Ο Τζαφάρ Παναχί είναι ένας από τους διασημότερους σκηνοθέτες του Ιρανικού κινηματογράφου. Οι ταινίες του έχουν βραβευθεί στις Κάνες, τη Βενετία, το Λοκάρνο, το Βερολίνο. Το 2010 συνελήφθη μαζί με τη γυναίκα την κόρη του και 15 φίλους του με κατηγορία της προπαγάνδας ενάντια στο καθεστώς. Ο Παναχί έχει καταδικαστεί από το ιρανικό καθεστώς σε 20ετή αποχή από την κινηματογραφική δημιουργία, του έχει απαγορευτεί η μετακίνηση και έχει απειληθεί με φυλάκιση.
Ο Τζαφάρ Παναχί γεννήθηκε το 1960 στο Ιράν. Σπούδασε σκηνοθεσία στο πανεπιστήμιο κινηματογράφου και τηλεόρασης στην Τεχεράνη. Πριν στραφεί στις μεγάλου μήκους ταινίες έκανε αρκετές μικρού και μεσαίου μήκους για την ιρανική τηλεόραση και δούλεψε ως βοηθός σκηνοθέτη στο φιλμ «Μέσα στους Ελαιώνες», του Άμπας Κιαροστάμι. Ο Παναχί πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με το«The White Balloon» το 1995, ταινία με την οποία κέρδισε το Βραβείο Χρυσή Κάμερα, στο Φεστιβάλ των Καννών. Πρόκειται για την ιστορία των περιπετειών μιας νεαρής κοπέλας που προσπαθεί να αγοράσει ένα τυχερό χρυσόψαρο για την καινούρια χρονιά. Το 1997 η ταινία του «The Mirror», τιμήθηκε με τηΧρυσή Λεοπάρδαλη στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Λοκάρνο.νΗ ταινία «Ο Κύκλος» (2000 - φωτογραφία) του Τζαφάρ Παναχί προβλήθηκε στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βενετίας, όπου και τιμήθηκε με τονΧρυσό Λέοντα. Η δραματική αυτή ταινία του, σχετικά με το κοινωνικό δίλημμα που αντιμετωπίζουν αρκετές σύγχρονες Ιρανές, απέσπασε επίσης και το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας της Χρονιάς, από την Ένωση Κριτικών Fipresci. Το φιλμ «Offside» - Αργυρή Άρκτος στο 56ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου - περιγράφει την ιστορία μιας παρέας Ιρανών γυναικών που θα κάνουν τα πάντα προκειμένου να παρακολουθήσουν έναν σπουδαίο αγώνα στο στάδιο Azadi της Τεχεράνης, μεταξύ του Ιράν και του Μπαχρέιν.
Την 1η Μαρτίου του 2010, ο Τζαφάρ Παναχί, συνελήφθη στο σπίτι του μαζί με την οικογένεια του και μερικούς προσκεκλημένους φίλους τους. Τις επόμενες 48 ώρες οι περισσότεροι από αυτούς αφέθηκαν ελεύθεροι. Το ίδιο και η σύζυγος και η κόρη του. Ο Παναχί, όμως, οδηγήθηκε απροειδοποίητα στις φυλακές Εβίν της Τεχεράνης. Στις 14 Απριλίου, δυόμισι μήνες μετά από την αδικαιολόγητη σύλληψη του σκηνοθέτη, το Υπουργείο Πολιτισμού και Ισλαμικής Καθοδήγησης απεφάνθη πως ο Παναχί συνελήφθη γιατί επιχείρησε να κάνει ένα ντοκιμαντέρ για τις ταραχές που ακολούθησαν την αμφιλεγόμενη επανεκλογή του Μαχμούτ Αχμεντινετζάντ τον Ιούνιο του 2009. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, ο Παναχί δεν φοβήθηκε να δείξει την προτίμηση και υποστήριξη του στην αντιπολίτευση με το να φωτογραφηθεί και να βιντεοσκοπηθεί με ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τη διάρκεια του 33ου Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ του Μόντρεαλ. Στο φεστιβάλ αυτό, ο Ιρανός σκηνοθέτης, διετέλεσε Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής. Τον Φεβρουάριο του 2010, το ιρανικό κράτος δεν επέτρεψε στον Ιρανό σκηνοθέτη να παρευρεθεί στο 60ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου. Η προγραμματισμένη συζήτηση για το παρόν και το μέλλον του ιρανικού σινεμά έγινε ερήμην του σημαντικότερου σύγχρονου εκπροσώπου της.Μετά από δύο μήνες παράνομης κράτησης, ο Παναχί, αποφάσισε να ξεκινήσει απεργία πείνας. Μέσα από την ύστατη μορφή αντίδρασης ζητούσε από τις καθεστωτικές αρχές να του παραχωρήσουν κάποια από τα καταπατημένα του ανθρώπινα δικαιώματα: να μπορεί να έχει πρόσβαση σε δικηγόρο, να μπορεί να δεχθεί επισκέψεις από την οικογένεια του και να αφεθεί ελεύθερος μέχρι την ακροαματική διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου. Πρωτίστως η πράξη του αυτή στόχευε στη διεθνοποίηση του προβλήματος που βιώνει όχι μόνο αυτός αλλά και πολλοί ακόμη πολίτες στο εσωτερικό της χώρας. Ο Παναχί δεν αντιδρούσε μόνο για την κατάφωρη παραβίαση των δικών του δικαιωμάτων και ελευθεριών αλλά και των ομοϊδεατών που δεν διέθεταν το προνόμιο να είναι παγκοσμίως αναγνωρισμένοι.
Πράγματι, από την πρώτη στιγμή η διεθνής κοινότητα (καλλιτέχνες, διπλωμάτες, πολιτικοί, ακτιβιστές) ευαισθητοποιήθηκε και κινητοποιήθηκε σε σημαντικό βαθμό ζητώντας την άμεση αποφυλάκιση του από το ιρανικό καθεστώς. Αποκορύφωμα αυτής της συλλογικής προσπάθειας στάθηκε το 63ο Φεστιβάλ των Καννών. Εκεί, ο απομονωμένος σκηνοθέτης είχε οριστεί μέλος της εννεαμελής κριτικής επιτροπής του επίσημου διαγωνιστικού. Το γεγονός αυτό προμήνυε πως δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη η απουσία του από το φεστιβάλ που τον ανέδειξε (Χρυσή Κάμερα για το ‘Λευκό Μπαλόνι’ το 1995). Καθ’ όλη τη διάρκεια της κορυφαίας αυτής κινηματογραφικής διοργάνωσης η θέση του παρέμεινε χαρακτηριστικά αδειανή. Ενώ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, o μετριοπαθής συμπατριώτης του, Αμπάς Κιαροστάμι (συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα με το ‘Γνήσιο Αντίγραφο’), θα δήλωνε, ”Για αυτό σας γνωστοποιώ ότι δεν είναι μόνο ο Παναχί, αλλά και αρκετοί ανεξάρτητοι σκηνοθέτες που υφίστανται συνεχή καταπίεση στο Ιράν και δεν μπορούν να δουλέψουν. Η ειρωνεία βέβαια είναι ότι ο Παναχί δεν έχει καν αρχίσει την ταινία που ετοίμαζε και για την οποία αναγκάστηκε να κινηθεί παράνομα και να μην ζητήσει άδεια από το κράτος. Στην πραγματικότητα τιμωρείται η πρόθεση του”. Μια εβδομάδα μετά την έναρξη της απεργίας πείνας, ο Παναχί, αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση (σε κατ’ οίκον περιορισμό) μέχρι τη δίκη του ενώ του επετράπη να μιλήσει και με δικηγόρο. Αξίζει να σημειωθεί πως κατά τη διάρκεια της τελετής λήξης στο Φεστιβάλ των Καννών η νικήτρια του βραβείου καλύτερης γυναικείας ερμηνείας, Ζιλιέτ Μπινός (για το ‘Γνήσιο Αντίγραφο’) θα δήλωνε κρατώντας ένα πλακάτ με το όνομα του σκηνοθέτη στα χέρια της, ”Το λάθος του είναι πως είναι ένας καλλιτέχνης, ένας άνθρωπος ανεξάρτητος”.
ίγο πριν την εκπνοή του έτους, στις 20 Δεκεμβρίου, ο Τζαφάρ Παναχί θα καταδικαζόταν με ψευδή και συκοφαντικό τρόπο για την πιθανότητα που είχε να διαπράξει εγκλήματα κατά της ασφάλειας της χώρας και για προπαγάνδα κατά της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Το δικαστήριο τον τιμώρησε με 6ετή φυλάκιση και 20ετή αποκλεισμό από το δημιουργικό του επάγγελμα. Σύμφωνα με τον αποκλεισμό αυτό, του απαγορευόταν να σκηνοθετήσει ή να γράψει το σενάριο κάποιας ταινίας, να παραχωρήσει οποιαδήποτε συνέντευξη σε Ιρανό ή ξένο δημοσιογράφο, να βγει από την χώρα εκτός από το αν συνέτρεχε σοβαρός κίνδυνος για την υγεία του. Μαζί με τον Παναχί τιμωρήθηκε και ο συνάδελφος του, Μοχάμεντ Ρασούλοφ, με μικρότερη όμως ποινή (6 χρόνια). Μέσα από την αμείλικτη αυτή απόφαση του ισλαμικού δικαστηρίου το καθεστώς επιχειρούσε να οδηγήσει σε πνευματικό θάνατο το μεγάλο δημιουργό και κάθε άλλο ανήσυχο δημιουργικό πνεύμα. Για ακόμη μια φορά η διεθνής κατακραυγή υπήρξε έντονη ενώ με πρωτοβουλία της κινηματογραφικής κοινότητας άρχισαν να συγκεντρώνονται υπογραφές για την απελευθέρωση τους. Λίγο αργότερα, η ποινή του Ρασούλοφ μειώθηκε στον ένα χρόνο και αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση. Ενώ η ποινή του Παναχί παρέμεινε απαράλλακτη στο δημιουργικό κομμάτι με τη φυλάκιση να παίρνει τη μορφή του κατ’ οίκον, αλλά εξίσου αδιέξοδου, περιορισμού. Ήταν, όμως, στο 64ο Φεστιβάλ των Καννών που μια μεγάλη έκπληξη περίμενε τους διοργανωτές, τους δημοσιογράφους και το κοινό του φεστιβάλ. Ένα στικάκι που ήταν τοποθετημένο μέσα σε μια τούρτα περιείχε ένα ντοκιμαντέρ με την αινιγματική ονομασία ‘This is not a Film’. Το διάστημα που ο Παναχί βρισκόταν ήδη σε κατ’ οίκον περιορισμό και περίμενε το καταδικαστικό (απ’ ότι αποδείχθηκε) αποτέλεσμα της έφεσης του, τόλμησε το αδιανόητο. Με τη βοήθεια μιας ψηφιακής κάμερας, ενός κινητού τηλεφώνου και το διακριτικό σκηνοθετικό άγγιγμα του Μοτζτάμπα Μιρταχμάς, ο Παναχί, επιστράτευσε την ανυπότακτη επιθυμία του για δημιουργία και κατέγραψε την καθημερινότητα του σ’ ένα αταξινόμητο κινηματογραφικό υβρίδιο. Παίζοντας με τους κανόνες και τις απαγορεύσεις του ίδιου του καθεστώτος ο ευφυής σκηνοθέτης παρουσιαζόταν ιδιαίτερα καυστικός και εφευρετικός: το σενάριο προϋπήρχε (απαγορευόταν να γράψει), τη σκηνοθεσία την ανέλαβε ο φίλος του (απαγορευόταν να σκηνοθετήσει), το σκηνικό αποτέλεσε το σπίτι του (απαγορευόταν να βγει) και τα υπόλοιπα προαπαιτούμενα η ίδια η αστείρευτη και αχαλίνωτη φαντασία του καλλιτέχνη. Κάτω από τις περιορισμένες συνθήκες που βρισκόταν, ο Παναχί, κατάφερε να παραδώσει ένα καίριο σχόλιο για τον ιρανικό κινηματογράφο αλλά και μια ανεκτίμητη πράξη αντίστασης απέναντι σε κάθε μορφή καταπίεσης και ολοκληρωτισμού. Το γεγονός ότι κατάφερε να φτάσει στο φεστιβάλ μαζί με την εξίσου απαγορευμένη ταινία του Ρασούλοφ (‘Good Bye’) δείχνει πολλά για την παθιασμένη και θαρραλέα ιδιοσυγκρασία αυτού του ανθρώπου. Η επιστολή που συνόδευε το στικάκι βρισκόταν στο ίδιο πνεύμα, ”Η πραγματικότητα του να είσαι ζωντανός και το όνειρο του να κρατάς το σινεμά ζωντανό μας παρακινεί να ανεχόμαστε τους υπάρχοντες περιορισμούς στο ιρανικό σινεμά.”
Καθ’ ότι γίνεται εύκολα αντιληπτό, ο Παναχί, δεν θα μπορούσε να συμβιβαστεί και να ικανοποιηθεί μόνο με αυτό, το ‘This is not a Film’ θα ήταν μόνο η αρχή της ”απαγορευμένης του περιόδου”. Το Φεβρουάριο του 2013 στο 63ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου μια ακόμη ταινία του ανυπότακτου δημιουργού θα έβρισκε τον τρόπο για να ταξιδέψει σε ευρωπαϊκό έδαφος. Η ‘Κλειστή Κουρτίνα’ πραγματοποιήθηκε με όλους τους καλλιτεχνικούς περιορισμούς που υπαγόρευε η εξοντωτική ποινή του ιρανικού καθεστώτος. Επιπλέον, τον ανυποψίαστο ενθουσιασμό της προηγούμενης του δημιουργίας διαδέχθηκαν δύο άπραγα και βασανιστικά χρόνια τα οποία επέδρασαν καθοριστικά στην ψυχική και πνευματική του υγεία. Ο ασφυκτικός εγκλεισμός και η δημιουργική αδράνεια τον οδήγησε σε μια παραθαλάσσια εξοχική κατοικία εκεί ο καταπιεσμένος Παναχί πάλεψε με τους προσωπικούς του δαίμονες για το τι είναι πραγματικό και τι όχι και αυτό είναι κάτι που ο θεατής το βιώνει παρακολουθώντας τη συγκεκριμένη ταινία. Η ‘Κλειστή Κουρτίνα’ μολονότι συνέχιζε το ατομικό και συλλογικό (ημερολογιακό) αδιέξοδο του ‘This is not a Film’ απαιτούσε από τον θεατή να επιδείξει καλή θέληση και καθαρό μυαλό προκειμένου να διεισδύσει στο πολύπλοκο και κυκλοθυμικό σύμπαν του σκηνοθέτη. Ο συμβολικός ρόλος των κλειστών κουρτινών, του σκύλου και της καταζητούμενης κοπέλας δεν θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα την κατάθλιψη και απομόνωση του ίδιου του σκηνοθέτη αλλά και την διαρκή απειλή που αντιμετωπίζει με το να συλληφθεί επειδή παρανόμως κινηματογραφεί. Ο Παναχί, συν σκηνοθέτησε την ταινία με τον πρωταγωνιστή της, Καμπόζια Παρτόβι, ο τελευταίος κατόρθωσε να βρεθεί στο φεστιβάλ και να δηλώσει με χαρακτηριστικό τρόπο, ”Εφόσον του απαγορεύουν να μιλήσει για τους άλλους και τις ζωές των άλλων, θα μιλήσει για τον ίδιο και την δική του ζωή”. Παρ ‘όλες τις αναπόφευκτες σεναριακές και σκηνοθετικές τις αδυναμίες, η ταινία θα κέρδιζε το βραβείου σεναρίου στέλνοντας με αυτό τον τρόπο ένα ξεκάθαρο μήνυμα αλληλεγγύης και συμπαράστασης στην παρακινδυνευμένη και αξιέπαινη προσπάθεια του ταλαιπωρημένου Παναχί. Κίνηση που φυσικά θα ερμηνευόταν αρνητικά από τις ιρανικές αρχές και θα οδηγούσε στην επίπληξη των διοργανωτών του φεστιβάλ Βερολίνου από τον επικεφαλή κινηματογράφου και Υφυπουργό Πολιτισμού του Ιράν, ”Πιστεύουμε πως οι διοργανωτές του φεστιβάλ θα πρέπει να διορθώσουν τη συμπεριφορά τους. Όλοι γνωρίζουν πως για να φτιάξεις ένα φιλμ και να το στείλεις έξω από την χώρα χρειάζεται άδεια. Το να φτιάχνεις αυτές τις ταινίες είναι παράνομο αλλά μέχρι τώρα η Ισλαμική Δημοκρατία έχει επιδείξει υπομονή σε αυτές τις παράνομες πράξεις.”
Το ‘Taxi’, αποτελεί την τρίτη δημιουργία του Τζαφάρ Παναχί που ολοκληρώνεται κάτω από καθεστώς απόλυτης απαγόρευσης μα και απεριόριστης εσωτερικής ελευθερίας. Το ενδιαφέρον στοιχείο σε αυτή την περίπτωση είναι πως σε αντίθεση με τις προηγούμενες εσώκλειστες και απόλυτα ελεγχόμενες προσπάθειες, ο κατ’ οίκον περιορισμός έχει αρθεί. Στο ‘Taxi’, ο Παναχί, ανυποχώρητος στις καλλιτεχνικές του παρορμήσεις εξόρμησε στους πολύχρωμους δρόμους της Τεχεράνης και συνέθεσε ένα ακόμη πολυσύνθετο πορτραίτο – μωσαϊκό για το σύγχρονο Ιράν. Για να ξεγελάσει τις ιρανικές αρχές επιστράτευσε ένα ταξί και στην ουσία το μετέτρεψε σε κινητό στούντιο. Όσο το ταξί περιηγείται στο βιομηχανικό, πνευματικό και εμπορικό κέντρο της πρωτεύουσας του Ιράν, ο Παναχί, που υποδύεται τον ταξιτζή μεταφέρει διαφορετικές κατηγορίες ανθρώπων. Μπορεί να μην έχει τα παραγωγικά μέσα και την ελευθερία των κινήσεων που εκείνος θα επιθυμούσε έχει όμως την ευκαιρία να συνευρεθεί μαζί τους στο κέντρο της ιστορικής αυτής πόλης και να τους κινηματογραφήσει. Αξίζει να σημειωθεί πως αρκετοί από τους συνταξιδιώτες τον εμπιστεύτηκαν και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να καταγραφούν (με μυστικό πάντα τρόπο) κάποιες ειλικρινείς και ενδιαφέρουσες συνομιλίες. Μένει να δούμε πως θα εκλάβει την ιδιαίτερα παράτολμη αυτή περιήγηση το ιρανικό καθεστώς που από το 2013 τελεί υπό την προεδρία του πιο μετριοπαθή, Χασάν Ρουχανί. Ο τελευταίος μπορεί να απελευθέρωσε κάποιους διαφωνούντες πολιτικούς, δημοσιογράφους και δικηγόρους (όπως η δικηγόρος και υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Νασρίν Σοντουτέχ ή και τον ίδιο τον Τζαφάρ Παναχί) όμως αυτοί πρακτικά παραμένουν ακόμη φυλακισμένοι μιας και δεν μπορούν να ασκήσουν το επάγγελμα τους, να βγουν έξω από τη χώρα ή να δώσουν συνεντεύξεις. Έτσι ο Παναχί δεν θα μπορούσε παρά να είναι ο μεγάλος απών ενός ακόμη φεστιβάλ. Ακόμη κι έτσι και μόνο που κατάφερε υπό τις αποτρεπτικές και επικίνδυνες αυτές συνθήκες να σκηνοθετήσει και να διακινήσει για τρίτη φορά το έργο του στη διεθνή κινηματογραφική κοινότητα είναι από μόνο του μια πράξη εξαιρετικά θαρραλέα και επαναστατική. Και ο ίδιος ένας υποδειγματικός καλλιτέχνης με τεράστιο ήθος, ακεραιότητα και συνέπεια που δεν θα μπορούσε παρά να κάνει την ακόλουθη αντιπροσωπευτική δήλωση με αφορμή τη φεστιβαλική του συμμετοχή,”Τίποτα δεν μπορεί να με εμποδίσει από το να κάνω ταινίες καθώς όταν σπρώχνομαι στις έσχατες γωνίες συνδέομαι με τον εσωτερικό εαυτό μου και σε τέτοιους ιδιωτικούς χώρους, παρά τους περιορισμούς, η αναγκαιότητα της δημιουργίας γίνεται ακόμα μεγαλύτερη επιθυμία. Ο κινηματογράφος ως Τέχνη γίνεται η κύρια ασχολία μου. Γι’ αυτό το λόγο πρέπει να συνεχίσω να κάνω ταινίες υπό οποιεσδήποτε συνθήκες ώστε να υποβάλω τα σέβη μου και να νιώσω ζωντανός”.