Στο βιβλίο «Και οι δυο μας» που κυκλοφόρησε ο Ράιαν Ο΄Νιλ το 2012 καταγράφει με λεπτομέρειες τη θυελλώδη σχέση του με τη Φάρα Φόσετ η οποία πέθανε τον Ιούνιο του 2009.
«Τη θυμάμαι ενώ της κρατούσα το χέρι και οι δυο μας είμαστε χαρούμενοι και γελαστοί και ο αέρας ανακάτευε τις διάσημες μπούκλες της καθώς πηγαίναμε από το Τάχο στο Ρίνο, στην εκκλησία. Την προηγούμενη νύχτα έβγαλα τον χρυσό κρίκο από ένα κουβανέζικο πούρο, το πέρασα στο δάχτυλό της και τη ζήτησα σε γάμο. Δέχτηκε. Η λίμνη και το δάσος στο Τάχο έχουν μια ομορφιά που σε γαληνεύει, το μέρος άρεσε στη Φάρα: ο βουνίσιος αέρας, οι πεζοπορίες, η άγρια ιππασία. Και μετά έσκασε το λάστιχο. Σταμάτησα ένα αυτοκίνητο που προσφέρθηκε να μας μεταφέρει στο Ρίνο ή πίσω στο Τάχο. Διαλέξαμε τη λίμνη. Κοιτάζοντας πίσω αναρωτιέμαι αν θα μπορούσε να ήταν διαφορετική η ζωή μου με αυτή τη σπάνια γυναίκα.» Ο Ράιαν Ο’Νηλ δεν έφτιαξε το λάστιχο και δεν πήγαν στην εκκλησία εκείνη την ημέρα. Ετσι κι αλλιώς η Φάρα ήταν παντρεμένη με τον Λι Μέιτζορς, που τότε πρωταγωνιστούσε στο «Six Million Dollar Man». Ηταν φθινόπωρο του 1979, ο Λι ήταν στο Τορόντο για τα γυρίσματα μιας ταινίας και ο Ράιαν είχε πάει να επισκεφθεί την κόρη Τατούμ. «Ανταλλάξαμε το πρώτο μας φιλί σε ένα πάρτι του Σουίφτι Λαζάρ, κυνηγό ταλέντων. Ο Γκρέγκορι Πεκ ήταν εκεί, η Αν και ο Κερκ Ντάγκλας, ο Μπαρτ Λάνκαστε και πολλοί άλλοι σταρ. Η Φάρα καταφθάνει φορώντας τζιν, μπότες και ένα τζάκετ από φίδι. Λάμπει. Ο Κερκ Ντάγκλας προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή της χαμογελώντας τόσο πλατιά που μπορούσαμε να δούμε τους τραπεζίτες του. Η Φάρα φιλάει τόσο ωραία, έχει τόσο γλυκειά αναπνοή. Από τον τρόπο που με φιλούσε ήξερα πώς το είχε αποφασίσει. Θυμάμαι την ανασφάλεια που ένιωθα ενώ περίμενα το τηλεφώνημά της, γιατί φοβόμουν ότι δεν θα μπορούσα να κρατήσω κοντά μου αυτό το υπέροχο πλάσμα.» Τελικά τα φτιάχνουν. Ο Ράιαν κάθεται κουλουριασμένος στον καναπέ δίπλα στη Φάρα, βλέπουν μαζί επεισόδια του Πέιτον Πλέις. Ο Ράιαν Ο Νηλ είχε γυρίσει συνολικά πεντακόσια επεισόδια και για το καθένα πληρωνόταν εφτακόσια πενήντα δολλάρια. Η Φάρα του εξομολογείται δειλά ότι είναι φαν της σειράς και ότι ο Ράιαν της άρεσε πάρα πολύ, εκείνος παραδέχεται επίσης ότι είχε δει μερικά επεισόδια από τη σειρά «΄Αγγελοι του Τσάρλι». Οι γιοι του, ο δεκατετράχρονος Γκρίφιν από τον πρώτο του γάμο με την Τζοάνα Μουρ και ο δωδεκάχρονος Πάτρικ από το γάμο του με την Λι Τέιλορ Γιανγκ την λατρεύουν επίσης. Τα δυο αγόρια περνάνε τα Σαββατοκύριακα με τη Φάρα και τον πατέρα τους στο σπίτι του δίπλα στη θάλασσα. Η Φάρα χωρίζει τελικά με τον Λι Μέιτζορ και το 1984 μένει έγκυος. Δεν είναι τόσο ενθουσιασμένη όσο ο Ράιαν, όσο όμως η κοιλιά της μεγαλώνει οι φόβοι της υποχωρούν. Όταν το αγοράκι γεννιέται η Φάρα ζητάει από τον Ράιαν να την παντρευτεί, εκείνος όμως διστάζει μετά από τρεις αποτυχημένους γάμους και η Φάρα δεν θα του το ξαναπεί ποτέ. Βαφτίζουν τον γιο τους Ρέιμοντ. «Η Φάρα μοιάζει πιο ολοκληρωμένη με τη μητρότητα. Είναι ήρεμη και προσεκτική. Τεμπελιάζουμε ευτυχισμένοι παρατηρώντας κάθε κίνηση του μωρού μας, το πρώτο του χαμόγελο, το πρώτο του μπουσούλημα.
Καβγάδες
Οσο περνάει ο καιρός όμως οι διαφορετικές μας απόψεις για την διαπαιδαγώγηση του Ρέιμοντ προκαλούν εντάσεις. Ανησυχώ γιατί η Φάρα είναι πάρα πολύ αυστηρή. Οι προστριβές μας ξεκινάνε με το πώς θα βάλουν όρια στο μικρό, τι ώρα θα πάει για ύπνο, για το φαγητό, πώς θα μάθει να σέβεται τους μεγάλους και το βασικότερο γιατί θα πρέπει να τηρούνται οι κανόνες. Υπερασπίζομαι την άποψή μου λέγοντας ότι έχω μεγαλώσει τρία παιδιά άρα εγώ είμαι έμπειρος γονιός, ενώ εκείνη όχι. Και αυτό ακριβώς είναι που την ανησυχεί. Οσο πιο αυστηρή γίνεται με τον Ρέιμοντ τόσο λιγότερη επιρροή έχει επάνω του. Ενας θεραπευτής θα μπορούσε να το εξηγήσει όμως ποτέ δεν πήγαμε σε κάποιον.» Οι συγκρούσεις του ζευγαριού κλιμακώνονται. Μια μέρα η Φάρα κλειδώνεται στο μπάνιο, ο Ράιαν σπάει την πόρτα και μαζί το χέρι του ενώ ένα κομματάκι ξύλου πετάγεται και κόβει το πρόσωπο της Φάρα πάνω από το φρύδι. Μια άλλη φορά ο καυγάς τους μετατρέπεται σε πραγματική μάχη όταν ξαφνικά εμφανίζεται ο εξάχρονος Ρέιμοντ φορώντας τα πιτζαμάκια του με τον Γουίνι, το αρκουδάκι. Στο χέρι του κρατάει ένα κουζινομάχαιρο και τους απειλεί. «Αν δεν σταματήσετε θα μαχαιρωθώ» λέει ο μικρός και ο καυγάς των γονιών του παίρνει τέλος.
«Τη θυμάμαι ενώ της κρατούσα το χέρι και οι δυο μας είμαστε χαρούμενοι και γελαστοί και ο αέρας ανακάτευε τις διάσημες μπούκλες της καθώς πηγαίναμε από το Τάχο στο Ρίνο, στην εκκλησία. Την προηγούμενη νύχτα έβγαλα τον χρυσό κρίκο από ένα κουβανέζικο πούρο, το πέρασα στο δάχτυλό της και τη ζήτησα σε γάμο. Δέχτηκε. Η λίμνη και το δάσος στο Τάχο έχουν μια ομορφιά που σε γαληνεύει, το μέρος άρεσε στη Φάρα: ο βουνίσιος αέρας, οι πεζοπορίες, η άγρια ιππασία. Και μετά έσκασε το λάστιχο. Σταμάτησα ένα αυτοκίνητο που προσφέρθηκε να μας μεταφέρει στο Ρίνο ή πίσω στο Τάχο. Διαλέξαμε τη λίμνη. Κοιτάζοντας πίσω αναρωτιέμαι αν θα μπορούσε να ήταν διαφορετική η ζωή μου με αυτή τη σπάνια γυναίκα.» Ο Ράιαν Ο’Νηλ δεν έφτιαξε το λάστιχο και δεν πήγαν στην εκκλησία εκείνη την ημέρα. Ετσι κι αλλιώς η Φάρα ήταν παντρεμένη με τον Λι Μέιτζορς, που τότε πρωταγωνιστούσε στο «Six Million Dollar Man». Ηταν φθινόπωρο του 1979, ο Λι ήταν στο Τορόντο για τα γυρίσματα μιας ταινίας και ο Ράιαν είχε πάει να επισκεφθεί την κόρη Τατούμ. «Ανταλλάξαμε το πρώτο μας φιλί σε ένα πάρτι του Σουίφτι Λαζάρ, κυνηγό ταλέντων. Ο Γκρέγκορι Πεκ ήταν εκεί, η Αν και ο Κερκ Ντάγκλας, ο Μπαρτ Λάνκαστε και πολλοί άλλοι σταρ. Η Φάρα καταφθάνει φορώντας τζιν, μπότες και ένα τζάκετ από φίδι. Λάμπει. Ο Κερκ Ντάγκλας προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή της χαμογελώντας τόσο πλατιά που μπορούσαμε να δούμε τους τραπεζίτες του. Η Φάρα φιλάει τόσο ωραία, έχει τόσο γλυκειά αναπνοή. Από τον τρόπο που με φιλούσε ήξερα πώς το είχε αποφασίσει. Θυμάμαι την ανασφάλεια που ένιωθα ενώ περίμενα το τηλεφώνημά της, γιατί φοβόμουν ότι δεν θα μπορούσα να κρατήσω κοντά μου αυτό το υπέροχο πλάσμα.» Τελικά τα φτιάχνουν. Ο Ράιαν κάθεται κουλουριασμένος στον καναπέ δίπλα στη Φάρα, βλέπουν μαζί επεισόδια του Πέιτον Πλέις. Ο Ράιαν Ο Νηλ είχε γυρίσει συνολικά πεντακόσια επεισόδια και για το καθένα πληρωνόταν εφτακόσια πενήντα δολλάρια. Η Φάρα του εξομολογείται δειλά ότι είναι φαν της σειράς και ότι ο Ράιαν της άρεσε πάρα πολύ, εκείνος παραδέχεται επίσης ότι είχε δει μερικά επεισόδια από τη σειρά «΄Αγγελοι του Τσάρλι». Οι γιοι του, ο δεκατετράχρονος Γκρίφιν από τον πρώτο του γάμο με την Τζοάνα Μουρ και ο δωδεκάχρονος Πάτρικ από το γάμο του με την Λι Τέιλορ Γιανγκ την λατρεύουν επίσης. Τα δυο αγόρια περνάνε τα Σαββατοκύριακα με τη Φάρα και τον πατέρα τους στο σπίτι του δίπλα στη θάλασσα. Η Φάρα χωρίζει τελικά με τον Λι Μέιτζορ και το 1984 μένει έγκυος. Δεν είναι τόσο ενθουσιασμένη όσο ο Ράιαν, όσο όμως η κοιλιά της μεγαλώνει οι φόβοι της υποχωρούν. Όταν το αγοράκι γεννιέται η Φάρα ζητάει από τον Ράιαν να την παντρευτεί, εκείνος όμως διστάζει μετά από τρεις αποτυχημένους γάμους και η Φάρα δεν θα του το ξαναπεί ποτέ. Βαφτίζουν τον γιο τους Ρέιμοντ. «Η Φάρα μοιάζει πιο ολοκληρωμένη με τη μητρότητα. Είναι ήρεμη και προσεκτική. Τεμπελιάζουμε ευτυχισμένοι παρατηρώντας κάθε κίνηση του μωρού μας, το πρώτο του χαμόγελο, το πρώτο του μπουσούλημα.
Καβγάδες
Οσο περνάει ο καιρός όμως οι διαφορετικές μας απόψεις για την διαπαιδαγώγηση του Ρέιμοντ προκαλούν εντάσεις. Ανησυχώ γιατί η Φάρα είναι πάρα πολύ αυστηρή. Οι προστριβές μας ξεκινάνε με το πώς θα βάλουν όρια στο μικρό, τι ώρα θα πάει για ύπνο, για το φαγητό, πώς θα μάθει να σέβεται τους μεγάλους και το βασικότερο γιατί θα πρέπει να τηρούνται οι κανόνες. Υπερασπίζομαι την άποψή μου λέγοντας ότι έχω μεγαλώσει τρία παιδιά άρα εγώ είμαι έμπειρος γονιός, ενώ εκείνη όχι. Και αυτό ακριβώς είναι που την ανησυχεί. Οσο πιο αυστηρή γίνεται με τον Ρέιμοντ τόσο λιγότερη επιρροή έχει επάνω του. Ενας θεραπευτής θα μπορούσε να το εξηγήσει όμως ποτέ δεν πήγαμε σε κάποιον.» Οι συγκρούσεις του ζευγαριού κλιμακώνονται. Μια μέρα η Φάρα κλειδώνεται στο μπάνιο, ο Ράιαν σπάει την πόρτα και μαζί το χέρι του ενώ ένα κομματάκι ξύλου πετάγεται και κόβει το πρόσωπο της Φάρα πάνω από το φρύδι. Μια άλλη φορά ο καυγάς τους μετατρέπεται σε πραγματική μάχη όταν ξαφνικά εμφανίζεται ο εξάχρονος Ρέιμοντ φορώντας τα πιτζαμάκια του με τον Γουίνι, το αρκουδάκι. Στο χέρι του κρατάει ένα κουζινομάχαιρο και τους απειλεί. «Αν δεν σταματήσετε θα μαχαιρωθώ» λέει ο μικρός και ο καυγάς των γονιών του παίρνει τέλος.
Έρχεται το τέλος
Το τέλος του 1996 η σχέση του ζευγαριού μοιάζει με ηφαίστειο που καπνίζει. «Υπήρχε τόση εχθρότητα που έβραζε κάτω από την επιφάνεια. Το μόνο ασφαλές πεδίο ήταν το σεξ. Όμως αμέσως μετά η αγάπη μας δηλητηριαζόταν. Μερικές φορές μάλιστα ερχόμαστε στα χέρια. Και κανείς από τους δυο μας δεν μπορούσε να σκεφτεί ότι αυτό δεν είναι φυσιολογικό και ότι χρειαζόμαστε βοήθεια. Αν εγώ ήμουν στην Κόλαση η Φάρα ήταν στο Καθαρτήριο. Τη μια στιγμή κάναμε έρωτα και την άλλη μου πέταγε ξαφνικά στο κεφάλι ένα πιάτο με τσίλι κον κάρνε. Και αμέσως μετά έστελνε ένα δελτίο τύπου ανακοινώνοντας τον χωρισμό μας. Εκείνη την εποχή ζούσαμε ένα δράμα πραγματικά σπαραξικάρδιο.» Δέκα χρόνια αργότερα, το φθινόπωρο του 2006 ο Ράιαν είναι ξαπλωμένος δίπλα στη Φάρα κι εκείνη παρατηρεί τα πόδια της. « Ο ένας μηρός είναι πιο μεγάλος από τον άλλο» λέει. Και έχει δίκιο. Το σώμα της κάνει κατακράτηση υγρών. Τον προηγούμενο χρόνο είχε πεθάνει η μητέρα της και από τότε δεν μπορεί να συνέλθει. Νιώθει εξαντλημένη. Στις 22 Σεπτεμβρίου μάλιστα θα διαγνωστεί με μια σπάνια επιθετική μορφή καρκίνου. Τα επόμενα δυομιση χρόνια η Φάρα θα παλέψει πολύ σκληρά για τη ζωή της με τόση αποφασιστικότητα που κάνει τους ογκολόγους της να απορούν.
Εντωμεταξύ ο Ράιαν κάνει ότι μπορεί για να βοηθήσει τον γιο τους Ρέιμοντ που έχει εθιστεί στα ναρκωτικά. Είναι όμως μάταιο. Την άνοιξη του 2009 ο Ρέιμοντ καταλήγει στη φυλακή. Λίγους μήνες νωρίτερα είχε συλληφθεί στη Νέα Υόρκη και η μεγαλύτερη αδελφή του η Τατούμ Ο’ Νηλ την ώρα που αγόραζε κρακ και κοκαίνη. Εκείνες τις ημέρες η Φάρα είναι πλέον τόσο αδύναμη που δεν μπορεί καν να διαβάσει εφημερίδες. «Εξασφάλισα ότι δεν θα διάβαζε ούτε λέξη για τη φυλάκισή του και της είπα ότι δεν μπορούσε να την επισκεφθεί γιατί παρακολουθούσε ένα πρόγραμμα αποτοξίνωσης.» γράφει o Ράιαν για την τραγική περίοδο λίγο πριν από το τέλος της αγαπημένης του. Τελικά ο Ρέιμοντ παίρνει άδεια και επισκέπτεται τη μητέρα του. Ακουμπάει το κεφάλι του στο στήθος της και της λέει πόσα πολλά σημαίνει γιαυτόν. «Καθώς τον έβλεπα κολλημένο πάνω της ξεπήδησαν από τη μνήμη μου ένα σωρό στιγμιότυπα: Θυμόμουν τη Φάρα να γαργαλάει το κοκκινομάλλικο αγοράκι της κι εκείνο να σκάει στα γέλια, τον μικρό Ρέιμοντ με τη μαμά του κάτω από το πάπλωμα να του τραγουδάει «ποιος φοβάται τον κακό λύκο», τη Φάρα να τρέχει με το γιο της στην παραλία.»
Το τέλος του 1996 η σχέση του ζευγαριού μοιάζει με ηφαίστειο που καπνίζει. «Υπήρχε τόση εχθρότητα που έβραζε κάτω από την επιφάνεια. Το μόνο ασφαλές πεδίο ήταν το σεξ. Όμως αμέσως μετά η αγάπη μας δηλητηριαζόταν. Μερικές φορές μάλιστα ερχόμαστε στα χέρια. Και κανείς από τους δυο μας δεν μπορούσε να σκεφτεί ότι αυτό δεν είναι φυσιολογικό και ότι χρειαζόμαστε βοήθεια. Αν εγώ ήμουν στην Κόλαση η Φάρα ήταν στο Καθαρτήριο. Τη μια στιγμή κάναμε έρωτα και την άλλη μου πέταγε ξαφνικά στο κεφάλι ένα πιάτο με τσίλι κον κάρνε. Και αμέσως μετά έστελνε ένα δελτίο τύπου ανακοινώνοντας τον χωρισμό μας. Εκείνη την εποχή ζούσαμε ένα δράμα πραγματικά σπαραξικάρδιο.» Δέκα χρόνια αργότερα, το φθινόπωρο του 2006 ο Ράιαν είναι ξαπλωμένος δίπλα στη Φάρα κι εκείνη παρατηρεί τα πόδια της. « Ο ένας μηρός είναι πιο μεγάλος από τον άλλο» λέει. Και έχει δίκιο. Το σώμα της κάνει κατακράτηση υγρών. Τον προηγούμενο χρόνο είχε πεθάνει η μητέρα της και από τότε δεν μπορεί να συνέλθει. Νιώθει εξαντλημένη. Στις 22 Σεπτεμβρίου μάλιστα θα διαγνωστεί με μια σπάνια επιθετική μορφή καρκίνου. Τα επόμενα δυομιση χρόνια η Φάρα θα παλέψει πολύ σκληρά για τη ζωή της με τόση αποφασιστικότητα που κάνει τους ογκολόγους της να απορούν.
Εντωμεταξύ ο Ράιαν κάνει ότι μπορεί για να βοηθήσει τον γιο τους Ρέιμοντ που έχει εθιστεί στα ναρκωτικά. Είναι όμως μάταιο. Την άνοιξη του 2009 ο Ρέιμοντ καταλήγει στη φυλακή. Λίγους μήνες νωρίτερα είχε συλληφθεί στη Νέα Υόρκη και η μεγαλύτερη αδελφή του η Τατούμ Ο’ Νηλ την ώρα που αγόραζε κρακ και κοκαίνη. Εκείνες τις ημέρες η Φάρα είναι πλέον τόσο αδύναμη που δεν μπορεί καν να διαβάσει εφημερίδες. «Εξασφάλισα ότι δεν θα διάβαζε ούτε λέξη για τη φυλάκισή του και της είπα ότι δεν μπορούσε να την επισκεφθεί γιατί παρακολουθούσε ένα πρόγραμμα αποτοξίνωσης.» γράφει o Ράιαν για την τραγική περίοδο λίγο πριν από το τέλος της αγαπημένης του. Τελικά ο Ρέιμοντ παίρνει άδεια και επισκέπτεται τη μητέρα του. Ακουμπάει το κεφάλι του στο στήθος της και της λέει πόσα πολλά σημαίνει γιαυτόν. «Καθώς τον έβλεπα κολλημένο πάνω της ξεπήδησαν από τη μνήμη μου ένα σωρό στιγμιότυπα: Θυμόμουν τη Φάρα να γαργαλάει το κοκκινομάλλικο αγοράκι της κι εκείνο να σκάει στα γέλια, τον μικρό Ρέιμοντ με τη μαμά του κάτω από το πάπλωμα να του τραγουδάει «ποιος φοβάται τον κακό λύκο», τη Φάρα να τρέχει με το γιο της στην παραλία.»
Το τέλος μιας αγάπης
Στις 15 Μαϊου προβάλλεται στην τηλεόραση μια ταινία για την ιστορία της Φάρα και τις προσπάθειές της να καταπολεμήσει τον καρκίνο. Η Φάρα και ο Ράιαν την παρακολουθούν μαζί. Εκείνη δεν έχει καν τη δύναμη να καθίσει, στηρίζεται ξαπλωμένη πάνω του. Ο Ράιαν της ζητάει για τελευταία φορά να τον παντρευτεί και η Φάρα επιτέλους δέχεται. Ο Ράιαν αγοράζει το δαχτυλίδι του γάμου, ο ιερέας του St John’s Hospital ευλογεί την ένωσή τους. Όταν φεύγει, ο Ράιαν ξαπλώνει δίπλα της, τυλίγει το κορμί της μέσα στην αγκαλιά του, της κρατάει το χέρι. Ο σφυγμός της είναι πολύ αδύναμος. «Ηλπιζα ότι δεν θα χρειαζόταν ποτέ να πω κάτι τέτοιο, νομίζω όμως ότι πρέπει πια να την αφήσουμε να φύγει» λέει ο Δρ Πίρο. Ο Ράιαν θα του ζητήσει λίγη ώρα ακόμη και ο γιατρός θα τους αφήσαει για λίγο μόνους. «Χαϊδεύω τα χέρια της για ώρες, η καρδιά της αρνείται να σταματήσει. Αισθάνομαι ένα χέρι στον ώμο μου. «Πρέπει να σταματήσουμε να τρέφουμε τον καρκίνο της, δεν υπάρχει πλέον καμία περίπτωση να συνέλθει» μου ψιθυρίζει ο γιατρός. Παρακολουθώ τη νοσοκόμα που βγάζει τη βελόνα από το χέρι της Φάρα και τοποθετεί προσεκτικά έναν επίδεσμο σα να επρόκειτο για έναν κανονικό ασθενή. Μπορώ να ακούσω τον ήχο που κάνουν οι ρόδες του μηχανήματος καθώς το τσουλάνε έξω από το δωμάτιο. Ο Δρ Πίρο μου λέει ότι μπορεί να κρατήσει λίγο ακόμη και «ξέρω ότι θέλεις να είσαι μαζί της». Μένω μόνος μου με την αγάπη μου. Παίρνω το χέρι της στο χέρι μου. Μπορώ ακόμη να νιώσω τον σφυγμό της αλλά τώρα πια μοιάζει με φτερούγισμα. Προσπαθεί να φύγει. Ο παλμός της καρδιάς της λιγοστεύει μέχρι που σταματάει τελείως. Το πρωί της 25ης Ιουνίου η Φάρα γλιστράει για πάντα στην αιωνιότητα». Ο Ράιαν έχει κάτι ακόμη να κάνει. «Κλείνω τα μάτια μου, μαζεύω όλο μου το κουράγιο για αυτό το τηλεφώνημα που διστάζω τόσο πολύ να κάνω. Καλώ στη φυλακή όπου κρατείται ο Ρέιμοντ, ζητάω τον ιερέα και εκείνος τον φέρνει. Του λέω ότι η μητέρα του έφυγε. Μένει σιωπηλός για μια στιγμή μετά ακούω ένα λυγμό.» Λίγο καιρό αργότερα κάθεται στο υπνοδωμάτιό του στο Μαλιμπού. Βλέπει μια ταινία που είχε ξαναδει 25 χρόνια πριν. «Το φεγγάρι καθρεφτίζεται στον ωκεανό, το βλέπω από τα παράθυρα. Είμαι εκστατικός. Σκέφτομαι ότι υπάρχει ένας καλός λόγος για όλα εκείνα τα κορίτσια και τις γυναίκες που έκλαιγαν τότε. Υπάρχει λόγος που το Love Story εξακολουθεί να είναι μια από τις πιο δημοφιλείς ταινίες όλων των εποχών, αφού μπορεί ο πρόωρος θάνατος να είναι ένα δραματικό κλισέ, είναι όμως επίσης το ήμισι της ανθρώπινης δυστυχίας.»
Στις 15 Μαϊου προβάλλεται στην τηλεόραση μια ταινία για την ιστορία της Φάρα και τις προσπάθειές της να καταπολεμήσει τον καρκίνο. Η Φάρα και ο Ράιαν την παρακολουθούν μαζί. Εκείνη δεν έχει καν τη δύναμη να καθίσει, στηρίζεται ξαπλωμένη πάνω του. Ο Ράιαν της ζητάει για τελευταία φορά να τον παντρευτεί και η Φάρα επιτέλους δέχεται. Ο Ράιαν αγοράζει το δαχτυλίδι του γάμου, ο ιερέας του St John’s Hospital ευλογεί την ένωσή τους. Όταν φεύγει, ο Ράιαν ξαπλώνει δίπλα της, τυλίγει το κορμί της μέσα στην αγκαλιά του, της κρατάει το χέρι. Ο σφυγμός της είναι πολύ αδύναμος. «Ηλπιζα ότι δεν θα χρειαζόταν ποτέ να πω κάτι τέτοιο, νομίζω όμως ότι πρέπει πια να την αφήσουμε να φύγει» λέει ο Δρ Πίρο. Ο Ράιαν θα του ζητήσει λίγη ώρα ακόμη και ο γιατρός θα τους αφήσαει για λίγο μόνους. «Χαϊδεύω τα χέρια της για ώρες, η καρδιά της αρνείται να σταματήσει. Αισθάνομαι ένα χέρι στον ώμο μου. «Πρέπει να σταματήσουμε να τρέφουμε τον καρκίνο της, δεν υπάρχει πλέον καμία περίπτωση να συνέλθει» μου ψιθυρίζει ο γιατρός. Παρακολουθώ τη νοσοκόμα που βγάζει τη βελόνα από το χέρι της Φάρα και τοποθετεί προσεκτικά έναν επίδεσμο σα να επρόκειτο για έναν κανονικό ασθενή. Μπορώ να ακούσω τον ήχο που κάνουν οι ρόδες του μηχανήματος καθώς το τσουλάνε έξω από το δωμάτιο. Ο Δρ Πίρο μου λέει ότι μπορεί να κρατήσει λίγο ακόμη και «ξέρω ότι θέλεις να είσαι μαζί της». Μένω μόνος μου με την αγάπη μου. Παίρνω το χέρι της στο χέρι μου. Μπορώ ακόμη να νιώσω τον σφυγμό της αλλά τώρα πια μοιάζει με φτερούγισμα. Προσπαθεί να φύγει. Ο παλμός της καρδιάς της λιγοστεύει μέχρι που σταματάει τελείως. Το πρωί της 25ης Ιουνίου η Φάρα γλιστράει για πάντα στην αιωνιότητα». Ο Ράιαν έχει κάτι ακόμη να κάνει. «Κλείνω τα μάτια μου, μαζεύω όλο μου το κουράγιο για αυτό το τηλεφώνημα που διστάζω τόσο πολύ να κάνω. Καλώ στη φυλακή όπου κρατείται ο Ρέιμοντ, ζητάω τον ιερέα και εκείνος τον φέρνει. Του λέω ότι η μητέρα του έφυγε. Μένει σιωπηλός για μια στιγμή μετά ακούω ένα λυγμό.» Λίγο καιρό αργότερα κάθεται στο υπνοδωμάτιό του στο Μαλιμπού. Βλέπει μια ταινία που είχε ξαναδει 25 χρόνια πριν. «Το φεγγάρι καθρεφτίζεται στον ωκεανό, το βλέπω από τα παράθυρα. Είμαι εκστατικός. Σκέφτομαι ότι υπάρχει ένας καλός λόγος για όλα εκείνα τα κορίτσια και τις γυναίκες που έκλαιγαν τότε. Υπάρχει λόγος που το Love Story εξακολουθεί να είναι μια από τις πιο δημοφιλείς ταινίες όλων των εποχών, αφού μπορεί ο πρόωρος θάνατος να είναι ένα δραματικό κλισέ, είναι όμως επίσης το ήμισι της ανθρώπινης δυστυχίας.»