Αυξάνει τη φωτοσύνθεση και την ανάπτυξη των δέντρων και των άλλων φυτών μετά τη βιομηχανική επανάσταση, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική έρευνα. Όπως εκτιμούν οι επιστήμονες, αν τα πράσινα φύλλα που προστέθηκαν λόγω των αυξημένων επιπέδων διοξειδίου στην ατμόσφαιρα, απλώνονταν στην επιφάνεια του πλανήτη μας, θα κάλυπταν μια έκταση διπλάσια από τις ΗΠΑ.
Παρόλο που η αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή, καταφέρνει να έχει και μια ιδιαίτερα θετική όψη, καθώς συμβάλλει σημαντικά στο να πρασινίσει τη Γη. Αυξάνει τη φωτοσύνθεση και την ανάπτυξη των δέντρων και των άλλων φυτών μετά τη βιομηχανική επανάσταση, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική έρευνα. Όπως εκτιμούν οι επιστήμονες, αν τα πράσινα φύλλα που προστέθηκαν λόγω των αυξημένων επιπέδων διοξειδίου στην ατμόσφαιρα, απλώνονταν στην επιφάνεια του πλανήτη μας, θα κάλυπταν μια έκταση διπλάσια από τις ΗΠΑ. Ωστόσο, επισήμαναν ότι η θετική αυτή πλευρά του διοξειδίου πιθανότατα μειώνεται με το πέρασμα του χρόνου και αντισταθμίζεται από τις αρνητικές επιπτώσεις στο κλίμα (άνοδος θερμοκρασίας και στάθμης θαλασσών, λίωσιμο πάγων, οξύνιση ωκεανών, περισσότερα ακραία καιρικά φαινόμενα κ.ά.).
Οι 32 ερευνητές από οκτώ χώρες, με επικεφαλής τον καθηγητή Ράνγκα Μινένι του Τμήματος Γεωεπιστημών και Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου της Βοστώνης, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στην επιθεώρηση Nature Climate Change. Η μελέτη, που βασίσθηκε στην ανάλυση στοιχείων 33 ετών από αμερικανικούς δορυφόρους, καθώς και στη μελέτη μοντέλων μέσω υπολογιστών, δείχνει διαχρονική αύξηση της τάξης του 25% έως 50% στο πράσινο της Γης. Η εξέλιξη αυτή επιβραδύνει την κλιματική αλλαγή, καθώς τα περισσότερα φυτά απορροφούν περισσότερο διοξείδιο από την ατμόσφαιρα. Μόνο το 4% του πλανήτη εμφανίζει απώλεια πρασίνου κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Εκτιμάται ότι το διοξείδιο είναι μακράν ο σημαντικότερος παράγων (σε ποσοστό 70%) για την ταχύτερη ανάπτυξη των φυτών στη Γη και ακολουθεί σε σπουδαιότητα (9%) η αύξηση του επιπέδου του αζώτου.
Οι 32 ερευνητές από οκτώ χώρες, με επικεφαλής τον καθηγητή Ράνγκα Μινένι του Τμήματος Γεωεπιστημών και Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου της Βοστώνης, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στην επιθεώρηση Nature Climate Change. Η μελέτη, που βασίσθηκε στην ανάλυση στοιχείων 33 ετών από αμερικανικούς δορυφόρους, καθώς και στη μελέτη μοντέλων μέσω υπολογιστών, δείχνει διαχρονική αύξηση της τάξης του 25% έως 50% στο πράσινο της Γης. Η εξέλιξη αυτή επιβραδύνει την κλιματική αλλαγή, καθώς τα περισσότερα φυτά απορροφούν περισσότερο διοξείδιο από την ατμόσφαιρα. Μόνο το 4% του πλανήτη εμφανίζει απώλεια πρασίνου κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Εκτιμάται ότι το διοξείδιο είναι μακράν ο σημαντικότερος παράγων (σε ποσοστό 70%) για την ταχύτερη ανάπτυξη των φυτών στη Γη και ακολουθεί σε σπουδαιότητα (9%) η αύξηση του επιπέδου του αζώτου.
Το επιχείρημα ότι το αυξημένο διοξείδιο πρασινίζει τον πλανήτη έχει χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν από τους σκεπτικιστές της κλιματικής αλλαγής. Η νέα μελέτη, που μάλιστα δείχνει ότι η θετική επίπτωση του διοξειδίου στα φυτά είναι μεγαλύτερη από ό,τι είχε εκτιμηθεί έως τώρα, αναμένεται να δώσει νέα τροφή στα επιχειρήματα τους.
Μείωση των εκπομπών
Την ίδια στιγμή, οι παγκόσμιες εκπομπές υδραργύρου από ανθρωπογενείς πηγές μειώθηκαν κατά 30% μεταξύ 1990 και 2010, σύμφωνα με νέα μελέτη διεθνούς επιστημονικής ομάδας. Οι ερευνητές από το Χάρβαρντ, το Πανεπιστήμιο του Πεκίνο, την Αμερικανική Γεωλογική Υπηρεσία, το Ινστιτούτο Χημείας Μαξ Πλανκ και το Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα υποστηρίζουν ότι τα αποτελέσματα της μελέτης τους αμφισβητούν παγιωμένες παραδοχές σχετικά με τις τάσεις των εκπομπών υδραργύρου. Ο υδράργυρος είναι ένα μεταλλικό στοιχείο που εγκυμονεί κινδύνους για το περιβάλλον για την υγεία, τόσο για την άγρια ζωή όσο και για τους ανθρώπους, όταν μετατρέπεται σε μεθυλυδράργυρο στα οικοσυστήματα.
Ο υδράργυρος μπορεί να μετατραπεί σε αέριες εκπομπές κατά τη διάρκεια διαφόρων βιομηχανικών δραστηριοτήτων, καθώς και φυσικών διαδικασιών όπως εκρήξεις ηφαιστείων. «Για χρόνια, οι ερευνητές δεν ήταν σε θέση να εξηγήσουν την αναντιστοιχία μεταξύ μείωσης της περιεκτικότητας του αέρα και αύξησης των εκτιμωμένων εκπομπών», όπως δήλωσε ο επικεφαλής της μελέτης Γιαντσού Ζανγκ, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Χάρβαρντ, τονίζοντας πως «Η δουλειά μας αποτελεί την πρώτη λεπτομερή ανάλυση για την εξήγηση της πτωτικής τάσης του ατμοσφαιρικού υδραργύρου». Η παρατηρούμενη μείωση του υδραργύρου στην ατμόσφαιρα ήταν πιο έντονη πάνω από τη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, όπου διάφοροι παράγοντες έχουν συμβάλει στη μείωση της συγκέντρωσης. Συγκεκριμένα, ο υδράργυρος έχει καταργηθεί σταδιακά από πολλά εμπορικά προϊόντα, οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής αφαιρούν τον υδράργυρο που προκύπτει από τον άνθρακα που καίγεται, ενώ πολλές μονάδες παραγωγής ενέργειας έχουν μεταβεί στο φυσικό αέριο και έχουν σταματήσει την καύση άνθρακα εξ ολοκλήρου, οδηγώντας στην περαιτέρω μείωση των εκπομπών υδραργύρου. Την ίδια στιγμή, οι προσπάθειες για την καταπολέμηση της όξινης βροχής οδήγησαν σε ελέγχους σε σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για τη μείωση των εκπομπών υποξειδίου του αζώτου και διοξειδίου του θείου. Αυτό οδήγησε έμμεσα επίσης στη μείωση των εκπομπών υδραργύρου. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εκπομπές υδραργύρου στην Ασία αυξήθηκαν μεταξύ 1990 και 2010, αλλά οι μειώσεις στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ήταν αρκετές για να αντισταθμίσουν τις ασιατικές αυξήσεις και να μειώσουν τις εκπομπές σε παγκόσμιο επίπεδο.
Φυσικά μνημεία
Η βιομηχανική δραστηριότητα, όπως η εξόρυξη και η υλοτομία, απειλεί σχεδόν τα μισά φυσικά Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς του πλανήτη, από το Μεγάλο Κοραλλιογενή Ύφαλο της Αυστραλίας ως τα νησιά Γκαλαπάγκος του Ισημερινού, σύμφωνα με την περιβαλλοντική οργάνωση WWF. Οι αξιωματούχοι της WWF κάλεσαν τη βιομηχανία να υπακούσει τις εκκλήσεις των Ηνωμένων Εθνών και να σταματήσει κάθε σχετική δραστηριότητα κοντά στις περιοχές με μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς, από την εξερεύνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου, ως την εξόρυξη, την αλιεία και την υλοτομία. Συνολικά 114 από τα 229 μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς σε όλο τον κόσμο, που τους έχει αποδοθεί ο τίτλος για τη φυσική τους ομορφιά ή για το χαρακτηριστικό τους μείγμα φύσης και πολιτισμού, όπως το Μάτσου Πίτσου στο Περού, βρίσκονται υπό απειλή, σύμφωνα με τη μελέτη της WWF. Τα ευρήματα της WWF είναι πολύ περισσότερα από τις μόλις 18 φυσικές περιοχές που έχει χαρακτηρίσει ότι βρίσκονται υπό σοβαρό κίνδυνο η Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Ο Μεχτίλντ Ροσλέρ, διευθυντής του Κέντρου Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO στο Παρίσι, δήλωσε ότι η UNSECO δέχεται με ικανοποίηση τέτοιες μη κυβερνητικές εκθέσεις, καθώς προσφέρουν βοήθεια στο κοινό και τους φορείς, όσον αφορά την ευαισθητοποίηση των κινδύνων.
Ορισμένες εταιρείες έχουν εισακούσει τις επανειλημμένες εκκλήσεις του ΟΗΕ, όπως το Διεθνές Συμβούλιο Εξόρυξης και Μετάλλων, που συμφώνησε το 2003 να απομακρυνθεί από τα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς, αντιπροσωπεύοντας μεγάλες εταιρείες του χώρου. Συγκεκριμένες εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπως η Total και η Shell, έχουν κάνει παρόμοιες δεσμεύσεις, αλλά από αυτόν τον τομέα λείπει η συνολική οργανωμένη προσέγγιση, αναφέρει ο Ροσλέρ. Σύμφωνα με την έκθεση της WWF, περισσότεροι από 11 εκατομμύρια άνθρωποι εξαρτώνται από τους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς για τροφή, νερό, στέγη και ιατρική περίθαλψη. Εξάλλου, τα μνημεία αυτά δημιουργούν πολλές θέσεις εργασίας, κυρίως στον τομέα του τουρισμού.
Μείωση των εκπομπών
Την ίδια στιγμή, οι παγκόσμιες εκπομπές υδραργύρου από ανθρωπογενείς πηγές μειώθηκαν κατά 30% μεταξύ 1990 και 2010, σύμφωνα με νέα μελέτη διεθνούς επιστημονικής ομάδας. Οι ερευνητές από το Χάρβαρντ, το Πανεπιστήμιο του Πεκίνο, την Αμερικανική Γεωλογική Υπηρεσία, το Ινστιτούτο Χημείας Μαξ Πλανκ και το Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα υποστηρίζουν ότι τα αποτελέσματα της μελέτης τους αμφισβητούν παγιωμένες παραδοχές σχετικά με τις τάσεις των εκπομπών υδραργύρου. Ο υδράργυρος είναι ένα μεταλλικό στοιχείο που εγκυμονεί κινδύνους για το περιβάλλον για την υγεία, τόσο για την άγρια ζωή όσο και για τους ανθρώπους, όταν μετατρέπεται σε μεθυλυδράργυρο στα οικοσυστήματα.
Ο υδράργυρος μπορεί να μετατραπεί σε αέριες εκπομπές κατά τη διάρκεια διαφόρων βιομηχανικών δραστηριοτήτων, καθώς και φυσικών διαδικασιών όπως εκρήξεις ηφαιστείων. «Για χρόνια, οι ερευνητές δεν ήταν σε θέση να εξηγήσουν την αναντιστοιχία μεταξύ μείωσης της περιεκτικότητας του αέρα και αύξησης των εκτιμωμένων εκπομπών», όπως δήλωσε ο επικεφαλής της μελέτης Γιαντσού Ζανγκ, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Χάρβαρντ, τονίζοντας πως «Η δουλειά μας αποτελεί την πρώτη λεπτομερή ανάλυση για την εξήγηση της πτωτικής τάσης του ατμοσφαιρικού υδραργύρου». Η παρατηρούμενη μείωση του υδραργύρου στην ατμόσφαιρα ήταν πιο έντονη πάνω από τη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, όπου διάφοροι παράγοντες έχουν συμβάλει στη μείωση της συγκέντρωσης. Συγκεκριμένα, ο υδράργυρος έχει καταργηθεί σταδιακά από πολλά εμπορικά προϊόντα, οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής αφαιρούν τον υδράργυρο που προκύπτει από τον άνθρακα που καίγεται, ενώ πολλές μονάδες παραγωγής ενέργειας έχουν μεταβεί στο φυσικό αέριο και έχουν σταματήσει την καύση άνθρακα εξ ολοκλήρου, οδηγώντας στην περαιτέρω μείωση των εκπομπών υδραργύρου. Την ίδια στιγμή, οι προσπάθειες για την καταπολέμηση της όξινης βροχής οδήγησαν σε ελέγχους σε σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για τη μείωση των εκπομπών υποξειδίου του αζώτου και διοξειδίου του θείου. Αυτό οδήγησε έμμεσα επίσης στη μείωση των εκπομπών υδραργύρου. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εκπομπές υδραργύρου στην Ασία αυξήθηκαν μεταξύ 1990 και 2010, αλλά οι μειώσεις στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ήταν αρκετές για να αντισταθμίσουν τις ασιατικές αυξήσεις και να μειώσουν τις εκπομπές σε παγκόσμιο επίπεδο.
Φυσικά μνημεία
Η βιομηχανική δραστηριότητα, όπως η εξόρυξη και η υλοτομία, απειλεί σχεδόν τα μισά φυσικά Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς του πλανήτη, από το Μεγάλο Κοραλλιογενή Ύφαλο της Αυστραλίας ως τα νησιά Γκαλαπάγκος του Ισημερινού, σύμφωνα με την περιβαλλοντική οργάνωση WWF. Οι αξιωματούχοι της WWF κάλεσαν τη βιομηχανία να υπακούσει τις εκκλήσεις των Ηνωμένων Εθνών και να σταματήσει κάθε σχετική δραστηριότητα κοντά στις περιοχές με μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς, από την εξερεύνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου, ως την εξόρυξη, την αλιεία και την υλοτομία. Συνολικά 114 από τα 229 μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς σε όλο τον κόσμο, που τους έχει αποδοθεί ο τίτλος για τη φυσική τους ομορφιά ή για το χαρακτηριστικό τους μείγμα φύσης και πολιτισμού, όπως το Μάτσου Πίτσου στο Περού, βρίσκονται υπό απειλή, σύμφωνα με τη μελέτη της WWF. Τα ευρήματα της WWF είναι πολύ περισσότερα από τις μόλις 18 φυσικές περιοχές που έχει χαρακτηρίσει ότι βρίσκονται υπό σοβαρό κίνδυνο η Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Ο Μεχτίλντ Ροσλέρ, διευθυντής του Κέντρου Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO στο Παρίσι, δήλωσε ότι η UNSECO δέχεται με ικανοποίηση τέτοιες μη κυβερνητικές εκθέσεις, καθώς προσφέρουν βοήθεια στο κοινό και τους φορείς, όσον αφορά την ευαισθητοποίηση των κινδύνων.
Ορισμένες εταιρείες έχουν εισακούσει τις επανειλημμένες εκκλήσεις του ΟΗΕ, όπως το Διεθνές Συμβούλιο Εξόρυξης και Μετάλλων, που συμφώνησε το 2003 να απομακρυνθεί από τα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς, αντιπροσωπεύοντας μεγάλες εταιρείες του χώρου. Συγκεκριμένες εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπως η Total και η Shell, έχουν κάνει παρόμοιες δεσμεύσεις, αλλά από αυτόν τον τομέα λείπει η συνολική οργανωμένη προσέγγιση, αναφέρει ο Ροσλέρ. Σύμφωνα με την έκθεση της WWF, περισσότεροι από 11 εκατομμύρια άνθρωποι εξαρτώνται από τους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς για τροφή, νερό, στέγη και ιατρική περίθαλψη. Εξάλλου, τα μνημεία αυτά δημιουργούν πολλές θέσεις εργασίας, κυρίως στον τομέα του τουρισμού.