Ο Γάμος της Μαρίας Μπράουν υπήρξε η μεγαλύτερη επιτυχία του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, ενός από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του Γερμανικού κινηματογράφου και θεάτρου. Η ταινία αποτελεί το πρώτο μέρος μιας τριλογίας με θέμα την ιστορία της Γερμανίας, αμέσως μετά την ήττα του Ναζισμού, κατά την περίοδο του «οικονομικού θαύματος». «Προτιμώ να κάνω εγώ τα θαύματα, παρά να περιμένω να γίνουν» λέει η Μαρία Μπράουν. Η θρυλική, όπως πλέον θεωρείται, ανοικοδόμηση της Γερμανίας και το «οικονομικό θαύμα» μετά τον πόλεμο, ισοδυναμούσε με εξάλειψη του πρόσφατου παρελθόντος του ίδιου του έθνους. Ο απαιτούμενος όγκος εργασίας σε συνδυασμό με τη δημιουργία μιας νέας, απρόσωπης πραγματικότητας, απέκλεισε εκ των προτέρων κάθε ενδεχόμενη αναμέτρηση με το παρελθόν, στρέφοντας το βλέμμα των ανθρώπων αποκλειστικά προς το μέλλον και αναγκάζοντάς τους να αποσιωπήσουν και να λησμονήσουν το πάθημά τους. Η απώλεια των αισθήσεων και των αισθημάτων αποτέλεσε προϋπόθεση για την «επιτυχία.
Τον «Γάμο της Μαρία Μπράουν» μετέφερε στο θέατρο -σε προσαρμογή για τη σκηνή για πέντε πρόσωπα του σεναρίου που συνυπέγραφαν ο Πέτερ Μέρτεσχάιμερ και η Πέα Φρέλιχ πάνω σε μια ιδέα του Φασμπίντερ ο οποίος είχε συνεργαστεί και στους διαλόγους -ο Τόμας Όστερμάγιερ, καλλιτεχνικός διευθυντής της βερολινέζικης «Σάουμπίνε», δυο φορές: το 2006 & το 2007 η πρεμιέρα δόθηκε στο «Κάμερσπίλε» του Μονάχου κι η παράσταση μεταφέρθηκε, τη σεζόν 2009 & 2010, στην «Σάουμπίνε». Η δεύτερη εκδοχή, σε σκηνοθεσία και πάλι Όστερμάγιερ, παρουσιάστηκε, το καλοκαίρι του 2014, στο Φεστιβάλ της Αβινιόν και στην αρχή της σεζόν 2014/2015 στην «Σάουμπίνε» ενώ, στη συνέχεια, περιόδευσε σ’ όλο τον κόσμο.
Υπόθεση
Η Μαρία παντρεύεται τον Χέρμαν, εν μέσω βομβαρδισμών και ζούνε μαζί «για μισή μέρα και μια ολόκληρη νύχτα». Εκείνος φεύγει για το Ανατολικό μέτωπο και η Μαρία μάταια τον περιμένει να γυρίσει. Έχοντας την πληροφορία πως είναι νεκρός, προσπαθεί να ξαναφτιάξει τη ζωή της, μέσα στα ερείπια του πολέμου. Η γνωριμία της με ένα βιομήχανο υφασμάτων της προσφέρει την ευκαιρία που ζητά. Τίποτα δεν τη σταματά μπροστά στην επίτευξη του στόχου. Κοιτάζει μόνο το μέλλον και ξεχνά το παρελθόν, προκειμένου να πετύχει το όνειρό της. Η επιστροφή του συζύγου θα ανατρέψει ριζικά την εξέλιξη των πραγμάτων. Η Μαρία Μπράουν, έχοντας βιώσει την προδοσία, οδηγείται στο αναπάντεχο και τραγικό της τέλος. Το «Οικονομικό θαύμα» αποδεικνύεται, κατά τα λόγια του σπουδαίου μελετητή Τζορτζ Στάινερ, ένα «κούφιο θαύμα». Η επιβίωση είναι μια συνεχής μάχη που μοιάζει να υπερβαίνει τον εαυτό και την κοινωνία. Η Μαρία Μπράουν, όπως και όλα τα πρόσωπα γύρω της, είναι άνθρωποι σε απόγνωση, που ζουν σε ακραίες συνθήκες και διατυπώνουν ακραία θέλω.
Η θυελλώδης πορεία της νεαρής Γερμανίδας στην προσπάθεια της να επιβιώσει εν μέσω των σαρωτικών αλλαγών που συμβαίνουν στην πατρίδα της κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, ανάγεται σε αφήγηση παραβολικής αξίας αφού το χρονικό της προσωπικής συμβαδίζει με αυτό της συλλογικής μετάβασης από τη διάλυση στην ανάσταση, από την καταστροφή στην ανάπτυξη· έχοντας βεβαίως αναλάβει να πληρώσει το τίμημα της αλλοτρίωσης. Η Μαρία Μπράουν βιώνει την οικονομική ανάκαμψη, ενώ η ίδια μέσα της συρρικνώνεται, κλείνει. Είναι ένα μυστηριώδες πλάσμα και αναφορικά με το πως κινείται μέσα στις ταραγμένες συνθήκες αλλά και στο πως την αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι γύρω της. Μεγαλωμένη στη δίνη του πολέμου, μοιάζει να σπρώχνεται από την ανάγκη να αφήσει πίσω της το παρελθόν και να στοχεύσει σ' ένα καλύτερο μέλλον. Ο αγώνας της για επιβίωση βασίζεται στο όνειρο για μια ιδανική ζωή. Κι αυτό το όνειρο είναι χειμαρρώδες και τόσο ορμητικό που την παρασέρνει, τη διαβρώνει σε σημείο που χάνει την ψυχή της για να το υπηρετήσει.
Η Παράσταση
Η κινηματογραφική εμπειρία του Γιάννη Σκευά, τον καθιστά καλό γνώστη της θεατρικοποίησης του κινηματογραφικού έργου του Φασμπίντερ, επιλέγοντας το χτίσιμο έντονων, εναλλασσόμενων κινηματογραφικών εικόνων. Η διασκευή του κινηματογραφικού σεναρίου αποδεικνύεται πιστή στο πνεύμα του συγγραφέα, ακολουθώντας με σωστούς ρυθμούς και ροή την ιστορική συγκυρία και την πάλλουσα ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων. Η σκηνοθετική προσέγγιση νοηματοδοτεί κινηματογραφικούς κώδικες, με σύντομα κεφάλαια, βίντεο προβολές, μετατρέποντας διαρκώς τη σκηνή του θεάτρου σε ένα παλίμψηστο. Η σκηνοθεσία του παρακολουθεί με προσοχή και διαύγεια τις υφολογικές μεταπτώσεις του έργου και τις εντυπώνει ωραία πάνω στις ερμηνείες των πρωταγωνιστών. Υπαινικτικός και υποβλητικός ο κόσμος της ηρωίδας, που μοιάζει εγκλωβισμένη μέσα σε μια πνιγηρή,νουάρ ατμόσφαιρα, που την οδηγεί σε αχαρτογράφητα νερά. Η Λένα Παπαληγούρα αφουγκράζεται με ευαισθησία τις τραγικές αποχρώσεις του χαρακτήρα της, σε μια πορεία ζωής που επιλέγει την επιβίωση, μέσα απο τα ερείπια της ανσυγκροτούμενης Γερμανίας. Από την θλιμμένη νύφη, με την υπνωτιστική εσωτερικότητα του βωβού θρήνου, μεχρι την αδίστακτη και ψυχρή γυναίκα καριέρας που ελίσσεται κυνικά, με χειρουργικής ακρίβειας χειρισμούς, προς την κορυφή, η ηθοποιός παραδίδει μια εύθραυστη και ταυτόχρονα ηλεκτρισμένη ερμηνεία λεπτών αποχρώσεων,προσεγγίζοντας τον ρόλο της με ενσυναίσθηση, μην αφήνοντας να ξεχαστεί το βαρύ συναισθηματικό φορτίο που την ταλανίζει και την οδηγεί στην απώλεια της προσωπικής της ταυτότητας. Στο σύνολο της, η υποβλητική και συναισθηματική ερμηνεία της περνάει στην πλατεία και μετασχηματίζεται σε θεατρική δύναμη. Δίπλα της ο Μάξιμος Μουμούρης, στο ρόλο του συζύγου, διατηρεί μια εξωτερική σκληρότητα, η οποία όμως αποκτά ρωγμές από τις εκφράσεις του προσώπου του, από όπου φαίνονται ενδείξεις ενός ήρωα με αδιέξοδα. Πέραν από το προφανές του ταλέντου τους, επιδρούν με μια εξαιρετική χημεία ο ένας πάνω στον άλλο. Με απαράμιλλη ακρίβεια και ψυχοσυναισθηματική προσήλωση, ο Γιάννης Νταλιάνης μας προσφέρει ένα φυσικό, στερεό, εσωτερικά πλουσιοπάροχο και φορτισμένο παίξιμο. Δηκτικός, με έλεγχο των εκφραστικών του μέσων, ο Γιώργος Συμεωνίδης. Γλαφυρός, με αφομοιωμένο αίσθημα και τεχνικές ο Νίκος Γεωργάκης. Η παρουσία της Βαγγελιώς Ανδρεαδάκη υποπέφτει ενίοτε σε πληθωρικό ρυθμό λόγου και κίνησης, παλμογραφώντας τη συναισθηματική διακύμανση με υψηλότερα -απ'οσο θα θέλαμε- ύψη και βάθη.
Το εικαστικό περίβλημα λιτό – με έντονης εικαστικότητας αποτύπωμα, το οποίο εστιάζει σε μια συμβολικής υφής ανάγνωση. Το πνιγηρό σκηνικό σύμπαν, με πολύτιμο αρωγό στους φωτισμούς, συνδημιούργησαν μία σειρά εικόνων που ξεχείλιζαν από ένταση και αίσθηση μελαγχολικής ματαίωσης. Την παράσταση συμπληρώνει η καλόγουστη πρόταση στα κοστούμια και η πρωτότυπη μουσική.
Μετάφραση - Διασκευή - Σκηνοθεσία: Γιώργος Σκεύας
Σκηνικά - Κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Μουσική: Σήμη Τσιλαλή
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Ηθοποιοί: Λένα Παπαληγούρα, Μάξιμος Μουμούρης, Γιάννης Νταλιάνης,
Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Γιώργος Συμεωνίδης, Νίκος Γεωργάκης
Θέατρο Οδού Κυκλάδων «Λευτέρης Βογιατζής», Κυκλάδων 11 & Κεφαλληνίας,
Κυψέλη, τηλ.: 2108217877
Μέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη 20.00 | Πέμπτη-Παρασκευή 20.30
Σάββατο 21.00 | Κυριακή 19.00
Τιμές εισιτηρίων: Τετάρτη-Πέμπτη-Παρασκευή: 16€ κανονικό,
Σάββατο-Κυριακή: 18€ κανονικό, 12€ φοιτητικο/ανεργων / ΑμεΑ
Τον «Γάμο της Μαρία Μπράουν» μετέφερε στο θέατρο -σε προσαρμογή για τη σκηνή για πέντε πρόσωπα του σεναρίου που συνυπέγραφαν ο Πέτερ Μέρτεσχάιμερ και η Πέα Φρέλιχ πάνω σε μια ιδέα του Φασμπίντερ ο οποίος είχε συνεργαστεί και στους διαλόγους -ο Τόμας Όστερμάγιερ, καλλιτεχνικός διευθυντής της βερολινέζικης «Σάουμπίνε», δυο φορές: το 2006 & το 2007 η πρεμιέρα δόθηκε στο «Κάμερσπίλε» του Μονάχου κι η παράσταση μεταφέρθηκε, τη σεζόν 2009 & 2010, στην «Σάουμπίνε». Η δεύτερη εκδοχή, σε σκηνοθεσία και πάλι Όστερμάγιερ, παρουσιάστηκε, το καλοκαίρι του 2014, στο Φεστιβάλ της Αβινιόν και στην αρχή της σεζόν 2014/2015 στην «Σάουμπίνε» ενώ, στη συνέχεια, περιόδευσε σ’ όλο τον κόσμο.
Υπόθεση
Η Μαρία παντρεύεται τον Χέρμαν, εν μέσω βομβαρδισμών και ζούνε μαζί «για μισή μέρα και μια ολόκληρη νύχτα». Εκείνος φεύγει για το Ανατολικό μέτωπο και η Μαρία μάταια τον περιμένει να γυρίσει. Έχοντας την πληροφορία πως είναι νεκρός, προσπαθεί να ξαναφτιάξει τη ζωή της, μέσα στα ερείπια του πολέμου. Η γνωριμία της με ένα βιομήχανο υφασμάτων της προσφέρει την ευκαιρία που ζητά. Τίποτα δεν τη σταματά μπροστά στην επίτευξη του στόχου. Κοιτάζει μόνο το μέλλον και ξεχνά το παρελθόν, προκειμένου να πετύχει το όνειρό της. Η επιστροφή του συζύγου θα ανατρέψει ριζικά την εξέλιξη των πραγμάτων. Η Μαρία Μπράουν, έχοντας βιώσει την προδοσία, οδηγείται στο αναπάντεχο και τραγικό της τέλος. Το «Οικονομικό θαύμα» αποδεικνύεται, κατά τα λόγια του σπουδαίου μελετητή Τζορτζ Στάινερ, ένα «κούφιο θαύμα». Η επιβίωση είναι μια συνεχής μάχη που μοιάζει να υπερβαίνει τον εαυτό και την κοινωνία. Η Μαρία Μπράουν, όπως και όλα τα πρόσωπα γύρω της, είναι άνθρωποι σε απόγνωση, που ζουν σε ακραίες συνθήκες και διατυπώνουν ακραία θέλω.
Η θυελλώδης πορεία της νεαρής Γερμανίδας στην προσπάθεια της να επιβιώσει εν μέσω των σαρωτικών αλλαγών που συμβαίνουν στην πατρίδα της κατά τη διάρκεια και μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, ανάγεται σε αφήγηση παραβολικής αξίας αφού το χρονικό της προσωπικής συμβαδίζει με αυτό της συλλογικής μετάβασης από τη διάλυση στην ανάσταση, από την καταστροφή στην ανάπτυξη· έχοντας βεβαίως αναλάβει να πληρώσει το τίμημα της αλλοτρίωσης. Η Μαρία Μπράουν βιώνει την οικονομική ανάκαμψη, ενώ η ίδια μέσα της συρρικνώνεται, κλείνει. Είναι ένα μυστηριώδες πλάσμα και αναφορικά με το πως κινείται μέσα στις ταραγμένες συνθήκες αλλά και στο πως την αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι γύρω της. Μεγαλωμένη στη δίνη του πολέμου, μοιάζει να σπρώχνεται από την ανάγκη να αφήσει πίσω της το παρελθόν και να στοχεύσει σ' ένα καλύτερο μέλλον. Ο αγώνας της για επιβίωση βασίζεται στο όνειρο για μια ιδανική ζωή. Κι αυτό το όνειρο είναι χειμαρρώδες και τόσο ορμητικό που την παρασέρνει, τη διαβρώνει σε σημείο που χάνει την ψυχή της για να το υπηρετήσει.
Η Παράσταση
Η κινηματογραφική εμπειρία του Γιάννη Σκευά, τον καθιστά καλό γνώστη της θεατρικοποίησης του κινηματογραφικού έργου του Φασμπίντερ, επιλέγοντας το χτίσιμο έντονων, εναλλασσόμενων κινηματογραφικών εικόνων. Η διασκευή του κινηματογραφικού σεναρίου αποδεικνύεται πιστή στο πνεύμα του συγγραφέα, ακολουθώντας με σωστούς ρυθμούς και ροή την ιστορική συγκυρία και την πάλλουσα ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων. Η σκηνοθετική προσέγγιση νοηματοδοτεί κινηματογραφικούς κώδικες, με σύντομα κεφάλαια, βίντεο προβολές, μετατρέποντας διαρκώς τη σκηνή του θεάτρου σε ένα παλίμψηστο. Η σκηνοθεσία του παρακολουθεί με προσοχή και διαύγεια τις υφολογικές μεταπτώσεις του έργου και τις εντυπώνει ωραία πάνω στις ερμηνείες των πρωταγωνιστών. Υπαινικτικός και υποβλητικός ο κόσμος της ηρωίδας, που μοιάζει εγκλωβισμένη μέσα σε μια πνιγηρή,νουάρ ατμόσφαιρα, που την οδηγεί σε αχαρτογράφητα νερά. Η Λένα Παπαληγούρα αφουγκράζεται με ευαισθησία τις τραγικές αποχρώσεις του χαρακτήρα της, σε μια πορεία ζωής που επιλέγει την επιβίωση, μέσα απο τα ερείπια της ανσυγκροτούμενης Γερμανίας. Από την θλιμμένη νύφη, με την υπνωτιστική εσωτερικότητα του βωβού θρήνου, μεχρι την αδίστακτη και ψυχρή γυναίκα καριέρας που ελίσσεται κυνικά, με χειρουργικής ακρίβειας χειρισμούς, προς την κορυφή, η ηθοποιός παραδίδει μια εύθραυστη και ταυτόχρονα ηλεκτρισμένη ερμηνεία λεπτών αποχρώσεων,προσεγγίζοντας τον ρόλο της με ενσυναίσθηση, μην αφήνοντας να ξεχαστεί το βαρύ συναισθηματικό φορτίο που την ταλανίζει και την οδηγεί στην απώλεια της προσωπικής της ταυτότητας. Στο σύνολο της, η υποβλητική και συναισθηματική ερμηνεία της περνάει στην πλατεία και μετασχηματίζεται σε θεατρική δύναμη. Δίπλα της ο Μάξιμος Μουμούρης, στο ρόλο του συζύγου, διατηρεί μια εξωτερική σκληρότητα, η οποία όμως αποκτά ρωγμές από τις εκφράσεις του προσώπου του, από όπου φαίνονται ενδείξεις ενός ήρωα με αδιέξοδα. Πέραν από το προφανές του ταλέντου τους, επιδρούν με μια εξαιρετική χημεία ο ένας πάνω στον άλλο. Με απαράμιλλη ακρίβεια και ψυχοσυναισθηματική προσήλωση, ο Γιάννης Νταλιάνης μας προσφέρει ένα φυσικό, στερεό, εσωτερικά πλουσιοπάροχο και φορτισμένο παίξιμο. Δηκτικός, με έλεγχο των εκφραστικών του μέσων, ο Γιώργος Συμεωνίδης. Γλαφυρός, με αφομοιωμένο αίσθημα και τεχνικές ο Νίκος Γεωργάκης. Η παρουσία της Βαγγελιώς Ανδρεαδάκη υποπέφτει ενίοτε σε πληθωρικό ρυθμό λόγου και κίνησης, παλμογραφώντας τη συναισθηματική διακύμανση με υψηλότερα -απ'οσο θα θέλαμε- ύψη και βάθη.
Το εικαστικό περίβλημα λιτό – με έντονης εικαστικότητας αποτύπωμα, το οποίο εστιάζει σε μια συμβολικής υφής ανάγνωση. Το πνιγηρό σκηνικό σύμπαν, με πολύτιμο αρωγό στους φωτισμούς, συνδημιούργησαν μία σειρά εικόνων που ξεχείλιζαν από ένταση και αίσθηση μελαγχολικής ματαίωσης. Την παράσταση συμπληρώνει η καλόγουστη πρόταση στα κοστούμια και η πρωτότυπη μουσική.
Μετάφραση - Διασκευή - Σκηνοθεσία: Γιώργος Σκεύας
Σκηνικά - Κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Μουσική: Σήμη Τσιλαλή
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Ηθοποιοί: Λένα Παπαληγούρα, Μάξιμος Μουμούρης, Γιάννης Νταλιάνης,
Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Γιώργος Συμεωνίδης, Νίκος Γεωργάκης
Θέατρο Οδού Κυκλάδων «Λευτέρης Βογιατζής», Κυκλάδων 11 & Κεφαλληνίας,
Κυψέλη, τηλ.: 2108217877
Μέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη 20.00 | Πέμπτη-Παρασκευή 20.30
Σάββατο 21.00 | Κυριακή 19.00
Τιμές εισιτηρίων: Τετάρτη-Πέμπτη-Παρασκευή: 16€ κανονικό,
Σάββατο-Κυριακή: 18€ κανονικό, 12€ φοιτητικο/ανεργων / ΑμεΑ