Χρειάζεται πίστη κι εμπιστοσύνη στους φίλους και συνεργάτες σου για να μπορέσεις
να καταφέρεις κάτι σ’ ένα σύστημα που δείχνει εμπιστοσύνη μόνο σ’ ό,τι αποφέρει
κέρδη και πλούτο.
να καταφέρεις κάτι σ’ ένα σύστημα που δείχνει εμπιστοσύνη μόνο σ’ ό,τι αποφέρει
κέρδη και πλούτο.
Το «αμερικάνικο όνειρο» και η διάψευσή του
Η δεύτερη παραγωγή του θεάτρου Μουσούρη για τη φετινή σεζόν είναι το εμβληματικό και πιο δημοφιλές έργο του Ντέιβιντ Μάμετ, "Αμερικάνικος Βούβαλος", ένα από τα αριστουργήματα της σύγχρονης δραματουργίας που από το πρώτο ανέβασμά του κατέκτησε το κοινό και τους κριτικούς, αποσπώντας σημαντικές διακρίσεις, όπως το βραβείο ΟΒΙΕ και αυτό των Αμερικανών Κριτικών.Γραμμένο το 1975, στην Ελλάδα πρωτοπαρουσιάστηκε στο θέατρο «Εμπρός», το 1992, σε σκηνοθεσία Τάσου Μπαντή, με τους Δημήτρη Καταλειφό, Γιώργο Κέντρο και Δημήτρη Τάρλοου. Ο Ντέιβιντ Μάμετ γράφει ένα πολιτικό έργο, χωρίς ωστόσο να κάνει πολιτικές παραβολές. Γράφει γλαφυρά για το «αμερικάνικο όνειρο» και την καθαρή διάψευσή του. Το έργο, μια κλασική σύγχρονη τραγωδία, κινείται σε δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι καθαρά πολιτικό, καθώς περιγράφει με ενάργεια και χιούμορ την κατάρρευση του Αμερικάνικου καπιταλιστικού συστήματος. Το δεύτερο είναι εξίσου σημαντικό, διότι ασχολείται με την αποδόμηση των ανθρώπινων σχέσεων και ειδικά των οικογενειακών, καθώς οι τρεις ανδρικοί χαρακτήρες του έργου συγκροτούν μια ιδιότυπη οικογένεια. Ο ένας από τους τρεις βασικούς χαρακτήρες του έργου, ο λεγόμενος Δάσκαλος, συμβολοποιεί με την παρουσία του όλη την τυφλή βία, το μίσος και τον ρατσισμό προς τους αδύναμους, τους ξένους, τους ναρκομανείς, τους ομοφυλόφιλους. Πρόκειται για μια σαφή αλληγορία, για το πως δηλαδή τα πλέον εξαθλιωμένα και λούμπεν κομμάτια της κοινωνίας, επιχειρούν να μας "προστατέψουν", στρεφόμενα εναντίον όσων θεωρούν ότι απειλούν την καθαρότητα της φυλής. Δεν είναι τυχαίο ότι το θύμα του στο τέλος του έργου είναι ένας νεαρός με πρόβλημα εθισμού στα ναρκωτικά, τον οποίο ξυλοκοπεί βάναυσα. Ο Μάμετ μας δείχνει καθαρά μ' αυτό το έργο, ότι σ' έναν κόσμο φτιαγμένο από χρήμα, ο άνθρωπος θα συνεχίσει να αποζητά παθιασμένα και με οποιοδήποτε τίμημα, τις σχέσεις και τα αισθήματα. Το γεγονός ότι ο συγγραφέας ταυτίζει την επιχειρηματικότητα με την εγκληματικότητα, προκαλεί έκπληξη και εγείρει ενδεχομένως διαφωνίες, όμως δεν θα πρέπει να ξενίζει σ' έναν κόσμο που πλέον υπάρχει η αίσθηση ότι διοικείται από τραπεζίτες, χρηματιστές και μεγαλοκομπιναδόδους. Όπως αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας, ο «Αμερικάνικος Βούβαλος» μιλάει για τα ήθη των επιχειρησιακών συναλλαγών στην Αμερική: «Για το πώς συγχωρούμε κάθε προδοσία, μικρή ή μεγάλη, και για τους ηθικούς συμβιβασμούς που ονομάζονται επιχειρήσεις, "δουλειές". Αισθανόμουν οργή γι' αυτό που λέγεται "μπίζνες" όταν έγραψα το έργο. Καθόμουν συνήθως στα πίσω καθίσματα του θεάτρου και παρακολουθούσα τους θεατές και πώς έφευγαν. Οι επιχειρηματίες έφευγαν επικρίνοντας με έντονο ύφος τις ελλείψεις και επισημαίνοντας την κενότητά του. Στην πραγματικότητα, ήταν θυμωμένοι επειδή το έργο μιλούσε γι' αυτούς...».
Η ιστορία
Η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα στο παλαιοπωλείο του Ντον (Γιάννης Μπέζος), όπου μαζί με τον φίλο του Ουόλτερ, ο επονομαζόμενος και «δάσκαλος», (Πέτρος Φιλιππίδης) και τον νεαρό Μπομπ (Ορφέας Αυγουστίδης) οργανώνουν εκ του προχείρου μια φιλόδοξη ληστεία για ένα νόμισμα που έχει επάνω τον αμερικάνικο βούβαλο. Ο Ντον θέλει να νουθετήσει και να κάνει «σωστό άτομο» τον Μπομπ, ένα παιδί ανυπεράσπιστο και χαμένο στα ναρκωτικά. Οι τρεις τους γυρνούν όλη μέρα στο παλαιοπωλείο λέγοντας εξυπνάδες, φιγουράροντας τον ανδρισμό τους, αλλά και σκεπτόμενοι πώς θα «πιάσουν την καλή», πώς θα κάνουν μια «μπίζνα» που θα τους αποφέρει χρήματα. Στη διαδρομή αποδεικνύεται ότι είναι ανίκανοι και οι φιλίες, τα προσωπικά συμφέροντα και τα συναισθήματά τους θα δοκιμαστούν με πρωτοφανή τρόπο. Οι τρεις αυτοί χαρακτήρες είναι ατάκτως ερριμμένοι μέσα στην σκληρή κοινωνία, εγκλωβισμένοι, «πεταμένοι» κι' αυτοί, όπως τα πράγματα μέσα στο μαγαζί του Ντον. Είναι άνθρωποι που η κοινωνία τους απομόνωσε, αλλά και οι ίδιοι απομονώθηκαν από αυτήν λόγω του εγωϊσμού τους. Άνθρωποι σε κρίση με τον εαυτό τους και τους γύρω τους. Οι ψευδαισθήσεις τους για γρήγορο και εύκολο χρήμα τους καθυποτάσσουν μέχρι τελικής πτώσης, πατώντας επάνω στις ανθρώπινες σχέσεις.
Η Παράσταση
Η μετάφραση του Φιλιππίδη αξιοποίησε σωστά το δυνατό κείμενο, βοηθώντας τον θεατή να αντιληφθεί τις ενέργειες και τις συναισθηματικές μεταλλάξεις των λούμπεν χαρακτήρων που ασημαντολογούν μέσα στη μιζέρια τους, χωρίς να χαθεί μέσα στον καταιγιστικό διάλογο,που εξελλίσεται με μορφή πολυβόλου. Μέσα από τον πυκνό, φωτογραφικά ρεαλιστικό, «βρώμικο» διάλογό του έργου -γνωστό ως «Mametspeak»- σκιαγραφείται το ξεγύμνωμα του Αμερικάνικου Όνειρου. Ελεύθερη οικονομία, λέει ο Δάσκαλος,είναι «η ελευθερία του ατόμου να επιχειρεί ελευθέρως ό,τι του καυλώσει προκειμένου να ασκεί το αναφαίρετο δικαίωμά του να εξασφαλίζει κέρδος». Η αθυρόστομη μέχρι χυδαία γλώσσα με τις κοφτές, ασθμαίνουσες φράσεις, τους αποσπασματικούς διαλόγους και το λαθραίο χιούμορ, ηχεί σαν μουσική παρτιτούρα, αποτυπώνοντας τη δραματική όσο και γελοία υπόστασή των προσώπων. Η δραματουργική επεξεργασία, πάντως, θα μπορούσε να αποδώσει τους διαλόγους μέσα σε ένα πιο σφιχτό πλαίσιο, αποφεύγοντας την φλυαρία που ισοσταθμίζεται απο τις εξαιρετικές ερμηνείες.
Η ρεαλιστική, σκηνοθεσία του Πέτρου Φιλιππίδη, αιχμαλωτίζει την αγχωτική ατμόσφαιρα του έργου, ακολουθώντας πυρετικούς ρυθμούς από την αρχή μέχρι το τέλος, καθοδηγώντας τη σκηνική σχέση των ηθοποιών, σε ένα έργο που απαιτεί έντονη συνεργασία, ρυθμό και αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Η αλαζονεία του χρήματος, το κυνήγι του κέρδους, το «Αμερικάνικο όνειρο» και η απόλυτη διάψευσή του παρουσιάζονται μπροστά στα έκπληκτα μάτια του θεατή με καταιγιστική, σοκαριστική ενάργεια. Ο εσωτερικός πανικός των ηρώων εκφράζεται με σωματοποιημένες χειρονομίες, κλεφτές ματιές, παύσεις, ακόμα και με το ισχυρό ηχόχρωμα της φωνής των ηθοποιών. Ο Γιάννης Μπέζος οικοδόμησε με μέτρο και σαφήνεια το πορτρέτο του Ντον που, μετέωρος μέσα σ' αυτό το τοπίο των περιδινούμενων συμφερόντων, γλιστράει στην ατασθαλία αλλά έστω και αργά αποκαθιστά την ηθική του θέση.Ο Δάσκαλος-Πέτρος Φιλιππίδης σκιαγράφησε με οίστρο την αδιάφορη κυνικότητα ενός ανθρώπου που η αμορφωσιά του καλύπτεται πίσω από την «υπεροχή» της χειραγώγησης και η βουλιμική του διάθεση φτάνει μέχρι τη φονική βία. Υπάρχουν στιγμές που υπερβάλλει, απλώνοντας το πληθωρικό του ταλέντο, σε μια φωνασκούσα ερμηνεία αλλά η καλοδουλεμένη, σχολαστική εντρύφηση του στα κατάβαθα του χαρακτήρα του ήρωα, δεν ταράζει την ισορροπία της παράστασης. Ο Ορφέας Αυγουστίδης, με την χαμηλόφωνη και εσωτερικευμένης έντασης ερμηνεία του, μας παραδίδει μια θαυμαστή ερμηνεία, που φωτίζεται από την εσωστρεφική προσέγγιση του ήρωα του. Ο σκηνικός χώρος παραπέμπει περισσότερο σ' έναν χαώδη, συγκινητικό σκουπιδότοπο κι όχι σε μαγαζί, ώστε να αποδοθεί η εικόνα ενός κόσμου που καταρρέει.
Το εμβληματικό τάληρο, ο αμερικάνικος βούβαλος, που παραπέμπει στην ουτοπική ψευδαίσθηση του αμερικάνικου ονείρου θα μπορούσε σήμερα να φωτογραφίζει το ευάλωτο ευρώ.Το αδιέξοδο του καπιταλισμού το κυνήγι του πλούτου, η προδοσία στις διαπροσωπικές σχέσεις, αποτελούν θέματα επίκαιρα και διαχρονικά. Σήμερα, σε μια εποχή βαθιάς ανθρώπινης κρίσης, με στοιχεία παρακμής και διαφθοράς, είναι αναγκαίο, περισσότερο απο ποτέ να επαναπροσδιορίσουμε τους αξιακούς μας κώδικες, να πιστέψουμε ξανά στον άνθρωπο που χάσαμε στο δρόμο της επικίνδυνης φενάκης, να αποδείξουμε στους εαυτούς μας ότι τα πάντα δεν μετρώνται στη ζωή με το χρήμα.Είμαστε υπεύθυνοι των πράξεων μας, φέρουμε ευθύνη για τις επιλογές μας. Ας έχουμε την γενναιότητα να τις αλλάξουμε.Ας μην περιχαρακώνουμε τη ζωή μας μέσα σε ανώφελα εγχειρήματα, που το μόνο που θα μας αφήσουν είναι η γεύση μιας ανούσιας ζωής.
Σκηνοθεσία: Πέτρος Φιλιππίδης
Μετάφραση-Απόδοση: Πέτρος Φιλιππίδης
Σκηνικά - Κοστούμια: Λουκία Χουλιάρα
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Μουσική επιμέλεια: Ιάκωβος Δρόσος
Φωτογραφίες: Γιάννης Βασταρδής
Παιζουν: Γιάννης Μπέζος, Πέτρος Φιλιππίδης, Ορφέας Αυγουστίδης
Θέατρο Μουσούρη, Πλατεία Καρύτση 7, Αθήνα , Τηλ.: 210-3310936
Ωρες Παραστάσεων:Τετάρτη 19:00, Πέμπτη-Παρασκευή- Σάββατο 21:00
Σάββατο (λαϊκή απογευματινή): 18:00 Κυριακή: 19:00
Εισιτήρια: Τετάρτη & Πέμπτη: €20, €14 , €10 (ανέργων) Παρασκευή: €20, €14 (φοιτητικό)
Σάββατο: €22 (βραδινή), €20 (εξώστης βραδινή Σαββάτου), €17 (λαϊκή απογευματινή),
€14 (φοιτητικό απογευματινή Σαββάτου), Κυριακή: €20 €14 (φοιτητικό)
Η δεύτερη παραγωγή του θεάτρου Μουσούρη για τη φετινή σεζόν είναι το εμβληματικό και πιο δημοφιλές έργο του Ντέιβιντ Μάμετ, "Αμερικάνικος Βούβαλος", ένα από τα αριστουργήματα της σύγχρονης δραματουργίας που από το πρώτο ανέβασμά του κατέκτησε το κοινό και τους κριτικούς, αποσπώντας σημαντικές διακρίσεις, όπως το βραβείο ΟΒΙΕ και αυτό των Αμερικανών Κριτικών.Γραμμένο το 1975, στην Ελλάδα πρωτοπαρουσιάστηκε στο θέατρο «Εμπρός», το 1992, σε σκηνοθεσία Τάσου Μπαντή, με τους Δημήτρη Καταλειφό, Γιώργο Κέντρο και Δημήτρη Τάρλοου. Ο Ντέιβιντ Μάμετ γράφει ένα πολιτικό έργο, χωρίς ωστόσο να κάνει πολιτικές παραβολές. Γράφει γλαφυρά για το «αμερικάνικο όνειρο» και την καθαρή διάψευσή του. Το έργο, μια κλασική σύγχρονη τραγωδία, κινείται σε δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι καθαρά πολιτικό, καθώς περιγράφει με ενάργεια και χιούμορ την κατάρρευση του Αμερικάνικου καπιταλιστικού συστήματος. Το δεύτερο είναι εξίσου σημαντικό, διότι ασχολείται με την αποδόμηση των ανθρώπινων σχέσεων και ειδικά των οικογενειακών, καθώς οι τρεις ανδρικοί χαρακτήρες του έργου συγκροτούν μια ιδιότυπη οικογένεια. Ο ένας από τους τρεις βασικούς χαρακτήρες του έργου, ο λεγόμενος Δάσκαλος, συμβολοποιεί με την παρουσία του όλη την τυφλή βία, το μίσος και τον ρατσισμό προς τους αδύναμους, τους ξένους, τους ναρκομανείς, τους ομοφυλόφιλους. Πρόκειται για μια σαφή αλληγορία, για το πως δηλαδή τα πλέον εξαθλιωμένα και λούμπεν κομμάτια της κοινωνίας, επιχειρούν να μας "προστατέψουν", στρεφόμενα εναντίον όσων θεωρούν ότι απειλούν την καθαρότητα της φυλής. Δεν είναι τυχαίο ότι το θύμα του στο τέλος του έργου είναι ένας νεαρός με πρόβλημα εθισμού στα ναρκωτικά, τον οποίο ξυλοκοπεί βάναυσα. Ο Μάμετ μας δείχνει καθαρά μ' αυτό το έργο, ότι σ' έναν κόσμο φτιαγμένο από χρήμα, ο άνθρωπος θα συνεχίσει να αποζητά παθιασμένα και με οποιοδήποτε τίμημα, τις σχέσεις και τα αισθήματα. Το γεγονός ότι ο συγγραφέας ταυτίζει την επιχειρηματικότητα με την εγκληματικότητα, προκαλεί έκπληξη και εγείρει ενδεχομένως διαφωνίες, όμως δεν θα πρέπει να ξενίζει σ' έναν κόσμο που πλέον υπάρχει η αίσθηση ότι διοικείται από τραπεζίτες, χρηματιστές και μεγαλοκομπιναδόδους. Όπως αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας, ο «Αμερικάνικος Βούβαλος» μιλάει για τα ήθη των επιχειρησιακών συναλλαγών στην Αμερική: «Για το πώς συγχωρούμε κάθε προδοσία, μικρή ή μεγάλη, και για τους ηθικούς συμβιβασμούς που ονομάζονται επιχειρήσεις, "δουλειές". Αισθανόμουν οργή γι' αυτό που λέγεται "μπίζνες" όταν έγραψα το έργο. Καθόμουν συνήθως στα πίσω καθίσματα του θεάτρου και παρακολουθούσα τους θεατές και πώς έφευγαν. Οι επιχειρηματίες έφευγαν επικρίνοντας με έντονο ύφος τις ελλείψεις και επισημαίνοντας την κενότητά του. Στην πραγματικότητα, ήταν θυμωμένοι επειδή το έργο μιλούσε γι' αυτούς...».
Η ιστορία
Η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα στο παλαιοπωλείο του Ντον (Γιάννης Μπέζος), όπου μαζί με τον φίλο του Ουόλτερ, ο επονομαζόμενος και «δάσκαλος», (Πέτρος Φιλιππίδης) και τον νεαρό Μπομπ (Ορφέας Αυγουστίδης) οργανώνουν εκ του προχείρου μια φιλόδοξη ληστεία για ένα νόμισμα που έχει επάνω τον αμερικάνικο βούβαλο. Ο Ντον θέλει να νουθετήσει και να κάνει «σωστό άτομο» τον Μπομπ, ένα παιδί ανυπεράσπιστο και χαμένο στα ναρκωτικά. Οι τρεις τους γυρνούν όλη μέρα στο παλαιοπωλείο λέγοντας εξυπνάδες, φιγουράροντας τον ανδρισμό τους, αλλά και σκεπτόμενοι πώς θα «πιάσουν την καλή», πώς θα κάνουν μια «μπίζνα» που θα τους αποφέρει χρήματα. Στη διαδρομή αποδεικνύεται ότι είναι ανίκανοι και οι φιλίες, τα προσωπικά συμφέροντα και τα συναισθήματά τους θα δοκιμαστούν με πρωτοφανή τρόπο. Οι τρεις αυτοί χαρακτήρες είναι ατάκτως ερριμμένοι μέσα στην σκληρή κοινωνία, εγκλωβισμένοι, «πεταμένοι» κι' αυτοί, όπως τα πράγματα μέσα στο μαγαζί του Ντον. Είναι άνθρωποι που η κοινωνία τους απομόνωσε, αλλά και οι ίδιοι απομονώθηκαν από αυτήν λόγω του εγωϊσμού τους. Άνθρωποι σε κρίση με τον εαυτό τους και τους γύρω τους. Οι ψευδαισθήσεις τους για γρήγορο και εύκολο χρήμα τους καθυποτάσσουν μέχρι τελικής πτώσης, πατώντας επάνω στις ανθρώπινες σχέσεις.
Η Παράσταση
Η μετάφραση του Φιλιππίδη αξιοποίησε σωστά το δυνατό κείμενο, βοηθώντας τον θεατή να αντιληφθεί τις ενέργειες και τις συναισθηματικές μεταλλάξεις των λούμπεν χαρακτήρων που ασημαντολογούν μέσα στη μιζέρια τους, χωρίς να χαθεί μέσα στον καταιγιστικό διάλογο,που εξελλίσεται με μορφή πολυβόλου. Μέσα από τον πυκνό, φωτογραφικά ρεαλιστικό, «βρώμικο» διάλογό του έργου -γνωστό ως «Mametspeak»- σκιαγραφείται το ξεγύμνωμα του Αμερικάνικου Όνειρου. Ελεύθερη οικονομία, λέει ο Δάσκαλος,είναι «η ελευθερία του ατόμου να επιχειρεί ελευθέρως ό,τι του καυλώσει προκειμένου να ασκεί το αναφαίρετο δικαίωμά του να εξασφαλίζει κέρδος». Η αθυρόστομη μέχρι χυδαία γλώσσα με τις κοφτές, ασθμαίνουσες φράσεις, τους αποσπασματικούς διαλόγους και το λαθραίο χιούμορ, ηχεί σαν μουσική παρτιτούρα, αποτυπώνοντας τη δραματική όσο και γελοία υπόστασή των προσώπων. Η δραματουργική επεξεργασία, πάντως, θα μπορούσε να αποδώσει τους διαλόγους μέσα σε ένα πιο σφιχτό πλαίσιο, αποφεύγοντας την φλυαρία που ισοσταθμίζεται απο τις εξαιρετικές ερμηνείες.
Η ρεαλιστική, σκηνοθεσία του Πέτρου Φιλιππίδη, αιχμαλωτίζει την αγχωτική ατμόσφαιρα του έργου, ακολουθώντας πυρετικούς ρυθμούς από την αρχή μέχρι το τέλος, καθοδηγώντας τη σκηνική σχέση των ηθοποιών, σε ένα έργο που απαιτεί έντονη συνεργασία, ρυθμό και αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Η αλαζονεία του χρήματος, το κυνήγι του κέρδους, το «Αμερικάνικο όνειρο» και η απόλυτη διάψευσή του παρουσιάζονται μπροστά στα έκπληκτα μάτια του θεατή με καταιγιστική, σοκαριστική ενάργεια. Ο εσωτερικός πανικός των ηρώων εκφράζεται με σωματοποιημένες χειρονομίες, κλεφτές ματιές, παύσεις, ακόμα και με το ισχυρό ηχόχρωμα της φωνής των ηθοποιών. Ο Γιάννης Μπέζος οικοδόμησε με μέτρο και σαφήνεια το πορτρέτο του Ντον που, μετέωρος μέσα σ' αυτό το τοπίο των περιδινούμενων συμφερόντων, γλιστράει στην ατασθαλία αλλά έστω και αργά αποκαθιστά την ηθική του θέση.Ο Δάσκαλος-Πέτρος Φιλιππίδης σκιαγράφησε με οίστρο την αδιάφορη κυνικότητα ενός ανθρώπου που η αμορφωσιά του καλύπτεται πίσω από την «υπεροχή» της χειραγώγησης και η βουλιμική του διάθεση φτάνει μέχρι τη φονική βία. Υπάρχουν στιγμές που υπερβάλλει, απλώνοντας το πληθωρικό του ταλέντο, σε μια φωνασκούσα ερμηνεία αλλά η καλοδουλεμένη, σχολαστική εντρύφηση του στα κατάβαθα του χαρακτήρα του ήρωα, δεν ταράζει την ισορροπία της παράστασης. Ο Ορφέας Αυγουστίδης, με την χαμηλόφωνη και εσωτερικευμένης έντασης ερμηνεία του, μας παραδίδει μια θαυμαστή ερμηνεία, που φωτίζεται από την εσωστρεφική προσέγγιση του ήρωα του. Ο σκηνικός χώρος παραπέμπει περισσότερο σ' έναν χαώδη, συγκινητικό σκουπιδότοπο κι όχι σε μαγαζί, ώστε να αποδοθεί η εικόνα ενός κόσμου που καταρρέει.
Το εμβληματικό τάληρο, ο αμερικάνικος βούβαλος, που παραπέμπει στην ουτοπική ψευδαίσθηση του αμερικάνικου ονείρου θα μπορούσε σήμερα να φωτογραφίζει το ευάλωτο ευρώ.Το αδιέξοδο του καπιταλισμού το κυνήγι του πλούτου, η προδοσία στις διαπροσωπικές σχέσεις, αποτελούν θέματα επίκαιρα και διαχρονικά. Σήμερα, σε μια εποχή βαθιάς ανθρώπινης κρίσης, με στοιχεία παρακμής και διαφθοράς, είναι αναγκαίο, περισσότερο απο ποτέ να επαναπροσδιορίσουμε τους αξιακούς μας κώδικες, να πιστέψουμε ξανά στον άνθρωπο που χάσαμε στο δρόμο της επικίνδυνης φενάκης, να αποδείξουμε στους εαυτούς μας ότι τα πάντα δεν μετρώνται στη ζωή με το χρήμα.Είμαστε υπεύθυνοι των πράξεων μας, φέρουμε ευθύνη για τις επιλογές μας. Ας έχουμε την γενναιότητα να τις αλλάξουμε.Ας μην περιχαρακώνουμε τη ζωή μας μέσα σε ανώφελα εγχειρήματα, που το μόνο που θα μας αφήσουν είναι η γεύση μιας ανούσιας ζωής.
Σκηνοθεσία: Πέτρος Φιλιππίδης
Μετάφραση-Απόδοση: Πέτρος Φιλιππίδης
Σκηνικά - Κοστούμια: Λουκία Χουλιάρα
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Μουσική επιμέλεια: Ιάκωβος Δρόσος
Φωτογραφίες: Γιάννης Βασταρδής
Παιζουν: Γιάννης Μπέζος, Πέτρος Φιλιππίδης, Ορφέας Αυγουστίδης
Θέατρο Μουσούρη, Πλατεία Καρύτση 7, Αθήνα , Τηλ.: 210-3310936
Ωρες Παραστάσεων:Τετάρτη 19:00, Πέμπτη-Παρασκευή- Σάββατο 21:00
Σάββατο (λαϊκή απογευματινή): 18:00 Κυριακή: 19:00
Εισιτήρια: Τετάρτη & Πέμπτη: €20, €14 , €10 (ανέργων) Παρασκευή: €20, €14 (φοιτητικό)
Σάββατο: €22 (βραδινή), €20 (εξώστης βραδινή Σαββάτου), €17 (λαϊκή απογευματινή),
€14 (φοιτητικό απογευματινή Σαββάτου), Κυριακή: €20 €14 (φοιτητικό)