"H τέχνη δεν μπορεί να κυβερνιέται από την περίσκεψη και τη σύνεση"
Το έργο και η αληθινή ιστορία
Το θεατρικό «Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς – Ενθύμιο» του Stephen Temperley, παρουσιάζει ο Γιάννος Περλέγκας στο θέατρο Θησείον. Η Ναταλία Τσαλίκη ερμηνεύει την Φλόρενς, στην αληθινή ιστορία της ατάλαντης και απίστευτα κακόφωνης σοπράνο, η οποία χρηματοδότησε αφειδώς την αυταπάτη της στην πιο γελοία υπερπαραγωγή της καριέρας της, στο φημισμένο Κάρνεγκι Χολ το 1944, και έγινε περίγελως της Νέας Υόρκης. Μαζί της ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος ερμηνεύει τον Κόσμε ΜακΜουν, τον πιανίστα που τη συνόδευε στο πιάνο για 12 χρόνια, μέχρι το θάνατό της. Μέσα από τα δικά του μάτια βλέπουμε το φαινόμενο αυτής της γυναίκας που συντάραξε την Νέα Υόρκη από το 1912 μέχρι και το 1944 που πέθανε. Ένα έργο που συνδυάζει το χιούμορ με την συγκίνηση, την κωμωδία με το δράμα και φωτίζει εξαιρετικά την ανθρώπινη διάσταση της ηρωίδας, τη μοναξιά της, το πάθος για την ζωή και την όπερα.
Τραγουδούσε όπερα, όπως ένα παιδί θα κατέστρεφε ένα τριαντάφυλλο.
Ποια ήταν, αλήθεια, η Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς, επονομαζόμενη και «ντίβα του θορύβου»; Για πολλούς επρόκειτο για μια γυναίκα-συνώνυμο της καλλιτεχνικής φιλοδοξίας και συνάμα της αυταπάτης. Ζούσε σε έναν κόσμο κυριολεκτικά δικό της, αφού οι φυσικοί περιορισμοί τους οποίους αντιμετώπιζε αλλά και οι ειρωνικές αντιδράσεις και η απαξίωση που προκαλούσαν οι ερμηνείες της ουδέποτε την εμπόδισαν να ζήσει το όνειρό της. Γεννημένη στις 19 Μαΐου 1868 σε ευκατάστατη οικογένεια, η Ναρτσίσα Φλόρενς Φόστερ φανέρωσε από νωρίς την αγάπη της στη μουσική: άρχισε να παίρνει μαθήματα πιάνου έχοντας, μάλιστα, προδιαγραφές «παιδιού-θαύματος». Οταν όμως μεγάλωσε και θέλησε να σπουδάσει στο εξωτερικό, οι γονείς της αρνήθηκαν να τη χρηματοδοτήσουν. Γύρω στα 1885, αποφασισμένη να γίνει σοπράνο, άφησε το σπίτι της και παντρεύτηκε τον κατά 16 χρόνια μεγαλύτερό της Φράνσις Θόρντον Τζένκινς, με τον οποίο χώρισε το 1902 διατηρώντας ωστόσο το επώνυμό του ως το τέλος της ζωής της. Το 1912 άρχισε τις ετήσιες εμφανίσεις της στο φουαγέ του ξενοδοχείου «Ritz-Carlton» της Νέας Υόρκης.
Η Φλόρενς κατάφερε κυριολεκτικά να φτιάξει έναν δικό της κόσμο ζώντας την ψευδαίσθηση της επιτυχίας: εμφανιζόταν μόνο σε μικρούς χώρους ενώπιον προσεκτικά επιλεγμένων θεατών στους οποίους είχαν διανεμηθεί προσκλήσεις, οι επαγγελματίες κριτικοί αποκλείονταν από τις συναυλίες της ενώ οποιαδήποτε κριτική αναφορά γραφόταν είτε από φίλους της ή από αυτήν την ίδια. Τολμούσε να ερμηνεύει τις πλέον απαιτητικές άριες και lieder και ειδικευόταν στον Μότσαρτ, στον Βέρντι και στον Μπραμς. Από τα τέλη της δεκαετίας του '30 ως τις αρχές της δεκαετίας του '40 έκανε κάμποσες ηχογραφήσεις με δικά της έξοδα οι οποίες γρήγορα έγιναν συλλεκτικές εξαιτίας του γέλιου που προκαλούσαν. Η πραγματικά κορυφαία στιγμή της καριέρας της όμως ήρθε στις 25 Οκτωβρίου 1944 με την περίφημη εμφάνισή της στο Κάρνεγκι Χολ στα 76 της χρόνια: η συναυλία καταγράφηκε ως το ταχύτερο sold out στην ιστορία της αίθουσας με τον κόσμο να αναζητεί μανιωδώς εισιτήρια πληρώνοντας όσο-όσο ενώ το ενδιαφέρον του Τύπου ήταν εντυπωσιακό. Το «Newsweek» έγραψε ότι δυόμισι χιλιάδες άνθρωποι δεν κατάφεραν, τελικά, να εξασφαλίσουν το μαγικό χαρτάκι της εισόδου συνεχίζοντας, βέβαια, με μια σαρδόνια κριτική. Εναν μήνα αργότερα, μετά την τελευταία της αυτή εμφάνιση, στις 26 Νοεμβρίου, έπαθε καρδιακή προσβολή και πέθανε, στο πολυτελές «Hotel Seymour» της Νέας Υόρκης όπου διέμενε.
Η παράσταση
Ο Γιάννος Περλέγκας στήνει μια ισορροπημένη παράσταση., που ακροβατεί με ευστοχία ανάμεσα στο λεπτό χιούμορ και την μελαγχολική συγκίνηση. Σκιαγραφεί με περισσή εαυσθησία τα ψυχολογικά πορτρέτα των ηρώων, εκμαιεύοντας υπέροχες ερμηνείες απο τους δυο πρωταγωνιστές, οι οποιοι κινούνται με αρμονία και εξαιρετική φυσικότητα ανάμεσα στα δραματικά και τα κωμικά μέρη. Μας παραδίδει μια σπουδή πάνω στην τέχνη, την αρρώστια, τον θάνατο και τη μνήμη. "Σημασία έχει τι ακούμε εμείς μέσα στο κεφάλι μας" λέει η Φλόρενς κατά τη διάρκεια του έργου. Απο την μια μεριά η πίστη και η φθορά που προκαλεί η αρρώστια και απο την άλλη, η τέχνη ως αντίδοτο κατά του θανάτου και της ερωτικής απουσίας, παρουσιάζονται σαν ένα μοιραίο δίπτυχο, που καθορίζει τη ζωή και των δυο ήρωων. Δυο τελείως διαφορετικών ανθρώπων, που ο καθένας κουβαλά το δικό του στίγμα και ενώνονται μέσα στην μουσική βρίσκοντας καταφύγιο μακριά από το φόβο και την αποδοκιμασία. Η εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στην ευγενή ψυχογράφηση των χαρακτήρων και τη φάρσα δεν διαταράσσεται ακόμα και όταν προκαλούνται εκρήξεις γέλιου, αναδεικνύει δε την βαθιά ανθρώπινη προσέγγισή, στην οποία στοχεύει ο σκηνοθέτης. Περιεκτική η δραματουργική αφήγηση, με μέτρο και σωστή ροή.
Η Φλόρενς της Ναταλίας Τσαλίκη δεν είναι κίβδηλη. Ζει, όμως, σε μια ψευδαίσθηση που την κάνει αληθινά τραγική, αν και βαθιά μέσα της έχει συνείδηση πως είναι ο βάτραχος που δεν θα (ξανα)γίνει ποτέ βασιλιάς. Μας συγκινεί, μεταφέροντας ατόφιο το συναίσθημα της απόλυτα ζωτικής ανάγκης της σοπράνο να τραγουδά. Νικούσε το θάνατο, μέσα από αυτό που έκανε. Δεν το έκανε απλά από ένα βίτσιο, ήταν ένα αληθινό πάθος. Δεν ήταν το χόμπι μιας πλούσιας. Είχε ανάγκη να το κάνει, αλλιώς θα ένιωθε να μαραίνεται και να πεθαίνει. Είναι πραγματικά τόσο συμπαθής, η ηρωίδα, που αισθανόμαστε, ότι η ηθοποιος, πέρα απο την σχολαστική δουλειά, τόσο στη φωνητική, όσο και στη κίνηση της, βυθίστηκε με αφοσίωση και φροντίδα στο ρόλο της, αγάπησε και πόνεσε αυτή την εκλεπτυσμένη φιγούρα, απο την αρχή, εως την απογύμνωση της, ψυχική και αναπαραστασιακή, όταν απεγκλωβίζεται από το κομψό περιτύλιγμα της. Η αθωότητα και η επιλεκτική άγνοια, που θρυμματίζουν την εικόνα της φαντασιόπληκτης και φάλτσο ηρωίδας της, η αισιόδοξη και χαρούμενη φύση της, που της δίνει την δύναμη και την αυτοπεποίθηση να βγει στη σκηνή και να χαρίσει απλόχερα την ψυχή της, αποτελούν στοιχεία που φωτίζουν την σχεδόν παιδική ψυχή, γεμάτη πάθος και πίστη.
Δίπλα της, ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος, ενσαρκώνει τον ταλαντούχο πιανίστα, που έμεινε κοντά της για δώδεκα ολόκληρα χρόνια. Μέσα από τα μάτια του βλέπουμε όλη την ιστορία και παίρνουμε τις απαντήσεις. Ουσιαστικά μέσα από τη σχέση τους, αντιλαμβανόμαστε γιατί ήταν τόσο σημαντική η Φλόρενς. Με έναν μοναδικό τρόπο πίστεψε σ’ αυτήν, σ’ αυτό που έβλεπε στη μουσική. Κάτι τον μάγεψε. Κάτι του έλειπε. Ίσως είχε έλλειμμα, ενώ εκείνη είχε περίσσευμα πίστης. Με ωραία φωνητικά, ελεγχόμενα εκφραστικά μέσα και σκηνική άνεση, ο ηθοποιός ρολάρει με χάρη ανάμεσα στα κωμικά και δραματικά ξεσπάσματα, προβάλλοντας τα ανάμεικτα συναισθήματα θυμού, αποδοκιμασίας, κατανόησης, αγάπης και αφοσίωσης προς την Φλόρενς. Στο μεγαλύτερο διάστημα προσπαθεί να καταλάβει μια γυναίκα με θέληση και μεγαλύτερα, απ’ όσο θα έπρεπε, όνειρα. Η ερμηνεία του διαθέτει σπιρτάδα, σωστές δόσεις αυτοσαρκασμού, στοιχεία που φωτίζουν σωστά τις ψυχικές μεταπτώσεις του Κόσμε ΜακΜουν, που η ανάγκη του για επιβίωση μπορεί να τον ωθεί στη συνεργασία του με έναν άνθρωπο που δεν συμβαδίζει με εκείνον, στη πορεία, όμως, συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αυτόν.
Το κρεμαστό πατάρι, ανυψωμένο σε μια πλατφόρμα σαν επιλογή του λειτουργικού σκηνικού, επιτρέπει στους χαρακτήρες να αναδυθούν στην επιφάνεια, το εσωτερικό του, αναπαραστά την πολυτελή σουίτα του ξενοδοχείου της Φλόρενς, τα κομψά κοστούμια, στη σκηνή αναπαράστασης του Κάρνεγκυ Χωλ αποκτούν σημαντικό ρόλο, όταν η τραγουδίστρια επιδόθηκε σε μπαράζ μεταμφιέσεων για τις ανάγκες των σόλο της. Τα πλάνα του αμερικάνικου βωβού σινεμά, που κατά σκηνοθετική επιλογή παρεμβαίνουν στη δράση, υπενθυμίζουν το ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο και επιπροσθέτως παρέχουν πληροφορίες για την ενδεχόμενη αιτία της μουσικής ανεπάρκειας της Φλόρενς, που φέρεται να είχε προσβληθεί από σύφιλη, νόσο που επηρεάζει τη λειτουργία της ακοής. Εξαιρετικής σημασίας, ο ρόλος της φωνητικής διδασκαλίας, ένα σπουδαίο εργαλείο στα χέρια του σκηνοθέτη, που παρουσιάζει μπροστά στα μάτια μας το μουσικό παράδοξο της κακόφωνης σοπράνο, μια πανδαισία γέλιου, τόσο λόγω των φάλτσων, όσο και λόγω της παιδικής πλάνης, που αποτυπώνεται στην έκφραση της ηθοποιού. Το αδύνατο σημείο εντοπίζεται στο φωτισμό, που δεν καταφέρνει να στήσει ατμόσφαιρες, παρ'ολα ταύτα στέκεται επαρκώς στο λειτουργικό κομμάτι.
Εν κατακλείδι, μια όμορφη παράσταση, που θίγει πολλά ενδιαφέροντα θέματα: Είναι άραγε αληθινή μουσική αυτή που ακολουθεί τις νόρμες και τους κανόνες; Ή μήπως είναι πραγματικά αληθινή αυτή που «ακούμε μέσα στο κεφάλι μας»; Αυτή που νιώθουμε, με την καρδιά μας; Μία αληθινή ιστορία για την πίστη στον εαυτό μας, αυτή τη πίστη, που μπορεί να μας δώσει φτερά, να μας λυτρώσει απο τους φόβους, να καθυστερήσει το φυσικό και ψυχισμό μαρασμό, τον θάνατο.
Μετάφραση: Γιάννος Περλέγκας – Προμηθέας Αλειφερόπουλος
Σκηνοθεσία: Γιάννος Περλέγκας
Σκηνικά / κοστούμια: Λουκία Χουλιάρα
Κίνηση: Δήμητρα Ευθυμιοπούλου
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Σχεδιασμός-Επιμέλεια Ήχου / Εικόνας: Αφροδίτη Ρήγα
Φωνητική διδασκαλία : Ευαγγελία Καρακατσάνη
Σχεδιασμός κομμώσεων: Σωτήρης Πατεράκης
Ηχογράφηση μουσικής (πιάνο): Θοδωρής Οικονόμου
Ηχοληψία: Κώστας Μπώκος (Studio 19st)
Φωτογραφίες: Κarol Jarek
Παίζουν: Ναταλία Τσαλίκη, Προμηθέας Αλειφερόπουλος
Θησείον, Ενα Θέατρο για τις Τέχνες, Τουρναβίτου 7, Αθήνα (Ψυρρή)
Παραστάσεις: έως Κυριακή, 29 Ιανουαρίου 2017
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Κάθε Παρασκευή, Σάββατο & Κυριακή στις 21:00
Τιμές εισιτηρίων: 15€ κανονικό, 10€ μειωμένο (φοιτητικό, ΑΜΕΑ, ανέργων, άνω των 65).
Διάρκεια: 90 λεπτά
Το θεατρικό «Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς – Ενθύμιο» του Stephen Temperley, παρουσιάζει ο Γιάννος Περλέγκας στο θέατρο Θησείον. Η Ναταλία Τσαλίκη ερμηνεύει την Φλόρενς, στην αληθινή ιστορία της ατάλαντης και απίστευτα κακόφωνης σοπράνο, η οποία χρηματοδότησε αφειδώς την αυταπάτη της στην πιο γελοία υπερπαραγωγή της καριέρας της, στο φημισμένο Κάρνεγκι Χολ το 1944, και έγινε περίγελως της Νέας Υόρκης. Μαζί της ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος ερμηνεύει τον Κόσμε ΜακΜουν, τον πιανίστα που τη συνόδευε στο πιάνο για 12 χρόνια, μέχρι το θάνατό της. Μέσα από τα δικά του μάτια βλέπουμε το φαινόμενο αυτής της γυναίκας που συντάραξε την Νέα Υόρκη από το 1912 μέχρι και το 1944 που πέθανε. Ένα έργο που συνδυάζει το χιούμορ με την συγκίνηση, την κωμωδία με το δράμα και φωτίζει εξαιρετικά την ανθρώπινη διάσταση της ηρωίδας, τη μοναξιά της, το πάθος για την ζωή και την όπερα.
Τραγουδούσε όπερα, όπως ένα παιδί θα κατέστρεφε ένα τριαντάφυλλο.
Ποια ήταν, αλήθεια, η Φλόρενς Φόστερ Τζένκινς, επονομαζόμενη και «ντίβα του θορύβου»; Για πολλούς επρόκειτο για μια γυναίκα-συνώνυμο της καλλιτεχνικής φιλοδοξίας και συνάμα της αυταπάτης. Ζούσε σε έναν κόσμο κυριολεκτικά δικό της, αφού οι φυσικοί περιορισμοί τους οποίους αντιμετώπιζε αλλά και οι ειρωνικές αντιδράσεις και η απαξίωση που προκαλούσαν οι ερμηνείες της ουδέποτε την εμπόδισαν να ζήσει το όνειρό της. Γεννημένη στις 19 Μαΐου 1868 σε ευκατάστατη οικογένεια, η Ναρτσίσα Φλόρενς Φόστερ φανέρωσε από νωρίς την αγάπη της στη μουσική: άρχισε να παίρνει μαθήματα πιάνου έχοντας, μάλιστα, προδιαγραφές «παιδιού-θαύματος». Οταν όμως μεγάλωσε και θέλησε να σπουδάσει στο εξωτερικό, οι γονείς της αρνήθηκαν να τη χρηματοδοτήσουν. Γύρω στα 1885, αποφασισμένη να γίνει σοπράνο, άφησε το σπίτι της και παντρεύτηκε τον κατά 16 χρόνια μεγαλύτερό της Φράνσις Θόρντον Τζένκινς, με τον οποίο χώρισε το 1902 διατηρώντας ωστόσο το επώνυμό του ως το τέλος της ζωής της. Το 1912 άρχισε τις ετήσιες εμφανίσεις της στο φουαγέ του ξενοδοχείου «Ritz-Carlton» της Νέας Υόρκης.
Η Φλόρενς κατάφερε κυριολεκτικά να φτιάξει έναν δικό της κόσμο ζώντας την ψευδαίσθηση της επιτυχίας: εμφανιζόταν μόνο σε μικρούς χώρους ενώπιον προσεκτικά επιλεγμένων θεατών στους οποίους είχαν διανεμηθεί προσκλήσεις, οι επαγγελματίες κριτικοί αποκλείονταν από τις συναυλίες της ενώ οποιαδήποτε κριτική αναφορά γραφόταν είτε από φίλους της ή από αυτήν την ίδια. Τολμούσε να ερμηνεύει τις πλέον απαιτητικές άριες και lieder και ειδικευόταν στον Μότσαρτ, στον Βέρντι και στον Μπραμς. Από τα τέλη της δεκαετίας του '30 ως τις αρχές της δεκαετίας του '40 έκανε κάμποσες ηχογραφήσεις με δικά της έξοδα οι οποίες γρήγορα έγιναν συλλεκτικές εξαιτίας του γέλιου που προκαλούσαν. Η πραγματικά κορυφαία στιγμή της καριέρας της όμως ήρθε στις 25 Οκτωβρίου 1944 με την περίφημη εμφάνισή της στο Κάρνεγκι Χολ στα 76 της χρόνια: η συναυλία καταγράφηκε ως το ταχύτερο sold out στην ιστορία της αίθουσας με τον κόσμο να αναζητεί μανιωδώς εισιτήρια πληρώνοντας όσο-όσο ενώ το ενδιαφέρον του Τύπου ήταν εντυπωσιακό. Το «Newsweek» έγραψε ότι δυόμισι χιλιάδες άνθρωποι δεν κατάφεραν, τελικά, να εξασφαλίσουν το μαγικό χαρτάκι της εισόδου συνεχίζοντας, βέβαια, με μια σαρδόνια κριτική. Εναν μήνα αργότερα, μετά την τελευταία της αυτή εμφάνιση, στις 26 Νοεμβρίου, έπαθε καρδιακή προσβολή και πέθανε, στο πολυτελές «Hotel Seymour» της Νέας Υόρκης όπου διέμενε.
Η παράσταση
Ο Γιάννος Περλέγκας στήνει μια ισορροπημένη παράσταση., που ακροβατεί με ευστοχία ανάμεσα στο λεπτό χιούμορ και την μελαγχολική συγκίνηση. Σκιαγραφεί με περισσή εαυσθησία τα ψυχολογικά πορτρέτα των ηρώων, εκμαιεύοντας υπέροχες ερμηνείες απο τους δυο πρωταγωνιστές, οι οποιοι κινούνται με αρμονία και εξαιρετική φυσικότητα ανάμεσα στα δραματικά και τα κωμικά μέρη. Μας παραδίδει μια σπουδή πάνω στην τέχνη, την αρρώστια, τον θάνατο και τη μνήμη. "Σημασία έχει τι ακούμε εμείς μέσα στο κεφάλι μας" λέει η Φλόρενς κατά τη διάρκεια του έργου. Απο την μια μεριά η πίστη και η φθορά που προκαλεί η αρρώστια και απο την άλλη, η τέχνη ως αντίδοτο κατά του θανάτου και της ερωτικής απουσίας, παρουσιάζονται σαν ένα μοιραίο δίπτυχο, που καθορίζει τη ζωή και των δυο ήρωων. Δυο τελείως διαφορετικών ανθρώπων, που ο καθένας κουβαλά το δικό του στίγμα και ενώνονται μέσα στην μουσική βρίσκοντας καταφύγιο μακριά από το φόβο και την αποδοκιμασία. Η εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στην ευγενή ψυχογράφηση των χαρακτήρων και τη φάρσα δεν διαταράσσεται ακόμα και όταν προκαλούνται εκρήξεις γέλιου, αναδεικνύει δε την βαθιά ανθρώπινη προσέγγισή, στην οποία στοχεύει ο σκηνοθέτης. Περιεκτική η δραματουργική αφήγηση, με μέτρο και σωστή ροή.
Η Φλόρενς της Ναταλίας Τσαλίκη δεν είναι κίβδηλη. Ζει, όμως, σε μια ψευδαίσθηση που την κάνει αληθινά τραγική, αν και βαθιά μέσα της έχει συνείδηση πως είναι ο βάτραχος που δεν θα (ξανα)γίνει ποτέ βασιλιάς. Μας συγκινεί, μεταφέροντας ατόφιο το συναίσθημα της απόλυτα ζωτικής ανάγκης της σοπράνο να τραγουδά. Νικούσε το θάνατο, μέσα από αυτό που έκανε. Δεν το έκανε απλά από ένα βίτσιο, ήταν ένα αληθινό πάθος. Δεν ήταν το χόμπι μιας πλούσιας. Είχε ανάγκη να το κάνει, αλλιώς θα ένιωθε να μαραίνεται και να πεθαίνει. Είναι πραγματικά τόσο συμπαθής, η ηρωίδα, που αισθανόμαστε, ότι η ηθοποιος, πέρα απο την σχολαστική δουλειά, τόσο στη φωνητική, όσο και στη κίνηση της, βυθίστηκε με αφοσίωση και φροντίδα στο ρόλο της, αγάπησε και πόνεσε αυτή την εκλεπτυσμένη φιγούρα, απο την αρχή, εως την απογύμνωση της, ψυχική και αναπαραστασιακή, όταν απεγκλωβίζεται από το κομψό περιτύλιγμα της. Η αθωότητα και η επιλεκτική άγνοια, που θρυμματίζουν την εικόνα της φαντασιόπληκτης και φάλτσο ηρωίδας της, η αισιόδοξη και χαρούμενη φύση της, που της δίνει την δύναμη και την αυτοπεποίθηση να βγει στη σκηνή και να χαρίσει απλόχερα την ψυχή της, αποτελούν στοιχεία που φωτίζουν την σχεδόν παιδική ψυχή, γεμάτη πάθος και πίστη.
Δίπλα της, ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος, ενσαρκώνει τον ταλαντούχο πιανίστα, που έμεινε κοντά της για δώδεκα ολόκληρα χρόνια. Μέσα από τα μάτια του βλέπουμε όλη την ιστορία και παίρνουμε τις απαντήσεις. Ουσιαστικά μέσα από τη σχέση τους, αντιλαμβανόμαστε γιατί ήταν τόσο σημαντική η Φλόρενς. Με έναν μοναδικό τρόπο πίστεψε σ’ αυτήν, σ’ αυτό που έβλεπε στη μουσική. Κάτι τον μάγεψε. Κάτι του έλειπε. Ίσως είχε έλλειμμα, ενώ εκείνη είχε περίσσευμα πίστης. Με ωραία φωνητικά, ελεγχόμενα εκφραστικά μέσα και σκηνική άνεση, ο ηθοποιός ρολάρει με χάρη ανάμεσα στα κωμικά και δραματικά ξεσπάσματα, προβάλλοντας τα ανάμεικτα συναισθήματα θυμού, αποδοκιμασίας, κατανόησης, αγάπης και αφοσίωσης προς την Φλόρενς. Στο μεγαλύτερο διάστημα προσπαθεί να καταλάβει μια γυναίκα με θέληση και μεγαλύτερα, απ’ όσο θα έπρεπε, όνειρα. Η ερμηνεία του διαθέτει σπιρτάδα, σωστές δόσεις αυτοσαρκασμού, στοιχεία που φωτίζουν σωστά τις ψυχικές μεταπτώσεις του Κόσμε ΜακΜουν, που η ανάγκη του για επιβίωση μπορεί να τον ωθεί στη συνεργασία του με έναν άνθρωπο που δεν συμβαδίζει με εκείνον, στη πορεία, όμως, συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αυτόν.
Το κρεμαστό πατάρι, ανυψωμένο σε μια πλατφόρμα σαν επιλογή του λειτουργικού σκηνικού, επιτρέπει στους χαρακτήρες να αναδυθούν στην επιφάνεια, το εσωτερικό του, αναπαραστά την πολυτελή σουίτα του ξενοδοχείου της Φλόρενς, τα κομψά κοστούμια, στη σκηνή αναπαράστασης του Κάρνεγκυ Χωλ αποκτούν σημαντικό ρόλο, όταν η τραγουδίστρια επιδόθηκε σε μπαράζ μεταμφιέσεων για τις ανάγκες των σόλο της. Τα πλάνα του αμερικάνικου βωβού σινεμά, που κατά σκηνοθετική επιλογή παρεμβαίνουν στη δράση, υπενθυμίζουν το ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο και επιπροσθέτως παρέχουν πληροφορίες για την ενδεχόμενη αιτία της μουσικής ανεπάρκειας της Φλόρενς, που φέρεται να είχε προσβληθεί από σύφιλη, νόσο που επηρεάζει τη λειτουργία της ακοής. Εξαιρετικής σημασίας, ο ρόλος της φωνητικής διδασκαλίας, ένα σπουδαίο εργαλείο στα χέρια του σκηνοθέτη, που παρουσιάζει μπροστά στα μάτια μας το μουσικό παράδοξο της κακόφωνης σοπράνο, μια πανδαισία γέλιου, τόσο λόγω των φάλτσων, όσο και λόγω της παιδικής πλάνης, που αποτυπώνεται στην έκφραση της ηθοποιού. Το αδύνατο σημείο εντοπίζεται στο φωτισμό, που δεν καταφέρνει να στήσει ατμόσφαιρες, παρ'ολα ταύτα στέκεται επαρκώς στο λειτουργικό κομμάτι.
Εν κατακλείδι, μια όμορφη παράσταση, που θίγει πολλά ενδιαφέροντα θέματα: Είναι άραγε αληθινή μουσική αυτή που ακολουθεί τις νόρμες και τους κανόνες; Ή μήπως είναι πραγματικά αληθινή αυτή που «ακούμε μέσα στο κεφάλι μας»; Αυτή που νιώθουμε, με την καρδιά μας; Μία αληθινή ιστορία για την πίστη στον εαυτό μας, αυτή τη πίστη, που μπορεί να μας δώσει φτερά, να μας λυτρώσει απο τους φόβους, να καθυστερήσει το φυσικό και ψυχισμό μαρασμό, τον θάνατο.
Μετάφραση: Γιάννος Περλέγκας – Προμηθέας Αλειφερόπουλος
Σκηνοθεσία: Γιάννος Περλέγκας
Σκηνικά / κοστούμια: Λουκία Χουλιάρα
Κίνηση: Δήμητρα Ευθυμιοπούλου
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Σχεδιασμός-Επιμέλεια Ήχου / Εικόνας: Αφροδίτη Ρήγα
Φωνητική διδασκαλία : Ευαγγελία Καρακατσάνη
Σχεδιασμός κομμώσεων: Σωτήρης Πατεράκης
Ηχογράφηση μουσικής (πιάνο): Θοδωρής Οικονόμου
Ηχοληψία: Κώστας Μπώκος (Studio 19st)
Φωτογραφίες: Κarol Jarek
Παίζουν: Ναταλία Τσαλίκη, Προμηθέας Αλειφερόπουλος
Θησείον, Ενα Θέατρο για τις Τέχνες, Τουρναβίτου 7, Αθήνα (Ψυρρή)
Παραστάσεις: έως Κυριακή, 29 Ιανουαρίου 2017
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Κάθε Παρασκευή, Σάββατο & Κυριακή στις 21:00
Τιμές εισιτηρίων: 15€ κανονικό, 10€ μειωμένο (φοιτητικό, ΑΜΕΑ, ανέργων, άνω των 65).
Διάρκεια: 90 λεπτά