Οι άνθρωποι ονόμασαν τον Έρωτα φτερωτό γιατί έχει φτερά. Οι θεοί τον ονόμασαν έτσι γιατί έχει τη δύναμη να δίνει φτερά». Τα λόγια ανήκουν στον Αθηναίο φιλόσοφο Πλάτωνα και ίσως σήμερα, λίγες ημέρες πριν από τη 14η Φεβρουαρίου, τη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου, και ελέω οικονομικής κρίσης, οι ερωτευμένοι να είναι οι πιο δυνατοί, γεμάτοι ενέργεια και κίνητρα να αντιμετωπίσουν τα πάντα, μα πάνω απʼ όλα για να αφεθούν στη μαγεία που έχει η ζωή όταν τη μοιράζεσαι με το ταίρι σου.Από πού, αλήθεια, αντλούν τόση ενέργεια οι ερωτευμένοι; Τι μας συμβαίνει όταν ερωτευόμαστε; Για πόσο μπορεί να κρατήσει το έντονο συναίσθημα και, άραγε, είναι αναπόφευκτο κάποια στιγμή να σβήσει; Η επιστήμη έρχεται να δώσει απαντήσεις σε όλʼ αυτά τα ερωτήματα.
«Καίει» τον εγκέφαλο!
Έχει επικρατήσει η φράση «έρωτας με την πρώτη ματιά», η επιστήμη, όμως, με συνεχείς μελέτες, έχει αποδείξει πειραματικά –με απεικόνιση μαγνητικού συντονισμού και μετρήσεις ορμονών σε ερωτευμένους εθελοντές– ότι όταν ερωτευόμαστε όλες μας οι αισθήσεις ταράζονται, έρχονται «τα πάνω κάτω» και ο εγκέφαλος στην κυριολεξία παθαίνει μπλακάουτ! «Όταν ερωτευόμαστε, τα τμήματα του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται είναι αυτά τα οποία ενεργοποιούνται κι όταν κάποιος καταναλώνει οπιούχα. Η λειτουργία, λοιπόν, μοιάζει λίγο με την εξάρτηση. Δηλαδή, όσο ερχόμαστε κοντά στο πρόσωπο που επιθυμούμε, ηρεμούμε. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει όταν είμαστε μακριά του.
Ο έρωτας μπορεί να προσεγγιστεί ως βιολογικό φαινόμενο, μια και πολλές από τις ορμόνες μας εμπλέκονται τόσο στη γένεση όσο και στη διατήρησή του. Υπάρχουν τρία στάδια, τα οποία επεξηγούν τι ακριβώς σημαίνει έρωτας βιολογικά και είναι, μάλιστα, αποδεκτά από την επιστημονική κοινότητα διεθνώς. Στο πρώτο στάδιο, οι σεξουαλικές ορμόνες βρίσκονται σε πολύ μεγάλη έξαρση, ενώ στο δεύτερο υπάρχει πολύ μεγάλο πάθος και ενεργοποιείται το σύστημα παραγωγής ντοπαμίνης, που κάνει το άτομο να έρχεται πολύ κοντά στο ταίρι του, να το ποθεί πάρα πολύ και να μην σκέφτεται τίποτʼ άλλο πέρα από το σύντροφό του. Τέλος, στο τρίτο στάδιο κάνουν την εμφάνισή τους, μεταξύ άλλων, η οξυτοκίνη και η βαζοπρεσίνη, ορμόνες που σχετίζονται με την τρυφερότητα και την αγάπη και πρόκειται μεν για ερωτική φάση, αλλά σίγουρα στερείται του αρχικού πάθους.
Ο έρωτας έχει πάντα «ημερομηνία λήξης»;
«Ο χρόνος είναι φίλος της φιλίας και εχθρός του έρωτα», έγραψε ο Γάλλος συγγραφέας Ζαν Ντε Λα Μπριγιέρ (1645-1696), άποψη με την οποία πολλοί ίσως ταυτίζονται, ανατρέπεται, όμως, από την Μπιάνκα Ασεβέντο, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, η οποία μελέτησε μαγνητικές εγκεφάλου ζευγαριών που παραμένουν πολύ ερωτευμένα έπειτα από είκοσι χρόνια γάμου και παρατήρησε ακριβώς την ίδια εγκεφαλική δραστηριότητα που βλέπουμε σε νιόπαντρα ζευγάρια, αλλά χωρίς το στοιχείο της νευρικότητας και των εμμονών.
Ο έρωτας περνά πολλές φάσεις. Δεν θα ʼχει, όμως, την ίδια ένταση όπως στην αρχή. Μια μόνιμη σχέση που ανανεώνεται δεν μπορεί να ταυτιστεί με την αρχική περίοδο ποτέ. Και πολλοί άνθρωποι εκεί “την πατάνε”: Ματαιώνονται περιμένοντας την αρχική περίοδο. Μάλιστα, ανοίγουν άλμπουμ και ξαναβλέπουν τη σχέση που είχαν πριν από είκοσι χρόνια. Αυτό δεν μπορεί να ξαναγίνει ποτέ. Είναι ουτοπιστικό και ανώριμο. Αυτό που μπορεί να γίνει είναι το ζευγάρι να βιώνει καινούριες συμπεριφορές, βιώνοντας εκ νέου ρομαντικές στιγμές του παρελθόντος, αλλά στο σήμερα. Οι άνθρωποι είναι βιωματικοί. Δεν ανήκουν στο παρελθόν. Ζουν στο παρόν, σκιαγραφούν το μέλλον, προσδοκούν....
«Καίει» τον εγκέφαλο!
Έχει επικρατήσει η φράση «έρωτας με την πρώτη ματιά», η επιστήμη, όμως, με συνεχείς μελέτες, έχει αποδείξει πειραματικά –με απεικόνιση μαγνητικού συντονισμού και μετρήσεις ορμονών σε ερωτευμένους εθελοντές– ότι όταν ερωτευόμαστε όλες μας οι αισθήσεις ταράζονται, έρχονται «τα πάνω κάτω» και ο εγκέφαλος στην κυριολεξία παθαίνει μπλακάουτ! «Όταν ερωτευόμαστε, τα τμήματα του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται είναι αυτά τα οποία ενεργοποιούνται κι όταν κάποιος καταναλώνει οπιούχα. Η λειτουργία, λοιπόν, μοιάζει λίγο με την εξάρτηση. Δηλαδή, όσο ερχόμαστε κοντά στο πρόσωπο που επιθυμούμε, ηρεμούμε. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει όταν είμαστε μακριά του.
Ο έρωτας μπορεί να προσεγγιστεί ως βιολογικό φαινόμενο, μια και πολλές από τις ορμόνες μας εμπλέκονται τόσο στη γένεση όσο και στη διατήρησή του. Υπάρχουν τρία στάδια, τα οποία επεξηγούν τι ακριβώς σημαίνει έρωτας βιολογικά και είναι, μάλιστα, αποδεκτά από την επιστημονική κοινότητα διεθνώς. Στο πρώτο στάδιο, οι σεξουαλικές ορμόνες βρίσκονται σε πολύ μεγάλη έξαρση, ενώ στο δεύτερο υπάρχει πολύ μεγάλο πάθος και ενεργοποιείται το σύστημα παραγωγής ντοπαμίνης, που κάνει το άτομο να έρχεται πολύ κοντά στο ταίρι του, να το ποθεί πάρα πολύ και να μην σκέφτεται τίποτʼ άλλο πέρα από το σύντροφό του. Τέλος, στο τρίτο στάδιο κάνουν την εμφάνισή τους, μεταξύ άλλων, η οξυτοκίνη και η βαζοπρεσίνη, ορμόνες που σχετίζονται με την τρυφερότητα και την αγάπη και πρόκειται μεν για ερωτική φάση, αλλά σίγουρα στερείται του αρχικού πάθους.
Ο έρωτας έχει πάντα «ημερομηνία λήξης»;
«Ο χρόνος είναι φίλος της φιλίας και εχθρός του έρωτα», έγραψε ο Γάλλος συγγραφέας Ζαν Ντε Λα Μπριγιέρ (1645-1696), άποψη με την οποία πολλοί ίσως ταυτίζονται, ανατρέπεται, όμως, από την Μπιάνκα Ασεβέντο, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, η οποία μελέτησε μαγνητικές εγκεφάλου ζευγαριών που παραμένουν πολύ ερωτευμένα έπειτα από είκοσι χρόνια γάμου και παρατήρησε ακριβώς την ίδια εγκεφαλική δραστηριότητα που βλέπουμε σε νιόπαντρα ζευγάρια, αλλά χωρίς το στοιχείο της νευρικότητας και των εμμονών.
Ο έρωτας περνά πολλές φάσεις. Δεν θα ʼχει, όμως, την ίδια ένταση όπως στην αρχή. Μια μόνιμη σχέση που ανανεώνεται δεν μπορεί να ταυτιστεί με την αρχική περίοδο ποτέ. Και πολλοί άνθρωποι εκεί “την πατάνε”: Ματαιώνονται περιμένοντας την αρχική περίοδο. Μάλιστα, ανοίγουν άλμπουμ και ξαναβλέπουν τη σχέση που είχαν πριν από είκοσι χρόνια. Αυτό δεν μπορεί να ξαναγίνει ποτέ. Είναι ουτοπιστικό και ανώριμο. Αυτό που μπορεί να γίνει είναι το ζευγάρι να βιώνει καινούριες συμπεριφορές, βιώνοντας εκ νέου ρομαντικές στιγμές του παρελθόντος, αλλά στο σήμερα. Οι άνθρωποι είναι βιωματικοί. Δεν ανήκουν στο παρελθόν. Ζουν στο παρόν, σκιαγραφούν το μέλλον, προσδοκούν....
Γνωριζόμαστε μεταξύ μας ή προσπαθούμε να αλλάξουμε ο ένας τον άλλον;
Οι άνθρωποι που σχετίζονται και αγαπάνε με έναν υγιή τρόπο επιδιώκουν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για να γνωρίσουν όσο καλύτερα γίνεται τον/την σύντροφό τους. Προτιμούν να ανακαλύπτουν κάθε φορά περισσότερο τον άνθρωπο που είναι δίπλα τους και όχι να τον αλλάξουν. Μια σχέση που απαιτεί κάποιον να αλλάξει σε κάτι άλλο από αυτό που είναι δεν χαρακτηρίζεται από φροντίδα, αναγνώριση και επικοινωνία αλλά από συμμόρφωση και υποταγή στις προσταγές του άλλου.
Προσφέρω ή δίνω για να πάρω;
Αγαπάω και ενδιαφέρομαι για κάποιον/α όταν επιθυμώ να προσφέρω στο/η σύντροφό μου αυτό που χρειάζεται όταν προκύψει ανάγκη, χωρίς να περιμένω κάτι σε αντάλλαγμα. Εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλο για να καλύπτουμε αμοιβαία τις ανάγκες μας και να είμαστε «εκεί» για τον άλλον. Όταν στην προσφορά υπάρχει και κάποιο τίμημα τότε πολύ σπάνια έχει τον χαρακτήρα της φροντίδας και του ενδιαφέροντος αλλά είναι περισσότερο ένας τρόπος να κερδίσω κάτι πίσω.
Διορθώνω ή εκδικούμαι;
Όταν πραγματικά ενδιαφερόμαστε και αγαπάμε τον/την συντροφό μας ο τσακωμός είναι μια ακόμη ευκαιρία να μάθουμε περισσότερα ο ένας για τον άλλον. Σε μια υγιή σχέση θα παρατηρήσετε μια αυθεντική προσπάθεια να διευθετηθούν λειτουργικά οι διαφωνίες και να στραφεί το ενδιαφέρον μας στον/στην σύντροφό μας και στο τί αισθάνεται. Στην αντίθετη περίπτωση, όταν η σχέση είναι εκδικητική, κάθε διαφωνία «χρησιμοποιείται» σαν ευκαιρία ανταπόδοσης των αρνητικών συναισθημάτων, σκέψεων και αντιδράσεων που μπορεί να έχει βιώσει παλαιότερα ένα από τα δύο μέλη της σχέσης.
Κοινοί στόχοι ή εγωκεντρισμός;
Δύο άνθρωποι μοιράζονται τη ζωή τους από κοινή τους απόφαση. Αυτό συνεπάγεται τον αμοιβαίο σεβασμό και την προαγωγή των στόχων, ονείρων και «θέλω» του/της συντρόφου μας. Επιθυμούμε να πραγματοποιηθούν αυτά που ο/η συντροφός μας επιθυμεί άσχετα αν εμπλεκόμαστε σε αυτά ή όχι. Οι «εγωκεντρικές» σχέσεις απαιτούν τη θυσία των επιθυμιών και την μη εκπλήρωση αυτών. Μια τέτοια σχέση δεν βασίζεται στο ενδιαφέρον για τον άλλο αλλά περισσότερο στο «υπάρχω μόνο εγώ».
Επιθυμία ή ενοχή;
Σε μια υγιή σχέση επιθυμώ από τον άλλο/η να θέλει να είμαι στη ζωή του και νοιάζομαι για τις ανάγκες του. Η ενοχή πολλές φορές είναι το μέσον να απαιτήσουμε από τον άλλο άνθρωπο να κάνει πράγματα όπως εμείς τα θέλουμε. Υγεία σε μια σχέση δεν είναι να συγκρίνουμε τον/την σύντροφό μας με άλλους θέλοντας να του «δείξουμε» πως θα ήμασταν εμείς ευχαριστημένοι. Λένε ότι σε μια στενή σχέση δίνουμε στον άλλο όλα τα όπλα για να μας πληγώσει. Το θέμα είναι να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα «όπλα» για να πληγώσουμε τον/την σύντροφό μας ή για να κατανοήσουμε καλύτερα, να προστατέψουμε και να μοιραστούμε με τον άνθρωπο που επιλέγουμε να είναι πλάι μας στην καθημερινή μας ζωή; Οι παραπάνω πέντε διαφορές είναι κάποιες από τις ενδείξεις για το πότε έχουμε μια υγιή σχέση και πότε όχι. Πόσο καλά «εκπαιδευμένοι» είμαστε στο να διακρίνουμε αυτά τα σημεία;
Οι άνθρωποι που σχετίζονται και αγαπάνε με έναν υγιή τρόπο επιδιώκουν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για να γνωρίσουν όσο καλύτερα γίνεται τον/την σύντροφό τους. Προτιμούν να ανακαλύπτουν κάθε φορά περισσότερο τον άνθρωπο που είναι δίπλα τους και όχι να τον αλλάξουν. Μια σχέση που απαιτεί κάποιον να αλλάξει σε κάτι άλλο από αυτό που είναι δεν χαρακτηρίζεται από φροντίδα, αναγνώριση και επικοινωνία αλλά από συμμόρφωση και υποταγή στις προσταγές του άλλου.
Προσφέρω ή δίνω για να πάρω;
Αγαπάω και ενδιαφέρομαι για κάποιον/α όταν επιθυμώ να προσφέρω στο/η σύντροφό μου αυτό που χρειάζεται όταν προκύψει ανάγκη, χωρίς να περιμένω κάτι σε αντάλλαγμα. Εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλο για να καλύπτουμε αμοιβαία τις ανάγκες μας και να είμαστε «εκεί» για τον άλλον. Όταν στην προσφορά υπάρχει και κάποιο τίμημα τότε πολύ σπάνια έχει τον χαρακτήρα της φροντίδας και του ενδιαφέροντος αλλά είναι περισσότερο ένας τρόπος να κερδίσω κάτι πίσω.
Διορθώνω ή εκδικούμαι;
Όταν πραγματικά ενδιαφερόμαστε και αγαπάμε τον/την συντροφό μας ο τσακωμός είναι μια ακόμη ευκαιρία να μάθουμε περισσότερα ο ένας για τον άλλον. Σε μια υγιή σχέση θα παρατηρήσετε μια αυθεντική προσπάθεια να διευθετηθούν λειτουργικά οι διαφωνίες και να στραφεί το ενδιαφέρον μας στον/στην σύντροφό μας και στο τί αισθάνεται. Στην αντίθετη περίπτωση, όταν η σχέση είναι εκδικητική, κάθε διαφωνία «χρησιμοποιείται» σαν ευκαιρία ανταπόδοσης των αρνητικών συναισθημάτων, σκέψεων και αντιδράσεων που μπορεί να έχει βιώσει παλαιότερα ένα από τα δύο μέλη της σχέσης.
Κοινοί στόχοι ή εγωκεντρισμός;
Δύο άνθρωποι μοιράζονται τη ζωή τους από κοινή τους απόφαση. Αυτό συνεπάγεται τον αμοιβαίο σεβασμό και την προαγωγή των στόχων, ονείρων και «θέλω» του/της συντρόφου μας. Επιθυμούμε να πραγματοποιηθούν αυτά που ο/η συντροφός μας επιθυμεί άσχετα αν εμπλεκόμαστε σε αυτά ή όχι. Οι «εγωκεντρικές» σχέσεις απαιτούν τη θυσία των επιθυμιών και την μη εκπλήρωση αυτών. Μια τέτοια σχέση δεν βασίζεται στο ενδιαφέρον για τον άλλο αλλά περισσότερο στο «υπάρχω μόνο εγώ».
Επιθυμία ή ενοχή;
Σε μια υγιή σχέση επιθυμώ από τον άλλο/η να θέλει να είμαι στη ζωή του και νοιάζομαι για τις ανάγκες του. Η ενοχή πολλές φορές είναι το μέσον να απαιτήσουμε από τον άλλο άνθρωπο να κάνει πράγματα όπως εμείς τα θέλουμε. Υγεία σε μια σχέση δεν είναι να συγκρίνουμε τον/την σύντροφό μας με άλλους θέλοντας να του «δείξουμε» πως θα ήμασταν εμείς ευχαριστημένοι. Λένε ότι σε μια στενή σχέση δίνουμε στον άλλο όλα τα όπλα για να μας πληγώσει. Το θέμα είναι να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα «όπλα» για να πληγώσουμε τον/την σύντροφό μας ή για να κατανοήσουμε καλύτερα, να προστατέψουμε και να μοιραστούμε με τον άνθρωπο που επιλέγουμε να είναι πλάι μας στην καθημερινή μας ζωή; Οι παραπάνω πέντε διαφορές είναι κάποιες από τις ενδείξεις για το πότε έχουμε μια υγιή σχέση και πότε όχι. Πόσο καλά «εκπαιδευμένοι» είμαστε στο να διακρίνουμε αυτά τα σημεία;