Ας τη φανταστούμε να κατηφορίζει τη φωτισμένη λεωφόρο Σανζ Ελυζέ γυρνώντας την εξαίσια γυμνή πλάτη της στην Αψίδα του Θριάμβου. Σαν αίλουρος ακολούθησε την Τσικίτα, τον αγαπημένο της γατόπαρδο, κατηφορίζοντας δεξιά προς τις όχθες του Σηκουάνα. Αλαφροπάτησε στα φαρδιά πεζοδρόμια της κομψής λεωφόρου Μοντέν ενώ το είδωλο της μαύρης ομορφιάς της γλίστρησε χωρίς δισταγμό από βιτρίνα σε βιτρίνα. Το κλασικό λευκό - μαύρο του οίκου Σανέλ, τα έντονα χρώματα του Λακρουά, η στολή παραλλαγής που λανσάρει εφέτος ο Ντιόρ την άφησαν αδιάφορη. Παρέμενε φυσική και συναρπαστικά όμορφη κεντώντας τη γύμνια της με φτερά, στρας και παγέτες. Τη στιγμή που οι χιλιάδες θαυμαστές της την αποκαλούσαν «Μαύρη Αφροδίτη» και ο Πάμπλο Πικάσο έκανε λόγο για «τη Νεφερτίτη του σήμερα», ο συγγραφέας Έρνεστ Χέμινγουεϊ τη χαρακτήριζε ως «την πιο αισθησιακή γυναίκα που θα μπορούσε κανείς να συναντήσει στη ζωή του».
Είτε χορεύοντας ημίγυμνη με τη φουστίτσα από μπανάνες τον Χορό του Πρωτόγονου είτε ραίνοντας το κοινό της με λουλούδια, η Ζοζεφίνα Μπέικερ υπήρξε η ενσάρκωση του πόνου και του πόθου όλων των εποχών. «Δεν είμαι αθλητική. Δεν εξασκούμαι. Αφήνω τη ζωή να με πηγαίνει όπου θέλει. Δεν κάνω πρόβες πριν. Δεν είμαι μηχανή. Και πράγματι πιστεύω ότι η φύση είναι πολύ πιο όμορφη από τις μηχανές.Πέρα από χορεύτρια, πέρα από ηθοποιός, πέρα ακόμη και από μια μαύρη γυναίκα... είμαι απλώς η Ζοζεφίνα Μπέικερ»
Η Φρίντα Τζοζεφίν ΜακΝτόναλντ γεννιέται στις 3 Ιουλίου 1906 στο Σαιντ Λούις του Μιζούρι, αναγκάζοντας τη χορεύτρια μητέρα της να εγκαταλείψει το όνειρο του χορού και να καταλήξει πλύστρα για να τη μεγαλώσει, γεγονός για το οποίο δεν συγχώρεσε ποτέ την κόρη της. Όσο για τον ντράμερ πατέρα της, εγκατέλειψε τις δυο τους αμέσως μετά τη γέννα. Η μητέρα θα ξαναπαντρευτεί λίγο αργότερα και θα βάλει τη Φρίντα στη δουλειά ήδη από 8 χρονών, καθαρίζοντας σπίτια λευκών και προσέχοντας τα παιδιά τους, κάτι που θα φέρει στο ζωηρό και όμορφο κορίτσι περιπέτειες ήδη από νωρίς. Η συνεισφορά της Φρίντα στο πενιχρό οικογενειακό εισόδημα πείθει τη μητέρα να της επιτρέψει να επιστρέψει στο σχολείο δύο χρόνια αργότερα, αν και η παραμονή της στις σχολικές αίθουσες θα ήταν προσωρινή: σε ηλικία 13 ετών εγκαταλείπει μια και καλή το δυσλειτουργικό οικογενειακό πλαίσιο και πιάνει δουλειά ως σερβιτόρα σε κλαμπ. Εκεί θα γνωρίσει και θα παντρευτεί τον πρώτο της σύζυγο, έναν άντρα επ ονόματι Willie Wells, από τον οποίο ωστόσο θα πάρει διαζύγιο μόλις λίγες εβδομάδες μετά…
Ο δρόμος προς το Παρίσι
Ήταν την ίδια εποχή, έφηβη ακόμα, που άρχισε να ασχολείται με τον αισθησιακό χορό, καθώς η δουλειά απέδιδε οικονομικά πολύ καλύτερα από τον δίσκο. Μέχρι το 1919, περιόδευε ήδη στην Αμερική με μπάντες και ορχήστρες, τραγουδώντας και παρουσιάζοντας κωμικά σκετσάκια. Το 1921 σειρά είχε ο δεύτερος άντρας της, ο Willie Baker, το όνομα του οποίου θα κρατούσε τελικά για πάντα, παρά το διαζύγιο λίγο χρόνια αργότερα. Το 1923, η Μπέικερ θα εξασφαλίσει ρόλο σε μιούζικαλ, με το κωμικό της ταμπεραμέντο να την ξεχωρίζει από τον χορό και να την κάνει δημοφιλή στο κοινό. Προσπαθώντας να εξαργυρώσει την πρόσκαιρη φήμη, μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και σύντομα θα αρχίσει να εμφανίζεται σε θρυλικά κλαμπ της πόλης, γινόμενη μεμιάς η αγαπημένη του κόσμου. Δεν έπαυε όμως να ήταν μαύρη στις ΗΠΑ του Μεσοπολέμου και μόνο εύκολη δεν ήταν η ζωή της, παρά την επιτυχία που σημείωνε στις πίστες των κλαμπ. Ταυτοχρόνως, ήταν και τα χρόνια του κολοφώνα της γαλλικής μανίας με την αμερικανική τζαζ και τα «εξωτικά θεάματα», κάτι που θα έφερνε την Μπέικερ για μια εμφάνιση σε παρισινό καμπαρέ το 1925: η προκλητική περιβολή της με τη φούστα από φτερά πουλιών μάγεψε τους Γάλλους. Κι έτσι, την επόμενη χρονιά η χορεύτρια αποφασίζει να μετακομίσει μόνιμα στα μπουρλέσκ καμπαρέ των Ηλυσίων Πεδίων, γράφοντας μια από τις πλέον χρυσές σελίδες μιας ολόκληρης κουλτούρας! Ήταν στο διαβόητο νυχτερινό κέντρο Folies Bergère που θα εμφανιζόταν φορώντας μόνο τη φούστα με τις 16 μπανάνες και θα γινόταν μέσα σε μια νύχτα διασημότητα στα πέρατα της Γαλλίας αρχικά, πριν φτάσει η χάρη της στις τέσσερις γωνιές της Ευρώπης! Το σόου έκανε ανάρπαστη την αμερικανή ντίβα, η οποία σύντομα σκαρφάλωσε στις πρώτες θέσεις των πιο ακριβοπληρωμένων γυναικών της Ευρώπης, έχοντας στα πόδια της τους πάντες, από τον κοινό θνητό άντρα μέχρι διασημότητες όπως ο Πικάσο, ο Φιτζέραλντ και ο Χέμινγουεϊ.
Ο δρόμος προς το Παρίσι
Ήταν την ίδια εποχή, έφηβη ακόμα, που άρχισε να ασχολείται με τον αισθησιακό χορό, καθώς η δουλειά απέδιδε οικονομικά πολύ καλύτερα από τον δίσκο. Μέχρι το 1919, περιόδευε ήδη στην Αμερική με μπάντες και ορχήστρες, τραγουδώντας και παρουσιάζοντας κωμικά σκετσάκια. Το 1921 σειρά είχε ο δεύτερος άντρας της, ο Willie Baker, το όνομα του οποίου θα κρατούσε τελικά για πάντα, παρά το διαζύγιο λίγο χρόνια αργότερα. Το 1923, η Μπέικερ θα εξασφαλίσει ρόλο σε μιούζικαλ, με το κωμικό της ταμπεραμέντο να την ξεχωρίζει από τον χορό και να την κάνει δημοφιλή στο κοινό. Προσπαθώντας να εξαργυρώσει την πρόσκαιρη φήμη, μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και σύντομα θα αρχίσει να εμφανίζεται σε θρυλικά κλαμπ της πόλης, γινόμενη μεμιάς η αγαπημένη του κόσμου. Δεν έπαυε όμως να ήταν μαύρη στις ΗΠΑ του Μεσοπολέμου και μόνο εύκολη δεν ήταν η ζωή της, παρά την επιτυχία που σημείωνε στις πίστες των κλαμπ. Ταυτοχρόνως, ήταν και τα χρόνια του κολοφώνα της γαλλικής μανίας με την αμερικανική τζαζ και τα «εξωτικά θεάματα», κάτι που θα έφερνε την Μπέικερ για μια εμφάνιση σε παρισινό καμπαρέ το 1925: η προκλητική περιβολή της με τη φούστα από φτερά πουλιών μάγεψε τους Γάλλους. Κι έτσι, την επόμενη χρονιά η χορεύτρια αποφασίζει να μετακομίσει μόνιμα στα μπουρλέσκ καμπαρέ των Ηλυσίων Πεδίων, γράφοντας μια από τις πλέον χρυσές σελίδες μιας ολόκληρης κουλτούρας! Ήταν στο διαβόητο νυχτερινό κέντρο Folies Bergère που θα εμφανιζόταν φορώντας μόνο τη φούστα με τις 16 μπανάνες και θα γινόταν μέσα σε μια νύχτα διασημότητα στα πέρατα της Γαλλίας αρχικά, πριν φτάσει η χάρη της στις τέσσερις γωνιές της Ευρώπης! Το σόου έκανε ανάρπαστη την αμερικανή ντίβα, η οποία σύντομα σκαρφάλωσε στις πρώτες θέσεις των πιο ακριβοπληρωμένων γυναικών της Ευρώπης, έχοντας στα πόδια της τους πάντες, από τον κοινό θνητό άντρα μέχρι διασημότητες όπως ο Πικάσο, ο Φιτζέραλντ και ο Χέμινγουεϊ.
Στη διάρκεια της παραμονής της στο Μαρόκο τον καιρό του πολέμου, έπαθε σηψαιμία μετά την γέννηση του νεκρού μωρού της από την οποία παρ’ ολίγο να πεθάνει, ενώ χρειάστηκε να κάνει υστερεκτομή και επανειλημμένες εγχειρήσεις λόγω των μολύνσεων. Μαζεύοντας το κουράγιο της ξαναγύρισε στις παραστάσεις και τις περιοδείες.
Ο κριτικός Πολ Ασάρ περιγράφει την εμφάνιση της νεαρής Ζοζεφίνας στο γαλλικό κοινό: «... Και όταν η Ζοζεφίνα έκανε την είσοδό της στη σκηνή ήταν η αποκάλυψη ενός καινούργιου κόσμου. Ο ερωτισμός απέκτησε τώρα στυλ. Μια ναΐφ έκφραση πόθου, κραυγαλέα και πρωτόγονα σπαρακτική. Γελούσε, έκλαιγε.Και από τα βάθη του ρωμαλέου κορμιού της έρεε ένα τραγούδι με μια κρυστάλλινη φωνή που απρόσμενα μεταμορφωνόταν σε συναρπαστικά βραχνή».
Εξαργυρώνοντας την ανήκουστη επιτυχία της για χορεύτρια καμπαρέ, η Μπέικερ άρχισε να τραγουδάει επαγγελματικά στη δεκαετία του 1930 και λίγο αργότερα θα έρχονταν και υποκριτικοί-τραγουδιστικοί ρόλοι σε μεγάλες ευρωπαϊκές παραγωγές αλλά και χολιγουντιανά μιούζικαλ, όπως το «Zou-Zou» και «Princesse Tam-Tam». Με τα χρήματα που συγκέντρωσε αγόρασε μια έκταση στη Νότια Γαλλία, στην οποία έφερε όλη της την οικογένεια από τις ΗΠΑ…
Ρατσισμός και αντίσταση
Ήταν το 1936, στο απόγειο της ευρωπαϊκής της δόξας, που η Μπέικερ αποφάσισε να επιστρέψει στην Αμερική, υπολογίζοντας ότι θα σημείωνε την ίδια επιτυχία. Κι ενώ εξασφάλισε συμβόλαιο με τον γνωστό θίασο Ziegfield Follies, οι ερμηνείες της συνάντησαν εχθρότητα, ρατσιστικές επιθέσεις και πικρόχολα φυλετικά σχόλια, αναγκάζοντάς τη να τα παρατήσει άρον-άρον και να επιστρέψει στη Γαλλία. Όντας και πάλι σε γαλλικό έδαφος, παντρεύτηκε τον γάλλο βιομήχανο Jean Lion και απέκτησε έτσι την υπηκοότητα της χώρας που την είχε καλωσορίσει από την πρώτη στιγμή. Όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Μπέικερ εντάχθηκε εθελοντικά στις τάξεις του Ερυθρού Σταυρού, όταν η Γαλλία έπεσε στους Ναζί. Ταυτοχρόνως, όργωνε τα πεδία της μάχης δίνοντας παραστάσεις για τον στρατό των Συμμάχων, αν και η πλέον κύρια συνεισφορά της στην πολεμική προσπάθεια ήταν η δουλειά της στην αντικατασκοπεία! Οι δεσμοί και τα κόρτε της της εξασφάλιζαν πάσο για τα πάντα, από την Αφρική μέχρι και τη Μέση Ανατολή, περνώντας συνήθως λαθραία μηνύματα κρυμμένα στις παρτιτούρες της ή το εσώρουχό της. Ταυτοχρόνως, λειτουργούσε ως κατάσκοπος των Γάλλων στους Ναζί, ενώ εργάστηκε και για τη γαλλική Αντίσταση. Για τη συνεισφορά της στον πόλεμο, η Μπέικερ τιμήθηκε με δύο γαλλικά μετάλλια τιμής, από τις υψηλότερες στρατιωτικές διακρίσεις μάλιστα.
Ρατσισμός και αντίσταση
Ήταν το 1936, στο απόγειο της ευρωπαϊκής της δόξας, που η Μπέικερ αποφάσισε να επιστρέψει στην Αμερική, υπολογίζοντας ότι θα σημείωνε την ίδια επιτυχία. Κι ενώ εξασφάλισε συμβόλαιο με τον γνωστό θίασο Ziegfield Follies, οι ερμηνείες της συνάντησαν εχθρότητα, ρατσιστικές επιθέσεις και πικρόχολα φυλετικά σχόλια, αναγκάζοντάς τη να τα παρατήσει άρον-άρον και να επιστρέψει στη Γαλλία. Όντας και πάλι σε γαλλικό έδαφος, παντρεύτηκε τον γάλλο βιομήχανο Jean Lion και απέκτησε έτσι την υπηκοότητα της χώρας που την είχε καλωσορίσει από την πρώτη στιγμή. Όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Μπέικερ εντάχθηκε εθελοντικά στις τάξεις του Ερυθρού Σταυρού, όταν η Γαλλία έπεσε στους Ναζί. Ταυτοχρόνως, όργωνε τα πεδία της μάχης δίνοντας παραστάσεις για τον στρατό των Συμμάχων, αν και η πλέον κύρια συνεισφορά της στην πολεμική προσπάθεια ήταν η δουλειά της στην αντικατασκοπεία! Οι δεσμοί και τα κόρτε της της εξασφάλιζαν πάσο για τα πάντα, από την Αφρική μέχρι και τη Μέση Ανατολή, περνώντας συνήθως λαθραία μηνύματα κρυμμένα στις παρτιτούρες της ή το εσώρουχό της. Ταυτοχρόνως, λειτουργούσε ως κατάσκοπος των Γάλλων στους Ναζί, ενώ εργάστηκε και για τη γαλλική Αντίσταση. Για τη συνεισφορά της στον πόλεμο, η Μπέικερ τιμήθηκε με δύο γαλλικά μετάλλια τιμής, από τις υψηλότερες στρατιωτικές διακρίσεις μάλιστα.
Όταν το 1951 αρνήθηκαν να την εξυπηρετήσουν σε ένα κλαμπ στο Μανχάταν, η Γκρέις Κέλι που βρισκόταν στον ίδιο χώρο, την πήρε αγκαζέ και αποχώρησε μαζί της και με την παρέα της, λέγοντας ότι δεν θα ξαναπατούσε στο συγκεκριμένο κλαμπ, όπως και έκανε! Από τότε οι δυο τους έγιναν φίλες και μάλιστα η Κέλι βοήθησε αργότερα την Μπέικερ, όταν αυτή αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα.
Μετά τον πόλεμο, ζούσε με τη φαμίλια της στην έπαυλη της Νότιας Γαλλίας και το 1947 παντρεύτηκε τον γάλλο μαέστρο ορχήστρας Jo Bouillon. Από το 1950 μάλιστα άρχισε να υιοθετεί στρατιές παιδιών από τα πέρατα του πλανήτη: η «φυλή-ουράνιο τόξο», όπως ονόμαζε τα παιδιά της, περιλάμβανε 12 κουτσούβελα από τις τέσσερις γωνιές της Γης, δείχνοντας έτσι ότι οι διαφορετικές φυλές μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά…
Επιστροφή στις ΗΠΑ και ακτιβισμός
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 η Μπέικερ συστράτευσε τις δυνάμεις της με το Κίνημα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα των Αφρο-Αμερικανών, επιστρέφοντας συχνά-πυκνά στις ΗΠΑ για να συμμετέχει στις διαδηλώσεις, τις ειρηνικές πορείες και τα μποϊκοτάζ των μαύρων. Το 1963, για παράδειγμα, βρέθηκε δίπλα στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στην περιβόητη «Πορεία της Ουάσιγκτον», ανεβαίνοντας στο μικρόφωνο και ενώνοντας τη φωνή της με όλους τους γνωστούς ομιλητές εκείνης της μέρας. Σε αναγνώριση των προσπαθειών της στο κίνημα διεκδίκησης, το NAACP ονόμασε την 20ή Μαΐου «Μέρα Τζοζεφίν Μπέικερ». Κι έτσι, έπειτα από δεκαετίες που συγκέντρωνε τη μήνη των λευκών συμπατριωτών της και άλλα τόσα χρόνια διεκδικήσεων και αγώνων, η Μπέικερ κατάφερε να ερμηνεύσει στο σπουδαίο νεοϋρκέζικο Carnegie Hall, με το κοινό να την αποθεώνει όρθιο: η ίδια συγκινήθηκε τόσο από την υποδοχή που έκλαψε γοερά μπροστά στο πλήθος. Η τεράστια επιτυχία της παράστασης σηματοδότησε τη μεγάλη επιστροφή της Μπέικερ στην αμερικανική σκηνή…
Τελευταία χρόνια
Τον Απρίλιο του 1975, η Μπέικερ επέστρεψε στο Παρίσι για μια σειρά ερμηνειών, σηματοδοτώντας τα 50 χρόνια από το παρισινό της ντεμπούτο. Αναρίθμητες διασημότητες κόσμησαν την εκδήλωση, ανάμεσα στις οποίες η Σοφία Λόρεν και η πριγκίπισσα Γκρέις του Μονακό, καρδιακή φίλη της Μπέικερ εδώ και χρόνια. Τα τελευταία χρόνια είχε χρεοκοπήσει και ζούσε με μεγάλη δυσκολία. Πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία στις 12 Απριλίου 1975, τέσσερις ημέρες μετά από άλλη μια επιστροφή της στη σκηνή, μετά την πρεμιέρα ενός θεάματος αφιερωμένου στη ζωή της, όπου τραγούδησε τις μεγαλύτερες επιτυχίες της και πήρε εξαιρετικές κριτικές. Κηδεύτηκε με όλες τις στρατιωτικές τιμές, που της απέδωσε η γαλλική Πολιτεία ενώ μια πλατεία της Μονμάρτης έχει μετονομαστεί σε πλατεία «Ζοζεφίν Μπέικερ», για να τιμηθούν η μνήμη της θρυλικής καλλιτέχνιδας αλλά και η συμβολή της στη γαλλική αντίσταση. Ήταν 69 ετών.
Επιστροφή στις ΗΠΑ και ακτιβισμός
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 η Μπέικερ συστράτευσε τις δυνάμεις της με το Κίνημα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα των Αφρο-Αμερικανών, επιστρέφοντας συχνά-πυκνά στις ΗΠΑ για να συμμετέχει στις διαδηλώσεις, τις ειρηνικές πορείες και τα μποϊκοτάζ των μαύρων. Το 1963, για παράδειγμα, βρέθηκε δίπλα στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στην περιβόητη «Πορεία της Ουάσιγκτον», ανεβαίνοντας στο μικρόφωνο και ενώνοντας τη φωνή της με όλους τους γνωστούς ομιλητές εκείνης της μέρας. Σε αναγνώριση των προσπαθειών της στο κίνημα διεκδίκησης, το NAACP ονόμασε την 20ή Μαΐου «Μέρα Τζοζεφίν Μπέικερ». Κι έτσι, έπειτα από δεκαετίες που συγκέντρωνε τη μήνη των λευκών συμπατριωτών της και άλλα τόσα χρόνια διεκδικήσεων και αγώνων, η Μπέικερ κατάφερε να ερμηνεύσει στο σπουδαίο νεοϋρκέζικο Carnegie Hall, με το κοινό να την αποθεώνει όρθιο: η ίδια συγκινήθηκε τόσο από την υποδοχή που έκλαψε γοερά μπροστά στο πλήθος. Η τεράστια επιτυχία της παράστασης σηματοδότησε τη μεγάλη επιστροφή της Μπέικερ στην αμερικανική σκηνή…
Τελευταία χρόνια
Τον Απρίλιο του 1975, η Μπέικερ επέστρεψε στο Παρίσι για μια σειρά ερμηνειών, σηματοδοτώντας τα 50 χρόνια από το παρισινό της ντεμπούτο. Αναρίθμητες διασημότητες κόσμησαν την εκδήλωση, ανάμεσα στις οποίες η Σοφία Λόρεν και η πριγκίπισσα Γκρέις του Μονακό, καρδιακή φίλη της Μπέικερ εδώ και χρόνια. Τα τελευταία χρόνια είχε χρεοκοπήσει και ζούσε με μεγάλη δυσκολία. Πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία στις 12 Απριλίου 1975, τέσσερις ημέρες μετά από άλλη μια επιστροφή της στη σκηνή, μετά την πρεμιέρα ενός θεάματος αφιερωμένου στη ζωή της, όπου τραγούδησε τις μεγαλύτερες επιτυχίες της και πήρε εξαιρετικές κριτικές. Κηδεύτηκε με όλες τις στρατιωτικές τιμές, που της απέδωσε η γαλλική Πολιτεία ενώ μια πλατεία της Μονμάρτης έχει μετονομαστεί σε πλατεία «Ζοζεφίν Μπέικερ», για να τιμηθούν η μνήμη της θρυλικής καλλιτέχνιδας αλλά και η συμβολή της στη γαλλική αντίσταση. Ήταν 69 ετών.
Με καταγωγή από τα υποβαθμισμένα γκέτο του Μιζούρι των Ηνωμένων Πολιτειών και από μητέρα χορεύτρια που ως παιδί τη χτυπούσε κατηγορώντας της ότι εξαιτίας της εγκατέλειψε την ενασχόλησή της με τον χορό, η αφροαμερικανίδα τραγουδίστρια και ηθοποιός, που με τους σαγηνευτικούς χορούς της μαγνήτιζε άντρες και γυναίκες στο πέρασμά της, κατάφερε να ζήσει στη διάρκεια της καριέρας της έντονες στιγμές έρωτα και εκκεντρικότητας. Ωστόσο, παρά την επιτυχία της, τους εκατοντάδες εραστές που κατά καιρούς είχε –κάποιες φορές μάλιστα παράλληλα με τους τέσσερις συνολικά συζύγους της– και τους θαυμαστές που έκαναν ουρά προκειμένου να τη ζητήσουν σε γάμο, εκείνη ένιωθε φριχτά μόνη. Σε τέτοιο σημείο που δεν δίσταζε να γεμίζει τις σουίτες των ξενοδοχείων στις οποίες έμενε με κουνέλια, μαϊμούδες, φίδια, γουρούνια και παπαγάλους για να της κάνουν, όπως χαρακτηριστικά έλεγε,.