Ο Περικλής αποτελεί την πιο λαμπρή πολιτική προσωπικότητα της αρχαίας Ελλάδας που κατάφερε να αλλάξει την όψη της Αθήνας τόσο στην πολιτική της διαδρομή όσο και στην πνευματική και καλλιτεχνική της πορεία, και να χαρίσει στην πόλη της Αθήνας τον Χρυσό της Αιώνα. Ο Χρυσός Αιώνας του Περικλή ήταν όλος έργο ενός ανθρώπου που αγάπησε τον κόσµο του, την Αθήνα, πιο πολύ από τον εαυτό του και πίστεψε τόσο πολύ στους συμπολίτες του ώστε να αντλήσει τη σχεδόν αυθάδικη δύναμη για να πειραματιστεί με τους ίδιους τους όρους της ανθρώπινης ύπαρξης. Το ευρύτατο πείραμά του θα τον δικαίωνε ιστορικά, καθώς το θάρρος της κολοσσιαίας δημιουργίας του θα γεννούσε έναν κόσμο που όμοιό του δεν είχε ξαναδεί η κλασική αρχαιότητα. Και δεν θα ξανάβλεπε ίσως ποτέ η οικουμένη στους αιώνες που θα έρχονταν.
«Και καλείται το πολίτευμά μας Δημοκρατία, γιατί η κυβέρνηση της πόλης δεν βρίσκεται στα χέρια των ολίγων, βρίσκεται στα χέρια των πολλών», γράφει ο αθηναίος ρήτορας, πολιτικός και στρατηγός Περικλής στον «Επιτάφιο Λόγο» του βάζοντας τα θεμέλια όχι μόνο της αθηναϊκής ακμής αλλά και του δυτικού πολιτισμού. Η ιστορική πορεία του δημοκρατικού πολιτεύματος γεννιέται ως πολιτικό και κοινωνικό πείραμα του στρατηγού Περικλή, που χωρίς πρότυπα να ακολουθήσει, βασίζεται στις εμπνεύσεις του φωτεινού του πνεύματος για να αφήσει παρακαταθήκη τον αποτελεσματικότερο και δικαιότερο τρόπο συλλογικής ζωής.
Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΥ ΑΙΩΝΑ
Ο Περικλής γεννήθηκε στο Δήμο Χολαργού της Αττικής. Πατέρας του ήταν ο Ξάνθιππος, υπό την αρχηγία του οποίου οι Αθηναίοι είχαν νικήσει τους Πέρσες στη Μυκάλη το 479 π.χ. ο Ξάνθιππος ήταν πλούσιος και καταγόταν από το ιερατικό γένος των Βουζύγων. Είχε παντρευτεί την Αγαρίστη, ανιψιά του Αλκμεωνίδη Κλεισθένη, του θεμελιωτή της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Μεγάλωσε σε εκλεπτυσμένο οικογενειακό περιβάλλον και έλαβε άριστη μόρφωση. Δάσκαλοί του ήταν ο μουσικός Δάμων και οι φιλόσοφοι Ζήνων ο Ελεάτης και Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος. Ιδιαίτερα ο τελευταίος απάλλαξε τον Περικλή από τις δεισιδαιμονίες, αφού τον δίδαξε να αντιμετωπίζει τα φυσικά φαινόμενα ορθολογικά και τις αντιξοότητες της ζωής με ψυχραιμία. Μολονότι καταγόταν από πλούσια οικογένεια ο Περικλής προτιμούσε, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος, τους πολλούς και τους φτωχούς από τους λίγους και τους πλούσιους. Η πρώτη ενασχόληση του Περικλή με τα κοινά ήταν το 472 π.Χ., όταν έγινε χορηγός της τριλογίας του Αισχύλου από την οποία έχει διασωθεί η τραγωδία Πέρσες. Στην πολιτική ζωή της Αθήνας άρχισε να λαμβάνει ενεργά μέρος το 463 π.Χ. με την παράταξη των δημοκρατικών, κατηγορώντας τον ολιγαρχικό Κίμωνα ότι είχε εμπλέξει τους Αθηναίους στον τρίτο Μεσσηνιακό Πόλεμο (464 π.Χ.) ως «φιλολάκων» και «μισόδημος». Ο Κίμων εξορίστηκε και στην Αθήνα επικράτησαν οι δημοκρατικοί με αρχηγό τον Εφιάλτη, το γιο του Σοφωνίδη, τον οποίο όμως δολοφόνησαν οι ολιγαρχικοί δύο χρόνια αργότερα. Η δολοφονία του Εφιάλτη άνοιξε το δρόμο στον Περικλή, ο οποίος έγινε ο νέος ηγέτης των δημοκρατικών. Επιδέξιος και ελκυστικός ρήτορας, ο Περικλής επονομάστηκε «Ολύμπιος» επειδή είχε την ευχέρεια να εντάσσει φιλοσοφικές έννοιες στους λόγους του με τρόπο κατανοητό στο λαό. Γρήγορα έγινε δημοφιλής και άρχισε να εκλέγεται στο αξίωμα του στρατηγού.
Ο Περικλής γεννήθηκε στο Δήμο Χολαργού της Αττικής. Πατέρας του ήταν ο Ξάνθιππος, υπό την αρχηγία του οποίου οι Αθηναίοι είχαν νικήσει τους Πέρσες στη Μυκάλη το 479 π.χ. ο Ξάνθιππος ήταν πλούσιος και καταγόταν από το ιερατικό γένος των Βουζύγων. Είχε παντρευτεί την Αγαρίστη, ανιψιά του Αλκμεωνίδη Κλεισθένη, του θεμελιωτή της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Μεγάλωσε σε εκλεπτυσμένο οικογενειακό περιβάλλον και έλαβε άριστη μόρφωση. Δάσκαλοί του ήταν ο μουσικός Δάμων και οι φιλόσοφοι Ζήνων ο Ελεάτης και Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος. Ιδιαίτερα ο τελευταίος απάλλαξε τον Περικλή από τις δεισιδαιμονίες, αφού τον δίδαξε να αντιμετωπίζει τα φυσικά φαινόμενα ορθολογικά και τις αντιξοότητες της ζωής με ψυχραιμία. Μολονότι καταγόταν από πλούσια οικογένεια ο Περικλής προτιμούσε, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος, τους πολλούς και τους φτωχούς από τους λίγους και τους πλούσιους. Η πρώτη ενασχόληση του Περικλή με τα κοινά ήταν το 472 π.Χ., όταν έγινε χορηγός της τριλογίας του Αισχύλου από την οποία έχει διασωθεί η τραγωδία Πέρσες. Στην πολιτική ζωή της Αθήνας άρχισε να λαμβάνει ενεργά μέρος το 463 π.Χ. με την παράταξη των δημοκρατικών, κατηγορώντας τον ολιγαρχικό Κίμωνα ότι είχε εμπλέξει τους Αθηναίους στον τρίτο Μεσσηνιακό Πόλεμο (464 π.Χ.) ως «φιλολάκων» και «μισόδημος». Ο Κίμων εξορίστηκε και στην Αθήνα επικράτησαν οι δημοκρατικοί με αρχηγό τον Εφιάλτη, το γιο του Σοφωνίδη, τον οποίο όμως δολοφόνησαν οι ολιγαρχικοί δύο χρόνια αργότερα. Η δολοφονία του Εφιάλτη άνοιξε το δρόμο στον Περικλή, ο οποίος έγινε ο νέος ηγέτης των δημοκρατικών. Επιδέξιος και ελκυστικός ρήτορας, ο Περικλής επονομάστηκε «Ολύμπιος» επειδή είχε την ευχέρεια να εντάσσει φιλοσοφικές έννοιες στους λόγους του με τρόπο κατανοητό στο λαό. Γρήγορα έγινε δημοφιλής και άρχισε να εκλέγεται στο αξίωμα του στρατηγού.
Για ,την τερατώδη ψυχραιμία του Περικλή διηγούνται μια σχετική ιστορία. Μια μέρα, ένας Αθηναίος που είχε άσχημη γλώσσα, άρχισε να τον βρίζει με τα χειρότερα λόγια στη μέση στην αγορά. Ο Περικλής δεν του έδωσε την παραμικρή σημασία. Ο άλλος συνέχισε να τον βρίζει και να τον προκαλεί. Τσιμουδιά ο Περικλής. Κι όταν νύχτωσε και ξεκίνησε για το σπίτι του, ο ενοχλητικός πολίτης τον ακολούθησε συνεχίζοντας τις βρισιές του. Φτάνοντας στο σπίτι του ο Περικλής, είπε στον υπηρέτη του που του άνοιξε την πόρτα: "Σε παρακαλώ, οδήγησε με το φανάρι σου αυτόν εδώ ως το σπίτι του, γιατί δεν θα βλέπει να περπατήσει με τόσο πυκνό σκοτάδι."
Η ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗ ΤΗς ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Πολιτική ιδιοφυΐα αλλά και φιλότεχνος, ο Περικλής κατέστησε την Αθήνα πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο της Ελλάδας. Στον τομέα της εσωτερικής πολιτικής εισηγήθηκε μέτρα τα οποία ενίσχυσαν την εύρυθμη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η εκλογή των αρχόντων καθιερώθηκε να γίνεται με κλήρωση και όχι κατ επιλογήν, ώστε να έχουν πιθανότητα επιτυχίας όλοι οι πολίτες και όχι μόνο οι ικανότεροι. Από τον Άρειο Πάγο, το προπύργιο των ολιγαρχικών, αφαιρέθηκαν πολλές δικαιοδοσίες και δόθηκαν σε δέκα άλλα δικαστήρια με 500 δικαστές το καθένα, οι οποίοι ορίζονταν με κλήρο. Ο Περικλής επίσης εισήγαγε τη «μισθοφορά», δηλαδή την πληρωμή μισθού στα μέλη των δικαστηρίων και της Βουλής των 500, μέτρο που σταδιακά εφαρμόστηκε σε όλους τους κληρωτούς άρχοντες. Εξάλλου με εισήγηση του θεσπίστηκε και το μέτρο των «θεωρικών», δηλαδή η επιχορήγηση των απόρων από το Δημόσιο για να παρακολουθούν τους δραματικούς αγώνες. Με το μέτρο της «μισθοφοράς» διεύρυνε τη δυνατότητα συμμετοχής του λαού στα κοινά. Επιπλέον έδωσε στους ζευγίτες (δηλαδή σε όσους κατείχαν τουλάχιστον ένα ζευγάρι βόδια) το δικαίωμα του εκλέγεσθαι, ενώ ο Κλεισθένης τους είχε δώσει μόνο το δικαίωμα του εκλέγειν. Για να κάνει ομοιογενέστερη τη σύσταση του πληθυσμού της Αττικής, εισηγήθηκε νόμο με τον οποίο το δικαίωμα του Αθηναίου πολίτη είχαν μόνο όσοι γεννιόνταν από πατέρα και από μητέρα Αθηναίους. Το νόμο αυτό ωστόσο καταστρατήγησε ο ίδιος ο Περικλής όταν, λίγο πριν από το θάνατό του, ζήτησε να αναγνωριστεί ως Αθηναίος πολίτης ο γιος του (Περικλής κι αυτός) τον οποίο είχε αποκτήσει με τη Μιλησία Ασπασία, επειδή οι δύο γιοι του από την Αθηναία σύζυγό του (δεν έχει διασωθεί το όνομά της) είχαν πεθάνει στο μεγάλο λοιμό. Με τις μεταρρυθμίσεις του Περικλή η δημοκρατία στην Αθήνα εδραιώθηκε. Η ισονομία ήταν πλήρης και η ελευθερία των πολιτών περιοριζόταν μόνο από τους νόμους τους οποίους οι ίδιοι είχαν ψηφίσει.
Πολιτική ιδιοφυΐα αλλά και φιλότεχνος, ο Περικλής κατέστησε την Αθήνα πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο της Ελλάδας. Στον τομέα της εσωτερικής πολιτικής εισηγήθηκε μέτρα τα οποία ενίσχυσαν την εύρυθμη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η εκλογή των αρχόντων καθιερώθηκε να γίνεται με κλήρωση και όχι κατ επιλογήν, ώστε να έχουν πιθανότητα επιτυχίας όλοι οι πολίτες και όχι μόνο οι ικανότεροι. Από τον Άρειο Πάγο, το προπύργιο των ολιγαρχικών, αφαιρέθηκαν πολλές δικαιοδοσίες και δόθηκαν σε δέκα άλλα δικαστήρια με 500 δικαστές το καθένα, οι οποίοι ορίζονταν με κλήρο. Ο Περικλής επίσης εισήγαγε τη «μισθοφορά», δηλαδή την πληρωμή μισθού στα μέλη των δικαστηρίων και της Βουλής των 500, μέτρο που σταδιακά εφαρμόστηκε σε όλους τους κληρωτούς άρχοντες. Εξάλλου με εισήγηση του θεσπίστηκε και το μέτρο των «θεωρικών», δηλαδή η επιχορήγηση των απόρων από το Δημόσιο για να παρακολουθούν τους δραματικούς αγώνες. Με το μέτρο της «μισθοφοράς» διεύρυνε τη δυνατότητα συμμετοχής του λαού στα κοινά. Επιπλέον έδωσε στους ζευγίτες (δηλαδή σε όσους κατείχαν τουλάχιστον ένα ζευγάρι βόδια) το δικαίωμα του εκλέγεσθαι, ενώ ο Κλεισθένης τους είχε δώσει μόνο το δικαίωμα του εκλέγειν. Για να κάνει ομοιογενέστερη τη σύσταση του πληθυσμού της Αττικής, εισηγήθηκε νόμο με τον οποίο το δικαίωμα του Αθηναίου πολίτη είχαν μόνο όσοι γεννιόνταν από πατέρα και από μητέρα Αθηναίους. Το νόμο αυτό ωστόσο καταστρατήγησε ο ίδιος ο Περικλής όταν, λίγο πριν από το θάνατό του, ζήτησε να αναγνωριστεί ως Αθηναίος πολίτης ο γιος του (Περικλής κι αυτός) τον οποίο είχε αποκτήσει με τη Μιλησία Ασπασία, επειδή οι δύο γιοι του από την Αθηναία σύζυγό του (δεν έχει διασωθεί το όνομά της) είχαν πεθάνει στο μεγάλο λοιμό. Με τις μεταρρυθμίσεις του Περικλή η δημοκρατία στην Αθήνα εδραιώθηκε. Η ισονομία ήταν πλήρης και η ελευθερία των πολιτών περιοριζόταν μόνο από τους νόμους τους οποίους οι ίδιοι είχαν ψηφίσει.
Στα αγάλματα όπως και στα νομίσματα όπου έχει χαραχτεί το κεφάλι του, βλέπουμε πάντα τον Περικλή να φοράει περικεφαλαία. Οι γλύπτες και οι ζωγράφοι του φορούσαν περικεφαλαία για να τον κολακεύουν και να κρύβουν το άσχημο, το μακρόστενο, ακανόνιστο και κάπως αστείο κεφάλι του. Οι κωμικοί της εποχής του, εξαιτίας του κεφαλιού του, τον ονόμαζαν Σχινοκέφαλο. Μπορεί το κεφάλι του Περικλή να ήταν κακοφτιαγμένο, μα το μυαλό που έκρυβε μέσα του ήταν ξεχωριστό. Ήταν φοβερά έξυπνος, με πνεύμα κοφτερό, σεμνός, σοβαρός, ψύχραιμος, ευγενής και προπαντός ένας θαυμάσιος ρήτορας. Μιλούσε ήρεμα, αλλά με τέτοια πειστικότητα, που αιχμαλώτιζε το κοινό του. Σπάνια η Εκκλησία του Δήμου δεν συμφώνησε με τις δικές του προτάσεις και επιθυμίες. Για την τρομερή του αυτή ρητορική δεινότητα, οι Αθηναίοι τον ονόμαζαν Ολύμπιο.
Ο ΚΑΛΛΩΠΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Εκτός από το πολίτευμα ο Περικλής ενδιαφέρθηκε και για την ενίσχυση της άμυνας και τον καλλωπισμό της πόλης. Με τα Μακρά Τείχη η Αθήνα ενώθηκε με τον Πειραιά και μεταμορφώθηκε σε απόρθητο φρούριο. Παράλληλα ο Περικλής προσπάθησε να παγιώσει την πολιτιστική και πολιτική ηγεμονία της Αθήνας σε ολόκληρη την Ελλάδα. Μετά την αποχώρηση της Σπάρτης από τη συμμαχία των ελληνικών πόλεων εναντίον των Περσών το 478 π.Χ., ο ηγετικός ρόλος της Αθήνας ενισχύθηκε σημαντικά. Μάλιστα το 454 π.Χ. το συμμαχικό ταμείο μεταφέρθηκε από τη Δήλο στην Αθήνα αφενός για τη διαφύλαξή του και αφετέρου για να μπορέσει ο Περικλής να διατηρήσει αρραγή τη συμμαχία- άρα και τις εισφορές των συμμάχων- μετά το τέλος των Περσικών Πολέμων.
Με το συμμαχικό φόρο να καταβάλλεται και εν καιρώ ειρήνης , ο Περικλής προσπάθησε να συγκαλέσει ένα πανελλήνιο συνέδριο για να εκπονηθεί σχέδιο ανοικοδόμησης των ναών και των ιερών που είχαν καταστρέψει οι Πέρσες. Οι Σπαρτιάτες όμως αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στο συνέδριο και ο Περικλής έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιό του μέσα στα στενότερα πλαίσια της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Έτσι από το αποθεματικό συμμαχικό κεφάλαιο άρχισε την υλοποίηση ενός μεγαλειώδους οικοδομικού προγράμματος που λάμπρυνε την Αθήνα. Η οικοδομική δραστηριότητα, που έδωσε δουλειά σε χιλιάδες ανθρώπους, ξεκίνησε το 447 π.Χ. Πρώτα κτίστηκαν τα σπουδαιότερα ιερά της Αττικής με εξέχοντα τον Παρθενώνα πάνω στην Ακρόπολη, όπου τοποθετήθηκε το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς, έργο του γλύπτη Φειδία.Η Αθήνα ήταν το αδιαφιλονίκητο κέντρο του πνεύματος και της τέχνης, συγκεντρώνοντας τους σπουδαιότερους φιλοσόφους και παιδαγωγούς της Ελλάδας, καθώς όλοι ήθελαν τώρα να διδάξουν στη λαμπρή μητρόπολη της Μεσογείου. Ρήτορες γοήτευαν το κοινό, αρχιτέκτονες κατασκεύαζαν θαύματα, γλύπτες και ζωγράφοι ίδρυαν εργαστήρια και συγγραφείς και ποιητές (μεγέθους Σοφοκλή και Ευριπίδη) έγραφαν τις διαχρονικές τραγωδίες τους, κάνοντας το θέατρο την αγαπημένη ψυχαγωγία όλων. Παρά το τεράστιο οικονομικό κόστος, ο Περικλής προώθησε το ολοκληρωμένο σχέδιό του για τις επιστήμες, τις καλές τέχνες αλλά και τα μεγάλα δημόσια έργα.
Εκτός από το πολίτευμα ο Περικλής ενδιαφέρθηκε και για την ενίσχυση της άμυνας και τον καλλωπισμό της πόλης. Με τα Μακρά Τείχη η Αθήνα ενώθηκε με τον Πειραιά και μεταμορφώθηκε σε απόρθητο φρούριο. Παράλληλα ο Περικλής προσπάθησε να παγιώσει την πολιτιστική και πολιτική ηγεμονία της Αθήνας σε ολόκληρη την Ελλάδα. Μετά την αποχώρηση της Σπάρτης από τη συμμαχία των ελληνικών πόλεων εναντίον των Περσών το 478 π.Χ., ο ηγετικός ρόλος της Αθήνας ενισχύθηκε σημαντικά. Μάλιστα το 454 π.Χ. το συμμαχικό ταμείο μεταφέρθηκε από τη Δήλο στην Αθήνα αφενός για τη διαφύλαξή του και αφετέρου για να μπορέσει ο Περικλής να διατηρήσει αρραγή τη συμμαχία- άρα και τις εισφορές των συμμάχων- μετά το τέλος των Περσικών Πολέμων.
Με το συμμαχικό φόρο να καταβάλλεται και εν καιρώ ειρήνης , ο Περικλής προσπάθησε να συγκαλέσει ένα πανελλήνιο συνέδριο για να εκπονηθεί σχέδιο ανοικοδόμησης των ναών και των ιερών που είχαν καταστρέψει οι Πέρσες. Οι Σπαρτιάτες όμως αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στο συνέδριο και ο Περικλής έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιό του μέσα στα στενότερα πλαίσια της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Έτσι από το αποθεματικό συμμαχικό κεφάλαιο άρχισε την υλοποίηση ενός μεγαλειώδους οικοδομικού προγράμματος που λάμπρυνε την Αθήνα. Η οικοδομική δραστηριότητα, που έδωσε δουλειά σε χιλιάδες ανθρώπους, ξεκίνησε το 447 π.Χ. Πρώτα κτίστηκαν τα σπουδαιότερα ιερά της Αττικής με εξέχοντα τον Παρθενώνα πάνω στην Ακρόπολη, όπου τοποθετήθηκε το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς, έργο του γλύπτη Φειδία.Η Αθήνα ήταν το αδιαφιλονίκητο κέντρο του πνεύματος και της τέχνης, συγκεντρώνοντας τους σπουδαιότερους φιλοσόφους και παιδαγωγούς της Ελλάδας, καθώς όλοι ήθελαν τώρα να διδάξουν στη λαμπρή μητρόπολη της Μεσογείου. Ρήτορες γοήτευαν το κοινό, αρχιτέκτονες κατασκεύαζαν θαύματα, γλύπτες και ζωγράφοι ίδρυαν εργαστήρια και συγγραφείς και ποιητές (μεγέθους Σοφοκλή και Ευριπίδη) έγραφαν τις διαχρονικές τραγωδίες τους, κάνοντας το θέατρο την αγαπημένη ψυχαγωγία όλων. Παρά το τεράστιο οικονομικό κόστος, ο Περικλής προώθησε το ολοκληρωμένο σχέδιό του για τις επιστήμες, τις καλές τέχνες αλλά και τα μεγάλα δημόσια έργα.
Λέγεται ότι κάποτε, ο βασιλιάς της Σπάρτης ρώτησε το Θουκυδίδη (όχι τον ιστορικό), που ήταν πολιτικός αντίπαλος του Περικλή, αν έχει παλέψει μαζί του και ποιος από τους δύο είχε νικήσει.
- Να παλέψω με τον Περικλή; απάντησε ο Θουκυδίδης. Αποκλείεται, γιατί οπωσδήποτε θα με νικήσει.
- Είναι λοιπόν τόσο δυνατός; ρώτησε ο βασιλιάς της Σπάρτης.
- Αμφιβάλλω αν είναι δυνατότερος από μένα.
-Τότε, πώς θα σε νικήσει;
- Με το στόμα του! απάντησε ο Θουκυδίδης. Έστω και αν τον νικήσω, θα καταφέρει να πείσει τους θεατές ότι με νίκησε εκείνος! Μ' αυτά τα λόγια, ο Θουκυδίδης ήθελε να τονίσει τη δύναμη της ευγλωττίας του Περικλή
- Να παλέψω με τον Περικλή; απάντησε ο Θουκυδίδης. Αποκλείεται, γιατί οπωσδήποτε θα με νικήσει.
- Είναι λοιπόν τόσο δυνατός; ρώτησε ο βασιλιάς της Σπάρτης.
- Αμφιβάλλω αν είναι δυνατότερος από μένα.
-Τότε, πώς θα σε νικήσει;
- Με το στόμα του! απάντησε ο Θουκυδίδης. Έστω και αν τον νικήσω, θα καταφέρει να πείσει τους θεατές ότι με νίκησε εκείνος! Μ' αυτά τα λόγια, ο Θουκυδίδης ήθελε να τονίσει τη δύναμη της ευγλωττίας του Περικλή
ΕΠΕΚΤΕΙΝΕΤΑΙ Η ΑΘΗΝΑΙΚΗ ΗΓΕΜΟΝΙΑ
Τα έργα αυτά, που δόξαζαν την Αθήνα αλλά και τον Περικλή, κίνησαν το φθόνο των αριστοκρατών και του αρχηγού τους Θουκυδίδη (όχι του ιστορικού), ο οποίος κατηγόρησε τον Περικλή ότι δαπανούσε τα χρήματα της συμμαχίας για να εξωραΐσει την Αθήνα. Αυτός όμως απάντησε ότι οι σύμμαχοι πλήρωναν για την άμυνά τους και εφόσον η Αθήνα ήταν σε θέση να τους διασφαλίζει, δεν είχε την υποχρέωση να λογοδοτεί για το πώς δαπανούσε τα χρήματα του ταμείου. Οι Αθηναίοι πείστηκαν και το 443 π.Χ. οστράκισαν τον Θουκυδίδη εξορίζοντάς τον από την Αθήνα για δέκα χρόνια. Απαλλαγμένος από έναν ενοχλητικό αντίπαλο και με το κύρος του ανανεωμένο, ο Περικλής συνέχισε το έργο του αφού ως το θάνατό του εκλεγόταν κάθε χρόνο στο αξίωμα του στρατηγού. Στα έργα της Ακρόπολης μεταξύ άλλων κτίστηκε και ο ναός της θεάς Νίκης και τα περίφημα Προπύλαια, η κεντρική πύλη του ιερού βράχου, που θεωρήθηκε το πλέον δαπανηρό και επιβλητικό μη θρησκευτικό έργο ολόκληρης της Ελλάδας. Οραματιζόμενος την Αθήνα ως της «Ελλάδος παίδευσιν» ενθάρρυνε την αθηναϊκή θαλασσοκρατία και το εμπόριο επεκτείνοντας την επιρροή της Αθήνας προς τη Δύση (ίδρυση της αποικίας των Θουρίων στη Νότιο Ιταλία) και προς την Ανατολή (εκστρατεία στη Θράκη με επικεφαλής τον Περικλή για την εξασφάλιση των αθηναϊκών εμπορικών συμφερόντων).
Τα έργα αυτά, που δόξαζαν την Αθήνα αλλά και τον Περικλή, κίνησαν το φθόνο των αριστοκρατών και του αρχηγού τους Θουκυδίδη (όχι του ιστορικού), ο οποίος κατηγόρησε τον Περικλή ότι δαπανούσε τα χρήματα της συμμαχίας για να εξωραΐσει την Αθήνα. Αυτός όμως απάντησε ότι οι σύμμαχοι πλήρωναν για την άμυνά τους και εφόσον η Αθήνα ήταν σε θέση να τους διασφαλίζει, δεν είχε την υποχρέωση να λογοδοτεί για το πώς δαπανούσε τα χρήματα του ταμείου. Οι Αθηναίοι πείστηκαν και το 443 π.Χ. οστράκισαν τον Θουκυδίδη εξορίζοντάς τον από την Αθήνα για δέκα χρόνια. Απαλλαγμένος από έναν ενοχλητικό αντίπαλο και με το κύρος του ανανεωμένο, ο Περικλής συνέχισε το έργο του αφού ως το θάνατό του εκλεγόταν κάθε χρόνο στο αξίωμα του στρατηγού. Στα έργα της Ακρόπολης μεταξύ άλλων κτίστηκε και ο ναός της θεάς Νίκης και τα περίφημα Προπύλαια, η κεντρική πύλη του ιερού βράχου, που θεωρήθηκε το πλέον δαπανηρό και επιβλητικό μη θρησκευτικό έργο ολόκληρης της Ελλάδας. Οραματιζόμενος την Αθήνα ως της «Ελλάδος παίδευσιν» ενθάρρυνε την αθηναϊκή θαλασσοκρατία και το εμπόριο επεκτείνοντας την επιρροή της Αθήνας προς τη Δύση (ίδρυση της αποικίας των Θουρίων στη Νότιο Ιταλία) και προς την Ανατολή (εκστρατεία στη Θράκη με επικεφαλής τον Περικλή για την εξασφάλιση των αθηναϊκών εμπορικών συμφερόντων).
Ο Περικλής κυβέρνησε τη λατρεμένη Αθήνα του για τριάντα και πλέον χρόνια (461-429 π.Χ.) και κράτησε το αξίωμα του στρατηγού για δεκατέσσερα (443-429 π.Χ.), αλλάζοντας όχι μόνο το πρόσωπό της αλλά και την ίδια τη θέση της στον κόσμο, καθώς τη μετέτρεψε στο πιο λαμπρό οικονομικό, εμπορικό, πνευματικό και καλλιτεχνικό κέντρο της Μεσογείου. Τα φιλολαϊκά του μέτρα δεν σταμάτησαν ποτέ να προωθούνται, μαγνητίζοντας την αγάπη και την αφοσίωση του απλού πολίτη και κάνοντας δημόσια αξιώματα και θέσεις ευθύνης προσιτά σε όλους τους αθηναίους πολίτες.
Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ
Η Αθήνα στα χρόνια του Περικλή είχε γίνει σωστή αυτοκρατορία. Η παντοδυναμία της άρχισε να ανησυχεί τους συμμάχους της. Πρώτα εξεγέρθηκαν τα Μέγαρα, μετά η Εύβοια και αργότερα η Σάμος. Και ενώ στις δύο τελευταίες ο Περικλής κατόρθωσε να υπερισχύσει, τα Μέγαρα συμμάχησαν με τους Σπαρτιάτες, οπότε ο Περικλής εξέδωσε το Μεγαρικό Ψήφισμα (431π.Χ.), το οποίο απαγόρευε στους Μεγαρίτες να χρησιμοποιούν τα λιμάνια των πόλεων της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Οι αντίπαλοι και κατήγοροι του Περικλή θεώρησαν το Μεγαρικό Ψήφισμα ως την αφορμή του Πελοποννησιακού Πολέμου (431-404 π.Χ.) κατά τον οποίο η Αθήνα έχασε πρώτα τον ηγέτη της και ύστερα την ηγετική θέση της στην Ελλάδα, κλείνοντας έτσι τον «χρυσούν αιώνα» της. Έναν χρόνο μετά την κήρυξη του πολέμου, έφτασαν στην Αθήνα τα οστά των πρώτων νεκρών. Τρεις μέρες διάρκεσε το λαϊκό προσκύνημα και την ημέρα της ταφής τον επικήδειο εκφώνησε ο ίδιος ο Περικλής. Ο λόγος του διασώθηκε από τον Θουκυδίδη και έμεινε γνωστός ως «Περικλέους Επιτάφιος», ένα λαμπρό μνημείο ιδεών αλλά και γλωσσικής δεινότητας. Ο Περικλής, αφού είδε τους δύο γιους του να πεθαίνουν από το φοβερό λοιμό που κατά το δεύτερο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου εξόντωσε το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Αθήνας, αφού καθαιρέθηκε από το αξίωμα του στρατηγού και τιμωρήθηκε με βαρύ πρόστιμο με την κατηγορία της κακοδιαχείρισης, επανεξελέγη στρατηγός ως «αναντικατάστατος». Δεν μπόρεσε όμως να τελειώσει τη θητεία του. Πέθανε λίγους μήνες αργότερα, κατά το τρίτο έτος του πολέμου, θύμα και αυτός του φοβερού λοιμού.
Η Αθήνα στα χρόνια του Περικλή είχε γίνει σωστή αυτοκρατορία. Η παντοδυναμία της άρχισε να ανησυχεί τους συμμάχους της. Πρώτα εξεγέρθηκαν τα Μέγαρα, μετά η Εύβοια και αργότερα η Σάμος. Και ενώ στις δύο τελευταίες ο Περικλής κατόρθωσε να υπερισχύσει, τα Μέγαρα συμμάχησαν με τους Σπαρτιάτες, οπότε ο Περικλής εξέδωσε το Μεγαρικό Ψήφισμα (431π.Χ.), το οποίο απαγόρευε στους Μεγαρίτες να χρησιμοποιούν τα λιμάνια των πόλεων της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Οι αντίπαλοι και κατήγοροι του Περικλή θεώρησαν το Μεγαρικό Ψήφισμα ως την αφορμή του Πελοποννησιακού Πολέμου (431-404 π.Χ.) κατά τον οποίο η Αθήνα έχασε πρώτα τον ηγέτη της και ύστερα την ηγετική θέση της στην Ελλάδα, κλείνοντας έτσι τον «χρυσούν αιώνα» της. Έναν χρόνο μετά την κήρυξη του πολέμου, έφτασαν στην Αθήνα τα οστά των πρώτων νεκρών. Τρεις μέρες διάρκεσε το λαϊκό προσκύνημα και την ημέρα της ταφής τον επικήδειο εκφώνησε ο ίδιος ο Περικλής. Ο λόγος του διασώθηκε από τον Θουκυδίδη και έμεινε γνωστός ως «Περικλέους Επιτάφιος», ένα λαμπρό μνημείο ιδεών αλλά και γλωσσικής δεινότητας. Ο Περικλής, αφού είδε τους δύο γιους του να πεθαίνουν από το φοβερό λοιμό που κατά το δεύτερο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου εξόντωσε το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Αθήνας, αφού καθαιρέθηκε από το αξίωμα του στρατηγού και τιμωρήθηκε με βαρύ πρόστιμο με την κατηγορία της κακοδιαχείρισης, επανεξελέγη στρατηγός ως «αναντικατάστατος». Δεν μπόρεσε όμως να τελειώσει τη θητεία του. Πέθανε λίγους μήνες αργότερα, κατά το τρίτο έτος του πολέμου, θύμα και αυτός του φοβερού λοιμού.
Ενδεικτικό της σεμνότητάς του αλλά και της τυφλής πίστης του στα δημοκρατικά ιδεώδη ήταν ο μονόλογος που σιγομουρμούριζε κάθε πρωί: «Όρα και φύλαττε Περικλή (Κοίτα και πρόσεχε Περικλή) / Άρχεις Ελευθέρων Ανθρώπων / Άρχεις Ελλήνων / Άρχεις Αθηναίων»…