Ο βασιλιάς του Χόλλυγουντ
Ο Κλαρκ Γκέιμπλ ήταν Άμερικανός ηθοποιός του κινηματογράφου βραβευμένος με Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου το 1934 για την ταινία του Φρανκ Κάπρα Συνέβη μια νύχτα (It Happened One Night). Στο κορύφωμα της δόξας του, τη δεκαετία του '30, ο Κλαρκ Γκέιμπλ αποκαλούνταν Ο Βασιλιάς του Χόλιγουντ, καθώς κατά το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του τριάντα ήταν ο εμπορικότερος ηθοποιός του Χόλιγουντ, πίσω μόνο από τη Σίρλεϊ Τεμπλ. Ο γνωστότερός του ρόλος είναι εκείνος του Ρετ Μπάτλερ στην επική παραγωγή του 1939, Όσα παίρνει ο άνεμος (Gone With The Wind). Είναι γνωστός επίσης για τις ταινίες: Συνέβη μια νύχτα (It Happened One Night, 1934), Ναυτική Ανταρσία (Mutiny On The Bounty, 1935), Σαν Φρανσίσκο, η πόλη της αμαρτίας (San Francisco, 1936), Φλεγόμενοι ουρανοί (Test-Pilot, 1938), Μογκάμπο (Mogambo, 1953) και Οι αταίριαστοι (The Misfits, 1961). Το 1999, το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου τον κατέταξε στην 7η θέση στη λίστα με τους 25 μεγαλύτερους σταρ όλων των εποχών.
Ο Κλαρκ Γκέιμπλ γεννήθηκε στο Καντίζ του Οχάιο το 1901 από τον Γουίλιαμ "Μπιλ" Γκέιμπλ και την Αντελίν Χέρσελμαν. Ο πατέρας του έκανε γεωτρήσεις πετρελαίου,ενώ η μητέρα του ήταν ιρλανδικής και γερμανικής καταγωγής. Το επίθετό του ήταν κανονικά Goebel (Γκέμπελ), αλλά η οικογένεια το άλλαξε σε Gable (Γκέιμπλ), κατά τη διάρκεια του Α' παγκοσμίου πολέμου, καθώς ήταν γερμανικό και το αμερικανικό έθνος έτρεφε αντιπάθεια προς τους Γερμανούς. Ο Γκέιμπλ βαφτίστηκε καθολικός όταν ήταν έξι μηνών από την μητέρα του, η οποία ήταν άρρωστη. Τέσσερις μήνες αργότερα η μητέρα του πέθανε από εγκεφαλικό όγκο. Ο πατέρας του Γκέιμπλ ξαναπαντρεύτηκε το 1903 κι η μητριά του, Τζένι Ντάνλαπ, του έμαθε να παίζει πιάνο και να περιποιείται τον εαυτό του. Στην εφηβεία του ο Γκέιμπλ, ήταν ένα ψηλό και ικανό παιδί με δυνατή φωνή, που του άρεσε να μαστορεύει δίπλα στον πατέρα του. Επίσης λάτρευε τον Σαίξπηρ και του άρεσε να απαγγέλει τα σονέτα του. Ο πατέρας του, που προτιμούσε ο γιος του να ασχολείται με το κυνήγι, προθυμοποιήθηκε να τον βοηθήσει να βελτιώσει τη μόρφωσή του, αγοράζοντάς του μια εγκυκλοπαίδεια 72 τόμων με όλα τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Όταν ο Γκέιμπλ ήταν δεκαεπτά ετών, ο πατέρας του αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα και αναγκάστηκε να μετακομίσει μαζί με την οικογένειά του σε μια φάρμα κοντά στο Έικρον του Οχάιο. Ο Γκέιμπλ που δυσκολευόταν να προσαρμοστεί στο νέο περιβάλλον, αποφάσισε να πάει να δουλέψει στο εργοστάσιο λάστιχων του Έικρον.
Την ίδια χρονιά αποφάσισε να γίνει ηθοποιός αφότου παρακολούθησε την θεατρική παράσταση The Bird of Paradise. Μετά το θάνατο της μητριάς του το 1922, ο είκοσι ενός χρονών Γκέιμπλ, έλαβε μια μικρή κληρονομιά κι ακολούθησε τον πατέρα του στην Τούλσα της Οκλαχόμα όπου άρχισε να εργάζεται κι εκείνος στις πετρελαιοπηγές, ενώ παράλληλα συμμετείχε σε θεατρικές παραστάσεις ερασιτεχνικών ομάδων. Έπειτα ξεκίνησε τη συνεργασία με ένα περιοδεύοντα θίασο και βρέθηκε στο Πόρτλαντ του Όρεγκον, όπου γνωρίστηκε με την ηθοποιό Λόρα Χόουπ Κρους, που τον ενθάρρυνε να αλλάξει θεατρική ομάδα. Η Τζοζεφίν Ντίλον, καθηγήτρια που του δίδαξε υποκριτική, τον πήρε υπό την προστασία της. Πλήρωσε για την επισκευή των δοντιών του και τον δίδαξε σωστή στάση του σώματος και ορθοφωνία. Ο Γκέιμπλ μετά από πολλή εξάσκηση κατάφερε να διορθώσει την άρθρωση και τον ψιλό τόνο της φωνής του. Έχοντας βελτιώσει την άρθρωσή του, ο Γκέιμπλ είχε καταφέρει να αποκτήσει φυσικότερη έκφρασή κατά την ομιλία. Ήταν πλέον έτοιμος για το Χόλιγουντ.
Το 1924 ο Γκέιμπλ με την οικονομική βοήθεια της Ντίλον μεταφέρθηκε στο Χόλιγουντ. Στη συνέχεια παντρεύτηκαν κι η Ντίλον ανέλαβε καθήκοντα ατζέντη. Οι πρώτοι του ρόλοι ήταν σε βωβές ταινίες του Έριχ Φον Στρόχαϊμ, όπου εμφανιζόταν ως κομπάρσος. Συμμετείχε επίσης και σε ταινίες μικρού μήκους, αλλά το γεγονός ότι δε του ανέθεταν κανένα μεγάλο ρόλο τον απογοήτευσε και έτσι επέστρεψε στο θέατρο. Εκεί γνωρίστηκε με το Λάιονελ Μπάριμορ, με τον οποίο σύναψε μακροχρόνια φιλία. Ο Μπάριμορ αρχικά τον κατσάδιαζε για τον ερασιτεχνικό του τρόπο παιξίματος, αλλά στη συνέχεια τον παρότρυνε να συνεχίσει να εργάζεται στο θέατρο. Την περίοδο 1927 - 1928, εμφανίστηκε σε πολλές παραστάσεις στο Χιούστον με τη θεατρική ομάδα των αδελφών Λάρκιν. Εκείνη τη χρονιά απέκτησε εμπειρία και αυτοπεποίθηση, ενώ παράλληλα η σύζυγός του, κατάφερε να του βρει δουλειά στο Μπρόντγουεϊ. Στο Μπρόντγουεϊ εμφανίστηκε στην παράσταση Machinal κερδίζοντας τις εντυπώσεις. Η εφημερίδα Morning Telegraph έγραψε για εκείνον: Είναι νέος, με πυγμή και πολύ αρρενωπός. Η οικονομική κρίση των τελών της δεκαετίας του '20, σε συνδυασμό με την κατάργηση των βωβών ταινιών, προκάλεσε την ακύρωση πολλών θεατρικών παραστάσεων την περίοδο 1929 - 1930. Κατά συνέπεια ήταν δύσκολο να βρει κανείς δουλειά ως ηθοποιός.Αφούέλαβε καλές κριτικές για το θεατρικό έργο The last Mile to 1930, υπέγραψε συμβόλαιο με την Metro-Goldwyn-Mayer και είδε το άστρο του να ανατέλλει. Πριν υπογράψει συμβόλαιο με την MGM, είχε ήδη στο ενεργητικό του ένα αποτυχημένο δοκιμαστικό για τη Warner, όπου είχε απορριφθεί από τον παραγωγό Ντάριλ Φ. Ζάνουκ, λόγω των μεγάλων του αυτιών. Ο πρώτος του κινηματογραφικός ρόλος ήταν σε ένα γουέστερν χαμηλού προϋπολογισμού, με τίτλο The Painted Desert, όπου υποδυόταν έναν κακοποιό. Μετά την προβολή της ταινίας στα γραφεία της Metro, έφτασαν χιλιάδες γράμματα θαυμαστριών και σιγά σιγά η εταιρία άρχισε να τον προωθεί όλο και περισσότερο. Το 1931 γύρισε συνολικά 12 ταινίες και συνεργάστηκε με τη Γκρέτα Γκάρμπο, τη Τζόαν Κρόφορντ, τη Τζιν Χάρλοου και τη Μύρνα Λόι. Μέσα σε διάστημα τριών ετών, είχε γίνει ο πιο εμπορικός ηθοποιός της Αμερικής, είχε κερδίσει όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου και τον αποκαλούσαν βασιλιά του Χόλιγουντ.
Βέβαια ένα χρόνο πριν γυρίσει την πρώτη του ταινία χώρισε την Τζοζεφίν Ντίλον, για να παντρευτεί ένα χρόνο αργότερα την κοσμική Ρία Φράνκλιν Πρέντις Λούκας Λάνγκαμ. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας Η ταξιδιώτης (Possessed, 1931), σύναψε ερωτική σχέση με την Τζόαν Κρόφορντ, τότε παντρεμένη με τον Ντάγκλας Φέρμπανκς το νεώτερο. «Ήταν σαν με διαπέρασε ηλεκτρικό ρεύμα. Λύγισαν τα γόνατά μου. Αν δεν με κρατούσε, θα είχα πέσει στο πάτωμα», έτσι περιέγραψε η Κρόφορντ τη γνωριμία της με τον Γκέιμπλ. Ιστορικοί του κινηματογράφου σχολίασαν τη σχέση χρόνια αργότερα, ως τη σχέση που παραλίγο να κάψει το Χόλιγουντ. Ο Λούι Μπι Μάγιερ τους απείλησε με απόλυση σε περίπτωση που δεν τη διέκοπταν. Ο Γκέιμπλ δήλωσε χρόνια αργότερα ότι η Κρόφορντ ήταν η αγαπημένη του συμπρωταγωνίστρια, ενώ δε συμπαθούσε καθόλου τη Γκάρμπο. Στα τέλη του 1931 συμμετείχε στην ταινία Ελεύθερες ψυχές (A Free Soul), πλάι στον παλιό του φίλο Λάιονελ Μπάριμορ και τη σύζυγο του παραγωγού της MGM, Νόρμα Σίρερ, με την οποία απέκτησε φιλικές σχέσεις. Στην ταινία, όπου υποδυόταν έναν παλιάνθρωπο την χαστούκιζε. Συνέπεια εκείνου το χαστουκιού ήταν να μην ξαναπαίξει δευτερεύοντα ρόλο. Το περιοδικό Hollywood Reporter έγραψε για εκείνον: Ένα ανερχόμενο αστέρι έχει γεννηθεί και γνώμη μας είναι ότι θα επισκιάσει κάθε άλλο άστρο ... Δεν έχουμε ξαναδεί το κοινό να εκφράζει τόσο θαυμασμό για άλλον ηθοποιό, όσο για τον Κλαρκ Γκέιμπλ όταν εμφανίζεται" στην οθόνη." Στα γυρίσματα της ταινίας Ο χαρτοπαίκτης (No Man Of Her Own) το 1932, γνωρίστηκε με την ηθοποιό Κάρολ Λόμπαρτ και ο ένας ερωτεύτηκε τον άλλον, παρά το γεγονός ότι ήταν αμφότεροι παντρεμένοι. Ο Γκέιμπλ προθυμοποιήθηκε να αποζημιώσει χρηματικά τη σύζυγο του, προκειμένου να του παραχωρήσει διαζύγιο, κάτι που έγινε το 1939. Μετά το διαζύγιο παντρεύτηκε τον "έρωτα της ζωής του", την Κάρολ Λόμπαρντ.
Βέβαια ένα χρόνο πριν γυρίσει την πρώτη του ταινία χώρισε την Τζοζεφίν Ντίλον, για να παντρευτεί ένα χρόνο αργότερα την κοσμική Ρία Φράνκλιν Πρέντις Λούκας Λάνγκαμ. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας Η ταξιδιώτης (Possessed, 1931), σύναψε ερωτική σχέση με την Τζόαν Κρόφορντ, τότε παντρεμένη με τον Ντάγκλας Φέρμπανκς το νεώτερο. «Ήταν σαν με διαπέρασε ηλεκτρικό ρεύμα. Λύγισαν τα γόνατά μου. Αν δεν με κρατούσε, θα είχα πέσει στο πάτωμα», έτσι περιέγραψε η Κρόφορντ τη γνωριμία της με τον Γκέιμπλ. Ιστορικοί του κινηματογράφου σχολίασαν τη σχέση χρόνια αργότερα, ως τη σχέση που παραλίγο να κάψει το Χόλιγουντ. Ο Λούι Μπι Μάγιερ τους απείλησε με απόλυση σε περίπτωση που δεν τη διέκοπταν. Ο Γκέιμπλ δήλωσε χρόνια αργότερα ότι η Κρόφορντ ήταν η αγαπημένη του συμπρωταγωνίστρια, ενώ δε συμπαθούσε καθόλου τη Γκάρμπο. Στα τέλη του 1931 συμμετείχε στην ταινία Ελεύθερες ψυχές (A Free Soul), πλάι στον παλιό του φίλο Λάιονελ Μπάριμορ και τη σύζυγο του παραγωγού της MGM, Νόρμα Σίρερ, με την οποία απέκτησε φιλικές σχέσεις. Στην ταινία, όπου υποδυόταν έναν παλιάνθρωπο την χαστούκιζε. Συνέπεια εκείνου το χαστουκιού ήταν να μην ξαναπαίξει δευτερεύοντα ρόλο. Το περιοδικό Hollywood Reporter έγραψε για εκείνον: Ένα ανερχόμενο αστέρι έχει γεννηθεί και γνώμη μας είναι ότι θα επισκιάσει κάθε άλλο άστρο ... Δεν έχουμε ξαναδεί το κοινό να εκφράζει τόσο θαυμασμό για άλλον ηθοποιό, όσο για τον Κλαρκ Γκέιμπλ όταν εμφανίζεται" στην οθόνη." Στα γυρίσματα της ταινίας Ο χαρτοπαίκτης (No Man Of Her Own) το 1932, γνωρίστηκε με την ηθοποιό Κάρολ Λόμπαρτ και ο ένας ερωτεύτηκε τον άλλον, παρά το γεγονός ότι ήταν αμφότεροι παντρεμένοι. Ο Γκέιμπλ προθυμοποιήθηκε να αποζημιώσει χρηματικά τη σύζυγο του, προκειμένου να του παραχωρήσει διαζύγιο, κάτι που έγινε το 1939. Μετά το διαζύγιο παντρεύτηκε τον "έρωτα της ζωής του", την Κάρολ Λόμπαρντ.
Παρά την απροθυμία του να παίξει το ρόλο του Ρετ Μπάτλερ, Γκέιμπλ είναι γνωστός μέχρι και σήμερα για την ερμηνεία του στο Όσα παίρνει ο άνεμος (Gone With The Wind, 1939), που του χάρισε την τρίτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου. Η σύζυγός του Κάρολ Λόμπαρντ ήταν η πρώτη που του πρότεινε να υποδυθεί το Ρετ Μπάτλερ, όταν αγόρασε τον ένα αντίτυπο του μπεστ σέλερ, το οποίο ο Γκέιμπλ αρνήθηκε να διαβάσει. Από την κυκλοφορία του μυθιστορήματος, τόσο το κοινό όσο και ο παραγωγός της ταινίας Ντέιβιντ Ο' Σέλζνικ ήθελαν το Γκέιμπλ για αυτό το ρόλο. Αλλά επειδή ο Σέλζνικ δεν είχε στην κατοχή της νεοσύστατης εταιρίας του, κανέναν μεγάλο αστέρα της εποχής, έπρεπε να πάρει ηθοποιό από άλλο στούντιο. Έτσι ο Σέλζνικ προσέγγισε πρώτα τον Γκάρι Κούπερ για να του προτείνει το ρόλο Όταν ο Κούπερ απέρριψε το ρόλο του Ρετ Μπάτλερ, λέγεται πως είπε ότι το Όσα παίρνει ο άνεμος επρόκειτο να είναι η μεγαλύτερη αποτυχία στην ιστορία του Χόλιγουντ. Ο Σέλζνικ ήταν πλέον αποφασισμένος να προσλάβει Γκέιμπλ και προσπαθούσε να βρει κάποιον τρόπο για να τον δανειστεί από την Metro-Goldwyn-Mayer. Στο μεταξύ ο Γκέιμπλ είχε αποφασίσει να δεχτεί το ρόλο, μη θέλοντας να απογοητεύσει το κοινό που τον είχε ταυτίσει με τον Μπάτλερ. Έχοντας πλέον δεχτεί το ρόλο ο Γκέιμπλ είπε: Νομίζω ότι καταλαβαίνω πλέον πως αισθάνεται η μύγα που βρίσκεται αιχμάλωτη στον ιστό αράχνης. Το Όσα παίρνει ο άνεμος ήταν η πρώτη έγχρωμη ταινία στην καριέρα του Γκέιμπλ. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας, η συμπρωταγωνίστριά του Βίβιαν Λι παραπονέθηκε για δυσοσμία του στόματος του Γκέιμπλ, η οποία είχε προφανώς προκληθεί από τα ψεύτικα του δόντια. Σε γενικές γραμμές όμως τα πηγαίνανε καλά μεταξύ τους. Η διασημότερη ατάκα του Γκέιμπλ στην ταινία ήταν το Ειλικρινά, αγαπητή μου, δεν δίνω δεκάρα.Ο Γκέιμπλ σύναψε επίσης φιλία με τη αφρο-αμερικάνα ηθοποιό Χάτι Μακ Ντάνιελ. Στη σκηνή στην οποία οι δυο τους γιορτάζουν τη γέννηση της κόρης της Σκάρλετ και του Ρετ, ο Γκέιμπλ έβαλε στο ποτήρι της αληθινό αλκοόλ. Επίσης απείλησε να μην παρευρεθεί στην πρεμιέρα της ταινίας στην Ατλάντα, σε περίπτωση που δεν επέτρεπαν στη Μακ Ντάνιελ να είναι παρούσα εκεί. Οι δυο τους παρέμειναν φίλοι μέχρι και το θάνατο της Μακ Ντάνιελ το 1952. Ο Κλαρκ Γκέιμπλ που βρέθηκε για τρίτη φορά υποψήφιος για όσκαρ Α' ανδρικού ρόλου, έχασε από τον Ρόμπερτ Ντόνατ που κέρδισε το βραβείο για την ταινία Αντίο, Ωραία Νιάτα (Goodbye Mr Chips!). Κάμποσα χρόνια αργότερα, ο Γκέιμπλ, δήλωσε ότι κάθε φορά που η καριέρα του θα βρισκόταν σε ύφεση, μια επανέκδοση του Όσα παίρνει ο άνεμος αρκούσε για να αναβιώσει τη δημοτικότητά του. Ο γάμος του Κλαρκ Γκέιμπλ το 1939 με την τρίτη σύζυγό του, την επιτυχημένη αμερικανίδα ηθοποιό Κάρολ Λόμπαρντ, αποτέλεσε την πιο ευτυχισμένη περίοδο της προσωπικής του ζωής. Η Λόμπαρντ εργαζόταν ως ανεξάρτητη ηθοποιός και το ετήσιο εισόδημα της υπερέβαινε εκείνο του μισθού που ο Γκέιμπλ λάμβανε από την Metro-Goldwyn-Mayer.
Η αμοιβή του Γκέιμπλ για το Όσα παίρνει ο άνεμος επέφερε ισοτιμία στο ζευγάρι. Από τον γάμο τους, η Λόμπαρντ κέρδισε την προσωπική σταθερότητα που της έλειπε και εκείνος λάτρευε να βρίσκεται κοντά στο νεανικό, γοητευτικό, και ειλικρινές της πνεύμα Τις περισσότερες φορές, αυτή ανεχόταν τις ερωτοτροπίες του Γκέιμπλ με άλλες σταρ, όπως για παράδειγμα με την Λορέτα Γιανγκ. Οι προσπάθειές τους να αποκτήσουν μωρό απέβησαν άκαρπες. Η Λόμπαρντ έμεινε έγκυος το 1940, αλλά απέβαλε.Στις 16 Ιανουαρίου του 1942, η Λόμπαρντ επιβιβάστηκε σε αεροπλάνο της εταιρίας Trans-World Airlines. Είχε μόλις τελειώσει 57η της ταινία και μετά από μια επιτυχημένη περιοδεία, κατά τη διάρκεια της οποίας είχε καταφέρει να πουλήσει αρκετά ομόλογα πολέμου, επέστρεφε σπίτι. Το αεροσκάφος της όμως συνετρίβη σε ένα βουνό κοντά στο Λας Βέγκας της Νεβάδα, χωρίς να αφήσει κανέναν επιζώντα. . Ο Γκέιμπλ πέταξε στον τόπο της συντριβής και είδε την πυρκαγιά που είχε προκληθεί από το δυστύχημα, στο δάσος της Νεβάδα .Ο Γκέιμπλ επέστρεψε στο άδειο πλέον σπίτι του και ένα μήνα αργότερα, επέστρεψε στα κινηματογραφικά πλατό για να συνεργαστεί με την Λάνα Τέρνερ στην ταινία, Ανήσυχη σάρκα (Somewhere, I'll Find You). Ο τραγικός θάνατος της συζύγου του τον συνέτριψε και άρχισε να πίνει σε μεγάλο βαθμό. Ωστόσο, κατάφερε να τελειώσει τα γυρίσματα της ταινίας. Ο Γκέιμπλ υπέκυψε για πρώτη φορά στον πόνο της απώλειας του δημοσίως, κατά τη διάρκεια της κηδείας της Λόμπαρντ. Εκείνη την περίοδο, η Τζόαν Κρόφορντ επέστρεψε στο πλευρό του για να προσφέρει την υποστήριξη και τη φιλία της. Ο Γκέιμπλ έζησε στο αγρόκτημά του στο Εντσίνο, για το υπόλοιπο της ζωής του. Πρωταγωνίστησε σε είκοσι επτά ακόμη ταινίες και παντρεύτηκε άλλες δύο φορές. Αλλά όπως δήλωσε και η φίλη του, η ηθοποιός Έσθερ Γουίλιαμς: "Δεν ήταν ποτέ ξανά ο ίδιος, καθώς η καρδιά του είχε βυθιστεί στον πόνο.
Ο Γκέιμπλ δυσανασχετούσε όλο και περισσότερο με τους μέτριους ρόλους που του ανέθεταν στην Metro-Goldwyn-Mayer, ενώ η εταιρία θεωρούσε ότι ο μισθός του ήταν πολύ υψηλός.Το 1953, Γκέιμπλ αρνήθηκε να ανανεώσει τη σύμβασή του και άρχισε να εργάζεται ανεξάρτητα. Οι δύο πρώτες ταινίες του ήταν Ο τυχοδιώκτης του Χονγκ Κονγκ (Soldier Of Fortune, 1955) και Ρωμαλαίοι άνδρες (The Tall Men), που έκαναν μέτρια επιτυχία.Οι αταίριαστοι (The Misfits, 1960), σε σκηνοθεσία Τζον Χιούστον, με συμπρωταγωνιστές την Μέριλιν Μονρόε και τον Μοντγκόμερι Κλιφτ. έμελλε να είναι, η τελευταία ταινία τόσο για εκείνον όσο και για τη Μονρόε. Πολλοί κριτικοί θεωρούν την ερμηνεία του στην ταινία αυτή, ως την καλύτερη της καριέρας του. Ο Γκέιμπλ πέθανε λίγο μετά τη λήξη των γυρισμάτων, στα τέλη του 1960 και η Μονρόε ένα χρόνο αργότερα. Ο θάνατός του οφειλόταν σε θρόμβωση των στεφανιαίων αρτηριών. Η σύζυγός του ήταν έγκυος όταν εκείνος απεβίωσε και τέσσερις μήνες αργότερα, έφερε στον κόσμο τον Τζον Κλαρκ Γκέιμπλ. Ο Γκέιμπλ είχε επίσης μια κόρη, τη Τζούντι Λιούις, καρπό της ερωτικής του σχέσης με την ηθοποιό Λορέτα Γιανγκ το 1934. Κανείς από τους δυο ηθοποιούς δεν παραδέχτηκε δημοσίως την πατρότητα της Λιούις. Η αλήθεια αναδύθηκε στην επιφάνεια μετά το θάνατο της Γιανγκ. Ο Κλαρκ Γκέιμπλ κηδεύτηκε πλάι στην αγαπημένη του Κάρολ Λόμπαρντ.