Η Καστοριά, μια πόλη με πλούσια ιστορία ανά τους αιώνες, θεωρείται σήμερα μια από τις ωραιότερες πόλεις της Ελλάδας και καταφέρνει να διατηρεί αλώβητο τον παραδοσιακό της χαρακτήρα.
Σύμφωνα με τη παράδοση ιδρύθηκε από τον Ορέστη, προς τιμήν της αδελφής του Ηλέκτρας.Στην Καστοριά σώζονται έως σήμερα σημαντικότατα μνημεία του Βυζαντινού πολιτισμού, όπως τα τείχη και οι σχεδόν 80 Βυζαντινές εκκλησίες που έχει, τα οποία μαζί με την πραγματικά μαγευτική λίμνη της Καστοριάς δημιουργούν ένα αξεπέραστο σκηνικό, που είναι δύσκολο να του αντισταθεί και ο πιο απαιτητικός ταξιδιώτης.Ακμασε κυρίως κατά τον 17ο αιώνα, από τότε άλλωστε παρατηρούνται και τα παλιά αρχοντικά, τότε κτίστηκαν και τα καταπληκτικά αρχοντικά, τα οποία έχουν συγκεράσει τον τοπικό χαρακτήρα με τη βυζαντινή αρχιτεκτονική Η Καστοριά κατά κύριο λόγο φημίζεται για τα μοναδικά γουναρικά και δερμάτινα που έχει αλλά και τα αγροτικά της προϊόντα είναι μια πολύ καλή επιλογή. Έτσι θα έχετε την ευκαιρία να αγοράσετε πεντανόστιμα κρεατικά και τυροκομικά αλλά και όσπρια και ξηρούς καρπούς. Για τη διαμονή σας μπορείτε να επιλέξετε ανάμεσα σε παλιά αρχοντικά και μοντέρνα ξενοδοχεία που το καθένα θα σας παρέχει αυτό που επιζητείτε σε λογικές σχετικά τιμές.
Λαογραφικό Μουσείο Καστοριάς. Αρχοντικό Νεράντζη Αϊβάζη
Σε έναν από τους πιο γραφικούς δρόμους της πόλης, βρίσκεται το αρχοντικό του Νεράντζη Αϊβάζη, το οποίο από το 1975 στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο Καστοριάς. Εδώ βρίσκουν φιλόξενη στέγη οι υλικές μαρτυρίες του τόπου, αντικείμενα από την καθημερινή ζωή στο σπίτι και στην εργασία, αντικείμενα που σχετίζονται με τελετές και γιορτές. Ο επισκέπτης μπορεί να περιηγηθεί στην επιβλητική «κρεβάτα», τον χώρο που φιλοξενούσε τις επίσημες τελετές και γιορτές, στον «καλόν οντά», καθώς και στο καλοκαιρινό καθημερινό δωμάτιο που σήμερα στεγάζει για τις ανάγκες του μουσείου την αναπαράσταση ενός εργαστηρίου γουνοποιίας.
Πληροφορίες:
Καπετάν Λάζου 12, Ντολττσό
(τηλ. 2467028603)
(Σημ. Κάθε Δευτέρα το μουσείο είναι κλειστό)
Αρχοντικό Νεράντζη Αϊβάζη
Σε μικρή απόσταση από το αρχοντικό Νατζή και το αρχοντικό των αδελφών Εμμανουήλ στην οδό Καπετάν Λάζου 12, βρίσκεται το αρχοντικό Νεράντζη Αϊβάζη που στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο της πόλης.Το αρχοντικό χτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '60 ανήκε στην οικογένεια Ν. Αϊβάζη. Ξεχωριστή εντύπωση προκαλεί η τοιχογραφία που κοσμεί εσωτερικά το κτίριο, με θέμα ένα νοσταλγικό τοπίο της Κωνσταντινούπολης. Η κάτοψη του σπιτιού είναι διαμορφωμένη σε σχήμα Π, χωρίς τις συνήθεις προεξοχές ("σαχνισιά"). Το σπίτι έχει ισόγειο, μεσοπάτωμα και όροφο. Στο μεσοπάτωμα, το λεγόμενο "εργαστήρι της γούνας" έχει ζωγραφισμένη την οροφή και το κοίλο γείσο κάτω από αυτή, με κτίρια σε τοπίο.
Φυτικά θέματα κοσμούν τους τοίχους του δοξάτου στο δεύτερο όροφο καθώς και τους τοίχους του "καλού οντά", στον οποίο απεικονίζεται η "Βενετία κατά την φαντασίαν του ζωγράφου". Το σπίτι ήταν ζωγραφισμένο στο μεγαλύτερο μέρος του, όμως όταν οι ιδιοκτήτες ασβέστωσαν τους τοίχους, μετά από συμβουλή των γιατρών, για να προλάβουν τη φυματίωση, χάθηκαν πολλά από τα διακοσμητικά. Στο υπόστεγο του αρχοντικού βρίσκονται το ζυμωτήριο, το κελάρι των τροφίμων και η αποθήκη των κρασιών.
Σε έναν από τους πιο γραφικούς δρόμους της πόλης, βρίσκεται το αρχοντικό του Νεράντζη Αϊβάζη, το οποίο από το 1975 στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο Καστοριάς. Εδώ βρίσκουν φιλόξενη στέγη οι υλικές μαρτυρίες του τόπου, αντικείμενα από την καθημερινή ζωή στο σπίτι και στην εργασία, αντικείμενα που σχετίζονται με τελετές και γιορτές. Ο επισκέπτης μπορεί να περιηγηθεί στην επιβλητική «κρεβάτα», τον χώρο που φιλοξενούσε τις επίσημες τελετές και γιορτές, στον «καλόν οντά», καθώς και στο καλοκαιρινό καθημερινό δωμάτιο που σήμερα στεγάζει για τις ανάγκες του μουσείου την αναπαράσταση ενός εργαστηρίου γουνοποιίας.
Πληροφορίες:
Καπετάν Λάζου 12, Ντολττσό
(τηλ. 2467028603)
(Σημ. Κάθε Δευτέρα το μουσείο είναι κλειστό)
Αρχοντικό Νεράντζη Αϊβάζη
Σε μικρή απόσταση από το αρχοντικό Νατζή και το αρχοντικό των αδελφών Εμμανουήλ στην οδό Καπετάν Λάζου 12, βρίσκεται το αρχοντικό Νεράντζη Αϊβάζη που στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο της πόλης.Το αρχοντικό χτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '60 ανήκε στην οικογένεια Ν. Αϊβάζη. Ξεχωριστή εντύπωση προκαλεί η τοιχογραφία που κοσμεί εσωτερικά το κτίριο, με θέμα ένα νοσταλγικό τοπίο της Κωνσταντινούπολης. Η κάτοψη του σπιτιού είναι διαμορφωμένη σε σχήμα Π, χωρίς τις συνήθεις προεξοχές ("σαχνισιά"). Το σπίτι έχει ισόγειο, μεσοπάτωμα και όροφο. Στο μεσοπάτωμα, το λεγόμενο "εργαστήρι της γούνας" έχει ζωγραφισμένη την οροφή και το κοίλο γείσο κάτω από αυτή, με κτίρια σε τοπίο.
Φυτικά θέματα κοσμούν τους τοίχους του δοξάτου στο δεύτερο όροφο καθώς και τους τοίχους του "καλού οντά", στον οποίο απεικονίζεται η "Βενετία κατά την φαντασίαν του ζωγράφου". Το σπίτι ήταν ζωγραφισμένο στο μεγαλύτερο μέρος του, όμως όταν οι ιδιοκτήτες ασβέστωσαν τους τοίχους, μετά από συμβουλή των γιατρών, για να προλάβουν τη φυματίωση, χάθηκαν πολλά από τα διακοσμητικά. Στο υπόστεγο του αρχοντικού βρίσκονται το ζυμωτήριο, το κελάρι των τροφίμων και η αποθήκη των κρασιών.
Λιμναίος Οικισμός Δισπηλιού Καστοριάς, αρχαιολογικός χώρος, οικομουσείο
Ο αρχαιολογικός χώρος του Δισπηλιού και το Οικομουσείο, βρίσκονται σε απόσταση 7 χλμ από την πόλη της Καστοριάς, στη νότια πλευρά της λίμνης. Εδώ έχει ανασκαφεί ένας λιμναίος οικισμός της Νεότερης Νεολιθικής Περιόδου, που αναπτύχθηκε γύρω από τη λίμνη, από τα μέσα της 6ης μέχρι και τα μέσα της 4ης χιλιετίας π.Χ. Με τη δημιουργία του Οικομουσείου, που εντάχθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος "Life" από το 1966, και είναι σε λειτουργία από το 2000, επιχειρήθηκε μια πιστή αναπαράσταση του οικισμού που δίνει τη δυνατότητα στον επισκέπτη να προσεγγίσει καλύτερα τον τρόπο ζωής των κατοίκων του. Στο διαμορφωμένο χώρο υπάρχουν καλύβες πάνω σε πασσαλόπηκτες πλατφόρμες, κατασκευασμένες σε φυσικό μέγεθος και υλικά παρεμφερή με τα αυθεντικά. Κορμοί δέντρων χρησιμοποιήθηκαν για τον σκελετό, λεπτά κλαριά πλεγμένα με σκοινί για τους τοίχους, λάσπη από τη λίμνη για τον «σοβά» και άχυρα για τις στέγες.
Στο εσωτερικό αυτών των κατοικιών των Νεολιθικών ανθρώπων της λίμνης, υπάρχουν αντικείμενα καθημερινής χρήσης. Πήλινα αγγεία, όπως φιάλες, κύπελλα, φρουτιέρες και χύτρες, εργαλεία από πυριτόλιθο ή από οστά, καλάθια και μια μικρή εστία φωτιάς, δίνουν μια σαφή εικόνα για τη ζωή και τις ασχολίες των κατοίκων.
Λίμνη Καστοριάς - Ορεστιάδα. Μικρός και μεγάλος γύρος της λίμνης
Η λίμνη της Καστοριάς, μία από τις ομορφότερες των Βαλκανίων, είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη φυσιογνωμία, την ιστορία και την εξέλιξη της πόλης. Έχει χαρακτηριστεί ως «Μνημείο Φυσικού Κάλλους» από το Υπουργείο Πολιτισμού και έχει ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο «Φύση 2000».
Η έκτασή της είναι περίπου 28 τετραγωνικά χιλιόμετρα και το μέγιστο βάθος της περίπου 9,5 μέτρα. Στην περιοχή υπάρχουν εννέα ρέματα που καταλήγουν στη λίμνη. Το μεγαλύτερο από αυτά είναι το ρέμα του Ξηροπόταμου. Συντηρεί πλούσια ορνιθοπανίδα - περίπου 200 είδη - που περιλαμβάνει σπάνια και απειλούμενα είδη, προστατευόμενα από τη διεθνή και εθνική νομοθεσία.Χαρακτηριστικότερα από αυτά είναι οι λαγγόνες και οι αργυροπελεκάνοι, τέσσερα είδη ερωδιών, οι βουβόκυκνοι, οι αγριόπαπιες, οι νυχτοκόρακες, οι κορμοράνοι και πολλά παρυδάτια πουλιά. Πέρα από τον μεγάλο αριθμό πουλιών που φιλοξενεί, είναι η μοναδική λίμνη στην Ελλάδα, στην οποία υπάρχουν σημαντικής έκτασης παρόχθια δάση υδρόφιλων δέντρων, που συνιστούν έναν από τους σπανιότερους οικότοπους της Ευρώπης.
Ο μικρός γύρος της λίμνης
Η βόλτα αυτή είναι ιδανική για όσους θέλουν να απολαύσουν από πολύ κοντά τη λίμνη. Ο καλύτερος τρόπος για να χαρεί κάποιος το τοπίο είναι να κάνει τη διαδρομή αυτή με τα πόδια ή με ποδήλατο. Αφήνοντας τον διπλής κατευθύνσεως δρόμο που περνά από το Ντολτσό, ο διαβάτης έχει μπροστά του 7 ειδυλλιακά χιλιόμετρα ακριβώς δίπλα στη λίμνη. Ο παραλίμνιος δρόμος είναι ασφαλτοστρωμένος αλλά πολύ στενός. Τα θεόρατα πλατάνια και οι ιτιές γέρνουν πάνω από τη λίμνη. Στην αρχή αυτής της διαδρομής, σκαρφαλωμένο πάνω στον βράχο, βρίσκεται το βυζαντινό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου. Στο δρόμο συναντά κανείς περιπατητές και παρέες που ψαρεύουν με καλάμια .Στο πλάτωμα μπροστά στην Μονή της Παναγίας Μαυριώτισσας στέκεται ένας πλάτανος 900 περίπου ετών, που έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο της φύσης. Δίπλα μικροπωλητές πωλούν τα προϊόντα τους (όσπρια, καρύδια, τουρσιά, τσάι) στους περαστικούς. Η επίσκεψη στη μονή αφήνει μια αίσθηση νοικοκυροσύνης και ταπεινότητας. Οι τοιχογραφίες του 12ου αιώνα βρίσκονται στο εσωτερικό και στους εξωτερικούς τοίχους του καθολικού, καθώς και στο παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου. Οι μορφές των αγιογραφιών, φωτισμένες από το λιγοστό φως των κεριών και την αντανάκλαση της φωτιάς της σόμπας, αποκτούν άλλη διάσταση. Ο δρόμος συνεχίζεται με την ίδια πυκνή βλάστηση στην άκρη του και με κιόσκια, ιδανικά για πικ-νικ
Ο αρχαιολογικός χώρος του Δισπηλιού και το Οικομουσείο, βρίσκονται σε απόσταση 7 χλμ από την πόλη της Καστοριάς, στη νότια πλευρά της λίμνης. Εδώ έχει ανασκαφεί ένας λιμναίος οικισμός της Νεότερης Νεολιθικής Περιόδου, που αναπτύχθηκε γύρω από τη λίμνη, από τα μέσα της 6ης μέχρι και τα μέσα της 4ης χιλιετίας π.Χ. Με τη δημιουργία του Οικομουσείου, που εντάχθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος "Life" από το 1966, και είναι σε λειτουργία από το 2000, επιχειρήθηκε μια πιστή αναπαράσταση του οικισμού που δίνει τη δυνατότητα στον επισκέπτη να προσεγγίσει καλύτερα τον τρόπο ζωής των κατοίκων του. Στο διαμορφωμένο χώρο υπάρχουν καλύβες πάνω σε πασσαλόπηκτες πλατφόρμες, κατασκευασμένες σε φυσικό μέγεθος και υλικά παρεμφερή με τα αυθεντικά. Κορμοί δέντρων χρησιμοποιήθηκαν για τον σκελετό, λεπτά κλαριά πλεγμένα με σκοινί για τους τοίχους, λάσπη από τη λίμνη για τον «σοβά» και άχυρα για τις στέγες.
Στο εσωτερικό αυτών των κατοικιών των Νεολιθικών ανθρώπων της λίμνης, υπάρχουν αντικείμενα καθημερινής χρήσης. Πήλινα αγγεία, όπως φιάλες, κύπελλα, φρουτιέρες και χύτρες, εργαλεία από πυριτόλιθο ή από οστά, καλάθια και μια μικρή εστία φωτιάς, δίνουν μια σαφή εικόνα για τη ζωή και τις ασχολίες των κατοίκων.
Λίμνη Καστοριάς - Ορεστιάδα. Μικρός και μεγάλος γύρος της λίμνης
Η λίμνη της Καστοριάς, μία από τις ομορφότερες των Βαλκανίων, είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη φυσιογνωμία, την ιστορία και την εξέλιξη της πόλης. Έχει χαρακτηριστεί ως «Μνημείο Φυσικού Κάλλους» από το Υπουργείο Πολιτισμού και έχει ενταχθεί στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο «Φύση 2000».
Η έκτασή της είναι περίπου 28 τετραγωνικά χιλιόμετρα και το μέγιστο βάθος της περίπου 9,5 μέτρα. Στην περιοχή υπάρχουν εννέα ρέματα που καταλήγουν στη λίμνη. Το μεγαλύτερο από αυτά είναι το ρέμα του Ξηροπόταμου. Συντηρεί πλούσια ορνιθοπανίδα - περίπου 200 είδη - που περιλαμβάνει σπάνια και απειλούμενα είδη, προστατευόμενα από τη διεθνή και εθνική νομοθεσία.Χαρακτηριστικότερα από αυτά είναι οι λαγγόνες και οι αργυροπελεκάνοι, τέσσερα είδη ερωδιών, οι βουβόκυκνοι, οι αγριόπαπιες, οι νυχτοκόρακες, οι κορμοράνοι και πολλά παρυδάτια πουλιά. Πέρα από τον μεγάλο αριθμό πουλιών που φιλοξενεί, είναι η μοναδική λίμνη στην Ελλάδα, στην οποία υπάρχουν σημαντικής έκτασης παρόχθια δάση υδρόφιλων δέντρων, που συνιστούν έναν από τους σπανιότερους οικότοπους της Ευρώπης.
Ο μικρός γύρος της λίμνης
Η βόλτα αυτή είναι ιδανική για όσους θέλουν να απολαύσουν από πολύ κοντά τη λίμνη. Ο καλύτερος τρόπος για να χαρεί κάποιος το τοπίο είναι να κάνει τη διαδρομή αυτή με τα πόδια ή με ποδήλατο. Αφήνοντας τον διπλής κατευθύνσεως δρόμο που περνά από το Ντολτσό, ο διαβάτης έχει μπροστά του 7 ειδυλλιακά χιλιόμετρα ακριβώς δίπλα στη λίμνη. Ο παραλίμνιος δρόμος είναι ασφαλτοστρωμένος αλλά πολύ στενός. Τα θεόρατα πλατάνια και οι ιτιές γέρνουν πάνω από τη λίμνη. Στην αρχή αυτής της διαδρομής, σκαρφαλωμένο πάνω στον βράχο, βρίσκεται το βυζαντινό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου. Στο δρόμο συναντά κανείς περιπατητές και παρέες που ψαρεύουν με καλάμια .Στο πλάτωμα μπροστά στην Μονή της Παναγίας Μαυριώτισσας στέκεται ένας πλάτανος 900 περίπου ετών, που έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο της φύσης. Δίπλα μικροπωλητές πωλούν τα προϊόντα τους (όσπρια, καρύδια, τουρσιά, τσάι) στους περαστικούς. Η επίσκεψη στη μονή αφήνει μια αίσθηση νοικοκυροσύνης και ταπεινότητας. Οι τοιχογραφίες του 12ου αιώνα βρίσκονται στο εσωτερικό και στους εξωτερικούς τοίχους του καθολικού, καθώς και στο παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου. Οι μορφές των αγιογραφιών, φωτισμένες από το λιγοστό φως των κεριών και την αντανάκλαση της φωτιάς της σόμπας, αποκτούν άλλη διάσταση. Ο δρόμος συνεχίζεται με την ίδια πυκνή βλάστηση στην άκρη του και με κιόσκια, ιδανικά για πικ-νικ
Ο μεγάλος γύρος της λίμνης
. Η διαδρομή αυτή δίνει την ευκαιρία στον ταξιδιώτη να δει τη λίμνη σε όλο της το μεγαλείο. Ξεκινώντας κανείς από τη νότια έξοδο της πόλης και οδηγώντας παράλληλα με τη λίμνη, φτάνει στο Δισπηλιό που βρίσκεται σε απόσταση 7 χλμ. από την Καστοριά. Στη θέση Ντούχλο υπάρχει ενδιαφέρον σπήλαιο, που η πρόσβασή του γίνεται με σκαλοπάτια. Τα γεφύρια του χωριού Γκιολέ, Τσεσμέ, Λάκος και Γκρανοβόντα είναι ενδιαφέροντα αρχιτεκτονήματα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Κοντά στο εκκλησάκι της Ανάληψης, στη θέση Νησί, έχει ανασκαφεί από το 1992 ο σημαντικός λιμναίος οικισμός του Δισπηλιού. Συνεχίζοντας μετά το Δισπηλιό στα 5 χιλιόμετρα, ο δρόμος περνά από τον οικισμό της Κρεπενής. Από εδώ ξεκινούσε, σύμφωνα με την παράδοση, το στοιχειό της Κρεπενής για να πάει στην Καστοριά να μπει στα σπίτια των νοικοκυραίων και να κάνει τις αταξίες του. Μια επίσκεψη στον ναό του Αγίου Νικολάου, που βρίσκεται έξω από το Μαυροχώρι, αξίζει τον κόπο. Η εκκλησία αυτή, του 16ου αιώνα, είναι το μοναδικό απομεινάρι του μοναστηριού που υπήρχε εδώ. Θαυμάσιες αγιογραφίες του 18ου αιώνα κοσμούν τον εξωτερικό τοίχο του νάρθηκα και ανάμεσά τους η εξαιρετική απεικόνιση της σφαγής των νηπίων.
Η παραλία του Μαυροχωρίου, το «μουράγιο», προσφέρει μια θαυμάσια θέα στη λίμνη. Η προβλήτα πανέμορφη, με διαμορφωμένους χώρους πρασίνου και πλατάνια. Εδώ μπορεί κανείς να δοκιμάσει τοπικές νοστιμιές, όπως σαρμάδες (λαχανοντολμάδες με λάχανο τουρσί), γριβάδια πλακί και μαυροβινές χυλοπίτες. Από το Μαυροχώρι ξεκινάει τουριστικό καραβάκι που κάνει τον περίπλου της λίμνης (πληροφορίες: Τουριστική επιχείρηση Δήμου Καστοριάς, τηλ. 24670.26777).
Οδηγώντας βόρεια και παράλληλα με τη λίμνη φτάνουμε στην Πολυκάρπη που απέχει 1 χλμ. από το Μαυροχώρι και 14 χλμ. από την πόλη. Το χωριό προσφέρεται για παραλίμνιες πεζοπορίες, καθώς και για ωραίες βόλτες στον κάμπο όπου υπάρχουν φυτώρια μηλιάς. Συνεχίζοντας και στρίβοντας από τον κεντρικό δρόμο βρισκόμαστε σε δύο χωριά που προσφέρουν πανοραμική θέα στην Καστοριά. Στη Φωτεινή ξεχωρίζει το δάσος από βελανιδιές, που ονομάζεται «Κανιάκος» και καλύπτει έκταση 4.000 στρεμμάτων. Το κατάφυτο από δρυές και οξιές δάσος «Κουρί», που βρίσκεται στη Μεταμόρφωση προσφέρει εξαιρετική θέα. Έξω από το χωριό υπάρχει σε ωραιότατη τοποθεσία ο ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, του 8ου αιώνα. Στη συνέχεια συναντάμε το Τοιχιό. Ο γύρος της λίμνης ολοκληρώνεται με την είσοδο στην πόλη από το όμορφο προάστιο Χλόη.
. Η διαδρομή αυτή δίνει την ευκαιρία στον ταξιδιώτη να δει τη λίμνη σε όλο της το μεγαλείο. Ξεκινώντας κανείς από τη νότια έξοδο της πόλης και οδηγώντας παράλληλα με τη λίμνη, φτάνει στο Δισπηλιό που βρίσκεται σε απόσταση 7 χλμ. από την Καστοριά. Στη θέση Ντούχλο υπάρχει ενδιαφέρον σπήλαιο, που η πρόσβασή του γίνεται με σκαλοπάτια. Τα γεφύρια του χωριού Γκιολέ, Τσεσμέ, Λάκος και Γκρανοβόντα είναι ενδιαφέροντα αρχιτεκτονήματα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Κοντά στο εκκλησάκι της Ανάληψης, στη θέση Νησί, έχει ανασκαφεί από το 1992 ο σημαντικός λιμναίος οικισμός του Δισπηλιού. Συνεχίζοντας μετά το Δισπηλιό στα 5 χιλιόμετρα, ο δρόμος περνά από τον οικισμό της Κρεπενής. Από εδώ ξεκινούσε, σύμφωνα με την παράδοση, το στοιχειό της Κρεπενής για να πάει στην Καστοριά να μπει στα σπίτια των νοικοκυραίων και να κάνει τις αταξίες του. Μια επίσκεψη στον ναό του Αγίου Νικολάου, που βρίσκεται έξω από το Μαυροχώρι, αξίζει τον κόπο. Η εκκλησία αυτή, του 16ου αιώνα, είναι το μοναδικό απομεινάρι του μοναστηριού που υπήρχε εδώ. Θαυμάσιες αγιογραφίες του 18ου αιώνα κοσμούν τον εξωτερικό τοίχο του νάρθηκα και ανάμεσά τους η εξαιρετική απεικόνιση της σφαγής των νηπίων.
Η παραλία του Μαυροχωρίου, το «μουράγιο», προσφέρει μια θαυμάσια θέα στη λίμνη. Η προβλήτα πανέμορφη, με διαμορφωμένους χώρους πρασίνου και πλατάνια. Εδώ μπορεί κανείς να δοκιμάσει τοπικές νοστιμιές, όπως σαρμάδες (λαχανοντολμάδες με λάχανο τουρσί), γριβάδια πλακί και μαυροβινές χυλοπίτες. Από το Μαυροχώρι ξεκινάει τουριστικό καραβάκι που κάνει τον περίπλου της λίμνης (πληροφορίες: Τουριστική επιχείρηση Δήμου Καστοριάς, τηλ. 24670.26777).
Οδηγώντας βόρεια και παράλληλα με τη λίμνη φτάνουμε στην Πολυκάρπη που απέχει 1 χλμ. από το Μαυροχώρι και 14 χλμ. από την πόλη. Το χωριό προσφέρεται για παραλίμνιες πεζοπορίες, καθώς και για ωραίες βόλτες στον κάμπο όπου υπάρχουν φυτώρια μηλιάς. Συνεχίζοντας και στρίβοντας από τον κεντρικό δρόμο βρισκόμαστε σε δύο χωριά που προσφέρουν πανοραμική θέα στην Καστοριά. Στη Φωτεινή ξεχωρίζει το δάσος από βελανιδιές, που ονομάζεται «Κανιάκος» και καλύπτει έκταση 4.000 στρεμμάτων. Το κατάφυτο από δρυές και οξιές δάσος «Κουρί», που βρίσκεται στη Μεταμόρφωση προσφέρει εξαιρετική θέα. Έξω από το χωριό υπάρχει σε ωραιότατη τοποθεσία ο ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, του 8ου αιώνα. Στη συνέχεια συναντάμε το Τοιχιό. Ο γύρος της λίμνης ολοκληρώνεται με την είσοδο στην πόλη από το όμορφο προάστιο Χλόη.
Μουσείο Κέρινων Ομοιωμάτων Λαογραφίας και Προϊστορίας
Το νέο αυτό μουσείο ιδρύθηκε στο Μαυροχώρι Καστοριάς, από το ζεύγος Παναγιωτίδη Δημήτρη και Θεοχάρη Θεοφανώ. Σε δύο κτίρια τοπικής αρχιτεκτονικής, παρουσιάζονται σκηνές καθημερινού βίου του λαού μας, αναβιώνοντας ήθη και έθιμα πανελλαδικά. Επίσης έχει δημιουργηθεί ένα ολόκληρο χωριό προπολεμικών ετών με μαγαζιά και σπίτια σε φυσικό μέγεθος όπου οι επισκέπτες μπορούν να δουν τα παλιά ξεχασμένα επαγγέλματα - καροποιός, γανωματής, τσαγκάρης, σιδεράς κτλ. Σ' ένα σπήλαιο μια ολόκληρη φυλή Αρχανθρώπων επεξεργάζονται το δέρμα, τα όπλα, μαγειρικά σκεύη, εργαλεία, σ' ένα δύσκολο αγώνα για επιβίωση. Τα ποικίλα εκθέματα είναι μοιρασμένα σε θεματικές ενότητες ώστε οι επισκέπτες - κυρίως οι μαθητές - να διδάσκονται εύκολα και μεθοδικά την εξέλιξη του πολιτισμού μας από τα πανάρχαια χρόνια μέχρι τα σύγχρονα. Οι κέρινες φιγούρες σε φυσικό μέγεθος, παριστάνουν απλοϊκούς γραφικούς τύπους κάθε ηλικίας, του χωριού και της πόλης την ώρα της δουλειάς και του μόχθου με στολές εποχής.
Οι αντίκες είναι αυθεντικά κομμάτια και αμέτρητες!
Το νέο αυτό μουσείο ιδρύθηκε στο Μαυροχώρι Καστοριάς, από το ζεύγος Παναγιωτίδη Δημήτρη και Θεοχάρη Θεοφανώ. Σε δύο κτίρια τοπικής αρχιτεκτονικής, παρουσιάζονται σκηνές καθημερινού βίου του λαού μας, αναβιώνοντας ήθη και έθιμα πανελλαδικά. Επίσης έχει δημιουργηθεί ένα ολόκληρο χωριό προπολεμικών ετών με μαγαζιά και σπίτια σε φυσικό μέγεθος όπου οι επισκέπτες μπορούν να δουν τα παλιά ξεχασμένα επαγγέλματα - καροποιός, γανωματής, τσαγκάρης, σιδεράς κτλ. Σ' ένα σπήλαιο μια ολόκληρη φυλή Αρχανθρώπων επεξεργάζονται το δέρμα, τα όπλα, μαγειρικά σκεύη, εργαλεία, σ' ένα δύσκολο αγώνα για επιβίωση. Τα ποικίλα εκθέματα είναι μοιρασμένα σε θεματικές ενότητες ώστε οι επισκέπτες - κυρίως οι μαθητές - να διδάσκονται εύκολα και μεθοδικά την εξέλιξη του πολιτισμού μας από τα πανάρχαια χρόνια μέχρι τα σύγχρονα. Οι κέρινες φιγούρες σε φυσικό μέγεθος, παριστάνουν απλοϊκούς γραφικούς τύπους κάθε ηλικίας, του χωριού και της πόλης την ώρα της δουλειάς και του μόχθου με στολές εποχής.
Οι αντίκες είναι αυθεντικά κομμάτια και αμέτρητες!
Σπηλιά του Δράκου
Ο μύθος του σπηλαίου
Πριν από πολλούς αιώνες η μεγάλη σπηλιά που βρίσκεται πριν από το μοναστήρι της Μαυριώτισσας ήταν χρυσορυχείο που τη φύλαγε άγρυπνα ένας δράκος που ανέπνεε και έβγαζε από το στόμα του φλόγες και δηλητηριώδης ατμούς. Το τέρας μετά από μάχη, κτυπήθηκε και επέπλεε νεκρό στα νερά της λίμνης. Κατόπιν, με αναμμένους δαυλούς, άνθρωποι, προχώρησαν στη σπηλιά όπου κάποια στιγμή οι δαυλοί έσβησαν λόγω έλλειψης οξυγόνου στο βάθος του σπηλαίου. Τότε ακούστηκε μια φωνή να λέει: ‘εκείνος που θα σκύψει και θα πάρει μια χούφτα λάσπης που πατάει θα μετανιώσει, αλλά και εκείνος που δεν θα πάρει πάλι θα μετανιώσει. Ορισμένοι τόλμησαν να πάρουν λάσπη από το σπήλαιο και βγαίνοντας έξω στο φως του ήλιου είδαν με έκπληξη πως κρατούσαν υγρή χρυσόσκονη.
Τοποθεσία - Περιγραφή
Το σπήλαιο βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της πόλης στο 2ο χλμ της παραλίμνιας οδού Σουγγαρίδη, στις περιοχές όπου τα βραχόβουνα συναντούν τις όχθες της λίμνης και λίγο πριν από την Μονή της Παναγίας Μαυριώτισσας. Ανακαλύφθηκε το 1954, απέχει 15 μέτρα από τον παραλίμνιο δρόμο και το 1968 έγινε η χαρτογράφηση του σπηλαίου .Η είσοδος απέχει περίπου είκοσι (20) μέτρα από τις όχθες της λίμνης και είναι κλειστή με πόρτα που τοποθέτησε ο Δήμος Καστοριάς.
Ωράριο λειτουργίας:
Τρίτη έως Κυριακή
Θερινό Ωράριο: 10.00 - 18.00
Χειμερινό Ωράριο: 09.00 - 17.00
Τηλ.: 24670.26.777, 24670.29.630, Fax: 24670.22.655, Κιν.: 6957.591.303
Δευτέρα Κλειστά
Ο μύθος του σπηλαίου
Πριν από πολλούς αιώνες η μεγάλη σπηλιά που βρίσκεται πριν από το μοναστήρι της Μαυριώτισσας ήταν χρυσορυχείο που τη φύλαγε άγρυπνα ένας δράκος που ανέπνεε και έβγαζε από το στόμα του φλόγες και δηλητηριώδης ατμούς. Το τέρας μετά από μάχη, κτυπήθηκε και επέπλεε νεκρό στα νερά της λίμνης. Κατόπιν, με αναμμένους δαυλούς, άνθρωποι, προχώρησαν στη σπηλιά όπου κάποια στιγμή οι δαυλοί έσβησαν λόγω έλλειψης οξυγόνου στο βάθος του σπηλαίου. Τότε ακούστηκε μια φωνή να λέει: ‘εκείνος που θα σκύψει και θα πάρει μια χούφτα λάσπης που πατάει θα μετανιώσει, αλλά και εκείνος που δεν θα πάρει πάλι θα μετανιώσει. Ορισμένοι τόλμησαν να πάρουν λάσπη από το σπήλαιο και βγαίνοντας έξω στο φως του ήλιου είδαν με έκπληξη πως κρατούσαν υγρή χρυσόσκονη.
Τοποθεσία - Περιγραφή
Το σπήλαιο βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της πόλης στο 2ο χλμ της παραλίμνιας οδού Σουγγαρίδη, στις περιοχές όπου τα βραχόβουνα συναντούν τις όχθες της λίμνης και λίγο πριν από την Μονή της Παναγίας Μαυριώτισσας. Ανακαλύφθηκε το 1954, απέχει 15 μέτρα από τον παραλίμνιο δρόμο και το 1968 έγινε η χαρτογράφηση του σπηλαίου .Η είσοδος απέχει περίπου είκοσι (20) μέτρα από τις όχθες της λίμνης και είναι κλειστή με πόρτα που τοποθέτησε ο Δήμος Καστοριάς.
Ωράριο λειτουργίας:
Τρίτη έως Κυριακή
Θερινό Ωράριο: 10.00 - 18.00
Χειμερινό Ωράριο: 09.00 - 17.00
Τηλ.: 24670.26.777, 24670.29.630, Fax: 24670.22.655, Κιν.: 6957.591.303
Δευτέρα Κλειστά
Χιονοδρομικό Κέντρο Βίτσι
Στο όρος Βίτσι και σε κοντινή απόσταση από την πόλη της Καστοριάς (μόλις 22 χλμ.), λειτουργεί το οργανωμένο χιονοδρομικό κέντρο του Συλλόγου Χιονοδρομίας Καστοριάς, σε υψόμετρο 1800 μέτρων. Είναι στα όρια των νομών Καστοριάς και Φλώρινας, κοντά στο χωριό Πολυκέρασο, σε μια εξαιρετική τοποθεσία που αποτελεί πόλο έλξης και για ομορφιά του τοπίου καθώς και την γραφικότητα των γύρω οικισμών. Το Βίτσι προστατεύεται ως καταφύγιο θηραμάτων και αποτελεί ιδανικό βιότοπο για την απειλούμενη με εξαφάνιση αρκούδα. Η περιοχή έχει μείνει ανεπηρέαστη από την ανθρώπινη δραστηριότητα και διατηρεί την μοναδική ομορφιά της άγριας φύσης.
Πρόσβαση:
Το χιονοδρομικό κέντρο "Βιτσίου" Καστοριάς απέχει από την πόλη 22 χλμ. Ο δρόμος είναι ασφαλτοστρωμένος, ασφαλής και αποχιονίζεται. Από Αθήνα θα ακολουθήσετε την διαδρομή προς Λαμία και μετά προς Κοζάνη και από εκεί βορειότερα για Καστοριά.
Στο όρος Βίτσι και σε κοντινή απόσταση από την πόλη της Καστοριάς (μόλις 22 χλμ.), λειτουργεί το οργανωμένο χιονοδρομικό κέντρο του Συλλόγου Χιονοδρομίας Καστοριάς, σε υψόμετρο 1800 μέτρων. Είναι στα όρια των νομών Καστοριάς και Φλώρινας, κοντά στο χωριό Πολυκέρασο, σε μια εξαιρετική τοποθεσία που αποτελεί πόλο έλξης και για ομορφιά του τοπίου καθώς και την γραφικότητα των γύρω οικισμών. Το Βίτσι προστατεύεται ως καταφύγιο θηραμάτων και αποτελεί ιδανικό βιότοπο για την απειλούμενη με εξαφάνιση αρκούδα. Η περιοχή έχει μείνει ανεπηρέαστη από την ανθρώπινη δραστηριότητα και διατηρεί την μοναδική ομορφιά της άγριας φύσης.
Πρόσβαση:
Το χιονοδρομικό κέντρο "Βιτσίου" Καστοριάς απέχει από την πόλη 22 χλμ. Ο δρόμος είναι ασφαλτοστρωμένος, ασφαλής και αποχιονίζεται. Από Αθήνα θα ακολουθήσετε την διαδρομή προς Λαμία και μετά προς Κοζάνη και από εκεί βορειότερα για Καστοριά.
Το καρναβάλι της Καστοριάς - Ραγκουτσάρια
Η ονομασία Ραγκουτσάρια, προέρχεται από το λατινικό rogatores, δηλαδή ζητιάνοι, (ακόμη rogatio στα Λατινικά σημαίνει ζητώ), αφού οι μεταμφιεσμένοι ζητούν απ'τους νοικοκύρηδες να τους δώσουν δώρα προκειμένου να διώξουν τα κακά πνεύματα. Τα Ραγκουτσάρια, γιορτάζονται από τις 6 μέχρι τις 8 Ιανουαρίου και διατελούν αναβίωση των αρχαίων Διονυσιακών τελετών, που γίνονταν από αρχαιοτάτων χρόνων και σύμφωνα με τους ντόπιους είναι γιορτή που σκοπό έχει να ξεχάσουν τα προβλήματα της χρονιάς.
Μεταμφιέσεις
Στην αρχαιότητα οι άνθρωποι μεταμφιέζονταν σε ζώα όπως για παράδειγμα αγελάδες, ελάφια και τράγους, κατά τη βυζαντινή περίοδο απαγορεύτηκε αυστηρά αυτή η μεταμφίεση, κι έτσι σταδιακά καθιερώθηκαν άλλες μορφές μεταμφίεσης, όπως π.χ. η αλλαγή του φύλου (οι άνδρες φορούν φούστες και μαντήλια και οι γυναίκες μουστάκια και γραβάτες). Πάντως μέχρι το 1930 στα ραγκουτσάρια κυριαρχούσε η μορφή του Βάκχου.
Τα Ραγκουτσάρια σήμερα
Η έναρξη του καρναβαλιού πραγματοποιείται τα Θεοφάνια, μετά την ρίψη του σταυρού και τον αγιασμό των υδάτων. Με επίκεντρο την οδό Μητροπόλεως και την πλατεία Ομονοίας οι μεταμφιεσμένοι πηγαινοέρχονται χορεύοντας και διασκεδάζοντας.Την δεύτερη μέρα, ανήμερα του Αϊ Γιαννιού, κάθε παρέα πηγαίνει στα σπίτια (όπως γίνοταν και από παλιά), για να διώξουν τα κακά πνεύματα και να παροτρύνουν τους νοικοκυραίους να συμμετέχουν και αυτοί στο ξέφρενο γλέντι. Την τρίτη ημέρα κορυφώνονται οι εκδηλώσεις με την μεγάλη παρέλαση (πατερίτσα) των αρμάτων και των μεταμφιεσμένων (μπουλουκιών και σχολικών ομάδων). Στη συνέχεια βραβεύονται οι καλύτερες συμμετοχές στις διάφορες κατηγορίες (εμφάνιση, θέαμα, σάτιρα, παράδοση) με την παράδοση αναμνηστικών. Το τρήμερο 6, 7 και 8 Ιανουαρίου οι αίθουσες και τα νυκτερινά κέντρα, γεμίζουν από κόσμο, διασκεδάζοντας και ξεφαντώνοντας, φροντίζοντας να διατηρούν τα ήθη και έθιμα της περιοχής.
Η ονομασία Ραγκουτσάρια, προέρχεται από το λατινικό rogatores, δηλαδή ζητιάνοι, (ακόμη rogatio στα Λατινικά σημαίνει ζητώ), αφού οι μεταμφιεσμένοι ζητούν απ'τους νοικοκύρηδες να τους δώσουν δώρα προκειμένου να διώξουν τα κακά πνεύματα. Τα Ραγκουτσάρια, γιορτάζονται από τις 6 μέχρι τις 8 Ιανουαρίου και διατελούν αναβίωση των αρχαίων Διονυσιακών τελετών, που γίνονταν από αρχαιοτάτων χρόνων και σύμφωνα με τους ντόπιους είναι γιορτή που σκοπό έχει να ξεχάσουν τα προβλήματα της χρονιάς.
Μεταμφιέσεις
Στην αρχαιότητα οι άνθρωποι μεταμφιέζονταν σε ζώα όπως για παράδειγμα αγελάδες, ελάφια και τράγους, κατά τη βυζαντινή περίοδο απαγορεύτηκε αυστηρά αυτή η μεταμφίεση, κι έτσι σταδιακά καθιερώθηκαν άλλες μορφές μεταμφίεσης, όπως π.χ. η αλλαγή του φύλου (οι άνδρες φορούν φούστες και μαντήλια και οι γυναίκες μουστάκια και γραβάτες). Πάντως μέχρι το 1930 στα ραγκουτσάρια κυριαρχούσε η μορφή του Βάκχου.
Τα Ραγκουτσάρια σήμερα
Η έναρξη του καρναβαλιού πραγματοποιείται τα Θεοφάνια, μετά την ρίψη του σταυρού και τον αγιασμό των υδάτων. Με επίκεντρο την οδό Μητροπόλεως και την πλατεία Ομονοίας οι μεταμφιεσμένοι πηγαινοέρχονται χορεύοντας και διασκεδάζοντας.Την δεύτερη μέρα, ανήμερα του Αϊ Γιαννιού, κάθε παρέα πηγαίνει στα σπίτια (όπως γίνοταν και από παλιά), για να διώξουν τα κακά πνεύματα και να παροτρύνουν τους νοικοκυραίους να συμμετέχουν και αυτοί στο ξέφρενο γλέντι. Την τρίτη ημέρα κορυφώνονται οι εκδηλώσεις με την μεγάλη παρέλαση (πατερίτσα) των αρμάτων και των μεταμφιεσμένων (μπουλουκιών και σχολικών ομάδων). Στη συνέχεια βραβεύονται οι καλύτερες συμμετοχές στις διάφορες κατηγορίες (εμφάνιση, θέαμα, σάτιρα, παράδοση) με την παράδοση αναμνηστικών. Το τρήμερο 6, 7 και 8 Ιανουαρίου οι αίθουσες και τα νυκτερινά κέντρα, γεμίζουν από κόσμο, διασκεδάζοντας και ξεφαντώνοντας, φροντίζοντας να διατηρούν τα ήθη και έθιμα της περιοχής.