Δεν υπήρξε ποτέ έως σήμερα καμία άλλη Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ περισσότερο κομψή από την Ζακλίν Μπουβιέ Κένεντι Ωνάση. Το εξαιρετικό της γούστο την χαρακτήριζε όχι μόνο στο ντύσιμό της , αλλά και στη γενικότερη συμπεριφορά της ως οικοδέσποινα και γυναίκα. Οι καλοί τρόποι της ήταν άψογοι, στα δείπνα της οι καλεσμένοι απολαμβάνουν το φως από τα εντυπωσιακά κηροπήγια στο τραπέζι, ενώ της άρεσε να στέλνει γραπτά ευχαριστήρια μηνύματα. Εκείνο όμως που προκάλεσε τον θαυμασμό του έθνους για την Τζάκι, ήταν η διαγωγή της μετά τις οδυνηρές μέρες που ακολούθησαν τη δολοφονία του άντρα της. Μετά τους πυροβολισμούς της 22ης Νοεμβρίου του 1963, η Ζακλίν χάρη στην καλλιέργειά της κατάφερε να δείξει κουράγιο και να κρατήσει το έθνος ενωμένο με μία αξιοπρέπεια που έγινε το χαρακτηριστικό της γνώρισμα.
Η Ζακλίν Λη Μπουβιέ γεννήθηκε στο Σαουθάμπτον της Νέας Υόρκης, στις 28 Ιουλίου του 1929, λίγο πριν το μεγάλο κραχ. Γονείς της ήταν ο χρηματιστής της Γουόλ Στριτ Τζον Βερνόν «Μπλακ Τζακ» Μπουβιέ και η Τζάνετ Λη. Ο Μπλακ Τζακ είχε τη φήμη ενός γοητευτικού «τέρατος» στην τοπική κοινωνία. Μέχρι την εποχή που γεννήθηκε η δεύτερη κόρη του, η Κάρολάιν Λι, το «τέρας» είχε κατορθώσει να αφανίσει την περιουσία του στο ποτό και στα τυχερά παιχνίδια και να χάσει μια υπομονετική σύζυγο. Η αφοσίωσή του στις δύο κόρες του, ωστόσο, ήταν αδιαμφισβήτητη. Ήταν εκείνος που τις δίδαξε πώς να συμπεριφέρονται σε έναν τζέντλεμαν, στον «ευγενή πόλεμο», όπως αποκαλούσε ο ίδιος τη μάχη των φύλων – με λίγα λόγια τις «ανέθρεψε για να γίνουν γκέισες», όπως το έθεσε δηκτικά ο Τρούμαν Καπότε. Η Τζάνετ Λη, μετά τον Μπουβιέ, βρήκε μεγαλύτερη οικονομική σταθερότητα δίπλα στον Χιου Ντ. Όκινκλος (θείος Χιούντι για τα δύο κορίτσια), τον πλούσιο γαιοκτήμονα και κληρονόμο της Στάνταρ Όιλ που εξασφάλισε στις κόρες της αριστοκρατική ανατροφή.
Όταν το 1947 έκανε την πρώτη της κοσμική εμφάνιση, οι στήλες της εποχής χαρακτήρισαν την Τζάκι «Ντεμπυτάντ της χρονιάς», εκείνη όμως είχε υψηλότερες προσδοκίες. Στο βιβλίο αποφοίτων του σχολείου της, στην ερώτηση «ποιες είναι οι φιλοδοξίες σας», η Τζάκι απάντησε: «να μην γίνω νοικοκυρά». Παρακολούθησε μαθήματα στο κολέγιο Βάσαρ, στο Χάντσον Βάλεϊ, έξω από τη Νέα Υόρκη, ταξίδεψε πολύ και αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσιγκτον. Μετά την αποφοίτησή της κέρδισε το βραβείο Prix de Paris του περιοδικού Vogue, του οποίου το έπαθλο ήταν ένας χρόνος εκπαίδευσης στη γαλλική Vogue. Όταν επέστρεψε στην Αμερική, έπιασε δουλειά ως φωτογράφος στην εφημερίδα Washington Times-Herald. Το 1952 πήρε συνέντευξη από τον ανερχόμενο νεαρό Γερουσιαστή από τη Μασαχουσέτη Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι. Οι δυο τους είχαν γνωριστεί σε ένα πάρτι και υπήρξε κάποια σπίθα μεταξύ τους.
Όταν το 1947 έκανε την πρώτη της κοσμική εμφάνιση, οι στήλες της εποχής χαρακτήρισαν την Τζάκι «Ντεμπυτάντ της χρονιάς», εκείνη όμως είχε υψηλότερες προσδοκίες. Στο βιβλίο αποφοίτων του σχολείου της, στην ερώτηση «ποιες είναι οι φιλοδοξίες σας», η Τζάκι απάντησε: «να μην γίνω νοικοκυρά». Παρακολούθησε μαθήματα στο κολέγιο Βάσαρ, στο Χάντσον Βάλεϊ, έξω από τη Νέα Υόρκη, ταξίδεψε πολύ και αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσιγκτον. Μετά την αποφοίτησή της κέρδισε το βραβείο Prix de Paris του περιοδικού Vogue, του οποίου το έπαθλο ήταν ένας χρόνος εκπαίδευσης στη γαλλική Vogue. Όταν επέστρεψε στην Αμερική, έπιασε δουλειά ως φωτογράφος στην εφημερίδα Washington Times-Herald. Το 1952 πήρε συνέντευξη από τον ανερχόμενο νεαρό Γερουσιαστή από τη Μασαχουσέτη Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι. Οι δυο τους είχαν γνωριστεί σε ένα πάρτι και υπήρξε κάποια σπίθα μεταξύ τους.
Το ζευγάρι παντρεύτηκε το 1953 στη φάρμα του πατριού της Τζάκι, στο Νιούπορτ, στρέφοντας πάνω του το ενδιαφέρον ολόκληρης της χώρας. Οι νιόπαντροι ανυπομονούσαν να κάνουν οικογένεια, αλλά μόνο μετά από έναν θνησιγενή τοκετό και μία αποβολή, κατάφεραν να αποκτήσουν την Κάρολαϊν, το 1957. Ο Τζον Τζούνιορ γεννήθηκε το 1960. Ως μητέρα, η Τζάκι προσπάθησε να κρατήσει τα παιδιά της μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ήταν πάντα πολύ κοντά τους, με λίγα λόγια, ήταν υποδειγματική. Η οικογένεια μετακόμισε στη Βιρτζίνια και ο Γερουσιαστής άρχισε να κερδίζει έδαφος σε εθνικό επίπεδο. Οι άλλες γυναίκες των Κένεντι παρερμήνευαν την ασθμαίνουσα φωνή και τους υπερβολικά εκλεπτυσμένους τρόπους της Τζάκι ως ανόητους και υπεροπτικούς, αλλά με την ασυνήθιστη ομορφιά της και τα έξυπνα μάτια της, η Τζάκι υπερείχε όλων. Με τη βοήθεια της τηλεόρασης, που είχε κάνει την εμφάνισή της λίγο πριν, σαν μέσο προσέλκυσης ψηφοφόρων, η Αμερική καταγοητεύτηκε από τους Κένεντι και έστειλε τον Τζον στον Λευκό Οίκο, ως τον πρώτο Ιρλανδό καθολικό Πρόεδρο.
Η κυρία Κένεντι, όπως ήταν γνωστή στον Λευκό Οίκο, ζήτησε από το προσωπικό να μην αναφέρεται σε εκείνη ως η «Πρώτη Κυρία», καθώς την έκανε να νιώθει σαν «σελωμένο άλογο». Αμέσως μετά την εγκατάστασή της στον Λευκό Οίκο, άρχισε την ανακαίνισή του, την οποία επέβλεψε η ίδια, καλώντας πλούσιους φίλους της να δωρίσουν ή να δανείσουν αντικείμενα τέχνης. Το αποτέλεσμα ήταν εξαίσιο. Το Κονγκρέσο γοητευμένο αποφάσισε να ανακηρύξει τον Λευκό Οίκο εθνικό μνημείο. Αργότερα την ίδια χρονιά, η ίδια έλαβε ένα ειδικό βραβείο ΕΜΙ για τις κοινωνικές της υπηρεσίες. Η φήμη της εντός και εκτός Αμερικής εξαπλωνόταν σε τέτοιο βαθμό, ώστε σε ένα ταξίδι του προεδρικού ζεύγους στο Παρίσι, ο Τζον συστήθηκε σε μια συνέντευξη λέγοντας: «είμαι αυτός που συνοδεύει την κυρία Κένεντι στο Παρίσι». Για χίλιες ημέρες, ήταν η αδιαφιλονίκητη βασίλισσα της χώρας. Τα τραπέζια που διοργάνωνε στον Λευκό Οίκο συγκέντρωναν τους καλύτερους και τους λαμπερότερους ανθρώπους του κόσμου. Ένα δείπνο τον Απρίλιο του 19! 62, στο οποίο παραβρέθηκαν 40 νομπελίστες και πρωτοκλασάτοι καλλιτέχνες, έκανε τον Πρόεδρο Κένεντι να δηλώσει: «η πιο εκπληκτική συλλογή ταλέντου και γνώσης που συγκεντρώθηκε ποτέ στον Λευκό Οίκο, με μόνη ίσως εξαίρεση όταν ο Τόμας Τζέφερσον έτρωγε μόνος». Γνωρίζοντας την ευρωπαϊκή κουλτούρα στο αμερικάνικο κοινό, η Τζάκι έγινε η απόλυτη βασίλισσα της Αμερικής. Μέσα σε λιγότερο από 3 χρόνια, έραψε 300 βραδινές τουαλέτες, οι ενδυματολογικές της επιλογές έδιναν το πρόσταγμα για τη μόδα όλης της χώρας, αλλά οι πανάκριβες συνήθειές της συχνά αποτελούσαν αιτία καυγάδων με τον άντρα της. Εκείνο όμως που προκάλεσε τον θαυμασμό του έθνους για την Τζάκι, ήταν η διαγωγή της για τις οδυνηρές μέρες που ακολούθησαν τη δολοφονία του άντρα της. Μετά τους πυροβολισμούς της 22ης Νοεμβρίου του 1963, η Ζακλίν χάρη στην καλλιέργειά της κατάφερε να δείξει κουράγιο και να κρατήσει το έθνος ενωμένο με μία αξιοπρέπεια που έγινε το χαρακτηριστικό της γνώρισμα. Αρνήθηκε τη χορήγηση υπνωτικών χαπιών, ώστε να ανταπεξέλθει στις οργανωτικές απαιτήσεις της κηδείας. Δεν έβγαλε το ματωμένο ροζ ταγιέρ, αντίγραφο Chanel από τον νεοϋορκέζικο οίκο Chez Ninon, ώστε ο κόσμος να βλέπει τι συνέβη χωρίς να αμβλύνονται τα γεγονότα. Από την κηδεία και μετά, όλος ο κόσμος έστρεψε το βλέμμα του στη θλιμμένη χήρα.
«Ο Αριστοτέλης Ωνάσης με έσωσε κάποια στιγμή που η ζωή μου είχε καταβροχθιστεί από τις σκιές. Σήμαινε πολλά για μένα. Με έφερε σε κόσμο όπου μπορούσε κανείς να βρει και ευτυχία και αγάπη. Ζήσαμε πολλές ωραίες εμπειρίες μαζί που δεν μπορούν να ξεχαστούν και για τις οποίες θα είμαι αιώνια ευγνώμων»
Τον επόμενο χρόνο, η Τζάκι μετακόμισε με τα παιδιά της στη Νέα Υόρκη, αφήνοντας πίσω της τα φαντάσματα που παρελθόντος. Αγόρασε ένα διαμέρισμα στην 5η Λεωφόρο, κοντά σε φίλους και συγγενείς κι άρχισε να ζει με μια σχετική ελευθερία. Αποκόπηκε από την οικογένεια Κένεντι αργά, αλλά σταθερά. Μεγάλωσε τα παιδιά της σαν Νέοϋορκέζους και όχι σαν Βοστονέζους. Όταν ο κουνιάδος της Ρόμπερτ Φ. Κένεντι κατέβηκε για Πρόεδρος στις εκλογές του 1968, εξέφρασε την υποστήριξή της, αλλά χωρίς ιδιαίτερες παρεμβάσεις. Λίγο αργότερα, στις 5 Ιουνίου του 1968, ο Γερουσιαστής Κένεντι δολοφονήθηκε στο Λος Άντζελες. Η Τζάκι ένιωσε ότι εκείνη και τα παιδιά της αποτελούσαν στόχο και αποφάσισε να παντρευτεί τον Αριστοτέλη Ωνάση και να ζήσει στο εξωτερικό, σοκάροντας την αμερικανική κοινή γνώμη. Όπως η μητέρα της, έτσι και η Τζάκι επιθυμούσε διακαώς να εξασφαλιστεί οικονομικά, τόσο η ίδια όσο και τα παιδιά της. Οι δυο τους είχαν γνωριστεί, όταν ο Ωνάσης είχε παραχωρήσει την πολυτελή θαλαμηγό του στην Τζά! κι για να κάνει διακοπές. Τον Οκτώβριο του 1968 παντρεύτηκαν στον Σκορπιό και η Τζάκι Κένεντι έγινε «Τζάκι Ο.».
Με τις ενδυματολογικές, στιλιστικές επιλογές της, η Τζάκι έγινε η απόλυτη επιτομή του στιλ για το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Μέσα από δύο διαφορετικές εικόνες, την Τζάκι Κένεντι και την Τζάκι Ο, η Ζακλίν Μπουβιέ μετέτρεψε την εικόνα της σε σύμβολο, δημιουργημένο μέσα από τον φωτογραφικό φακό. Την επισημότητα της απόλυτης γαλλικής κομψότητας και φινέτσας διαδέχτηκε η κοσμοπολίτικη εικόνα μιας πιο απλής, γοητευτικής και μυστηριώδους γυναίκας. Με άσπρο παντελόνι, μαύρο t-shirt και τα χαρακτηριστικά μαύρα τεράστια γυαλιά, φανερά επηρεασμένα από την Γκρέτα Γκάρμπο, η Τζάκι έγινε το αγαπημένο θήραμα των παπαράτσι.
Με τις ενδυματολογικές, στιλιστικές επιλογές της, η Τζάκι έγινε η απόλυτη επιτομή του στιλ για το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Μέσα από δύο διαφορετικές εικόνες, την Τζάκι Κένεντι και την Τζάκι Ο, η Ζακλίν Μπουβιέ μετέτρεψε την εικόνα της σε σύμβολο, δημιουργημένο μέσα από τον φωτογραφικό φακό. Την επισημότητα της απόλυτης γαλλικής κομψότητας και φινέτσας διαδέχτηκε η κοσμοπολίτικη εικόνα μιας πιο απλής, γοητευτικής και μυστηριώδους γυναίκας. Με άσπρο παντελόνι, μαύρο t-shirt και τα χαρακτηριστικά μαύρα τεράστια γυαλιά, φανερά επηρεασμένα από την Γκρέτα Γκάρμπο, η Τζάκι έγινε το αγαπημένο θήραμα των παπαράτσι.
Γρήγορα έγινε φανερό ότι ο γάμος της με τον Άρη ήταν ξεκάθαρα μια εμπορική συμφωνία καθώς εκείνος εμφανιζόταν στο Παρίσι με την Μαρία Κάλλας και η Τζάκι στη Νέα Υόρκη με διάφορους συνοδούς. Το 1975 οι φήμες ότι ο Άρης σκόπευε να χωρίσει την πολυέξοδη σύζυγό του οργίαζαν, αλλά τελικά πέθανε αφήνοντας την Τζάκι χήρα για δεύτερη φορά. Ο Ωνάσης διέσωσε την περιουσία του με προγαμιαίο συμβόλαιο, εξασφαλίζοντας ένα ποσό για την Τζάκι, ενώ αιτήθηκε η προστασία της περιουσίας του να νομοθετηθεί από την Βουλή των Ελλήνων. Πίσω στη Νέα Υόρκη, με εκτάσεις στο Μάρθας Βίνεγιαρντ και στο Μπέρναντσβιλ, η Τζάκι άρχισε να εργάζεται ως επιμελήτρια βιβλίων και ζούσε χωρίς πολλές κοσμικότητες. Έβγαινε πού και πού για τζόγκινγκ στο Σέντραλ Παρκ, για δείπνο στο Φορ Σίζονς ή συμμετείχε σε κάποιο γκαλά, πολλές φορές στο πλευρό του Βέλγου επενδυτή Μρίς Τέμπλεσμαν, συντρόφου της μέχρι το τέλος οτης ζωής της. Ηγήθηκε της καμπάνιας για τη διάσωση του Γκραντ Σέντραλ Στέισιον με το σύνθημα «αν δεν ενδιαφερθούμε για το παρελθόν μας, δεν μπορούμε να ελπίζουμε για το μέλλον μας» και κέρδισε για άλλη μια φορά τις καρδιές των Νεοϋορκέζων. Στις 19 Μαΐου του 1994, στα εξήντα τέσσερα χρόνια της, υπέκυψε στον καρκίνο των λεμφαδένων. Θάφτηκε δίπλα στον Πρόεδρο Κένεντι, στο Εθνικό Κοιμητήριο Άρλινγκτον. Σχεδόν ό,τι ειπώθηκε για εκείνη ήταν εικασίες ή φήμες. Η ίδια δεν έδωσε ποτέ συνέντευξη για το παρελθόν της – η τελευταία της ήταν το 1967.
Η ζωή της μετά τη δολοφονία του Κέννεντυ
Τον χειμώνα του 1963, η Τζάκι ήταν σύμβολο δύναμης για ένα ολόκληρο έθνος που θρηνούσε για τη δολοφονία του ηγέτη του. Κι όμως, όπως αποκαλύπτει με ένα βαθιά διεισδυτικό κείμενο που στηρίζεται σε επικείμενη βιογραφία της, το Vanity Fair, η Τζάκι ήταν απλά διαλυμένη. Ζούσε ξανά και ξανά τα δευτερόλεπτα της δολοφονίας, θρηνούσε, έβρισκε παρηγοριά στη βότκα, προσπαθούσε να ξανασχηματίσει την προσωπική της ταυτότητα που κατά πολύ καθορίστηκε από τον Τζον Φ. Κένεντι.Η Barbara Leaming μίλησε με ανθρώπους από το στενό κύκλο της Τζάκι και έμαθε τα πάντα για τις σκέψεις αυτοκτονίας, την απόγνωση, τα μεθύσια, αλλά και αυτό που τελικά την έσωσε... Εμενε ξάγρυπνη και ζούσε ξανά και ξανά τη σκηνή της δολοφονίας. Κυρίως τα καθοριστικά 3,5 δευτερόλεπτα από τη στιγμή που η πρώτη σφαίρα χτύπησε το αυτοκίνητο και μετά η δεύτερη χτύπησε θανάσιμα τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Προσπαθούσε να εξηγήσει το γιατί και κυρίως να δει αν υπήρχε ένας τρόπος διαφυγής από αυτό που συνέβη. Ανάμεσα στην πρώτη και στην δεύτερη σφαίρα, μπορούσε να έχει κάνει και για να είναι ακόμη ζωντανός ο πρόεδρος.
.Κλάματα, κατάθλιψη, βότκα κι άλλη βότκα ήταν το βασικό μοτίβο εκείνων των ημερών. Σκέφτηκε να αυτοκτονήσει. Ο ιερέας που έκανε την κηδεία του Κένεντι και πλήθος γιατρών προσπαθούσαν να βρίσκονται δίπλα της και να την συνεφέρουν. Μάλιστα ο ιερεάς όταν την επισκέφτηκε το βράδυ της δολοφονίας και διαπίστωσε την κατάστασή της, αποφάσισε η τελετή να διαρκέσει ελάχιστα φοβούμενος ένα ξέσπασμά που θα έπληττε τη δημόσια εικόνα της. Οταν ο υπουργός αμύνης Μακ Ναμάρα τις έστειλε για δώρο δυο πορτρέτα του Τζον Κένεντι, τα έβαλε έξω από το δωμάτιό της στο διάδρομο. Ενα βράδυ περνώντας ο μικρός της γιος, τα είδε, έβγαλε το γλειφιτζούρι από το στόμα, έσκυψε και φίλησε την εικόνα λέγοντας «Καληνύχτα μπαμπά». Η Τζάκι περιέγραψε το περιστατικό στον υπουργό εξηγώντας γιατί δεν μπορούσε να αντικρίζει αυτά τα πορτρέτα.
Τον χειμώνα του 1963, η Τζάκι ήταν σύμβολο δύναμης για ένα ολόκληρο έθνος που θρηνούσε για τη δολοφονία του ηγέτη του. Κι όμως, όπως αποκαλύπτει με ένα βαθιά διεισδυτικό κείμενο που στηρίζεται σε επικείμενη βιογραφία της, το Vanity Fair, η Τζάκι ήταν απλά διαλυμένη. Ζούσε ξανά και ξανά τα δευτερόλεπτα της δολοφονίας, θρηνούσε, έβρισκε παρηγοριά στη βότκα, προσπαθούσε να ξανασχηματίσει την προσωπική της ταυτότητα που κατά πολύ καθορίστηκε από τον Τζον Φ. Κένεντι.Η Barbara Leaming μίλησε με ανθρώπους από το στενό κύκλο της Τζάκι και έμαθε τα πάντα για τις σκέψεις αυτοκτονίας, την απόγνωση, τα μεθύσια, αλλά και αυτό που τελικά την έσωσε... Εμενε ξάγρυπνη και ζούσε ξανά και ξανά τη σκηνή της δολοφονίας. Κυρίως τα καθοριστικά 3,5 δευτερόλεπτα από τη στιγμή που η πρώτη σφαίρα χτύπησε το αυτοκίνητο και μετά η δεύτερη χτύπησε θανάσιμα τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Προσπαθούσε να εξηγήσει το γιατί και κυρίως να δει αν υπήρχε ένας τρόπος διαφυγής από αυτό που συνέβη. Ανάμεσα στην πρώτη και στην δεύτερη σφαίρα, μπορούσε να έχει κάνει και για να είναι ακόμη ζωντανός ο πρόεδρος.
.Κλάματα, κατάθλιψη, βότκα κι άλλη βότκα ήταν το βασικό μοτίβο εκείνων των ημερών. Σκέφτηκε να αυτοκτονήσει. Ο ιερέας που έκανε την κηδεία του Κένεντι και πλήθος γιατρών προσπαθούσαν να βρίσκονται δίπλα της και να την συνεφέρουν. Μάλιστα ο ιερεάς όταν την επισκέφτηκε το βράδυ της δολοφονίας και διαπίστωσε την κατάστασή της, αποφάσισε η τελετή να διαρκέσει ελάχιστα φοβούμενος ένα ξέσπασμά που θα έπληττε τη δημόσια εικόνα της. Οταν ο υπουργός αμύνης Μακ Ναμάρα τις έστειλε για δώρο δυο πορτρέτα του Τζον Κένεντι, τα έβαλε έξω από το δωμάτιό της στο διάδρομο. Ενα βράδυ περνώντας ο μικρός της γιος, τα είδε, έβγαλε το γλειφιτζούρι από το στόμα, έσκυψε και φίλησε την εικόνα λέγοντας «Καληνύχτα μπαμπά». Η Τζάκι περιέγραψε το περιστατικό στον υπουργό εξηγώντας γιατί δεν μπορούσε να αντικρίζει αυτά τα πορτρέτα.
Μια νέα βιογραφία «Τζάκι Κένεντι Ωνάση: Η ζωή πέρα κι απ’ τα πιο τρελά της όνειρα»
αναφέρει πως η άλλοτε πρώτη κυρία των ΗΠΑ άλλαξε πολλούς εραστές στη ζωή της. Το βιβλίο έχει τίτλο «Τζάκι Κένεντι Ωνάση- Η ζωή πέρα κι απ’ τα πιο τρελά της όνειρα» και φέρει την υπογραφή των Ντάργουιν Πόρτερ και Ντάνφορθ Πρινς. Οι συγγραφείς παρουσιάζουν τη Τζάκι σαν μια γυναίκα απογοητευμένη από την ερωτική της ζωή με τον σύζυγό της, που έψαχνε συνεχώς τρόπους να τον εκδικηθεί για τις δικές του ερωτικές ατασθαλίες.... Σύμφωνα με τη βιογραφία, οι καυγάδες της με τον πρόεδρο των ΗΠΑ ήταν συχνοί και έντονοι. Το 1957 έφτασε στο σημείο να βγει τρέχοντας στους δρόμους με τα εσώρουχα της, μετά από έναν άγριο καυγά. Ο Κένεντι κάλεσε ασθενοφόρο και η σύζυγός του νοσηλεύτηκε σε κλινική της Μασαχουσέτης με κατάθλιψη. Το ερώτημα που παραμένει αναπάντητο τόσο από τους βιογράφους όσο και από όσους γνώρισαν τη Τζάκι, είναι το αν η «μανία» που της καταλογίζουν για το σεξ ήταν αποτέλεσμα της αδιαφορίας του συζύγου της ή αν επρόκειτο για μια σεξουαλικά αχόρταγη γυναίκα. Η ερωτική σταδιοδρομία της σταδιοδρομία, που έγινε μέσα σε ένα παλιό ασανσέρ που έτριζε, στις όχθες του Σηκουάνα με τον γιο ενός διάσημου συγγραφέα, δείχνει πως η Τζάκι ήξερε να παίρνει αυτό που ήθελε από τους άντρες... Πολλά έχουν γραφτεί κατά καιρούς για την ερωτική ζωή της Τζάκι. Το νέο βιβλίο δίνει μια νέα πληροφορία που σοκάρει. Εκτός από τον σύζυγό της Τζον, η πρώτη κυρία των ΗΠΑ είχε συνευρεθεί και με τα δύο του αδέλφια Μπομπ και Τεντ. Μετά τη δολοφονία του Κένεντι το 1963, η χήρα σχετίστηκε με τον Ρόμπερτ Κένεντι. Στο νέο αποκαλυπτικό βιβλίο αναφέρεται πως ενώ ήταν ήδη αρραβωνιασμένη με τον Αριστοτέλη Ωνάση, οι σωματοφύλακες της οικογένειας την είδαν γυμνή τυλιγμένη με μια κουβέρτα να ανταλλάσσει παθιασμένα φιλιά με τον Τεντ Κένεντι.... Οι συγγραφείς μάλιστα αναφέρουν πως ο αρραβώνας της με τον Έλληνα μεγιστάνα ήταν ο τρόπος της για να εκδικηθεί τον Τεντ επειδή την απατούσε. Η ίδια μάλιστα, σύμφωνα με το βιβλίο, είχε παραδεχτεί τα αισθήματα της για τους αδελφούς Κένεντι στον Τρούμαν Καπότε, όταν το 1968 του είχε πει: ««Είμαι ερωτευμένη με δύο άνδρες ταυτοχρόνως, τον Μπόμπι και τον Τέντι».... Οι περιπτύξεις της Τζάκι δεν όμως δεν περιορίστηκαν μόνο εντός της οικογένειας Κένεντι. Οι αστέρες του Χόλιγουντ φαίνεται πως την γοήτευαν πολύ. Έτσι σχετίστηκε με τον Πολ Νιούμαν, τον Μάρλον Μπράντο, τον Γκρέγκορι Πεκ, τον Γουόρεν Μπίτι και τον Φρανκ Σινάτρα. Ο Μπράντο στην αυτοβιογραφία του το 1999 είχε αποκαλύψει πώς η Τζάκι ήταν αυτή που έκανε το πρώτο βήμα στη σχέση τους. «Όταν εγώ δεν το τόλμησα, πήρε την κατάσταση στα χέρια της και έκανε τη μαγική ερώτηση: Θα ήθελες να περάσουμε μαζί τη βραδιά;» Σε άλλο βιβλίο για την Τζάκι αναφέρεται πως ενώ ακόμα ζούσε στον Λευκό Οίκο, είχε σχετιστεί και με τον χορευτή Ρούντολφ Νουρέγιεφ....
αναφέρει πως η άλλοτε πρώτη κυρία των ΗΠΑ άλλαξε πολλούς εραστές στη ζωή της. Το βιβλίο έχει τίτλο «Τζάκι Κένεντι Ωνάση- Η ζωή πέρα κι απ’ τα πιο τρελά της όνειρα» και φέρει την υπογραφή των Ντάργουιν Πόρτερ και Ντάνφορθ Πρινς. Οι συγγραφείς παρουσιάζουν τη Τζάκι σαν μια γυναίκα απογοητευμένη από την ερωτική της ζωή με τον σύζυγό της, που έψαχνε συνεχώς τρόπους να τον εκδικηθεί για τις δικές του ερωτικές ατασθαλίες.... Σύμφωνα με τη βιογραφία, οι καυγάδες της με τον πρόεδρο των ΗΠΑ ήταν συχνοί και έντονοι. Το 1957 έφτασε στο σημείο να βγει τρέχοντας στους δρόμους με τα εσώρουχα της, μετά από έναν άγριο καυγά. Ο Κένεντι κάλεσε ασθενοφόρο και η σύζυγός του νοσηλεύτηκε σε κλινική της Μασαχουσέτης με κατάθλιψη. Το ερώτημα που παραμένει αναπάντητο τόσο από τους βιογράφους όσο και από όσους γνώρισαν τη Τζάκι, είναι το αν η «μανία» που της καταλογίζουν για το σεξ ήταν αποτέλεσμα της αδιαφορίας του συζύγου της ή αν επρόκειτο για μια σεξουαλικά αχόρταγη γυναίκα. Η ερωτική σταδιοδρομία της σταδιοδρομία, που έγινε μέσα σε ένα παλιό ασανσέρ που έτριζε, στις όχθες του Σηκουάνα με τον γιο ενός διάσημου συγγραφέα, δείχνει πως η Τζάκι ήξερε να παίρνει αυτό που ήθελε από τους άντρες... Πολλά έχουν γραφτεί κατά καιρούς για την ερωτική ζωή της Τζάκι. Το νέο βιβλίο δίνει μια νέα πληροφορία που σοκάρει. Εκτός από τον σύζυγό της Τζον, η πρώτη κυρία των ΗΠΑ είχε συνευρεθεί και με τα δύο του αδέλφια Μπομπ και Τεντ. Μετά τη δολοφονία του Κένεντι το 1963, η χήρα σχετίστηκε με τον Ρόμπερτ Κένεντι. Στο νέο αποκαλυπτικό βιβλίο αναφέρεται πως ενώ ήταν ήδη αρραβωνιασμένη με τον Αριστοτέλη Ωνάση, οι σωματοφύλακες της οικογένειας την είδαν γυμνή τυλιγμένη με μια κουβέρτα να ανταλλάσσει παθιασμένα φιλιά με τον Τεντ Κένεντι.... Οι συγγραφείς μάλιστα αναφέρουν πως ο αρραβώνας της με τον Έλληνα μεγιστάνα ήταν ο τρόπος της για να εκδικηθεί τον Τεντ επειδή την απατούσε. Η ίδια μάλιστα, σύμφωνα με το βιβλίο, είχε παραδεχτεί τα αισθήματα της για τους αδελφούς Κένεντι στον Τρούμαν Καπότε, όταν το 1968 του είχε πει: ««Είμαι ερωτευμένη με δύο άνδρες ταυτοχρόνως, τον Μπόμπι και τον Τέντι».... Οι περιπτύξεις της Τζάκι δεν όμως δεν περιορίστηκαν μόνο εντός της οικογένειας Κένεντι. Οι αστέρες του Χόλιγουντ φαίνεται πως την γοήτευαν πολύ. Έτσι σχετίστηκε με τον Πολ Νιούμαν, τον Μάρλον Μπράντο, τον Γκρέγκορι Πεκ, τον Γουόρεν Μπίτι και τον Φρανκ Σινάτρα. Ο Μπράντο στην αυτοβιογραφία του το 1999 είχε αποκαλύψει πώς η Τζάκι ήταν αυτή που έκανε το πρώτο βήμα στη σχέση τους. «Όταν εγώ δεν το τόλμησα, πήρε την κατάσταση στα χέρια της και έκανε τη μαγική ερώτηση: Θα ήθελες να περάσουμε μαζί τη βραδιά;» Σε άλλο βιβλίο για την Τζάκι αναφέρεται πως ενώ ακόμα ζούσε στον Λευκό Οίκο, είχε σχετιστεί και με τον χορευτή Ρούντολφ Νουρέγιεφ....
Οι πολυαναμενόμενες κασέτες
Η πιο διάσημη πρώτη κυρία όλων των εποχών μιλάει από τον… τάφο της, άρχισαν να βγαίνουν στη δημοσιότητα προκαλώντας πολλά και ποικίλα σχόλια. Όπως είχε αποκαλύψει πριν από μερικούς μήνες η κόρη της, Καρολάιν (Caroline), η Ζακλίν Μπουβιέ Κένεντι Ωνάση (Jaqueline Bouvier Kennedy Onassis), το 1965 είχε δώσει έξι συνεντεύξεις στον δημοσιογράφο Άρθουρ Μ. Σλέσιντζερ (Arthur M. Schlesinger) με σκοπό να δημοσιοποιηθούν "όταν η στιγμή κρινόταν κατάλληλη".
Αργότερα η Τζάκι, η οποία έχει μείνει στην ιστορία ως σύμβολο της κομψότητας καθώς και της χρυσής αμερικανικής εποχής, έδωσε τα ηχητικά αυτά ντοκουμέντα στην κόρη της και ανέλαβε εκείνη να κρίνει το "κατάλληλο" της στιγμής."Πιστεύω ότι οι γυναίκες δεν θα έπρεπε ποτέ να ασχολούνται με την πολιτική. Δεν είμαστε φτιαγμένες γι' αυτό", ακούγεται να λέει η Ζακλίν με απαλή, παθιάρικη φωνή, προφανώς προσπαθώντας να μιμηθεί τη φημολογούμενη ως ερωμένη του άντρα της Μέριλιν Μονρό (Marilyn Monroe), την ώρα που εκείνη του τραγουδούσε το ιστορικό "Happy birthday Mr. President". Λέει και άλλα για τον άντρα της. Όπως ότι του άρεσε να διαβάζει στο μπάνιο, όταν δεν έπαιζε με τα πλαστικά παπάκια του! Ή ότι ανησυχούσε πολύ για την εικόνα που θα άφηνε πίσω του όταν έφευγε. Και ότι έτρεμε στην ιδέα ότι θα τον διαδεχόταν ο Λίντον Τζόνσον. Το φαρμάκι της όμως έσταζε βαρύ όσο μιλούσε για τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο οποίος σύμφωνα με τα λεγόμενά της, πριν από την περιβόητη πορεία του 1963 στην Ουάσινγκτον όπου έβγαλε και τον διάσημο λόγο του "Έχω ένα όνειρο", προσπαθούσε με τον κουνιάδο της Μπόμπι Κένεντι να οργανώσουν ένα σεξ πάρτι! "Ο Μπόμπι μου το είχε πει χωρίς πικρία. Τηλεφωνούσαν σε όλα αυτά τα κορίτσια και τους προσκαλούσαν σε αν πάρτι όπου θα ήταν πολλοί άντρες και γυναίκες… Ξέρεις, σαν ένα όργιο", είπε συγκεκριμένα η Τζάκι.
Η πιο διάσημη πρώτη κυρία όλων των εποχών μιλάει από τον… τάφο της, άρχισαν να βγαίνουν στη δημοσιότητα προκαλώντας πολλά και ποικίλα σχόλια. Όπως είχε αποκαλύψει πριν από μερικούς μήνες η κόρη της, Καρολάιν (Caroline), η Ζακλίν Μπουβιέ Κένεντι Ωνάση (Jaqueline Bouvier Kennedy Onassis), το 1965 είχε δώσει έξι συνεντεύξεις στον δημοσιογράφο Άρθουρ Μ. Σλέσιντζερ (Arthur M. Schlesinger) με σκοπό να δημοσιοποιηθούν "όταν η στιγμή κρινόταν κατάλληλη".
Αργότερα η Τζάκι, η οποία έχει μείνει στην ιστορία ως σύμβολο της κομψότητας καθώς και της χρυσής αμερικανικής εποχής, έδωσε τα ηχητικά αυτά ντοκουμέντα στην κόρη της και ανέλαβε εκείνη να κρίνει το "κατάλληλο" της στιγμής."Πιστεύω ότι οι γυναίκες δεν θα έπρεπε ποτέ να ασχολούνται με την πολιτική. Δεν είμαστε φτιαγμένες γι' αυτό", ακούγεται να λέει η Ζακλίν με απαλή, παθιάρικη φωνή, προφανώς προσπαθώντας να μιμηθεί τη φημολογούμενη ως ερωμένη του άντρα της Μέριλιν Μονρό (Marilyn Monroe), την ώρα που εκείνη του τραγουδούσε το ιστορικό "Happy birthday Mr. President". Λέει και άλλα για τον άντρα της. Όπως ότι του άρεσε να διαβάζει στο μπάνιο, όταν δεν έπαιζε με τα πλαστικά παπάκια του! Ή ότι ανησυχούσε πολύ για την εικόνα που θα άφηνε πίσω του όταν έφευγε. Και ότι έτρεμε στην ιδέα ότι θα τον διαδεχόταν ο Λίντον Τζόνσον. Το φαρμάκι της όμως έσταζε βαρύ όσο μιλούσε για τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο οποίος σύμφωνα με τα λεγόμενά της, πριν από την περιβόητη πορεία του 1963 στην Ουάσινγκτον όπου έβγαλε και τον διάσημο λόγο του "Έχω ένα όνειρο", προσπαθούσε με τον κουνιάδο της Μπόμπι Κένεντι να οργανώσουν ένα σεξ πάρτι! "Ο Μπόμπι μου το είχε πει χωρίς πικρία. Τηλεφωνούσαν σε όλα αυτά τα κορίτσια και τους προσκαλούσαν σε αν πάρτι όπου θα ήταν πολλοί άντρες και γυναίκες… Ξέρεις, σαν ένα όργιο", είπε συγκεκριμένα η Τζάκι.
Μπαλαρίνες, εμβληματικά μαύρα γυαλιά, φορέματα, ταγιέρ, κολητά παντελόνια, η Τζάκι Κέννεντι διαμόρφωσε μόνη της τη γυναικεία μόδα του '60: η όμορφη γαλλο-αμερικανίδα με τα άψογα χτενισμένα μαλλιά τρέλανε τις γυναίκες της εποχής της με την άψογη σιλουέτα και το υπέρκομψο στυλ.
Ήταν μια από τις λίγες γυναίκες που δεν ακολούθησε εκείνη την μόδα, αλλά η μόδα εκείνη
Ο Giorgio Armani έχει πει για την ίδια «Το υπέροχο στυλ της ήταν και ταιριαστό σε κάθε περίσταση στην οποία έπρεπε να παρευρεθεί και διαχρονικό, αλλά και φορέσιμο». Όταν στις αρχές της δεκαετίας του 60, ανακοινώθηκε η ανάθεση του προσωπικού στυλ της Τζάκι Κένεντι στον γαλλικής καταγωγής designer, κανείς δεν το πίστευε. Η ελίτ της μόδας δεν τον θεωρούσε αξιόλογο δημιουργό τότε και η αμερικάνικη κοινωνία αντέδρασε έντονα στην ανάθεση αυτή σε ξένο σχεδιαστή. Τα πρώτα χρόνια στο Λευκό Οίκο ξόδεψε 45.446 δολάρια στα ρούχα. Οι λιτές γραμμές που επέλεγε για τις εμφανίσεις της, έκανε οίκους όπως Chanel, Givenchy και Dior να την παρακαλάνε για μια εμφάνιση της με κάποια δημιουργία της, ενώ Jean Schlumberger for Tiffany & Co και Van Cleef & Arpels «πετούσαν» τα διαμάντια στα πόδια της.
ΗΤζάκι έδωσε στις γυναίκες ένα διαφορετικό πρότυπο του στυλ. Τις απομάκρυνε από την υπερβολικά σφιχτή μέση, τα κρινολίνα και τα φουντωτά χτενίσματα και τις οδήγησε σε έναν πιο χαλαρό και φυσικό τρόπο ντυσίματος που συνοδευόταν από ελαφρύτερο βάψιμο. Η εικόνα της με τα φουλάρια στο λαιμό, τα απλά αμάνικα μπλουζάκια και τα φαρδιά παντελόνια αποτελεί έως και σήμερα ένα από τα χαρακτηριστικά σήματα κατατεθέν του άψογου στυλ και του καλού γούστου. Τα μοτίβα της Lilly Pulitzer, τα απλά μαύρα φορέματα, τα μανίκια τριών τετάρτων, τα μεγάλα γυαλιά, τα στολισμένα σανδάλια και τα μεταξωτά φουλάρια είναι μόλις κάποια από τα «δώρα» της Κένεντι σε κάθε γυναίκα που θέλει να νιώθει άνετη χωρίς όμως να δείχνει βαρετή.
Ο Giorgio Armani έχει πει για την ίδια «Το υπέροχο στυλ της ήταν και ταιριαστό σε κάθε περίσταση στην οποία έπρεπε να παρευρεθεί και διαχρονικό, αλλά και φορέσιμο». Όταν στις αρχές της δεκαετίας του 60, ανακοινώθηκε η ανάθεση του προσωπικού στυλ της Τζάκι Κένεντι στον γαλλικής καταγωγής designer, κανείς δεν το πίστευε. Η ελίτ της μόδας δεν τον θεωρούσε αξιόλογο δημιουργό τότε και η αμερικάνικη κοινωνία αντέδρασε έντονα στην ανάθεση αυτή σε ξένο σχεδιαστή. Τα πρώτα χρόνια στο Λευκό Οίκο ξόδεψε 45.446 δολάρια στα ρούχα. Οι λιτές γραμμές που επέλεγε για τις εμφανίσεις της, έκανε οίκους όπως Chanel, Givenchy και Dior να την παρακαλάνε για μια εμφάνιση της με κάποια δημιουργία της, ενώ Jean Schlumberger for Tiffany & Co και Van Cleef & Arpels «πετούσαν» τα διαμάντια στα πόδια της.
ΗΤζάκι έδωσε στις γυναίκες ένα διαφορετικό πρότυπο του στυλ. Τις απομάκρυνε από την υπερβολικά σφιχτή μέση, τα κρινολίνα και τα φουντωτά χτενίσματα και τις οδήγησε σε έναν πιο χαλαρό και φυσικό τρόπο ντυσίματος που συνοδευόταν από ελαφρύτερο βάψιμο. Η εικόνα της με τα φουλάρια στο λαιμό, τα απλά αμάνικα μπλουζάκια και τα φαρδιά παντελόνια αποτελεί έως και σήμερα ένα από τα χαρακτηριστικά σήματα κατατεθέν του άψογου στυλ και του καλού γούστου. Τα μοτίβα της Lilly Pulitzer, τα απλά μαύρα φορέματα, τα μανίκια τριών τετάρτων, τα μεγάλα γυαλιά, τα στολισμένα σανδάλια και τα μεταξωτά φουλάρια είναι μόλις κάποια από τα «δώρα» της Κένεντι σε κάθε γυναίκα που θέλει να νιώθει άνετη χωρίς όμως να δείχνει βαρετή.