Η εμβάθυνση στα «ιερά και τα όσια» του αρχετυπικού διπόλου μάνας– κόρης
Ο σπουδαίος δημιουργός Ίνγκμαρ Μπέργκμαν μεγαλουργεί ως ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής και σε τρομάζει με τις αλήθειες του υποσυνειδήτου που αναδίδει στην επιφάνεια, τόσο άμεσα και ωμά. Το σύνολο του έργου του εμφανίζεται ως μια συνεχής ερώτηση, που συχνά δεν έχει απάντηση, σχετικά με την ανθρώπινη ύπαρξη, την παρουσία ή απουσία του Θεού. Η αγωνία της έλλειψης επικοινωνίας, η ασάφεια και η διπροσωπία της ανθρώπινης φύσης, η μοναξιά χωρίς πιθανότητες υπερβάσεως σε ένα κόσμο γεμάτο προσποίηση, η σιωπή και η ντροπή, είναι σταθερά στοιχεία, σχεδόν σε κάθε του ταινία. «Υπάρχει πάντα μια διαρκής πάλη μέσα μου, ανάμεσα στην ανάγκη μου να καταστρέψω και στη θέλησή μου να ζήσω. Κι αυτό δημιουργεί μία εσωτερική ένταση που κυριαρχεί και στον τρόπο που δημιουργώ και στην υλική μου ύπαρξη. Κάθε πρωί ξυπνώ με μια καινούρια οργή, μια καινούρια καχυποψία, μια καινούρια λαχτάρα για τη ζωή» είχε εξομολογηθεί ο ίδιος. Στα τέλη της δεκαετίας του '70, αυτοεξόριστος στη Γερμανία λόγω των περιπετειών του με τη σουηδική εφορία, αποφασίζει να γυρίσει ένα δράμα δωματίου που ξεκινά με ένα πρελούδιο του Σοπέν και καταλήγει σε σφαγή. Όχι, δεν πρόκειται για μια ακόμα αναμέτρηση μάνας και κόρης αλλά για έναν φαύλο κύκλο απόδοσης ευθυνών με τη σφραγίδα και την ψυχαναλυτική ερμηνεία του Μπέργκμαν. Η «Φθινοπωρινή Σονάτα έχει παιχθεί με μεγάλη επιτυχία στο Αμβούργο και στο Μπουένος Αιρες το 2002, στην Πράγα το 2003, στη Δρέδη και στο Μοντεβιδέο το 2004, στο Ρίο ντε Τζανέιρο και στο Αμστερνταμ το 2005, στο Τελ Αβιβ, στο Μιλάνο, στη Λισαβόνα στη Ρώμη και στη Βαρσοβία το 2007, στο Λουξεμβούργο, στο Ταλίν και στην Κοπεγχάγη το 2008, στο Ελσίνκι, στο Οσλο και στη Σεούλ το 2009, στο Τόκυο το 2013, στη Ρίγα το 2015, στο Γκέτεμποργκ το 2016 και στη Ριέκα το 2017. Στην Ελλάδα ανέβηκε τρεις φορές, το 2002, το 2006 και το 2015.
Υπόθεση
Η Eva (Δέσποινα Κούρτη) ζει με τον πάστορα σύζυγό της (Δημήτρης 'Ημελλος) στο πρεσβυτέριο τους. Μετά από 7 χρόνια συνεχούς απουσίας την επισκέπτεται η μητέρα της, Charlotte (Μπέτυ Αρβανίτη) διάσημη πιανίστρια μεγάλου βεληνεκούς .Παρακολουθώντας την εξέλιξη της συνάντησης των δύο αυτών γυναικών γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρη η αντάρα και η συναισθηματική αστάθεια που καλλιεργήθηκε και στις δύο γυναίκες όλα αυτά τα χρόνια. Σταδιακά έρχονται στο φως καινούρια γεγονότα, που ανασύρουν νέα, κρυμμένα συναισθήματα, παράπονα και πόνο. Μία διαδοχική σειρά αντιδράσεων, από την προσποιητή χαρούμενη επανασύνδεση στις πρώτες δονήσεις και, από εκεί, στη μεγάλη έκρηξη που θα δώσει τη θέση της στην τελική ισορροπία. Από τους διαλόγους γίνεται σαφής μία περίπτωση καταστροφικής παραμέλησης της Eva και της ανάπηρης αδερφής της, Helena, από τη διάσημη μαμά, η οποία ευθαρσώς παραδέχεται κάποια στιγμή ότι «πάντα νιώθω ότι μου λείπουν τα παιδιά μου, το σπίτι μου. Όταν όμως είμαι σπίτι πάντοτε συνειδητοποιώ ότι δεν είναι αυτό που ποθώ.» Η σύγκρουση των δύο είναι μάλλον συγκλονιστική, αφού η μία παρουσιάζεται ως καθρέφτης της άλλης και τα τραύματα της μίας φαίνεται να πληγώνουν βαθιά την άλλη. Και οι δύο ηρωίδες παρουσιάζονται να βιώνουν μία διαρκή εσωτερική πάλη με μόνη ανάγκη να αγαπήσουν και να αγαπηθούν. Οι διάλογοι κυλούν πάνω σε μία φιλοσοφική βάση, η οποία κατατρώγεται από ερωτήματα και προβληματισμούς για τον έρωτα, το θάνατο, την οικογένεια, τη μητρική στοργή, την αλήθεια και το ψέμα. Όλο αυτό το παιχνίδι εξουσίας συνοδεύεται από τις σονάτες του Σοπέν, του Χέντελ και του Μπαχ. Η μεγάλη έκρηξη μόλις κορυφώνεται, ακολουθείται από ένα απίστευτο πισωγύρισμα, που ακυρώνει τα πάντα. Η Charlotte φεύγει από το σπίτι και με το που αλλάζει περιβάλλον φαίνεται να ξεχνά τα πάντα και να ξαναβρίσκει την παλιά καλή της ταυτότητα, ως διάσημη πιανίστρια. Η Eva λίγες μέρες μετά, ξεχνά την πραγματική υπεύθυνη για αυτή την κατάσταση και πεπεισμένη ότι εκείνη ευθύνεται για την αποχώρηση της μητέρας της, της γράφει ένα γράμμα συγγνώμης. Αναμφίβολα δεν υπάρχει πιο εύστοχο σχόλιο για το κλείσιμο από αυτό που έκανε ο ίδιος ο Bergman: «Με αυτό τον τρόπο το μίσος τους τσιμεντώνεται για πάντα».
Η Παράσταση
Μια υπόκωφη ιστορία εξιλέωσης µιας σχέσης που αµφιταλαντεύεται ανάµεσα στην αγάπη και το µίσος. Ένα συγκλονιστικό παιχνίδι αλήθειας υπό το φθινοπωρινό φως της Σουηδίας και τις σονάτες του Σοπέν, του Χέντελ και του Μπαχ, στη σκηνή του θεάτρου Κεφαλληνίας, υπο στην σκηνοθετική καθοδήγηση του Άρη Τρουπάκη. Εμμένοντας στη κινηματογραφική γραφή, με τρόπο ενδιαφέροντα και φροντισμένο, ο Τρουπάκης καταφέρνει να εμβαθύνει στα «ιερά και τα όσια» του αρχετυπικού διπόλου μάνας– κόρης, καθιστώντας μας κοινωνούς μιας ακροβασίας συναισθηµάτων, σε μια παράσταση, σωστά δομημένη, που δείχνει να βρίσκεται σε διαρκή συναισθηματικό συναγερμό. Ακροβατεί περίτεχνα ανάμεσα στην αμήχανη σιωπή και τα υστερικά ξεσπάσματα, χτίζοντας σταδιακά την αναμενόμενη σύγκρουση. Η Δέσποινα Κούρτη στο ρόλο της κόρης καταθέτει μια ερμηνεία ψυχής, σπαρακτική, με περισσή ευαισθησία, συνδυάζοντας μοναδικά τη γλυκιά θλίψη με την πυρωμένη οργή. Η συναισθηματική πληθωρική ερμηνεία της περνάει στην πλατεία και μετασχηματίζεται σε θεατρική δύναμη, που μας συγκινεί και μας παρασέρνει, καθιστώντας την μια ολική πρωταγωνίστρια, ψυχή, μυαλό και σώμα, που κερδίζει ακαριαία το θαυμασμό και το σεβασμό μας. Η Μπέτυ Αρβανίτη, στο ρόλο της μητέρας επιδεικνύει για άλλη μια φορά υποκριτική ωριμότητα και ψυχοσυναισθηματική προσήλωση, καταδυόμενη με θέρμη και αλήθεια στο ρόλο της σε μια εκστατική ερμηνευτική κατάθεση. Η Σαρλότ είναι μια γυναίκα με εύθραυστο ψυχισμό, που κρύβει πίσω από τον ναρκισσισμό της, ανασφάλειες και συναισθηματικές αναπηρίες. Στη σκηνή, όπου η μητέρα, εκλιπαρεί για την αποδοχή από την κόρη της, αναγκάζοντας την, να γίνει ο γονιός του γονιού της, υπάρχει ένα έλλειμμα επικοινωνίας μεταξύ τους, που δυσκολεύει στην σωστή ανάδειξη των ρωγμών, που εκλιπαρούν να ρουφήξουν τρυφερότητα και αποδοχή.Ο Δημήτρης Ήμελλος, στο ρόλο του πάστορα-συζύγου, χαμηλότονος, φιλτράρει το ρόλο του με ήπιων τόνων αντιδράσεις, προσεγγίζοντας με ενσυναίσθηση και ήρεμη δύναμη τις δυο γυναίκες, σε μια ερμηνεία απαράμιλλης ακρίβειας, συμπληρώνοντας την άξια ερμηνευτική ομάδα επι σκηνής. Η σκηνογραφία της Ελένης Μανωλοπούλου, τονίζει διακριτικά την γοητεία της εικαστικής ατμόσφαιρας - αποπνικτικό το δωμάτιο του πρεσβυτέρειου,περιστοιχισμένο απο κλειστά ντουλάπια και συρτάρια, λειτουργικά στη ροή της παράστασης,αλλα προπάντων παρόντα να υποδηλώσουν τα μυστικά,τις αναμνήσεις και το παρελθόν των ανθρώπων. Ένα έργο που κραυγάζει με απόγνωση πάνω στο αδιέξοδο των ανθρώπινων σχέσεων, μια παράσταση σκηνοθετικής ακρίβειας, σύγχρονου ύφους και σπουδαίων ερμηνειών η οποία επιβάλλεται ως «κλασική». Και ενώ οι δύο γυναίκες δεν αποτελούν δύο πόλους, αφού και η μητέρα είναι μια πληγωμένη κόρη και ενώ θέλουν να έρθουν κοντά, τελικά απωθούνται σαν δύο όμοια ηλεκτρικά φορτία, ο συγγραφέας, μας κλείνει το μάτι, αναγκάζοντας μας να αναζητήσουμε τα δικά µας κενά, τα δικά µας παράπονα και τις δικές µας ανάγκες. Σ αυτήν ακριβώς τη στιγµή της συνειδητοποίησης και της ανάληψης προσωπικής ευθύνης για την κόλαση της ζωής µας, ταιριάζει µία φράση του ίδιου του Μπέργκµαν : «Για µένα η κόλαση ήταν ένας φοβερά υποβλητικός τόπος / πάντοτε όµως θεωρούσα ότι βρίσκεται πάνω στη γη. Η κόλαση δηµιουργείται από τους ίδιους τους ανθρώπους. Πάνω στη γη!»
Σκηνοθεσία -Μουσική επιμέλεια: Άρης Τρουπάκης
Πρωταγωνιστούν: Μπέττυ Αρβανίτη (Σαρλότ),
Δέσποινα Κούρτη (Εύα), Δημήτρης Ημελος (Πάστωρ Βικτώρ).
Μετάφραση από τα Σουηδικά: Ζάννης Ψάλτης
Σκηνικά-κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Σχεδιασμός φωτισμών: Αλέκος Αναστασίου
Επιμέλεια κίνησης: Μαρία Αλβανού
Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας
Κεφαλληνίας 16Α΄ Κυψέλη, 210 8838727
Tετάρτη στις 20.00,Κυριακή στις 20.00
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, στις 21.00
Τιμές: Τετάρτη και Πέμπτη, 12 ευρώ, φοιτητικό/ανέργων/ΑμεΑ, 10 ευρώ, 5 ευρώ
Παρασκευή και Κυριακή, 15 ευρώ, φοιτητικό/ανέργων/ΑμεΑ 13 ευρώ, 5 ευρώ
Σάββατο, 18 ευρώ, φοιτητικό/ανέργων/ΑμέΑ 13 ευρώ, 5 ευρώ
Υπόθεση
Η Eva (Δέσποινα Κούρτη) ζει με τον πάστορα σύζυγό της (Δημήτρης 'Ημελλος) στο πρεσβυτέριο τους. Μετά από 7 χρόνια συνεχούς απουσίας την επισκέπτεται η μητέρα της, Charlotte (Μπέτυ Αρβανίτη) διάσημη πιανίστρια μεγάλου βεληνεκούς .Παρακολουθώντας την εξέλιξη της συνάντησης των δύο αυτών γυναικών γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρη η αντάρα και η συναισθηματική αστάθεια που καλλιεργήθηκε και στις δύο γυναίκες όλα αυτά τα χρόνια. Σταδιακά έρχονται στο φως καινούρια γεγονότα, που ανασύρουν νέα, κρυμμένα συναισθήματα, παράπονα και πόνο. Μία διαδοχική σειρά αντιδράσεων, από την προσποιητή χαρούμενη επανασύνδεση στις πρώτες δονήσεις και, από εκεί, στη μεγάλη έκρηξη που θα δώσει τη θέση της στην τελική ισορροπία. Από τους διαλόγους γίνεται σαφής μία περίπτωση καταστροφικής παραμέλησης της Eva και της ανάπηρης αδερφής της, Helena, από τη διάσημη μαμά, η οποία ευθαρσώς παραδέχεται κάποια στιγμή ότι «πάντα νιώθω ότι μου λείπουν τα παιδιά μου, το σπίτι μου. Όταν όμως είμαι σπίτι πάντοτε συνειδητοποιώ ότι δεν είναι αυτό που ποθώ.» Η σύγκρουση των δύο είναι μάλλον συγκλονιστική, αφού η μία παρουσιάζεται ως καθρέφτης της άλλης και τα τραύματα της μίας φαίνεται να πληγώνουν βαθιά την άλλη. Και οι δύο ηρωίδες παρουσιάζονται να βιώνουν μία διαρκή εσωτερική πάλη με μόνη ανάγκη να αγαπήσουν και να αγαπηθούν. Οι διάλογοι κυλούν πάνω σε μία φιλοσοφική βάση, η οποία κατατρώγεται από ερωτήματα και προβληματισμούς για τον έρωτα, το θάνατο, την οικογένεια, τη μητρική στοργή, την αλήθεια και το ψέμα. Όλο αυτό το παιχνίδι εξουσίας συνοδεύεται από τις σονάτες του Σοπέν, του Χέντελ και του Μπαχ. Η μεγάλη έκρηξη μόλις κορυφώνεται, ακολουθείται από ένα απίστευτο πισωγύρισμα, που ακυρώνει τα πάντα. Η Charlotte φεύγει από το σπίτι και με το που αλλάζει περιβάλλον φαίνεται να ξεχνά τα πάντα και να ξαναβρίσκει την παλιά καλή της ταυτότητα, ως διάσημη πιανίστρια. Η Eva λίγες μέρες μετά, ξεχνά την πραγματική υπεύθυνη για αυτή την κατάσταση και πεπεισμένη ότι εκείνη ευθύνεται για την αποχώρηση της μητέρας της, της γράφει ένα γράμμα συγγνώμης. Αναμφίβολα δεν υπάρχει πιο εύστοχο σχόλιο για το κλείσιμο από αυτό που έκανε ο ίδιος ο Bergman: «Με αυτό τον τρόπο το μίσος τους τσιμεντώνεται για πάντα».
Η Παράσταση
Μια υπόκωφη ιστορία εξιλέωσης µιας σχέσης που αµφιταλαντεύεται ανάµεσα στην αγάπη και το µίσος. Ένα συγκλονιστικό παιχνίδι αλήθειας υπό το φθινοπωρινό φως της Σουηδίας και τις σονάτες του Σοπέν, του Χέντελ και του Μπαχ, στη σκηνή του θεάτρου Κεφαλληνίας, υπο στην σκηνοθετική καθοδήγηση του Άρη Τρουπάκη. Εμμένοντας στη κινηματογραφική γραφή, με τρόπο ενδιαφέροντα και φροντισμένο, ο Τρουπάκης καταφέρνει να εμβαθύνει στα «ιερά και τα όσια» του αρχετυπικού διπόλου μάνας– κόρης, καθιστώντας μας κοινωνούς μιας ακροβασίας συναισθηµάτων, σε μια παράσταση, σωστά δομημένη, που δείχνει να βρίσκεται σε διαρκή συναισθηματικό συναγερμό. Ακροβατεί περίτεχνα ανάμεσα στην αμήχανη σιωπή και τα υστερικά ξεσπάσματα, χτίζοντας σταδιακά την αναμενόμενη σύγκρουση. Η Δέσποινα Κούρτη στο ρόλο της κόρης καταθέτει μια ερμηνεία ψυχής, σπαρακτική, με περισσή ευαισθησία, συνδυάζοντας μοναδικά τη γλυκιά θλίψη με την πυρωμένη οργή. Η συναισθηματική πληθωρική ερμηνεία της περνάει στην πλατεία και μετασχηματίζεται σε θεατρική δύναμη, που μας συγκινεί και μας παρασέρνει, καθιστώντας την μια ολική πρωταγωνίστρια, ψυχή, μυαλό και σώμα, που κερδίζει ακαριαία το θαυμασμό και το σεβασμό μας. Η Μπέτυ Αρβανίτη, στο ρόλο της μητέρας επιδεικνύει για άλλη μια φορά υποκριτική ωριμότητα και ψυχοσυναισθηματική προσήλωση, καταδυόμενη με θέρμη και αλήθεια στο ρόλο της σε μια εκστατική ερμηνευτική κατάθεση. Η Σαρλότ είναι μια γυναίκα με εύθραυστο ψυχισμό, που κρύβει πίσω από τον ναρκισσισμό της, ανασφάλειες και συναισθηματικές αναπηρίες. Στη σκηνή, όπου η μητέρα, εκλιπαρεί για την αποδοχή από την κόρη της, αναγκάζοντας την, να γίνει ο γονιός του γονιού της, υπάρχει ένα έλλειμμα επικοινωνίας μεταξύ τους, που δυσκολεύει στην σωστή ανάδειξη των ρωγμών, που εκλιπαρούν να ρουφήξουν τρυφερότητα και αποδοχή.Ο Δημήτρης Ήμελλος, στο ρόλο του πάστορα-συζύγου, χαμηλότονος, φιλτράρει το ρόλο του με ήπιων τόνων αντιδράσεις, προσεγγίζοντας με ενσυναίσθηση και ήρεμη δύναμη τις δυο γυναίκες, σε μια ερμηνεία απαράμιλλης ακρίβειας, συμπληρώνοντας την άξια ερμηνευτική ομάδα επι σκηνής. Η σκηνογραφία της Ελένης Μανωλοπούλου, τονίζει διακριτικά την γοητεία της εικαστικής ατμόσφαιρας - αποπνικτικό το δωμάτιο του πρεσβυτέρειου,περιστοιχισμένο απο κλειστά ντουλάπια και συρτάρια, λειτουργικά στη ροή της παράστασης,αλλα προπάντων παρόντα να υποδηλώσουν τα μυστικά,τις αναμνήσεις και το παρελθόν των ανθρώπων. Ένα έργο που κραυγάζει με απόγνωση πάνω στο αδιέξοδο των ανθρώπινων σχέσεων, μια παράσταση σκηνοθετικής ακρίβειας, σύγχρονου ύφους και σπουδαίων ερμηνειών η οποία επιβάλλεται ως «κλασική». Και ενώ οι δύο γυναίκες δεν αποτελούν δύο πόλους, αφού και η μητέρα είναι μια πληγωμένη κόρη και ενώ θέλουν να έρθουν κοντά, τελικά απωθούνται σαν δύο όμοια ηλεκτρικά φορτία, ο συγγραφέας, μας κλείνει το μάτι, αναγκάζοντας μας να αναζητήσουμε τα δικά µας κενά, τα δικά µας παράπονα και τις δικές µας ανάγκες. Σ αυτήν ακριβώς τη στιγµή της συνειδητοποίησης και της ανάληψης προσωπικής ευθύνης για την κόλαση της ζωής µας, ταιριάζει µία φράση του ίδιου του Μπέργκµαν : «Για µένα η κόλαση ήταν ένας φοβερά υποβλητικός τόπος / πάντοτε όµως θεωρούσα ότι βρίσκεται πάνω στη γη. Η κόλαση δηµιουργείται από τους ίδιους τους ανθρώπους. Πάνω στη γη!»
Σκηνοθεσία -Μουσική επιμέλεια: Άρης Τρουπάκης
Πρωταγωνιστούν: Μπέττυ Αρβανίτη (Σαρλότ),
Δέσποινα Κούρτη (Εύα), Δημήτρης Ημελος (Πάστωρ Βικτώρ).
Μετάφραση από τα Σουηδικά: Ζάννης Ψάλτης
Σκηνικά-κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Σχεδιασμός φωτισμών: Αλέκος Αναστασίου
Επιμέλεια κίνησης: Μαρία Αλβανού
Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας
Κεφαλληνίας 16Α΄ Κυψέλη, 210 8838727
Tετάρτη στις 20.00,Κυριακή στις 20.00
Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, στις 21.00
Τιμές: Τετάρτη και Πέμπτη, 12 ευρώ, φοιτητικό/ανέργων/ΑμεΑ, 10 ευρώ, 5 ευρώ
Παρασκευή και Κυριακή, 15 ευρώ, φοιτητικό/ανέργων/ΑμεΑ 13 ευρώ, 5 ευρώ
Σάββατο, 18 ευρώ, φοιτητικό/ανέργων/ΑμέΑ 13 ευρώ, 5 ευρώ