Στα πρώιμα έργα του Καραβάτζιο κυριαρχεί η καθαρότητα των περιγραμμάτων και η σχεδιαστική ακρίβεια. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η γλυπτικότητα των αντικειμένων και των σωμάτων μέσα σε μια ατμόσφαιρα ερωτικής φόρτισης. Στα ώριμα έργα του προστίθεται ένα ουδέτερο σκοτεινό φόντο. Ο Καραβάτζιο ρίχνει πάνω σε σημεία των μορφών ένα φως πλάγιο, σχεδόν νυχτερινό που καταργεί το φως της μέρας αναδεικνύοντας την φορτισμένη ενέργεια στο εσωτερικό. Πρόκειται για την τεχνική του κιαροσκούρο (των έντονων αντιθέσεων που προκαλεί το φως) και τουτενεμπρισμού (ύφος που χαρακτηρίζεται από μεγάλες βαθύχρωμες ή σκοτεινές επιφάνειες που συνδυάζονται με μικρότερες περιοχές κατάλληλα φωτισμένες με τη χρήση χρώματος, με αποτέλεσμα τη δημιουργία δραματικών φωτοσκιάσεων) που πρώτος ο Καραβάτζιο χρησιμοποίησε με τέτοια ένταση και μαεστρία. Αυτή η επαναστατική τεχνική του, με τον επιλεκτικό φωτισμό των μορφών που προβάλουν μέσα από βαθιά σκιά, αποτέλεσε κύριο χαρακτηριστικό της ζωγραφικής του Μπαρόκ. Με τον Καραβάτζιο «καταργείται» ουσιαστικά ο ιδεαλισμός της Αναγέννησης. Ο μεγάλος Ιταλός ζωγράφος απομακρύνεται σχεδόν ολοκληρωτικά από την εξιδανικευμένη απόδοση των θρησκευτικών θεμάτων, μεταφέροντάς τα στο επίπεδο της λαϊκής εκδοχής της καθημερινότητας. Μάλιστα, τα μοντέλα του τα αναζήτησε στους δρόμους και τα ζωγράφισε ρεαλιστικά σαν τα βιβλικά επεισόδια να συνέβαιναν μπροστά του.
Το έντονο κιαροσκούρο που χρησιμοποίησε, με τις μορφές να ξεπηδούν κυριολεκτικά από το βαθύ σκοτάδι, σφράγισε το κίνημα του Μπαρόκ καθοριστικά, με τον ίδιο να προλαβαίνει -παρά το σύντομο του ιδιαίτερου βίου του- να αφήνει κληρονομιά τη χαρακτηριστική τεχνοτροπία του, που θα έμενε γνωστή στην ιστορία της τέχνης ως «Καραβατζισμός» και θα δημιουργούσε σχολή συνεχιστών.
Το 1578, σε ηλικία 6 χρόνων, ο Μικελάντζελο Μερίσι που έγινε γνωστός με το όνομα Καραβάτζιο, έχασε τον πατέρα, τον θείο και τον παππού του σε μια μέρα. Η πανώλη σάρωνε την Ιταλία, αλλά ο μικρός κατάφερε να επιζήσει. Με την ίδια καλοτυχία γλίτωσε από πολλούς κινδύνους. Ωστόσο, κάποια στιγμή η τύχη του τον εγκατέλειψε και ο Καραβάτζιο πέθανε το 1610, σε ηλικία μόλις 38 ετών. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην αυλή των Σφόρτσα, της οικογένειας που βασίλευε στο Μιλάνο και φημιζόταν για την πατρωνία του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής του όμως, το πέρασε στη Ρώμη, όπου εγκαταστάθηκε το 1592 σε ηλικία 21 ετών. Έγινε διάσημος 8 χρόνια αργότερα, όταν ολοκλήρωσε το έργο του “Κλήση του Αγίου Ματθαίου” που κοσμούσε την γαλλική εκκλησία San Luigi dei Francesi. Ο πίνακας θεωρήθηκε ριζοσπαστικός, καθώς απεικόνιζε τις χριστιανικές μορφές σαν απλούς ανθρώπους σε μια ταβέρνα της Ρώμης, ενώ οι περισσότεροι ζωγράφοι της εποχής παρουσίαζαν τους Αγίους ως εξωπραγματικά, θεϊκά όντα. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, ο Καραβάτζιο αναγνωρίστηκε ως ένας απ’ τους πιο ταλαντούχους ζωγράφους της εποχής του. Η Κλήση του Αγίου Μάτθαιου, 1600 Εκτός όμως από τις καλλιτεχνικές του ικανότητες, ο ζωγράφος ήταν γνωστός και για την περιπετειώδη ζωή του. Οξύθυμος και παρορμητικός, έμπλεκε σε καβγάδες για ασήμαντους λόγους και το όνομά του εμφανιζόταν συνέχεια στα έγγραφα των αρχών ως ταραχοποιό στοιχείο. Περνούσε τις ημέρες του σε ταβέρνες και τα βράδια με πόρνες. Ξυλοκόπησε ένα σερβιτόρο επειδή του έφερε αγκινάρες με βούτυρο, ενώ είχε ζητήσει ελαιόλαδο και βανδάλισε το σπίτι μιας πόρνης επειδή αρνήθηκε να τον εξυπηρετήσει. Αρνούνταν να συνεργαστεί με τα όργανα της τάξης και να αποκαλύψει τα ονόματα ακόμα και των αντιπάλων του. Σύμφωνα με την αναφορά ενός δικηγόρου, ο Καραβάτζιο μετά από ένα ένοπλο καυγά, υποστήριζε ότι έπεσε πάνω στο σπαθί του και τραυματίστηκε μόνος του. Επέμεινε, ότι δεν υπήρχε κανείς μάρτυρας και δεν θα έδινε κανένα άλλο στοιχείο. Αυτοπορτραίτο του Καραβάτζιο ως Διόνυσος Η περιγραφή ενός κουρέα δίνει μια εικόνα για τον ζωγράφο: “Ο ζωγράφος είναι ένας γεροδεμένος νεαρός, περίπου 20 – 25 χρονών, με μαύρα μούσια, πυκνά μαύρα φρύδια και μαύρα μάτια. Όλα τα ρούχα του είναι μαύρα, αλλά βρώμικα. Οι κάλτσες του ήταν τρύπιες και τα μαλλιά του μακριά”. Μαύρα ρούχα φορούσαν τότε κυρίως οι αριστοκράτες και ο Καραβάτζιο σπαταλούσε μεγάλα ποσά για να τους μοιάσει, αλλά δεν έκανε τον κόπο να τα φροντίσει. Είχε πάντα μαζί του σπαθί, αν και μόνο οι ευγενείς επιτρεπόταν να οπλοφορούν. ...
Ο κορυφαίος Ιταλός δάσκαλος της ζωγραφικής, που χρησιμοποίησε αφειδώς το σκοτάδι για να φορτίσει συναισθηματικά τις ανθρώπινες φιγούρες, μας χάρισε πίνακες με μια μυστηριώδη και δραματική αίγλη, ως προέκταση θα 'λεγε κανείς της σκοτεινής ζωής του.
Το 1603 φυλακίστηκε για συκοφαντική δυσφήμησε, επειδή έγραψε ένα ποίημα που έβριζε τον ζωγράφο Τζοβάνι Μπαλιέρι. Όπως πάντα, ο Καραβάτζιο σώθηκε επειδή είχε θαυμαστές σε υψηλά αξιώματα. Ένας Γάλλος διπλωμάτης πλήρωσε για να τον αφήσουν ελεύθερο. Ο Μπαλιέρι τελικά πήρε την εκδίκησή του, όταν έγραψε τη βιογραφία του Καραβάτζιο μετά τον θάνατό του, που όπως ήταν φυσικό, παρουσίαζε μόνο τα αρνητικά του στοιχεία. Τον Μάιο του 1606, ο Καραβάτζιο έφτασε στην ανθρωποκτονία. Θύμα του ήταν ένας άντρας ονόματι Ρανούτσο Τομασόνι και ο λόγος ήταν μία διαφωνία για έναν αγώνα τένις. Αυτή ήταν η εκδοχή που παρουσίασε ο Μπαλιέρι στη βιογραφία του, αλλά σύγχρονοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι πίσω από τη διαμάχη κρυβόταν μία γυναίκα, η ιερόδουλη Φιλίντε Μελαντρόνι που ήταν ερωμένη και των δύο. Το τένις στάθηκε ως αφορμή για να καλέσει ο Καραβάτζιο τον Τομασόνι σε μονομαχία. Για να αποφύγει τη φυλακή, ο Καταβάτζο διέφυγε στη Νάπολη, όπου τον υποδέχτηκαν με τιμές. Εννιά μήνες αργότερα, ταξίδεψε στη Μάλτα, όπου τον φιλοξένησαν οι Ιωαννίτες Ιππότες. Το 1608 πήρε κι αυτός τον όρκο των Ιπποτών, ύστερα από πρόταση του Μέγα Μάγιστρου, Αλόφ ντε Βινιακόρτ, ο οποίος θαύμαζε τον Καραβάτζιο και του είχε αναθέσει να ζωγραφίσει το πορτραίτο του. Στη Μάλτα βρίσκεται και άλλο ένα έργο του, “Ο Αποκεφαλισμός του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή”, ο μοναδικός πίνακας που φέρει την υπογραφή του. Αποκεφαλισμός του Ιωάννη του Βαπτιστή, 1608 Βέβαια ήταν θέμα χρόνου να αποκαλυφθεί ο ευέξαπτος χαρακτήρας του. Συγκρούστηκε με έναν Ιππότη και φυλακίστηκε σε ένα υπόγειο κελί, απ’ όπου κατάφερε να αποδράσει. Πήρε το πλοίο για Σικελία και μετά από μια σύντομη διαμονή, έφυγε για τη Νάπολη. Ο κόσμος τον υποδεχόταν εγκάρδια όπου κι αν πήγαινε. Έβρισκε πάντα δουλειά, πληρωνόταν πλουσιοπάροχα, αλλά ο Καραβάτζιο βρισκόταν στα όρια της παράνοιας. Κοιμόταν οπλισμένος και ένιωθε ότι οι εχθροί του βρίσκονταν παντού. Ο Δαυίδ με το κεφάλι του Γολιάθ Οι φόβοι του πραγματοποιήθηκαν τον Οκτώβριο του 1609, όταν άγνωστοι άντρες του επιτέθηκαν και τον τραυμάτισαν σοβαρά. Είναι άγνωστο ποιος κρυβόταν πίσω από την επίθεση, αλλά οι δύο πιθανότερες εκδοχές αναφέρονται είτε στους Ιωαννίτες Ιππότες είτε στην οικογένεια Τομασόνι, που φημιζόταν για τις εγκληματικές δραστηριότητές της. Ο Καραβάτζιο επέζησε, αλλά χρειάστηκαν να περάσουν μήνες μέχρι να αναρρώσει πλήρως. Μία από τις μαχαιριές που δέχτηκε είχε παραμορφώσει το ήδη άγριο παρουσιαστικό του....
Από πολύ νωρίς ο ζωγράφος, αποκήρυξε τα διδάγματα της Αναγέννησης.
Ως μοναδικό του δάσκαλο παραδεχόταν τη φύση.
Ως μοναδικό του δάσκαλο παραδεχόταν τη φύση.
Κατάφερε να εξασφαλίσει άφεση από τη Ρώμη, στέλνοντας στον καρδινάλιο Σκιπιόνε Μποργκέζε τον πίνακα, “Ο Δαυίδ με το κεφάλι του Γολιάθ”. Για μία ακόμα φορά, το ασύγκριτο ταλέντο του Καραβάτζιο θα έσωζε τη ζωή του. Το καλοκαίρι του 1610 πήρε το πλοίο από τη Νάπολη με προορισμό τη Ρώμη, αλλά δεν έφτασε ποτέ. Βρέθηκε νεκρός στις 18 Ιουλίου σε παραλία της πόλης Πόρτο Έρκολε, πολλά χιλιόμετρα βόρεια της Ρώμης. Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, ο Καραβάτζιο πέθανε από εξάντληση, «τρέχοντας» πίσω από το πλοίο, όπου είχαν ξεμείνει τρεις πολύτιμοι πίνακες του. Όμως ο θάνατός του αποτελεί ακόμα μυστήριο για τους ιστορικούς, καθώς δεν εξηγείται πώς βρέθηκε ο Καραβάτζιο πολλά χιλιόμετρα βορειότερα απ’ τον προορισμό του. Μία από τις πιθανές εξηγήσεις είναι ότι οι εχθροί του προσπάθησαν να τον σκοτώσουν και αυτή τη φορά τα κατάφεραν. Αν και η αξία του Καραβάζο αναγνωρίστηκε από τους σύγχρονούς του, τα έργα του ξεχάστηκαν τους μετέπειτα αιώνες έως και τα μέσα του 20ου αιώνα....
Οι ειδικοί βλέπουν στον Καραβάτζιο, τον ανανεωτή και τον ριζοσπάστη, τον γενάρχη του νατουραλισμού που έβγαλε τη ζωγραφική από το μανιερισμό και την εκλεκτίστικη αναπαραγωγή των κλασικών προτύπων. Ο Καραβάτζιο έγινε ο ίδιος κλασικός, αψηφώντας την τρέχουσα παράδοση κι υλοποιώντας τις δοξασίες των αρχαίων Ελλήνων για μια τέχνη φυσική. Ο νατουραλισμός του και το αυθύπαρκτο φως του, οι δραματικές ''κόντρες'' φωτός – σκιάς κι οι δραματικές ανθρώπινες μορφές του ανοίγουν στην τέχνη το δρόμο για το ρεαλισμό, ακόμα και για την απόδοση του εσωτερικού κόσμου, αυτό που βλέπει ο καλλιτέχνης, με τα μάτια της ψυχής του. Ο Καραβάτζιο δεν παραμερίζει την ασχήμια και τον πόνο, αντιθέτως θεωρεί πως οι άνθρωποι είναι ωραίοι όταν είναι αληθινοί., υπάρχουν στην τέχνη, μόνο όπως υπάρχουν και στη ζωή. Η τέχνη του, επηρέασε πολλούς μεταγενέστερους του ζωγράφους, από τον Βελάσκεθ στην Ισπανία ως τον Λα Τουρ στη Γαλλία. Ακόμη και ο Ρέμπραντ ομολογούσε ότι έμαθε πολλά από τα έργα του Καραβάτζιο.