"Δεν είναι η εξουσία που διαφθείρει,αλλά ο φόβος. Ο φόβος να χάσουν την εξουσία διαφθείρει
αυτούς που την ασκούν, εξίσου με αυτούς, που υποταγμένοι φοβούνται και υποκύπτουν
στην ωμή βία της εξουσίας".
αυτούς που την ασκούν, εξίσου με αυτούς, που υποταγμένοι φοβούνται και υποκύπτουν
στην ωμή βία της εξουσίας".
Η Αούνγκ Σαν γεννιέται στις 19 Ιουνίου 1945, με τον πατέρα της, στρατηγό Αούνγκ Σαν, να είναι η λαμπρότερη πολιτική προσωπικότητα της Βιρμανίας: εκσυγχρονιστής του στρατεύματος, διαπραγματεύτηκε την ανεξαρτησία της χώρας από τον βρετανικό ζυγό το 1947, γινόμενος ο de facto πρωθυπουργός και ο «αρχιτέκτονας» του σημερινού κράτους. Περίφημος επαναστάτης, συντέλεσε όσο κανείς στην ελευθερία του λαού του, αν και η μοίρα θα του έδειχνε γρήγορα τα δόντια της: την ίδια χρονιά δολοφονείται από πολιτικούς αντιπάλους. Η μητέρα της, Khin Kyi, έγινε αργότερα πρέσβειρα της Βιρμανίας στην Ινδία (1960). Η Αούνγκ Σαν μεγαλώνει λοιπόν με τη μητέρα και τους δύο μεγαλύτερους αδελφούς της, αν και θα έχανε τον έναν από πνιγμό σε νεαρή ηλικία. Ολοκληρώνει τις σχολικές της υποχρεώσεις, την ίδια στιγμή που έρχεται σε επαφή με ανθρώπους από τελείως διαφορετικά κοινωνικο-πολιτισμικά περιβάλλοντα, λόγω της βαριάς ιστορίας της οικογένειας.
Σπουδές και γάμος
Οι διπλωματικές βλέψεις της μητέρας της θα φέρουν την οικογένεια στο Νέο Δελχί το 1960, με την Αούνγκ Σαν να φοιτά στο κολέγιο και να παίρνει το πρώτο της πτυχίο στις Πολιτικές Επιστήμες το 1964. Μετακομίζει κατόπιν στη Βρετανία για να συνεχίσει τις σπουδές της στην Οξφόρδη: το 1969 ολοκληρώνει τη φοίτηση και παίρνει πτυχίο στη Φιλοσοφία, τα Οικονομικά και τις Πολιτικές Επιστήμες. Μετά την αποφοίτηση, περιπλανιέται για λίγο στον κόσμο και εγκαθίσταται για σύντομο διάστημα στη Νέα Υόρκη, δουλεύοντας για τρία χρόνια στον ΟΗΕ. Στα τέλη του 1971 έρχεται ο γάμος της με τον Dr. Michael Aris, με τον οποίο αποκτά δύο παιδιά (το 1973 και το 1977). Η οικογένεια περνά τις δεκαετίες του '70 και του '80 στην Αγγλία, την Ινδία και τις ΗΠΑ, ακολουθώντας τις επαγγελματικές υποχρεώσεις του συζύγου αλλά και της ίδιας: εργάζεται σε οργανισμούς την ίδια ώρα που ολοκληρώνει το μεταπτυχιακό της δίπλωμα στη λογοτεχνία της Βιρμανίας. Το 1988, χρονιά ιδιαιτέρως καθοριστική για την ίδια, η Αούνγκ Σαν επιστρέφει στη Βιρμανία για να φροντίσει την ετοιμοθάνατη μητέρα της, με τη ζωή της να παίρνει μια δραματική τροπή...
Σπουδές και γάμος
Οι διπλωματικές βλέψεις της μητέρας της θα φέρουν την οικογένεια στο Νέο Δελχί το 1960, με την Αούνγκ Σαν να φοιτά στο κολέγιο και να παίρνει το πρώτο της πτυχίο στις Πολιτικές Επιστήμες το 1964. Μετακομίζει κατόπιν στη Βρετανία για να συνεχίσει τις σπουδές της στην Οξφόρδη: το 1969 ολοκληρώνει τη φοίτηση και παίρνει πτυχίο στη Φιλοσοφία, τα Οικονομικά και τις Πολιτικές Επιστήμες. Μετά την αποφοίτηση, περιπλανιέται για λίγο στον κόσμο και εγκαθίσταται για σύντομο διάστημα στη Νέα Υόρκη, δουλεύοντας για τρία χρόνια στον ΟΗΕ. Στα τέλη του 1971 έρχεται ο γάμος της με τον Dr. Michael Aris, με τον οποίο αποκτά δύο παιδιά (το 1973 και το 1977). Η οικογένεια περνά τις δεκαετίες του '70 και του '80 στην Αγγλία, την Ινδία και τις ΗΠΑ, ακολουθώντας τις επαγγελματικές υποχρεώσεις του συζύγου αλλά και της ίδιας: εργάζεται σε οργανισμούς την ίδια ώρα που ολοκληρώνει το μεταπτυχιακό της δίπλωμα στη λογοτεχνία της Βιρμανίας. Το 1988, χρονιά ιδιαιτέρως καθοριστική για την ίδια, η Αούνγκ Σαν επιστρέφει στη Βιρμανία για να φροντίσει την ετοιμοθάνατη μητέρα της, με τη ζωή της να παίρνει μια δραματική τροπή...
Επιστροφή στη Βιρμανία
Εν τω μεταξύ, το 1962 ο στρατηγός Νe Win σχεδιάζει πραξικόπημα, ανατρέπει τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση και εγκαθιστά στη χώρα τη δικτατορία του, γεγονός που θα φέρει αναταραχές στη Βιρμανία που δεν κοπάσουν στις επόμενες δεκαετίες. Μέχρι το 1988 ωστόσο ο δικτάτορας θα έχει παραιτηθεί επισήμως από πρόεδρος του κόμματος, αφήνοντας τη χώρα στα χέρια της στρατιωτικής ηγεσίας, παραμένοντας βέβαια πάντα στο παρασκήνιο και ενορχηστρώνοντας τις βίαιες αντιδράσεις της χούντας ενάντια στις συνεχιζόμενες διαδηλώσεις του λαού. Συμπτωματικά λοιπόν η Αούνγκ Σαν επιστρέφει στη Βιρμανία από το εξωτερικό το 1988 και βρίσκει κλίμα φρίκης: αιματοκύλισμα και σφαγές διαδηλωτών, με τον λαό να βγαίνει μαζικά στους δρόμους (9 Αυγούστου 1988) αξιώνοντας δημοκρατία και τη χούντα να καταπνίγει στο αίμα τις κραυγές απελπισίας. Χωρίς ιδιαίτερη σκέψη, η Αούνγκ Σαν εμπλέκεται αμέσως στα γεγονότα, μιλώντας ανοιχτά εναντίον του καθεστώτος, με πρόταγμα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατική φυσικά διακυβέρνηση.
Στις 26 Αυγούστου μιλά μπροστά σε μισό εκατομμύριο κόσμο στην πρωτεύουσα Μιανμάρ ως η κόρη του «πατέρα» του έθνους, στρατηγού Αούνγκ Σαν. Η σεπτεμβριανή ωστόσο «αντεπανάσταση» θα εγκαθιδρύσει νέα χουντική κυβέρνηση, η οποία δεν θα αργήσει να βάλει στο στόχαστρο την ακτιβίστρια: η μιλιταριστική κυβέρνηση της Βιρμανίας -«Ένωση της Μιανμάρ»- κλείνει τον Ιούλιο του 1989 την Αούνγκ Σαν σε κατ' οίκο περιορισμό απαγορεύοντας κάθε επαφή με τον έξω κόσμο: η ηγέτιδα του ειρηνικού αντιστασιακού κινήματος φυλακίζεται και φιμώνεται. Η χούντα προτείνει μάλιστα την άμεση απελευθέρωσή της με τον όρο να εγκαταλείψει αυτόματα τη χώρα, η ίδια ωστόσο αρνείται, ισχυριζόμενη ότι ο αγώνας της θα έπαιρνε τέλος τη στιγμή που η δημοκρατία θα επέστρεφε ως τρόπος διακυβέρνησης και όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι θα αποφυλακίζονταν.Το 1990 γίνονται μάλιστα οι διαβόητες εκλογές, με το δημοκρατικό κόμμα που υποστήριζε η Αούνγκ Σαν (Εθνικός Σύνδεσμος για τη Δημοκρατία - NLD) να κερδίζει το 80% των εδρών της βουλής, η χούντα ωστόσο θα αγνοήσει επιδεικτικά τη φωνή του λαού, ενώ 20 χρόνια αργότερα θα φτάσει στο σημείο να ακυρώσει επισήμως τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης εκλογικής αναμέτρησης! Η Σαν απελευθερώνεται από τον εγκλεισμό της τον Ιούλιο του 1995 και αναλαμβάνει αμέσως δράση: οργανώνει συνέδριο του κόμματος NLD τον επόμενο χρόνο, κάτω φυσικά από τη συνεχή παρενόχληση και τις απειλές του καθεστώτος. Η πλούσια δημοκρατική της δράση θα κορυφωνόταν τρία χρόνια αργότερα, όταν θα ίδρυε μια επιτροπή λαϊκών αντιπροσώπων και θα την αναγόρευε στο μόνο νόμιμο κυβερνητικό σώμα της χώρας! Έπεται ότι ως αποτέλεσμα η δικτατορία θα την έκλεινε για δεύτερη φορά σε κατ' οίκο περιορισμό τον Σεπτέμβριο του 2000, με την ίδια να παραμένει σε συνθήκες απομόνωσης μέχρι τον Μάιο του 2002, όταν και απελευθερώθηκε.
Εν τω μεταξύ, το 1962 ο στρατηγός Νe Win σχεδιάζει πραξικόπημα, ανατρέπει τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση και εγκαθιστά στη χώρα τη δικτατορία του, γεγονός που θα φέρει αναταραχές στη Βιρμανία που δεν κοπάσουν στις επόμενες δεκαετίες. Μέχρι το 1988 ωστόσο ο δικτάτορας θα έχει παραιτηθεί επισήμως από πρόεδρος του κόμματος, αφήνοντας τη χώρα στα χέρια της στρατιωτικής ηγεσίας, παραμένοντας βέβαια πάντα στο παρασκήνιο και ενορχηστρώνοντας τις βίαιες αντιδράσεις της χούντας ενάντια στις συνεχιζόμενες διαδηλώσεις του λαού. Συμπτωματικά λοιπόν η Αούνγκ Σαν επιστρέφει στη Βιρμανία από το εξωτερικό το 1988 και βρίσκει κλίμα φρίκης: αιματοκύλισμα και σφαγές διαδηλωτών, με τον λαό να βγαίνει μαζικά στους δρόμους (9 Αυγούστου 1988) αξιώνοντας δημοκρατία και τη χούντα να καταπνίγει στο αίμα τις κραυγές απελπισίας. Χωρίς ιδιαίτερη σκέψη, η Αούνγκ Σαν εμπλέκεται αμέσως στα γεγονότα, μιλώντας ανοιχτά εναντίον του καθεστώτος, με πρόταγμα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατική φυσικά διακυβέρνηση.
Στις 26 Αυγούστου μιλά μπροστά σε μισό εκατομμύριο κόσμο στην πρωτεύουσα Μιανμάρ ως η κόρη του «πατέρα» του έθνους, στρατηγού Αούνγκ Σαν. Η σεπτεμβριανή ωστόσο «αντεπανάσταση» θα εγκαθιδρύσει νέα χουντική κυβέρνηση, η οποία δεν θα αργήσει να βάλει στο στόχαστρο την ακτιβίστρια: η μιλιταριστική κυβέρνηση της Βιρμανίας -«Ένωση της Μιανμάρ»- κλείνει τον Ιούλιο του 1989 την Αούνγκ Σαν σε κατ' οίκο περιορισμό απαγορεύοντας κάθε επαφή με τον έξω κόσμο: η ηγέτιδα του ειρηνικού αντιστασιακού κινήματος φυλακίζεται και φιμώνεται. Η χούντα προτείνει μάλιστα την άμεση απελευθέρωσή της με τον όρο να εγκαταλείψει αυτόματα τη χώρα, η ίδια ωστόσο αρνείται, ισχυριζόμενη ότι ο αγώνας της θα έπαιρνε τέλος τη στιγμή που η δημοκρατία θα επέστρεφε ως τρόπος διακυβέρνησης και όλοι οι πολιτικοί κρατούμενοι θα αποφυλακίζονταν.Το 1990 γίνονται μάλιστα οι διαβόητες εκλογές, με το δημοκρατικό κόμμα που υποστήριζε η Αούνγκ Σαν (Εθνικός Σύνδεσμος για τη Δημοκρατία - NLD) να κερδίζει το 80% των εδρών της βουλής, η χούντα ωστόσο θα αγνοήσει επιδεικτικά τη φωνή του λαού, ενώ 20 χρόνια αργότερα θα φτάσει στο σημείο να ακυρώσει επισήμως τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης εκλογικής αναμέτρησης! Η Σαν απελευθερώνεται από τον εγκλεισμό της τον Ιούλιο του 1995 και αναλαμβάνει αμέσως δράση: οργανώνει συνέδριο του κόμματος NLD τον επόμενο χρόνο, κάτω φυσικά από τη συνεχή παρενόχληση και τις απειλές του καθεστώτος. Η πλούσια δημοκρατική της δράση θα κορυφωνόταν τρία χρόνια αργότερα, όταν θα ίδρυε μια επιτροπή λαϊκών αντιπροσώπων και θα την αναγόρευε στο μόνο νόμιμο κυβερνητικό σώμα της χώρας! Έπεται ότι ως αποτέλεσμα η δικτατορία θα την έκλεινε για δεύτερη φορά σε κατ' οίκο περιορισμό τον Σεπτέμβριο του 2000, με την ίδια να παραμένει σε συνθήκες απομόνωσης μέχρι τον Μάιο του 2002, όταν και απελευθερώθηκε.
Εν τω μεταξύ, ενημερώνεται το 1997 ότι ο σύζυγός της, βρετανός πολίτης, πάσχει από καρκίνο. Η χούντα δεν του δίνει άδεια να επισκεφτεί τη Βιρμανία, την ίδια ώρα που η Σαν ξέρει ότι έτσι και εγκαταλείψει τη χώρα δεν θα της επιτραπεί ποτέ πια ο γυρισμός. Ο Michael Aris πεθαίνει τον Μάρτιο του 1999 στην Αγγλία χωρίς να δει την πολυαγαπημένη του σύζυγο... Το 2003, ο δημοκρατικός φορέας NLD συγκρούεται στους δρόμους με οπαδούς της χούντας και παρακρατικούς, με ενορχηστρωμένη από το δικτατορικό καθεστώς απόπειρα δολοφονίας της Αούνγκ Σαν να αποτυγχάνει στο παρά τρίχα (Μάιος 2003). Η ίδια συλλαμβάνεται φυσικά αυτόματα και καταδικάζεται για τρίτη φορά σε κατ' οίκο περιορισμό, αυτή τη φορά ωστόσο με μια ζοφερή καινοτομία: η ποινή της θα ανανεωνόταν πλέον κάθε χρόνο! Η διεθνής κοινότητα προστρέχει σε κάθε ετήσια ανανέωση της εκδικητικής ποινής και ο ΟΗΕ καταδικάζει το γεγονός, καλώντας μάταια σε άμεση απελευθέρωσή της. Μέχρι τον Οκτώβριο του 2007, η Αούνγκ Σαν είχε ήδη κλείσει 12 χρόνια σε κατ' οίκο περιορισμό, με τη διεθνή κατακραυγή να είναι πλέον εκκωφαντική στον κόσμο, αν και εντελώς ανεπαίσθητη στα αδιάφορα αυτιά της χούντας...
Σύλληψη και εκλογές
Τον Μάιο του 2008, ο κατ' οίκο περιορισμός της παίρνει παράταση άλλον έναν χρόνο, παρά το γεγονός ότι δεν παραβιαζόταν μόνο το διεθνές Δίκαιο αλλά και οι ίδιοι οι χουντικοί νόμοι. Τον Μάιο του 2009, λίγο πριν από την προγραμματισμένη ημερομηνία αποφυλάκισής της, αμερικανός θαυμαστής εισβάλει στο σπίτι της κρυφά για να την προειδοποιήσει για ενδεχόμενη απόπειρα δολοφονίας εναντίον της. Η Σαν περνά από δίκη για παραβίαση των όρων του κατ' οίκο περιορισμού τον Αύγουστο, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες του ΟΗΕ, και βρίσκεται ένοχη: καταδικάζεται σε τρία χρόνια φυλάκισης.
Η ποινή θα μειωθεί αργότερα σε 18 μήνες, τόσο ώστε να χάσει τη δυνατότητα συμμετοχής της στις πρώτες κοινοβουλευτικές εκλογές της Βιρμανίας τα τελευταία 20 χρόνια (οι πρώτες από το 1990)! Και για να διασφαλιστεί το γεγονός της μη συμμετοχής της στην εκλογική αναμέτρηση, η χούντα περνά μια σειρά από «φωτογραφικές» τροπολογίες για τη Σαν τον Μάρτιο του 2010: οι κατάδικοι δεν μπορούν να κατέβουν στις εκλογές, όπως φυσικά και όσοι έχουν παντρευτεί ξένο υπήκοο (ο άντρας της Σαν είχε βρετανική υπηκοότητα). Το κόμμα της την υποστηρίζει έμπρακτα αρνούμενο να αποδεχτεί τη νέα νομοθεσία και αποκλείεται έτσι από την εκλογική διαδικασία: τα κυβερνητικά -χουντικά- κόμματα κατεβαίνουν χωρίς ουσιαστικό (δημοκρατικό) αντίπαλο στις εκλογές του 2010 και κερδίζουν εύκολα τη συντριπτική πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών εδρών, παρά τις φωνές για εκλογική απάτη. Έξι μέρες μετά το πέρας της αναμέτρησης, η Σαν απελευθερώνεται. Τον Νοέμβριο του 2011, το δημοκρατικό κόμμα NLD συγκροτείται και πάλι ως πολιτικός φορέας και τον Ιανουάριο του 2012 η Αούνγκ Σαν αποφασίζει να κατέβει υποψήφιος βουλευτής. Την 1η Απριλίου 2012, έπειτα από εξαντλητική πολιτική καμπάνια και εξοντωτικές για την ίδια περιοδείες, η Σαν εκλέγεται μέλος της βιρμανικής βουλής!
Σύλληψη και εκλογές
Τον Μάιο του 2008, ο κατ' οίκο περιορισμός της παίρνει παράταση άλλον έναν χρόνο, παρά το γεγονός ότι δεν παραβιαζόταν μόνο το διεθνές Δίκαιο αλλά και οι ίδιοι οι χουντικοί νόμοι. Τον Μάιο του 2009, λίγο πριν από την προγραμματισμένη ημερομηνία αποφυλάκισής της, αμερικανός θαυμαστής εισβάλει στο σπίτι της κρυφά για να την προειδοποιήσει για ενδεχόμενη απόπειρα δολοφονίας εναντίον της. Η Σαν περνά από δίκη για παραβίαση των όρων του κατ' οίκο περιορισμού τον Αύγουστο, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες του ΟΗΕ, και βρίσκεται ένοχη: καταδικάζεται σε τρία χρόνια φυλάκισης.
Η ποινή θα μειωθεί αργότερα σε 18 μήνες, τόσο ώστε να χάσει τη δυνατότητα συμμετοχής της στις πρώτες κοινοβουλευτικές εκλογές της Βιρμανίας τα τελευταία 20 χρόνια (οι πρώτες από το 1990)! Και για να διασφαλιστεί το γεγονός της μη συμμετοχής της στην εκλογική αναμέτρηση, η χούντα περνά μια σειρά από «φωτογραφικές» τροπολογίες για τη Σαν τον Μάρτιο του 2010: οι κατάδικοι δεν μπορούν να κατέβουν στις εκλογές, όπως φυσικά και όσοι έχουν παντρευτεί ξένο υπήκοο (ο άντρας της Σαν είχε βρετανική υπηκοότητα). Το κόμμα της την υποστηρίζει έμπρακτα αρνούμενο να αποδεχτεί τη νέα νομοθεσία και αποκλείεται έτσι από την εκλογική διαδικασία: τα κυβερνητικά -χουντικά- κόμματα κατεβαίνουν χωρίς ουσιαστικό (δημοκρατικό) αντίπαλο στις εκλογές του 2010 και κερδίζουν εύκολα τη συντριπτική πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών εδρών, παρά τις φωνές για εκλογική απάτη. Έξι μέρες μετά το πέρας της αναμέτρησης, η Σαν απελευθερώνεται. Τον Νοέμβριο του 2011, το δημοκρατικό κόμμα NLD συγκροτείται και πάλι ως πολιτικός φορέας και τον Ιανουάριο του 2012 η Αούνγκ Σαν αποφασίζει να κατέβει υποψήφιος βουλευτής. Την 1η Απριλίου 2012, έπειτα από εξαντλητική πολιτική καμπάνια και εξοντωτικές για την ίδια περιοδείες, η Σαν εκλέγεται μέλος της βιρμανικής βουλής!
Βραβεία και αναγνώριση
Ήδη από το 1991, οι προσπάθειες της Αούνγκ Σαν να ανατρέψει τη δικτατορία αναγνωρίζονται και βραβεύεται με Νόμπελ Ειρήνης για τους κοινωνικούς της αγώνες. Την ιδιαίτερη τιμή παραλαμβάνουν ωστόσο οι δύο γιοι της, καθώς η ίδια είναι έγκλειστη από το καθεστώς, ενώ το σεβαστό χρηματικό έπαθλο θα χρησιμοποιηθεί από την Αούνγκ Σαν εξολοκλήρου σε φιλανθρωπικά έργα στον τομέα της υγείας και της εκπαίδευσης. Έκτοτε έχει λάβει αμέτρητες διακρίσεις και τιμές, όπως το Βραβείο Ράφτο (1990), το Διεθνές Βραβείο Σιμόν Μπολιβάρ (1992) αλλά και τη διάκριση Νεχρού (1993). Τον Δεκέμβριο του 2007, η αμερικανική βουλή των αντιπροσώπων απονέμει στην Αούνγκ Σαν (με ψήφους 400-0) το Χρυσό Μετάλλιο του Κογκρέσου, με την ίδια να είναι φυσικά φυλακισμένη. Μετά από 23 χρόνια η Αούνγκ Σαν Σου Κι παρέλαβε στο Στρασβούργο, τον Οκτώβριο του 2013, το Βραβείο Ζαχάρωφ για την Ελευθερία της Σκέψης, που της είχε απονεμηθεί το 1990.Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μάρτιν Σούλτς που παρεβρέθηκε στην απονομή,χαρακτήρισε την Σου Κι ως «το μεγαλύτερο σύμβολο του αγώνα για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία». Στις εκλογές του Νοεμβρίου του περασμένου χρόνου το κόμμα της Αούνγκ Σαν Σου Κι κατάφερε να περάσει το όριο που δίνει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, ανοίγοντας τον δρόμο για μία ιστορική πολιτική αλλαγή στη Μιανμάρ. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της καταμέτρησης των ψήφων στις βουλευτικές εκλογές, η Εθνική Ενωση για τη Δημοκρατία εξασφάλισε 348 έδρες και την απόλυτη πλειοψηφία, παρά την παρουσία μη εκλεγμένων στρατιωτικών στο ένα τέταρτο των εδρών της βουλής. «Αυτή τη στιγμή, όπως προστάζει η εντολή, πρέπει να κάνουμε ότι θέλει ο λαός, είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε την ευθύνη για να οικοδομηθεί η ειρήνη. Ελπίζω να βοηθήσουν όλοι», υπογράμμισε η γνωστή ακτιβίστρια, σε λόγο της. Η απερχόμενη κυβέρνηση υπέγραψε κατάπαυση του πυρός τον Οκτώβριο, ωστόσο, επτά από τις δεκαπέντε ένοπλες ομάδες που κλήθηκαν να υπογράψουν αρνήθηκαν. Μερικές από αυτές είναι ιδιαίτερα ισχυρές. Ακριβώς πέντε χρόνια μετά την απελευθέρωσή της από τον κατ΄οίκον περιορισμό, η βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης οδήγησε το άλλοτε εκτός νόμου κόμμα της, στην εξουσία. Η Αούνγκ έχει ήδη καλέσει τον πρόεδρο και τον αρχηγό του στρατού σε συνομιλίες με στόχο την εθνική συμφιλίωση, ενώ έχει δεσμευτεί πως δεν θα κυβερνήσει τη χώρα, από τη θέση του προέδρου καθώς δεν της επιτρέπεται συνταγματικά.
Ήδη από το 1991, οι προσπάθειες της Αούνγκ Σαν να ανατρέψει τη δικτατορία αναγνωρίζονται και βραβεύεται με Νόμπελ Ειρήνης για τους κοινωνικούς της αγώνες. Την ιδιαίτερη τιμή παραλαμβάνουν ωστόσο οι δύο γιοι της, καθώς η ίδια είναι έγκλειστη από το καθεστώς, ενώ το σεβαστό χρηματικό έπαθλο θα χρησιμοποιηθεί από την Αούνγκ Σαν εξολοκλήρου σε φιλανθρωπικά έργα στον τομέα της υγείας και της εκπαίδευσης. Έκτοτε έχει λάβει αμέτρητες διακρίσεις και τιμές, όπως το Βραβείο Ράφτο (1990), το Διεθνές Βραβείο Σιμόν Μπολιβάρ (1992) αλλά και τη διάκριση Νεχρού (1993). Τον Δεκέμβριο του 2007, η αμερικανική βουλή των αντιπροσώπων απονέμει στην Αούνγκ Σαν (με ψήφους 400-0) το Χρυσό Μετάλλιο του Κογκρέσου, με την ίδια να είναι φυσικά φυλακισμένη. Μετά από 23 χρόνια η Αούνγκ Σαν Σου Κι παρέλαβε στο Στρασβούργο, τον Οκτώβριο του 2013, το Βραβείο Ζαχάρωφ για την Ελευθερία της Σκέψης, που της είχε απονεμηθεί το 1990.Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μάρτιν Σούλτς που παρεβρέθηκε στην απονομή,χαρακτήρισε την Σου Κι ως «το μεγαλύτερο σύμβολο του αγώνα για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία». Στις εκλογές του Νοεμβρίου του περασμένου χρόνου το κόμμα της Αούνγκ Σαν Σου Κι κατάφερε να περάσει το όριο που δίνει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, ανοίγοντας τον δρόμο για μία ιστορική πολιτική αλλαγή στη Μιανμάρ. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της καταμέτρησης των ψήφων στις βουλευτικές εκλογές, η Εθνική Ενωση για τη Δημοκρατία εξασφάλισε 348 έδρες και την απόλυτη πλειοψηφία, παρά την παρουσία μη εκλεγμένων στρατιωτικών στο ένα τέταρτο των εδρών της βουλής. «Αυτή τη στιγμή, όπως προστάζει η εντολή, πρέπει να κάνουμε ότι θέλει ο λαός, είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε την ευθύνη για να οικοδομηθεί η ειρήνη. Ελπίζω να βοηθήσουν όλοι», υπογράμμισε η γνωστή ακτιβίστρια, σε λόγο της. Η απερχόμενη κυβέρνηση υπέγραψε κατάπαυση του πυρός τον Οκτώβριο, ωστόσο, επτά από τις δεκαπέντε ένοπλες ομάδες που κλήθηκαν να υπογράψουν αρνήθηκαν. Μερικές από αυτές είναι ιδιαίτερα ισχυρές. Ακριβώς πέντε χρόνια μετά την απελευθέρωσή της από τον κατ΄οίκον περιορισμό, η βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης οδήγησε το άλλοτε εκτός νόμου κόμμα της, στην εξουσία. Η Αούνγκ έχει ήδη καλέσει τον πρόεδρο και τον αρχηγό του στρατού σε συνομιλίες με στόχο την εθνική συμφιλίωση, ενώ έχει δεσμευτεί πως δεν θα κυβερνήσει τη χώρα, από τη θέση του προέδρου καθώς δεν της επιτρέπεται συνταγματικά.