Η ζωή του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έμελλε να έχει κατακλυσμιαίες επιπτώσεις στις φυλετικές σχέσεις της Αμερικής. Ο γνωστότερος αφρο-αμερικανός ακτιβιστής της εποχής, που πυροδότησε την ανατροπή των κοινωνικών στερεοτύπων και την πολιτικο-κοινωνική ισότητα των εγχρώμων της Αμερικής, μνημονεύεται έκτοτε κάθε χρόνο με εθνική επέτειο. Ο μεγάλος οραματιστής, που αφιέρωσε τη ζωή του στην κοινωνική δικαιοσύνη μέσω ειρηνικών μέσων και μη βίαιων τρόπων πολιτικής αντιπαράθεσης, αποτελεί φάρο για κάθε πολιτικό κίνημα που επιζητεί ισότητα και ελευθερία στα πέρατα της οικουμένης...
Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ο νεώτερος (Martin Luther King Jr) γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1929 στην Ατλάντα της Τζόρτζια. Ο πατέρας και ο παππούς του ήταν βαπτιστές ιεροκήρυκες. Ήδη από τα πρώτα χρόνια της ζωής του το οικογενειακό του περιβάλλον δεν κατόρθωσε να τον κρατήσει μακριά από τον ζόφο της λευκής μισαλλοδοξίας. Πολύ αργότερα θα μιλήσει εκτενώς για τις κουρτίνες που στοίχειωσαν τα παιδικά χρόνια του, εκείνες που χρησιμοποιούσαν στις τραπεζαρίες των τρένων για να χωρίσουν τους λευκούς από τους μαύρους. «Ήμουν πολύ μικρός όταν βίωσα την πρώτη μου εμπειρία πίσω από την κουρτίνα. Ένιωσα σαν να είχε πέσει μια κουρτίνα πάνω σε όλη μου τη ζωή». Σε ηλικία 15 ετών, ο Μάρτιν Λούθερ άρχισε σπουδές στο Κολέγιο Μόρχαουζ της Ατλάντας, με βάση ειδικό πρόγραμμα για ταλαντούχους μαθητές. Στο τελευταίο έτος των σπουδών του εγκατέλειψε δια παντός το ενδιαφέρον του για την ιατρική και τη νομική και επέλεξε τη σταδιοδρομία του κληρικού, ύστερα από επιμονή του πατέρα του. Σπούδασε στο Θεολογικό Σεμινάριο του Κρόζερ στο Τσέοτερ της Πενσιλβανίας, απ’ όπου αποφοίτησε το 1951 με δίπλωμα θεολογίας. Τεράστια επίδραση στην ήδη αφυπνισμένη σκέψη του άσκησε η φιλοσοφία της «πολιτικής ανυπακοής» και της «μη βίας» του Μαχάτμα Γκάντι, καθώς και οι θεωρίες των σύγχρονων προτεσταντών θεολόγων. Από το Κρόζερ βρέθηκε στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, όπου και γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του Κορέτα Σκοτ. Εκεί εξάλλου εναγκαλίστηκε και μία στέρεη βάση για τις δικές του θεολογικές και ηθικές αρχές, πάνω στην οποία έχτισε και τη διδακτορική διατριβή του με τίτλο «Συγκριτική μελέτη των ιδεών περί Θεού στη σκέψη του Πάουλ Τίλιχ και του Χένρι Νέλσον Βίμαν». Ο Κινγκ αντιλαμβανόταν τον Θεό ως μία ενεργή, εμπρόσωπη οντότητα. Επομένως, γι’ αυτόν η σωτηρία του ανθρώπου δεν ήταν δυνατόν να βρεθεί ούτε στην επιδίωξη κοινωνικής προόδου, ούτε στη δύναμη του λογικού, αλλά στην πίστη ότι ο άνθρωπος οδηγείται από τον Θεό. Ήταν σχεδόν ένα χρόνο εφημέριος της εκκλησίας των Βαπτιστών της λεωφόρου Ντέξτερ στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα, όταν η ολιγομελής ομάδα οπαδών τού κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα της πόλης εγκαινίασε τον αγώνα κατά των φυλετικών διακρίσεων στα δημόσια λεωφορεία. Αφορμή, η σύλληψη την 1η Δεκεμβρίου 1955 της μοδίστρας Ρόζας Παρκς, η οποία αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση της στο λεωφορείο σ’ ένα λευκό επιβάτη, όπως όριζε η νομοθεσία φυλετικών διακρίσεων. Μαχητικοί εκπρόσωποι του ντόπιου μαύρου πληθυσμού έσπευοαν να ιδρύσουν την «Ενωση για την Πρόοδο» του Μοντγκόμερι κι εξέλεξαν ηγέτη τους τον Κινγκ. Στη διάρκεια της παρθενικής ομιλίας του ως προέδρου της οργάνωσης επέδειξε την εξέχουσα ρητορική του δεινότητα: «Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να διαμαρτυρηθούμε. Επί πολλά χρόνια έχουμε δείξει απίστευτη υπομονή. Έχουμε δημιουργήσει μερικές φορές στους λευκούς αδελφούς μας την εντύπωση ότι μας άρεσε ο τρόπος με τον οποίο μας μεταχειρίζονταν. Ήρθαμε, όμως, εδώ για να λυτρωθούμε από την υπομονή εκείνη που μας κάνει να υπομένουμε οτιδήποτε το λιγότερο από την ελευθερία και τη δικαιοσύνη». Το αμερικανικό έθνος είχε μόλις αποκτήσει μία νέα φωνή. Ένα χρόνο αργότερα, οι μαύροι του Μοντγκόμερι είχαν αποκτήσει τη δική τους θέση στο λεωφορείο. Αναγνωρίζοντας την ανάγκη ενός μαζικού μαύρου κινήματος, ο Κινγκ δημιούργησε την οργάνωση «Συνδιάσκεψη της Χριστιανικής Ηγεσίας των Πολιτειών του Νότου», εγκαινιάζοντας πλέον και επίσημα τον αγώνα κατά των φυλετικών διακρίσεων. Έχοντας εξασφαλίσει ένα ισχυρό βήμα στο Νότο, ξεκινά τις ανθρωπιστικές περιοδείες του ανά τις ΗΠΑ, συζητεί με τους μαύρους για τα πολιτικά τους δικαιώματα, ακολουθεί την πολιτική τής ενεργού μη βίας, διοργανώνοντας καθιστικές διαδηλώσεις και πορείες διαμαρτυρίας, συναντά ξένους ηγέτες, δίνει πύρινους λόγους (εκείνο το θεόπνευστο «Έχω ένα όνειρο» στη διάρκεια μιας ειρηνικής «διαφυλετικής» συγκέντρωσης στην Ουάσιγκτον στις 28 Αυγούστου 1963 θα μείνει στην Ιστορία), διακηρύσσει ότι «έχει φθάσει η κατάλληλη στιγμή που μια συντονισμένη εξόρμηση εναντίον της αδικίας θα μπορούσε να αποφέρει μεγάλα και χειροπιαστά οφέλη». Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ‘60 η δημοτικότητά του φθάνει στο αποκορύφωμά της. Το 1964 του απονέμεται το Νόμπελ Ειρήνης, ενώ ψηφίζεται ο Νόμος περί Πολιτικών Δικαιωμάτων, που εξουσιοδοτεί την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να επιβάλλει την απάλειψη των φυλετικών διακρίσεων στους δημόσιους χώρους και να διώκει ποινικά τις διακρίσεις, τόσο στα κρατικά μέσα κοινής ωφέλειας, όσο και στην απασχόληση. Σε λίγο, όμως, θα εμφανιστούν τα πρώτα σημεία αντιπολίτευσης στους κόλπους του μαύρου κινήματος. Η φιλοσοφία της μη βίας «σκοντάφτει» όλο και συχνότερα σε εξαγριωμένους ριζοσπάστες της λεγόμενης «Μαύρης Δύναμης», που δεν αργούν να του «κολλήοουν» και το άκρως ειρωνικό προσωνύμιο «de Lawd» («ο κ. Προσευχόμενος»). Ο Κινγκ απαντά διευρύνοντας τη βάση της οργάνωσής του: συγκροτεί ένα μέτωπο των φτωχών πληθυσμών από όλες τις φυλές, τάσσεται κατά του Πολέμου του Βιετνάμ, πολεμά πλέον «για μια ριζική αναδιάρθρωση ολόκληρης της κοινωνίας, μια επανάσταση αξιών».Το σχέδιό του για μία «Πορεία των Φτωχών προς την Ουάσιγκτον», διακόπηκε την άνοιξη του 1968 από ένα ταξίδι του στο Μέμφις του Τενεσί για την υποστήριξη μιας απεργίας εργαζομένων στα νοσοκομεία. Στις 4 Απριλίου, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ δολοφονήθηκε σε ηλικία 39 ετών από ένα λευκό ελεύθερο σκοπευτή, ενώ στεκόταν στο μπαλκόνι του μοτέλ, στο οποίο είχε καταλύσει με τους στενούς συνεργάτες του. Στις 10 Μαρτίου 1969 ο δολοφόνος του Τζέιμς Ιρλ Ρέι ομολόγησε και καταδικάστηκε σε 99 ετών ειρκτή.
Από την ημέρα που δολοφονήθηκε ο βραβευμένος με το Νόμπελ Ειρήνης αφροαμερικανός, δεν σταμάτησαν να γράφονται και να λέγονται αναρίθμητες θεωρίες συνωμοσίας. Μια διαδεδομένη εκδοχή ήταν ότι όλο το σχέδιο οργανώθηκε από το FBI και τον Χούβερ, ο οποίος μισούσε τον Κινγκ για τη δράση του. Ένα άλλο σενάριο ανέφερε ότι πίσω από τη δολοφονία κρύβονταν σκληροπυρηνικοί ρατσιστές του Νότου, με πρώτη την Κου Κλουξ Κλαν. Δεν τον ήθελαν νεκρό μόνο επειδή ξεσήκωνε τους αφροαμερικανούς, αλλά και για την έντονη κριτική που ασκούσε στον πρόεδρο Τζόνσον για τον πόλεμο του Βιετνάμ. Υπήρξαν επίσης σενάρια ότι τον εκτέλεσε η μαφία, η οποία έχει κατηγορηθεί και για τη δολοφονία του Κένεντι. Κοινό σημείο όλων των απόψεων είναι ότι ένα τέτοιο χτύπημα δεν μπορούσε να οργανωθεί μόνο από ένα άτομο. ...
«Έχω Ένα Όνειρο» (Ολόκληρος) ο πλέον εμπνευσμένος πολιτικός λόγος όλων των εποχών.
Στις 28 Αυγούστου του 1963 κατά τη διάρκεια ειρηνικής συγκέντρωσης διαμαρτυρίας στην Ουάσιγκτον, γύρω από το μνημείο του Λίνκολν εκφώνησε ένα θυελλώδη λόγο, που συγκλόνισε με τον παλμό του εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές και ο οποίος χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως ο πλέον εμπνευσμένος πολιτικός λόγος όλων των εποχών. Αυτός ο λόγος, που παρατίθεται στη συνέχεια, αποτελεί έναν ύμνο για την ελευθερία, την ισότητα και την αδελφοσύνη των ανθρώπων. Ανοίγει ένα δρόμο στη συνείδηση της ανθρωπότητας, πάνω στον οποίο οι άνθρωποι πορεύονται όλοι μαζί, ως αδέλφια, προς ένα κοινό μέλλον που σφύζει από Φως.
«Έχω Ένα Όνειρο»
Είμαι χαρούμενος που βρίσκομαι σήμερα μαζί σας, σε ένα γεγονός που θα παραμείνει στην ιστορία του έθνους μας ως η μεγαλύτερη διαδήλωση για την Ελευθερία. Πριν από έναν αιώνα, ένας σπουδαίος Αμερικανός (ο Αβραάμ Λίνκολν), στη σκιά του οποίου στεκόμαστε εμείς σήμερα, υπέγραψε τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας. Αυτή η ιστορική απόφαση αποτέλεσε ένα φάρο ελπίδας για εκατομμύρια Νέγρους σκλάβους, που «καίγονταν» στις φλόγες της αδικίας. Ήρθε ως ένα χαρμόσυνο ξημέρωμα μετά τη μακριά νύχτα της αιχμαλωσίας τους. Αλλά έπειτα από εκατό χρόνια, πρέπει να αντιμετωπίσουμε το τραγικό γεγονός ότι ο Νέγρος, ακόμα, δεν είναι ελεύθερος. Εκατό χρόνια μετά, η ζωή του Νέγρου είναι ακόμα σακατεμένη, από τα δεσμά του απομονωτισμού και τις αλυσίδες της φυλετικής διάκρισης. Εκατό χρόνια μετά, ο Νέγρος ζει σε ένα απομονωμένο νησί ανέχειας, καταμεσής ενός απέραντου ωκεανού υλικής ευημερίας που τον περιβάλλει. Εκατό χρόνια μετά, ο Νέγρος ακόμα μαραζώνει στο περιθώριο της αμερικανικής κοινωνίας και βρίσκει τον εαυτό του εξόριστο στην ίδια του τη χώρα. Ήρθαμε, λοιπόν, εδώ σήμερα για να αναδείξουμε μια άσχημη κατάσταση.
Κατά μια έννοια, ήρθαμε στην πρωτεύουσα του έθνους μας, για να εισπράξουμε μια επιταγή. Όταν οι αρχιτέκτονες της Δημοκρατίας μας έγραψαν τις μεγαλοπρεπείς λέξεις του Συντάγματος και της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας, ουσιαστικά υπέγραψαν ένα γραμμάτιο, το οποίο θα έπρεπε να αποτελεί κληρονομιά για κάθε Αμερικανό. Αυτό το γραμμάτιο ήταν μια υπόσχεση, ότι όλοι οι άνθρωποι θα απολάμβαναν το αναφαίρετο δικαίωμα της ζωής, της ελευθερίας και της αναζήτησης της ευτυχίας. Είναι ολοφάνερο σήμερα ότι η Αμερική έχει αθετήσει αυτή τη δέσμευση, όσον αφορά στους έγχρωμους πολίτες της. Αντί να τιμά αυτή την ιερή υποχρέωση, η Αμερική έχει δώσει στους Νέγρους πολίτες μια ακάλυπτη επιταγή, μια επιταγή που γράφει: «Ανεπαρκείς πόροι». Όμως αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι η τράπεζα της Δικαιοσύνης έχει χρεοκοπήσει. Αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχουν πόροι στο τεράστιο θησαυροφυλάκιο ευκαιριών που υπάρχουν σε αυτό το κράτος. Για αυτό ήρθαμε να εξαργυρώσουμε και να απαιτήσουμε αυτή την επιταγή, η οποία θα μας δώσει το θησαυρό της Ελευθερίας και την ασφάλεια της Δικαιοσύνης.
Ήρθαμε, επίσης, σε αυτό τον ιερό τόπο για να υπενθυμίσουμε στην Αμερική την ανάγκη του «Τώρα». Αυτή δεν είναι στιγμή για επανάπαυση και καθυστερήσεις. Τώρα είναι η στιγμή για να μεταβούμε από τη σκοτεινή και έρημη κοιλάδα της απομόνωσης στο ηλιόλουστο μονοπάτι της Φυλετικής Δικαιοσύνης. Τώρα είναι η στιγμή να κάνουμε τη δικαιοσύνη πραγματικότητα για όλα τα παιδιά του Θεού. Τώρα είναι η στιγμή να ανυψώσουμε το έθνος μας από την κινούμενη άμμο της κοινωνικής αδικίας προς το βράχο της αδελφοσύνης. Θα ήταν μοιραίο για το έθνος να παραβλέψει την επιτακτική ανάγκη της στιγμής και να υποτιμήσει την αποφασιστικότητα του Νέγρου. Το φλεγόμενο καλοκαίρι της δικαιολογημένης δυσαρέσκειας των μαύρων δεν έχει τελειώσει, μέχρι να φανεί το αναζωογονητικό φθινόπωρο της ελευθερίας και της ισότητας. Το 1963 δεν είναι το τέλος, αλλά η αρχή. Και όσοι ήλπιζαν ότι ο Νέγρος χρειαζόταν απλά μια εκτόνωση και πως τώρα είναι ευχαριστημένος θα ξυπνήσουν βίαια, αν το έθνος συνεχίσει να παραβλέπει το πρόβλημα. Και δε θα υπάρξει άλλη ανάπαυση ούτε γαλήνη στην Αμερική, μέχρι ο Νέγρος να κατοχυρώσει τα πολιτικά του δικαιώματα. Ο ανεμοστρόβιλος της εξέγερσης θα συνεχίσει να ταρακουνά τα θεμέλια του έθνους μας, μέχρι να ξημερώσει η λαμπερή μέρα της δικαιοσύνης.
Στις 28 Αυγούστου του 1963 κατά τη διάρκεια ειρηνικής συγκέντρωσης διαμαρτυρίας στην Ουάσιγκτον, γύρω από το μνημείο του Λίνκολν εκφώνησε ένα θυελλώδη λόγο, που συγκλόνισε με τον παλμό του εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές και ο οποίος χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως ο πλέον εμπνευσμένος πολιτικός λόγος όλων των εποχών. Αυτός ο λόγος, που παρατίθεται στη συνέχεια, αποτελεί έναν ύμνο για την ελευθερία, την ισότητα και την αδελφοσύνη των ανθρώπων. Ανοίγει ένα δρόμο στη συνείδηση της ανθρωπότητας, πάνω στον οποίο οι άνθρωποι πορεύονται όλοι μαζί, ως αδέλφια, προς ένα κοινό μέλλον που σφύζει από Φως.
«Έχω Ένα Όνειρο»
Είμαι χαρούμενος που βρίσκομαι σήμερα μαζί σας, σε ένα γεγονός που θα παραμείνει στην ιστορία του έθνους μας ως η μεγαλύτερη διαδήλωση για την Ελευθερία. Πριν από έναν αιώνα, ένας σπουδαίος Αμερικανός (ο Αβραάμ Λίνκολν), στη σκιά του οποίου στεκόμαστε εμείς σήμερα, υπέγραψε τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας. Αυτή η ιστορική απόφαση αποτέλεσε ένα φάρο ελπίδας για εκατομμύρια Νέγρους σκλάβους, που «καίγονταν» στις φλόγες της αδικίας. Ήρθε ως ένα χαρμόσυνο ξημέρωμα μετά τη μακριά νύχτα της αιχμαλωσίας τους. Αλλά έπειτα από εκατό χρόνια, πρέπει να αντιμετωπίσουμε το τραγικό γεγονός ότι ο Νέγρος, ακόμα, δεν είναι ελεύθερος. Εκατό χρόνια μετά, η ζωή του Νέγρου είναι ακόμα σακατεμένη, από τα δεσμά του απομονωτισμού και τις αλυσίδες της φυλετικής διάκρισης. Εκατό χρόνια μετά, ο Νέγρος ζει σε ένα απομονωμένο νησί ανέχειας, καταμεσής ενός απέραντου ωκεανού υλικής ευημερίας που τον περιβάλλει. Εκατό χρόνια μετά, ο Νέγρος ακόμα μαραζώνει στο περιθώριο της αμερικανικής κοινωνίας και βρίσκει τον εαυτό του εξόριστο στην ίδια του τη χώρα. Ήρθαμε, λοιπόν, εδώ σήμερα για να αναδείξουμε μια άσχημη κατάσταση.
Κατά μια έννοια, ήρθαμε στην πρωτεύουσα του έθνους μας, για να εισπράξουμε μια επιταγή. Όταν οι αρχιτέκτονες της Δημοκρατίας μας έγραψαν τις μεγαλοπρεπείς λέξεις του Συντάγματος και της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας, ουσιαστικά υπέγραψαν ένα γραμμάτιο, το οποίο θα έπρεπε να αποτελεί κληρονομιά για κάθε Αμερικανό. Αυτό το γραμμάτιο ήταν μια υπόσχεση, ότι όλοι οι άνθρωποι θα απολάμβαναν το αναφαίρετο δικαίωμα της ζωής, της ελευθερίας και της αναζήτησης της ευτυχίας. Είναι ολοφάνερο σήμερα ότι η Αμερική έχει αθετήσει αυτή τη δέσμευση, όσον αφορά στους έγχρωμους πολίτες της. Αντί να τιμά αυτή την ιερή υποχρέωση, η Αμερική έχει δώσει στους Νέγρους πολίτες μια ακάλυπτη επιταγή, μια επιταγή που γράφει: «Ανεπαρκείς πόροι». Όμως αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι η τράπεζα της Δικαιοσύνης έχει χρεοκοπήσει. Αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχουν πόροι στο τεράστιο θησαυροφυλάκιο ευκαιριών που υπάρχουν σε αυτό το κράτος. Για αυτό ήρθαμε να εξαργυρώσουμε και να απαιτήσουμε αυτή την επιταγή, η οποία θα μας δώσει το θησαυρό της Ελευθερίας και την ασφάλεια της Δικαιοσύνης.
Ήρθαμε, επίσης, σε αυτό τον ιερό τόπο για να υπενθυμίσουμε στην Αμερική την ανάγκη του «Τώρα». Αυτή δεν είναι στιγμή για επανάπαυση και καθυστερήσεις. Τώρα είναι η στιγμή για να μεταβούμε από τη σκοτεινή και έρημη κοιλάδα της απομόνωσης στο ηλιόλουστο μονοπάτι της Φυλετικής Δικαιοσύνης. Τώρα είναι η στιγμή να κάνουμε τη δικαιοσύνη πραγματικότητα για όλα τα παιδιά του Θεού. Τώρα είναι η στιγμή να ανυψώσουμε το έθνος μας από την κινούμενη άμμο της κοινωνικής αδικίας προς το βράχο της αδελφοσύνης. Θα ήταν μοιραίο για το έθνος να παραβλέψει την επιτακτική ανάγκη της στιγμής και να υποτιμήσει την αποφασιστικότητα του Νέγρου. Το φλεγόμενο καλοκαίρι της δικαιολογημένης δυσαρέσκειας των μαύρων δεν έχει τελειώσει, μέχρι να φανεί το αναζωογονητικό φθινόπωρο της ελευθερίας και της ισότητας. Το 1963 δεν είναι το τέλος, αλλά η αρχή. Και όσοι ήλπιζαν ότι ο Νέγρος χρειαζόταν απλά μια εκτόνωση και πως τώρα είναι ευχαριστημένος θα ξυπνήσουν βίαια, αν το έθνος συνεχίσει να παραβλέπει το πρόβλημα. Και δε θα υπάρξει άλλη ανάπαυση ούτε γαλήνη στην Αμερική, μέχρι ο Νέγρος να κατοχυρώσει τα πολιτικά του δικαιώματα. Ο ανεμοστρόβιλος της εξέγερσης θα συνεχίσει να ταρακουνά τα θεμέλια του έθνους μας, μέχρι να ξημερώσει η λαμπερή μέρα της δικαιοσύνης.
Όμως υπάρχει κάτι που πρέπει να πω στο λαό μου, ο οποίος στέκεται στο κατώφλι που οδηγεί στο ανάκτορο της δικαιοσύνης. Στον αγώνα για να αποκτήσουμε τη νόμιμη θέση που μας ανήκει, δεν πρέπει να πέσουμε σε παράνομες και λανθασμένες πράξεις. Δεν πρέπει να ικανοποιήσουμε τη δίψα μας για ελευθερία, πίνοντας από το ποτήρι της πικρίας και του μίσους. Πρέπει να διεξάγουμε τον αγώνα μας στο υψηλό επίπεδο της αξιοπρέπειας και της πειθαρχίας. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε η δημιουργική διαμαρτυρία μας να ολισθήσει στη σωματική βία. Συνεχώς θα πρέπει να ανυψωνόμαστε στα μεγαλόπρεπα ύψη, όπου θα αντιτάσσουμε τη δύναμη της ψυχής στη σωματική βία, με τη δύναμη της ψυχής. Η εξαιρετική μαχητικότητα, που διακατέχει την κοινότητα των Νέγρων, δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε δυσπιστία απέναντι σε όλους τους λευκούς, γιατί πολλοί από τους λευκούς αδελφούς μας, όπως δείχνει η παρουσία τους εδώ σήμερα, έχουν συνειδητοποιήσει ότι η ελευθερία τους είναι αλληλένδετη με τη δική μας. Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε μόνοι. Καθώς προχωρούμε πρέπει να δεσμευτούμε ότι θα πορευόμαστε πάντα μπροστά. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω. Υπάρχουν κάποιοι που ρωτούν τους υποστηρικτές των αστικών ελευθεριών: «Πότε θα είστε ικανοποιημένοι;» Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι όσο τα κορμιά μας, βαριά από την κούραση του ταξιδιού, δεν μπορούν να βρουν κατάλυμα στα φτωχά μοτέλ των αυτοκινητόδρομων ή τα ξενοδοχεία των πόλεων. Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι, όταν το μόνο που επιτρέπεται στο Νέγρο είναι η μετάβαση από ένα μικρότερο προς ένα μεγαλύτερο γκέτο. Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι, όταν ο Νέγρος στο Μισισιπή δεν έχει δικαίωμα ψήφου και ο νέγρος της Νέας Υόρκης δεν έχει τι να ψηφίσει. Όχι, δεν είμαστε ικανοποιημένοι και δε θα ικανοποιηθούμε μέχρι «η Δικαιοσύνη να τρέχει σαν νερό και η Ηθική σαν χείμαρρος». Δεν ξεχνώ ότι κάποιοι από εσάς έχετε έρθει εδώ έπειτα από πολλά βάσανα και ταλαιπωρίες. Κάποιοι από εσάς έχετε αποφυλακισθεί. Κάποιοι από εσάς, στην αναζήτηση της ελευθερίας σας, έρχεστε από περιοχές όπου υποστήκατε τα πάνδεινα, από τις θύελλες της καταδίωξης και της ωμότητας των αστυνομικών αρχών. Είστε βετεράνοι στον πόνο. Συνεχίστε όμως να μάχεστε με την πίστη ότι η αδικία και ο πόνος σας λυτρώνουν. Επιστρέψτε στο Μισισιπή, στην Αλαμπάμα, στη Νότια Καρολίνα, στην Τζόρτζια, στη Λουιζιάνα. Γυρίστε στις φτωχογειτονιές και στα γκέτο των βορείων πόλεων, γνωρίζοντας ότι αυτή η κατάσταση με κάποιο τρόπο μπορεί και θα αλλάξει. Ας μην κυλιόμαστε στο βούρκο της απελπισίας. Λέω σε εσάς σήμερα φίλοι μου ότι, παρά τις δυσκολίες και τις απογοητεύσεις της στιγμής, ακόμη έχω ένα Όνειρο. Έχω ένα όνειρο βαθιά ριζωμένο στο Αμερικανικό Όνειρο. Έχω ένα όνειρο, ότι μια μέρα αυτό το έθνος θα εγερθεί και θα υπηρετήσει το αληθινό νόημα της φράσης: «Πιστεύουμε ότι αυτή η αλήθεια είναι αυτονόητη: ότι όλοι οι άνθρωποι δημιουργήθηκαν ίσοι». Έχω ένα όνειρο, πως κάποια ημέρα στους κόκκινους λόφους της Τζόρτζια, τα παιδιά των πρώην σκλάβων και τα παιδιά των πρώην αφεντάδων θα μπορούν να κάθονται μαζί στο τραπέζι της αδελφοσύνης. Έχω ένα όνειρο, πως κάποια ημέρα ακόμα και η πολιτεία του Μισισιπή, που καίγεται από τη φωτιά της αδικίας και την καταπίεση, θα μετατραπεί σε μια όαση ελευθερίας και δικαιοσύνης.
Έχω ένα όνειρο, ότι τα τέσσερα παιδιά μου θα ζήσουν σε μια χώρα όπου δε θα κρίνονται από το χρώμα του δέρματός τους, αλλά από το περιεχόμενο του χαρακτήρα τους. . Έχω ένα όνειρο, πως κάποια ημέρα η πολιτεία της Αλαμπάμα, από τα χείλη του κυβερνήτη της οποίας τώρα ξεστομίζονται λόγια για παρέμβαση και καταστολή, θα αλλάξει σε μια κατάσταση όπου τα μαύρα παιδιά θα μπορούν να δίνουν τα χέρια με τα λευκά παιδιά και να περπατούν μαζί σαν αδέρφια.
Έχω ένα όνειρο, ότι τα τέσσερα παιδιά μου θα ζήσουν σε μια χώρα όπου δε θα κρίνονται από το χρώμα του δέρματός τους, αλλά από το περιεχόμενο του χαρακτήρα τους. . Έχω ένα όνειρο, πως κάποια ημέρα η πολιτεία της Αλαμπάμα, από τα χείλη του κυβερνήτη της οποίας τώρα ξεστομίζονται λόγια για παρέμβαση και καταστολή, θα αλλάξει σε μια κατάσταση όπου τα μαύρα παιδιά θα μπορούν να δίνουν τα χέρια με τα λευκά παιδιά και να περπατούν μαζί σαν αδέρφια.
Έχω ένα όνειρο, πως κάποια μέρα κάθε κοιλάδα θα ανυψωθεί, κάθε λόφος και βουνό θα χαμηλώσει, οι «σκληρές επιφάνειες θα λειανθούν», οι υπάρχουσες αποκρυσταλλωμένες απόψεις θα αλλάξουν και η δόξα του Θεού θα αποκαλυφθεί σε όλους. Αυτή είναι η ελπίδα μας και με αυτή θα επιστρέψω στο Νότο. Με αυτή την πίστη θα καταφέρουμε να λαξεύσουμε από το βουνό της απελπισίας ένα βράχο ελπίδας. Με αυτή την πίστη θα καταφέρουμε να μετατρέψουμε τις άσκοπες έριδες του έθνους μας σε μια μελωδική αρμονία αδελφοσύνης. Με αυτή την πίστη θα μπορούμε να δουλεύουμε μαζί, να προσευχόμαστε μαζί, να αγωνιζόμαστε μαζί, να φυλακιζόμαστε και να ορθώνουμε το ανάστημά μας για την ελευθερία, όλοι μαζί, γνωρίζοντας πως κάποια μέρα θα είμαστε ελεύθεροι. Εκείνη θα είναι η μέρα που όλα τα παιδιά του Θεού θα μπορούν να λένε με νέο νόημα, «χώρα μου, γλυκιά γη της ελευθερίας, για σένα τραγουδώ. Χώρα όπου οι πρόγονοί μου πέθαναν, χώρα καμάρι των προσκυνητών, από κάθε σου πλαγιά άσε την ελευθερία να ηχήσει».
Και αν η Αμερική είναι όντως ένα σπουδαίο έθνος, αυτά τα λόγια πρέπει να γίνουν πράξη. Ας ηχήσει λοιπόν η ελευθερία από τους θαυμάσιους λόφους του Νιου Χαμσάιρ. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα επιβλητικά βουνά της Νέας Υόρκης. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα ψηλά βουνά της Πενσυλβάνια. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα χιονισμένα βουνά του Κολοράντο. Ας ηχήσει η ελευθερία από τις βουνοπλαγιές της Καλιφόρνια. Αλλά δε φτάνει μόνο αυτό. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα όρη στη Τζόρτζια. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα όρη Λουκάουτ, στο Τενεσί. Ας ηχήσει η ελευθερία από κάθε λόφο του Μισισιπή. Από κάθε βουνοπλαγιά ας ηχήσει η ελευθερία. Όταν επιτρέψουμε στην Ελευθερία να ηχήσει, όταν ηχήσει από κάθε χωριό, από κάθε πολιτεία και από κάθε πόλη, θα μπορέσουμε να βαδίσουμε γοργά προς εκείνη τη μέρα, κατά την οποία όλα τα παιδιά του Θεού, μαύροι και λευκοί, Εβραίοι και μη, Προτεστάντες και Καθολικοί, θα ενώσουν τα χέρια και θα τραγουδήσουν μαζί το νέγρικο θρησκευτικό τραγούδι: «Επιτέλους ελεύθεροι! Επιτέλους ελεύθεροι! Δόξα τω Θεώ, είμαστε επιτέλους Ελεύθεροι!» «Η Ελευθερία δεν δίνεται ποτέ εθελοντικά από τον καταπιεστή. Πρέπει να κατακτηθεί από τον καταπιεζόμενο».
Και αν η Αμερική είναι όντως ένα σπουδαίο έθνος, αυτά τα λόγια πρέπει να γίνουν πράξη. Ας ηχήσει λοιπόν η ελευθερία από τους θαυμάσιους λόφους του Νιου Χαμσάιρ. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα επιβλητικά βουνά της Νέας Υόρκης. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα ψηλά βουνά της Πενσυλβάνια. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα χιονισμένα βουνά του Κολοράντο. Ας ηχήσει η ελευθερία από τις βουνοπλαγιές της Καλιφόρνια. Αλλά δε φτάνει μόνο αυτό. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα όρη στη Τζόρτζια. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα όρη Λουκάουτ, στο Τενεσί. Ας ηχήσει η ελευθερία από κάθε λόφο του Μισισιπή. Από κάθε βουνοπλαγιά ας ηχήσει η ελευθερία. Όταν επιτρέψουμε στην Ελευθερία να ηχήσει, όταν ηχήσει από κάθε χωριό, από κάθε πολιτεία και από κάθε πόλη, θα μπορέσουμε να βαδίσουμε γοργά προς εκείνη τη μέρα, κατά την οποία όλα τα παιδιά του Θεού, μαύροι και λευκοί, Εβραίοι και μη, Προτεστάντες και Καθολικοί, θα ενώσουν τα χέρια και θα τραγουδήσουν μαζί το νέγρικο θρησκευτικό τραγούδι: «Επιτέλους ελεύθεροι! Επιτέλους ελεύθεροι! Δόξα τω Θεώ, είμαστε επιτέλους Ελεύθεροι!» «Η Ελευθερία δεν δίνεται ποτέ εθελοντικά από τον καταπιεστή. Πρέπει να κατακτηθεί από τον καταπιεζόμενο».