Είναι πολύ φυσικό ο άνθρωπος να ήθελε πάντα να βρίσκει τρόπους να «ανιχνεύει», να διαισθάνεται ποιοι άνθρωποι γύρω του είναι φιλικά διακείμενοι απέναντί του και ποιοι όχι.
Δεν είναι λίγες οι φορές που μπορούμε να θυμηθούμε να νιώθουμε μια ξαφνική αδιαθεσία που δεν μπορούμε να αιτιολογήσουμε την προέλευσή της και οι άλλοι γύρω μας να λένε, ή κι εμείς να σκεφτόμαστε, ότι θα πρέπει να μας έχουν ματιάσει. «Μάτι είναι…» είναι η συνήθης έκφραση που χρησιμοποιείται και, τότε, κανείς πρέπει να αναζητήσει βοήθεια για να τον ξεματιάσουν. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να διώξει κανείς «το κακό μάτι». Πολλές φορές, όμως, η διαδικασία μπορεί να γίνει και από απόσταση, παίρνοντας, για παράδειγμα, τηλέφωνο τη μητέρα μας ή κάποια θεία που ξέρει να ξεματιάζει.
Τα συμπτώματα του ματιάσματος είναι λίγο πολύ γνωστά: μετωπιαίος πονοκέφαλος, ναυτία, αίσθημα κούρασης και αδυναμίας, ανεξέλεγκτη υπνηλία, έμετος, ίσως και μια… τάση προς ατυχήματα είναι μερικά από αυτά. Το άτομο συνήθως νιώθει ξαφνικά αυτά τα συμπτώματα, σε συνθήκες που δεν μπορεί να τα αποδώσει σε κάποιον άλλο αιτιολογικό παράγοντα. Βέβαια, συνήθως κάποιος θα πει ότι τον έχουν ματιάσει, ή θα του το πουν και οι άλλοι, όταν θα έχει έρθει σε αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους. Πάντα κανείς ψάχνει να βρει ποιον είδε, ποιον συνάντησε, ποιος τον κοίταξε περίεργα, ποιος τον μάτιασε…
Η θεραπεία του ματιάσματος, το ξεμάτιασμα, είναι σχετικά απλή, όπως και η διάγνωση του προβλήματος, αν και διαφοροποιείται από άτομο σε άτομο, ή, μάλλον, θα έλεγε κανείς, από οικογενειακή παράδοση ή ακόμη και από την καταγωγή κάποιου. Για παράδειγμα, αν κάποιος είναι ματιασμένος, μια σταγόνα λάδι που τοποθετείται σε ένα ποτήρι νερό που βρίσκεται μπροστά του θα διαλυθεί αντί να επιπλεύσει στην επιφάνεια του νερού. Σε άλλα μέρη της Ελλάδας λέγεται ότι η σταγόνα πρέπει να δημιουργήσει ένα σχήμα οβάλ, «σαν μάτι», στην επιφάνεια του νερού. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί κανείς να δει την επίδραση στις χειρονομίες και τη συμπεριφορά του ατόμου ή ακουμπώντας το μέτωπό του…
Η τεχνική του ξεματιάσματος επίσης ποικίλλει, συνήθως ανά γεωγραφική περιοχή. Σε κάποιες πρακτικές αναφέρεται ότι χρησιμοποιείται ένα καντήλι, με το φιτίλι να επιπλέει σε μισό λάδι και σε μισό νερό. Το καντήλι ανάβει και το άτομο που ξεματιάζει λέει ειδικές ευχές και προσευχές. Το νερό απορροφά την κακή ενέργεια και πρέπει στη συνέχεια να πεταχτεί. Σε άλλες περιπτώσεις το άτομο που ξεματιάζει απορροφά το ίδιο την κακή ενέργεια και για αυτό χασμουριέται συνέχεια…
Η τεχνική του ξεματιάσματος περνά επίσης από γενιά σε γενιά, από τις μάνες στους γιους και από τους γιους στις κόρες. Η μάνα δεν μπορεί να «διδάξει» τις ευχές στην κόρη προφορικά, δια μέσω του λόγου. Για τη μάνα και την κόρη η συγκεκριμένη πίστη προσφέρει μια διασύνδεση όταν το κορίτσι ενηλικιωθεί και γίνει η ίδια μητέρα. Τότε το ξεμάτιασμα αποτελεί ένα τελετουργικό που μεταφέρεται, μια μεταβίβαση γνώσης, ένα σύμβολο αποδοχής στον κόσμο των ενηλίκων. Η μητέρα, έστω και από μακριά, μπορεί να «γιατρέψει» την επιρροή του ματιάσματος.
Πράγματι, η πίστη στο μάτιασμα και στο κακό μάτι αποτελεί μια ευρέως διαδεδομένη παράδοση που κληρονομείται, από τα αρχαία χρόνια μάλιστα, και συναντάται όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε πολλά άλλα μέρη του πλανήτη. Ανθρωπολογικές μελέτες αναφέρουν ότι μια τέτοια πίστη είναι απολύτως φυσική και εναρμονισμένη με την ανθρώπινη φύση και το ένστικτο καθώς αφορά στην επιβίωση του ανθρώπου και ως τέτοια έχει άμεση χρησιμότητα. Με άλλα λόγια, είναι πολύ φυσικό ο άνθρωπος να ήθελε πάντα να βρίσκει τρόπους να «ανιχνεύει», να διαισθάνεται ποιοι άνθρωποι γύρω του είναι φιλικά διακείμενοι απέναντί του και ποιοι όχι. Ποιοι θέλουν το κακό του και ποιοι όχι……
Σωματοποίηση
Παρατηρείται όμως ότι ο άνθρωπος έχει περισσότερο την τάση να σωματοποιεί αυτό που του συμβαίνει παρά να αναγνωρίζει την πηγή του στον εαυτό του. Το γεγονός αυτό το παρατηρούμε και σε όλα τα ψυχοσωματικά προβλήματα στα οποία διαδραματίζεται ουσιαστικά η ίδια δυναμική: μη συνειδητοποιημένα συναισθήματα βρίσκουν έκφραση στο σώμα, με διάφορα συμπτώματα και πόνους. Αν έρθουμε τώρα στο μάτιασμα και στο κακό μάτι θα παρατηρήσουμε και εδώ την ίδια διαδικασία. Ένα άτομο που δεν συνειδητοποιεί τα συναισθήματά του, τις συγκρούσεις του και τα διλήμματά του, αλλά και την πίεση που ασκούν όλα αυτά πάνω του, αρχίζει να μην νιώθει καλά, να νιώθει αδιαθεσία, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι εσωτερικά, προσωπικά του ζητήματα έχουν προκαλέσει αυτή την αναστάτωση. Ή, ότι η επαφή με συγκεκριμένους ανθρώπους και η σχέση του μαζί τους του διακινούν δύσκολα συναισθήματα που δεν μπορεί να διαχειριστεί και έτσι ασυνείδητα τα σωματοποιεί.
Διαχείριση έντονων συναισθημάτων
Ο Φρόιντ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος διαχειρίζεται τα πολύ έντονα συναισθήματά του (1). Ο άνθρωπος θέλει πάντα να δημιουργεί τρόπους με τους οποίους θα μπορεί να διαχειρίζεται τα πολύ έντονα συναισθήματά του. Η παράδοση και το σύστημα πίστης στο κακό μάτι και στο μάτιασμα αποτελούν ένα καλό επεξηγηματικό πλαίσιο για τα έντονα συναισθήματα που ο καθένας από εμάς μπορεί να νιώσει αλλά δεν ξέρει πού, πώς και σε ποιον να τα αποδώσει. Για τα συναισθήματα που μας προκαλούν οι άλλοι άνθρωποι γύρω μας που εμείς επιλέγουμε ή όχι να έχουμε κοντά μας και οι οποίοι μπορεί να νιώθουμε ότι μας αγαπούν, μας μισούν κοκ. Αν αναλογιστούμε, το κακό μάτι αποτελεί μια επεξήγηση σε όλα αυτά και, παράλληλα, είναι κατά βάση κάτι …ουδέτερο γιατί επεξηγεί τα συμπτώματά μας και δεν κατηγορεί άμεσα κανέναν, ούτε καν αυτόν που ματιάζει γιατί και αυτός μοιάζει ασυνείδητα και ανεξέλεγκτα να ματιάζει, σαν να μην μπορεί να κάνει κι αλλιώς… Έτσι όλα ερμηνεύονται χωρίς να προσωποποιείται κάτι και χωρίς κανείς να αναλαμβάνει την ευθύνη ουσιαστικά…
Το μάτιασμα και το κακό μάτι αποτελούν λοιπόν ένα επεξηγηματικό πλαίσιο που μπορεί να εμπεριέχει τον ανθρώπινο πόνο, την αβεβαιότητα, την αρρώστια αλλά και ένα σύστημα πίστης που βοηθά στην αναγνώριση και διαχείριση των συναισθημάτων του ανθρώπου.
Προβολή
Παράλληλα, στο μάτιασμα και στο κακό μάτι εμπεριέχεται και ο αμυντικός μηχανισμός της προβολής. Ο άνθρωπος, όταν δεν μπορεί να διαχειριστεί τα έντονα συναισθήματα που βιώνει, έχει ανάγκη να τα προβάλλει σε κάτι έξω από εκείνον. Το κακό μάτι αποτελεί έναν καλό «εξωτερικό» στόχο στον οποίο μπορούν να αποδοθούν όλα τα άγχη, οι συγκρούσεις αλλά και η ενοχή που μπορεί να αποφέρει η αποδοχή ευθύνης για μια αρρώστια, κάποια συμπτώματα, λανθασμένες επιλογές κλπ.
Το αίσθημα ντροπής
Το μάτιασμα και το κακό μάτι αποτελούν επίσης μια επεξήγηση για το αίσθημα ντροπής που μπορεί να γεννούν τα δικά μας έντονα συναισθήματα σχετικά με τον εαυτό μας αλλά και τους άλλους.
Ο φόβος του φθόνου
Εδώ λοιπόν ερχόμαστε και στο πιο βασικό στοιχείο της ανάλυσής μας σχετικά με το «κακό μάτι»: το φόβο που είχε ανέκαθεν ο άνθρωπος για το φθόνο. Το φθόνο που μπορεί να εισπράξει από τους άλλους, το φθόνο που μπορεί να νιώθει ο ίδιος για τους άλλους και δεν μπορεί να ελέγξει, να αποκρύψει και να δικαιολογήσει στον εαυτό του χωρίς να νιώσει ενοχές. Πολλές φορές, επίσης, υποθέτουμε ότι οι άλλοι νιώθουν φθόνο επειδή εμείς θα νιώθαμε έτσι στη θέση τους. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι διαθέτουμε τόσες ευχές σχετικά με το πώς διώχνουμε το κακό όταν όλα πάνε καλά, όταν αποκτάμε κάτι ωραίο ή πολύτιμο. «Χτύπα ξύλο», λέμε συχνά, «φτου να μη σε ματιάσω…»κ.ά. Ο φθόνος είναι ένα συναίσθημα που όλοι φοβόμαστε γιατί φοβόμαστε την καταστροφικότητά του. Και το κουτσομπολιό αφορά πολλές φορές μια εσωτερική επεξεργασία του φθόνου και την ανάγκη προβολής των δύσκολων συναισθημάτων μας σε άλλους ανθρώπους..
Το βλέμμα και η ματιά των άλλων
Στην παρούσα ανάλυση δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε βέβαια τη σχέση του φθόνου και του αισθήματος της ντροπής με το βλέμμα και τη ματιά του ανθρώπου. Το βλέμμα και η ματιά είναι κάτι πολύ έντονο και, συνήθως, από το βλέμμα και τη ματιά ενός ανθρώπου καταλαβαίνουμε τι άνθρωπος είναι κανείς, πώς διατίθεται απέναντί μας κοκ. Θα έχει τύχει σε όλους μας να νιώθουμε ότι κάποιος ή κάποια μας κοιτά επίμονα και, όταν γυρνάμε και κοιτάμε, πράγματι ανακαλύπτουμε ότι αυτό που διαισθανόμασταν ήταν επακριβές (το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό βιβλιογραφικά ως φαινόμενο «stare effect»). Η ορθή προσέγγιση αυτού του θέματος αναφέρεται βέβαια σε εκτεταμένες έρευνες των νευροεπιστημών σχετικά με το αν το ανθρώπινο μάτι μπορεί να εκπέμπει κάποιας μορφής ακτινοβολία και τι έκτασης και επίδρασης μπορεί να είναι αυτή η ακτινοβολία.
Τα συμπτώματα του ματιάσματος είναι λίγο πολύ γνωστά: μετωπιαίος πονοκέφαλος, ναυτία, αίσθημα κούρασης και αδυναμίας, ανεξέλεγκτη υπνηλία, έμετος, ίσως και μια… τάση προς ατυχήματα είναι μερικά από αυτά. Το άτομο συνήθως νιώθει ξαφνικά αυτά τα συμπτώματα, σε συνθήκες που δεν μπορεί να τα αποδώσει σε κάποιον άλλο αιτιολογικό παράγοντα. Βέβαια, συνήθως κάποιος θα πει ότι τον έχουν ματιάσει, ή θα του το πουν και οι άλλοι, όταν θα έχει έρθει σε αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους. Πάντα κανείς ψάχνει να βρει ποιον είδε, ποιον συνάντησε, ποιος τον κοίταξε περίεργα, ποιος τον μάτιασε…
Η θεραπεία του ματιάσματος, το ξεμάτιασμα, είναι σχετικά απλή, όπως και η διάγνωση του προβλήματος, αν και διαφοροποιείται από άτομο σε άτομο, ή, μάλλον, θα έλεγε κανείς, από οικογενειακή παράδοση ή ακόμη και από την καταγωγή κάποιου. Για παράδειγμα, αν κάποιος είναι ματιασμένος, μια σταγόνα λάδι που τοποθετείται σε ένα ποτήρι νερό που βρίσκεται μπροστά του θα διαλυθεί αντί να επιπλεύσει στην επιφάνεια του νερού. Σε άλλα μέρη της Ελλάδας λέγεται ότι η σταγόνα πρέπει να δημιουργήσει ένα σχήμα οβάλ, «σαν μάτι», στην επιφάνεια του νερού. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί κανείς να δει την επίδραση στις χειρονομίες και τη συμπεριφορά του ατόμου ή ακουμπώντας το μέτωπό του…
Η τεχνική του ξεματιάσματος επίσης ποικίλλει, συνήθως ανά γεωγραφική περιοχή. Σε κάποιες πρακτικές αναφέρεται ότι χρησιμοποιείται ένα καντήλι, με το φιτίλι να επιπλέει σε μισό λάδι και σε μισό νερό. Το καντήλι ανάβει και το άτομο που ξεματιάζει λέει ειδικές ευχές και προσευχές. Το νερό απορροφά την κακή ενέργεια και πρέπει στη συνέχεια να πεταχτεί. Σε άλλες περιπτώσεις το άτομο που ξεματιάζει απορροφά το ίδιο την κακή ενέργεια και για αυτό χασμουριέται συνέχεια…
Η τεχνική του ξεματιάσματος περνά επίσης από γενιά σε γενιά, από τις μάνες στους γιους και από τους γιους στις κόρες. Η μάνα δεν μπορεί να «διδάξει» τις ευχές στην κόρη προφορικά, δια μέσω του λόγου. Για τη μάνα και την κόρη η συγκεκριμένη πίστη προσφέρει μια διασύνδεση όταν το κορίτσι ενηλικιωθεί και γίνει η ίδια μητέρα. Τότε το ξεμάτιασμα αποτελεί ένα τελετουργικό που μεταφέρεται, μια μεταβίβαση γνώσης, ένα σύμβολο αποδοχής στον κόσμο των ενηλίκων. Η μητέρα, έστω και από μακριά, μπορεί να «γιατρέψει» την επιρροή του ματιάσματος.
Πράγματι, η πίστη στο μάτιασμα και στο κακό μάτι αποτελεί μια ευρέως διαδεδομένη παράδοση που κληρονομείται, από τα αρχαία χρόνια μάλιστα, και συναντάται όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε πολλά άλλα μέρη του πλανήτη. Ανθρωπολογικές μελέτες αναφέρουν ότι μια τέτοια πίστη είναι απολύτως φυσική και εναρμονισμένη με την ανθρώπινη φύση και το ένστικτο καθώς αφορά στην επιβίωση του ανθρώπου και ως τέτοια έχει άμεση χρησιμότητα. Με άλλα λόγια, είναι πολύ φυσικό ο άνθρωπος να ήθελε πάντα να βρίσκει τρόπους να «ανιχνεύει», να διαισθάνεται ποιοι άνθρωποι γύρω του είναι φιλικά διακείμενοι απέναντί του και ποιοι όχι. Ποιοι θέλουν το κακό του και ποιοι όχι……
Σωματοποίηση
Παρατηρείται όμως ότι ο άνθρωπος έχει περισσότερο την τάση να σωματοποιεί αυτό που του συμβαίνει παρά να αναγνωρίζει την πηγή του στον εαυτό του. Το γεγονός αυτό το παρατηρούμε και σε όλα τα ψυχοσωματικά προβλήματα στα οποία διαδραματίζεται ουσιαστικά η ίδια δυναμική: μη συνειδητοποιημένα συναισθήματα βρίσκουν έκφραση στο σώμα, με διάφορα συμπτώματα και πόνους. Αν έρθουμε τώρα στο μάτιασμα και στο κακό μάτι θα παρατηρήσουμε και εδώ την ίδια διαδικασία. Ένα άτομο που δεν συνειδητοποιεί τα συναισθήματά του, τις συγκρούσεις του και τα διλήμματά του, αλλά και την πίεση που ασκούν όλα αυτά πάνω του, αρχίζει να μην νιώθει καλά, να νιώθει αδιαθεσία, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι εσωτερικά, προσωπικά του ζητήματα έχουν προκαλέσει αυτή την αναστάτωση. Ή, ότι η επαφή με συγκεκριμένους ανθρώπους και η σχέση του μαζί τους του διακινούν δύσκολα συναισθήματα που δεν μπορεί να διαχειριστεί και έτσι ασυνείδητα τα σωματοποιεί.
Διαχείριση έντονων συναισθημάτων
Ο Φρόιντ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος διαχειρίζεται τα πολύ έντονα συναισθήματά του (1). Ο άνθρωπος θέλει πάντα να δημιουργεί τρόπους με τους οποίους θα μπορεί να διαχειρίζεται τα πολύ έντονα συναισθήματά του. Η παράδοση και το σύστημα πίστης στο κακό μάτι και στο μάτιασμα αποτελούν ένα καλό επεξηγηματικό πλαίσιο για τα έντονα συναισθήματα που ο καθένας από εμάς μπορεί να νιώσει αλλά δεν ξέρει πού, πώς και σε ποιον να τα αποδώσει. Για τα συναισθήματα που μας προκαλούν οι άλλοι άνθρωποι γύρω μας που εμείς επιλέγουμε ή όχι να έχουμε κοντά μας και οι οποίοι μπορεί να νιώθουμε ότι μας αγαπούν, μας μισούν κοκ. Αν αναλογιστούμε, το κακό μάτι αποτελεί μια επεξήγηση σε όλα αυτά και, παράλληλα, είναι κατά βάση κάτι …ουδέτερο γιατί επεξηγεί τα συμπτώματά μας και δεν κατηγορεί άμεσα κανέναν, ούτε καν αυτόν που ματιάζει γιατί και αυτός μοιάζει ασυνείδητα και ανεξέλεγκτα να ματιάζει, σαν να μην μπορεί να κάνει κι αλλιώς… Έτσι όλα ερμηνεύονται χωρίς να προσωποποιείται κάτι και χωρίς κανείς να αναλαμβάνει την ευθύνη ουσιαστικά…
Το μάτιασμα και το κακό μάτι αποτελούν λοιπόν ένα επεξηγηματικό πλαίσιο που μπορεί να εμπεριέχει τον ανθρώπινο πόνο, την αβεβαιότητα, την αρρώστια αλλά και ένα σύστημα πίστης που βοηθά στην αναγνώριση και διαχείριση των συναισθημάτων του ανθρώπου.
Προβολή
Παράλληλα, στο μάτιασμα και στο κακό μάτι εμπεριέχεται και ο αμυντικός μηχανισμός της προβολής. Ο άνθρωπος, όταν δεν μπορεί να διαχειριστεί τα έντονα συναισθήματα που βιώνει, έχει ανάγκη να τα προβάλλει σε κάτι έξω από εκείνον. Το κακό μάτι αποτελεί έναν καλό «εξωτερικό» στόχο στον οποίο μπορούν να αποδοθούν όλα τα άγχη, οι συγκρούσεις αλλά και η ενοχή που μπορεί να αποφέρει η αποδοχή ευθύνης για μια αρρώστια, κάποια συμπτώματα, λανθασμένες επιλογές κλπ.
Το αίσθημα ντροπής
Το μάτιασμα και το κακό μάτι αποτελούν επίσης μια επεξήγηση για το αίσθημα ντροπής που μπορεί να γεννούν τα δικά μας έντονα συναισθήματα σχετικά με τον εαυτό μας αλλά και τους άλλους.
Ο φόβος του φθόνου
Εδώ λοιπόν ερχόμαστε και στο πιο βασικό στοιχείο της ανάλυσής μας σχετικά με το «κακό μάτι»: το φόβο που είχε ανέκαθεν ο άνθρωπος για το φθόνο. Το φθόνο που μπορεί να εισπράξει από τους άλλους, το φθόνο που μπορεί να νιώθει ο ίδιος για τους άλλους και δεν μπορεί να ελέγξει, να αποκρύψει και να δικαιολογήσει στον εαυτό του χωρίς να νιώσει ενοχές. Πολλές φορές, επίσης, υποθέτουμε ότι οι άλλοι νιώθουν φθόνο επειδή εμείς θα νιώθαμε έτσι στη θέση τους. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι διαθέτουμε τόσες ευχές σχετικά με το πώς διώχνουμε το κακό όταν όλα πάνε καλά, όταν αποκτάμε κάτι ωραίο ή πολύτιμο. «Χτύπα ξύλο», λέμε συχνά, «φτου να μη σε ματιάσω…»κ.ά. Ο φθόνος είναι ένα συναίσθημα που όλοι φοβόμαστε γιατί φοβόμαστε την καταστροφικότητά του. Και το κουτσομπολιό αφορά πολλές φορές μια εσωτερική επεξεργασία του φθόνου και την ανάγκη προβολής των δύσκολων συναισθημάτων μας σε άλλους ανθρώπους..
Το βλέμμα και η ματιά των άλλων
Στην παρούσα ανάλυση δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε βέβαια τη σχέση του φθόνου και του αισθήματος της ντροπής με το βλέμμα και τη ματιά του ανθρώπου. Το βλέμμα και η ματιά είναι κάτι πολύ έντονο και, συνήθως, από το βλέμμα και τη ματιά ενός ανθρώπου καταλαβαίνουμε τι άνθρωπος είναι κανείς, πώς διατίθεται απέναντί μας κοκ. Θα έχει τύχει σε όλους μας να νιώθουμε ότι κάποιος ή κάποια μας κοιτά επίμονα και, όταν γυρνάμε και κοιτάμε, πράγματι ανακαλύπτουμε ότι αυτό που διαισθανόμασταν ήταν επακριβές (το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό βιβλιογραφικά ως φαινόμενο «stare effect»). Η ορθή προσέγγιση αυτού του θέματος αναφέρεται βέβαια σε εκτεταμένες έρευνες των νευροεπιστημών σχετικά με το αν το ανθρώπινο μάτι μπορεί να εκπέμπει κάποιας μορφής ακτινοβολία και τι έκτασης και επίδρασης μπορεί να είναι αυτή η ακτινοβολία.