Η εικόνα της μάνας που “στυγεῖ” τα παιδιά της, επειδή της θυμίζουν τον άνδρα που την πρόδωσε, θύμα ερωτικής και ηθικής προδοσίας και συμμέτοχος του πόνου που η ίδια θα προκαλέσει, δίνει τη δυνατότητα στον μεγάλο τραγικό ποιητή να βυθίζει το μαχαίρι ως τα μύχια της ανθρώπινης ψυχής και να φέρει στην επιφάνεια τα πιο σκοτεινά βάθη της.
«θα ρημάξω συθέμελα το σπίτι του Ιάσονα…. τους γιούς που του γέννησα ποτέ πια ζωντανούς δεν θα δει»
«θα ρημάξω συθέμελα το σπίτι του Ιάσονα…. τους γιούς που του γέννησα ποτέ πια ζωντανούς δεν θα δει»
Με τη «Μήδεια» του Ευριπίδη κατηφόρησε φέτος το καλοκαίρι στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου το Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν, συμπράττοντας με το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων. Η τραγωδία παρουσιάστηκε 4 και 5 Αυγούστου,στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2017, σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη. Δεκαπέντε ηθοποιοί -με την Μαρία Ναυπλιώτου στον ομώνυμο ρόλο- και τέσσερις μουσικοί, ζωντανεύουν επί σκηνής το μεγαλύτερο και αγριότερο παραμύθι που επινοήθηκε ποτέ για τον έρωτα.
«Δύο φορές βάρβαρη η Μήδεια, από καταγωγή και από έρωτα»
Λίγο πριν εκραγεί ο Πελοποννησιακός πόλεμος (431 π.Χ.) ο Ευριπίδης παρουσιάζει τη Μήδεια, τραγωδία που επηρέασε όσο κανένα άλλο έργο την παγκόσμια δημιουργία. Μέσα από το δράμα της προδομένης Μήδειας και την αντιπαράθεσή της με τον Ιάσονα, φωτίζει τη θέση της γυναίκας, τη διαμάχη των δύο φύλων, τη σύγκρουση των δύο πολιτισμών αλλά και την κρίσιμη ηθική καμπή στην οποία είχε φτάσει ο αρχαίος κόσμος λίγο πριν την επερχόμενη κατάρρευση. Η Ευριπίδεια μυθοπλασία αντλώντας από το βαθύ και σκοτεινό υπέδαφος του μύθου, δημιούργησε χαρακτήρες αξεπέραστους, αποθεώνοντας τον έρωτα στο πρόσωπο της Μήδειας, της δαιμόνιας και σοφής Ανατολίτισσας πριγκίπισσας, εγγονής του Ήλιου, που εξανθρωπίστηκε από το πάθος της για τον Ιάσονα, τον ακολούθησε στην Ελλάδα και προδομένη γίνεται φόνισσα των παιδιών της παρασύροντας και τον Ιάσονα σε ένα αμετάκλητο πένθος. «Δύο φορές βάρβαρη η Μήδεια, από καταγωγή και από έρωτα» γράφει στον πρόλογο της μετάφρασης του ο Γιώργος Χειμωνάς. Δύο όψεις έχει ο έρωτας: τη «βάρβαρη», τη βυθισμένη στον πόνο και στο σκοτάδι αλλά και την ονειρική, την ηδονική, την ιδανική. Η Μήδεια συγκλονίζει, διότι, όσο και αν έχει αδικηθεί, χρησιμοποιεί τελικά ως ύστατο όργανο εκδίκησης τα ίδια τα παιδιά της. Το ζήτημα γίνεται ιδιαίτερα ενδιαφέρον, αν αναλογιστεί κανείς πως δεν αποκλείεται η εκδοχή της παιδοκτόνου Μήδειας να αποτελεί επίνοια του Ευριπίδη. Η παράδοση διασώζει εναλλακτικές εκδοχές για τον τρόπο θανάτου των παιδιών (π.χ. θανατώνονται από τη βασιλική οικογένεια της Κορίνθου σε πράξη αντεκδίκησης για το θάνατο του Κρέοντα και της κόρης του ή θανατώνονται από την ίδια τη Μήδεια, κατά λάθος όμως, στην προσπάθειά της να τα κάνει αθάνατα). Η παιδοκτονία της Μήδειας είναι αποκρουστική, είναι επίσης ενοχλητική, διότι έπεται των άλλων φόνων και άρα φαντάζει περιττή και αυτόκλητη· και ενδεχομένως εξοργιστική, διότι αντικαθιστά τον πραγματικό στόχο της εκδίκησης, τον Ιάσονα. Είναι ταυτόχρονα, όμως, τραγική, διότι καθιστά τη Μήδεια θύμα του ιδίου του θυμού της και μέτοχο του πόνου που η ίδια προκαλεί —παρόλα αυτά όμως η τελική σκηνή φαίνεται να διαγράφει τον πόνο της Μήδειας και να ακυρώνει τις συνέπειες της πράξης της όσον αφορά στην ίδια.
Υπόθεση
Όταν ο Ιάσων έφτασε στην Κολχίδα για να πάρει το χρυσόμαλλο δέρας, η Μήδεια, η κόρη του βασιλιά της χώρας Αιήτη, τον ερωτεύτηκε παράφορα, τον βοήθησε αποφασιστικά και, όταν έφυγε, τον ακολούθησε στην Ελλάδα, αποκόπτοντας κάθε δεσμό με τους δικούς της και την πατρίδα της. Μαζί με τα δυο τους παιδιά ζουν τώρα εξόριστοι στην Κόρινθο. Ο Ιάσων έχει αποφασίσει να την εγκαταλείψει, για να παντρευτεί την κόρη του Κρέοντα, του βασιλιά της Κορίνθου. Ο ίδιος, ο Κρέων, επειδή φοβάται την επικίνδυνη μάγισσα, την καλεί να φύγει από τη χώρα. Η Μήδεια του ζητάει να παραμείνει μια μέρα και ο Κρέων ενδίδει. Εκείνη αποφασίζει να εκδικηθεί σκοτώνοντας τον Κρέοντα και την κόρη του, όμως διστάζει γιατί σκέφτεται ότι κανείς δεν θα τη δέχεται έπειτα από τέτοια πράξη. Τότε περνάει από την Κόρινθο ο βασιλιάς της Αθήνας Αιγέας, που θέλει να συναντήσει τον βασιλιά της Τροιζήνας Πιτθέα, για να του εξηγήσει ένα δυσνόητο χρησμό που του δόθηκε στους Δελφούς, όπου είχει πάει να ρωτήσει επειδή δεν είχε παιδιά. Η Μήδεια, με τις μαγικές της ικανότητες, προσφέρεται να τον βοηθήσει να αποκτήσει παιδιά και εκείνος της υπόσχεται άσυλο, αν φτάσει στην Αθήνα. Τώρα η Μήδεια αποφασίζει να προχωρήσει όχι μόνο στους φόνους, αλλά να σκοτώσει και τα δυο της παιδιά, για να εκδικηθεί τον Ιάσονα. Με τα παιδιά της στέλνει στην κόρη του Κρέοντα πανέμορφα δώρα που θα φέρουν το θάνατο· εκείνη τα φοράει και βρίσκει φρικτό τέλος· το ίδιο και ο πατέρας της, που σπεύδει να τη βοηθήσει. Έπειτα από πάλη με τον εαυτό της, η Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά της, που θα ταφούν από την ίδια στο ιερό της Ήρας, όπου θα γίνονται γιορτές και θυσίες. Η ίδια απομακρύνεται πάνω σε φτερωτό άρμα που της έδωσε ο πατέρας της ο Ήλιος.
Η Παράσταση
Η Μαριάννα Κάλμπαρη έστησε μια παράσταση, με κύριο γνώμονα την καταστροφική μανία του έρωτα, εξ ου και τα αποσπάσματα που ενσωμάτωσε στη παράσταση, από έργα αρχαίων συγγραφέων. Η τραγωδία της «Μήδειας», είναι ένα κείμενο εφιαλτικά στεγνό.Σε καμία λέξη της Μήδειας δεν ακούμε τον παραμικρό ερωτικό ήχο, η μόνη τρυφερότητα που υγραίνει τον ξερό της λόγο είναι όταν μιλάει για τα παιδιά της. Υπάρχει μονάχα θυμός. Τίποτε άλλο. Με απέραντο θυμό, αλλά και με ψυχραιμία, απεργάζεται την καταστροφή του Ιάσονα. Ήταν, λοιπόν, η συλλογιστική της σκηνοθέτιδας, σωστή; Μόνο ο έρωτας είναι αυτός, που οδηγεί την φονική της οργή, αυτός που την σπρώχνει στον αφανισμό των ίδιων της των παιδιών; Η δράση της Μήδειας προσδιορίστηκε όχι μόνο από την έκρηξη πάθους, αλλά και από την προσπάθειά της να υπερασπιστεί τον κώδικα αξιών της, υιοθετώντας ανδρικές αξίες και γυναικεια μέσα. Είναι αυτό το τελευταίο που ακόμη πιο πολύ απο το πάθος την συντρίβει, αυτή η βαθιά προσβολή, η ταπείνωση μιάς γυναίκας, που αισθάνεται ότι έφτασε στα άκρα για την αγάπη ενός άντρα και τώρα αυτός την προδίδει με τον χειρότερο τρόπο. Την απαρνιέται και την διώχνει μαζί με τα παιδιά τους, όταν το πάθος του και ο υπολογισμός του έχουν βρει άλλο λιμάνι. Η Μήδεια αισθάνεται οργή για την αδυναμία του συντρόφου της να παραμείνει πιστός στον ηρωικό κώδικα αμοιβαιότητας και λειτουργώντας ως τραγικός ήρωας, αποφασίζει να προτάξει αυτό τον κώδικα και ακολουθώντας τον να εκδικηθεί τον Ιάσονα. Παρουσιάζει την τρομακτική εικόνα μιας γυναίκας που χρησιμοποιεί όρους και έννοιες που προέρχονται τυπικά από τους ανδρικούς τομείς δράσης, ενώ θηλυκή της δύναμη αναδύεται από το μυθικό παρελθόν, τότε που η γυναίκα δεν ήταν το άβουλο και αδύναμο πλάσμα της κλασικής Αθήνας.
Η Κάλμπαρη δημιουργεί την απαραίτητη κλιμάκωση που οδηγεί το έργο στην τραγική του κορυφωση, ακολουθεί σωστούς ρυθμούς και εντάσεις, αλλά ακυρώνει εν τέλει την προσπάθεια της αυτή. Όλο το εγχείρημα σου δίνει την εντύπωση ότι εξ αρχής, η σκηνοθέτις είχε κατά νου πολλά, θέλοντας να εμπλουτίσει το κείμενο του μεγάλου τραγικού, αλλά αυτό ακριβώς το γεγονός, δυναμίτισε το τελικό αποτέλεσμα.Το κείμενο απο μόνο του έχει το μεγαλειώδες βάθος για να αναδείξει το τραγικό συμβάν, να φωτίσει τις ψυχολογικές εκφάνσεις και τις προθέσεις των προσώπων. Το ίδιο στοιχείο της υπερβολής διακρίνεται και στην διδασκαλία των ηθοποιών της. Ο ταλαντούχος Χάρης Φραγκούλης, σχεδόν ακυρώνεται απο την καθοδήγηση της ερμηνευτικής επιλογής, μια απεικόνιση του Ιάσονα, στυλιζαρισμένη, μια ερμηνεία μακρόσυρτη, επιτηδευμένη, ανευ λόγου και ουσίας. Ο μεγάλος «αγώνας λόγων» μεταξύ Μήδειας και Ιάσονα προβάλλει ανάγλυφα, με τη μοναδική δεξιοτεχνία του ποιητή, το αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στους δυο χαρακτήρες, τη φλεγόμενη περίπτωση της Μήδειας από τη μια, και από την άλλη τον κυνικό υπολογισμό του Ιάσονα. Η καθοδήγηση των θεατών είναι περιττή, αφού το ίδιο το κείμενο είναι ξεκάθαρο και δυνατό, ας το άφηνε η Κάλμπαρη να αναπνεύσει ελεύθερα,να αναδειχτεί, να λάμψει από μόνο του. Η Μαρία Ναυπλιώτου ήταν μια καλή Μήδεια, φώτισε τις ψυχολογικές εναλλαγές της ηρωίδας, αλλά μέχρι εκεί. Δεν μπόρεσε, για άλλη μια φορά να απογειωθεί, όπως η ηρωίδα της, στην τελική σκηνή. Απο μια Κάρμεν, που πραγματικά έλαμπε και μας παρέσυρε σαν σεισμική δόνηση, σε μια χλιαρή Καρένινα και μια απλά καλή Μήδεια, η ηθοποιός φαίνεται, τον τελευταίο καιρό, να στερείται έμπνευσης και όχι ταλέντου. Ο συγκροτημένος, πεντακάθαρος, αιχμηρός της λόγος δεν κατάφερε να την οδηγήσει στην κορύφωση που απαιτεί ο ρόλος και που η ίδια μας έχει αποδείξει ότι είναι ικανή να φτάσει.Σαν κάτι να έλειπε, σαν να στριφογύριζε στο σωστό σημείο, χωρίς να μπορέσει να βρεθεί στον πυρήνα του. Καλές στους ρόλους τους η Αλεξάνδρα Καζάζου (βάρβαρη), η Φωτεινή Μπαξεβάνη (τροφός), η Θεοδώρα Τζήμου (Γλαύκη),η Σύρμω Κεκέ και η Ιωάννα Μαυρέα (γυναίκες της Κορίνθου), Εξαιρετική η Κωνσταντίνα Τάκαλου (Άγγελος), δίκαια ξεχωρίζει, με την συγκλονιστική ερμηνεία της, όταν περιγράφει τις τραγικές στιγμές της βασιλοπούλας και του βασιλιά πατέρα της. Σωστοί οι Αλέξανδρος Μυλωνάς (στιβαρός Κρέοντας) και Γεράσιμος Γεννατάς ( στέρεος Αιγέας), κατάφεραν χάρη στη σκηνική εμπειρία και το ταλέντο τους να μην υποπέσουν σε υπερβολές η αστοχίες.
Στον ευρηματικά οριοθετημένο χώρο στάθηκαν τα πρόσωπα του έργου καθισμένοι στην αρχή σε καρέκλες, στραμμένοι προς το κέντρο, στροβιλιζόμενοι, γύρω απο την βασιλική κλίνη, υπηρετώντας μια εσωτερική περιδίνηση, μάρτυρες της τραγικής ιστορίας στο παλάτι της Κορίνθου. Το σκηνικό, με ομφαλό του, το συζυγικό πολύπαθο κρεββάτι της Μήδειας ( εκεί που θα αφηγηθεί την ιστορία της), η χάσκουσα τρύπα που θα οδηγήσει την ηρωίδα ατιμώρητη στους ουρανούς, η υποβλητική μουσική που πρόσθεσε όγκο και φώτισε μελαγχολικά και ενίοτε δραματικά το πάθος, σκιάζοντας τις πλευρές του μύθου και τέλος οι λειτουργικοί περιμετρικοί φωτισμοί, δημιούργησαν μια άρτια παραγωγή και έστησαν ωραίες ατμόσφαιρες. Εν κατακλείδι, μια παράσταση φιλόδοξη,που δεν μπόρεσε να λάμψει, αλλά κατάφερε να μας κρατήσει, τουλάχιστον, αυτές τις δυο ώρες που διαδραματιζόταν στο αργολικό θέατρο.
Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς
Σκηνοθεσία: Μαριάννα Κάλμπαρη
Σκηνικά – Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Μουσική: Παναγιώτης Καλαντζόπουλος
Χορογραφία: Μαρίζα Τσίγκα
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Δραματολόγος παράστασης: Έλενα Τριανταφυλλοπούλου
Τα ένθετα κείμενα της παράστασης παρουσιάζονται σε μετάφραση-απόδοση Ιωάννη Πολέμη,
Έλενας Τριανταφυλλοπούλου, Μαριάννας Κάλμπαρη
Παίζουν: Μαρία Ναυπλιώτου (Μήδεια), Χάρης Φραγκούλης (Ιάσονας), Αλεξάνδρα Καζάζου (Βάρβαρη), Φωτεινή Μπαξεβάνη (Τροφός), Θεοδώρα Τζήμου (Γλαύκη), Σύρμω Κεκέ & Ιωάννα Μαυρέα (Γυναίκες της Κορίνθου), Κωνσταντίνα Τάκαλου (Άγγελος), Αλέξανδρος Μυλωνάς (Κρέοντας), Γεράσιμος Γεννατάς (Αιγέας)
Συμμετέχουν τέσσερις σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης και τέσσερις μουσικοί. Συμπαραγωγή: Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων και Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν
*Στην παράσταση της Μαριάννας Κάλμπαρη χρησιμοποιούνται αποσπάσματα από έργα αρχαίων συγγραφέων όπως Θεόκριτου Ειδύλλια (μετάφραση Ιωάννη Πολέμη), Αρτεμίδωρου Ονειροκριτικά, Πλούταρχου Ερωτικός, Πλάτωνος Συμπόσιο κ.ά. (μετάφραση-απόδοση) Μαριάννας Κάλμπαρη και Έλενας Τριανταφυλλοπούλου
Επόμενη παράσταση: Θεσσαλονίκη: 27/07/2017 - Θέατρο Δάσους.
«Δύο φορές βάρβαρη η Μήδεια, από καταγωγή και από έρωτα»
Λίγο πριν εκραγεί ο Πελοποννησιακός πόλεμος (431 π.Χ.) ο Ευριπίδης παρουσιάζει τη Μήδεια, τραγωδία που επηρέασε όσο κανένα άλλο έργο την παγκόσμια δημιουργία. Μέσα από το δράμα της προδομένης Μήδειας και την αντιπαράθεσή της με τον Ιάσονα, φωτίζει τη θέση της γυναίκας, τη διαμάχη των δύο φύλων, τη σύγκρουση των δύο πολιτισμών αλλά και την κρίσιμη ηθική καμπή στην οποία είχε φτάσει ο αρχαίος κόσμος λίγο πριν την επερχόμενη κατάρρευση. Η Ευριπίδεια μυθοπλασία αντλώντας από το βαθύ και σκοτεινό υπέδαφος του μύθου, δημιούργησε χαρακτήρες αξεπέραστους, αποθεώνοντας τον έρωτα στο πρόσωπο της Μήδειας, της δαιμόνιας και σοφής Ανατολίτισσας πριγκίπισσας, εγγονής του Ήλιου, που εξανθρωπίστηκε από το πάθος της για τον Ιάσονα, τον ακολούθησε στην Ελλάδα και προδομένη γίνεται φόνισσα των παιδιών της παρασύροντας και τον Ιάσονα σε ένα αμετάκλητο πένθος. «Δύο φορές βάρβαρη η Μήδεια, από καταγωγή και από έρωτα» γράφει στον πρόλογο της μετάφρασης του ο Γιώργος Χειμωνάς. Δύο όψεις έχει ο έρωτας: τη «βάρβαρη», τη βυθισμένη στον πόνο και στο σκοτάδι αλλά και την ονειρική, την ηδονική, την ιδανική. Η Μήδεια συγκλονίζει, διότι, όσο και αν έχει αδικηθεί, χρησιμοποιεί τελικά ως ύστατο όργανο εκδίκησης τα ίδια τα παιδιά της. Το ζήτημα γίνεται ιδιαίτερα ενδιαφέρον, αν αναλογιστεί κανείς πως δεν αποκλείεται η εκδοχή της παιδοκτόνου Μήδειας να αποτελεί επίνοια του Ευριπίδη. Η παράδοση διασώζει εναλλακτικές εκδοχές για τον τρόπο θανάτου των παιδιών (π.χ. θανατώνονται από τη βασιλική οικογένεια της Κορίνθου σε πράξη αντεκδίκησης για το θάνατο του Κρέοντα και της κόρης του ή θανατώνονται από την ίδια τη Μήδεια, κατά λάθος όμως, στην προσπάθειά της να τα κάνει αθάνατα). Η παιδοκτονία της Μήδειας είναι αποκρουστική, είναι επίσης ενοχλητική, διότι έπεται των άλλων φόνων και άρα φαντάζει περιττή και αυτόκλητη· και ενδεχομένως εξοργιστική, διότι αντικαθιστά τον πραγματικό στόχο της εκδίκησης, τον Ιάσονα. Είναι ταυτόχρονα, όμως, τραγική, διότι καθιστά τη Μήδεια θύμα του ιδίου του θυμού της και μέτοχο του πόνου που η ίδια προκαλεί —παρόλα αυτά όμως η τελική σκηνή φαίνεται να διαγράφει τον πόνο της Μήδειας και να ακυρώνει τις συνέπειες της πράξης της όσον αφορά στην ίδια.
Υπόθεση
Όταν ο Ιάσων έφτασε στην Κολχίδα για να πάρει το χρυσόμαλλο δέρας, η Μήδεια, η κόρη του βασιλιά της χώρας Αιήτη, τον ερωτεύτηκε παράφορα, τον βοήθησε αποφασιστικά και, όταν έφυγε, τον ακολούθησε στην Ελλάδα, αποκόπτοντας κάθε δεσμό με τους δικούς της και την πατρίδα της. Μαζί με τα δυο τους παιδιά ζουν τώρα εξόριστοι στην Κόρινθο. Ο Ιάσων έχει αποφασίσει να την εγκαταλείψει, για να παντρευτεί την κόρη του Κρέοντα, του βασιλιά της Κορίνθου. Ο ίδιος, ο Κρέων, επειδή φοβάται την επικίνδυνη μάγισσα, την καλεί να φύγει από τη χώρα. Η Μήδεια του ζητάει να παραμείνει μια μέρα και ο Κρέων ενδίδει. Εκείνη αποφασίζει να εκδικηθεί σκοτώνοντας τον Κρέοντα και την κόρη του, όμως διστάζει γιατί σκέφτεται ότι κανείς δεν θα τη δέχεται έπειτα από τέτοια πράξη. Τότε περνάει από την Κόρινθο ο βασιλιάς της Αθήνας Αιγέας, που θέλει να συναντήσει τον βασιλιά της Τροιζήνας Πιτθέα, για να του εξηγήσει ένα δυσνόητο χρησμό που του δόθηκε στους Δελφούς, όπου είχει πάει να ρωτήσει επειδή δεν είχε παιδιά. Η Μήδεια, με τις μαγικές της ικανότητες, προσφέρεται να τον βοηθήσει να αποκτήσει παιδιά και εκείνος της υπόσχεται άσυλο, αν φτάσει στην Αθήνα. Τώρα η Μήδεια αποφασίζει να προχωρήσει όχι μόνο στους φόνους, αλλά να σκοτώσει και τα δυο της παιδιά, για να εκδικηθεί τον Ιάσονα. Με τα παιδιά της στέλνει στην κόρη του Κρέοντα πανέμορφα δώρα που θα φέρουν το θάνατο· εκείνη τα φοράει και βρίσκει φρικτό τέλος· το ίδιο και ο πατέρας της, που σπεύδει να τη βοηθήσει. Έπειτα από πάλη με τον εαυτό της, η Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά της, που θα ταφούν από την ίδια στο ιερό της Ήρας, όπου θα γίνονται γιορτές και θυσίες. Η ίδια απομακρύνεται πάνω σε φτερωτό άρμα που της έδωσε ο πατέρας της ο Ήλιος.
Η Παράσταση
Η Μαριάννα Κάλμπαρη έστησε μια παράσταση, με κύριο γνώμονα την καταστροφική μανία του έρωτα, εξ ου και τα αποσπάσματα που ενσωμάτωσε στη παράσταση, από έργα αρχαίων συγγραφέων. Η τραγωδία της «Μήδειας», είναι ένα κείμενο εφιαλτικά στεγνό.Σε καμία λέξη της Μήδειας δεν ακούμε τον παραμικρό ερωτικό ήχο, η μόνη τρυφερότητα που υγραίνει τον ξερό της λόγο είναι όταν μιλάει για τα παιδιά της. Υπάρχει μονάχα θυμός. Τίποτε άλλο. Με απέραντο θυμό, αλλά και με ψυχραιμία, απεργάζεται την καταστροφή του Ιάσονα. Ήταν, λοιπόν, η συλλογιστική της σκηνοθέτιδας, σωστή; Μόνο ο έρωτας είναι αυτός, που οδηγεί την φονική της οργή, αυτός που την σπρώχνει στον αφανισμό των ίδιων της των παιδιών; Η δράση της Μήδειας προσδιορίστηκε όχι μόνο από την έκρηξη πάθους, αλλά και από την προσπάθειά της να υπερασπιστεί τον κώδικα αξιών της, υιοθετώντας ανδρικές αξίες και γυναικεια μέσα. Είναι αυτό το τελευταίο που ακόμη πιο πολύ απο το πάθος την συντρίβει, αυτή η βαθιά προσβολή, η ταπείνωση μιάς γυναίκας, που αισθάνεται ότι έφτασε στα άκρα για την αγάπη ενός άντρα και τώρα αυτός την προδίδει με τον χειρότερο τρόπο. Την απαρνιέται και την διώχνει μαζί με τα παιδιά τους, όταν το πάθος του και ο υπολογισμός του έχουν βρει άλλο λιμάνι. Η Μήδεια αισθάνεται οργή για την αδυναμία του συντρόφου της να παραμείνει πιστός στον ηρωικό κώδικα αμοιβαιότητας και λειτουργώντας ως τραγικός ήρωας, αποφασίζει να προτάξει αυτό τον κώδικα και ακολουθώντας τον να εκδικηθεί τον Ιάσονα. Παρουσιάζει την τρομακτική εικόνα μιας γυναίκας που χρησιμοποιεί όρους και έννοιες που προέρχονται τυπικά από τους ανδρικούς τομείς δράσης, ενώ θηλυκή της δύναμη αναδύεται από το μυθικό παρελθόν, τότε που η γυναίκα δεν ήταν το άβουλο και αδύναμο πλάσμα της κλασικής Αθήνας.
Η Κάλμπαρη δημιουργεί την απαραίτητη κλιμάκωση που οδηγεί το έργο στην τραγική του κορυφωση, ακολουθεί σωστούς ρυθμούς και εντάσεις, αλλά ακυρώνει εν τέλει την προσπάθεια της αυτή. Όλο το εγχείρημα σου δίνει την εντύπωση ότι εξ αρχής, η σκηνοθέτις είχε κατά νου πολλά, θέλοντας να εμπλουτίσει το κείμενο του μεγάλου τραγικού, αλλά αυτό ακριβώς το γεγονός, δυναμίτισε το τελικό αποτέλεσμα.Το κείμενο απο μόνο του έχει το μεγαλειώδες βάθος για να αναδείξει το τραγικό συμβάν, να φωτίσει τις ψυχολογικές εκφάνσεις και τις προθέσεις των προσώπων. Το ίδιο στοιχείο της υπερβολής διακρίνεται και στην διδασκαλία των ηθοποιών της. Ο ταλαντούχος Χάρης Φραγκούλης, σχεδόν ακυρώνεται απο την καθοδήγηση της ερμηνευτικής επιλογής, μια απεικόνιση του Ιάσονα, στυλιζαρισμένη, μια ερμηνεία μακρόσυρτη, επιτηδευμένη, ανευ λόγου και ουσίας. Ο μεγάλος «αγώνας λόγων» μεταξύ Μήδειας και Ιάσονα προβάλλει ανάγλυφα, με τη μοναδική δεξιοτεχνία του ποιητή, το αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στους δυο χαρακτήρες, τη φλεγόμενη περίπτωση της Μήδειας από τη μια, και από την άλλη τον κυνικό υπολογισμό του Ιάσονα. Η καθοδήγηση των θεατών είναι περιττή, αφού το ίδιο το κείμενο είναι ξεκάθαρο και δυνατό, ας το άφηνε η Κάλμπαρη να αναπνεύσει ελεύθερα,να αναδειχτεί, να λάμψει από μόνο του. Η Μαρία Ναυπλιώτου ήταν μια καλή Μήδεια, φώτισε τις ψυχολογικές εναλλαγές της ηρωίδας, αλλά μέχρι εκεί. Δεν μπόρεσε, για άλλη μια φορά να απογειωθεί, όπως η ηρωίδα της, στην τελική σκηνή. Απο μια Κάρμεν, που πραγματικά έλαμπε και μας παρέσυρε σαν σεισμική δόνηση, σε μια χλιαρή Καρένινα και μια απλά καλή Μήδεια, η ηθοποιός φαίνεται, τον τελευταίο καιρό, να στερείται έμπνευσης και όχι ταλέντου. Ο συγκροτημένος, πεντακάθαρος, αιχμηρός της λόγος δεν κατάφερε να την οδηγήσει στην κορύφωση που απαιτεί ο ρόλος και που η ίδια μας έχει αποδείξει ότι είναι ικανή να φτάσει.Σαν κάτι να έλειπε, σαν να στριφογύριζε στο σωστό σημείο, χωρίς να μπορέσει να βρεθεί στον πυρήνα του. Καλές στους ρόλους τους η Αλεξάνδρα Καζάζου (βάρβαρη), η Φωτεινή Μπαξεβάνη (τροφός), η Θεοδώρα Τζήμου (Γλαύκη),η Σύρμω Κεκέ και η Ιωάννα Μαυρέα (γυναίκες της Κορίνθου), Εξαιρετική η Κωνσταντίνα Τάκαλου (Άγγελος), δίκαια ξεχωρίζει, με την συγκλονιστική ερμηνεία της, όταν περιγράφει τις τραγικές στιγμές της βασιλοπούλας και του βασιλιά πατέρα της. Σωστοί οι Αλέξανδρος Μυλωνάς (στιβαρός Κρέοντας) και Γεράσιμος Γεννατάς ( στέρεος Αιγέας), κατάφεραν χάρη στη σκηνική εμπειρία και το ταλέντο τους να μην υποπέσουν σε υπερβολές η αστοχίες.
Στον ευρηματικά οριοθετημένο χώρο στάθηκαν τα πρόσωπα του έργου καθισμένοι στην αρχή σε καρέκλες, στραμμένοι προς το κέντρο, στροβιλιζόμενοι, γύρω απο την βασιλική κλίνη, υπηρετώντας μια εσωτερική περιδίνηση, μάρτυρες της τραγικής ιστορίας στο παλάτι της Κορίνθου. Το σκηνικό, με ομφαλό του, το συζυγικό πολύπαθο κρεββάτι της Μήδειας ( εκεί που θα αφηγηθεί την ιστορία της), η χάσκουσα τρύπα που θα οδηγήσει την ηρωίδα ατιμώρητη στους ουρανούς, η υποβλητική μουσική που πρόσθεσε όγκο και φώτισε μελαγχολικά και ενίοτε δραματικά το πάθος, σκιάζοντας τις πλευρές του μύθου και τέλος οι λειτουργικοί περιμετρικοί φωτισμοί, δημιούργησαν μια άρτια παραγωγή και έστησαν ωραίες ατμόσφαιρες. Εν κατακλείδι, μια παράσταση φιλόδοξη,που δεν μπόρεσε να λάμψει, αλλά κατάφερε να μας κρατήσει, τουλάχιστον, αυτές τις δυο ώρες που διαδραματιζόταν στο αργολικό θέατρο.
Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς
Σκηνοθεσία: Μαριάννα Κάλμπαρη
Σκηνικά – Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Μουσική: Παναγιώτης Καλαντζόπουλος
Χορογραφία: Μαρίζα Τσίγκα
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Δραματολόγος παράστασης: Έλενα Τριανταφυλλοπούλου
Τα ένθετα κείμενα της παράστασης παρουσιάζονται σε μετάφραση-απόδοση Ιωάννη Πολέμη,
Έλενας Τριανταφυλλοπούλου, Μαριάννας Κάλμπαρη
Παίζουν: Μαρία Ναυπλιώτου (Μήδεια), Χάρης Φραγκούλης (Ιάσονας), Αλεξάνδρα Καζάζου (Βάρβαρη), Φωτεινή Μπαξεβάνη (Τροφός), Θεοδώρα Τζήμου (Γλαύκη), Σύρμω Κεκέ & Ιωάννα Μαυρέα (Γυναίκες της Κορίνθου), Κωνσταντίνα Τάκαλου (Άγγελος), Αλέξανδρος Μυλωνάς (Κρέοντας), Γεράσιμος Γεννατάς (Αιγέας)
Συμμετέχουν τέσσερις σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης και τέσσερις μουσικοί. Συμπαραγωγή: Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων και Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν
*Στην παράσταση της Μαριάννας Κάλμπαρη χρησιμοποιούνται αποσπάσματα από έργα αρχαίων συγγραφέων όπως Θεόκριτου Ειδύλλια (μετάφραση Ιωάννη Πολέμη), Αρτεμίδωρου Ονειροκριτικά, Πλούταρχου Ερωτικός, Πλάτωνος Συμπόσιο κ.ά. (μετάφραση-απόδοση) Μαριάννας Κάλμπαρη και Έλενας Τριανταφυλλοπούλου
Επόμενη παράσταση: Θεσσαλονίκη: 27/07/2017 - Θέατρο Δάσους.