«Υπήρξαν στιγμές που δεν ένιωθα ότι ανήκω σε αυτόν εδώ τον κόσμο. Που δεν με ένοιαζε αν θα είμαι εδώ ή όχι και η σχέση μου με το να ανήκω στη Γη δεν ήταν τόσο έντονη. Τώρα υπάρχει ένταση. Τώρα ξέρω πως θέλω να είμαι εδώ.»
Αν και είναι γνωστή ως το «καμάρι» της Αυστραλίας, η Νικόλ Κίντμαν στην πραγματικότητα γεννήθηκε στη Χονολουλού στις 20 Ιουνίου το 1967 από Αυστραλούς γονείς. Ο πατέρας της είναι βιοχημικός, κλινικός ψυχολόγος και συγγραφέας, ενώ η μητέρα της εκπαιδεύτρια νοσοκόμων, που ταυτόχρονα επιμελείται τα βιβλία του πατέρα της. Και οι δύο λάμβαναν μέρος σε διαδηλώσεις ενάντια στον πόλεμο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 κι ενώ ζούσαν στην Ουάσιγκτον DC. Επέστρεψαν στην Αυστραλία όταν η Νικόλ ήταν μόλις τεσσάρων, η οποία δεν άργησε βέβαια να δείξει το ταλέντο της στην υποκριτική με τις σχολικές παραστάσεις που συμμετείχε, αν και ήταν πολύ ντροπαλή, τόσο που πολλές φορές τραύλιζε. Στα 16 παράτησε το σχολείο κι έκανε το ντεμπούτο της με το «Bush Christmas», ενώ συμμετείχε και σε διάφορες τηλεοπτικές σειρές, ξεκινώντας σπουδές στην υποκριτική. Στα 17 της, τα άσχημα νέα ότι η μητέρα της πάσχει από καρκίνο του μαστού την ανάγκασε να αφήσει για λίγο τις σπουδές της, και να δουλέψει σαν μασέζ προκειμένου να προσφέρει στην οικογένειά της. Σπούδασε στο Βικτωριανό Κολλέγιο Τεχνών της Μελβούρνης και στο Phillip Street Theatre στο Σίδνεϊ με την Ναόμι Γουότς, με την οποία πήγαιναν στο ίδιο Λύκειο. Συνέχισε τις σπουδές της στο Θέατρο Νέων της Αυστραλίας, μελετώντας υποκριτική και ήδη είχε ξεκινήσει την καριέρα της. Μέσα στη δεκαετία του ’80 και ιδίως στα μέσα, αρχίζει να γίνεται πιο γνωστή, μετά από διάφορους ρόλους σε ταινίες, όπως το «BMX Bandits», το «Watch the shadows dance» και την αισθηματική κομεντί «Windrider», ενώ βρέθηκε σε πολλές τηλεοπτικές σειρές, εκπομπές και ταινίες της αυστραλέζικης τηλεόρασης. To ’88, το «Emerald city» της χάρισε μια υποψηφιότητα βραβείου β’ γυναικείου ρόλου του Ινστιτούτου Κινηματογράφου της Αυστραλίας, ενώ το ’89 τη βρίσκουμε στο «Dead calm» με τον Σαμ Νιλ και τον Μπίλι Ζέιν, λίγο πριν βρεθεί στο πλευρό του Τομ Κρουζ, στις «Μέρες κεραυνού».Τον Δεκέμβριο του ’90, η Κίντμαν και ο Κρουζ παντρεύονται και αποτελούν το ζευγάρι της δεκαετίας, παίρνοντας διαζύγιο το 2001 κι ενώ έχουν υιοθετήσει δύο παιδιά.
«Νόμιζα ότι η ζωή μας ήταν τέλεια. Δεν το πίστευα όταν μου είπε να χωρίσουμε. Μου πήρε χρόνια να επουλώσω τις πληγές μου. Ήταν ένα μεγάλο σοκ» σχολιάζει η δημοφιλής ηθοποιός για τον γάμο της με τον Τομ Κρουζ. Η σταρ παντρεύτηκε τον Κρουζ σε ηλικία μόλις 23 χρόνων, μια επιλογή που μάλλον της στοίχισε. «Είχα εμμονή με τον Τομ, για χάρη του θα έφτανα μέχρι το τέλος του κόσμου. Πλέον, καθώς κοιτάζω πίσω, συνειδητοποιώ πως ήμουν τόσο αφελής και παρορμητική. Πηγαίναμε στα Όσκαρ και σκεφτόμουν πως είμαι εκεί για να τον υποστηρίξω... Ένιωθα πως η δουλειά μου ήταν να φορέσω ένα όμορφο φόρεμα για να με δουν, αλλά όχι για να με ακούσουν».
Το ’92 την βρίσκουμε και πάλι να συμπρωταγωνιστεί με τον Τομ Κρουζ στο «Far and away» του Ρον Χάουαρντ, κερδίζοντας μια υποψηφιότητα μαζί με τον Κρουζ για Mtv award, ως καλύτερο τηλεοπτικό ζευγάρι, ενώ επόμενη σημαντική ταινία στην πορεία της αποτελεί η κομεντί «Έτοιμη για όλα» του Γκας Βαν Σαντ, με τον Ματ Ντίλον και τον Χοακίν Φοίνιξ. Ο ρόλος της ως φιλόδοξη επαρχιωτοπούλα που θέλει να γίνει διάσημη δημοσιογράφος της αμερικάνικης τηλεόρασης, της χαρίζει Χρυσή Σφαίρα, μεταξύ άλλων βραβείων και υποψηφιοτήτων. Την ίδια χρονιά, την βρίσκουμε στο «Batman forever», μαζί με τον Βαλ Κίλμερ, τον Τόμι Λι Τζόουνς και τον Τζιμ Κάρεϊ και το 1996 στο «Πορτραίτο μιας κυρίας» σε μια ταινία εποχής με τον Τζον Μάλκοβιτς και τη Μπάρμπαρα Χέρσεϊ. Σειρά έχει το 1997 το θρίλερ δράσης «Ο Ειρηνοποιός» με τον Τζορτζ Κλούνεϊ, στο οποίο υποδύεται μια αναλύτρια του C.I.A., η οποία συνεργάζεται με τον... στρατιωτικό Τζορτζ Κλούνεϊ προκειμένου να ξεσκεπάσουν το μυστήριο κλοπής πυρηνικών όπλων. Το 1998 φτιάχνει «Μαγικά φίλτρα» με τη Σάντρα Μπούλοκ, ενώ το ’99 πρωταγωνιστεί σε μια πολύ διαφορετική ταινία από αυτές που την είχαμε συνηθίσει ως τότε, στο «Μάτια ερμητικά κλειστά», το «κύκνειο άσμα» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Με συμπρωταγωνιστή τον Τομ Κρουζ για άλλη μια φορά, υποδύεται μια γυναίκα, της οποίας η ερωτική φαντασίωση θα βάλει τον άντρα της σε περιπέτειες. Τα γυρίσματα κράτησαν... τρία χρόνια και η Κίντμαν κέρδισε ένα Blockbuster Entertainment Award. Η ταινία έλαβε γενικότερα καλές κριτικές, αν και σόκαρε πολλούς με τις γυμνές σκηνές της.Στη συνέχεια ακολουθεί ένα διάστημα κατά το οποίο ο γάμος της με τον Τομ Κρουζ τελειώνει και η Κίντμαν απέχει από τα κινηματογραφικά δρώμενα, το 2001, όμως, επιστρέφει δυναμικά.
«Αγκάλιασα τη δική μου ζωή , αν και αυτό πήρε κάποια χρόνια ... και αυτή μου η στροφή στη δουλειά κατέληξε σε ένα Όσκαρ και προκάλεσε μια αποκάλυψη - ότι αυτό δεν είναι η απάντηση. Καθόμουν στο Beverly Hills Hotel με ένα χρυσό άγαλμα και ήμουν ο πιο μοναχικός άνθρωπος που υπήρξα ποτέ . Ταρακουνήθηκα εκεί γιατί είχε καταρρεύσει η ιδέα μου ότι «αυτό θα θεραπεύσει την μοναξιά μου». Η Kidman δήλωσε ότι προκειμένου να ανακτήσει τον εαυτό της και την ευτυχία της, «κατέβασα ταχύτητα. Έκανα πολλή ανάγνωση και πολλές συζητήσεις , κατάφερα μέσα από περίπου πέντε ή έξι χρόνια να ξαναβρώ τον εαυτό μου και στη συνέχεια, σκόνταψα στον τωρινό μου άνδρα τον Keith», μιλώντας για τον σύζυγό της τραγουδιστή της κάντρι Keith Urban. «Παντρευτήκαμε πολύ γρήγορα και στην ουσία γνωριστήκαμε μέσα στο γάμο» δήλωσε για τον γάμο της με τον Urban που έγινε το 2006. «Ήθελα έναν σύντροφο και κάποιον για να κάνω παιδιά, και ήμουν ανοιχτή σε αυτό και απλά συνέβη. Είμαι πολύ τυχερή που κατάφερα και έκανα παιδί στα 41 μου και μετά για την κόρη μου πήραμε παρένθετη μητέρα». «Αυτό άλλαξε τα πάντα. Θα πέθαινα για τα παιδιά μου»
Το Όσκαρ και οι επόμενοι ρόλοι της
Τη νέα δεκαετία η Κίντμαν ξεκινά με 2 από τους πιο επιτυχημένους ρόλους της: αυτόν της πανέμορφης χορεύτριας στο «Moulin Rouge!» του Μπαζ Λάρμαν, μαζί με τον Γιούαν Μακ Γκρέγκορ και αυτόν της μητέρας δύο παιδιών που ζει σε ένα... περίεργο σπίτι, στο «Οι Άλλοι» του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ. Ο ρόλος της στο Μουλέν Ρουζ της χάρισε την πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ α΄ γυναικείου ρόλου και μια Χρυσή Σφαίρα, αναδεικνύοντας και τις δυνατότητές της στο τραγούδι, ενώ ο επόμενος ρόλος της έφερε μεταξύ άλλων μια υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα και διάφορα βραβεία. Την ίδια χρονιά πρωταγωνιστεί και στο «Κορίτσι γενεθλίων» με τον Βενσάν Κασέλ και τον Μπεν Τσάπλιν. Το 2002, φτάνει στην κορυφαία στιγμή της καριέρας της, με τον ρόλο της ως Βιρτζίνια Γουλφ στη δραματική ταινία «Οι ώρες», πλάι στην Μέριλ Στριπ και την Τζούλιαν Μούρ. Ο ρόλος της ως αγγλίδα συγγραφέας της χάρισε το Όσκαρ α’ γυναικείου ρόλου, όπως και Χρυσή Σφαίρα, κερδίζοντας την αποδοχή του κόσμου και των κριτικών. Για τον ρόλο η Κίντμαν έγινε αγνώριστη, αφού φόρεσε προσθετική μύτης προκειμένου να μοιάζει στη διάσημη συγγραφέα. Μετά το Όσκαρ, η Κίντμαν βρίσκεται σε μια διαφορετική ταινία-παραβολή του Λαρς Φον Τρίερ, σε ένα μινιμαλιστικό σκηνικό, πλάι στον Πολ Μπέττανι, το «Dogville», ενώ ακολουθεί η κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Φίλιπ Ροθ, το «Ανθρώπινο στίγμα», η οποία τη βρίσκει μαζί με τον Άντονι Χόπκινς το 2003. Την ίδια χρονιά μαζί με τον Τζουντ Λο και τη Ρενέ Ζελβέγκερ τη συναντάμε στο αισθηματικό δράμα «The cold mountain», το οποίο αποτέλεσε εμπορική επιτυχία και της χάρισε την έκτη υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα. Το 2004, βρίσκεται σε ένα μέρος όπου όλες οι γυναίκες είναι τέλειες και οι άντρες ευτυχισμένοι, στο «Οι γυναίκες του Στέπφορντ», όπου πρωταγωνιστεί μαζί με τη Μπέτι Μίντλερ και τον Μάθιου Μπρόντερικ. Την ίδια χρονιά έρχεται και η έβδομη υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα, με τη «Γέννηση», όπου η Νικόλ αλλάζει λουκ και υποδύεται τη χήρα της οποίας ο πρώην άντρας εμφανίζεται ξανά ως 10χρονο αγόρι. Η ταινία προκάλεσε σε ορισμένες σκηνές, λόγω της ιδιαιτερότητας της σχέσης μεταξύ του 10χρονου αγοριού και της Κίντμαν στην ταινία, λαμβάνοντας ανάμεικτες κριτικές.Την επόμενη χρονιά υποδύεται τη διερμηνέα που εργάζεται στον ΟΗΕ και κρυφακούει κάτι που τη βάζει σε κίνδυνο, στην ταινία «Διερμηνέας» του Σίντνεϊ Πόλακ, ενώ την ίδια χρονιά η γνωστή σε όλους μας μάγισσα Σαμάνθα παίρνει τη μορφή της Νικόλ στο «Bewitched» της Νόρα Έφρον. Με τον Τζέιμς Μποντ, Ντάνιελ Κρεγκ τη συναντούμε το 2007 στο θρίλερ επιστημονικής φαντασίας «Η εισβολή», όπου κάνει τα πάντα για να προστατέψει το γιο της και τον εαυτό της από την εξωγήινη απειλή με τη μορφή ιού και την ίδια χρονιά, πάλι στο πλευρό του Ντάνιελ Κρεγκ, βρίσκεται στο «Αστέρι του Βορρά».
Τη νέα δεκαετία η Κίντμαν ξεκινά με 2 από τους πιο επιτυχημένους ρόλους της: αυτόν της πανέμορφης χορεύτριας στο «Moulin Rouge!» του Μπαζ Λάρμαν, μαζί με τον Γιούαν Μακ Γκρέγκορ και αυτόν της μητέρας δύο παιδιών που ζει σε ένα... περίεργο σπίτι, στο «Οι Άλλοι» του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ. Ο ρόλος της στο Μουλέν Ρουζ της χάρισε την πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ α΄ γυναικείου ρόλου και μια Χρυσή Σφαίρα, αναδεικνύοντας και τις δυνατότητές της στο τραγούδι, ενώ ο επόμενος ρόλος της έφερε μεταξύ άλλων μια υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα και διάφορα βραβεία. Την ίδια χρονιά πρωταγωνιστεί και στο «Κορίτσι γενεθλίων» με τον Βενσάν Κασέλ και τον Μπεν Τσάπλιν. Το 2002, φτάνει στην κορυφαία στιγμή της καριέρας της, με τον ρόλο της ως Βιρτζίνια Γουλφ στη δραματική ταινία «Οι ώρες», πλάι στην Μέριλ Στριπ και την Τζούλιαν Μούρ. Ο ρόλος της ως αγγλίδα συγγραφέας της χάρισε το Όσκαρ α’ γυναικείου ρόλου, όπως και Χρυσή Σφαίρα, κερδίζοντας την αποδοχή του κόσμου και των κριτικών. Για τον ρόλο η Κίντμαν έγινε αγνώριστη, αφού φόρεσε προσθετική μύτης προκειμένου να μοιάζει στη διάσημη συγγραφέα. Μετά το Όσκαρ, η Κίντμαν βρίσκεται σε μια διαφορετική ταινία-παραβολή του Λαρς Φον Τρίερ, σε ένα μινιμαλιστικό σκηνικό, πλάι στον Πολ Μπέττανι, το «Dogville», ενώ ακολουθεί η κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Φίλιπ Ροθ, το «Ανθρώπινο στίγμα», η οποία τη βρίσκει μαζί με τον Άντονι Χόπκινς το 2003. Την ίδια χρονιά μαζί με τον Τζουντ Λο και τη Ρενέ Ζελβέγκερ τη συναντάμε στο αισθηματικό δράμα «The cold mountain», το οποίο αποτέλεσε εμπορική επιτυχία και της χάρισε την έκτη υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα. Το 2004, βρίσκεται σε ένα μέρος όπου όλες οι γυναίκες είναι τέλειες και οι άντρες ευτυχισμένοι, στο «Οι γυναίκες του Στέπφορντ», όπου πρωταγωνιστεί μαζί με τη Μπέτι Μίντλερ και τον Μάθιου Μπρόντερικ. Την ίδια χρονιά έρχεται και η έβδομη υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα, με τη «Γέννηση», όπου η Νικόλ αλλάζει λουκ και υποδύεται τη χήρα της οποίας ο πρώην άντρας εμφανίζεται ξανά ως 10χρονο αγόρι. Η ταινία προκάλεσε σε ορισμένες σκηνές, λόγω της ιδιαιτερότητας της σχέσης μεταξύ του 10χρονου αγοριού και της Κίντμαν στην ταινία, λαμβάνοντας ανάμεικτες κριτικές.Την επόμενη χρονιά υποδύεται τη διερμηνέα που εργάζεται στον ΟΗΕ και κρυφακούει κάτι που τη βάζει σε κίνδυνο, στην ταινία «Διερμηνέας» του Σίντνεϊ Πόλακ, ενώ την ίδια χρονιά η γνωστή σε όλους μας μάγισσα Σαμάνθα παίρνει τη μορφή της Νικόλ στο «Bewitched» της Νόρα Έφρον. Με τον Τζέιμς Μποντ, Ντάνιελ Κρεγκ τη συναντούμε το 2007 στο θρίλερ επιστημονικής φαντασίας «Η εισβολή», όπου κάνει τα πάντα για να προστατέψει το γιο της και τον εαυτό της από την εξωγήινη απειλή με τη μορφή ιού και την ίδια χρονιά, πάλι στο πλευρό του Ντάνιελ Κρεγκ, βρίσκεται στο «Αστέρι του Βορρά».
Η Νικόλ Κίντμαν φαίνεται πως ήταν η μεγάλη απούσα στον γάμο της θετής της κόρης, Μπέλα. Η 22χρονη παντρεύτηκε τον σύντροφό της, Μαξ Πάρκερ, μετά σχεδόν έναν χρόνο σχέσης σε μια μικρή τελετή Σαϊεντολογίας, σε ξενοδοχείο του Λονδίνου.
Ο διάσημος πατέρας της νύφης, Τομ Κρουζ, φημολογείται πως χρηματοδότησε τον γάμο, ενώ δεν είναι επιβεβαιωμένο αν ήταν παρών. Παρ' όλα αυτά η 48χρονη Κίντμαν, παρά το γεγονός ότι βρισκόταν στην ίδια πόλη λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, δεν βρέθηκε στη λίστα των καλεσμένων.
Ο διάσημος πατέρας της νύφης, Τομ Κρουζ, φημολογείται πως χρηματοδότησε τον γάμο, ενώ δεν είναι επιβεβαιωμένο αν ήταν παρών. Παρ' όλα αυτά η 48χρονη Κίντμαν, παρά το γεγονός ότι βρισκόταν στην ίδια πόλη λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, δεν βρέθηκε στη λίστα των καλεσμένων.
Λίγο πριν φύγει η δεκαετία, βρίσκεται και πάλι υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Μπαζ Λάρμαν στο «Australia» με τον Χιου Τζάκμαν, ενώ το 2009 συναντιέται με την Μαριόν Κοτιγιάρ, τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις, τη Σοφία Λόρεν, την Πενέλοπε Κρουζ και άλλα μεγάλα ονόματα του κινηματογράφου στο μιούζικαλ «Nine» του Ρομπ Μάρσαλ. Η Κίντμαν ήταν μάλιστα αυτή η οποία είχε επιλεγεί αρχικά για το ρόλο της Κέιτ Γουίνσλετ στην ταινία «Σφραγισμένα χείλη», όμως η εγκυμοσύνη της την ανάγκασε να μην προχωρήσει με τη συνεργασία. Το 2010 πρωταγωνιστεί με τον Άαρον Έκχαρτ στη δραματική ταινία «Απώλεια» βλέποντας ξανά το όνομά της στις υποψηφιότητες για Όσκαρ, ενώ το 2011 τη βρίσκουμε μαζί με την Τζένιφερ Άνιστον και τον Άνταμ Σάντλερ στο «Σύζυγο για ενοικίαση».Το 2012 κερδίζει μία υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης γυναικείας Ερμηνείας β ρόλου στην ταινία The Paperboy, ενώ την επόμενη χρονιά συμμετέχει στο θρίλερ Stoker.To 2014 ενσαρκώνει την πριγκήπισσα του Μονακό στο έργο Grace of Monaco, με τις κριτικές να είναι πολύ χλιαρές απέναντι στην ταινία. Το 2015 σειρά έχει η ταινία του Στάνλεί Κιούμπρικ Μάτια Ερμητικά κλειστά, στην οποία παίζει ζευγάρι με τον τότε σύζυγο της Τομ Κρουζ. Όπως εξομολογήθηκε στο «Hollywood Reporter» η ηθοποιός, χρειάστηκε να την πείσουν για να γυρίσει τις ερωτικές σκηνές με τον τότε σύζυγό της, ενώ αποκάλυψε ότι οι πιο ακραίες ερωτικές σκηνές κόπηκαν στο μοντάζ. Παράλληλα, απαντώντας στα δημοσιεύματα που είχαν κυκλοφορήσει λίγο μετά το διαζύγιό τους, δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία της ταινίας, ότι αυτή συνέβαλε σημαντικά στη διάλυση του γάμου τους τόνισε ότι δεν ισχύουν, προσθέτοντας ότι «με τον Τομ ήμασταν πολύ δεμένοι τότε». Τέλος, αναφερόμενη στις φήμες ότι ο σκηνοθέτης Στάνλεϊ Κιούμπρικ βάσισε τους χαρακτήρες των πρωταγωνιστών στη Νικόλ Κίντμαν και τον Τομ Κρουζ, είπε: «Αυτός ήταν ο Στάνλεϊ: Χρησιμοποίησε την ταινία ως πρόκληση, προσποιούμενος ότι ήταν η δική μας σεξουαλική ζωή. Φυσικά το καταλαβαίναμε αυτό, αλλά προφανώς δεν είχε σχέση με τη δική μας ζωή» Η Νικόλ Κίντμαν, η τελευταία εμφάνιση της οποίας σε θεατρική σκηνή του Λονδίνου χαρακτηρίστηκε από έναν κριτικό θεάτρου "σκέτο θεατρικό Βιάγκρα", κατέκτησε το κοινό με τον ρόλο μίας επιστήμονα που συνέβαλε στην αποκωδικοποίηση του DNA, στο θεατρικό έργο "Photograph 51" της Αννα Ζίγκλερ, το οποίο ανέβηκε τον προηγούμενο χρόνο. Η επιστροφή της Κίντμαν στη θεατρική σκηνή του Λονδίνου ήταν πολυαναμενόμενη έπειτα από το ντεμπούτο της στη βρετανική πρωτεύουσα πριν από 17 χρόνια στο έργο του Ντέιβιντ Χέιρ "Το Μπλε Δωμάτιο", έργο που αφηγείται μία σειρά από ερωτικές συνευρέσεις.
Ηρεμία στην προσωπική της ζωή
Σύμφωνα με ένα ντοκυμαντερ που κυκλοφόρησε λίγα χρόνια πριν, η ηθοποιός έπεισε τον τότε σύζυγό της να απομακρυνθεί από την εκκλησία κατά την περίοδο 1992 – 2001, όταν γυριζόταν η ταινία Eyes Wide Shut. Τότε ο Tom Cruise δεν απαντούσε τα τηλέφωνα στον David Miscavige, ηγέτη της σαϊεντολογικής εκκλησίας και κουμπάρο του στο γάμο του με την Kidman. Λέγεται ότι ο Miscavige είχε καλωδιώσει τα τηλέφωνα και των δύο προκειμένου να ξέρει τα πάντα για τις προσωπικές τους στιγμές αλλά και τις σεξουαλικές τους επιθυμίες, ενώ δεν δίστασε, σύμφωνα πάντα με το ντοκιμαντέρ, να στρέψει τα παιδιά του ζευγαριού εναντίον της Kidman, προκειμένου να μείνει η κηδεμονία στον Tom Cruise. Το ζευγάρι χώρισε το 2001 και από τότε, ο ηθοποιός έγινε πιο ενεργός με την εκκλησία της σαϊεντολογίες, ενώ έγινε και επίσημα ο άνθρωπος ο οποίος «εκπροσωπούσε» το Hollywood στην εκκλησία. Μετά τον Τομ Κρουζ και μετά από διάφορες αποτυχημένες σχέσεις με τον Ρόμπι Ουίλιαμς και τον Λένι Κράβιτς το 2006 η Κίντμαν παντρεύτηκε τον κάντρι τραγουδιστή από τη Νέα Ζηλανδία, Κιθ Έρμπαν, με τον οποίο έκανε 2 παιδιά, το ένα μέσω παρένθετης μητέρας. Το πρώην ζευγάρι Νικόλ Κίντμαν και Τομ Κρουζ, υιοθέτησε την 22χρονη Μπέλα και τον 20χρονο Κόνορ το 1992 και το 1995 αντίστοιχα, πριν βάλει τέλος στον γάμο του, το 2001. Όπως φαίνεται, μετά τον χωρισμό των γονιών τους και τα δύο παιδιά υιοθέτησαν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του Κρουζ σχετικά με την Σαϊεντολογία, μια επιλογή με την οποία δεν συμφώνησε ποτέ η Κίντμαν. Μάλιστα, το ντοκιμαντέρ «Going Clear: Scientology and the Prison of Belief», ενισχύει αυτές τις απόψεις. Παρ' όλα αυτά η 48χρονη Αυστραλιανή ηθοποιός έχει επανειλημμένα αρνηθεί πως οι θρησκευτικές επιλογές των θετών της παιδιών έχουν δημιουργήσει χάσμα μεταξύ τους. Η ίδια επιμένει πως παρά τον δεύτερο γάμο της και τα δύο παιδιά που απέκτησε, η Μπέλα και ο Κόνορ κατέχουν ιδιαίτερη θέση στη ζωή της. Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε η ηθοποιός τον περασμένο μήνα στο περιοδικό «DuJour»: «Έχω τέσσερα παιδιά και το να διατηρώ επαφές μαζί τους είναι εξαιρετικά σημαντικό». Η ίδια τόνισε, μάλιστα, πως στηρίζεται πολύ στο διαδίκτυο για να διατηρήσει επαφή με τα θετά της παιδιά.
Σύμφωνα με ένα ντοκυμαντερ που κυκλοφόρησε λίγα χρόνια πριν, η ηθοποιός έπεισε τον τότε σύζυγό της να απομακρυνθεί από την εκκλησία κατά την περίοδο 1992 – 2001, όταν γυριζόταν η ταινία Eyes Wide Shut. Τότε ο Tom Cruise δεν απαντούσε τα τηλέφωνα στον David Miscavige, ηγέτη της σαϊεντολογικής εκκλησίας και κουμπάρο του στο γάμο του με την Kidman. Λέγεται ότι ο Miscavige είχε καλωδιώσει τα τηλέφωνα και των δύο προκειμένου να ξέρει τα πάντα για τις προσωπικές τους στιγμές αλλά και τις σεξουαλικές τους επιθυμίες, ενώ δεν δίστασε, σύμφωνα πάντα με το ντοκιμαντέρ, να στρέψει τα παιδιά του ζευγαριού εναντίον της Kidman, προκειμένου να μείνει η κηδεμονία στον Tom Cruise. Το ζευγάρι χώρισε το 2001 και από τότε, ο ηθοποιός έγινε πιο ενεργός με την εκκλησία της σαϊεντολογίες, ενώ έγινε και επίσημα ο άνθρωπος ο οποίος «εκπροσωπούσε» το Hollywood στην εκκλησία. Μετά τον Τομ Κρουζ και μετά από διάφορες αποτυχημένες σχέσεις με τον Ρόμπι Ουίλιαμς και τον Λένι Κράβιτς το 2006 η Κίντμαν παντρεύτηκε τον κάντρι τραγουδιστή από τη Νέα Ζηλανδία, Κιθ Έρμπαν, με τον οποίο έκανε 2 παιδιά, το ένα μέσω παρένθετης μητέρας. Το πρώην ζευγάρι Νικόλ Κίντμαν και Τομ Κρουζ, υιοθέτησε την 22χρονη Μπέλα και τον 20χρονο Κόνορ το 1992 και το 1995 αντίστοιχα, πριν βάλει τέλος στον γάμο του, το 2001. Όπως φαίνεται, μετά τον χωρισμό των γονιών τους και τα δύο παιδιά υιοθέτησαν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του Κρουζ σχετικά με την Σαϊεντολογία, μια επιλογή με την οποία δεν συμφώνησε ποτέ η Κίντμαν. Μάλιστα, το ντοκιμαντέρ «Going Clear: Scientology and the Prison of Belief», ενισχύει αυτές τις απόψεις. Παρ' όλα αυτά η 48χρονη Αυστραλιανή ηθοποιός έχει επανειλημμένα αρνηθεί πως οι θρησκευτικές επιλογές των θετών της παιδιών έχουν δημιουργήσει χάσμα μεταξύ τους. Η ίδια επιμένει πως παρά τον δεύτερο γάμο της και τα δύο παιδιά που απέκτησε, η Μπέλα και ο Κόνορ κατέχουν ιδιαίτερη θέση στη ζωή της. Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε η ηθοποιός τον περασμένο μήνα στο περιοδικό «DuJour»: «Έχω τέσσερα παιδιά και το να διατηρώ επαφές μαζί τους είναι εξαιρετικά σημαντικό». Η ίδια τόνισε, μάλιστα, πως στηρίζεται πολύ στο διαδίκτυο για να διατηρήσει επαφή με τα θετά της παιδιά.