφρέ ντε Μυσέ, ισορροπώντας ανάμεσα στην ευαισθησία, τον σαρκασμό
την αθωότητα και την ελευθεριότητα του δυνάστη έρωτα .
Στο θέατρο «Πόρτα» φέτος - η δεύτερη χρονιά του Θωμά Μοσχόπουλου στην καλλιτεχνική διεύθυνση -έχει δοθεί έμφαση σε κείμενα ξεχωριστών συγγραφέων και διαφορετικών εποχών που καταπιάνονται με το μεγαλείο του έρωτα, τις ανισορροπίες της ψυχής όταν ερωτεύεται, τα πάθη της όταν διεκδικεί και στο πώς και οι συμπεριφορές μας στον έρωτα καθορίζονται, θέλοντας και μη, από την περιρρέουσα κοινωνική ατμόσφαιρα και εποχή, αλλά και με τους τρόπους που κατανοούμε ή αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας όταν βρισκόμαστε σ' αυτή την κατάσταση.
Καθώς μπαίνουμε στην πλατεία του θεάτρου «Πόρτα», βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ομιχλώδες τοπίο. Καλούμαστε να σηκώσουμε ένα πέπλο και να δούμε μια ιστορία των αρχών του 19ου αιώνα, μέσα από ένα έργο του Γάλλου ρομαντικού ποιητή και συγγραφέα Αλφρέ ντε Μυσσέ με τον τίτλο «Οι ιδιοτροπίες της Μαριάννας, που γράφτηκε το 1832, όταν ο Ντε Μισέ ήταν μόλις 22 χρόνων. Η αξία του έργου δεν αναγνωρίστηκε την εποχή εκείνη αφού οι ειδικοί δεν μπορούσαν να το κατατάξουν σε μία συγκεκριμένη θεατρική κατηγορία -κωμωδία ή δράμα. Στην πραγματικότητα, το έργο είναι και τα δύο, και αυτό το κάνει τόσο σημαντικό. «Ένα μικρό κομψοτέχνημα που σκιαγραφεί το πανόραμα μιας ολόκληρης κοινωνίας που αιωρείται μεταξύ λάσπης, ακριβών αρωμάτων, ιδρωμένης σάρκας και φίνων κρασιών, φαντασίωσης και άχθους». Οι «Ιδιοτροπίες της Μαριάννας», καταγράφει με συγκίνηση, και λεπτό χιούμορ τους στρόβιλους της ερωτικής δίνης μέσα στην οποία περιπλέκονται ένα ή και περισσότερα ερωτικά τρίγωνα. Ένα έργο αντισυμβατικό και τολμηρό που ταυτόχρονα δικαιώνει τον όρο «κλασικό» μέσα από την ορμητική δύναμη της ιδιάζουσας ποιητικότητάς του και την αγέραστη πρωτοτυπία του. Προσομοιάζει την ίδια την ανθρώπινη αντίφαση, ισορροπώντας ανάμεσα στην ευαισθησία και τον σαρκασμό, την αθωότητα και την ελευθεριότητα.
Βρισκόμαστε σε περίοδο καρναβαλιού, χαλαρή, παρηκμασμένη ατμόσφαιρα με την σχόλη και το γλέντι να είναι οι μόνες σταθερές για την ανώτερη κοινωνία της εποχής που παραπαίει ανάμεσα στην κοινωνική κραιπάλη και την ηθική χαλάρωση. Η ιστορία απλή, αιώνια και αγέραστη. Ο έρωτας και τα βάσανα του. Ο παράτολμος Οκτάβιος αναλαμβάνει να μεσολαβήσει για χάρη του φίλου του Σέλιο που φλέγεται απο έρωτα για την όμορφη Μαριάννα, για να διασκεδάσει την ανία του και τον παράτολμο εαυτό του που έχει γευτεί όλους τους χυμούς της ζωής και βρίσκεται πλέον χωρίς ερεθίσματα ύπαρξης. Ο Σέλιο είναι ένας ευαίσθητος ρομαντικός νέος, γόνος αστικής οικογένειας ο οποίος ερωτεύεται παράφορα μια γυναίκα που ουσιαστικά ποτέ του δεν είδε. Οι προσπάθειες που καταβάλλει δεν αρκούν για να τη πλησιάσει γιατί καμιά απ' αυτές δεν έχει το απαιτούμενο θάρρος. Εκεί, μέσα στην απουσία αυτή, διαφαίνεται ότι στην πραγματικότητα είναι ερωτευμένος με την απόλυτη μορφή του έρωτα. Του άπιαστου και ιδανικού έρωτα, που τον παρασέρνει βαθιά μέσα στο πάθος του και τον ρίχνει μέσα σε έναν ωκεανό συναισθημάτων γεμάτο κύματα που τον πνίγουν οδηγώντας τον αναπόφευκτα στο τραγικό του τέλος.
«Μεγάλη τρέλα να μην είσαι ευτυχής», λέει ο ζωηρός και άσωτος Οκτάβιος, στον ερωτευμένο με την Μαριάννα, φίλο του, που αναζητεί την πληρότητα και την ευτυχία, όχι μέσα από πρόσκαιρες ηδονές της σάρκας, αλλά με την ψυχή και την καρδιά να βυθίζονται στο πνευματικό μυστήριο του έρωτα. Ο Οκτάβιος, ομως, δεν αργεί να εμπλακεί και ο ίδιος σε συναισθηματική αναστάτωση κοιτώντας τα όμορφα μάτια της Μαριάννας. Στο τέλος αναγνωρίζει το ήθος του Σέλιο, την εντιμότητά του και τις αξίες του: «Ηταν η καλή πλευρά του εαυτού μου. Ηταν άνθρωπος μιας άλλης εποχής»,παραδέχεται και αρνείται να τον προδώσει.
Η νεαρή Μαριάννα τι είναι τελικά; Μια ιδιότροπη κακομαθημένη γυναίκα ή ένα πλάσμα που διεκδικεί το δικαίωμά της να αγαπάει και όχι μόνο να αγαπιέται, να νιώσει πραγματική και όχι σύμβολο; Ο τίτλος του έργου μάλλον την αδικεί. Είναι μια νεαρή κοπέλα, παντρεμένη με τον Κλαύδιο, κατά πολλά χρόνια μεγαλύτερό της και δικαστή. Είναι αφιερωμένη στο συζυγικό της καθήκον και στην εκκλησία. Βαθιά μόνη, οι άντρες γύρω της την αντιμετωπίζουν ως αντικείμενο, πότε εξιδανίκευσης και πότε σαρκικής απόλαυσης. Η αγάπη λείπει από τη ζωή της και αυτή παίζει αυτάρεσκα,προσπαθώντας να νοιώσει ζωντανή.
Στοο τέλος της παράστασης η ομίχλη έχει διαλυθεί, όπως διαλύονται οι ψευδαισθήσεις και οι αυταπάτες του Οκτάβιου. Τα λόγια του Αλφρέ ντε Μυσσέ, που ακούγονται στην αρχή της παράστασης αφορούν τόσο την μεταλλαξη του Οκτάβιου, όσο και τις αναζητήσεις της εποχής μας: «Ολη η αρρώστια του αιώνα αυτού προέρχεται από δύο αιτίες· ο λαός που πέρασε τόσα και τόσα κουβαλάει στην καρδιά του δύο πληγές: Οτι εκείνο που ήταν δεν είναι πια κι εκείνο που θα ’ρθει δεν έχει φτάσει ακόμη. Μην αναζητάτε αλλού το μυστικό των δεινών μας»
Eνας κόσμος εκρηκτικός, βίαιος, ιλιγγιώδης, μηδενιστικός και λάγνος, ένας κόσμος όπου το πάθος αποτελεί τη μόνη πιθανότητα χαράς, ζωής και απόλαυσης, ένας κόσμος όπου η ανάγκη για αλήθεια παλεύει λυσσαλέα πριν την καταπιεί πλήρως η λήθη και η άρνηση. Κι όμως όσο σκοτεινά κι αν ακούγονται όλα αυτά, ο Μισέ, με τη λεπτή του προσωπική ειρωνεία, καταφέρνει να καθιστά τον κόσμο αυτό ανάλαφρο και παιγνιώδη, σαν ένα πρόσκαιρο μεθύσι, μια φαιδρή εξαπάτηση της σοβαροφάνειάς μας».
Τι σχέση μπορεί να έχουν, όμως, τα ήθη της εποχής του Μισέ με το σήμερα; Τι ομοιότητες μπορεί να βρει κανείς με τον έρωτα και την ηδονή τη σημερινή εποχή; Μα οι άνθρωποι και τα αισθήματα δεν αλλάζουν. Πάντα και παντού θα υπάρχουν ίδια συναισθήματα και ίδιες σχέσεις και ιστορίες. Ο έρωτας δεν θα πάψει ποτέ να είναι ο πιθανός επίγειος παράδεισος και η κόλαση για κάθε άνθρωπο. Τότε η υψηλή κοινωνία ερωτοτροπούσε από πλήξη, τώρα η αστική τάξη καταπιάνεται με το ίδιο σπορ από την ίδια ανία που δημιουργεί η απομάκρυνση και το απρόσωπο τοπίο του διαδικτύου.
Η ατμόσφαιρα που δημιουργεί ο σκηνοθέτης είναι βαριά, υποφωτισμένη, φορτωμένη με ποιητική αύρα και κρυμμένα συναισθήματα. Ισορροπεί εύστοχα ανάμεσα στον πνιγηρό ρομαντισμό και την έκλυτη ακολασία της εποχής, αφήνοντας μας την αίσθηση ενός διάχυτου αισθησιασμού και μιας μαγείας που μας παρασέρνει. O Γιώργος Παπαγεωργίου, εξαιρετικός Οκτάβιος, με την πνευματώδη ειρωνεία και την παιγνιώδη διάθεση του καλοθρεμμένου νέου, ισορροπεί με επιτυχία στις υποκριτικές αποχρώσεις του ρόλου του. Η υπέροχη Ηλιάννα Μαυρομάτη, με γλυκιά εκφραστικότητα και άψογη άρθρωση υποδύεται την απρόβλεπτη Μαριάννα. Η Ξένια Καλογεροπούλου,ο Ντένης Μακρής, ο Αλέξανδρο Χρυσανθόπουλος, ο Χρήστος Σαπουντζής, ο Παντελής Βασιλόπουλος και η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, δημιουργούν μία δεμένη ομάδα με χημεία και προσωπικότητα, της οποίας περισσεύει το ταλέντο και ο εκφραστικός πλούτος.. Εξαιρετικό το εύρημα -στην μέση της παράστασης- με τον καθρέφτισμα και την αντιστροφή των ρόλων που ερμηνεύουν ο Ντένης Μακρής και ο Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος, μάλιστα, σε κάθε παράσταση, άλλος ηθοποιός ξεκινά τον Σέλιο και καταλήγει ως Ορσίνι. Σωστοί και δουλεμένοι οι φωτισμοί, υπέροχα τα κοστούμια εποχής και τα σκηνικά, ατμοσφαιρική η μουσική.
Μετάφραση: Ξένια Καλογεροπούλου
Σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος
Δραματουργική συνεργασία: Μαριλένα Παναγιωτοπούλου
Σκηνικά: Ευαγγελία Θεριανού
Κοστούμια: Κλαίρ Μπρέσγουελ
Φωτισμοί: Σοφία Αλεξιάδου
Μουσικός Συνεργάτης: Κορνήλιος Σελαμσής
ηθοποιοί
Σιούτα: Ξένια Καλογεροπούλου
Μαριάννα: Ηλιάνα Μαυρομάτη
Σέλιο: (+Ορσίνι): Ντένης Μακρής/ Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος
Κλαύδιος: Χρήστος Σαπουντζής
Τίμπια: Παντελής Βασιλόπουλος
Οκτάβιος: Γιώργος Παπαγεωργίου
Ερμεία: Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου
Θέατρο «Πόρτα» Μεσογείων 59, Αθήνα, τηλ.: 210 77 11 333
Πέμπτη 9:15 μ.μ.
Παρασκευή 9:15 μ.μ.
Κυριακή 6:30 μ.μ.
Από 20/2: Και Σάββατο 21:15
Καθώς μπαίνουμε στην πλατεία του θεάτρου «Πόρτα», βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ομιχλώδες τοπίο. Καλούμαστε να σηκώσουμε ένα πέπλο και να δούμε μια ιστορία των αρχών του 19ου αιώνα, μέσα από ένα έργο του Γάλλου ρομαντικού ποιητή και συγγραφέα Αλφρέ ντε Μυσσέ με τον τίτλο «Οι ιδιοτροπίες της Μαριάννας, που γράφτηκε το 1832, όταν ο Ντε Μισέ ήταν μόλις 22 χρόνων. Η αξία του έργου δεν αναγνωρίστηκε την εποχή εκείνη αφού οι ειδικοί δεν μπορούσαν να το κατατάξουν σε μία συγκεκριμένη θεατρική κατηγορία -κωμωδία ή δράμα. Στην πραγματικότητα, το έργο είναι και τα δύο, και αυτό το κάνει τόσο σημαντικό. «Ένα μικρό κομψοτέχνημα που σκιαγραφεί το πανόραμα μιας ολόκληρης κοινωνίας που αιωρείται μεταξύ λάσπης, ακριβών αρωμάτων, ιδρωμένης σάρκας και φίνων κρασιών, φαντασίωσης και άχθους». Οι «Ιδιοτροπίες της Μαριάννας», καταγράφει με συγκίνηση, και λεπτό χιούμορ τους στρόβιλους της ερωτικής δίνης μέσα στην οποία περιπλέκονται ένα ή και περισσότερα ερωτικά τρίγωνα. Ένα έργο αντισυμβατικό και τολμηρό που ταυτόχρονα δικαιώνει τον όρο «κλασικό» μέσα από την ορμητική δύναμη της ιδιάζουσας ποιητικότητάς του και την αγέραστη πρωτοτυπία του. Προσομοιάζει την ίδια την ανθρώπινη αντίφαση, ισορροπώντας ανάμεσα στην ευαισθησία και τον σαρκασμό, την αθωότητα και την ελευθεριότητα.
Βρισκόμαστε σε περίοδο καρναβαλιού, χαλαρή, παρηκμασμένη ατμόσφαιρα με την σχόλη και το γλέντι να είναι οι μόνες σταθερές για την ανώτερη κοινωνία της εποχής που παραπαίει ανάμεσα στην κοινωνική κραιπάλη και την ηθική χαλάρωση. Η ιστορία απλή, αιώνια και αγέραστη. Ο έρωτας και τα βάσανα του. Ο παράτολμος Οκτάβιος αναλαμβάνει να μεσολαβήσει για χάρη του φίλου του Σέλιο που φλέγεται απο έρωτα για την όμορφη Μαριάννα, για να διασκεδάσει την ανία του και τον παράτολμο εαυτό του που έχει γευτεί όλους τους χυμούς της ζωής και βρίσκεται πλέον χωρίς ερεθίσματα ύπαρξης. Ο Σέλιο είναι ένας ευαίσθητος ρομαντικός νέος, γόνος αστικής οικογένειας ο οποίος ερωτεύεται παράφορα μια γυναίκα που ουσιαστικά ποτέ του δεν είδε. Οι προσπάθειες που καταβάλλει δεν αρκούν για να τη πλησιάσει γιατί καμιά απ' αυτές δεν έχει το απαιτούμενο θάρρος. Εκεί, μέσα στην απουσία αυτή, διαφαίνεται ότι στην πραγματικότητα είναι ερωτευμένος με την απόλυτη μορφή του έρωτα. Του άπιαστου και ιδανικού έρωτα, που τον παρασέρνει βαθιά μέσα στο πάθος του και τον ρίχνει μέσα σε έναν ωκεανό συναισθημάτων γεμάτο κύματα που τον πνίγουν οδηγώντας τον αναπόφευκτα στο τραγικό του τέλος.
«Μεγάλη τρέλα να μην είσαι ευτυχής», λέει ο ζωηρός και άσωτος Οκτάβιος, στον ερωτευμένο με την Μαριάννα, φίλο του, που αναζητεί την πληρότητα και την ευτυχία, όχι μέσα από πρόσκαιρες ηδονές της σάρκας, αλλά με την ψυχή και την καρδιά να βυθίζονται στο πνευματικό μυστήριο του έρωτα. Ο Οκτάβιος, ομως, δεν αργεί να εμπλακεί και ο ίδιος σε συναισθηματική αναστάτωση κοιτώντας τα όμορφα μάτια της Μαριάννας. Στο τέλος αναγνωρίζει το ήθος του Σέλιο, την εντιμότητά του και τις αξίες του: «Ηταν η καλή πλευρά του εαυτού μου. Ηταν άνθρωπος μιας άλλης εποχής»,παραδέχεται και αρνείται να τον προδώσει.
Η νεαρή Μαριάννα τι είναι τελικά; Μια ιδιότροπη κακομαθημένη γυναίκα ή ένα πλάσμα που διεκδικεί το δικαίωμά της να αγαπάει και όχι μόνο να αγαπιέται, να νιώσει πραγματική και όχι σύμβολο; Ο τίτλος του έργου μάλλον την αδικεί. Είναι μια νεαρή κοπέλα, παντρεμένη με τον Κλαύδιο, κατά πολλά χρόνια μεγαλύτερό της και δικαστή. Είναι αφιερωμένη στο συζυγικό της καθήκον και στην εκκλησία. Βαθιά μόνη, οι άντρες γύρω της την αντιμετωπίζουν ως αντικείμενο, πότε εξιδανίκευσης και πότε σαρκικής απόλαυσης. Η αγάπη λείπει από τη ζωή της και αυτή παίζει αυτάρεσκα,προσπαθώντας να νοιώσει ζωντανή.
Στοο τέλος της παράστασης η ομίχλη έχει διαλυθεί, όπως διαλύονται οι ψευδαισθήσεις και οι αυταπάτες του Οκτάβιου. Τα λόγια του Αλφρέ ντε Μυσσέ, που ακούγονται στην αρχή της παράστασης αφορούν τόσο την μεταλλαξη του Οκτάβιου, όσο και τις αναζητήσεις της εποχής μας: «Ολη η αρρώστια του αιώνα αυτού προέρχεται από δύο αιτίες· ο λαός που πέρασε τόσα και τόσα κουβαλάει στην καρδιά του δύο πληγές: Οτι εκείνο που ήταν δεν είναι πια κι εκείνο που θα ’ρθει δεν έχει φτάσει ακόμη. Μην αναζητάτε αλλού το μυστικό των δεινών μας»
Eνας κόσμος εκρηκτικός, βίαιος, ιλιγγιώδης, μηδενιστικός και λάγνος, ένας κόσμος όπου το πάθος αποτελεί τη μόνη πιθανότητα χαράς, ζωής και απόλαυσης, ένας κόσμος όπου η ανάγκη για αλήθεια παλεύει λυσσαλέα πριν την καταπιεί πλήρως η λήθη και η άρνηση. Κι όμως όσο σκοτεινά κι αν ακούγονται όλα αυτά, ο Μισέ, με τη λεπτή του προσωπική ειρωνεία, καταφέρνει να καθιστά τον κόσμο αυτό ανάλαφρο και παιγνιώδη, σαν ένα πρόσκαιρο μεθύσι, μια φαιδρή εξαπάτηση της σοβαροφάνειάς μας».
Τι σχέση μπορεί να έχουν, όμως, τα ήθη της εποχής του Μισέ με το σήμερα; Τι ομοιότητες μπορεί να βρει κανείς με τον έρωτα και την ηδονή τη σημερινή εποχή; Μα οι άνθρωποι και τα αισθήματα δεν αλλάζουν. Πάντα και παντού θα υπάρχουν ίδια συναισθήματα και ίδιες σχέσεις και ιστορίες. Ο έρωτας δεν θα πάψει ποτέ να είναι ο πιθανός επίγειος παράδεισος και η κόλαση για κάθε άνθρωπο. Τότε η υψηλή κοινωνία ερωτοτροπούσε από πλήξη, τώρα η αστική τάξη καταπιάνεται με το ίδιο σπορ από την ίδια ανία που δημιουργεί η απομάκρυνση και το απρόσωπο τοπίο του διαδικτύου.
Η ατμόσφαιρα που δημιουργεί ο σκηνοθέτης είναι βαριά, υποφωτισμένη, φορτωμένη με ποιητική αύρα και κρυμμένα συναισθήματα. Ισορροπεί εύστοχα ανάμεσα στον πνιγηρό ρομαντισμό και την έκλυτη ακολασία της εποχής, αφήνοντας μας την αίσθηση ενός διάχυτου αισθησιασμού και μιας μαγείας που μας παρασέρνει. O Γιώργος Παπαγεωργίου, εξαιρετικός Οκτάβιος, με την πνευματώδη ειρωνεία και την παιγνιώδη διάθεση του καλοθρεμμένου νέου, ισορροπεί με επιτυχία στις υποκριτικές αποχρώσεις του ρόλου του. Η υπέροχη Ηλιάννα Μαυρομάτη, με γλυκιά εκφραστικότητα και άψογη άρθρωση υποδύεται την απρόβλεπτη Μαριάννα. Η Ξένια Καλογεροπούλου,ο Ντένης Μακρής, ο Αλέξανδρο Χρυσανθόπουλος, ο Χρήστος Σαπουντζής, ο Παντελής Βασιλόπουλος και η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, δημιουργούν μία δεμένη ομάδα με χημεία και προσωπικότητα, της οποίας περισσεύει το ταλέντο και ο εκφραστικός πλούτος.. Εξαιρετικό το εύρημα -στην μέση της παράστασης- με τον καθρέφτισμα και την αντιστροφή των ρόλων που ερμηνεύουν ο Ντένης Μακρής και ο Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος, μάλιστα, σε κάθε παράσταση, άλλος ηθοποιός ξεκινά τον Σέλιο και καταλήγει ως Ορσίνι. Σωστοί και δουλεμένοι οι φωτισμοί, υπέροχα τα κοστούμια εποχής και τα σκηνικά, ατμοσφαιρική η μουσική.
Μετάφραση: Ξένια Καλογεροπούλου
Σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος
Δραματουργική συνεργασία: Μαριλένα Παναγιωτοπούλου
Σκηνικά: Ευαγγελία Θεριανού
Κοστούμια: Κλαίρ Μπρέσγουελ
Φωτισμοί: Σοφία Αλεξιάδου
Μουσικός Συνεργάτης: Κορνήλιος Σελαμσής
ηθοποιοί
Σιούτα: Ξένια Καλογεροπούλου
Μαριάννα: Ηλιάνα Μαυρομάτη
Σέλιο: (+Ορσίνι): Ντένης Μακρής/ Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος
Κλαύδιος: Χρήστος Σαπουντζής
Τίμπια: Παντελής Βασιλόπουλος
Οκτάβιος: Γιώργος Παπαγεωργίου
Ερμεία: Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου
Θέατρο «Πόρτα» Μεσογείων 59, Αθήνα, τηλ.: 210 77 11 333
Πέμπτη 9:15 μ.μ.
Παρασκευή 9:15 μ.μ.
Κυριακή 6:30 μ.μ.
Από 20/2: Και Σάββατο 21:15