Κατάφερε να «σπάσει» την ανδροκρατούμενη ροκ και ο θάνατός της σε ηλικία 27 ετών συγκλόνισε τον κόσμο της μουσικής, ο οποίος είχε μόλις πληγεί μετά την απώλεια του Τζίμι Χέντριξ δύο εβδομάδες νωρίτερα. Το κορίτσι με τη βραχνή μπλουζ φωνή, έγραψε ιστορία με την έντονη αλλά δυστυχώς σύντομη ζωή της. Η μοναδική Τζάνις Τζόπλιν, το σύμβολο μιας γενιάς που επαναστατεί, που ζει με ροκ στυλ, που γλυκοκοιτάει τον ελεύθερο έρωτα, δικαίως έκανε τα πλήθη να παραληρούν με τα σπαρακτικά, μελωδικά ουρλιαχτά της. Πίσω από τα μεγάλα, στρογγυλά της γυαλιά κρυβόταν η απόλυτη εκφραστικότητα και ίσως να ήταν η πρώτη φορά που έβλεπε κανείς γυναίκα να τραγουδάει με αντρίκια δύναμη, χωρίς να χάνει ίχνος από τη θηλυκότητά της. Αξιοθαύμαστη δε, ήταν η αδέξια αλλά κατά ένα περίεργο τρόπο εξαιρετική σκηνική της παρουσία της. Πράγματι, αν και οι κινήσεις της ήταν μικρές και σπασμωδικές, η ίδια κατάφερνε να κάνει τη σκηνή να δονείται με τη λάμψη, την άνεση και φυσικά τη θεία φωνή της.
Στα σχολικά της χρόνια, βίωσε τον χλευασμό συμμαθητών της που συνοδευόταν από χαρακτηρισμούς όπως «φρικιό» και «γουρούνι», λόγω της εξωτερικής της εμφάνισης. Στην ηλικία των 17 αποφασίζει να φύγει από το σπίτι της με σκοπό ν’ ασχοληθεί με το τραγούδι. Και ενώ στην αρχή τραγουδάει περιστασιακά και για ελάχιστα χρήματα στο Τέξας, τρία χρόνια μετά καταλήγει στην Καλιφόρνια (1963). Εκεί ξεκινάει η ερωτική της σχέση με τα ναρκωτικά και το αλκοόλ (αγαπημένο της ποτό ήταν το Southern Comfort), καθώς επίσης οι επαναλαμβανόμενες απόπειρές της για απεξάρτηση.
H Τζάνις Λιν Τζόπλιν (Janis Lyn Joplin) γεννήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 1943 στο Πορτ Άρθουρ του Τέξας, στους κόλπους μιας χριστιανικής οικογένειας. Από νεαρή ηλικία έδειξε τις επαναστατικές της διαθέσεις, επηρεασμένη από τη γενιά των μπιτ. Αν και ξεκίνησε να σπουδάζει ζωγραφική, γρήγορα άλλαξε κατεύθυνση και ασχολήθηκε με τη μουσική, επηρεασμένη από τις μεγάλες ηρωίδες των μπλουζ. Είδωλά της υπήρξαν οι Λεντμπέλι, Ότις Ρέντινγκ και κυρίως η Μπέσι Σμιθ και η Οντέτα Χολμς, από τις οποίες εμπνεύστηκε το ακατέργαστο, πηγαίο φωνητικό της στιλ, που τόσο διέφερε από τις φολκ ερμηνείες συγχρόνων της τραγουδιστριών, όπως της Τζόαν Μπαέζ και της Τζούντι Κόλινς. Το 1962 κι ενώ φοιτούσε στο Πανεπιστήμιο του Όστεν εγκατέλειψε τις σπουδές της και εγκαταστάθηκε στο ελευθεριακό περιβάλλον του Σαν Φρανσίσκο, αποφασισμένη να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική. Ύστερα από αρκετές περιπλανήσεις και συνεργασίες, βρήκε το ιδανικό συνοδευτικό γκρουπ στους «Big Brother And The Holding Company», το αυτοσχεδιαστικό μπλουζ ύφος των οποίων ταίριαξε απόλυτα με τη φωνητική τεχνική της. Έπειτα από μία θριαμβική εμφάνιση στο φεστιβάλ του Μόντερεϊ (17 Ιουνίου 1967) κυκλοφόρησε το πρώτο της άλμπουμ με τίτλο «Big Brother and the Holding Company», με μεγαλύτερη επιτυχία τη διασκευή ενός παραδοσιακού αμερικανικού τραγουδιού, του «Down on Me». Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε το «Cheap Thrills», μία αποθέωση της ψυχεδελικής σόουλ, που περιλαμβάνει δύο κλασικά τραγούδια της («Piece Of My Heart», «Summertime» και «Ball And Chain»).
Βρέθηκε στο προσκήνιο στα τέλη της δεκαετίας του 1960, αρχικά ως τραγουδίστρια των Big Brother and the Holding Company. Θεωρείται η καλύτερη, ίσως ερμηνεύτρια του μπλουζ και μία από τις μεγαλύτερες τραγουδίστριες της ροκ μουσικής. To 1995 τιμήθηκε με την είσοδό της στο Rock and Roll Hall of Fame, ενώ το 2005 κέρδισε το βραβείο Γκράμμυ Lifetime Achievement Award. Το περιοδικό Rolling Stone την κατέταξε στην 46η θέση στη λίστα του με τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες όλων των εποχών το 2004 και στην 28η με τους καλύτερους τραγουδιστές όλων των εποχών το 2008.
Ωστόσο, διάφορες δυσκολίες οδήγησαν την Τζάνις στην απόφαση να αφήσει το γκρουπ το Νοέμβριο του 1968 και να συνεχίσει με τους «Kozmic Blues Band», στις τάξεις των οποίων υπήρχαν σπουδαία ονόματα του λευκού μπλουζ, όπως του Μάικ Μπλούμφιλντ και του ελληνοαμερικανού Νικ Γκραβενίτις (πρώην μέλη των «Electric Flag»). Μαζί τους εμφανίστηκε στο φεστιβάλ του Γούντστοκ (16 Αυγούστου 1969) και ηχογράφησε το άλμπουμ «I Got Dem Ol' Kozmic Blues Again Mama!» (1969), που περιείχε τις επιτυχίες «Try (Just A Little Bit Harder)», «Kozmic Blues» και «To Love Somebody». Δυστυχώς, η εξάρτησή της από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ όλο και μεγάλωνε. Αναγκάστηκε να αφήσει το γκρουπ για να υποβληθεί σε θεραπεία. Λίγο μετά την επιστροφή της κι ενώ είχαν προχωρήσει οι ηχογραφήσεις για το πρώτο άλμπουμ της με τη νέα μπάντα «Full Tilt Boogie Band», η Τζάνις Τζόπλιν βρέθηκε νεκρή στις 4 Οκτωβρίου 1970 από υπερβολική δόση ηρωίνης σε δωμάτιο ξενοδοχείου του Χόλιγουντ. Το άλμπουμ κυκλοφόρησε, τελικά, μετά το θάνατό της, με τον τίτλο «Pearl» και για πολλούς ήταν η καλύτερη δουλειά της. Ανάμεσα στις καλύτερες στιγμές του ήταν τρεις συνθέσεις του Τζέρι Ραγκαβόι («My Baby», «Cry Baby», «Get It While You Can») και μία του Κρις Κριστόφερσον («Me And Bobby McGee»).
| |
| |
| |
Η πανεπιστημιακή εφημερίδα The Daily Texan, της έκανε ένα αφιέρωμα στις 27 Ιουλίου του 1962, με τίτλο: «Τολμά να είναι διαφορετική». Το άρθρο ξεκινούσε: «Περπατά ξυπόλυτη, όταν το θέλει, φορά ρούχα Levi στο σχολείο, επειδή της είναι πιο άνετα και παίρνει παντού μαζί της την ώτοχαρπ, εάν θέλει να ακούσει μουσική. Το όνομά της είναι Τζάνις Τζόπλιν».
Το περιοδικό Rolling Stone την κατέταξε στην 46η θέση της λίστας με τους 100 σπουδαιότερους καλλιτέχνες όλων των εποχών (2004) και στη θέση 28 της λίστας με τους 100 σπουδαιότερους τραγουδιστές όλων των εποχών (2008). Τραγούδια αφιερωμένα στην Τζάνις Τζόπλιν έγραψαν ή ερμήνευσαν ο Λέοναρντ Κοέν («Chelsea Hotel #2»), ο Τζέρι Γκαρσία («Birdsong»), η Τζόαν Μπαέζ («In the Quiet Morning», «Children of the Eighties»), οι The Mamas & the Papas («Pearl») και ο Κάντρι Τζο ΜακΝτόναλντ («Janis»). Η ταινία του Μαρκ Ράιντελ «Το τριαντάφυλλο» («The Rose») με πρωταγωνίστρια την Μπέτι Μίντλερ βασίζεται χαλαρά στη ζωή της Τζάνις Τζόπλιν.
Την Κυριακή της 4ης Οκτωβρίου του 1970, η Τζόπλιν καθυστερούσε να εμφανισθεί στα στούντιο της Sunset Sound Recorders, κάτι που έκανε τον παραγωγό Πωλ Ροθτσάιλντ να ανησυχήσει, ώστε ξεκίνησε την αναζήτησή της, μαζί με τον Τζων Κουκ, πηγαίνοντας στο ξενοδοχείο της. Είδε στο πάρκινγκ τo αυτοκίνητο της Τζόπλιν. Μπαίνοντας στο δωμάτιό της, τη βρήκε νεκρή, δίπλα στο κρεββάτι της. Η επίσημη αιτία θανάτου της, ήταν η υπερβολική δόση ηρωίνης, ενδεχομένως σε συνδυασμό με τις παρενέργειες του αλκοόλ. O Τζων Κουκ, ο οποίος μετέφερε τον Ροθτσάιλντ στο ξενοδοχείο, πιστεύει ότι, εντελώς συμπτωματικά η Τζόπλιν παρέλαβε μεγαλύτερη δόση ηρωίνης από το κανονικό, καθώς υπήρξαν και άλλα παρόμοια κρούσματα, τη συγκεκριμένη εβδομάδα. Στη διαθήκη της, η Τζόπλιν άφηνε 1,500 δολάρια για τη διοργάνωση μιας αποχαιρετιστήριας γιορτής, στην περίπτωση που πέθαινε.