1632. Ο Τριακονταετής Πόλεμος ανάμεσα στις δυνάμεις των υποστηρικτών του Καθολικισμού ενάντια στους Προτεστάντες, βρίσκεται στο απόγειο του, στα μέτωπα της Γερμανίας. Μεταξύ των εμπολέμων βρίσκονται και οι Σουηδοί Διαμαρτυρόμενοι, που κάτω από την καθοδήγηση του έμπειρου και δυναμικού βασιλιά τους, Γουστάβου Αδόλφου του 2ου, κάνουν την μεγάλη αντεπίθεση τους. Στην αιματηρή μάχη του Λούτζεν, ο ηρωικός βασιλιάς θα χάσει την ζωή του από τα πυρά των αντιπάλων, αφήνοντας το στέμμα, στην κόρη και φυσική του διάδοχο, την μόλις έξι χρόνων Χριστίνα, που στα χέρια της πλέον, κρατά τις τύχες ενός αχανούς θλιμμένου βασιλείου. Προικισμένη με την θέληση του πατέρα της και γεμάτη ανανεωτικές ιδέες η Χριστίνα, θα καταφέρει να καταστήσει την σκανδιναβική χώρα κυρίαρχη στην Ευρώπη, προκαλώντας όμως ταυτόχρονα αμέτρητα ερωτηματικά στους υπηκόους της γύρω από τον μυστηριώδη και γεμάτο κρυμμένες πτυχές χαρακτήρα της.
Σχεδόν μια δεκαετία ζωής, μιας από τις πιο έντονες ανεξερεύνητες προσωπικότητες που γνώρισε ποτέ η γαλαζοαίματη φυλή, παρακολουθεί από κοντά η βιογραφική ασπρόμαυρη παραγωγή της κραταιάς MGM. Από την στιγμή της ενηλικίωσης της Χριστίνας, μέχρι την δύσκολη ώρα που υποχρεώνεται να αφήσει πίσω της τα πάτρια εδάφη, παραδίδοντας το στέμμα, διαλυμένη ψυχικά από τον άδικο χαμό του αγαπημένου της, Δον Αντόνιο, του Ισπανού επιτετραμμένου. Μια διαδρομή που χαρακτηρίζεται όχι τόσο από τις διοικητικές ικανότητες της ως Μονάρχη ενός ολόκληρου έθνους, αλλά από το πώς η ίδια είχε αποφασίσει να εκθέσει την εικόνα της στον υπόλοιπο κόσμο. Η προοδευτική της ματιά, την οδηγούσε πολλές φορές σε ακραίες συμπεριφορές, που άλλοτε αφορούσαν την ιδιόμορφη – σε βαθμό παρεξήγησης – εξωτερική της εμφάνιση, που αναμείγνυε τις δαντέλες και τα προκλητικά εσώρουχα με τα στενά παντελόνια που θύμιζαν τις στολές των αντρών αξιωματικών και άλλοτε είχαν να κάνουν με το ύφος της, που ενώ αναδείκνυε μια έντονη θηλυκότητα, πάντοτε έκρυβε στο φόντο του μια πιο ανδροπρεπή συμπεριφορά.
Την χρονιά που γυρίζεται η ταινία, η Greta Garbo διαθέτει ήδη την εξουσία να επιβάλλει τα θέλω της στο στούντιο της MGM και ακόμη δεν έχει γυρίσει τα θρυλικά Camille, Anna Karenina και Ninotchka. Αυτή, λοιπόν, η εξουσία μεταφράζεται στην απαίτηση να ερμηνεύσει τον ρόλο του ισπανού πρέσβη και αγαπημένου της σουηδής βασίλισσας, ο John Gilbert, πρώην αρραβωνιαστικός της μεγάλης σταρ και όχι ο Laurence Olivier. Δικής της επιλογής και ο διευθυντής φωτογραφίας William H. Daniels, ο οποίος σε συνεργασία με τον θεατρικής αντίληψης Rouben Mamoulian μας εξασφαλίζουν ένα σχεδόν άρτιο αποτέλεσμα σ’ ότι αφορά την ενίσχυση του κινηματογραφικού μύθου της πρωταγωνίστριας. Η επιλογή της πρωταγωνίστριας ήταν πραγματικά υποδειγματική και όχι μόνο λόγω καταγωγής της. Η ιστορικοί υπαινιγμοί για την αμφισεξουαλικότητα της βασίλισσα Χριστίνας συναντούν τους αντίστοιχους για τις σεξουαλικές προτιμήσεις της Garbo και η ίδια ερμηνεύει τον ρόλο προσπαθώντας με διακριτικότητα να ισορροπήσει ανάμεσα σε αυτούς. Στόχος της δεν είναι να τους καταρρίψει ούτε φυσικά να τους αποδείξει αληθείς αλλά να τους κάνει αποδεκτούς.
Τα περιθώρια υπήρχαν ακόμη καθώς ο κώδικας Hayes άρχισε να εφαρμόζεται συστηματικά από το 1934 και μετά. Οι ερμηνείες της Garbo δεν θυμίζουν τίποτε και κανέναν άλλον. Αγέρωχη και αισθαντική Χριστίνα, ερωτευμένη αλλά και διχασμένη αποδίδει στο ιστορικό πρόσωπο την αυταρχικότητα, τη σύνεση αλλά και το πάθος που του αρμόζει, πάντα κάτω από τις σκηνοθετικές οδηγίες του Mamoulian που της χαρίζει μερικά από τα πιο συγκλονιστικά γκροπλαν της καριέρας της και που επιμένει να την «κυνηγάει» με την κάμερα. Ο John Gilbert από την άλλη επιβεβαιώνει ότι η κάτω βόλτα που είχε πάρει η καριέρα του δεν ήταν ένα τυχαίο γεγονός. Ηθοποιός και ζεν πρεμιέ του βωβού, εδώ αποτυχαίνει να σταθεί απέναντι στην παλλόμενη Garbo. Ο Mamoulian, ένας πρωτοπόρος της κινηματογραφικής τέχνης ισορροπεί ανάμεσα στον εξπρεσιονισμό και στον ρεαλισμό και γεγονός παραμένει ότι έχει μία πρωταγωνίστρια που μπορεί να υπηρετήσει το όραμά του. Η τελευταία συγκλονιστική σκηνή, μία συρόμενη λήψη που καταλήγει σε γκρο πλαν της βασίλισσας- Garbo αποδεικνύει τις ικανότητες του σκηνοθέτου ο οποίος φημολογείται ότι συμβούλευσε την ηθοποιό να αδειάσει το κεφάλι της και το βλέμμα της και να ατενίσει το «τίποτε». Αυτό το ανατριχιαστικό τίποτε που προδιαγράφει το μέλλον μίας βασίλισσας που αποποιήθηκε τις ευθύνες της είναι αυτό που μένει με τους θεατές θυμίζοντάς τους ότι μία τέτοια ταινία και κυρίως μία τέτοια πρωταγωνίστρια δεν μπορούν ποτέ να θεωρηθούν ξεπερασμένες.