- Ποια είναι η νίκη μιας άγριας γάτας σε ένα καυτό πάτωμα;
- Να σταθεί σε αυτό όσο περισσότερο μπορεί!
- Να σταθεί σε αυτό όσο περισσότερο μπορεί!
Το έργο Λυσσασμένη Γάτα (Cat on a Hot Tin Roof), γράφτηκε το 1955 από τον Τένεσι Γουίλιαμς. Το θεατρικό έκανε πρεμιέρα στο Μπρόντγουεϊ στις 24 Μαρτίου του 1955 με τον Μπεν Γκαζάρα στο ρόλο του Μπρικ και την Μπάρμπαρα Μπελ Γκέντες στο ρόλο της Μάγκι. Μεταφέρθηκε στην μεγάλη οθόνη τρία χρόνια αργότερα, το 1958, υπό την σκηνοθεσία του Ρίτσαρντ Μπρουκς. Ο Μπεν Γκαζάρα απέρριψε το ρόλο του Μπρικ, παρά το γεγονός ότι τον είχε ερμηνεύσει στο θέατρο. Έπειτα οι παραγωγοί προσέγγισαν τον Έλβις Πρίσλεϊ, ο οποίος επίσης απέρριψε το ρόλο, καταλήγοντας τελικά στον Πωλ Νιουμαν. Η Λάνα Τάρνερ κι η Γκρέις Κέλι απέρριψαν το ρόλο της Μάγκι πριν τον αναλάβει η Ελίζαμπεθ Τέιλορ. Ο Τένεσι Γουίλιαμς ήταν απογοητευμένος από το σενάριο, στο οποίο είχαν αφαιρεθεί σχεδόν όλες οι αναφορές πάνω στην ομοφυλοφιλία του Μπρικ και όπου είχε προστεθεί μια σκηνή στην οποία ο Μπρικ συμφιλιώνεται με τον πατέρα του. Ο Πωλ Νιούμαν ήταν επίσης απογοητευμένος από την προσαρμογή του θεατρικού. Ο Κώδικας Κινηματογραφικής Δεοντολογίας του Χέιζ έβαλε περιορισμούς στη σεξουαλική επιθυμία του Μπρικ για τον Σκίπερ και εκμηδένισε το βασικό θέμα του έργου, εκείνο της ομοφοβίας. Ο Γουίλιαμς ήταν τόσο απογοητευμένος από τη μεταφορά του θεατρικού του που είπε σε κάποιους από τους θεατές που έκαναν ουρά για να δουν την ταινία: "Αυτή η ταινία θα γυρίσει την κινηματογραφική βιομηχανία 50 χρόνια πίσω. Γυρίστε στα σπίτια σας!" Έργο τρυφερό και σκληρό συνάμα, ρομαντικό όσο και ρεαλιστικό, όπου αναβλύζει η ποιητικότητα της γραφής του Ουίλιαμς, η “Λυσσασμένη Γάτα” βυθίζει τον θεατή στην ανθρώπινη εξαθλίωση και του υποδεικνύει τους τρόπους για να αναγεννηθεί από της στάχτες του. Η υποκρισία είναι ο πυρήνας του έργου και απεικονίζει έξοχα τον βαθμό στον οποίο οι άνθρωποι διαστρεβλώνουν, σχηματίζουν, καταστρέφουν ή αγνοούν συνειδητά την αλήθεια για να συμμορφωθούν με τις κοινωνικο-πολιτιστικές απαιτήσεις και προσδοκίες ή για να επιτύχουν τους στόχους τους. Ο χορός της υποκρισίας που γεννούν οι πιεστικές νόρμες του Νότου -ο συντηρητικός πυλώνας της αμερικανικής κοινωνίας- παρασύρει τους χαρακτήρες που συνθλίβονται από ανεκπλήρωτες επιθυμίες. Οι σχέσεις εξουσίας είναι άμεσα συναρτημένες με τη σεξουαλικότητα και οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή (ή σε ευνουχιστικό συμβιβασμό).
Η Ιστορία
Η «Λυσσασμένη Γάτα» (1954) εκτυλίσσεται ένα βράδυ στο αρχοντικό ενός μεγαλοκτηματία του Μισισιπή, όπου η οικογένεια ετοιμάζεται να γιορτάσει τα 65 και τελευταία γενέθλια του πατέρα. Ο Big Daddy, κατά ειρωνικό τρόπο ο πιο ζωντανός χαρακτήρας του έργου, βρίσκεται στα τελευταία στάδια καρκίνου, όμως ανίδεος για το τέλος που ζυγώνει, προσπαθεί ακόμη να τα βρει με τον αγαπημένο δευτερότοκό του Μπρικ, γνωστό αθλητή, παντρεμένο με την Μάγκι. Οι σχέσεις των δύο αντρών είναι οριακές και η γριφώδης σιωπή του γιου δεν βοηθάει αντίθετα φτάνει στα όρια του, τον τελματωμένο γάμο του. Οι δύο νύφες της οικογένειας εκδηλώνουν ανοιχτά την πρόθεσή τους να διεκδικήσουν,καθεμία για λογαριασμό της οικογένειάς της, το μεγαλύτερο κομμάτι της περιουσίας.Η μεν στηρίζεται στα πολλά παιδιά που έχει.Η "Μάγκι, η Γάτα", μια απεγνωσμένη γυναίκα, με φτωχό background στην προσπάθειά της να ξεφύγει από τη μιζέρια παγιδεύεται σε μια εύπορη οικογένεια, πνίγεται από την υποκρισία και ποθεί διακαώς να τραβήξει το ενδιαφέρον του ίδιου της του συζύγου. Κρατά κρυφό το γεγονός ότι δεν έχει την παραμικρή ερωτική επαφή με το σύζυγό της, προσπαθώντας να αναστήσει πεθαμένα αισθήματα στον παραιτημένο Μπρικ, που μετά το βιολογικό τραυματισμό του σε κάποιο γήπεδο αποσύρεται στο δωμάτιό του και καταφεύγει στο ποτό.
Η Παράσταση
Ο σκηνοθέτης Νικορέστης Χανιωτάκης, με κύριο υφολογικό εργαλείο, τον ρεαλιστικό κώδικα, ξεδιπλώνει το απόλυτο τσαλάκωμα της οικογενειακής ευτυχίας, που γίνεται εκκωφαντικό ξέσκισμα κατά τη δραματουργική καταιγίδα του δεύτερου μέρους. Ενώ στο πρώτο μέρος, η υπαινικτική σκηνοθετική νόρμα μας εισάγει στα καταπιεσμένα πάθη, τους τσακισμένους οικογενειακούς δεσμούς και τις κρυφές επιθυμίες, στο δεύτερο μέρος ανακαλύπτουμε οτι κάτω από την επιχρυσωμένη επιφάνεια, υποβόσκουν αλήθειες που κοιμούνται κάτω από παλιές επουλωμένες πληγές. Στο σύνολο της η εύρυθμη σκηνοθετική γραμμή, αφήνει το κείμενο του μεγάλου δραματουργού να αναδεικτεί, δίνοντας έμφαση στην υποκριτική εμβάθυνση των ερμηνευτων. Η μετάφραση του Ν. Χανιωτάκη και η δραματολογική συνδρομή της Μαριλένας Παναγιωτοπούλου λειτούργησαν αρμονικά και έδωσαν ένα κείμενο εύρυθμο, με συναισθηματική πύκνωση, εκρηκτικό και συνάμα στέρεο.
Ο Ορέστης Τζιόβας στο ρόλο του αποτυχημένου αθλητή, Μπρικ Πόλιτ -άντρας μιας νέας εποχής με τα ψυχολογικά κατάλοιπα της προηγούμενης- ερμηνεύει πιότερο με το βλέμμα παρά με το λόγο. Θολωμένο αλλά άκρως αποκαλυπτικό βλέμμα, ψάχνει απελπισμένα να βρει διέξοδο από την υλιστική υστερία της εποχής. Συντετριμμένος μετά το θάνατο του κολλητού φίλου του, για τον οποίο σε μεγάλο βαθμό αισθάνεται ένοχος. Αυτή η απώλεια τον φέρνει απότομα αντιμέτωπο με την υποκρισία του δυτικού τρόπου ζωής. Η άρνηση του, όμως, δε σημαίνει άρνηση για ζωή, αλλά άρνηση για συμμετοχή σε μια εκφυλισμένη ζωή. Ο ηθοποιός διατρέχει με ανεπιτήδευτη φυσικότητα τον ρόλο του, πιστός στην υποκριτική γραμμή του ψυχολογικού ρεαλισμού.
Η Μαρία Κίτσου, μια ηθοποιός με ευρεία γκάμα εκφραστικών μέσων υποδύεται την Μάγκι. Η λυσσασμένη γάτα είναι εκείνη η γυναίκα που τρελάθηκε από περιφρόνηση,που αδυνατεί να βρει την αγάπη αλλά και την ταυτότητα μέσα στο σπίτι της, και στρέφεται στην υποκριτική κοινωνία, επιδιώκοντας την ανέλιξη της σε αυτή. Ένα σύμβολο παλιού φεμινισμού και νέου, χωρίς ξεκάθαρη ταυτότητα. Με ψυχοσωματική ετοιμότητα, ρέουσα και πάλλουσα ενέργεια, η ηθοποιός μας μεταγγίζει την ψυχική φόρτιση της ηρωίδας, πονεμένης και τόσο γεμάτης ζωή, γλιστρώντας, όμως, μέσα στην πυράκτωση της, στην υπερβολή τόσο στο λόγο όσο και στη κίνηση της.
Ο Νικήτας Τσακίρογλου, ο Big Daddy, είναι ένας άνθρωπος απόλυτα επιτυχημένος όσον αφορά την οικονομική του θέση και δύναμη. Για να κατορθώσει αυτό το επίτευγμα, ως ένας άλλος Kane, πέρασε σε μια συναισθηματική απονεύρωση. Δεν αγαπάει ποτέ κανέναν. Δεν ενδιαφέρεται για κανέναν. Είναι μια κυνική φυσιογνωμία, απόλυτα εναρμονισμένη με την καταναλωτική μανία της εποχής του, που υποκαθιστά τα συναισθήματα με υλικά αγαθά και με χρήμα. Η ερμηνεία του είναι η θαυμαστή μονοκοντυλιά ενός μεγάλου ηθοποιού,ο οποίος παραδίδει μια ώριμη ερμηνεία με δύναμη και εξαιρετικό έλεγχο των εκφραστικών του μέσων, που του επιτρέπουν να ρολάρει από τον κυνισμό στην ευαισθησία, σε ένα ρεσιτάλ αδιαπραγμάτευτης βιρτουοζιτέ. Η Ελένη Κρίτα ερμηνεύει την Big Mamma, ισορροπώντας ανάμεσα στον καθρωπεπισμό και την αφοσίωση στην οικογένεια της, υιοθετώντας ένα εσωτερικά πλουσιοπάροχο και φορτισμένο παίξιμο, που κερδίζει τις εντυπώσεις. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί καταθέτουν υποδειγματικά δουλεμένες ερμηνείες, έχοντας εντοπίσει τη σωστή θερμοκρασία των ρόλων: ο Γεράσιμος Σκαφίδας (Κούπερ), η Μπέτυ Αποστόλου, στο ρόλο της νευρωτικής και επιφανειακής Μέυ,ο Δημήτρης Ραφαήλος (γιατρός) ,η Μαρία Νίκα και ο Δημήτρης Σταματελόπουλος, στους ρόλους των ενοχλητικών και κακομαθημένων παιδιών. Το λιτό και υποβλητικό σκηνικό, οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί, τα κομψά κοστούμια, η όμορφη μουσική και το φορτισμένα συγκινησιακό ταξίδι των ερμηνευτών, κάνουν αυτή την παράσταση άξια της προσοχής μας. Εσωστρέφεια, θυμός, πόθοι σκοτεινοί και αδυσώπητοι, περιουσιακές ίντριγκες, χαμηλοί φωτισμοί, υγρασία και ιδρώτας, σκιές, κρυφακούσματα πίσω από τζαμόπορτες, αδιάκριτα πηγαιν'έλα, και το αλκοόλ καταφύγιο από την πιεστική πραγματικότητα.
Μετάφραση - Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης
Δραματολογική συνεργασία: Μαριλένα Παναγιωτοπούλου
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Σκηνικά: Έλλη Λιδωρικιώτη
Πρωτότυπη μουσική: Γιώργος Σιτώτης
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Παίζουν οι ηθοποιοί:
Μπιγκ Ντάντι: Νικήτας Τσακίρογλου
Μάγκι: Μαρία Κίτσου
Μπρικ: Ορέστης Τζιόβας
Μπιγκ Μάμα: Ελένη Κρίτα
Γκούπερ: Γεράσιμος Σκαφίδας
Μέη: Μπέτυ Αποστόλου
Γιατρός Μπόου: Δημήτρης Ραφαέλος
Αιδεσιμότατος Τούκερ -παιδί: Δημήτρης Σταματελόπουλος (τρομπέτα)*
Υπηρέτρια Σάλυ - παιδί: Μαρία Νίκα (βιολί)
Θέατρο Θησείον, Τουρναβίτου 7, Ψυρρή
Τηλέφωνο: 210 3255444
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τέταρτη: 19:00
Παρασκευή 21:15, Σάββατο 21:15, Κυριακή 19:00
Η Ιστορία
Η «Λυσσασμένη Γάτα» (1954) εκτυλίσσεται ένα βράδυ στο αρχοντικό ενός μεγαλοκτηματία του Μισισιπή, όπου η οικογένεια ετοιμάζεται να γιορτάσει τα 65 και τελευταία γενέθλια του πατέρα. Ο Big Daddy, κατά ειρωνικό τρόπο ο πιο ζωντανός χαρακτήρας του έργου, βρίσκεται στα τελευταία στάδια καρκίνου, όμως ανίδεος για το τέλος που ζυγώνει, προσπαθεί ακόμη να τα βρει με τον αγαπημένο δευτερότοκό του Μπρικ, γνωστό αθλητή, παντρεμένο με την Μάγκι. Οι σχέσεις των δύο αντρών είναι οριακές και η γριφώδης σιωπή του γιου δεν βοηθάει αντίθετα φτάνει στα όρια του, τον τελματωμένο γάμο του. Οι δύο νύφες της οικογένειας εκδηλώνουν ανοιχτά την πρόθεσή τους να διεκδικήσουν,καθεμία για λογαριασμό της οικογένειάς της, το μεγαλύτερο κομμάτι της περιουσίας.Η μεν στηρίζεται στα πολλά παιδιά που έχει.Η "Μάγκι, η Γάτα", μια απεγνωσμένη γυναίκα, με φτωχό background στην προσπάθειά της να ξεφύγει από τη μιζέρια παγιδεύεται σε μια εύπορη οικογένεια, πνίγεται από την υποκρισία και ποθεί διακαώς να τραβήξει το ενδιαφέρον του ίδιου της του συζύγου. Κρατά κρυφό το γεγονός ότι δεν έχει την παραμικρή ερωτική επαφή με το σύζυγό της, προσπαθώντας να αναστήσει πεθαμένα αισθήματα στον παραιτημένο Μπρικ, που μετά το βιολογικό τραυματισμό του σε κάποιο γήπεδο αποσύρεται στο δωμάτιό του και καταφεύγει στο ποτό.
Η Παράσταση
Ο σκηνοθέτης Νικορέστης Χανιωτάκης, με κύριο υφολογικό εργαλείο, τον ρεαλιστικό κώδικα, ξεδιπλώνει το απόλυτο τσαλάκωμα της οικογενειακής ευτυχίας, που γίνεται εκκωφαντικό ξέσκισμα κατά τη δραματουργική καταιγίδα του δεύτερου μέρους. Ενώ στο πρώτο μέρος, η υπαινικτική σκηνοθετική νόρμα μας εισάγει στα καταπιεσμένα πάθη, τους τσακισμένους οικογενειακούς δεσμούς και τις κρυφές επιθυμίες, στο δεύτερο μέρος ανακαλύπτουμε οτι κάτω από την επιχρυσωμένη επιφάνεια, υποβόσκουν αλήθειες που κοιμούνται κάτω από παλιές επουλωμένες πληγές. Στο σύνολο της η εύρυθμη σκηνοθετική γραμμή, αφήνει το κείμενο του μεγάλου δραματουργού να αναδεικτεί, δίνοντας έμφαση στην υποκριτική εμβάθυνση των ερμηνευτων. Η μετάφραση του Ν. Χανιωτάκη και η δραματολογική συνδρομή της Μαριλένας Παναγιωτοπούλου λειτούργησαν αρμονικά και έδωσαν ένα κείμενο εύρυθμο, με συναισθηματική πύκνωση, εκρηκτικό και συνάμα στέρεο.
Ο Ορέστης Τζιόβας στο ρόλο του αποτυχημένου αθλητή, Μπρικ Πόλιτ -άντρας μιας νέας εποχής με τα ψυχολογικά κατάλοιπα της προηγούμενης- ερμηνεύει πιότερο με το βλέμμα παρά με το λόγο. Θολωμένο αλλά άκρως αποκαλυπτικό βλέμμα, ψάχνει απελπισμένα να βρει διέξοδο από την υλιστική υστερία της εποχής. Συντετριμμένος μετά το θάνατο του κολλητού φίλου του, για τον οποίο σε μεγάλο βαθμό αισθάνεται ένοχος. Αυτή η απώλεια τον φέρνει απότομα αντιμέτωπο με την υποκρισία του δυτικού τρόπου ζωής. Η άρνηση του, όμως, δε σημαίνει άρνηση για ζωή, αλλά άρνηση για συμμετοχή σε μια εκφυλισμένη ζωή. Ο ηθοποιός διατρέχει με ανεπιτήδευτη φυσικότητα τον ρόλο του, πιστός στην υποκριτική γραμμή του ψυχολογικού ρεαλισμού.
Η Μαρία Κίτσου, μια ηθοποιός με ευρεία γκάμα εκφραστικών μέσων υποδύεται την Μάγκι. Η λυσσασμένη γάτα είναι εκείνη η γυναίκα που τρελάθηκε από περιφρόνηση,που αδυνατεί να βρει την αγάπη αλλά και την ταυτότητα μέσα στο σπίτι της, και στρέφεται στην υποκριτική κοινωνία, επιδιώκοντας την ανέλιξη της σε αυτή. Ένα σύμβολο παλιού φεμινισμού και νέου, χωρίς ξεκάθαρη ταυτότητα. Με ψυχοσωματική ετοιμότητα, ρέουσα και πάλλουσα ενέργεια, η ηθοποιός μας μεταγγίζει την ψυχική φόρτιση της ηρωίδας, πονεμένης και τόσο γεμάτης ζωή, γλιστρώντας, όμως, μέσα στην πυράκτωση της, στην υπερβολή τόσο στο λόγο όσο και στη κίνηση της.
Ο Νικήτας Τσακίρογλου, ο Big Daddy, είναι ένας άνθρωπος απόλυτα επιτυχημένος όσον αφορά την οικονομική του θέση και δύναμη. Για να κατορθώσει αυτό το επίτευγμα, ως ένας άλλος Kane, πέρασε σε μια συναισθηματική απονεύρωση. Δεν αγαπάει ποτέ κανέναν. Δεν ενδιαφέρεται για κανέναν. Είναι μια κυνική φυσιογνωμία, απόλυτα εναρμονισμένη με την καταναλωτική μανία της εποχής του, που υποκαθιστά τα συναισθήματα με υλικά αγαθά και με χρήμα. Η ερμηνεία του είναι η θαυμαστή μονοκοντυλιά ενός μεγάλου ηθοποιού,ο οποίος παραδίδει μια ώριμη ερμηνεία με δύναμη και εξαιρετικό έλεγχο των εκφραστικών του μέσων, που του επιτρέπουν να ρολάρει από τον κυνισμό στην ευαισθησία, σε ένα ρεσιτάλ αδιαπραγμάτευτης βιρτουοζιτέ. Η Ελένη Κρίτα ερμηνεύει την Big Mamma, ισορροπώντας ανάμεσα στον καθρωπεπισμό και την αφοσίωση στην οικογένεια της, υιοθετώντας ένα εσωτερικά πλουσιοπάροχο και φορτισμένο παίξιμο, που κερδίζει τις εντυπώσεις. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί καταθέτουν υποδειγματικά δουλεμένες ερμηνείες, έχοντας εντοπίσει τη σωστή θερμοκρασία των ρόλων: ο Γεράσιμος Σκαφίδας (Κούπερ), η Μπέτυ Αποστόλου, στο ρόλο της νευρωτικής και επιφανειακής Μέυ,ο Δημήτρης Ραφαήλος (γιατρός) ,η Μαρία Νίκα και ο Δημήτρης Σταματελόπουλος, στους ρόλους των ενοχλητικών και κακομαθημένων παιδιών. Το λιτό και υποβλητικό σκηνικό, οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί, τα κομψά κοστούμια, η όμορφη μουσική και το φορτισμένα συγκινησιακό ταξίδι των ερμηνευτών, κάνουν αυτή την παράσταση άξια της προσοχής μας. Εσωστρέφεια, θυμός, πόθοι σκοτεινοί και αδυσώπητοι, περιουσιακές ίντριγκες, χαμηλοί φωτισμοί, υγρασία και ιδρώτας, σκιές, κρυφακούσματα πίσω από τζαμόπορτες, αδιάκριτα πηγαιν'έλα, και το αλκοόλ καταφύγιο από την πιεστική πραγματικότητα.
Μετάφραση - Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης
Δραματολογική συνεργασία: Μαριλένα Παναγιωτοπούλου
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Σκηνικά: Έλλη Λιδωρικιώτη
Πρωτότυπη μουσική: Γιώργος Σιτώτης
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Παίζουν οι ηθοποιοί:
Μπιγκ Ντάντι: Νικήτας Τσακίρογλου
Μάγκι: Μαρία Κίτσου
Μπρικ: Ορέστης Τζιόβας
Μπιγκ Μάμα: Ελένη Κρίτα
Γκούπερ: Γεράσιμος Σκαφίδας
Μέη: Μπέτυ Αποστόλου
Γιατρός Μπόου: Δημήτρης Ραφαέλος
Αιδεσιμότατος Τούκερ -παιδί: Δημήτρης Σταματελόπουλος (τρομπέτα)*
Υπηρέτρια Σάλυ - παιδί: Μαρία Νίκα (βιολί)
Θέατρο Θησείον, Τουρναβίτου 7, Ψυρρή
Τηλέφωνο: 210 3255444
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τέταρτη: 19:00
Παρασκευή 21:15, Σάββατο 21:15, Κυριακή 19:00