Ο Τζον Μάλκοβιτς γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1953 στο Μπέντον του Ιλινόις. Ο πατέρας του, γιος γιουγκοσλάβων μεταναστών διατελεί επί σειρά ετών εκδότης και διευθυντής της Υπηρεσίας για την Προστασία του Περιβάλλοντος . Ο νεαρός Τζον σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις αρχικά κοινωνιολογία και μουσική, εν συνεχεία τη σχεδόν έμφυτη εμμονή του, το θέατρο. Αυτά τα πρώτα χρόνια πειραματισμού και επαγγελματικής διερεύνησης συμπίπτουν με την ίδρυση της δικής του θεατρικής ομάδας, με επικεφαλής τον ίδιο και τον Γκάρι Σινίζ. Το όνομα αυτής «Steppenwolf» («Ο λύκος της στέπας»), εκ του ομωνύμου έργου του Χέρμαν Εσε. Η πρώτη στέγη της θα είναι το 1976, ένα ζοφερό υπόγειο μιας εκκλησίας το ενοίκιο δεν ξεπερνά τα δέκα δολάρια. Το 1982 η «Steppenwolf» είναι πλέον έτοιμη να επιτεθεί στο κοπάδι. Το «True West» του Σαμ Σέπαρντ ταξιδεύει στη Νέα Υόρκη και ο Μάλκοβιτς κερδίζει το βραβείο Obie. Η αρχή έχει πλέον γίνει. Λίγους μήνες αργότερα δέχεται ταυτόχρονα πρόταση να παίξει τον Μπιφ στον «Θάνατο του εμποράκου» (με συμπρωταγωνιστή τον Ντάστιν Χόφμαν) και στο κινηματογραφικό «Μια θέση στην καρδιά» του Ρόμπερτ Μπέντον. Στην αρχή θα προτιμήσει όπως θα γίνει άλλωστε μόνιμη τακτική του στο μέλλον το θεατρικό από την ταινία. Ο Χόφμαν όμως τον παρέσυρε στο σελιλόιντ: διαθέτει το πιο πειστικό επιχείρημα αφού η δική του εμπειρία με τον Μπέντον στο «Κράμερ εναντίον Κράμερ» τού χάρισε ένα απαστράπτον αγαλματάκι της Αμερικανικής Ακαδημίας. Ο ρόλος του τυφλού κ. Γουίλ στο «Μια θέση στην καρδιά» (δίπλα στη Σάλι Φιλντ) θα αποσπάσει τις πρώτες ευνοϊκές κριτικές ενώ ο ίδιος επιμένει να περιφρονεί οτιδήποτε γράφεται γι' αυτόν στον διεθνή Τύπο.
«Στην Αμερική, όταν είσαι ηθοποιός, δεν έχεις πολλά περιθώρια. Αν δεν μπορούν να
σε πουλήσουν ως σταρ, δεν έχεις καμία απολύτως ελπίδα. Και εγώ είμαι τα πάντα εκτός από σταρ».
σε πουλήσουν ως σταρ, δεν έχεις καμία απολύτως ελπίδα. Και εγώ είμαι τα πάντα εκτός από σταρ».
Η σχετική δυσπιστία του για την οθόνη δεν θα τον απομακρύνει από τις «Κραυγές στη σιωπή» (1984), ενώ ακολουθεί ένα διάλειμμα με το off-Broadway ανέβασμα του «Balm in the Gilead», υπό την σκηνοθετική καθοδήγηση του Λάνφορντ Γουίλσον. Τα βραβεία και πάλι πέφτουν βροχή. Η αμέσως επόμενη κινηματογραφική του εμπειρία, η «Ελένη», βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Νίκου Γκατζογιάννη, θα είναι μάλλον τραυματική: «Γι' αυτήν έχω σίγουρα μετανιώσει. Ηταν κακή ταινία. Και εγώ είμαι πολύ κακός» (σ.σ. αναφορικά πάντως με το συνοδευτικό των γυρισμάτων ταξίδι του στην Ελλάδα, θα μιλήσει επανειλημμένως για τον θόρυβο της πρωτεύουσας!). Η αποτυχία της «Ελένης» θα προβληματίσει τους σκηνοθέτες που έχουν από καιρό διαγνώσει στο πρόσωπό του τον επόμενο Μπράντο. Επιστρέφοντας στην Ανατολική Ακτή υποδύεται τον τηλεοπτικό αυτή τη φορά Μπιφ, ενώ ο ίδιος ο Αρθουρ Μίλερ δηλώνει έκπληκτος από την ποιητική διάσταση που θα δώσει στον ρόλο. Το Εμι είναι και αυτό δικό του. Το 1987 η Σούζαν Σέιντελμαν του παραχωρεί αισίως τον πρώτο κωμικό και δη διττό ρόλο του στο «Making Mr Right»: ως ο τρελός επιστήμων και ως το υπερσεξουαλικό ρομπότ του. Ο ίδιος δηλώνει ευγνώμων: «Αυτός ο ρόλος ήταν ίσως πολύ πιο κοντά στον τρόπο που αντιμετωπίζω τον εαυτό μου από το άλλο, το σοβαρό ρεπερτόριό μου». Η Τζόαν Γούντγουορντ τον καλεί στον δικό της «Γυάλινο κόσμο» (1987): ο ρόλος του αυτοβιογραφικού Τομ θα επισκιάσει ίσως για πρώτη φορά στο έργο του Τενεσί Γουίλιαμς τους κυρίαρχους γυναικείους χαρακτήρες. Η χρονιά θα κλείσει με τη συνάντησή του με τον Στίβεν Σπίλμπεργκ και τη βασισμένη στο βιβλίο του Μπάλαρντ «Αυτοκρατορία του ήλιου». Το Χόλιγουντ έχει αρχίσει να τον ανακαλύπτει, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με το κοινό. Θα χρειαστεί να υποκύψει, ένα χρόνο αργότερα, στις «Επικίνδυνες σχέσεις» του Στίβεν Φρίαρς. Την ευθύνη για το κάστινγκ φέρει ο Κρίστοφερ Χάμπτον, συγγραφέας του αυθεντικού θεατρικού. Η... ερπετοειδής γοητεία του Βαλμόν, δίπλα στην αντίστοιχη της Μαρκησίας ντε Μερτέιγ, δηλαδή της Γκλεν Κλόουζ, θα αυξήσει κατακόρυφα τις συνδρομές στο φαν κλαμπ του. Το αδίστακτο βλέμμα και η απαλή, λίαν ύπουλη φωνή δεν θα σαγηνεύσουν μόνο την Ούμα Θέρμαν και τη Μισέλ Πφάιφερ αλλά και τις λοιπές καλλιπάρειες νεαρές του πλανήτη.
Για αρκετό καιρό θα αρνείται προτάσεις: οι κακές γλώσσες αποδίδουν την απροθυμία του στο επικείμενο τέλος του γάμου του με την Γκλεν Χέντλι, στο οποίο θα συμβάλει και το εκτός σετ ειδύλλιό του με την Πφάιφερ. Το «Τσάι στη Σαχάρα» (1989) δεν θα έχει την τύχη που αρμόζει σε ένα έπος Μπερτολούτσι. Η συνεχής ζήτησή του από τα μεγάλα στούντιο θα τον εγκλωβίσει στο στερεότυπο του αμφιβόλου σεξουαλικής ορθότητας καρδιοκατακτητή («Το αντικείμενο της ομορφιάς» (1991) & το «Πορτρέτο μιας κυρίας» (1996). Θα υπάρξουν βέβαια τα φωτεινά διαλείμματα («Η δεύτερη ευκαιρία» το 1993 θα του χαρίσει μία ακόμη υποψηφιότητα για Οσκαρ), οι ανώδυνοι ρόλοι γκεστ σταρ («Σκιές και ομίχλη», «Πέρα από τα σύννεφα», «Τζένιφερ 8») και τα απανωτά στοιχήματα υποκριτικής που επιμένει να βάζει με τον εαυτό του («Ανθρωποι και ποντίκια», «Μαίρη Ράιλι», όπου υποδύεται και τον δόκτορα Τζέκιλ και τον κύριο Χάιντ). Οπως ομολογεί χαριτολογώντας ο ίδιος, η σταδιακή απώλεια του τριχωτού της κεφαλής του θα τον αποδεσμεύσει πλέον από τους ρόλους εκκεντρικού ζεν πρεμιέ. Η δεύτερη σύζυγός του ονόματι Νικολέτα Πέιραν, βοηθός του Μπερτολούτσι διαθέτει διδακτορικό στις Ανατολικές Σπουδές και δεν παραλείπει να εκφράσει την περιφρόνησή της για τα παρασκήνια της Εβδομης Τέχνης. Με το «Con Air Απόδραση στον αέρα», δίπλα στους Νίκολας Κέιτζ και Τζον Κιούζακ, επιστρέφει με μια περιπέτεια καθαρά χολιγουντιανών προδιαγραφών. Μαζί με τους Αϊρονς, Ντεπαρντιέ και Ντι Κάπριο μεταφέρει στην οθόνη τους «Τρεις σωματοφύλακες» του Αλέξανδρου Δουμά, ενώ σκηνοθετεί ήδη τις δύο δικές του ταινίες «The dancer upstairs» και «The libertine». Ο κύριος με το λινό κοστούμι δηλώνει εν γένει ικανοποιημένος με τις προσφορές που του κάνουν οι σόου μπίζνες: «Χαίρομαι να γυρίζω ευρωπαϊκές ταινίες για ψίχουλα. Χαίρομαι να μετάσχω σε θεατρικές παραγωγές για 300 δολάρια την εβδομάδα, όπως χαίρομαι να βγάζω εκατομμύρια δολάρια γυρίζοντας ταινίες με μεγάλα στούντιο. Θα έλεγα ότι σε γενικές γραμμές είμαι ένας χαρούμενος άνθρωπος».
Με τα δικά του λόγια
Για τη δική του θητεία ως σκηνοθέτη
Είναι πολύ πιθανό να έχω κάπως φασιστική συμπεριφορά, ελπίζω όχι ιδιαίτερα δυσάρεστη.
Για την τριχόπτωση εν γένει
Για πολύ καιρό υποδυόμουν αποκλειστικά χαρακτήρες τύπου Τζέιμς Ντιν. Θα έλεγα ότι μάλλον ένιωσα ανακούφιση όταν άρχισαν να πέφτουν τα μαλλιά μου και έπαψα να παίρνω τέτοιους ρόλους.
Για την κριτική
Εχω να διαβάσω κριτική θεάτρου πάνω από μία δεκαετία. Δεν διαβάζω ποτέ τίποτε για μένα.
Για τη φιλμογραφία του
Εχω μετανιώσει σχεδόν για όλες τις ταινίες που έχω γυρίσει, εκτός ίσως από δύο - τρεις: «Επικίνδυνες σχέσεις», «Μια θέση στην καρδιά» και «Κραυγές στη σιωπή». Αυτό που παραμένει παράδοξο στην τέχνη του κινηματογράφου είναι ότι ανεξάρτητα με το ποιον συνεργάζεσαι είτε είναι ο Ντάστιν Χόφμαν είτε ο Ντέιβιντ Λιντς , το αποτέλεσμα δεν είναι ποτέ το προσδοκώμενο. Η αποτυχία αποτελεί και αυτή αναπόσπαστο κομμάτι της κινηματογραφικής εμπειρίας. Αν αναλογιστεί κανείς ότι ο μεγαλύτερος μπασκετμπολίστας στον κόσμο, ο Μάικλ Τζόρνταν, πετυχαίνει μία στις δύο βολές, δεν μπορεί παρά να προβληματιστεί σχετικά με τη φύση της αποτυχίας και της επιτυχίας. Ενδιαφέρομαι περισσότερο για τη διαδικασία παρά για το αποτέλεσμα.
Για τα φαινόμενα που απατούν
Ρεαλισμός δεν είναι πάντα αυτό που φαίνεται. Μια μέρα συνάντησα στον δρόμο μια τυφλή. Κανένας ποτέ δεν με είχε κοιτάξει τόσο έντονα μέσα στα μάτια. Κανένας δεν έμοιαζε λιγότερο τυφλός από εκείνη τη γυναίκα.
Για τη σύντροφό του
Την γνώρισα στα γυρίσματα της ταινίας «Τσάι στη Σαχάρα», ήταν βοηθός του Μπερτολούτσι. Δεν τρέφει και μεγάλη εκτίμηση για τον κόσμο του κινηματογράφου. Την ενδιαφέρει πολύ περισσότερο το θέατρο.
Για την απατηλή οθόνη
Θα γνωρίζετε το γελοίο αυτό κλισέ, ότι ο φακός δεν λέει ποτέ ψέματα. Και ο πιο ηλίθιος όμως είναι σε θέση να καταλάβει ότι ο φακός κάνει αυτό και μόνο αυτό: ψεύδεται. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που κατασκευάστηκε από τον άνθρωπο. Είναι παράξενος ο κινηματογράφος. Μπορεί να είσαι έτοιμος να τραβήξεις από τα μαλλιά ή να φτύσεις κατάμουτρα τον βλάκα που παίζει απέναντί σου και τελικά να μη φαίνεται τίποτε από όλα αυτά στην οθόνη.
Για τους ιδανικούς συνεργάτες
Ηθελα πάντα να δουλέψω με τον Κισλόφσκι. Οπως και με τον Λουί Μαλ. Μου είχε ζητήσει να παίξω στην τελευταία του ταινία, αλλά είχα αρνηθεί. Τον ήξερα πολύ καλά. Τα λέγαμε συχνά. Ηταν εξαιρετικά ευφυής. Θα ήθελα ακόμη να είχα συνεργαστεί με τους Φελίνι, Μπέργκμαν, Ντέιβιντ Λιν, Κάρολ Ριντ. Κυρίως όμως με τον Φελίνι.
Για τη δική του θητεία ως σκηνοθέτη
Είναι πολύ πιθανό να έχω κάπως φασιστική συμπεριφορά, ελπίζω όχι ιδιαίτερα δυσάρεστη.
Για την τριχόπτωση εν γένει
Για πολύ καιρό υποδυόμουν αποκλειστικά χαρακτήρες τύπου Τζέιμς Ντιν. Θα έλεγα ότι μάλλον ένιωσα ανακούφιση όταν άρχισαν να πέφτουν τα μαλλιά μου και έπαψα να παίρνω τέτοιους ρόλους.
Για την κριτική
Εχω να διαβάσω κριτική θεάτρου πάνω από μία δεκαετία. Δεν διαβάζω ποτέ τίποτε για μένα.
Για τη φιλμογραφία του
Εχω μετανιώσει σχεδόν για όλες τις ταινίες που έχω γυρίσει, εκτός ίσως από δύο - τρεις: «Επικίνδυνες σχέσεις», «Μια θέση στην καρδιά» και «Κραυγές στη σιωπή». Αυτό που παραμένει παράδοξο στην τέχνη του κινηματογράφου είναι ότι ανεξάρτητα με το ποιον συνεργάζεσαι είτε είναι ο Ντάστιν Χόφμαν είτε ο Ντέιβιντ Λιντς , το αποτέλεσμα δεν είναι ποτέ το προσδοκώμενο. Η αποτυχία αποτελεί και αυτή αναπόσπαστο κομμάτι της κινηματογραφικής εμπειρίας. Αν αναλογιστεί κανείς ότι ο μεγαλύτερος μπασκετμπολίστας στον κόσμο, ο Μάικλ Τζόρνταν, πετυχαίνει μία στις δύο βολές, δεν μπορεί παρά να προβληματιστεί σχετικά με τη φύση της αποτυχίας και της επιτυχίας. Ενδιαφέρομαι περισσότερο για τη διαδικασία παρά για το αποτέλεσμα.
Για τα φαινόμενα που απατούν
Ρεαλισμός δεν είναι πάντα αυτό που φαίνεται. Μια μέρα συνάντησα στον δρόμο μια τυφλή. Κανένας ποτέ δεν με είχε κοιτάξει τόσο έντονα μέσα στα μάτια. Κανένας δεν έμοιαζε λιγότερο τυφλός από εκείνη τη γυναίκα.
Για τη σύντροφό του
Την γνώρισα στα γυρίσματα της ταινίας «Τσάι στη Σαχάρα», ήταν βοηθός του Μπερτολούτσι. Δεν τρέφει και μεγάλη εκτίμηση για τον κόσμο του κινηματογράφου. Την ενδιαφέρει πολύ περισσότερο το θέατρο.
Για την απατηλή οθόνη
Θα γνωρίζετε το γελοίο αυτό κλισέ, ότι ο φακός δεν λέει ποτέ ψέματα. Και ο πιο ηλίθιος όμως είναι σε θέση να καταλάβει ότι ο φακός κάνει αυτό και μόνο αυτό: ψεύδεται. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που κατασκευάστηκε από τον άνθρωπο. Είναι παράξενος ο κινηματογράφος. Μπορεί να είσαι έτοιμος να τραβήξεις από τα μαλλιά ή να φτύσεις κατάμουτρα τον βλάκα που παίζει απέναντί σου και τελικά να μη φαίνεται τίποτε από όλα αυτά στην οθόνη.
Για τους ιδανικούς συνεργάτες
Ηθελα πάντα να δουλέψω με τον Κισλόφσκι. Οπως και με τον Λουί Μαλ. Μου είχε ζητήσει να παίξω στην τελευταία του ταινία, αλλά είχα αρνηθεί. Τον ήξερα πολύ καλά. Τα λέγαμε συχνά. Ηταν εξαιρετικά ευφυής. Θα ήθελα ακόμη να είχα συνεργαστεί με τους Φελίνι, Μπέργκμαν, Ντέιβιντ Λιν, Κάρολ Ριντ. Κυρίως όμως με τον Φελίνι.
''100 χρόνια: Η ταινία που δεν θα δείτε ποτέ''.
Και είναι το μόνο σίγουρο, καθώς η συγκεκριμένη ταινία σκηνοθεσίας Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ με πρωταγωνιστή τον Τζον Μάλκοβιτς ,θα κάνει πρεμιέρα στις 18 Νοεμβρίου του 2115! Μέχρι τότε θα βρίσκεται ερμητικά κλειδωμένη σε μια ειδική θυρίδα, η οποία θα ανοίξει αυτόματα μόλις συμπληρωθούν 100 χρόνια. Πρόκειται για μια ταινία η οποία θα δίνει στις επόμενες γενιές μια εικόνα ...του πώς νομίζουμε ότι θα μοιάζει το μέλλον. Ο Τζόν Μάλκοβιτς δήλωσε :''Είναι ένα απίστευτα high tech, πέρα από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές όραμα για τον κόσμο, με σύνθημα την επιστροφή στη φύση, αλλά και ένα ρετρό μέλλον, όπως το είχαν φανταστεί οι πρωτοπόροι της επιστημονικής φαντασίας τις δεκαετίες του 1940 και του 1950''. Η επιλογή των ειδικών καλεσμένων -1.000 συνολικά- θα γίνει μέσα στην εβδομάδα και οι προσκλήσεις που θα σταλούν ,θα είναι μεταλλικές , ώστε να αντέξουν στο χρόνο και να περάσουν στα χέρια των απογόνων τους. Επίσης ,μη φανταστείτε πως οι καλεσμένοι θα παρακολουθήσουν την ταινία σε κάποια κινηματογραφική αίθουσα .. Έχει προγραμματιστεί να τους σταλεί ανήμερα της πρεμιέρας , ένα δέμα που θα περιέχει την ταινία ,αλλά και έναν ειδικό προβολέα για να τη δουν . Απολαύστε τουλάχιστον το trailer....
Και είναι το μόνο σίγουρο, καθώς η συγκεκριμένη ταινία σκηνοθεσίας Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ με πρωταγωνιστή τον Τζον Μάλκοβιτς ,θα κάνει πρεμιέρα στις 18 Νοεμβρίου του 2115! Μέχρι τότε θα βρίσκεται ερμητικά κλειδωμένη σε μια ειδική θυρίδα, η οποία θα ανοίξει αυτόματα μόλις συμπληρωθούν 100 χρόνια. Πρόκειται για μια ταινία η οποία θα δίνει στις επόμενες γενιές μια εικόνα ...του πώς νομίζουμε ότι θα μοιάζει το μέλλον. Ο Τζόν Μάλκοβιτς δήλωσε :''Είναι ένα απίστευτα high tech, πέρα από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές όραμα για τον κόσμο, με σύνθημα την επιστροφή στη φύση, αλλά και ένα ρετρό μέλλον, όπως το είχαν φανταστεί οι πρωτοπόροι της επιστημονικής φαντασίας τις δεκαετίες του 1940 και του 1950''. Η επιλογή των ειδικών καλεσμένων -1.000 συνολικά- θα γίνει μέσα στην εβδομάδα και οι προσκλήσεις που θα σταλούν ,θα είναι μεταλλικές , ώστε να αντέξουν στο χρόνο και να περάσουν στα χέρια των απογόνων τους. Επίσης ,μη φανταστείτε πως οι καλεσμένοι θα παρακολουθήσουν την ταινία σε κάποια κινηματογραφική αίθουσα .. Έχει προγραμματιστεί να τους σταλεί ανήμερα της πρεμιέρας , ένα δέμα που θα περιέχει την ταινία ,αλλά και έναν ειδικό προβολέα για να τη δουν . Απολαύστε τουλάχιστον το trailer....
Εγινε το «πρόσωπο» στην αναπαράσταση 35 ιστορικών φωτογραφιών.
Ο σημαντικός ηθοποιός έγινε πρωταγωνιστής ένα φωτογραφικού πρότζεκτ,
δημιουργώντας εκ νέου, με εξαιρετική ακρίβεια εμβληματικές φωτογραφίες.
Μόνο που τώρα το πρόσωπο είναι ο ίδιος ο Μάλκοβιτς.
Ο σημαντικός ηθοποιός έγινε πρωταγωνιστής ένα φωτογραφικού πρότζεκτ,
δημιουργώντας εκ νέου, με εξαιρετική ακρίβεια εμβληματικές φωτογραφίες.
Μόνο που τώρα το πρόσωπο είναι ο ίδιος ο Μάλκοβιτς.