Ποια είναι η παλαιότερη ανάμνηση που έχετε από την παιδική σας ηλικία; Πόσες φορές έχει τύχει να σας περιγράφουν οι γονείς σας κάποιο γεγονός από τα πρώτα χρόνια της ζωής σας, που αν και βρισκόσασταν εκεί, αδυνατείτε να το θυμηθείτε; Πόσα γεγονότα από εκείνη την πρώτη περίοδο της ζωής σας αναρωτιέστε αν αποτελούν πραγματικές σας αναμνήσεις ή απλά αφηγήσεις συγγενών; Όσο πίσω στο χρόνο και να φτάνει η μνήμη σας, είναι σχεδόν αδύνατο να ανακαλέσετε μνήμες από τα 3-4 πρώτα χρόνια της ζωής σας. Αυτό οφείλεται στο φαινόμενο της Παιδικής Αμνησίας ή Αμνησίας της Παιδικής Ηλικίας και πρόκειται ουσιαστικά για τηνανικανότητα των ενηλίκων να θυμηθούν γεγονότα από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους, πριν το 3ο ή 4ο έτος. Στο σημείο αυτό πρέπει να καταστεί σαφές ότι το φαινόμενο δεν αναφέρεται σε πλήρη απουσία μνημών, αλλά σε μια σχετική έλλειψη αυτών. Από σχετικές έρευνες έχει προκύψει ότι παιδιά κάτω των 3-4 ετών έχουν την ικανότητα τόσο να αποθηκεύουν όσο και να ανακαλούν πληροφορίες. Επιπλέον, από έρευνες έχει προκύψει το συμπέρασμα ότι παρόλο που ως ενήλικες αδυνατούμε να χρησιμοποιήσουμε σε συνειδητό επίπεδο πληροφορίες από την πρώιμη παιδική ηλικία, πρόκειται για μνήμες υπαρκτές που ασκούν πάνω μας επιρροή σε ασυνείδητο επίπεδο. Τα τελευταία χρόνια έχει πραγματοποιηθεί πλήθος ερευνών με σκοπό να προσδιοριστούν τα χαρακτηριστικά και οι παράγοντες που συμβάλλουν στην ύπαρξη αυτού του φαινομένου, καθώς και τις πιθανές εξηγήσεις της ύπαρξης του Παρακάτω θα αναφερθούν ορισμένες από τις επικρατέστερες επεξηγήσεις που έχουν δοθεί για το φαινόμενο, κάποιες εκ των οποίων έχουν ήδη καταρριφθεί.
Η Φρουδική Θεωρία για την Παιδική Αμνησία είναι μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες θεωρίες. Ο S. Freud συνέδεσε την Παιδική Αμνησία με την ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη και τις πρώιμες παιδικές εμπειρίες, υποστηρίζοντας ότι είναι το αποτέλεσμα της προσπάθειας του μυαλού να καταστείλει μνήμες από τραυματικά γεγονότα που σχετίζονται με την ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη του νηπίου. Πρόκειται για μία άποψη που θα μπορούσε ενδεχομένως να στηριχθεί μερικώς, ωστόσο δεν υπάρχει επαρκές ερευνητικό υλικό που να την στηρίζει. Άλλωστε η Φρουδική Θεωρία, συμπεριλαμβανομένης και της εν λόγω παραμέτρου της, έχει υποστεί αυστηρή κριτική από πλήθος επιστημόνων.
Μια ακόμα εξήγηση της Παιδικής Αμνησίας έχει βασιστεί στη βιολογική ανάπτυξη του ανθρώπινου οργανισμού. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, το μυαλό του νηπίου δεν είναι αρκετά ώριμο διανοητικά, ώστε να δημιουργήσει μακρόχρονη αυτοβιογραφική συνειδητή μνήμη. Πιο συγκεκριμένα, εκείνα τα μέρη του εγκεφάλου που σχετίζονται με αυτού του είδους την μνήμη, ο Ιππόκαμπος και ο Προμετωπιαίος Λωβός, δεν είναι επαρκώς ανεπτυγμένα πριν το 3ο ή 4ο έτος. Έτσι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το φαινόμενο της Παιδικής Αμνησίας θα μπορούσε να επεξηγηθεί βιολογικά. Η ελλιπής γλωσσική ανάπτυξη των νηπίων αποτελεί μία ακόμα παράμετρο που θα μπορούσε να εξηγήσει την Παιδική Αμνησία. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, ένα νήπιο δε διαθέτει την κατάλληλη γλωσσική ικανότητα να κωδικοποιήσει αυτοβιογραφικές μνήμες με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορεί να τις αποκωδικοποίησει μετέπειτα ως ενήλικας. Επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι από το 5ο έτος και μετά η ομιλία του παιδιού πλησιάζει την ομιλία των ενηλίκων. Έτσι, η θεωρία της γλωσσικής ανάπτυξη φαίνεται να ανταποκρίνεται επαρκώς στην εξήγηση της Παιδικής Αμνησίας. Ωστόσο ακόμα και σε αυτή την τόσο φαινομενικά επαρκή εξήγηση προκύπτει ένα ερώτημα: Πώς γίνεται η Παιδική Αμνησία να παρατηρείται και σε εκ γενετής κωφάλαλους ανθρώπους;
Μία άλλη παράμετρος που εξετάστηκε, προκειμένου να δοθούν απαντήσεις αναφορικά με το φαινόμενο βασίστηκε στη σύνδεση της συναισθηματικής μνήμης, που προκύπτει από το τμήμα του εγκεφάλου του ονομάζεται Αμυγδαλή, και της συνειδητής αυτοβιογραφικής μνήμης, που προκύπτει από τον Ιππόκαμπο. Ουσιαστικά πρόκειται για δύο αυτόνομα τμήματα του εγκεφάλου όσον αφορά τη λειτουργία τους, που σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση για την εξήγηση του φαινομένου, συνδέονται όσον αφορά την κωδικοποίηση των αναμνήσεων. Έτσι, οι διαφορές στον τρόπο που βιώνεται μια συναισθηματική κατάσταση από ένα νήπιο κι έναν ενήλικα, θα μπορούσαν να αποτελούν την αιτία της Παιδικής Αμνησίας. Ωστόσο και αυτή η προσπάθεια επεξήγησης του φαινομένου δεν έχει αποδειχθεί επαρκώς ερευνητικά, ώστε να χαρακτηριστεί αληθής.
Σε μία άλλη προσπάθεια, επιστήμονες επιχείρησαν να αποδώσουν την ύπαρξη της Παιδικής Αμνησίας στον διαφορετικό τρόπο που αντιλαμβάνεται τον κόσμο ένα νήπιο και ένας ενήλικας. Με απλά λόγια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σκέψη ενός νηπίου και ο τρόπος αντίληψης του κόσμου από αυτό βασίζεται σε περιστασιακές μνήμες και απλούς συλλογισμούς, μέχρι και το 4ο με 5ο έτος που αρχίζει πλέον να αντιλαμβάνεται τον κόσμο με τρόπο που πλησιάζει περισσότερο αυτόν ενός ενήλικα. Έτσι, για μία ακόμα φορά τίθεται το ζήτημα αναφορικά με την κωδικοποίηση και αποκωδικοποίηση των αναμνήσεων.Επιπλέον ,σύμφωνα με θεωρίες ανάπτυξης, ένα νήπιο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ξεχωριστή οντότητα από το περιβάλλον του κατά το 2ο έτος. Έτσι, θα μπορούσε να θεωρηθεί λογικό το φαινόμενο της Παιδικής Αμνησίας τουλάχιστον μέχρι αυτή την ηλικία, καθώς η έλλειψη συνείδησης του εαυτού μπορεί να συνδέεται με την έλλειψη συνειδητής μνήμης. Ωστόσο, φαίνεται να υπάρχει κάποια ειδική λειτουργία του εγκεφάλου που δίνει τη δυνατότητα να διατηρούνται κάποιες μνήμες ακόμα και από την πρώιμη παιδική ηλικία, καθώς όπως έχει προαναφερθεί, το φαινόμενο της Παιδικής Αμνησίας αναφέρεται σε μερική απώλεια μνήμης και όχι σε ολική.
Δύο ακόμη παράμετροι που έχουν διερευνηθεί τις τελευταίες δεκαετίες είναι το φύλο και η φυλή. Όσον αφορά το φύλο, σύμφωνα με έρευνες του 1999, του 2000 και του 2004, οι γυναίκες φαίνεται να έχουν ζωηρότερες και παλαιότερες αναμνήσεις από την πρώιμη παιδική ηλικία σε σχέση με τους άντρες. Αυτό ενδέχεται να οφείλεται αφενός στο ότι τα κορίτσια φαίνεται να αναπτύσσονται γρηγορότερα σε γλωσσικό επίπεδο και αφετέρου στις διαφορές των δύο φύλων στην αλληλεπίδραση τους ως παιδιά. Όσον αφορά την φυλή,σύμφωνα με μελέτη του 2000, προέκυψε ότι οι Ευρωπαίοι φαίνεται να έχουν προγενέστερες πρώιμες μνήμες συγκριτικά με τους Ασιατικούς λαούς, χωρίς ωστόσο να πρόκειται για ερευνητικά παγιωμένη παράμετρο. Και τα δύο αυτά στοιχεία δεν αποτελούν ακόμη επαρκώς αποδεδειγμένες επιστημονικές αλήθειες.
Κλείνοντας, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι παρόλο που τα παιδιά δεν έχουν συνειδητές μνήμες των πρώτων χρόνων της ζωής τους, οι πράξεις και τα γεγονότα που βιώνουν, καθορίζουν σημαντικά το υπόλοιπο της ζωής τους. Μπορεί ένα συμβάν να μην αποτελεί συνειδητή μνήμη, αλλά αυτό που δεν συμβαίνει είναι ότι το συμβάν δεν έχει θετική ή αρνητική επιρροή πάνω στο άτομο. Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό οι γονείς να συμβάλουν δίνοντας αίσθηση προστασίας, ασφάλειας, στοργής και αγάπης στο παιδί κατά την ανάπτυξη του άσχετα με το αν δεν υπάρχει συνειδητή ανάμνηση για αυτά τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Κατά τα πρώτα χρόνια της ανάπτυξης, τον κύριο λόγο διαδραματίζει η οικογένεια, που αποτελεί πρότυπο για ένα παιδί. Ακόμη κι αν τα παιδιά δεν έχουν συνειδητές αναμνήσεις από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους, οι πληροφορίες καταγράφονται σε ασυνείδητο επίπεδο κι έτσι αργότερα το άτομο είναι έτοιμο να επεξεργαστεί και να αποθηκεύσει γεγονότα της ζωής του.
Η Φρουδική Θεωρία για την Παιδική Αμνησία είναι μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες θεωρίες. Ο S. Freud συνέδεσε την Παιδική Αμνησία με την ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη και τις πρώιμες παιδικές εμπειρίες, υποστηρίζοντας ότι είναι το αποτέλεσμα της προσπάθειας του μυαλού να καταστείλει μνήμες από τραυματικά γεγονότα που σχετίζονται με την ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη του νηπίου. Πρόκειται για μία άποψη που θα μπορούσε ενδεχομένως να στηριχθεί μερικώς, ωστόσο δεν υπάρχει επαρκές ερευνητικό υλικό που να την στηρίζει. Άλλωστε η Φρουδική Θεωρία, συμπεριλαμβανομένης και της εν λόγω παραμέτρου της, έχει υποστεί αυστηρή κριτική από πλήθος επιστημόνων.
Μια ακόμα εξήγηση της Παιδικής Αμνησίας έχει βασιστεί στη βιολογική ανάπτυξη του ανθρώπινου οργανισμού. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, το μυαλό του νηπίου δεν είναι αρκετά ώριμο διανοητικά, ώστε να δημιουργήσει μακρόχρονη αυτοβιογραφική συνειδητή μνήμη. Πιο συγκεκριμένα, εκείνα τα μέρη του εγκεφάλου που σχετίζονται με αυτού του είδους την μνήμη, ο Ιππόκαμπος και ο Προμετωπιαίος Λωβός, δεν είναι επαρκώς ανεπτυγμένα πριν το 3ο ή 4ο έτος. Έτσι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το φαινόμενο της Παιδικής Αμνησίας θα μπορούσε να επεξηγηθεί βιολογικά. Η ελλιπής γλωσσική ανάπτυξη των νηπίων αποτελεί μία ακόμα παράμετρο που θα μπορούσε να εξηγήσει την Παιδική Αμνησία. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, ένα νήπιο δε διαθέτει την κατάλληλη γλωσσική ικανότητα να κωδικοποιήσει αυτοβιογραφικές μνήμες με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορεί να τις αποκωδικοποίησει μετέπειτα ως ενήλικας. Επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι από το 5ο έτος και μετά η ομιλία του παιδιού πλησιάζει την ομιλία των ενηλίκων. Έτσι, η θεωρία της γλωσσικής ανάπτυξη φαίνεται να ανταποκρίνεται επαρκώς στην εξήγηση της Παιδικής Αμνησίας. Ωστόσο ακόμα και σε αυτή την τόσο φαινομενικά επαρκή εξήγηση προκύπτει ένα ερώτημα: Πώς γίνεται η Παιδική Αμνησία να παρατηρείται και σε εκ γενετής κωφάλαλους ανθρώπους;
Μία άλλη παράμετρος που εξετάστηκε, προκειμένου να δοθούν απαντήσεις αναφορικά με το φαινόμενο βασίστηκε στη σύνδεση της συναισθηματικής μνήμης, που προκύπτει από το τμήμα του εγκεφάλου του ονομάζεται Αμυγδαλή, και της συνειδητής αυτοβιογραφικής μνήμης, που προκύπτει από τον Ιππόκαμπο. Ουσιαστικά πρόκειται για δύο αυτόνομα τμήματα του εγκεφάλου όσον αφορά τη λειτουργία τους, που σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση για την εξήγηση του φαινομένου, συνδέονται όσον αφορά την κωδικοποίηση των αναμνήσεων. Έτσι, οι διαφορές στον τρόπο που βιώνεται μια συναισθηματική κατάσταση από ένα νήπιο κι έναν ενήλικα, θα μπορούσαν να αποτελούν την αιτία της Παιδικής Αμνησίας. Ωστόσο και αυτή η προσπάθεια επεξήγησης του φαινομένου δεν έχει αποδειχθεί επαρκώς ερευνητικά, ώστε να χαρακτηριστεί αληθής.
Σε μία άλλη προσπάθεια, επιστήμονες επιχείρησαν να αποδώσουν την ύπαρξη της Παιδικής Αμνησίας στον διαφορετικό τρόπο που αντιλαμβάνεται τον κόσμο ένα νήπιο και ένας ενήλικας. Με απλά λόγια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σκέψη ενός νηπίου και ο τρόπος αντίληψης του κόσμου από αυτό βασίζεται σε περιστασιακές μνήμες και απλούς συλλογισμούς, μέχρι και το 4ο με 5ο έτος που αρχίζει πλέον να αντιλαμβάνεται τον κόσμο με τρόπο που πλησιάζει περισσότερο αυτόν ενός ενήλικα. Έτσι, για μία ακόμα φορά τίθεται το ζήτημα αναφορικά με την κωδικοποίηση και αποκωδικοποίηση των αναμνήσεων.Επιπλέον ,σύμφωνα με θεωρίες ανάπτυξης, ένα νήπιο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ξεχωριστή οντότητα από το περιβάλλον του κατά το 2ο έτος. Έτσι, θα μπορούσε να θεωρηθεί λογικό το φαινόμενο της Παιδικής Αμνησίας τουλάχιστον μέχρι αυτή την ηλικία, καθώς η έλλειψη συνείδησης του εαυτού μπορεί να συνδέεται με την έλλειψη συνειδητής μνήμης. Ωστόσο, φαίνεται να υπάρχει κάποια ειδική λειτουργία του εγκεφάλου που δίνει τη δυνατότητα να διατηρούνται κάποιες μνήμες ακόμα και από την πρώιμη παιδική ηλικία, καθώς όπως έχει προαναφερθεί, το φαινόμενο της Παιδικής Αμνησίας αναφέρεται σε μερική απώλεια μνήμης και όχι σε ολική.
Δύο ακόμη παράμετροι που έχουν διερευνηθεί τις τελευταίες δεκαετίες είναι το φύλο και η φυλή. Όσον αφορά το φύλο, σύμφωνα με έρευνες του 1999, του 2000 και του 2004, οι γυναίκες φαίνεται να έχουν ζωηρότερες και παλαιότερες αναμνήσεις από την πρώιμη παιδική ηλικία σε σχέση με τους άντρες. Αυτό ενδέχεται να οφείλεται αφενός στο ότι τα κορίτσια φαίνεται να αναπτύσσονται γρηγορότερα σε γλωσσικό επίπεδο και αφετέρου στις διαφορές των δύο φύλων στην αλληλεπίδραση τους ως παιδιά. Όσον αφορά την φυλή,σύμφωνα με μελέτη του 2000, προέκυψε ότι οι Ευρωπαίοι φαίνεται να έχουν προγενέστερες πρώιμες μνήμες συγκριτικά με τους Ασιατικούς λαούς, χωρίς ωστόσο να πρόκειται για ερευνητικά παγιωμένη παράμετρο. Και τα δύο αυτά στοιχεία δεν αποτελούν ακόμη επαρκώς αποδεδειγμένες επιστημονικές αλήθειες.
Κλείνοντας, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι παρόλο που τα παιδιά δεν έχουν συνειδητές μνήμες των πρώτων χρόνων της ζωής τους, οι πράξεις και τα γεγονότα που βιώνουν, καθορίζουν σημαντικά το υπόλοιπο της ζωής τους. Μπορεί ένα συμβάν να μην αποτελεί συνειδητή μνήμη, αλλά αυτό που δεν συμβαίνει είναι ότι το συμβάν δεν έχει θετική ή αρνητική επιρροή πάνω στο άτομο. Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό οι γονείς να συμβάλουν δίνοντας αίσθηση προστασίας, ασφάλειας, στοργής και αγάπης στο παιδί κατά την ανάπτυξη του άσχετα με το αν δεν υπάρχει συνειδητή ανάμνηση για αυτά τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Κατά τα πρώτα χρόνια της ανάπτυξης, τον κύριο λόγο διαδραματίζει η οικογένεια, που αποτελεί πρότυπο για ένα παιδί. Ακόμη κι αν τα παιδιά δεν έχουν συνειδητές αναμνήσεις από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους, οι πληροφορίες καταγράφονται σε ασυνείδητο επίπεδο κι έτσι αργότερα το άτομο είναι έτοιμο να επεξεργαστεί και να αποθηκεύσει γεγονότα της ζωής του.