Οι μοναχοί Σαολίν εδώ και αιώνες περιβάλλονται με μια ατμόσφαιρα μυστηρίου, δέους και θαυμασμού. Η ιστορία τους, οι διδασκαλίες τους, η εκπαίδευσή τους και οι εντυπωσιακές επιδόσεις τους στον τομέα των πολεμικών τεχνών αποτέλεσαν και αποτελούν πηγή έμπνευσης για πλήθος ανθρώπων σε όλο τον κόσμο Αξίζει να σημειωθεί ότι η ύπαρξή τους έγινε ευρύτερα γνωστή στο δυτικό κόσμο κατά τις τελευταίες δεκαετίες μέσα από την τηλεοπτική σειρά «Κουνγκ Φου», ενώ οι ιστορίες για τα θαυμαστά, σχεδόν εξωπραγματικά, κατορθώματά τους ανά τους αιώνες συχνά ακροβατούν πάνω σε μια δυσδιάκριτη γραμμή ανάμεσα στο θρύλο και την πραγματικότητα. Τα ουσιαστικά μυστικά του Τάγματος των πολεμιστών μοναχών Σαολίν ουδέποτε διέρρευσαν και σε κάθε περίπτωση τα όσα γνωρίζουμε για αυτούς είναι αποσπασματικά. Ωστόσο, ανασηκώνοντας έστω και λίγο το πέπλο του μυστηρίου μπροστά από τον ναό των Σαολίν δεν μπορούμε παρά να γίνουμε, όπως θα δούμε στη συνέχεια, μάρτυρες του πνευματικού Φωτός που αναδύεται πίσω από αυτόν. 'Aλλωστε σε ένα συμβολικό επίπεδο ο ναός αυτός δεν είναι άλλος από τον ίδιο μας τον Εαυτό μέσα στον οποίο οι ποικίλες όψεις μας εκπαιδεύονται σκληρά και μετουσιώνονται σε φορείς φωτός για να γίνουν μαχητές και υπηρέτες της Εξέλιξης.
Η Ίδρυση του Τάγματος των Σαολίν
Ιδρυτής του μοναστικού Τάγματος των Σαολίν θεωρείται ο Βουδιστής μοναχός Μποντιντάρμα (Bodhidarma ή αλλιώς Ντα Μο στα κινεζικά) ο οποίος περί το 527 μ.Χ. ήρθε στην Κίνα από την Ινδία. για να διδάξει το Βουδισμό. Ήταν ένας Ινδός πρίγκιπας ο οποίος απαρνήθηκε τα πλούτη και τις ανέσεις και αφιέρωσε τη ζωή του στο δρόμο της πνευματικής αναζήτησης. Ο Μποντιντάρμα επισκέφθηκε τον αυτοκράτορα της Κίνας Wu, ο οποίος εκείνη την περίοδο είχε αναθέσει σε κάποιους Βουδιστές μοναχούς να μεταφράσουν βουδιστικά κείμενα από τα σανσκριτικά στα κινεζικά, ελπίζοντας ότι με αυτή την πράξη θα έφθανε ο ίδιος στην πνευματική ολοκλήρωση. Ωστόσο, ο Μποντιντάρμα του επισήμανε ότι δεν μπορούσε να εξελιχθεί πνευματικά ως άνθρωπος βασιζόμενος στις προσπάθειες άλλων. Στη συνέχεια αναχώρησε από το παλάτι για να συναντήσει τους μοναχούς που είχαν αναλάβει το έργο της συγκεκριμένης μετάφρασης. Ερχόμενος στην πόλη Nanjing παρακολούθησε έναν βουδιστή μοναχό ονόματι Σεν Γουάνγκ (Shen Guang) να κηρύσσει δημόσια τις αρχές του Βουδισμού. Ο Σεν Γουάνγκ ήταν πρώην πολεμιστής που απαρνήθηκε όσα είχε και ακολούθησε τον πνευματικό δρόμο του Βουδισμού. Καθώς μιλούσε, θεώρησε ότι ο Μποντιντάρμα κούνησε το κεφάλι αποδοκιμαστικά και θυμωμένος πέταξε προς αυτόν δύο σφαιρίδια από το ροζάριο που κρεμόταν στο λαιμό του, τα οποία τον πέτυχαν στο στόμα. Ο Μποντιντάρμα γαλήνιος, χωρίς να πει λέξη, απλά έφτυσε δύο σπασμένα δόντια από το στόμα του. Η αντίδραση αυτή εντυπωσίασε τον Σεν Γουάνγκ ο οποίος αποφάσισε να ακολουθήσει τον Μποντιντάρμα και να διδαχθεί από αυτόν. Τελικά και οι δύο έφθασαν στο μοναστήρι που υπήρχε στην περιοχή Σαολίν στα όρη Σονγκ Σαν (Song Shan) της επαρχίας Χενάν (Henan) στην κεντρική Κίνα. Ο συγκεκριμένος ναός ήταν χτισμένος εκεί που παλιά υπήρχε ένα δάσος του οποίου τα δένδρα είχαν καεί και κοπεί. Οι κηπουροί του αυτοκράτορα εκείνη την περίοδο είχαν φυτέψει εκεί νέα δένδρα και για αυτό η περιοχή ονομαζόταν Σάο Λιν (Shao Lin) που μεταφράζεται ως «μικρό δάσος» ή «νέο δάσος» στα κινεζικά.
Η Ίδρυση του Τάγματος των Σαολίν
Ιδρυτής του μοναστικού Τάγματος των Σαολίν θεωρείται ο Βουδιστής μοναχός Μποντιντάρμα (Bodhidarma ή αλλιώς Ντα Μο στα κινεζικά) ο οποίος περί το 527 μ.Χ. ήρθε στην Κίνα από την Ινδία. για να διδάξει το Βουδισμό. Ήταν ένας Ινδός πρίγκιπας ο οποίος απαρνήθηκε τα πλούτη και τις ανέσεις και αφιέρωσε τη ζωή του στο δρόμο της πνευματικής αναζήτησης. Ο Μποντιντάρμα επισκέφθηκε τον αυτοκράτορα της Κίνας Wu, ο οποίος εκείνη την περίοδο είχε αναθέσει σε κάποιους Βουδιστές μοναχούς να μεταφράσουν βουδιστικά κείμενα από τα σανσκριτικά στα κινεζικά, ελπίζοντας ότι με αυτή την πράξη θα έφθανε ο ίδιος στην πνευματική ολοκλήρωση. Ωστόσο, ο Μποντιντάρμα του επισήμανε ότι δεν μπορούσε να εξελιχθεί πνευματικά ως άνθρωπος βασιζόμενος στις προσπάθειες άλλων. Στη συνέχεια αναχώρησε από το παλάτι για να συναντήσει τους μοναχούς που είχαν αναλάβει το έργο της συγκεκριμένης μετάφρασης. Ερχόμενος στην πόλη Nanjing παρακολούθησε έναν βουδιστή μοναχό ονόματι Σεν Γουάνγκ (Shen Guang) να κηρύσσει δημόσια τις αρχές του Βουδισμού. Ο Σεν Γουάνγκ ήταν πρώην πολεμιστής που απαρνήθηκε όσα είχε και ακολούθησε τον πνευματικό δρόμο του Βουδισμού. Καθώς μιλούσε, θεώρησε ότι ο Μποντιντάρμα κούνησε το κεφάλι αποδοκιμαστικά και θυμωμένος πέταξε προς αυτόν δύο σφαιρίδια από το ροζάριο που κρεμόταν στο λαιμό του, τα οποία τον πέτυχαν στο στόμα. Ο Μποντιντάρμα γαλήνιος, χωρίς να πει λέξη, απλά έφτυσε δύο σπασμένα δόντια από το στόμα του. Η αντίδραση αυτή εντυπωσίασε τον Σεν Γουάνγκ ο οποίος αποφάσισε να ακολουθήσει τον Μποντιντάρμα και να διδαχθεί από αυτόν. Τελικά και οι δύο έφθασαν στο μοναστήρι που υπήρχε στην περιοχή Σαολίν στα όρη Σονγκ Σαν (Song Shan) της επαρχίας Χενάν (Henan) στην κεντρική Κίνα. Ο συγκεκριμένος ναός ήταν χτισμένος εκεί που παλιά υπήρχε ένα δάσος του οποίου τα δένδρα είχαν καεί και κοπεί. Οι κηπουροί του αυτοκράτορα εκείνη την περίοδο είχαν φυτέψει εκεί νέα δένδρα και για αυτό η περιοχή ονομαζόταν Σάο Λιν (Shao Lin) που μεταφράζεται ως «μικρό δάσος» ή «νέο δάσος» στα κινεζικά.
Αρχικά ο Μποντιντάρμα δεν έγινε δεκτός στη μονή Σαολίν και έτσι αποσύρθηκε σε μια γειτονική σπηλιά όπου επί εννέα έτη διαλογιζόταν. Ωστόσο, οι μοναχοί τού έφερναν τροφή. Λέγεται ότι ήταν τόσο έντονη η εστίαση του βλέμματός του σε ένα συγκεκριμένο σημείο της σπηλιάς που, με την πάροδο των ετών, δημιούργησε ένα κοίλωμα στο βράχο. Παράλληλα παρατηρούσε τις κινήσεις διαφόρων ζώων, ειδικά όταν μάχονταν, και άρχισε να δημιουργεί ένα σύστημα πολεμικής τέχνης βασισμένο σε αυτές ακριβώς τις κινήσεις. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη σπηλιά ο Σεν Γουάνκ στεκόταν έξω από αυτή για να τον προστατεύει από πιθανούς κινδύνους. Σε όλο αυτό το διάστημα ο Μποντιντάρμα δεν απαντούσε ποτέ στις εκκλήσεις του Σεν Γουάνκ που ζητούσε να τον διδάξει. Όταν μετά το πέρας των εννέα ετών οι μοναχοί τελικά τον προσκάλεσαν στο ναό τους (αναγνωρίζοντας τη βαθιά πνευματικότητά του) είχαν ετοιμάσει έναν ειδικό χώρο για αυτόν, όπου και συνέχισε το διαλογισμό του για άλλα τέσσερα χρόνια. Ο Σεν Γουάνκ εξακολουθούσε να στέκει έξω από αυτό το δωμάτιο και στη διάρκεια αυτών των ετών και δεν έπαψε να ζητάει από τον Μποντιντάρμα να τον διδάξει, δίχως όμως να λαμβάνει κάποια απάντηση. Κάποια χειμωνιάτικη ημέρα που χιόνιζε ο Σεν Γουάνκ στεκόταν παγωμένος έξω από το παράθυρο του δωματίου του Μποντιντάρμα όταν πήρε ένα κομμάτι πάγου και το πέταξε σπάζοντας το παράθυρο και διακόπτοντας το διαλογισμό του. Ο Σεν Γουάνκ θυμωμένος ρώτησε τον Μποντιντάρμα πότε επιτέλους θα τον δίδασκε και η απάντηση που έλαβε για πρώτη φορά ήταν «όταν θα έπεφτε κόκκινο χιόνι από τον ουρανό». Ξαφνικά ο Σεν Γουάνκ τράβηξε το σπαθί του και έκοψε με αυτό το αριστερό του χέρι περιστρέφοντας το στη συνέχεια ψηλά πάνω από το κεφάλι του. Το αίμα όμως από το κομμένο χέρι πάγωσε στον αέρα από το πολύ κρύο και έτσι έπεσε στο έδαφος σαν κόκκινο χιόνι. Ο Μποντιντάρμα αμέσως τον αποδέχθηκε ως μαθητή του. Οι Σαολίν, τιμώντας στη διάρκεια των αιώνων, τη βαθιά αφοσίωση και τη θυσία του Σεν Γουάνκ, υιοθέτησαν να χαιρετίζουν ο ένας τον άλλο μόνο με το δεξί τους χέρι. Ο Μποντιντάρμα κατά την παραμονή του στο μοναστήρι παρατήρησε πως η σωματική κατάσταση των μοναχών δεν ήταν ιδιαίτερα καλή, γεγονός που τους εμπόδιζε στα καθήκοντά τους. Έτσι άρχισε να τους διδάσκει ένα σύστημα εξάσκησης που βασιζόταν στις κινήσεις των ζώων (λέγεται ότι επρόκειτο για 18 είδη ζώων όπως το ελάφι, η τίγρη, η κόμπρα, η λεοπάρδαλη κ.α.) που είχε παρατηρήσει στη διάρκεια της παραμονής του στη σπηλιά. Ενώ υπάρχουν απόψεις ότι υπήρξαν και επιρροές από το πανάρχαιο ινδικό και εκλεπτυσμένο πολεμικό σύστημα της Καλαριπαγιάτ. Έτσι, ίδρυσε ένα σύστημα εκπαίδευσης της συνείδησης στενά συνυφασμένο με την εξάσκηση πολεμικών τεχνών, το Σαολίν Κουνγκ Φου (παράλληλα οι βουδιστικές διδασκαλίες του επηρεασμένες από τις αρχές του Ταοϊσμού έθεσαν τις βάσεις του Ζεν). Από το Σαολίν Κουνγκ Φου λέγεται ότι αργότερα δημιουργήθηκαν, ως παρακλάδια, τα ποικίλα είδη πολεμικών τεχνών που συναντούμε στην Ανατολή. Επρόκειτο για ένα σύστημα αυτοάμυνας και όχι για μια επιθετική πολεμική τέχνη, αν και μπορούσε να γίνει αν οι συνθήκες το απαιτούσαν. Ένα από τα πιο δύσκολα σημείο που ο δυτικός άνθρωπος δεν μπορεί να κατανοήσει είναι το πώς συμβιβάζεται η πνευματικότητα του Βουδισμού με την πολεμική τέχνη. Το σημείο κλειδί για την κατανόηση αυτής της φαινομενικής αντίφασης είναι το ότι ο μοναχός Σαολίν ουδέποτε είναι ο επιτιθέμενος, αλλά οφείλει να υπερασπιστεί τη ζωή του και τη ζωή γύρω του με κάθε κόστος. Η ζημιά του επιτιθέμενου από την άμυνα του Σαολίν θεωρείται ένα καρμικό αποτέλεσμα της ίδιας της επιθετικής του πράξης.
Η Πολεμική Τέχνη των Σαολίν
Όπως προαναφέρθηκε, οι μοναχοί Σαολίν ανέπτυξαν και εξέλιξαν ένα εκλεπτυσμένο είδος πολεμικής τέχνης το οποίο είναι ευρύτερα γνωστό ως Σαολίν Κουνγκ Φου. Συγκεκριμένα ανέπτυξαν πέντε βασικά στυλ μάχης που σχετίζονταν με τα πέντε στοιχεία της κινεζικής παράδοσης. Οι κινήσεις αντλούνταν από πέντε είδη ζώων που ήταν το Φίδι, η Τίγρη, η Λεοπάρδαλη, ο Γερανός και ο μυθικός Δράκοντας. Τα συγκεκριμένα ζώα παραδοσιακά θεωρούνταν ως θεμελιώδεις εκφράσεις των στοιχειακών δυνάμεων της φύσης και η κατάκτηση των πολεμικών τεχνικών που σχετίζονταν με αυτά θεωρείτο πως καθιστούσε κάποιον ζωντανό κύτταρο της φύσης και φορέα της ακατάλυτης δύναμής της. Η τεχνική του Φιδιού μιμείτο τη συνεχή ρευστή και ελικοειδή κίνηση του φιδιού και χαρακτηριζόταν από ευελιξία και δύναμη (ευέλικτη δύναμη). Η τεχνική της Τίγρης χαρακτηριζόταν από ορμή, ένταση και δύναμη και παρουσίαζε έντονες εναλλαγές στην ταχύτητα της κίνησης. Η τεχνική της Λεοπάρδαλης συνδύαζε τη δύναμη και την ευελιξία και την ικανότητα γρήγορης και ξαφνικής κίνησης επίθεσης, άμυνας και οπισθοχώρησης. Η τεχνική του Γερανού χαρακτηριζόταν από ισορροπία και αρμονία. Οι κινήσεις ήταν μεγαλόπρεπες και κυκλικές, το σώμα συχνά στηριζόταν στο ένα πόδι και γενικά οι κινήσεις άμυνας και επίθεσης θύμιζαν την κίνηση των φτερών. Η τεχνική του Δράκοντα μιμείτο τις αργές, ομαλές αρμονικές κινήσεις του μυθικού Δράκοντα που πετά στον αέρα και η πρακτική της θεωρείτο από τις πλέον πνευματικές και δυναμικές. Η παρατήρηση των εξωτερικών κινήσεων αυτών των ζώων και η εξάσκηση της κάθε τεχνικής ουσιαστικά συνιστούσε διαλογιστική διαδικασία που έφερνε σε επαφή με την ιδιαίτερη αντίστοιχη εσωτερική κατάσταση που σχετιζόταν με το κάθε στοιχείο - ζώο. Οι μοναχοί όφειλαν να είναι βαθύτατοι γνώστες και των πέντε τεχνικών, άσχετα με την ιδιαίτερη έφεσή τους σε κάποια από αυτές και έπρεπε να έχουν την ικανότητα της ξαφνικής, μα ομαλής, μετάβασης από τη μία τεχνική στην άλλη ανάλογα με τις περιστάσεις της μάχης. Η κάθε τεχνική αποκαλυπτόταν μόνο σε εκείνους που είχαν πρώτα δομήσει και επιδείξει τον απαραίτητο χαρακτήρα και ηθική μέσα από πολύχρονες δοκιμασίες. Υπό αυτή την οπτική τα μυστικά του συστήματος των Σαολίν ουδέποτε αποκαλύφθηκαν σε άλλους. Μπορεί οι εξωτερικές τεχνικές να εξασκούνται ακόμη και σήμερα από κάποιους αλλά η απουσία της βαθύτατης εσωτερικής γνώσης που τα συνόδευε τα καθιστά απλά μια εξωτερική τεχνική εξάσκησης (με πνευματικό προσανατολισμό φυσικά) που όμως απέχει κατά πολύ από ένα μυητικό σύστημα εκπαίδευσης της συνείδησης. Η μάχη θεωρείτο πρωτίστως ως ένα είδος τέχνης και εργαλείο αντιμετώπισης πρωταρχικά του ίδιου του εαυτού και σε ένα δεύτερο επίπεδο ως εργαλείο εξουδετέρωσης του εξωτερικού αντιπάλου. Η πολεμική τέχνη των Σαολίν ήταν μια μαθητεία ζωής συνώνυμη με τη θρησκεία, τη φιλοσοφία, τη σωματική εκπαίδευση και τον προσανατολισμό στην πνευματική ποιότητα του ανθρώπου. Λέγεται πως οι εσωτερικές διεργασίες και δικλίδες ασφαλείας ήταν τέτοιες που αν ένας μοναχός αποφάσιζε να φύγει και να μεταδώσει τις γνώσεις του σε αμύητους, τότε ενεργοποιούνταν μηχανισμοί εσωτερικοί που μέσω σκληρών δοκιμασιών εμπόδιζαν ακριβώς εκείνον που ήταν εν δυνάμει επίορκος να φύγει από το μοναστήρι.
Όπως προαναφέρθηκε, οι μοναχοί Σαολίν ανέπτυξαν και εξέλιξαν ένα εκλεπτυσμένο είδος πολεμικής τέχνης το οποίο είναι ευρύτερα γνωστό ως Σαολίν Κουνγκ Φου. Συγκεκριμένα ανέπτυξαν πέντε βασικά στυλ μάχης που σχετίζονταν με τα πέντε στοιχεία της κινεζικής παράδοσης. Οι κινήσεις αντλούνταν από πέντε είδη ζώων που ήταν το Φίδι, η Τίγρη, η Λεοπάρδαλη, ο Γερανός και ο μυθικός Δράκοντας. Τα συγκεκριμένα ζώα παραδοσιακά θεωρούνταν ως θεμελιώδεις εκφράσεις των στοιχειακών δυνάμεων της φύσης και η κατάκτηση των πολεμικών τεχνικών που σχετίζονταν με αυτά θεωρείτο πως καθιστούσε κάποιον ζωντανό κύτταρο της φύσης και φορέα της ακατάλυτης δύναμής της. Η τεχνική του Φιδιού μιμείτο τη συνεχή ρευστή και ελικοειδή κίνηση του φιδιού και χαρακτηριζόταν από ευελιξία και δύναμη (ευέλικτη δύναμη). Η τεχνική της Τίγρης χαρακτηριζόταν από ορμή, ένταση και δύναμη και παρουσίαζε έντονες εναλλαγές στην ταχύτητα της κίνησης. Η τεχνική της Λεοπάρδαλης συνδύαζε τη δύναμη και την ευελιξία και την ικανότητα γρήγορης και ξαφνικής κίνησης επίθεσης, άμυνας και οπισθοχώρησης. Η τεχνική του Γερανού χαρακτηριζόταν από ισορροπία και αρμονία. Οι κινήσεις ήταν μεγαλόπρεπες και κυκλικές, το σώμα συχνά στηριζόταν στο ένα πόδι και γενικά οι κινήσεις άμυνας και επίθεσης θύμιζαν την κίνηση των φτερών. Η τεχνική του Δράκοντα μιμείτο τις αργές, ομαλές αρμονικές κινήσεις του μυθικού Δράκοντα που πετά στον αέρα και η πρακτική της θεωρείτο από τις πλέον πνευματικές και δυναμικές. Η παρατήρηση των εξωτερικών κινήσεων αυτών των ζώων και η εξάσκηση της κάθε τεχνικής ουσιαστικά συνιστούσε διαλογιστική διαδικασία που έφερνε σε επαφή με την ιδιαίτερη αντίστοιχη εσωτερική κατάσταση που σχετιζόταν με το κάθε στοιχείο - ζώο. Οι μοναχοί όφειλαν να είναι βαθύτατοι γνώστες και των πέντε τεχνικών, άσχετα με την ιδιαίτερη έφεσή τους σε κάποια από αυτές και έπρεπε να έχουν την ικανότητα της ξαφνικής, μα ομαλής, μετάβασης από τη μία τεχνική στην άλλη ανάλογα με τις περιστάσεις της μάχης. Η κάθε τεχνική αποκαλυπτόταν μόνο σε εκείνους που είχαν πρώτα δομήσει και επιδείξει τον απαραίτητο χαρακτήρα και ηθική μέσα από πολύχρονες δοκιμασίες. Υπό αυτή την οπτική τα μυστικά του συστήματος των Σαολίν ουδέποτε αποκαλύφθηκαν σε άλλους. Μπορεί οι εξωτερικές τεχνικές να εξασκούνται ακόμη και σήμερα από κάποιους αλλά η απουσία της βαθύτατης εσωτερικής γνώσης που τα συνόδευε τα καθιστά απλά μια εξωτερική τεχνική εξάσκησης (με πνευματικό προσανατολισμό φυσικά) που όμως απέχει κατά πολύ από ένα μυητικό σύστημα εκπαίδευσης της συνείδησης. Η μάχη θεωρείτο πρωτίστως ως ένα είδος τέχνης και εργαλείο αντιμετώπισης πρωταρχικά του ίδιου του εαυτού και σε ένα δεύτερο επίπεδο ως εργαλείο εξουδετέρωσης του εξωτερικού αντιπάλου. Η πολεμική τέχνη των Σαολίν ήταν μια μαθητεία ζωής συνώνυμη με τη θρησκεία, τη φιλοσοφία, τη σωματική εκπαίδευση και τον προσανατολισμό στην πνευματική ποιότητα του ανθρώπου. Λέγεται πως οι εσωτερικές διεργασίες και δικλίδες ασφαλείας ήταν τέτοιες που αν ένας μοναχός αποφάσιζε να φύγει και να μεταδώσει τις γνώσεις του σε αμύητους, τότε ενεργοποιούνταν μηχανισμοί εσωτερικοί που μέσω σκληρών δοκιμασιών εμπόδιζαν ακριβώς εκείνον που ήταν εν δυνάμει επίορκος να φύγει από το μοναστήρι.
Η Εκπαίδευση και το Μυητικό Σύστημα των Σαολίν
Η διδασκαλία που υπήρχε στους ναούς των Σαολίν συνιστούσε ένα αυστηρά μυητικό σύστημα εσωτερικής εκπαίδευσης με ποικίλους βαθμούς που σχετίζονταν με συγκεκριμένες συνειδησιακές δυνατότητες, ικανότητες, αλλά και καθήκοντα. Το πρώτο βήμα ήταν η εκδήλωση της πρόθεσης από πλευράς ενός υποψήφιου για να εισέλθει σε έναν ναό του Τάγματος των Σαολίν. Από τη στιγμή που κατόρθωνε να γίνει αποδεκτός στο ναό ξεκινούσε η εκπαίδευσή του. Επί σειρά ετών ο δόκιμος μοναχός ασχολείτο με τα πιο «ταπεινά» καθήκοντα όπως η συντήρηση και ο καθαρισμός του μοναστηριού, καθώς και με σκληρές σωματικές εργασίες. Έτσι χωρίς ο ίδιος να το γνωρίζει ετίθεντο τα θεμέλια για την περαιτέρω εκπαίδευση του. Συγκεκριμένα, με αυτόν τον τρόπο δομούσε χαρακτήρα και καλλιεργούσε αρετές που θα αποτελούσαν τη βάση όλης της εκπαίδευσής του. Όπως, μεταξύ άλλων, ταπεινοφροσύνη, επιμονή, υπομονή, εγκράτεια, αυτοπειθαρχία, πραότητα, κατανόηση, εμπιστοσύνη στους δασκάλους του, σωματική δύναμη και ταυτόχρονα αντιμετώπιζε πρωτογενώς τα ίδια τα συναισθήματα και τις σκέψεις του και πολεμούσε την υπερηφάνεια του. Παράλληλα, κατά τον ελεύθερό χρόνο του μελετούσε τις πανάρχαιες ιερές γραφές. Αν τελικά κατόρθωνε να γίνει αποδεκτός προκειμένου να αρχίσει την ουσιαστική του εξάσκηση, τότε βρισκόταν μπροστά σε ένα αυστηρό μυητικό σύστημα. Τα διάφορα συνειδησιακά στάδια του εκπαιδευόμενου μοναχού Σαολίν αντιπροσωπεύονταν από τις διάφορες αίθουσες του ναού. Κάθε μία αίθουσα είχε τα δικά της μυστικά που έπρεπε να ανακαλυφθούν και το δικό της τρόπο προσέγγισης και εξάσκησης. Κάθε φορά που κατακτούσε τα μυστικά μιας αίθουσας μια νέα αίθουσα ανοιγόταν για αυτόν την οποία και έπρεπε να κατακτήσει. Η κάθε αίθουσα ήταν έτσι διαμορφωμένη ώστε όχι μόνο να συμβάλει στη σωματική εκπαίδευση, αλλά και να επιδρά στο υποσυνείδητο του μαθητευόμενου ενεργοποιώντας κρυμμένες δυνατότητες από τα βάθη της ύπαρξής του. Αποτέλεσμα της όλης διαδικασίας ήταν ο μοναχός τελικά να οδηγείται σε αυτογνωσία και πλήρη έλεγχο του εσωτερικού του κόσμου. Αυτή η εσωτερική κατάκτηση εκφραζόταν, ως φυσική συνέπεια, με τον εντυπωσιακό έλεγχο των εξωτερικών φυσικών δυνάμεων, καθώς και του ίδιου του σώματός του. Επίσης, η φύση αποτελούσε για τους Σαολίν ένα διαρκές αντικείμενο διαλογισμού και ένα ζωντανό σύμβολο του τρόπου λειτουργίας που έπρεπε να κατακτήσει ο κάθε μοναχός. Αυτή η παρατήρηση της φύσης αποτυπώθηκε άλλωστε και στα διάφορα συστήματα πολεμικών τεχνών που αναπτύχθηκαν από τους Σαολίν στα οποία χρησιμοποιούνταν κινήσεις διαφόρων ζώων. Η εκπαίδευση στις πολεμικές τέχνες ήταν σκληρή και καθημερινή από την ανατολή ως τη δύση του Ήλιου. Υπάρχουν περιγραφές δοκιμασιών που σχετίζονταν με τα τέσσερα στοιχεία και τον έλεγχο που έπρεπε έχει πάνω σε αυτά ο μοναχός (όπως το περπάτημα πάνω σε νερό). 'Aλλες δοκιμασίες κάνουν λόγο για πολύωρο κρέμασμα από σχοινί, το περπάτημα πάνω σε ριζόχαρτο δίχως να το σχίζουν κ.α. Η υποβολή των εκπαιδευόμενων μοναχών σε ακριβείς και σκληρές σωματικές ασκήσεις δεν αποτελούσε αυτοσκοπό, αλλά το μέσο για τη διέγερση και την ανάδυση της εσωτερικής πνευματικής δύναμης και της απελευθέρωσης από τα όποια προσωπικά νοητικά, συναισθηματικά και σωματικά όρια και συνήθειες. Κατά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης του έπρεπε ο κάθε μοναχός να περάσει από τη δοκιμασία των «τεσσάρων δωματίων» η οποία απαιτούσε απόλυτη ακρίβεια και πνευματική συγκέντρωση. Στο πρώτο δωμάτιο που αποκαλείτο «χαρούμενη λύπη» έπρεπε να διηγηθεί αρχικά μια χαρούμενη και έπειτα μια λυπητερή ιστορία με πλήρη απόσπαση από τα συναισθήματά του. Αν εξέφραζε ακόμη και μια ανεπαίσθητη συναισθηματική αντίδραση τότε αποτύγχανε. Στο δεύτερο δωμάτιο που αποκαλείτο «δωμάτιο της δύναμης» αρχικά σήκωνε μια πέτρα βάρους σχεδόν εκατό κιλών, στη συνέχεια τέντωνε ένα τεράστιο τόξο και τελικά μετακινούσε σε κάποια απόσταση δύο καλάθια βάρους διακοσίων κιλών το καθένα. Το τρίτο δωμάτιο ονομαζόταν «σκοτεινό δωμάτιο» και σε αυτό επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι και σιγή. Εδώ ο δοκιμαζόμενος ενώ καθόταν στο έδαφος έπρεπε να αντιληφθεί κάποιο όπλο (μαχαίρι, ακόντιο, τσεκούρι ή ό,τι άλλο) που εκτοξευόταν προς αυτόν, να το αποφύγει και να το πιάσει στον αέρα. Στη συνέχεια ένας μεγάλος κορμός αφηνόταν να κυλήσει στο δωμάτιο και ο μοναχός έπρεπε α πηδήξει την κατάλληλη στιγμή για να αποφύγει μια μοιραία σύγκρουση. Το τέταρτο δωμάτιο ήταν το «δωμάτιο της εκδίκησης».Σε αυτό ο μοναχός δεχόταν την επίθεση δέκα παλαιών οπλισμένων μοναχών τους οποίους έπρεπε να αποκρούσει με ένα υποτυπώδες όπλο (όπως μια ξύλινη βέργα) που του εδίδετο. Στόχος ήταν να αμυνθεί επιτυχώς δίχως να χτυπήσει ή τραυματίσει κάποιον από τους επιτιθέμενους. Αν επιτύγχανε στις προηγούμενες δοκιμασίες τότε ερχόταν η στιγμή της τελικής δοκιμασίας. Στη διάρκειά της εισερχόταν σε ένα στενό διάδρομο και έπρεπε να βγει από την άλλη του άκρη. Όμως το δρόμο του έφραζε ένα μεγάλο πυρωμένο καζάνι στα πλάγια του οποίου βρίσκονταν ανάγλυφα τα σύμβολα του ναού του. Ο μοναχός έπρεπε να τοποθετήσει τους βραχίονές του πάνω στα πυρωμένα ανάγλυφα σύμβολα και να πιέσει σε αυτά για να σπρώξει το καζάνι μέχρι την άλλη άκρη του διαδρόμου. Η διαδικασία απαιτούσε την επιστράτευση όλης της εσωτερικής δύναμης του δοκιμαζόμενου, τόσο για την υπερνίκηση του πόνου, όσο και για τη μεταφορά του καζανιού. Το μέταλλο έκαιγε τη σάρκα του αποτυπώνοντας ανεξίτηλα επάνω της τα σύμβολα του ναού του. Η έξοδός του από την άκρη του διαδρόμου σηματοδοτούσε την επιτυχία του και τη δυνατότητά του να ταξιδέψει ως ελεύθερος άνθρωπος στον κόσμο φέρνοντας σε αυτόν το εσωτερικό Φως του οποίου ήταν φορέας και το οποίο αντλούσε από το ναό στον οποίο εκπαιδεύτηκε. Η σχεδόν μυθική διάσταση της ύπαρξή τους έχει καταστήσει τη μορφή του περιπλανώμενου μοναχού Σαολίν σύμβολο του ευγενούς πνευματικού πολεμιστή που όλοι φέρουμε εντός μας. Υπό αυτή την έννοια, ο μοναχός Σαολίν είναι η ίδια η Ψυχή που ως φορέας του Πνευματικού Φωτός μάχεται μέσα στην Ύλη. Δρα ως καταλύτης που εξισορροπεί και μετουσιώνει τον κόσμο ολάκερο, τον ιεροποιεί και του προσδίδει πνευματικό κραδασμό.
Η διδασκαλία που υπήρχε στους ναούς των Σαολίν συνιστούσε ένα αυστηρά μυητικό σύστημα εσωτερικής εκπαίδευσης με ποικίλους βαθμούς που σχετίζονταν με συγκεκριμένες συνειδησιακές δυνατότητες, ικανότητες, αλλά και καθήκοντα. Το πρώτο βήμα ήταν η εκδήλωση της πρόθεσης από πλευράς ενός υποψήφιου για να εισέλθει σε έναν ναό του Τάγματος των Σαολίν. Από τη στιγμή που κατόρθωνε να γίνει αποδεκτός στο ναό ξεκινούσε η εκπαίδευσή του. Επί σειρά ετών ο δόκιμος μοναχός ασχολείτο με τα πιο «ταπεινά» καθήκοντα όπως η συντήρηση και ο καθαρισμός του μοναστηριού, καθώς και με σκληρές σωματικές εργασίες. Έτσι χωρίς ο ίδιος να το γνωρίζει ετίθεντο τα θεμέλια για την περαιτέρω εκπαίδευση του. Συγκεκριμένα, με αυτόν τον τρόπο δομούσε χαρακτήρα και καλλιεργούσε αρετές που θα αποτελούσαν τη βάση όλης της εκπαίδευσής του. Όπως, μεταξύ άλλων, ταπεινοφροσύνη, επιμονή, υπομονή, εγκράτεια, αυτοπειθαρχία, πραότητα, κατανόηση, εμπιστοσύνη στους δασκάλους του, σωματική δύναμη και ταυτόχρονα αντιμετώπιζε πρωτογενώς τα ίδια τα συναισθήματα και τις σκέψεις του και πολεμούσε την υπερηφάνεια του. Παράλληλα, κατά τον ελεύθερό χρόνο του μελετούσε τις πανάρχαιες ιερές γραφές. Αν τελικά κατόρθωνε να γίνει αποδεκτός προκειμένου να αρχίσει την ουσιαστική του εξάσκηση, τότε βρισκόταν μπροστά σε ένα αυστηρό μυητικό σύστημα. Τα διάφορα συνειδησιακά στάδια του εκπαιδευόμενου μοναχού Σαολίν αντιπροσωπεύονταν από τις διάφορες αίθουσες του ναού. Κάθε μία αίθουσα είχε τα δικά της μυστικά που έπρεπε να ανακαλυφθούν και το δικό της τρόπο προσέγγισης και εξάσκησης. Κάθε φορά που κατακτούσε τα μυστικά μιας αίθουσας μια νέα αίθουσα ανοιγόταν για αυτόν την οποία και έπρεπε να κατακτήσει. Η κάθε αίθουσα ήταν έτσι διαμορφωμένη ώστε όχι μόνο να συμβάλει στη σωματική εκπαίδευση, αλλά και να επιδρά στο υποσυνείδητο του μαθητευόμενου ενεργοποιώντας κρυμμένες δυνατότητες από τα βάθη της ύπαρξής του. Αποτέλεσμα της όλης διαδικασίας ήταν ο μοναχός τελικά να οδηγείται σε αυτογνωσία και πλήρη έλεγχο του εσωτερικού του κόσμου. Αυτή η εσωτερική κατάκτηση εκφραζόταν, ως φυσική συνέπεια, με τον εντυπωσιακό έλεγχο των εξωτερικών φυσικών δυνάμεων, καθώς και του ίδιου του σώματός του. Επίσης, η φύση αποτελούσε για τους Σαολίν ένα διαρκές αντικείμενο διαλογισμού και ένα ζωντανό σύμβολο του τρόπου λειτουργίας που έπρεπε να κατακτήσει ο κάθε μοναχός. Αυτή η παρατήρηση της φύσης αποτυπώθηκε άλλωστε και στα διάφορα συστήματα πολεμικών τεχνών που αναπτύχθηκαν από τους Σαολίν στα οποία χρησιμοποιούνταν κινήσεις διαφόρων ζώων. Η εκπαίδευση στις πολεμικές τέχνες ήταν σκληρή και καθημερινή από την ανατολή ως τη δύση του Ήλιου. Υπάρχουν περιγραφές δοκιμασιών που σχετίζονταν με τα τέσσερα στοιχεία και τον έλεγχο που έπρεπε έχει πάνω σε αυτά ο μοναχός (όπως το περπάτημα πάνω σε νερό). 'Aλλες δοκιμασίες κάνουν λόγο για πολύωρο κρέμασμα από σχοινί, το περπάτημα πάνω σε ριζόχαρτο δίχως να το σχίζουν κ.α. Η υποβολή των εκπαιδευόμενων μοναχών σε ακριβείς και σκληρές σωματικές ασκήσεις δεν αποτελούσε αυτοσκοπό, αλλά το μέσο για τη διέγερση και την ανάδυση της εσωτερικής πνευματικής δύναμης και της απελευθέρωσης από τα όποια προσωπικά νοητικά, συναισθηματικά και σωματικά όρια και συνήθειες. Κατά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης του έπρεπε ο κάθε μοναχός να περάσει από τη δοκιμασία των «τεσσάρων δωματίων» η οποία απαιτούσε απόλυτη ακρίβεια και πνευματική συγκέντρωση. Στο πρώτο δωμάτιο που αποκαλείτο «χαρούμενη λύπη» έπρεπε να διηγηθεί αρχικά μια χαρούμενη και έπειτα μια λυπητερή ιστορία με πλήρη απόσπαση από τα συναισθήματά του. Αν εξέφραζε ακόμη και μια ανεπαίσθητη συναισθηματική αντίδραση τότε αποτύγχανε. Στο δεύτερο δωμάτιο που αποκαλείτο «δωμάτιο της δύναμης» αρχικά σήκωνε μια πέτρα βάρους σχεδόν εκατό κιλών, στη συνέχεια τέντωνε ένα τεράστιο τόξο και τελικά μετακινούσε σε κάποια απόσταση δύο καλάθια βάρους διακοσίων κιλών το καθένα. Το τρίτο δωμάτιο ονομαζόταν «σκοτεινό δωμάτιο» και σε αυτό επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι και σιγή. Εδώ ο δοκιμαζόμενος ενώ καθόταν στο έδαφος έπρεπε να αντιληφθεί κάποιο όπλο (μαχαίρι, ακόντιο, τσεκούρι ή ό,τι άλλο) που εκτοξευόταν προς αυτόν, να το αποφύγει και να το πιάσει στον αέρα. Στη συνέχεια ένας μεγάλος κορμός αφηνόταν να κυλήσει στο δωμάτιο και ο μοναχός έπρεπε α πηδήξει την κατάλληλη στιγμή για να αποφύγει μια μοιραία σύγκρουση. Το τέταρτο δωμάτιο ήταν το «δωμάτιο της εκδίκησης».Σε αυτό ο μοναχός δεχόταν την επίθεση δέκα παλαιών οπλισμένων μοναχών τους οποίους έπρεπε να αποκρούσει με ένα υποτυπώδες όπλο (όπως μια ξύλινη βέργα) που του εδίδετο. Στόχος ήταν να αμυνθεί επιτυχώς δίχως να χτυπήσει ή τραυματίσει κάποιον από τους επιτιθέμενους. Αν επιτύγχανε στις προηγούμενες δοκιμασίες τότε ερχόταν η στιγμή της τελικής δοκιμασίας. Στη διάρκειά της εισερχόταν σε ένα στενό διάδρομο και έπρεπε να βγει από την άλλη του άκρη. Όμως το δρόμο του έφραζε ένα μεγάλο πυρωμένο καζάνι στα πλάγια του οποίου βρίσκονταν ανάγλυφα τα σύμβολα του ναού του. Ο μοναχός έπρεπε να τοποθετήσει τους βραχίονές του πάνω στα πυρωμένα ανάγλυφα σύμβολα και να πιέσει σε αυτά για να σπρώξει το καζάνι μέχρι την άλλη άκρη του διαδρόμου. Η διαδικασία απαιτούσε την επιστράτευση όλης της εσωτερικής δύναμης του δοκιμαζόμενου, τόσο για την υπερνίκηση του πόνου, όσο και για τη μεταφορά του καζανιού. Το μέταλλο έκαιγε τη σάρκα του αποτυπώνοντας ανεξίτηλα επάνω της τα σύμβολα του ναού του. Η έξοδός του από την άκρη του διαδρόμου σηματοδοτούσε την επιτυχία του και τη δυνατότητά του να ταξιδέψει ως ελεύθερος άνθρωπος στον κόσμο φέρνοντας σε αυτόν το εσωτερικό Φως του οποίου ήταν φορέας και το οποίο αντλούσε από το ναό στον οποίο εκπαιδεύτηκε. Η σχεδόν μυθική διάσταση της ύπαρξή τους έχει καταστήσει τη μορφή του περιπλανώμενου μοναχού Σαολίν σύμβολο του ευγενούς πνευματικού πολεμιστή που όλοι φέρουμε εντός μας. Υπό αυτή την έννοια, ο μοναχός Σαολίν είναι η ίδια η Ψυχή που ως φορέας του Πνευματικού Φωτός μάχεται μέσα στην Ύλη. Δρα ως καταλύτης που εξισορροπεί και μετουσιώνει τον κόσμο ολάκερο, τον ιεροποιεί και του προσδίδει πνευματικό κραδασμό.