«Δεν θα λυπηθώ κανέναν. Με πληγώνουν και με εκνευρίζουν όσα συμβαίνουν στο παλάτι και στην πόλη. Μαυρίζει η ψυχή μου και θλίβομαι όταν βλέπω που ζουν οι άνθρωποι. Τους βρίσκω όλους δειλούς, κόλακες άδικους συμφεροντολόγους, προδότες, απατεώνες. Δεν μπορώ να κρατήσω άλλο την οργή μου. Σκοπεύω να κόψω κάθε επαφή με το ανθρώπινο είδος» - Αλσέστ (Μολιέρ)
Ο Μολιέρος αναζητά τους ήρωές του μέσα από την εποχή του. Σπουδάζει το χαρακτήρα, το ήθος, τις επιλογές των προσώπων, τις παρεκκλίσεις τους από το κοινωνικά αποδεκτό. Οι ήρωες του είναι άτομα παθολογικά, κοινωνικώς ασθενούντα. Κινούμενα εκτός ορίων παράγουν το γέλιο. Ο Μολιέρος επιμένει στο ελάττωμα, το τρωτό σημείο του χαρακτήρα. Αυτό προκαλεί την κριτική του, αυτό παραμορφώνει, για να το διορθώσει με τη δύναμη του γέλιου, απογυμνώνοντας έτσι τον ήρωά του. Ο αριστοτελικός ορισμός της κωμωδίας ως μιμήσεως πράξης φαύλης έχει άμεση σχέση με την μολιερική κωμωδιογραφία. Τον Ιούνιο του 1666 ο Μολιέρος εξέδωσε την κωμωδία Ο Μισάνθρωπος, μία σάτιρα σχετικά με την υποκριτική ευγένεια και την ανέντιμη κολακεία στην βασιλική αυλή αλλά και στα σαλόνια του Παρισιού. Η ασυνήθιστα έντονα αυτοβιογραφικά αποτυπωμένη φιγούρα του Αλσεστ, του πρωταγωνιστή του Μισάνθρωπου, αντικατοπτρίζει την απέχθεια του Μολιέρου και την μη θέληση του να ενταχθεί στη ζωή της βασιλικής αυλής, όπου κυριαρχούσε το ψεύδος, η υποκρισία, οι ίντριγκες και η κολακεία. Ο Μολιέρος με τον Μισάνθρωπο δεν σκιαγραφεί μόνο μια κοινωνία κι ένα σύστημα ασκώντας κριτική, αλλά κι έναν ανθρώπινο χαρακτήρα διαχρονικό που αντιτάσσεται στη διάβρωση, τη χυδαιότητα, την υποκρισία, τα ύποπτα συμφέροντα και τον αμοραλισμό. Ασυμβίβαστος επιτίθεται προς όλους και προς όλα εως τη στιγμή που αναγκάζεται να αποχωρήσει απο την κοινωνία αυτή για να μπορέσει "να ζήσει ως τίμιος άνθρωπος".
Η πικρή κωμωδία του Μολιέρου, σε σκηνοθεσία Ιόλης Ανδρεάδη, μετάφραση Γιάγκου Ανδρεάδη και διασκευή για έξι πρόσωπα της Ιόλης Ανδρεάδη και του Άρη Ασπρούλη σε νέα ελληνική έμμετρη απόδοση 1.600 στίχων παρουσιάζεται στη σκηνή του Σύγχρονου Θέατρου. Έξι ήρωες επί σκηνής, όλοι θύτες και θύματα μιας μακράς, ατομικής και ομαδικής, υποκρισίας με σκοπό το κέρδος των εντυπώσεων και μια καλή θέση στα μάτια των άλλων. Μόνος αντίπαλος με την πραγματικότητα, ο ειλικρινής Άλκηστος. Με την εμμονική του ροπή προς την αλήθεια με κάθε κόστος και κυρίως τον ατελείωτο και ατελέσφορο έρωτά του για τη γοητευτική Σελιμένη, να δεσπόζουν ως πηγές της δυστυχίας του.
Το έργο
Ο Μισάνθρωπος, 1666. Πλήρης τίτλος: Ο Μισάνθρωπος ή ο Χολερικός ερωτευμένος (Le Misanthrope ou l’ Atrabilaire amoureux), πεντάπρακτη κωμωδία σε 1808 αλεξανδρινούς στίχους. Παραστάθηκε για πρώτη φορά στις 4 Ιουνίου 1666, στο θέατρο του Palais-Royal. Είναι εμπνευσμένη από τον «Δύσκολο» του Μενάνδρου. Ο υπότιτλος παραπέμπει στη θεωρία του Γαληνού, ευρέως διαδεδομένη και ακόμη αποδεκτή μέχρι τον 18ο αιώνα, σχετικά με τα τέσσερα στοιχεία που καθορίζουν τον ανθρώπινο οργανισμό και τον ψυχισμό του ατόμου. Στο ανθρώπινο σώμα ενυπάρχουν τέσσερα «υγρά» και οι μεταξύ τους αναλογίες καθορίζουν τον χαρακτήρα. Ο «χολερικός» Άλκηστος (Alceste) καθορίζεται από τη μαύρη χολή (μέλαινα χολή –bile– μελαγχολία), ενώ ο «σώφρων» φίλος του Φιλήντας (Philinte) από το «φλέγμα». Αναφορές σε αυτά τα στοιχεία (humeurs) βρίσκουμε σε πολλές κωμωδίες του Μολιέρου. Ο Άλκηστος μισεί την ανθρωπότητα, καταγγέλλει την υποκρισία, τη δειλία και τη συναλλαγή που επικρατεί. Αγαπά εντούτοις με πάθος τη Σελιμένη (Célimène), νεαρή χήρα, «φιλάρεσκη» («coquette») που αρέσκεται να διασκεδάζει, και να κακολογεί τους γύρω της. Ο ενάρετος Άλκηστος είναι αναγκασμένος λοιπόν να δίνει μάχες, χαμένες από τα πριν, οι οποίες θα τον οδηγήσουν στην τελική φυγή. Ένα έργο «σαλονιού», στο οποίο ο Μολιέρος ασκεί έντονη κριτική στα ήθη της Αυλής και στην υποκρισία που κυριαρχεί σ’ αυτήν την κοινωνία του «φαίνεσθαι», στην οποία οι συμπεριφορές φθάνουν στα όρια της παρωδίας. (Απόσπασμα από το «Ο Μολιέρος και η κωμωδία» των Άννα Ταμπάκη και Αλεξία Αλτουβά)
Τα πρόσωπα του έργου
Άλκηστος, η ψυχή που βασανίζεται βαθιά μέσα στη σύγκρουση μεταξύ της πραγματικότητας και της εξιδανικευμένες ηθικής τελειότητας, την οποία αποζητά από τον καθένα και με κάθε κόστος.
Σελιμένη, ο θηλυκός Δον Ζουάν. Ομορφιά, ευγλωττία, κοινωνική λάμψη. Η νεαρή χήρα με τη μεγάλη κοινωνική επιφάνεια, τους χειραφετημένους τρόπους και τους αμέτρητους θαυμαστές. Αγαπημένο της παιχνίδι: ο Άλκηστος.
Αρσινόη, ο θηλυκός Ταρτούφος. Γυναίκα με μεγάλη επιρροή στους κοσμικούς κύκλους της εποχής και υπόδειγμα κοινωνικής υποκρισίας. Πρόσωπο χυδαίο και φθονερό, μασκαρεμένο ωστόσο πάντα με το πέπλο της προσποιητής ευγένειας και της θρησκευτικής ευλάβειας.
Ορόντης, ο αντίζηλος του Άλκηστου, στη ζωή και την τέχνη. Διεκδικεί επί ίσοις όροις τα μάτια της Σελιμένης και αξιώνει από παντού κολακευτικούς επαίνους για την, μάλλον κακή, ποίησή του.
Φιλήντας, ο καλύτερος φίλος του Άλκηστου. Ψυχή ευγενική, που με θάρρος ασκεί καλοπροαίρετη κριτική στον φίλο του, με σκοπό να κατευνάσει του τρόπους του και τον βοηθήσει να προσαρμοστεί στην κοινωνική πραγματικότητα..
Ελιάνθη, ξαδέρφη της Σελιμένης, υπόδειγμα τιμιότητας, ευγένειας και αμοιβαιότητας. Ερωτευμένη με το ήθος του Άλκηστου – όχι όμως και με τη σκληρότητά του. Παραδίδεται τελικά στον έρωτα του τρυφερού Φιλήντα.
Σημείωμα σκηνοθέτη
Στην προσέγγιση του Μισανθρώπου που επιχειρείται εδώ, όλη η δράση του έργου μεταφέρεται στην «Πινακοθήκη». Σε αυτό το ειδικό δωμάτιο που υπάρχει στο σπίτι της Σελιμένης και στο οποίο προτρέπει τους καλεσμένους της να περάσουν -στην 3η σκηνή της 2ης πράξης- με σκοπό την αποφυγή ενός καβγά που ετοιμαζόταν να ξεκινήσει, καθώς εκείνοι κουτσομπόλευαν στο σαλόνι με έντονο ύφος. Μόνο που αντί για τους πίνακες που περιγράφονται στο έργο, αυτή τη φορά στα κάδρα θα περάσουν οι ίδιοι οι ήρωές του.
Με αυτό τον τρόπο, έξι γιγάντια κάδρα δεσπόζουν, εξαρχής, στο κέντρο της σκηνής. Από μέσα τους ξεπηδούν σταδιακά οι έξι ήρωες του Μολιέρου, για να παρουσιάσουν τον εαυτό τους σε τρεις διαφορετικές εκδοχές, οι οποίες συνθέτουν διαλεκτικά για τον καθένα τη μία και μοναδική, αληθινή του όψη.
Εκδοχή πρώτη: ο χώρος μέσα στα κάδρα.
Μέσα στα κάδρα, ο θεατής βλέπει το υποσυνείδητο των χαρακτήρων. Πρόκειται για έναν χώρο ονειρικό, εντός του οποίου οι έξι ήρωες μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα και δίχως τη δέσμευση της λογικής. Μέσα στα κάδρα τους, τα πρόσωπα δεν μιλούν. Έχουν ως μόνο τρόπο έκφρασης την μεγεθυμένη κίνηση του χαρακτήρα τους, σαν κάποιος ζωγράφος να τους απαθανάτισε σε στάσεις μεγάλες και αντιπροσωπευτικές της ζωής τους και του ό,τι αυτή πρεσβεύει.
Εκδοχή δεύτερη: ο χώρος έξω από τα κάδρα.
Η δεύτερη εκδοχή των έξι χαρακτήρων εκτυλίσσεται κατά τη δράση τους έξω και μπροστά από τα κάδρα. Εκεί, με λόγο πιο ρεαλιστικό και κινήσεις σχεδόν φυσικές, οι ήρωες ερμηνεύουν μια κοντινότερη στην πραγματική ζωή εκδοχή του εαυτού τους και μας καλούν να παρακολουθήσουμε τι πραγματικά συμβαίνει στο σπίτι της Σελιμένης και που θα οδηγήσουν αυτές οι αδιέξοδες παρεξηγήσεις και οι συνεχείς αποκαλύψεις που λαμβάνουν χώρα.
Εκδοχή Τρίτη: το μικρόφωνο.
Το τρίτο πεδίο δράσης των ηρώων εστιάζεται στη χρήση ενός μικροφώνου, το οποίο βρίσκεται στο κέντρο της σκηνής, χαρίζοντας φωνή, ήχο και έκφραση στην πιο μύχια εκδοχή του εαυτού τους. Εκεί οπού οι σκέψεις εκφράζονται χωρίς να κρύβονται ούτε πίσω από το «σχήμα» ενός κάδρου – όπως ορίζεται στην πρώτη εκδοχή του χαρακτήρα τους, ούτε μέσα στον καθημερινό λόγο των κοινωνικών συμβάσεων – όπως ορίζεται στη δεύτερη. Εκεί όπου μιλά αποκλειστικά η ψυχή του κάθε ήρωα. – Ιόλη Ανδρεάδη
Η Παράσταση
Η παρουσία του Αλσέστ, του πρωταγωνιστή του «Μισάνθρωπου», αντικατοπτρίζει την απέχθεια του Μολιέρου και την άρνησή του να ενταχθεί στη ζωή της «Βασιλικής Αυλής», όπου κυριαρχούσε το ψέμα, η υποκρισία, οι ίντριγκες, οι απάτες, η κολακεία. Ο ήρωάς του δεν μισεί τους ανθρώπους, αλλά απεχθάνεται τα ελαττώματά τους. Επειδή, ωστόσο, τα ελαττώματα αποδεικνύονται ανθεκτικά στο χρόνο και οι άνθρωποι ανεπίδεκτοι μαθήσεως, ο ήρωας φτάνει να αποστρέφεται τα άτομα που τον περιβάλλουν ή δείχνουν ενδιαφέρον για εκείνον, με αποτέλεσμα την απομόνωσή του. Είναι το μοναδικό έργο του με ανοιχτό τέλος, όπου δεν βρίσκει ευτυχή κατάληξη η τροχιά που διέγραψε η πλοκή. Ο αυτοβιογραφικός Μισάνθρωπος-Μολιέρος αποτελεί ενα σύμβολο τέλειας μοναξιάς μέσα σε μια πινακοθήκη προσώπων όπως ο Άμλετ και ο Φάουστ.
Με μια εύρυθμη, αλλά και εν μέρει παρελκυστική πρόταση σύγχρονης ανάγνωσης της μολιερικής κωμωδίας, η Ιόλη Ανδρεάδη τοποθετεί το σκηνοθετικό της στίγμα στη σκηνή στου Σύγχρονου Θέατρου και αφηγείται την ιστορία εμπνευσμένα, χωρίς στιγμή να θυσιάζει την ποιητική ισχύ, το οντολογικό βάθος ή την σατυρική ευρωστία του κειμένου. “Σκάβει” δε στην ψυχή των ηρώων χωρίς να απωθεί την διασκεδαστική υφή της διαδικασίας,αν και σε σημεία χάνεται η ισορροπία του δίπολου ψυχολογικής εμβάνθυνσης και ψυχαγωγικής σάτυρας. Το εγώ, η σχέση του με τους άλλους και την κοινωνική ζωή και ο μύχιος εσωτερικός κόσμος και οι σκέψεις που τον απαρτίζουν, δένουν αρμονικά σε μια παράσταση, στην οποία επενεργεί καθοριστικά και πάνω απ'ολα ο έμμετρος μολιερικός λόγος. Σ'αυτό αρωγός πολύτιμος στέκεται η εμπνευσμένη μετάφραση του Γιάγκου Ανδρεάδη και η στέρεη δραματουργία- διασκευή των Ανδρεάδη-Ασπρούλη, που μπόλιασαν το έργο με ποιητικό οίστρο, ρυθμική ισορροπία και ζωντάνια.
Ο Μολιέρος υποπτεύθηκε πως ένας απόλυτα αρνητικός τύπος θα ήταν για την κωμωδία καταστροφή και γι΄ αυτό τον έκανε τρωτό στον έρωτα. Και ως ερωτευμένος με πρόσωπο που συγκεντρώνει κάθετι από τα αρνητικά που μισεί, γίνεται γελοίος. Μέα σ'αυτό το ασφυκτικό και αντιφατικό πλέγμα, ο Μιλτιάδης Φιορέντζης κατορθώνει να συλλέξει μια ακόμα υποκριτική νίκη, σε μια ερμηνεία που περνάει στην πλατεία και μετασχηματίζεται σε θεατρική δύναμη. Η εκφραστικότητα του υποδηλώνει ότι την φύση του ήρωα την κατέτρωγε μια έντονη απέχθεια έναντι στη διάβρωση, τη χυδαιότητα, την υποκρισία, τα ύποπτα συμφέροντα και τον αμοραλισμό. Βυθισμένος μέσα στην απόλυτη μοναξιά του ήρωά του, εν μέσω ενός πλήρους ελλειμματος επικοινωνίας με το κοινωνικό του περίγυρο, κινήθηκε στο χώρο με μία έκδηλη και αέναη αγωνία να ορίσει την ύπαρξή του. Η ιστορία της κοκέτας Σελιμέν και της «αυλής» των θαυμαστών/κολάκων που την πολιορκούν, η επιπολαιότητα με την οποία τους μεταχειρίζεται προκειμένου να είναι αρεστή, βρίσκει στην Βασιλική Τρουφάκου μια άξια πρωταγωνίστρια, που με μια παιγνιώδη τακτική, σωστή κίνηση και εκφραστική λεπτομέρεια, ενσαρκώνει άψογα την φιλάρεσκη γυναίκα που ερωτοτροπεί, χωρίς τέλος.Σωστές οι ερμηνείες του υπόλοιπου θιάσου (Θύμιος Κούκιος, Δανάη Επιθυμιάδη, Ορέστης Καρύδας), ο καθένας ξεχωριστά λειτουργεί με ακρίβεια στην απόδοση του χαρακτήρα του. Ξεχωρίζει η Μελίνα Θεοχαρίδου (Αρσινόη), που πλάθει έναν χαρακτήρα με εύστοχες κωμικές πινελιές που ισορροπούν όμορφα ανάμεσα στην εκφραστικότητα των χειρονομιών και την εσωτερικότητα του συναισθήματός. Η παράσταση αφήνει θετική επίγευση, κρατώντας μας μέσα στο πνεύμα του συγγραφέα,που αναπνέει διαχρονικό και ευθύβολο,ανά τους αιώνες, διατρέχοντας το κείμενο με την βιτριολική σάτιρα, που δεν εγκαταλείπει την σκηνή,ούτε ένα λεπτό.
Μετάφραση: Γιάγκος Ανδρεάδης
Έμμετρη διασκευή: Ιόλη Ανδρεάδη & Άρης Ασπρούλης
Σκηνοθεσία – Κίνηση: Ιόλη Ανδρεάδη
Σκηνογραφία – Κοστούμια: Δήμητρα Λιάκουρα
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Cover song: Κώστας Δαλακούρας
Φωτογραφίες: Πάνος Μιχαήλ & Νίκος Πανταζάρας
Κατασκευή Κοστουμιών: Δάφνη Τσακότα & Σιμέλα Τουργαϊδου
Διανομή
Άλκηστος:Μιλτιάδης Φιορέντζης,
Σελιμένη: Βασιλική Τρουφάκου
Ορόντης: Θύμιος Κούκιος
Ελιάνθη: Δανάη Επιθυμιάδη
Φιλήντας: Ορέστης Καρύδας
Αρσινόη: Μελίνα Θεοχαρίδου
Η πικρή κωμωδία του Μολιέρου, σε σκηνοθεσία Ιόλης Ανδρεάδη, μετάφραση Γιάγκου Ανδρεάδη και διασκευή για έξι πρόσωπα της Ιόλης Ανδρεάδη και του Άρη Ασπρούλη σε νέα ελληνική έμμετρη απόδοση 1.600 στίχων παρουσιάζεται στη σκηνή του Σύγχρονου Θέατρου. Έξι ήρωες επί σκηνής, όλοι θύτες και θύματα μιας μακράς, ατομικής και ομαδικής, υποκρισίας με σκοπό το κέρδος των εντυπώσεων και μια καλή θέση στα μάτια των άλλων. Μόνος αντίπαλος με την πραγματικότητα, ο ειλικρινής Άλκηστος. Με την εμμονική του ροπή προς την αλήθεια με κάθε κόστος και κυρίως τον ατελείωτο και ατελέσφορο έρωτά του για τη γοητευτική Σελιμένη, να δεσπόζουν ως πηγές της δυστυχίας του.
Το έργο
Ο Μισάνθρωπος, 1666. Πλήρης τίτλος: Ο Μισάνθρωπος ή ο Χολερικός ερωτευμένος (Le Misanthrope ou l’ Atrabilaire amoureux), πεντάπρακτη κωμωδία σε 1808 αλεξανδρινούς στίχους. Παραστάθηκε για πρώτη φορά στις 4 Ιουνίου 1666, στο θέατρο του Palais-Royal. Είναι εμπνευσμένη από τον «Δύσκολο» του Μενάνδρου. Ο υπότιτλος παραπέμπει στη θεωρία του Γαληνού, ευρέως διαδεδομένη και ακόμη αποδεκτή μέχρι τον 18ο αιώνα, σχετικά με τα τέσσερα στοιχεία που καθορίζουν τον ανθρώπινο οργανισμό και τον ψυχισμό του ατόμου. Στο ανθρώπινο σώμα ενυπάρχουν τέσσερα «υγρά» και οι μεταξύ τους αναλογίες καθορίζουν τον χαρακτήρα. Ο «χολερικός» Άλκηστος (Alceste) καθορίζεται από τη μαύρη χολή (μέλαινα χολή –bile– μελαγχολία), ενώ ο «σώφρων» φίλος του Φιλήντας (Philinte) από το «φλέγμα». Αναφορές σε αυτά τα στοιχεία (humeurs) βρίσκουμε σε πολλές κωμωδίες του Μολιέρου. Ο Άλκηστος μισεί την ανθρωπότητα, καταγγέλλει την υποκρισία, τη δειλία και τη συναλλαγή που επικρατεί. Αγαπά εντούτοις με πάθος τη Σελιμένη (Célimène), νεαρή χήρα, «φιλάρεσκη» («coquette») που αρέσκεται να διασκεδάζει, και να κακολογεί τους γύρω της. Ο ενάρετος Άλκηστος είναι αναγκασμένος λοιπόν να δίνει μάχες, χαμένες από τα πριν, οι οποίες θα τον οδηγήσουν στην τελική φυγή. Ένα έργο «σαλονιού», στο οποίο ο Μολιέρος ασκεί έντονη κριτική στα ήθη της Αυλής και στην υποκρισία που κυριαρχεί σ’ αυτήν την κοινωνία του «φαίνεσθαι», στην οποία οι συμπεριφορές φθάνουν στα όρια της παρωδίας. (Απόσπασμα από το «Ο Μολιέρος και η κωμωδία» των Άννα Ταμπάκη και Αλεξία Αλτουβά)
Τα πρόσωπα του έργου
Άλκηστος, η ψυχή που βασανίζεται βαθιά μέσα στη σύγκρουση μεταξύ της πραγματικότητας και της εξιδανικευμένες ηθικής τελειότητας, την οποία αποζητά από τον καθένα και με κάθε κόστος.
Σελιμένη, ο θηλυκός Δον Ζουάν. Ομορφιά, ευγλωττία, κοινωνική λάμψη. Η νεαρή χήρα με τη μεγάλη κοινωνική επιφάνεια, τους χειραφετημένους τρόπους και τους αμέτρητους θαυμαστές. Αγαπημένο της παιχνίδι: ο Άλκηστος.
Αρσινόη, ο θηλυκός Ταρτούφος. Γυναίκα με μεγάλη επιρροή στους κοσμικούς κύκλους της εποχής και υπόδειγμα κοινωνικής υποκρισίας. Πρόσωπο χυδαίο και φθονερό, μασκαρεμένο ωστόσο πάντα με το πέπλο της προσποιητής ευγένειας και της θρησκευτικής ευλάβειας.
Ορόντης, ο αντίζηλος του Άλκηστου, στη ζωή και την τέχνη. Διεκδικεί επί ίσοις όροις τα μάτια της Σελιμένης και αξιώνει από παντού κολακευτικούς επαίνους για την, μάλλον κακή, ποίησή του.
Φιλήντας, ο καλύτερος φίλος του Άλκηστου. Ψυχή ευγενική, που με θάρρος ασκεί καλοπροαίρετη κριτική στον φίλο του, με σκοπό να κατευνάσει του τρόπους του και τον βοηθήσει να προσαρμοστεί στην κοινωνική πραγματικότητα..
Ελιάνθη, ξαδέρφη της Σελιμένης, υπόδειγμα τιμιότητας, ευγένειας και αμοιβαιότητας. Ερωτευμένη με το ήθος του Άλκηστου – όχι όμως και με τη σκληρότητά του. Παραδίδεται τελικά στον έρωτα του τρυφερού Φιλήντα.
Σημείωμα σκηνοθέτη
Στην προσέγγιση του Μισανθρώπου που επιχειρείται εδώ, όλη η δράση του έργου μεταφέρεται στην «Πινακοθήκη». Σε αυτό το ειδικό δωμάτιο που υπάρχει στο σπίτι της Σελιμένης και στο οποίο προτρέπει τους καλεσμένους της να περάσουν -στην 3η σκηνή της 2ης πράξης- με σκοπό την αποφυγή ενός καβγά που ετοιμαζόταν να ξεκινήσει, καθώς εκείνοι κουτσομπόλευαν στο σαλόνι με έντονο ύφος. Μόνο που αντί για τους πίνακες που περιγράφονται στο έργο, αυτή τη φορά στα κάδρα θα περάσουν οι ίδιοι οι ήρωές του.
Με αυτό τον τρόπο, έξι γιγάντια κάδρα δεσπόζουν, εξαρχής, στο κέντρο της σκηνής. Από μέσα τους ξεπηδούν σταδιακά οι έξι ήρωες του Μολιέρου, για να παρουσιάσουν τον εαυτό τους σε τρεις διαφορετικές εκδοχές, οι οποίες συνθέτουν διαλεκτικά για τον καθένα τη μία και μοναδική, αληθινή του όψη.
Εκδοχή πρώτη: ο χώρος μέσα στα κάδρα.
Μέσα στα κάδρα, ο θεατής βλέπει το υποσυνείδητο των χαρακτήρων. Πρόκειται για έναν χώρο ονειρικό, εντός του οποίου οι έξι ήρωες μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα και δίχως τη δέσμευση της λογικής. Μέσα στα κάδρα τους, τα πρόσωπα δεν μιλούν. Έχουν ως μόνο τρόπο έκφρασης την μεγεθυμένη κίνηση του χαρακτήρα τους, σαν κάποιος ζωγράφος να τους απαθανάτισε σε στάσεις μεγάλες και αντιπροσωπευτικές της ζωής τους και του ό,τι αυτή πρεσβεύει.
Εκδοχή δεύτερη: ο χώρος έξω από τα κάδρα.
Η δεύτερη εκδοχή των έξι χαρακτήρων εκτυλίσσεται κατά τη δράση τους έξω και μπροστά από τα κάδρα. Εκεί, με λόγο πιο ρεαλιστικό και κινήσεις σχεδόν φυσικές, οι ήρωες ερμηνεύουν μια κοντινότερη στην πραγματική ζωή εκδοχή του εαυτού τους και μας καλούν να παρακολουθήσουμε τι πραγματικά συμβαίνει στο σπίτι της Σελιμένης και που θα οδηγήσουν αυτές οι αδιέξοδες παρεξηγήσεις και οι συνεχείς αποκαλύψεις που λαμβάνουν χώρα.
Εκδοχή Τρίτη: το μικρόφωνο.
Το τρίτο πεδίο δράσης των ηρώων εστιάζεται στη χρήση ενός μικροφώνου, το οποίο βρίσκεται στο κέντρο της σκηνής, χαρίζοντας φωνή, ήχο και έκφραση στην πιο μύχια εκδοχή του εαυτού τους. Εκεί οπού οι σκέψεις εκφράζονται χωρίς να κρύβονται ούτε πίσω από το «σχήμα» ενός κάδρου – όπως ορίζεται στην πρώτη εκδοχή του χαρακτήρα τους, ούτε μέσα στον καθημερινό λόγο των κοινωνικών συμβάσεων – όπως ορίζεται στη δεύτερη. Εκεί όπου μιλά αποκλειστικά η ψυχή του κάθε ήρωα. – Ιόλη Ανδρεάδη
Η Παράσταση
Η παρουσία του Αλσέστ, του πρωταγωνιστή του «Μισάνθρωπου», αντικατοπτρίζει την απέχθεια του Μολιέρου και την άρνησή του να ενταχθεί στη ζωή της «Βασιλικής Αυλής», όπου κυριαρχούσε το ψέμα, η υποκρισία, οι ίντριγκες, οι απάτες, η κολακεία. Ο ήρωάς του δεν μισεί τους ανθρώπους, αλλά απεχθάνεται τα ελαττώματά τους. Επειδή, ωστόσο, τα ελαττώματα αποδεικνύονται ανθεκτικά στο χρόνο και οι άνθρωποι ανεπίδεκτοι μαθήσεως, ο ήρωας φτάνει να αποστρέφεται τα άτομα που τον περιβάλλουν ή δείχνουν ενδιαφέρον για εκείνον, με αποτέλεσμα την απομόνωσή του. Είναι το μοναδικό έργο του με ανοιχτό τέλος, όπου δεν βρίσκει ευτυχή κατάληξη η τροχιά που διέγραψε η πλοκή. Ο αυτοβιογραφικός Μισάνθρωπος-Μολιέρος αποτελεί ενα σύμβολο τέλειας μοναξιάς μέσα σε μια πινακοθήκη προσώπων όπως ο Άμλετ και ο Φάουστ.
Με μια εύρυθμη, αλλά και εν μέρει παρελκυστική πρόταση σύγχρονης ανάγνωσης της μολιερικής κωμωδίας, η Ιόλη Ανδρεάδη τοποθετεί το σκηνοθετικό της στίγμα στη σκηνή στου Σύγχρονου Θέατρου και αφηγείται την ιστορία εμπνευσμένα, χωρίς στιγμή να θυσιάζει την ποιητική ισχύ, το οντολογικό βάθος ή την σατυρική ευρωστία του κειμένου. “Σκάβει” δε στην ψυχή των ηρώων χωρίς να απωθεί την διασκεδαστική υφή της διαδικασίας,αν και σε σημεία χάνεται η ισορροπία του δίπολου ψυχολογικής εμβάνθυνσης και ψυχαγωγικής σάτυρας. Το εγώ, η σχέση του με τους άλλους και την κοινωνική ζωή και ο μύχιος εσωτερικός κόσμος και οι σκέψεις που τον απαρτίζουν, δένουν αρμονικά σε μια παράσταση, στην οποία επενεργεί καθοριστικά και πάνω απ'ολα ο έμμετρος μολιερικός λόγος. Σ'αυτό αρωγός πολύτιμος στέκεται η εμπνευσμένη μετάφραση του Γιάγκου Ανδρεάδη και η στέρεη δραματουργία- διασκευή των Ανδρεάδη-Ασπρούλη, που μπόλιασαν το έργο με ποιητικό οίστρο, ρυθμική ισορροπία και ζωντάνια.
Ο Μολιέρος υποπτεύθηκε πως ένας απόλυτα αρνητικός τύπος θα ήταν για την κωμωδία καταστροφή και γι΄ αυτό τον έκανε τρωτό στον έρωτα. Και ως ερωτευμένος με πρόσωπο που συγκεντρώνει κάθετι από τα αρνητικά που μισεί, γίνεται γελοίος. Μέα σ'αυτό το ασφυκτικό και αντιφατικό πλέγμα, ο Μιλτιάδης Φιορέντζης κατορθώνει να συλλέξει μια ακόμα υποκριτική νίκη, σε μια ερμηνεία που περνάει στην πλατεία και μετασχηματίζεται σε θεατρική δύναμη. Η εκφραστικότητα του υποδηλώνει ότι την φύση του ήρωα την κατέτρωγε μια έντονη απέχθεια έναντι στη διάβρωση, τη χυδαιότητα, την υποκρισία, τα ύποπτα συμφέροντα και τον αμοραλισμό. Βυθισμένος μέσα στην απόλυτη μοναξιά του ήρωά του, εν μέσω ενός πλήρους ελλειμματος επικοινωνίας με το κοινωνικό του περίγυρο, κινήθηκε στο χώρο με μία έκδηλη και αέναη αγωνία να ορίσει την ύπαρξή του. Η ιστορία της κοκέτας Σελιμέν και της «αυλής» των θαυμαστών/κολάκων που την πολιορκούν, η επιπολαιότητα με την οποία τους μεταχειρίζεται προκειμένου να είναι αρεστή, βρίσκει στην Βασιλική Τρουφάκου μια άξια πρωταγωνίστρια, που με μια παιγνιώδη τακτική, σωστή κίνηση και εκφραστική λεπτομέρεια, ενσαρκώνει άψογα την φιλάρεσκη γυναίκα που ερωτοτροπεί, χωρίς τέλος.Σωστές οι ερμηνείες του υπόλοιπου θιάσου (Θύμιος Κούκιος, Δανάη Επιθυμιάδη, Ορέστης Καρύδας), ο καθένας ξεχωριστά λειτουργεί με ακρίβεια στην απόδοση του χαρακτήρα του. Ξεχωρίζει η Μελίνα Θεοχαρίδου (Αρσινόη), που πλάθει έναν χαρακτήρα με εύστοχες κωμικές πινελιές που ισορροπούν όμορφα ανάμεσα στην εκφραστικότητα των χειρονομιών και την εσωτερικότητα του συναισθήματός. Η παράσταση αφήνει θετική επίγευση, κρατώντας μας μέσα στο πνεύμα του συγγραφέα,που αναπνέει διαχρονικό και ευθύβολο,ανά τους αιώνες, διατρέχοντας το κείμενο με την βιτριολική σάτιρα, που δεν εγκαταλείπει την σκηνή,ούτε ένα λεπτό.
Μετάφραση: Γιάγκος Ανδρεάδης
Έμμετρη διασκευή: Ιόλη Ανδρεάδη & Άρης Ασπρούλης
Σκηνοθεσία – Κίνηση: Ιόλη Ανδρεάδη
Σκηνογραφία – Κοστούμια: Δήμητρα Λιάκουρα
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Cover song: Κώστας Δαλακούρας
Φωτογραφίες: Πάνος Μιχαήλ & Νίκος Πανταζάρας
Κατασκευή Κοστουμιών: Δάφνη Τσακότα & Σιμέλα Τουργαϊδου
Διανομή
Άλκηστος:Μιλτιάδης Φιορέντζης,
Σελιμένη: Βασιλική Τρουφάκου
Ορόντης: Θύμιος Κούκιος
Ελιάνθη: Δανάη Επιθυμιάδη
Φιλήντας: Ορέστης Καρύδας
Αρσινόη: Μελίνα Θεοχαρίδου