Η έννοια της εγγύτητας ανάμεσα σε ένα ζευγάρι αναφέρεται σε μια «γνήσια» σύνδεση μεταξύ δύο ανθρώπων που βρίσκονται σε σχέση. Ωστόσο, ο βαθμός εγγύτητας μπορεί να ποικίλλει από σχέση σε σχέση. Η «γνήσια» αυτή σύνδεση μεταξύ δύο ερωτικών συντρόφων αντανακλά μια αμοιβαιότητα συναισθημάτων που εκφράζονται στη σκέψη και τη συμπεριφορά τους. Μια σειρά από παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας, της εμπιστοσύνης, της ουσιαστικής επικοινωνίας και τη σεξουαλικής αποκλειστικότητας έχουν αναγνωριστεί ως σημαντικοί για την εγγύτητα μεταξύ των ερωτικών συντρόφων. Λιγότερη έμφαση έχει δοθεί – καθώς αποτελεί μια παράδοξη ίσως προϋπόθεση – στη σημασία της «ικανότητας να μένει μόνος» καθένας από τους συντρόφους, προκειμένου να διασφαλιστεί μια ουσιαστική εγγύτητα ανάμεσα στο ζευγάρι.
Ποια είναι όμως η «ικανότητα να μένει κανείς μόνος»;
Ο Donald Winnicott, Βρετανός ψυχαναλυτής, αναφέρθηκε στην ανάπτυξη της ατομικότητας, που ξεκινά με την ικανότητα του βρέφους να είναι μόνο με την παρουσία της μητέρας. Υποστήριξε ότι είναι πολύ σημαντικό η μητέρα να παρέχει στο βρέφος μια σταθερή, μη παρεμβατική και μη απαιτητική παρουσία κατά τη διάρκεια φάσεων ηρεμίας. Αυτό επιτρέπει στο βρέφος να βιώσει φάσεις κατά τις οποίες απλώς “συνεχίζει- να-υπάρχει”. Αυτή η εμπειρία δίνει στο βρέφος την ευκαιρία να αισθάνεται ασφαλές στην παρουσία κάποιου άλλου, που σταδιακά οδηγεί στην “ικανότητα να παραμένει μόνο του”, ικανότητα που εκφράζει σημαντική συναισθηματική ωριμότητα, καθώς δείχνει ότι το παιδί έχει εσωτερικεύσει μια σταθερή εικόνα του εαυτού σε σχέση. Ως εκ τούτου, ο δεσμός που είχαμε ως βρέφη με τους γονείς μας ή με τους ανθρώπους που μας φρόντιζαν, παίζει καθοριστικό ρόλο στο πώς θα σχετιζόμαστε σε όλες τις σχέσεις μας στο μέλλον και κατά συνέπεια τι βαθμό οικειότητας θα θέλουμε να καλλιεργήσουμε μέσα σε αυτές.
Γιατί αυτό είναι προϋπόθεση για την εγγύτητα ανάμεσα σε δύο ανθρώπους;
1) Η ικανότητα να μένει κανείς μόνος διασφαλίζει τη δυνατότητα επιλογής. Οι σχέσεις είναι σημαντικό να προκύπτουν ως επιθυμία και επιλογή και όχι στα πλαίσια ενός φόβου μοναξιάς που πυροδοτεί σκέψεις, όπως «Δεν αντέχω να είμαι μόνος. Νιώθω αβοήθητος και δεν αξίζω». Πολλές φορές, οι άνθρωποι νιώθουν δυσφορία στην σκέψη ότι μπορεί να μείνουν μόνοι και προσκολλούνται σε κάποιον προκειμένου να αποφύγουν μια την εγκατάλειψη ή την απόρριψη από τον/την σύντροφό τους.
2) Η πραγματική εγγύτητα είναι εφικτή όταν ο αποχωρισμός των δύο συντρόφων δεν πυροδοτεί άγχος και αισθήματα ανεπάρκειας. Ευρήματα σε μελέτες σχετικά με τον αποχωρισμό, υποστηρίζουν ότι σε καταστάσεις αποχωρισμού παρατηρείται αύξηση της ντοπαμίνης και επινεφρίνης, νευροδιαβιβαστές που σχετίζονται με τη σεξουαλική επιθυμία.
3) Τέλος, η πραγματική εγγύτητα ξεκινά με μια άνεση στη δική μας αίσθηση του εαυτού, η οποία θα μας επιτρέψει να συνδεθούμε με ένα γνήσιο τρόπο με κάποιο άλλο άτομο χωρίς να προσπαθούμε να γίνουμε αυτό που κάποιος άλλος θέλει ή χρειάζεται να είμαστε.
Αν κάποιος είναι «ικανός να μείνει μόνος»…
Ποια είναι όμως η «ικανότητα να μένει κανείς μόνος»;
Ο Donald Winnicott, Βρετανός ψυχαναλυτής, αναφέρθηκε στην ανάπτυξη της ατομικότητας, που ξεκινά με την ικανότητα του βρέφους να είναι μόνο με την παρουσία της μητέρας. Υποστήριξε ότι είναι πολύ σημαντικό η μητέρα να παρέχει στο βρέφος μια σταθερή, μη παρεμβατική και μη απαιτητική παρουσία κατά τη διάρκεια φάσεων ηρεμίας. Αυτό επιτρέπει στο βρέφος να βιώσει φάσεις κατά τις οποίες απλώς “συνεχίζει- να-υπάρχει”. Αυτή η εμπειρία δίνει στο βρέφος την ευκαιρία να αισθάνεται ασφαλές στην παρουσία κάποιου άλλου, που σταδιακά οδηγεί στην “ικανότητα να παραμένει μόνο του”, ικανότητα που εκφράζει σημαντική συναισθηματική ωριμότητα, καθώς δείχνει ότι το παιδί έχει εσωτερικεύσει μια σταθερή εικόνα του εαυτού σε σχέση. Ως εκ τούτου, ο δεσμός που είχαμε ως βρέφη με τους γονείς μας ή με τους ανθρώπους που μας φρόντιζαν, παίζει καθοριστικό ρόλο στο πώς θα σχετιζόμαστε σε όλες τις σχέσεις μας στο μέλλον και κατά συνέπεια τι βαθμό οικειότητας θα θέλουμε να καλλιεργήσουμε μέσα σε αυτές.
Γιατί αυτό είναι προϋπόθεση για την εγγύτητα ανάμεσα σε δύο ανθρώπους;
1) Η ικανότητα να μένει κανείς μόνος διασφαλίζει τη δυνατότητα επιλογής. Οι σχέσεις είναι σημαντικό να προκύπτουν ως επιθυμία και επιλογή και όχι στα πλαίσια ενός φόβου μοναξιάς που πυροδοτεί σκέψεις, όπως «Δεν αντέχω να είμαι μόνος. Νιώθω αβοήθητος και δεν αξίζω». Πολλές φορές, οι άνθρωποι νιώθουν δυσφορία στην σκέψη ότι μπορεί να μείνουν μόνοι και προσκολλούνται σε κάποιον προκειμένου να αποφύγουν μια την εγκατάλειψη ή την απόρριψη από τον/την σύντροφό τους.
2) Η πραγματική εγγύτητα είναι εφικτή όταν ο αποχωρισμός των δύο συντρόφων δεν πυροδοτεί άγχος και αισθήματα ανεπάρκειας. Ευρήματα σε μελέτες σχετικά με τον αποχωρισμό, υποστηρίζουν ότι σε καταστάσεις αποχωρισμού παρατηρείται αύξηση της ντοπαμίνης και επινεφρίνης, νευροδιαβιβαστές που σχετίζονται με τη σεξουαλική επιθυμία.
3) Τέλος, η πραγματική εγγύτητα ξεκινά με μια άνεση στη δική μας αίσθηση του εαυτού, η οποία θα μας επιτρέψει να συνδεθούμε με ένα γνήσιο τρόπο με κάποιο άλλο άτομο χωρίς να προσπαθούμε να γίνουμε αυτό που κάποιος άλλος θέλει ή χρειάζεται να είμαστε.
Αν κάποιος είναι «ικανός να μείνει μόνος»…
- Μπορεί να έχει μια στενή διαπροσωπική σχέση και παράλληλα να διατηρεί την αίσθηση αυτονομίας του.
- Επιθυμεί και απολαμβάνει τον κοινό χρόνο με τον/την σύντροφό του τόσο, όσο και τον δικό του προσωπικό χρόνο.
- Δεν νιώθει δυσφορία ή ανασφάλεια, όταν ο/η σύντροφός του επιλέγει να περάσει χρόνο με άλλους ανθρώπους.
- Μπορεί να αποδεχτεί την διαφορετικότητα στις απόψεις με τον/την σύντροφο, χωρίς αυτή η διαφωνία να ερμηνεύεται ως απορριπτική στάση στη δική του άποψη.
- Μπορεί να αρνηθεί κάτι στον/στη σύντροφό του, χωρίς το φόβο απόρριψης ή ενοχή.
- Μπορεί να εκφράσει θυμό στον/στην σύντροφό του.
- Μπορεί να διαχειριστεί μια διαφωνία ή έναν καβγά με τον/την σύντροφό του, χωρίς να πάρει τη θέση του «κατήγορου» ή του «κατηγορούμενου».
- Μπορεί να αντέξει την επακόλουθη συναισθηματική απόσταση μετά από μια διαφωνία με τον/την σύντροφό του, χωρίς να φοβάται πως θα απορριφθεί ή θα εγκαταλειφθεί.
- Μπορεί να νιώσει άνετα να ζητήσει τη βοήθεια ή την υποστήριξη του/της συντρόφου, χωρίς να φοβάται πως αυτό θα αποτελέσει πλήγμα στην αυτοεκτίμηση του/της.