Μέσα σε ένα διάστημα επτά ημερών από τις 23 έως και τις 31 Ιουλίου του 2016, σημειώθηκαν δύο περιστατικά μαζικών δολοφονιών σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη. Το πρώτο περιστατικό αφορούσε τη δολοφονική επίθεση ενός 18χρονου στο Μόναχο, ο οποίος κατόρθωσε να σκοτώσει εννέα άτομα και να τραυματίσει άλλα δεκαεπτά στο Μόναχο. Το δεύτερο περιστατικό εξελίχθηκε στην Ιαπωνία, όπου σκοτώθηκαν με μαχαίρι στον ύπνο τους 19 άτομα με αναπηρίες και τραυματίστηκαν άλλα 24. Τα τελευταία αυτά γεγονότα σε συνδυασμό με τις τρομοκρατικές επιθέσεις που συμβαίνουν ανά τον κόσμο, έχουν καλλιεργήσει το αίσθημα του φόβου στους πολίτες για την ασφάλειά τους, αυξάνοντας τα ερωτηματικά για πιθανή όξυνση του φαινομένου.
Η αλήθεια είναι ότι οι μαζικές ανθρωποκτονίες είναι μια εγκληματική ενέργεια ιδιαίτερα σπάνια, συγκριτικά με το σύνολο των υπόλοιπων των εγκλημάτων του ποινικού κώδικα. Ωστόσο, παρατηρείται μια αυξητική τάση τις τελευταίες δεκαετίες και παρόλο που η πιθανότητα εκδήλωσή τους είναι σπάνια, οι συνέπειές τους είναι ιδιαίτερα καταστροφικές για το σύνολο της κοινωνίας. Ο όρος μαζική δολοφονία, σύμφωνα με το FBI αναφέρεται στην ταυτόχρονη ανθρωποκτονία τεσσάρων ή και παραπάνω ατόμων, στον ίδιο τόπο/μέρος. Είναι σημαντικό να διαφοροποιηθούν οι μαζικές δολοφονίες από τις δολοφονίες κατά συρροή, καθώς συχνά σε δημοσιογραφικά κείμενα συγχέονται αυτές οι δύο καταστάσεις δημιουργώντας λανθασμένες εντυπώσεις στο κοινό και κλιμακώνοντας την αίσθηση φόβου. Μία από τις πιο σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε ένα μαζικό δολοφόνο και ένα κατά συρροή δολοφόνο είναι ότι ο δεύτερος εκτελεί πολλά θύματα σε διαφορετικά μέρη, σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, ενώ ο πρώτος εκτελεί τα θύματά του στο ίδιο μέρος, την ίδια περίπου χρονική στιγμή. Επίσης, ο κατά συρροή δολοφόνος μεταξύ των ανθρωποκτονιών εμφανίζει «νεκρά» διαστήματα, χαρακτηριστικό που δεν υπάρχει εκ των πραγμάτων στις μαζικές δολοφονίες εφόσον διαπράττονται την ίδια χρονική στιγμή. Ακόμη, στις μαζικές ανθρωποκτονίες συχνά οι θύτες εγκαταλείπουν τα θύματά τους τραυματισμένα, ενώ οι κατά συρροή δολοφόνοι, σπανίως δημιουργούν συνθήκες που θα επιτρέψουν στα θύματά τους να αποδράσουν.
Τι είναι όμως αυτό που οδηγεί ένα άτομο να διαπράξει μαζικές δολοφονίες; Τα ερευνητικά δεδομένα αποκαλύπτουν ότι οι θύτες τέτοιων ενεργειών δεν παρουσιάζουν κάποια ιδιαίτερη ψυχοπαθολογία ή ψυχιατρικό ιστορικό. Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, η πράξη τους ήταν μια στιγμιαία εκδήλωση της ψυχικής τους ασθένειας. Επιπλέον, δεν εμφανίζουν στοιχεία αντικοινωνικής προσωπικότητας ή ιστορικό βίαιης συμπεριφοράς (Meley, 2014). Τι χαρακτηρίζει λοιπόν, αυτά τα άτομα; Η πιο ανησυχητική διάσταση αυτών των ενεργειών είναι ότι τα άτομα αυτά είναι υπεύθυνα των πράξεών τους, δηλαδή δεν υπάρχει μειωμένος καταλογισμός (Auxemery, 2014). Οι δολοφονίες δεν είναι μια παρορμητική πράξη, αντίθετα είναι σχεδιασμένες και προετοιμασμένες (Meley, 2014). Οι θύτες παρουσιάζουν περίπλοκους λόγους και κίνητρα που τους οδηγούν να διαπράξουν τις πολλαπλές ανθρωποκτονίες (Auxemery, 2014). Οι θύτες είναι συνήθως άντρες, χωρίς να λείπουν από αυτή τη λίστα και γυναίκες μαζικοί δολοφόνοι, και συχνά το γεγονός ολοκληρώνεται με την αυτοκτονία του δράστη, χωρίς αυτό να είναι απόλυτο. Στις περιπτώσεις που υπάρχει αυτοκτονία του θύτη, τότε ο αριθμός των θυμάτων είναι μεγαλύτερος από τις περιπτώσεις που ο θύτης συλλαμβάνεται από την αστυνομία .
Τα παραπάνω χαρακτηριστικά και ιδιαίτερα η απουσία ψυχικής ασθένειας, σε συνδυασμό με το σπάνιο του χαρακτήρα των συμβάντων αυτών, καθιστούν τον έλεγχο και την ικανότητα πρόβλεψης ανάλογων συμβάντων εξαιρετικά δύσκολη ως και απίθανη . Σε αυτή την περίπλοκη εξίσωση μεταξύ αιτίων και συμπεριφορών, ένα ιδιαίτερα καθοριστικό ρόλο παίζουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ο ρόλος τους στην περίπτωση των μαζικών ανθρωποκτονιών είναι τουλάχιστον διττός. Από τη μία, ευθύνονται για την διάδοση μη διασταυρωμένων και ψευδών πληροφοριών που διογκώνουν το φόβο των απλών πολιτών.
Καταλήγοντας τελικά στο ερώτημα, «τι μπορεί να γίνει;» εφόσον είναι δύσκολο να προβλεφθούν τέτοια αιματηρά γεγονότα, η απάντηση μπορεί να μην είναι όσο καθησυχαστική θα θέλαμε, αλλά είναι πολύ ρεαλιστική και στοχευμένη. Στα πλαίσια μιας αιματηρής επίθεσης αυτό που η πολιτεία μπορεί να ελέγξει και να προσφέρει τις υπηρεσίες της, μέσω της κοινωνικής πολιτικής, είναι τα θύματα-επιζώντες αυτών των επιθέσεων και οι οικογένειές τους. Η παροχή ψυχοθεραπευτικών υπηρεσιών, καθώς πολλοί από τους επιζήσαντες μπορεί να παρουσιάσουν διαταραχή μετατραυματικού στρες, είναι μόνο ένα παράδειγμα της συνεισφοράς που μπορεί να έχει μια οργανωμένη κρατική μηχανή. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μπορεί να συμβάλλουν σε αυτό, μετριάζοντας το χρόνο που επενδύουν στην παρουσίαση του δράστη και να αφιερώνουν χρόνο στη δημοσιοποίηση των αναγκών των θυμάτων που επέζησαν από τέτοιες επιθέσεις.
Οι μαζικές ανθρωποκτονίες αποτελούν ένα χαρακτηριστικό της αδυναμίας του ανθρώπου να ελέγξει ολοκληρωτικά και με απόλυτο τρόπο τη ζωή του. Παράλληλα, όμως, αποτελούν μια υπενθύμιση ότι η αποκλειστική επικράτηση του συναισθήματος (π.χ. φόβου) δεν θα συμβάλλει στην αποτελεσματική διαχείριση τέτοιων καταστάσεων. Η έκφραση του συναισθημάτων, η αναδόμηση του τρόπου αντίληψης της πραγματικότητας και η προσαρμογή της συμπεριφοράς στις νέες συνθήκες είναι μερικά από τα πιο σημαντικά βήματα σε μια αλυσίδα αλλαγών, από τα οποία θα πρέπει να διέλθουν όλοι όσοι επιβίωσαν από τέτοια περιστατικά. Από την άλλη, η ψυχραιμία, η ουσιαστική κατανόηση των μαζικών δολοφονιών και η στήριξη από την πολιτεία είναι τα βήματα που θα βοηθήσουν την υπόλοιπη κοινωνία να διαχειριστεί τέτοιου είδους φαινόμενα.
Η αλήθεια είναι ότι οι μαζικές ανθρωποκτονίες είναι μια εγκληματική ενέργεια ιδιαίτερα σπάνια, συγκριτικά με το σύνολο των υπόλοιπων των εγκλημάτων του ποινικού κώδικα. Ωστόσο, παρατηρείται μια αυξητική τάση τις τελευταίες δεκαετίες και παρόλο που η πιθανότητα εκδήλωσή τους είναι σπάνια, οι συνέπειές τους είναι ιδιαίτερα καταστροφικές για το σύνολο της κοινωνίας. Ο όρος μαζική δολοφονία, σύμφωνα με το FBI αναφέρεται στην ταυτόχρονη ανθρωποκτονία τεσσάρων ή και παραπάνω ατόμων, στον ίδιο τόπο/μέρος. Είναι σημαντικό να διαφοροποιηθούν οι μαζικές δολοφονίες από τις δολοφονίες κατά συρροή, καθώς συχνά σε δημοσιογραφικά κείμενα συγχέονται αυτές οι δύο καταστάσεις δημιουργώντας λανθασμένες εντυπώσεις στο κοινό και κλιμακώνοντας την αίσθηση φόβου. Μία από τις πιο σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε ένα μαζικό δολοφόνο και ένα κατά συρροή δολοφόνο είναι ότι ο δεύτερος εκτελεί πολλά θύματα σε διαφορετικά μέρη, σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, ενώ ο πρώτος εκτελεί τα θύματά του στο ίδιο μέρος, την ίδια περίπου χρονική στιγμή. Επίσης, ο κατά συρροή δολοφόνος μεταξύ των ανθρωποκτονιών εμφανίζει «νεκρά» διαστήματα, χαρακτηριστικό που δεν υπάρχει εκ των πραγμάτων στις μαζικές δολοφονίες εφόσον διαπράττονται την ίδια χρονική στιγμή. Ακόμη, στις μαζικές ανθρωποκτονίες συχνά οι θύτες εγκαταλείπουν τα θύματά τους τραυματισμένα, ενώ οι κατά συρροή δολοφόνοι, σπανίως δημιουργούν συνθήκες που θα επιτρέψουν στα θύματά τους να αποδράσουν.
Τι είναι όμως αυτό που οδηγεί ένα άτομο να διαπράξει μαζικές δολοφονίες; Τα ερευνητικά δεδομένα αποκαλύπτουν ότι οι θύτες τέτοιων ενεργειών δεν παρουσιάζουν κάποια ιδιαίτερη ψυχοπαθολογία ή ψυχιατρικό ιστορικό. Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, η πράξη τους ήταν μια στιγμιαία εκδήλωση της ψυχικής τους ασθένειας. Επιπλέον, δεν εμφανίζουν στοιχεία αντικοινωνικής προσωπικότητας ή ιστορικό βίαιης συμπεριφοράς (Meley, 2014). Τι χαρακτηρίζει λοιπόν, αυτά τα άτομα; Η πιο ανησυχητική διάσταση αυτών των ενεργειών είναι ότι τα άτομα αυτά είναι υπεύθυνα των πράξεών τους, δηλαδή δεν υπάρχει μειωμένος καταλογισμός (Auxemery, 2014). Οι δολοφονίες δεν είναι μια παρορμητική πράξη, αντίθετα είναι σχεδιασμένες και προετοιμασμένες (Meley, 2014). Οι θύτες παρουσιάζουν περίπλοκους λόγους και κίνητρα που τους οδηγούν να διαπράξουν τις πολλαπλές ανθρωποκτονίες (Auxemery, 2014). Οι θύτες είναι συνήθως άντρες, χωρίς να λείπουν από αυτή τη λίστα και γυναίκες μαζικοί δολοφόνοι, και συχνά το γεγονός ολοκληρώνεται με την αυτοκτονία του δράστη, χωρίς αυτό να είναι απόλυτο. Στις περιπτώσεις που υπάρχει αυτοκτονία του θύτη, τότε ο αριθμός των θυμάτων είναι μεγαλύτερος από τις περιπτώσεις που ο θύτης συλλαμβάνεται από την αστυνομία .
Τα παραπάνω χαρακτηριστικά και ιδιαίτερα η απουσία ψυχικής ασθένειας, σε συνδυασμό με το σπάνιο του χαρακτήρα των συμβάντων αυτών, καθιστούν τον έλεγχο και την ικανότητα πρόβλεψης ανάλογων συμβάντων εξαιρετικά δύσκολη ως και απίθανη . Σε αυτή την περίπλοκη εξίσωση μεταξύ αιτίων και συμπεριφορών, ένα ιδιαίτερα καθοριστικό ρόλο παίζουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ο ρόλος τους στην περίπτωση των μαζικών ανθρωποκτονιών είναι τουλάχιστον διττός. Από τη μία, ευθύνονται για την διάδοση μη διασταυρωμένων και ψευδών πληροφοριών που διογκώνουν το φόβο των απλών πολιτών.
Καταλήγοντας τελικά στο ερώτημα, «τι μπορεί να γίνει;» εφόσον είναι δύσκολο να προβλεφθούν τέτοια αιματηρά γεγονότα, η απάντηση μπορεί να μην είναι όσο καθησυχαστική θα θέλαμε, αλλά είναι πολύ ρεαλιστική και στοχευμένη. Στα πλαίσια μιας αιματηρής επίθεσης αυτό που η πολιτεία μπορεί να ελέγξει και να προσφέρει τις υπηρεσίες της, μέσω της κοινωνικής πολιτικής, είναι τα θύματα-επιζώντες αυτών των επιθέσεων και οι οικογένειές τους. Η παροχή ψυχοθεραπευτικών υπηρεσιών, καθώς πολλοί από τους επιζήσαντες μπορεί να παρουσιάσουν διαταραχή μετατραυματικού στρες, είναι μόνο ένα παράδειγμα της συνεισφοράς που μπορεί να έχει μια οργανωμένη κρατική μηχανή. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μπορεί να συμβάλλουν σε αυτό, μετριάζοντας το χρόνο που επενδύουν στην παρουσίαση του δράστη και να αφιερώνουν χρόνο στη δημοσιοποίηση των αναγκών των θυμάτων που επέζησαν από τέτοιες επιθέσεις.
Οι μαζικές ανθρωποκτονίες αποτελούν ένα χαρακτηριστικό της αδυναμίας του ανθρώπου να ελέγξει ολοκληρωτικά και με απόλυτο τρόπο τη ζωή του. Παράλληλα, όμως, αποτελούν μια υπενθύμιση ότι η αποκλειστική επικράτηση του συναισθήματος (π.χ. φόβου) δεν θα συμβάλλει στην αποτελεσματική διαχείριση τέτοιων καταστάσεων. Η έκφραση του συναισθημάτων, η αναδόμηση του τρόπου αντίληψης της πραγματικότητας και η προσαρμογή της συμπεριφοράς στις νέες συνθήκες είναι μερικά από τα πιο σημαντικά βήματα σε μια αλυσίδα αλλαγών, από τα οποία θα πρέπει να διέλθουν όλοι όσοι επιβίωσαν από τέτοια περιστατικά. Από την άλλη, η ψυχραιμία, η ουσιαστική κατανόηση των μαζικών δολοφονιών και η στήριξη από την πολιτεία είναι τα βήματα που θα βοηθήσουν την υπόλοιπη κοινωνία να διαχειριστεί τέτοιου είδους φαινόμενα.